Quantcast
Channel: Πίσω στα παλιά
Viewing all 12885 articles
Browse latest View live

Η εκτέλεση των Ντουφτ και Μπασενάουερ -

$
0
0


  • Τάσος Κοντογιαννίδης

    image
    Οι αδίστακτοι  Γερμανοί εγκληματίες Ντουφτ και Μπασενάουερ
     που διέπραξαν 5 ληστείες με 6 φόνους, μέσα σε 40 μέρες και εκτελέστηκαν



    Του Τάσου Κ. Κοντογιαννίδη
    Φωτο: Χανς-Βίλχεμ Μπασενάουερ
    Τα χαράματα της 15-12-1969 (σαν σήμερα),  έπεφταν νεκροί από τα πυρά των εκτελεστικών αποσπασμάτων  δύο στυγεροί εγκληματίες, οι  32χρονοι Γερμανοί υδραυλικοί, Χανς Μπασενάουερ έγγαμος πατέρας τριών παιδιών και Χέρμαν Ντουφτ, άγαμος, που υπηρέτησε παλιά στη Λεγεώνα των ξένων στον γαλλοαλγερινό πόλεμο. Στον συνήθη τόπο εκτελέσεων « Τούρλος» των φυλακών Αιγίνης όπου εκρατείτο, τυφεκίσθηκε ο Μπασενάουερ με δεμένα μάτια και με λυγμούς, που διέκοψαν οι σφαίρες του εκτελεστικού αποσπάσματος.
    Στο  Πεδίο βολής του Αγίου Ιωάννου Κέρκυρας, στις φυλακές της οποίας εκρατείτο ο  Χέρμαν Ντούφτ, η καταρρακτώδης βροχή δεν εμπόδισε να γίνει εκεί,  η πρώτη και μοναδική εκτέλεση θανατοποινίτη. Ψυχρός, κυνικός και αδιάφορος για τον θάνατο, στάθηκε μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα. Όταν τον έδεσαν στον πάσαλο, αρνήθηκε να του κλείσουν τα μάτια. Ρώτησε μόνο αν το πτώμα του θα μεταφερθεί μετά στη Γερμανία... Όταν δόθηκε το σύνθημα στο απόσπασμα  «πυρ!» ο Ντούφτ αποχαιρέτησε τους  εκτελεστές του στα ελληνικά, φωνάζοντας: "γεια σας, γεια σας!!!"  Σωριάστηκε στο χώμα, αλλά για να βγει η ψυχή του, χρειάστηκε ο αποσπασματάρχης να ρίξει δύο χαριστικές βολές…
    Φωτο: Χέρμαν Ντουφτ
    Έτσι πλήρωσαν οι κακούργοι Γερμανοί « τουρίστες»,  για τα εγκλήματα τους, που αναστάτωσαν την Ελλάδα το 1969 που μέσα σε 40 μέρες ( 5-3 έως 12-4-69) διέπραξαν πέντε ληστείες με έξι φόνους. Καταδικάστηκαν στις 24-7-1969  από το Πενταμελές εφετείο Αθηνών πεντάκις εις θάνατον για τις « ιδιαζόντως απεχθείς» πράξεις τους, που ήταν:
    α)Στις 5 Μαρτίου, σε πρατήριο βενζίνης, στους Αγίους Θεοδώρους Θηβών, σκότωσαν  τον ιδιοκτήτη του Νικόλαο Κανάρη, 35 ετών, πατέρα δύο ανήλικων παιδιών και τον στρατιώτη Κων. Κούλη, 22 ετών, που  τους παρακάλεσε, αν πάνε προς Αθήνα να τον πάρουν μαζί τους για να πάει στο στρατόπεδο που υπηρετούσε. Οι αδίστακτοι κακοποιοί τον σκότωσαν για να τον ξεφορτωθούν, ενώ  τραυμάτισαν σοβαρά και  τον 30χρονο υπάλληλο του πρατηρίου Αναστάσιο Γκιζίνο.
    β)Στις 13 Μαρτίου διέπραξαν ληστεία στη Βούλα, στην οδό Αλκυονίδων με θύμα τον  50χρονο ελληνοαμερικανό  χρηματιστή Παντελή Αθηναίο. Λεία: 11.000 δρχ και 312 δολάρια. Είχαν μπει στη βίλα  και τον περίμεναν. Μόλις μπήκε, τον οδήγησαν στο μπάνιο και ο Μπασενάουερ τον σκότωσε με ρόπαλο.
    γ)Στις  7 Απριλίου στο Μεγάλο Καβούρι λήστεψαν τον 34χρονο  ταξιτζή Ιωάννη Φραγκιαδάκη. Λεία 400 δρχ. Τον πήραν από το Χίλτον όπου άφησαν την μερσεντές και όταν έφτασαν στο Καβούρι, ο Ντούφτ  τον  έριξε καταγής, πήραν τις εισπράξεις,  τον σκότωσαν, έκρυψαν το πτώμα και με το ταξί επέστρεψαν στο Χίλτον.
    δ)Στις 10 Απριλίου στο 41ο χλμ Αθηνών –Λαμίας στη Μαλακάσα, σκότωσαν  τον 40χρονο  υπάλληλο πρατηρίου βενζίνης  Ιωάννη Τσουτσάνη. Λεία 3.850 δρχ. Μόλις πήραν τα χρήματα  τον οδήγησαν σε παρακείμενο αλσύλλιο. Τους εκλιπαρούσε να μην τον σκοτώσουν λέγοντας τους ότι  έχει μικρό παιδί: « πίκολο, πίκολο..»  για να τον λυπηθούν!  Κι εκείνοι τον έσφαξαν!!!
    ε)Στις 11 Απριλίου,  οι δύο δράστες ξεκίνησαν για την Πάτρα. Στο δρόμο τους προσπέρασε μία BMW με γερμανικές πινακίδες που οδηγούσε ο 40χρονος  μετανάστης στη Γερμανία Γεώργιος Παπαγεωργίου. Στο 51ο χλμ Αθηνών- Κορίνθου στην Κινέττα, του έκαναν νόημα να σταματήσει για να του ζητήσουν δήθεν βοήθεια. Τον εκτέλεσε ο Μπασενάουερ. Λεία: 500 δρχ, 100 μάρκα και το αυτοκίνητο. Γυρνώντας, πάρκαραν στο Χαϊδάρι την μερσεντές και κυκλοφορούσαν  με την BMW.
    Η παρατηρητικότητα της …δασκάλας!
    Η  δασκάλα Μαρία Ζαμπουράκη, βγήκε από το σπίτι της στην οδό Πάρνηθος στο Χαϊδάρι για να πάει, Μεγάλη Παρασκευή στον επιτάφιο. Είδε παρκαρισμένο στο πεζοδρόμιο τη μερσεντές με τις γερμανικές  πινακίδες και το  σπασμένο φανάρι, την έκανε να υποψιαστεί ότι κάτι συμβαίνει. Τηλεφώνησε στην Αστυνομία και στήθηκε αμέσως  ενέδρα από χωροφύλακες, στην οποία έπεσαν οι δύο Γερμανοί κακοποιοί  που ήρθαν με την BMW του Παπαγεωργίου  να πάρουν την μερσεντές. Συνελήφθησαν, ομολόγησαν, δικάστηκαν, εκτελέστηκαν. Για δίκαιη τιμωρία έκανε λόγο  η γυναίκα του Μπασενάουερ, Χάϊντυ, αλλά  τόνισε, πως δεν ήταν χριστιανικό να εκτελεσθούν λόγω των επερχομένων Χριστουγέννων…
    Φωτο: Η δασκάλα Μαρία Ζαμπουράκη
    Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Real News

     Palmografos.com 


ΘΕΑΤΡΑ ΤΗΣ ΠΑΛΙΑΣ ΑΘΗΝΑΣ

$
0
0
ΘΕΑΤΡΑ ΤΗΣ ΠΑΛΙΑΣ ΑΘΗΝΑΣ

    Ενώ οι χώρες της Δύσης διέθεταν κατά τον 18ο αι. μεγαλόπρεπα θέατρα, η σκλαβωμένη 
    Ελλάδα, η πατρίδα του παγκόσμιου θεάτρου, υστερούσε απελπιστικά σ'αυτόν τον τομέα. 
    Οι πρώτες παραστάσεις της Νέας Εποχής έγιναν (1720) στα αγγλοκρατούμενα Επτάνησα,
     στο κτίριο του Αγίου Ιακώβου Κερκύρας (βλ. στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ το Κεφάλαιο «Μουσικός
     Πολιτισμός της Επτανήσου»). Ακολούθησε μετά την Παλιγγενεσία η Σύρα, όπου 
    παρουσιάζονταν διάφορα θεάματα σε ένα μαγαζί (1830) κι αργότερα, στο ονομαστό
     θέατρό της («Απόλλων» Ερμουπόλεως). Την ίδια περίπου εποχή εμφανίζονται θέατρα 
    και στην Αθήνα: το ξύλινο του Σκοντζόπουλου (οδός Αιόλου), εκείνο του Γκαετάνο Μέλι
     (πλατεία Αγίων Θεοδώρων) και το πρώτο πέτρινο (κοντά στο Δημαρχείο), που το 1844 
    θα συνδεθεί με τον Ι. Μπούκουρα (βλ. Καμηλιέρης Ιωσήφ) και θα δίνει παραστάσεις 
    κατά τις χειμερινές περιόδους ώς το τέλος του 19ου αι. (ελλειψοειδής αίθουσα με 3 σειρές 
    θεωρεία και καλή ακουστική). Αυτή είναι και η αιτία που σ'αυτή την περιοχή της Αθήνας 
    βρίσκονται συγκεντρωμένα τα ονόματα των αρχαίων τραγικών και κωμικών ποιητών της 
    (σε τόση αναντιστοιχία προς το σημερινό ακαλαίσθητο και αγοραίο status quo). 
    Ουσιαστικότερος οργασμός θ'αρχίσει στην εποχή του Γεωργίου Α', με θέατρα στην Πάτρα,
     στην Καλαμάτα, στη Σύρα, και σ'άλλες πόλεις της ώς τότε ελεύθερης Ελλάδος.
    Στην Αθήνα λειτουργούνε τον 19ο αι., παροδικά ή μόνιμα (εκτός των προαναφερθέντων): 
    το "Άντρον των Νυμφών" (όπου ο σημερινός ΕΓΣ Αθηνών. Έναρξη, το 1872. Μετατοπίστηκε
     και μετονομάστηκε σε «Ζάππειον» το 1895), ο "Απόλλων", το «Θέατρον των Ιλισίδων 
    Μουσών» ή «Παράδεισος» (και τα 2 προηγούμενα ήταν «παριλίσια» Θέατρα που άρχισαν να λειτουργούν το 1873 και σταμάτησαν τη λειτουργία τους μετά το μέσο της δεκαετίας του 
    1880, λόγω ρυμοτομικών αλλαγών), τα "Ολύμπια" (ή των «Ολυμπίων») του Τσόχα 
    (1881-1887, έργο του Τσίλερ στη συμβολή των λεωφόρων Αμαλίας και Όλγας, όπου 
    σήμερα βρίσκεται το άγαλμα του Βύρωνος), η "Παλιγγενεσία"στο Νέο Φάληρο (που 
    πρωτολειτούργησε πρόχειρα το 1871 από την Εταιρεία Σιδηροδρόμων), το Θέατρο 
    Τσόχα της οδού Σταδίου (1893, δίπλα στον κινηματογράφο «Έσπερο») και τα θέατρα της 
    Ομονοίας. Σέ ένα απο αυτά (που χτίστηκε το 1887 στην πρώην οδό Ίωνος και σημερινή 
    οδό Κοτοπούλη, και που με διάφορες επισκευές, ανακαινίσεις, κατεδαφίσεις,
     ανακατασκευές έφτασε ώς τη μεταπολεμική Εποχή ως κινηματογράφος «Κρόνος») 
    θα στεγαστεί η "Νέα Σκηνή"του Χρηστομάνου και ο πρώτος θίασος της Μαρίκας 
    Κοτοπούλη (βλ. και «Δημοτικό Θέατρο Αθηνών»). Στη συνέχεια, το πιο αξιοσημείωτο 
    γεγονός στην Ιστορία των αθηναϊκών Θεάτρων είναι η επιθεωρησιακή έκρηξη του 1914, 
    που έφερε πακτωλό εισπράξεων με συνακόλουθο οικοδομικό οργασμό. Αποτέλεσμα, 
    κατά την επόμενη διετία να εγκαινιαστούν 6 καινούργια Θέατρα για να στεγάσουν 
    μουσικούς θιάσους(!) κι ακόμα, να ανακαινιστεί το «Κοτοπούλη». Αυτά τα νέα Θέατρα
     ήταν: Το Θέατρο των Εξαρχείων στην οδό Αραχώβης (1915), το «Αθηναϊκόν» κοντά 
    στην Πύλη του Αδριανού (1915), το «Θέατρον Αττικής» στην οδό Λιοσίων (1915), 
    το «Νέον Θέατρον» στην Ομόνοια (1915), το «Θέατρον Παπαϊωάννου» απέναντι από 
    την «Αλάμπρα» (1916) και το «Κεντρικόν» στην οδό Κολοκοτρώνη (1916). Κλείνουμε με
     ένα κείμενο --δίκην σύνοψης-- του Αλ. Σολομού (που του οφείλουμε ορισμένα από τα 
    προηγούμενα στοιχεία): "Στο τέλος του 19ου αι. η πρωτεύουσα θ'αποχτήσει δύο 
    επιβλητικά θεατρικά κτίρια που θα 'ναι, φευ, τα πρώτα και τα τελευταία της: το 
    Δημοτικόν Θέατρον στην πλατεία του Παλιού Δημαρχείου, με δωρεά του Συγγρού κι 
    έναρξη στα 1888, και το Βασιλικόν, μ'άλλες δωρεές κι έναρξη στα 1901. Αντίθετα με 
    το δεύτερο, που γερνάει ίσαμε σήμερα σαν Εθνικό, το πρώτο θα στεγάσει μύριους 
    ελληνικούς και ξένους θιάσους, ώσπου να πέσει σ'αχρηστία και να κατεδαφιστεί 
    στα 1936. Από τότε, και για μισόν αιώνα, η γενέτειρα της θεατρικής τέχνης 
    δεν θ'αξιωθεί 
    να 'χει άλλο Δημοτικό Θέατρο- υστερώντας έτσι σε σύγκριση με τον Πειραιά, την Πάτρα,
     τη Λαμία, το Βόλο, κ.λπ. Το κενό της κατεδάφισης θα το συμπληρώσει κάπως το 
    τριώροφο συγκρότημα θεαμάτων Ρέξ (που θα χτιστεί, αρκετά κακόγουστα, κείνη την
     εποχή) και θ'αποτελέσει έναν απ'τους στερνούς φόρους τιμής στη θεατρική οντότητα 
    της Αθήνας- έστω κι αφιερωμένο, κατά τα δύο τρίτα, στον κινηματογράφο. Μα και 
    στα χρόνια που θ'ακολουθήσουν, η ελληνική αρχιτεκτονική θα ενδιαφερθεί 
    αποκλειστικά 
    και μόνο για κινηματογραφικές αίθουσες (Κρατικό Θέατρο της Μακεδονίας).
     Οι θεατρόφιλοι μαικήνες και δημόσιοι λειτουργοί έπαψαν από καιρό να υπάρχουν.
     Εδώ και δύο δεκαετίες, χάρη στην εξουδετέρωση της μεγάλης οθόνης απ'τη μικρή, 
    πολλές απ'τις λουσάτες κινηματογραφικές αίθουσες άρχισαν να παραδινονται στη
     θεατρική δραστηριότητα - που απόχτησε έτσι, από δεύτερο χέρι, τους απαραίτητους
     ζωτικούς της χώρους". (Παραπέμπουμε τον ενδιαφερόμενο αναγνώστη στα τεύχη
     του Περιοδικού «Όπερα», στα βιβλία του Θόδωρου Χατζηπανταζή για την «Αθηναϊκή 
    Επιθεώρηση» και το «Κωμειδύλλιον» στις Εκδόσεις «Ερμής» καθώς και στο απολαυστικό
     βιβλίο της Αρτέμιδος Σκουμπουρδή «Θέατρα της Παλιάς Αθήνας»,Έκδοση του 
    Πνευματικού Κέντρου του Δήμου Αθηναίων, στο οποίο επίσης οφείλουμε στοιχεία 
    και το οποίο αναφέρει με λεπτομέρειες 39 παλιά αθηναϊκά θέατρα!).

    Ιστορικά Καφενεία της Αθήνας: Τα στέκια των λογοτεχνών

    $
    0
    0


    Με την καθιέρωση της Αθήνας ως πρωτεύουσας του νεαρού Βασιλείου της Ελλάδος μαζί με τον νεοκλασικισμό θα εισαχθεί από την Ευρώπη και η μόδα των καφενείων. Σύντομα τα ευρωπαϊκού τύπου καφενεία θα αντικαταστήσουν τους τουρκικούς καφενέδες και θα παίξουν ένα σημαντικό ρόλο στην νεώτερη αθηναϊκή ιστορία.Τα πρώτα ευρωπαϊκά καφενεία θα κάνουν την εμφάνιση τους αρχικά στην οδό Αιόλου, όπου και το καφενείον "Η Ωραία Ελλάς"των σχολικών μας βιβλίων. Στη διάρκεια του μεσοπολέμου αλλά και μεταπολεμικά την σκυτάλη θα πάρουν τα βουλεβάρτα της Αθήνας,  τα οποία θα κοσμήσουν με την παρουσία τους καφενεία που θα εξελιχθούν σε κοσμικά και λογοτεχνικά στέκια. Από τα θρυλικά αυτά στέκια σήμερα ελάχιστα επιβιώνουν, καθώς τα περισσότερα έκλεισαν και τα κτήρια που τα στέγαζαν κατεδαφίστηκαν, όμως τα έργα των θαμώνων τους συνεχίσουν να αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα του νεοελληνικού πολιτισμού.
    Κοσμικά Καφεζαχαροπλαστεία της Πανεπιστημίου


    Καφενείο του Γιαννάκη, αρχές 20ου αι (Σκίτσο: Κατερίνα Συνοδινού)

    Από τις αρχές του εικοστού αιώνα το βουλεβάρτο της Πανεπιστημίου φιλοξενούσε πλήθος εστιατορίων, καφενείων και ζαχαροπλαστείων όπως το«Πανελλήνιον», το «Ηνωμένα Βουστάσια» και το ζαχαροπλαστείο του «Πετρίτση», το οποίο απαθανάτισε σε πίνακα του ο Παύλος Μαθιόπουλος. Τόσο κατά το Μεσοπόλεμο όσο και κατά τις δεκαετίας του ‘50 και του ’60, η κοσμική Αθήνα θα συνεχίσει να συγκεντρώνεται στα πολυτελή εστιατόρια και ζαχαροπλαστεία της Πανεπιστημίου όπως το «Ιντεάλ», και το «Piccadilly», του οποίου την κόκκινη φωτεινή επιγραφή από νέον είχαν αποκαθηλώσει οι φοιτητές σε διαδήλωση για το Κυπριακό, μετονομάζοντας το σε «Κύπρος». Άλλα γνωστά ζαχαροπλαστεία ήταν το «Ρωσικόν» στην Πανεπιστημίου και το «Πέτρογραδ» στην Σταδίου (αρ. 29) τα οποία είχαν ανοίξει κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου από ρώσους πρόσφυγες. Το Πέτρογραδ άνοιξε το 1935 από τον πατέρα του γνωστού συνθέτη και πιανίστα Νίκυ Γιάκοβλεφ, και τους
     τοίχους του διακοσμούσαν έργα Ελλήνων αλλά και ξένων ζωγ-
    ράφων. Έκλεισε το 1969 όταν το κτήριο όπου στεγαζόταν (ιδιοκτησίας ΤΣΑΥ) κατεδαφίσθηκε.
    Ο Λουκιανός Κηλαηδόνης στο τραγούδι του «The Fucking Fifties» (μια άριστη τοπογραφία της αστικής Πανεπιστημίου του 1950) αναφέρει μαζί με το«Ρωσικόν» και το «Ζαχαροπλαστείο του Τσίτα». Ο «Τσίτας» ιδρύθηκε το 1888 στην οδό Σταδίου και το 1906 μετακομίζει στην Πανεπιστημίου (αρ. 43). Τόσο κατά τον Μεσοπόλεμο, όσο και κατά τη δεκαετία του 1950, ο «Τσίτας» απασχολούσε συνολικά 180 άτομα, ενώ ο εξοπλισμός που διέθετε (μηχανές εσπρέσο, αποχυμωτές, ζυμωτήρια) ήταν η τελευταία λέξη της τεχνολογίας. Ανάμεσα στις πρωτοπορίες του Τσίτα ήταν και τα τσιπς, τα οποία πωλούνταν σε τεράστιες σακούλες. Ο «Τσίτας» έκλεισε μετά την παρακμή του που ακολούθησε η έντονη φημολογία για την ανεύρεση από την Υγειονομική Υπηρεσία ενός τρωκτικού μέσα σε μία κατσαρόλα με σιρόπι. Την μοίρα του Τσίτα θα ακολουθήσουν τα περισσότερα παλιά αθηναϊκά καφεζαχαροπλαστεία που θα κλείσουν το ένα μετά το άλλο στα τέλη της δεκαετίας του ’60, με πολλά από τα κτήρια που τα στέγαζαν να κατεδαφίζονται. 
    Λογοτεχνικά Καφενεία, από το Πανεπιστήμιο μέχρι την πλατεία Συντάγματος
    «Στα γυμνά μαρμαρένια τραπέζια του τ'ανήσυχα νιάτα σχεδιάζανε την πορεία τους»
    Το καφενείο «Μαύρος Γάτος» βρισκόταν στη συμβολή των οδών Ακαδημίας και Ασκληπιού, δίπλα στο σπίτι του Κωστή Παλαμά, και σε χώρο ημιυπόγειο.  Ιδρύθηκε το 1917 από τον Κερκυραίο Ιωάννη Σπαταλά, αδελφό του ποιητή Γεράσιμου Σπαταλά (1887-1971) και ονομάσθηκε έτσι από το αντίστοιχο φιλολογικό καφενείο του Παρισιού το «Chat Noir». Το καφενείο έφτασε στη μεγαλύτερη ακμή του την περίοδο 1918-1919 και ταυτίστηκε με τον αθηναϊκό μποεμισμό, καθώς εκεί σχεδιάζονταν εκδόσεις, γίνονταν παρουσιάσεις βιβλίων, καλλιτεχνικές και πολιτικές ζυμώσεις. Ο «Μαύρος Γάτος» άρχισε να αστυνομεύεται, καθώς εκεί συναντιόταν  τα μέλη της πολιτικής οργάνωσης «Σοσιαλιστικό Τμήμα Αθηνών», για να κλείσει οριστικά. Τακτικοί θαμώνες ήταν οι Τέλλος Άγρας, Δημοσθένης Βουτυράς, Φώτος Γιοφύλλης, Κλέων Παράσχος, Λάμπρος Πορφύρας, Σωτήρης Σκίπης, Δ. Ταγκόπουλος, Ρώμος Φιλύρας, Κώστας Βάρναλης, και ο Ναπολέων Λαπαθιώτης.


    Η ιστορική γωνία του Zonar's

    «Βρήκαμε την ευκαιρία σε ένα χώρο ουδέτερο, χωρίς καμία ατμόσφαιρα, να καθόμαστε και με την συζήτηση να δημιουργούμε ατμόσφαιρα»
    Οι Αδελφοί Λουμίδη άνοιξαν το γνωστό «Πατάρι του Λουμίδη»  το 1938 ως συμπλήρωμα του καφεκοπτείου που βρίσκονταν στο ισόγειο του κτηρίου, στο νούμερο 38 της οδού Σταδίου, δίπλα στην στοά Νικολούδη. Σύντομα το πατάρι συγκέντρωσε τον καλλιτεχνικό, τον λογοτεχνικό και τον δημοσιογραφικό κόσμο της Αθήνας, αφού βρισκόταν σε επίκαιρη θέση, κοντά σε γραφεία εφημερίδων, θέατρα και δίπλα ακριβώς στο «Βιβλιοπωλείον της Εστίας».  Στο πατάρι, τα τραπέζια ήταν διατεταγμένα σε σχήμα πι (στα αριστερά κάθονταν οι ηθοποιοί, οι δημοσιογράφοι και οι επιθεωρησιογράφοι, ενώ οι συγγραφείς μαζεύονταν στο βάθος). Τακτικοί θαμώνες ήταν οι Οδυσσέας Ελύτης, Νίκος Γκάτσος, Μάνος Χατζιδάκις, Μίλτος Σαχτούρης, Μιχάλης Κατσαρός, Μικης Θεοδωράκης, Γιάννης Τσαρούχης, Γιάννης Μόραλης,  Ανδρέας Εμπειρίκος, Ελένη  Βακαλό, Τάκης Σινόπουλος κ.α.


    Το καφεκοπτείο του Λουμίδη

    «Το πεζοδρόμιο έμοιαζε σαν παρτέρι µε λουλούδια, έτσι όπως τα στόλιζε το πολύχρωμο πλήθος των κομψών γυναικών που έπαιρναν τα ορεκτικό τους»
    Το καφεζαχαροπλαστείο «Ζοναρ’ς» στεγάζεται στο Μέγαρο του Μετοχικού Ταμείου Στρατού, έργο των αρχιτεκτόνων Βασίλη Κασσάνδρα και Λεωνίδα Μπόνη που ολοκληρώθηκε το 1938 και συνδυάζει Art Deco και κλασικιστικά στοιχεία. Απόρροια της πρόσφατης ανακαίνισης του μεγάρου ήταν και η επαναλειτουργία του καφενείου Ζόναρ’ς, το οποίο είχε παύσει τα λειτουργία του στις αρχές του 2000 (είχε ήδη αρχίσει να χάνει την αίγλη του μετά το θάνατο του ιδιοκτήτη του Κάρολου Ζωναρά το 1968). Ο Ζωναράς, Έλληνας της Αμερικής, επιστρέφει στην Ελλάδα για να ανοίξει στο 1934 το «Ζόναρ’ς»  το οποίο στεγάστηκε αρχικά στη γωνία Πανεπιστημίου και Κριεζώτου, για να μεταφερθεί το 1940 στο ισόγειο του Μεγάρου του ΜΤΣ. Το «Ζόναρ’ς», ένα από τα πολυτελέστερα καφενεία της πρωτεύουσας, ήταν γνωστό για τα γλυκά του, όπως το παγωτό «Σικάγο» που λέγεται ότι δημιουργήθηκε εκεί. Τακτικοί θαμώνες ήταν οι Οδυσσέας Ελύτης, Ευάγγελος Αβέρωφ, Γεώργιος Ράλλης,  Φρέντυ Γερμανός κ.α. Γνωστές προσωπικότητες που επισκέφθηκαν την Αθήνα όπως ο Άντονι Κουίν, η Σοφία Λόρεν και ο Χόρχε Λούις Μπόρχες δεν παρέλειψαν να το επισκεφθούν.  
    Δίπλα στο «Ζόναρ’ς», στεγάστηκε το ζαχαροπλαστείο του Φλόκα. Οι θεσσαλονικείς αδελφοί Φλόκα, επιχειρηματίες σοκολάτας, άνοιξαν το 1938 το πρώτο τους ζαχαροπλαστείο στην Αθήνα στην οδό Κοραή, στο μέγαρο της Εθνικής Ασφαλιστικής, ενώ το 1940 θα ανοίξουν το δεύτερο κατάστημά τους στο μέγαρο του Μετοχικού Ταμείου Στρατού. Ο Φλόκας όπως και το διπλανό του «Ζόναρ’ς», θα σταματήσουν τη λειτουργία τους κατά τη διάρκεια της Κατοχής και του Εμφυλίου για να ξανανοίξουν μεταπολεμικά, το 1952. Λίγο πριν αναστείλει της λειτουργία του Γερμανοί στρατιώτες φωτογραφίζονται να πίνουν στα τραπεζάκια του. Σύντομα ο Φλόκας άνοιξε υποκαταστήματα στη Φωκίωνος Νέγρη, στη Βασιλίσσης Σοφίας και αλλού, απευθυνόμενος πάντοτε στην μεγαλοαστική τάξη. Το κατάστημα στο μέγαρο του ΜΤΣ Έκλεισε το 1987. Στου Φλόκα σύχναζαν το τότε πρωθυπουργικό ζεύγος Κωνσταντίνος και Αμαλία Καραμανλή,  ο Γιώργος Σεφέρης, ο οποίος έβρισκε το γειτονικό «Ζόναρ’ς» «άσχημα φωτισμένο και επιπλωμένο πρόστυχα», ο Οδυσσέας Ελύτης, ο Νίκος Γκάτσος, ο Μάνος Χατζιδάκις κ.ά. Ειδικά οι δυο τελευταίο είχαν και δικό τους, ξεχωριστό τραπέζι στο πατάρι.


    Η ιστορία του καφέ Brazilian ταυτόσημη με την ιστορία της Αθηναϊκής ζωής

    «Τασία - έναν καφέ παρακαλώ»
    Ο γνώστης του καφέ Ευάγγελος Σαραβάνος, μετά από χρόνια στη Βραζιλία και στην Αλεξάνδρεια, αποφάσισε να ανοίξει καφενείο και στην Αθήνα. Το «Μπραζίλιαν» της οδού Βουκουρεστίου είχε ως σήμα κατατεθέν την εξαιρετικής ποιότητας καφέ (εδώ πρωτοήπιαν οι Αθηναίοι espresso), και τα εξαιρετικά γλυκά. Το Μπραζίλιαν κατά τις δεκαετίας του ’50 και του ’60 παραγκωνίζει  σταδιακά άλλα λογοτεχνικά στέκια, όπως το «Πατάρι του Λουμίδη». Στην καθιέρωση του «Μπραζίλιαν» ως λογοτεχνικού στεκιού συνέβαλε και η γειτνίασή του με το βιβλιοπωλείο «Πυρσός». Την ακμή του Μπραζίλιαν ανέκοψε η δικτατορία του 1967, καθώς αρκετοί από τους επιφανείς θαμώνες του είτε μετακόμισαν στο εξωτερικό είτε απλώς σταμάτησαν να το επισκέπτονται. Συχνός θαμώνας του Μπραζίλιαν ήταν  ο Κώστας Ταχτσής, το ποίημα του οποίου «Η συμφωνία του Μπραζίλιαν», εικονογραφημένο από τον Γιάννη Τσαρούχη,  κοσμεί τον τοίχο του Μπραζίλιαν στον αριθμό 10 της οδού  Βαλαωρίτου, όπου μεταφέρθηκε το 2007. Το σημερινό Μπραζίλιαν διατηρεί στους τοίχους του τις 45 φωτογραφίες του Αλέκου Φασιανού, στις οποίες μπορεί κανείς να διακρίνει πολλούς από τους λογοτέχνες και καλλιτέχνες που σύχναζαν εδώ, όπως τους περιγράφει ο Κώστας Ταχτσής: «Το 48-49, μια σταλιά μαγαζάκι ήταν – είναι ακόμα – μα ανάμεσα στους θαμώνες που συνωθούντο στα λίγα τετραγωνικά του μέτρα ήταν και καμιά δεκαριά άνθρωποι που, ακόμα κι αν δεν υπήρχε κανένας άλλος, θα μπορούσαν να εκπροσωπήσουν άνετα την πνευματική Ελλάδα, με όλα της τα ελαττώματα αλλά και με όλες της τις αρετές: ο Μόραλης, ο Ελύτης, ο Τσαρούχης, ο Εγγονόπουλος, ο Σαχτούρης, ο Βαλαωρίτης, ο Χατζιδάκις και άλλοι, που περιττεύει να αναφέρω». 


    Τρελά κέφια στου Απότσου

    «Όταν η ποίηση χάνει ένα από τα καταφύγιά της, σημαίνει ότι όλα πάνε στραβά σε µια πόλη»
    Το θρυλικό ουζερί του Απότσου ξεκίνησε τη λειτουργία του το  1897 και αρχικά βρισκόταν στην οδό Σταδίου 5Α, Το  1969 μεταφέρθηκε στην οδό Βουκουρεστίου για να καταλήξει το 1971 στη στοά επί της οδού  Πανεπιστημίου 10. Την πολυετή του ιστορία πρόδιδαν οι τοίχοι του, τους οποίους  διακοσμούσαν προπολεμικές διαφημίσεις ευρωπαϊκών και ελληνικών ποτών. Στους επώνυμους θαμώνες του συγκαταλέγονταν οι Μιλιτιάδης Μαλακάσης, Ζαχαρίας  Παπαντωνίου, Δημοσθένης Βουτυράς, Γ. Κατσίµπαλης, Οδυσσέας Ελύτης, Γιώργος Σεφέρης, Ανδρέας Καραντώνης κ.ά. Από τον «Απότσο» ξεπήδησαν και πολλά λογοτεχνικά περιοδικά, με γνωστότερο όλων το «Τετράδιο», του οποίου τα στοιχεία επικοινωνίας ήταν ταυτόσημα με του ουζερί.

    Κοσμικά Καφεζαχαροπλαστεία γύρω από την πλατεία Συντάγματος
    «Εις το καφενείον τούτον είχον ζωηρόν τον αντίκτυπον όλαι αι πολιτικαί μεταβολαί της παρελθούσης τριακονταετίας» 
    Στο Μέγαρο Γιαννόπουλου, στην αρχή της οδού Καραγιώργη Σερβίας, μέχρι το 1888 στεγαζόταν το ομώνυμο καφενείο το οποίο υπήρξε στέκι λογοτεχνών, όπως του Παλαμά, του Δροσίνη και του Ροΐδη. Αργότερα το μέγαρο του Γιαννόπουλου φιλοξένησε ην πρώτη μορφή του θρυλικού «Ζαχαράτου». Το καφενείο του Ζαχαράτου ωστόσο, γρήγορα μεταφέρθηκε στην απέναντι γωνία, στην οικία Βούρου. Ιδιοκτήτης του ήταν ο επιχειρηματίας Σπύρος Ζαχαράτος, ο οποίος διατηρούσε καφενεία και στην Πλατεία Ομονοίας. Το καφενείο επισκεπτόταν καθημερινά και ο Κωνσταντίνος Καβάφης, κατά το πρώτο του ταξίδι στην Αθήνα, το καλοκαίρι του 1901. Το Καφενείο του «Ζαχαράτου», λόγω της γειτνίασης με το Παλάτι και την Βουλή, έγινε γρήγορα στέκι στρατιωτικών, πολιτικών και δημοσιογράφων. Ήταν τέτοια η σημασία του στην  πολιτική ζωή της Αθήνας, που στον Γεώργιο Παπανδρέου χρεώνεται η φράση ότι «το Καφενείον του Ζαχαράτου είναι το δεύτερο και ίσως πιο ελεύθερο κοινοβούλιο από το πραγματικό». Το οριστικό του τέλος θα έρθει την δεκαετία του 1960, μαζί με την κατεδάφιση του μεγάρου που το στέγαζε.


    «Το Καφενείον του Ζαχαράτου είναι το δεύτερο και ίσως πιο ελεύθερο κοινοβούλιο από το πραγματικό»

    «Μέσα εις το θολωμένον από τους καπνούς καφενείον οι Κωνσταντινουπολίτες και Μικρασιάται φοιτηταί, ροφούν τον καφέ των»
    Το καφενείο «της Ανατολής», ιδιοκτησίας Βασίλη Βασιλείου, ήταν το μοναδικό που υπήρχε στον τότε «Κήπο των Μουσών», τη σημερινή Πλατεία Συντάγματος. Συχνός θαμώνας του «Καφενείου της Ανατολής» ήταν ένας τραμβαγέρης, ο Γιώργος Ζαβορίτης. Όντες δυσαρεστημένοι και οι δυο από τη δουλειά τους, Βασιλείου και Ζαβορίτης αποφασίζουν να αλλάξουν επάγγελμα. Έτσι ο Ζαβορίτης άνοιξε το περίφημο καφεζαχαροπλαστείο του το οποίο ήταν ιδιαίτερα πολυτελές και στεγαζόταν στο ισόγειο της οικίας Κορομηλά, με το χαρακτηριστικό αέτωμα,  έργο του αρχιτέκτονα Παναγή Κάλκου. Το 1897 το καφενείο μετονομάστηκε αγγλοπρεπώς σε «HighLife»και επιβίωσε μέχρι τη δεκαετία του 1960, οπότε και έκλεισε λόγω κατεδάφισης του κτηρίου. Όσο για τον Βασίλη Βασιλείου, το μοναδικό που είναι γνωστό, είναι ότι πέθανε σε βαθιά γεράματα, σαν σταθμάρχης στο σταθμό του Θησείου. Τόσο το Καφενείο του Ζαβορίτη, όσο και το γειτονικό καφενείο του Ζαχαράτου, γέμιζαν το χώρο της πλατείας Συντάγματος με τραπεζάκια κατά τους καλοκαιρινούς μήνες.


    Εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ, 14/2/1907


    «Η τελεία απομίμησις των ηθών του μεγάλου Ευρωπαϊκού κόσμου..»
    Τα δύο καφεζαχαροπλαστεία  του «Γιαννάκη» (Πανεπιστημίου 5),  το οποίο άνοιξε το 1905 και το «Maison Dorée» (Πανεπιστημίου 2) που θα ακολουθήσει δύο χρόνια αργότερα ήταν κατά τον Ναπολέοντα Λαπαθιώτης σημείο συνάντησης «όλων των αθηναίων σνομπ». Ο Λαπαθιώτης μάλιστα ισχυρίζονταν ότι περνώντας από τα δύο καφενεία αναγκάζονταν να βγάζει το καπέλο του για να χαιρετήσει τόσο συχνά, ώστε αυτό κατέληγε να φθείρεται στις άκρες. Απόρροια ακριβώς αυτής της κοσμικότητας, ήταν η διασταύρωση που τα φιλοξενούσε να πάρει το όνομα «Δαρδανέλια», τοπωνύμιο που διατηρήθηκε τουλάχιστον μέχρι τον πόλεμο. Ο ανταγωνισμός μεταξύ των δύο καφεζαχαροπλαστείων θα τα οδηγήσει στο κυνήγι της καινοτομίας, σε αυτό το κλίμα πρωτοεμφανίστηκαν στον «Γιαννάκη» τα καλαμάκια, για τα αναψυκτικά. Άντρο Βενιζελικών, ο «Γιαννάκης» έπεσε πολλές θύμα βανδαλισμών από βασιλόφρονες, οι Βενιζελικοί θα ανταποδώσουν, καταστρέφοντας το «Ντορέ», στο οποίο μαζευόντουσαν οι υποστηρικτές του παλατιού. Τακτικοί θαμώνες των Δαρδανελίων ήταν οι λογοτέχνες Ναπολέων Λαπαθιώτης και Ρώμος Φιλύρας, ο οποίος έπεφτε θύμα των πειραγμάτων των θαμώνων λόγω της εκκεντρικότητάς του.  
     
    Λογοτεχνικά καφενεία του Κολωνακίου
    «Από το φως το ανέσπερον του νέον λουσμένοι»
    Το «Βυζάντιον» της Πλατείας Κολωνακίου, άρχισε να προσελκύει λογοτέχνες κατά το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1950, λόγω της σταδιακής παρακμής άλλων φιλολογικών στεκιών, όπως του «Λουμίδη», και ακολουθώντας την μετακίνηση της αθηναϊκής εστίασης προς την Πλατεία Συντάγματος και το Κολωνάκι κατά τα χρόνια εκείνα. Ανάμεσα στους θαμώνες του, εκτός από τον Οδυσσέα Ελύτη, τον Νίκο Γκάτσο, του ζωγράφους Φασιανό και Ακριθάκη και τον Μάνο Χατζιδάκι, συναντούσε κανείς τον κύκλο των Ελλήνων σουρεαλιστών, με προεξέχοντα τον Νάνο Βαλαωρίτη, αλλά και τον ίδιο τον Αντρέ Μπρετόν, αν τύχαινε να βρεθεί στην Αθήνα. Η ατμόσφαιρα του Βυζαντίου, με την φτωχική και λιτή του σάλα και τον τετραπέρατο σερβιτόρο Μπάμπη, αποτυπώνεται στην τελευταία ποιητική συλλογή του Κώστα Ταχτσή, που είχε τίτλο «Καφενείον το Βυζάντιον», αλλά και σε ποιήματα του Νάνου Βαλαωρίτη.


    «Έκαστος εξ όλων είχε την προτιμωμένη εξοχήν του και το ευνοούμενον καφενείον του»

    «Έκαστος εξ όλων είχε την προτιμωμένη εξοχήν του και το ευνοούμενον καφενείον του»
    Τη φήμη του, το καφενεδάκι της Δεξαμενής, ιδιοκτησίας του Μπάρμπα Γιάννη (δήμαρχου μάλιστα του Αγκιστρίου)  την χρωστάει κυρίως στον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη, ο οποίος υπήρξε τακτικός του θαμώνας κατά τα τελευταία χρόνια της διαμονής του στην Αθήνα, στις αρχές του 20ου αιώνα. Ο Παπαδιαμάντης, που απέφευγε τους λογοτεχνικούς κύκλους και προτιμούσε τα λαϊκά καφενεία του Ψυρρή, γνώρισε το καφενείο της Δεξαμενής το 1906 από τον Γιάννη Βλαχογιάννη, και από τότε το επισκεπτόταν καθημερινά, συνήθιζε δε να κάθεται απομονωμένος στην πίσω πλευρά του καφενείου, γράφοντας, μεταφράζοντας ή ρεμβάζοντας. Στο καφενείο της Δεξαμενής έχουν τραβηχτεί και οι μόνες δύο γνωστές φωτογραφίες του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, από τον Παύλο Νιρβάνα. Άλλοι γνωστοί του θαμώνες, στα μετέπειτα χρόνια,  ήταν οι Κώστας Βάρναλης, Νίκος Καζαντζάκης, Μάρκος Αυγέρης, αλλά αργότερα και ποιητές της γενιάς του Τριάντα, όπως ο Οδυσσέας Ελύτης, ο αδριάντας του οποίου, φιλοτεχνημένος από τον Γιάννη Παππά, βρίσκεται στην Πλατεία της Δεξαμενής από το 1997. Το καφενείο εικάζεται ότι βρίσκονταν πολύ κοντά στο σημερινό Δημοτικό Αναψυκτήριο, που ξανάνοιξε πρόσφατα μετά από σιωπή χρόνων.
     Woman TOC

    Πασχαλιάτικα έθιμα της Παλιάς Αθήνας

    $
    0
    0



    Ελάτε να περιηγηθούμε στα δρομάκια της Πλάκας και του Ψυρρή, τη δεκαετία του 1840. Τότε, το Πάσχα είχε τα δικά του γραφικά έθιμα, πολλά από τα οποία μας είναι σήμερα άγνωστα…
    «Πολλά εξαιρετικώς γραφικά έθιμα της Παληάς Αθήνας συνδεδεμένα στενά με την ζωήν της πόλεως και με καθαρώς ελληνικάς παραδόσεις είνε άγνωστα σήμερον εις το μεγαλείτερον μέρος των κατοίκων του Άστεως. Το πέρασμα του χρόνου τα έσβυσε και μόνον ως ανάμνησις υπάρχουν πλέον.

    Δια τον παλαιόν «Γκάγκαρην» το Πάσχα εθεωρείτο ως «εορτή των εορτών» και με την προοπτικήν αυτήν και ο πλέον πτωχός Αθηναίος εννοούσε να εορτάση με όλην την σημασίαν της λέξεως Πάσχα. Η πόλις κατά τα παληά χρόνια –τα πρώτα μετά την επανάστασιν του 1821- μετεβάλετο την ημέραν του Πάσχα εις μίαν ατελεύτητον ψησταριάν. Και ο πλέον πτωχός εθεώρει τον εαυτόν του υποχρεωμένον να ψήση αρνί. Το ψήσιμο εγίνετο στην αυλή. Εκείνοι όμως που εστερούντο αυλής δεν εδίσταζαν να σκάψουν ένα λάκκο μπροστά στην πόρτα των και να ψήσουν το αρνί των.

    Το ψήσιμο εσυνοδεύετο από πυροβολισμούς αδιακόπους και βαρελότα. Επόμενον ήτο εκ των πολλών πυροβολισμών να γίνωνται και δυστυχήματα.

    Οι νέες της τότε εποχής εναγωνίως ανέμενον την νύκτα της Αναστάσεως. Περίμεναν να μάθουν «αν θα ανοίξη η τύχη των». Σύμφωνα με την νοοτροπίαν της εποχής επίστευαν ότι η νυξ της Αναστάσεως απετέλει μαντείον αλάθητον των ιδιοτροπιών της τύχης και ότι στο όνειρό των θα διέκρινον τον «καλόν» των. Προς τούτο εις την λαμπάδα της Αναστάσεως εχάρασσον το όνομα του ανδρός «των ονείρων των» και ετοποθετούσαν εις το στήθος των το κερί. Το πρωί του Πάσχα εγένετο η χρησμοδότησις και η εξήγησις του ονείρου που θα έβλεπον εν συνδυασμώ με την κατάστασιν που θα ευρίσκετο η λαμπάδα.

    Άν μεν το χαραχθέν επ’ αυτής όνομα διετηρείτο ανέπαφον, το γεγονός εθεωρείτο ως οιωνός άριστος. Αν εξ εναντίου το όνομα υπό την θερμοκρασίαν του σώματος έσβυνε τότε οι οιωνοί ήσαν κάκιστοι.

    Οι παληοί Αθηναίοι επίστευαν επίσης ακραδάντως σ’ εκείνα που «έγραφε» η πλάτη του αρνιού. Υπήρχαν ωρισμένοι άνθρωποι που «διάβαζαν» την πλάτη αυτή. Και οι οιωνοσκόποι –έθιμον πιθανώς παραδοθέν από την αρχαίαν Ελλάδα- έκαναν χρυσές δουλειές την ημέραν του Πάσχα. Περιήρχοντο τα σπίτια των γνωστών των και με ένα μικρό φιλοδώρημα –συνήθως εις είδος παρεχόμενον- «διάβαζαν» τις πλάτες και εχρησμοδοτούσαν περί της υγείας, της εσοδείας των αγρών, θανάτου ή μη συγγενικού προσώπου κλπ.

    Ένα συμβολικόν έθιμον του Πάσχα απορρέον απολύτως από τας περί φιλανθρωπίας και φιλαλληλίας παραδόσεις της Χριστιανωσύνης ήτο και η «πήττα του φτωχού».

    Οι παληές νοικοκυράδες των Αθηνών εθεώρουν απαραίτητον καθήκον των, κάτι σαν γούρι για το σπιτικό των, να φτιάσουν την πήττα αυτή. Και μαζί με τα χριστόψωμα εζύμωναν μια μεγάλη κουλούρα με ένα κόκκινο αυγό στη μέση. Η πήττα αυτή εφυλάσσετο και προ της ανατολής του ηλίου την ημέραν του Πάσχα, εκρεμάτο εις εμφανές μέρος της εξώπορτας του σπιτιού από όπου οι πτωχοί της συνοικίας την παρελάμβανον. Η νοικοκυρά κρεμώντας την πήττα στην εξώπορτα, έκανε αμέσως μεταβολή και δεν έπρεπε να κυττάξη πίσω της μέχρις ότου μπή στο σπίτι με τον σκοπόν όπως μη δη ποιος θα πάρη την πήττα. Και επι του σημείου αυτού έγκειται ο συμβολισμός της φιλανθρωπίας δια την οποίαν οι πρόγονοί μας επίστευαν ακραδάντως ότι έπρεπε να γίνεται κρυφά και χωρίς τυμπανοκρουσίες δια να έχη κάποιαν σημασίαν.

    Εν συνεχεία η νοικοκυρά έρριχνε ένα κουβά νερό στην αυλή του σπιτιού της ενώ συγχρόνως απήγγελε και μια ευχή: «Πολυχρονεμένοι. Δροσιά στον νοικοκύρη και την φαμίλια του».

    Ένα άλλο έθιμο που έσβυσε χωρίς ούτε ίχνος να απομένη σήμερον είνε η επίσκεψις των νεκρών και η φροντίς δια τους τάφους των. Ιερά υποχρέωσις δια κάθε Αθηναίον της τότε εποχής ήτο να θυμηθή τους προσφιλείς νεκρούς του. Τόσον την νύκτα της Μεγάλης Παρασκευής όσον και την νύκτα της Αναστάσεως ήτο απαραίτητον να αναφθούν τα κανδήλια των τάφων των προσφιλών και να ψαλούν τρισάγια επ΄αυτών.

    Το απόγευμα της Κυριακής του Πάσχα εγένετο νέα επίσκεψις εις τους τάφους. Ολόκληρος η πόλις μετεφέρετο μετά την εορτήν της «Αγάπης» εις το νεκροταφείον. Εκεί εψάλλοντο δεήσεις υπέρ των νεκρών και αντί κολύβων εμοιράζοντο κόκκινα αυγά και κουλούρια.

    Το έθιμον τούτο ήτο απολύτως συνδεδεμένον με μίαν σελίδα της ιστορίας της Επαναστάσεως του 1821. Επεκράτησεν εις ανάμνησιν της σφαγής των Αθηναίων κατά την ημέραν του Πάσχα επί τουρκοκρατίας. Κατά την πολιορκίαν της Ακροπόλεως και ανήμερα το Πάσχα οι Αθηναίοι επεχείρησαν μίαν τρόπον τινά επίδειξιν προ των τειχών της Ακροπόλεως πολλοί δε τούτων κατεσφάγησαν παρά των Τούρκων. Εις ανάμνησιν του γεγονοτος τούτου επεκράτησε το ανωτέρω έθιμον.

    Τέλος το απόγευμα της Λαμπρής ελάμβανε χώραν το «κάψιμο του Ιούδα». Σε κάθε συνοικίαν, σε κάθε πλατεία της πόλεως εκαίετο και ένα ανδρείκελον του Ιούδα. Εγένετο δε συναγωνισμός των διάφορων συνοικιών ποια θα παρουσιάση καλλίτερον ωργανωμένον το κάψιμο τούτο.

    Πόσα έθιμα ωραία που οι γεροντότεροι Αθηναίοι θα ενθυμούνται νοσταλγικά, έθιμα συνδεδεμένα με το ωραίον παρελθόν της Πρωτευούσης, έθιμα που το σιγοπέρασμα του χρόνου, αι σύγχρονοι συνθήκαι και ιδίως ο μοντερνισμός έσβυσαν ανεπιστρεπτεί».

    «Χρόνος» 1939 Γ.Σ. Τσιμπ.

    1969 Η ωραία του κουρέα

    Πότε έχουν προτεραιότητα οι πεζοί?!

    $
    0
    0




    Ένα δύσκολο έργο ανέλαβε η Τροχαία τη δεκαετία του 1930: να μάθει στους προγόνους μας Κυκλοφοριακή Αγωγή. Τα μαθήματα συνεχίζονται μέχρι τις μέρες μας... (Πρωία, 1939)
    η Παλιά Αθήνα

    Ο Γολγοθάς σπουδαίας Ελληνίδας τραγουδίστριας

    $
    0
    0


    Είδα μάτια πολλά
    γαλανά στη ζωή μου
    να κοιτούν απαλά
    και ν’ ανάβουν την ψυχή μου

    μα τόσο μαγικά
    να μιλούν πιο γλυκά
    δεν είδα άλλα και τόσο μεγάλα
    στο λέω αληθινά


    Αττίκ

    zappit gr.

    Καθηλωμένη στο κρεβάτι η ντίβα του τραγουδιού...
    Δύσκολες ώρες για την Στέλλα Γκρέκα, μία από τις σημαντικότερες ερμηνεύτριες του ελαφρού τραγουδιού, μετά το κάταγμα που υπέστη στο σπίτι της τα περασμένα Χριστούγεννα. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Νίκου Νικόλιζα στην Espresso, η θρυλικιά «Μαρίνα» από την ομώνυμη ταινία του 1947, όπου πρωταγωνίστησε με τον Δημήτρη Χορν, βρίσκεται καθηλωμένη στο κρεβάτι της, έχοντας στο πλευρό της την οικογένειά της και φίλους, οι οποίοι την επισκέπτονται καθημερινά.«Είναι αλήθεια ότι από τον Δεκέμβριο έχω σπάσει το ισχίο μου. Είναι η δεύτερη φορά που μου συμβαίνει και το μόνο που μπορώ να κάνω είναι υπομονή», λέει η τραγουδίστρια στην εφημερίδα.
    Στέλλα Γκρέκα
    Όλα συνέβησαν την παραμονή των Χριστουγέννων, όταν θέλησε να στολίσει το δέντρο στο σαλόνι του αρχοντικού σπιτιού της στα βόρεια προάστια. Η καρέκλα που χρησιμοποίησε για να ανέβει γύρισε, με αποτέλεσμα η Στέλλα Γκρέκα να βρεθεί στο έδαφος. Χρειάστηκε η βοήθεια της οικογένειάς της, καθώς και του οικογενειακού γιατρού της, για να τη μεταφέρουν στο νοσοκομείο, όπου υπεβλήθη σε χειρουργική επέμβαση. Έκτοτε η αγαπημένη καλλιτέχνις παραμένει καθηλωμένη στο κρεβάτι.
    za




    Οι πρόθυμοι.. κουρείς που έβγαζαν δόντια και έβαζαν βδέλλες για αφαιμάξεις!

    $
    0
    0


     Όταν το κουρείο ήταν φαρμακείο και οδοντιατρείο
     Στα τα τέλη του 19ου αιώνα, η Αθήνα άρχισε να αναπτύσσεται και να μετατρέπεται σιγά- σιγά από «μεγάλο χωριό», σε πόλη. Ήταν άλλωστε από το 1834 ήταν πρωτεύουσα της χώρας. Η ραγδαία ανοικοδόμηση και η αύξηση του πληθυσμού δημιούργησαν την ανάγκη της λειτουργίας χώρων διασκέδασης. Τα Καφέ Σαντάν και τα καφέ Αμάν, που ήταν από τα πρώτα καμπαρέ της Αθήνας, απευθύνονταν κυρίως στους άντρες. Επειδή τα κέντρα αυτά ήταν κακόφημα, όσοι Αθηναίοι δεν μπορούσαν να τα επισκεφτούν διοργάνωναν βεγγέρες, δηλαδή συγκεντρώσεις σε σπίτια, στις οποίες εμφανίζονταν με κάθε επισημότητα. Εκτός από τα κακόφημα κέντρα, υπήρχαν κάποια εστιατόρια που μπορούσαν να επισκεφτούν οικογένειες, αλλά και διάσημα καφενεία στα οποία όχι μόνο οι κύριοι περνούσαν την ώρα τους, αλλά συχνά λαμβάνονταν εκεί και σημαντικές πολιτικές αποφάσεις. Οι πιο «εναλλακτικοί» χώροι κοινωνικής συναναστροφής, ήταν τα φαρμακεία και τα κουρεία, που εκτός από τις αναμενόμενες, παρείχαν και άλλες υπηρεσίες. Για παράδειγμα, ο σωστός κουρέας, εκτός από κούρεμα και ξύρισμα, έβγαζε δόντια και τοποθετούσε βδέλλες για αφαιμάξεις.... 

    Διαβάστε όλο το άρθρο: http://www.mixanitouxronou.gr/i-kouris-tis-athinas-pou-evgazan-dontia-ke-evazan-vdelles-gia-afemaxis-otan-to-kourio-itan-farmakio-ke-odontiatrio/

    Πίσω στο χρόνο: 21 Υπέροχες φωτογραφίες μιας Αθήνας απ’ τα παλιά

    $
    0
    0





    Το Μεταξουργείο είναι βοσκοτόπι. Η Ομόνοια στρογγυλή. Στο Μετς γυρίζουν ανεμόμυλοι. Στην Αίγλη του Ζαππείου όλος ο κόσμος φοράει καπέλα. Στην Πανεπιστημίου κυματίζουν αμερικανικά σημαιάκια. Και άλλες συγκλονιστικές εικόνες από την Αθήνα των δύο προηγούμενων αιώνων.


    Δεκέμβριος 1947. Το Ζαχαροπλαστείο του Γιαννάκη, στην αρχή της Πανεπιστημίου.



    15 Δεκεμβρίου 1959. Μικρός κουλουρτζής έξω από κατάστημα της Εμπορικής Τράπεζας Ελλάδος/Banque Commerciale de Grece, στο ισόγειο του Μεγάρου Παπούδωφ, Πανεπιστημίου 2, εκεί που ήταν κάποτε το ζαχαροπλαστείο του Γιαννάκη. Η φωτογραφία τραβήχτηκε την ημέρα της επίσημης επίσκεψης του Αμερικανού Προέδρου Ντουάιτ Αϊζενχάουερ στην Ελλάδα (εξ ου και οι αμερικανικές σημαίες).



    12 Μαρτίου 1891. Ο William Sachtleben μαζί με τον αμερικανό διπλωμάτη Archibald Loudon Snowden και τον υιό του Charles Randolph Snowden μπροστά από το κτίριο της πρεσβείας των Ηνωμένων Πολιτειών στην Αθήνα, στο 29 της Βασιλίσσης Σοφίας. Το κτίριο κατεδαφίστηκε το 1938.



    27 Απριλίου 1941. Βασιλίσσης Σοφίας. Η κάθοδος των Γερμανών στην Αθήνα.



    1945-1949. Η οδός Γ’ Σεπτεμβρίου, όπως φαίνεται από την Ομόνοια.



    1929. Το φαρμακείο Μπαρμπατιώτη στην οδό Γ’ Σεπτεμβρίου (στο σημερινό 22). Το κτίριο καταστράφηκε κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών.



    1930. Η πλατεία Δεξαμενής στο Κολωνάκι.



    1969. Στα προσφυγικά της Λεωφόρου Αλεξάνδρας.



    1911-1925. Το αναψυκτήριο Αίγλη του Ζαππείου, που λειτούργησε για πρώτη φορά το 1904.



    Ιούνιος 1931. Οδός Επωνύμων, στη γειτονιά της Παναγιάς Βλασσαρούς. Οι τελευταίες φωτογραφίες πριν την κατεδάφιση για τις ανασκαφές στην Αρχαία Αγορά, από την Αμερικάνικη Σχολή Κλασικών Σπουδών Αθήνας.



    1865. Η Πλατεία Συντάγματος.



    1835. Μεταξουργείο. Οικία Κόντε Βότσαρη (νυν οικία Αριστομένη Προβελέγγιου, στη γωνία των οδών Μυλλέρου και Κεραμεικού).



    8 Iουνίου 1951. Έλληνες στρατιώτες επιστρέφουν από την Κορέα. Οδός Πανεπιστημίου.



    12 Αυγούστου 1963. Πλανόδιος πωλητής σφουγγαριών στην οδό Όθωνος, κοντά στην Πλατεία Συντάγματος.



    Απρίλιος 1957. Ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Μακάριος Γ’ εκφωνεί λόγο από το ξενοδοχείο Μεγάλη Βρετανία.



    1890. Μικροπωλητής ξηρών καρπών στη λεωφόρο Αμαλίας.



    1958. Εγκαίνια σε πρατήριο καυσίμων στην Αθήνα.



    12 Αυγούστου 1963. Η οδός Όθωνος, δίπλα στην πλατεία Συντάγματος.



    1869. Ναι, κι όμως, η Αθήνα είχε ανεμόμυλους. Εδώ, ο Μύλος Αργυρίου, στο Μετς.



    Μάρτιος 1959. Η Πλατεία Ομονοίας, όπως ήταν.



    1962. Κτίριο του Τσίλλερ, στο 66 της οδού Πειραιώς 66, μεταξύ Μυλλέρου και Θερμοπυλών. Σχεδιάστηκε το 1873, κατεδαφίστηκε το 1963. Χρησιμοποιήθηκε ως φυλακή κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, και αργότερα. Εδώ φυλακίστηκε και ο ποιητής Τάσος Λιεβαδίτης, ο οποίος αφέθηκε ελεύθερος το 1951.

    Πηγή: alexiptoto.com

    Οδός Σταδίου. Και το στάδιο που είναι;

    $
    0
    0


    Η οδός Σταδίου την δεκαετία του ΄50

    Και ποιος δεν γνωρίζει την οδό Σταδίου, στο κέντρο της Αθήνας. Ενώνει την Ομόνοια με το Σύνταγμα και σφύζει από ζωή όλες τις ώρες της ημέρας και της νύχτας.  Όλα μοιάζουν γνωστά και οικεία στην οδό Σταδίου.

    Εκείνο που, ίσως, προκαλεί την πρώτη εύλογη απορία είναι το ίδιο το όνομα της: Σταδίου;από που και ως που; Που βρέθηκε το Στάδιο; Μήπως υπήρχε κάποτε και το γκρέμισαν; Τίποτα απ όλα αυτά δεν ισχύει. Σύμφωνα με τον αρχικό πολεοδομικό σχεδιασμό της πόλης των Αθηνών προβλεπόταν ότι η οδός Σταδίου θα φτάσει μέχρι το Παναθηναϊκό Στάδιο

    Η αντιβασιλεία του Όθωνα, όμως, δεν προχώρησε στη υλοποίηση του σχεδίου, είτε γιατί δεν υπήρχαν τα απαιτούμενα κονδύλια, είτε γιατί δεν επιθυμούσε προστριβές με τους κτηματίες, που έπρεπε να τους απαλλοτριώσει τα κτήματα, είτε και για τους δύο λόγους. Έτσι, ο δρόμος έμεινε στη μέση, αλλά διατηρήθηκε το αρχικό όνομα, σαν στοιχειωμένη κατάρα των«πολεοδόμων» Σταμάτη Κλεάνθη, Εδουάρδο Σάουμπερτ, Κλέντζε για να θυμίζει στους γραφειοκράτες ότι έχουν αφήσει το έργο μισοτελειωμένο. 

    Όσο και αν προσπάθησαν τρεις φορές να απαλλαγούν από την «κατάρα» και να τη μετονομάσουν σε οδό ΦειδίουΑκακιών (κάποτε υπήρχαν ακακίες στα πεζοδρόμια),Ουίνστον Τσόρτσιλ, το όνομα της παρέμεινε Σταδίου.

    Πάντως, η χάραξη της Σταδίου δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Αρκεί να αναλογιστείτε ότι εκεί που τώρα υπάρχει ο πολυσύχναστος δρόμος, μέχρι τη δεκαετία του 1850 ήταν το ποτάμι – ρέμα του Βοϊδοπνίχτη. Μάλιστα, στο ύψος του Αρσακείου υπήρχε γέφυρα για να ενώνει τις δύο όχθες. Το 1852 μία ξαφνική νεροποντή παρέσυρε τη γέφυρα, με αποτέλεσμα να κοπεί η Αθήνα στα δύο. Η πηγή του ρέματος ξεκίναγε από το Λυκαβηττό διερχόταν κατά μήκος της οδού Βουκουρεστίου (τότε την έλεγαν χεζοπόταμο) και διέσχιζε την Σταδίου

    Κατά το 1860 το ρέμα σκεπάστηκε και σχηματίστηκε η σημερινή οδός Σταδίου. Στη διάρκεια των έργων επιχωμάτωσης της Σταδίου κατασκευάστηκε και ο πρώτος υπόνομος της πρωτεύουσας από την Γαλλική Αποστολή Δημοσίων Έργων. Έτσι, Σχηματίστηκε ο πρώτος ευθύς δρόμος της Αθήνας, με πολύ μεγάλα πεζοδρόμια και ανθοστολίστηκε με πανέμορφες ακακίες. Ακόμα και σήμερα, όμως, το νερό συνεχίζει να περνά υπόγεια γι αυτό και πολλά από τα υπόγεια των παλαιών κτηρίων πλημμυρίζουν. Ό,τι και αν κάνουμε η φύση δε μας ξεχνά ποτέ.


    “Τι ώρα είναι” στην Παλαιά Αθήνα;

    $
    0
    0



    Παλαιά Αθήνα

    Γυρίζοντας τον χρόνο πίσω, στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, εύλογα μας γεννάται η εξής απορία: Πώς γνώριζε η Παλαιά Αθήνα, τι ώρα ήταν; Τα ρολόγια δεν ήταν δημοφιλές αξεσουάρ, όπως σήμερα. Λίγοι ήταν οι άνθρωποι, που είχαν στη διάθεσή τους ρολόι και ακόμη λιγότερα τα νοικοκυριά, που είχαν στη διάθεσή τους ραδιόφωνο. Για τηλεόραση βέβαια, ούτε λόγος! Την απορία λοιπόν αυτή μας λύνει ένα άρθρο της εφημερίδας “Πρωΐα”για τη μέτρηση του χρόνου στην Αθήνα του 1927:
    «Όταν η καμπάνα κτυπά μεσημέρι ασυναισθήτως βγάζει κανείς το ρολόϊ του και κυττάζει αν πηγαίνει καλά. Είνε όμως ακριβώς μεσημέρι όταν η καμπάνα κτυπά; Εις όλους είνε γνωστόν ότι το Αστεροσκοπείο δίδει το σημείον της ακριβούς μεσημβρίας στην πόλι και ότι το σημείον αυτό περιμένουν οι νεωκόροι των εκκλησιών, ανεβασμένοι λίγο πριν στα καμπαναριά δια να σημάνουν μεσημέρι. Πως γίνεται όμως όλη αυτή η διαδικασία; Ποιος και πως δίδει το σημείο της ακριβούς μεσημβρίας από το Αστεροσκοπείο; Πρέπει ή όχι να ρυθμίζει κανείς το ρολόϊ του με την καμπάνα; Όλα αυτά ημπορεί να μη είνε κανένα μέγα ζήτημα, είνε όμως κάτι συνυφασμένον με την καθημερική μας ζωή και το οποίον δεν θα ήτο κακόν να εγνώριζε κανείς πως γίνεται.
    Παλαιά Αθήνα
    Το χθεσινόν ηλιόλουστο πρωί εύρε τον υποφαινόμενον οπλισμένον με την φωτογραφικήν του μηχανήν, ν’ ανέρχεται αποστολικώς τον ωραίον λόφον του Αστεροσκοπείου. Η ανάβασις δεν είνε καθόλου δύσκολος, διότι υπάρχει δρόμος ούτε καλύτερος ούτε χειρότερος από τους μη ασφαλτοστρωμένους της πόλεως, ο οποίος οδηγεί μέχρι της σιδηράς θύρας του επιστημονικού ιδρύματος. Ένας πολύ ευγενικός υπάλληλος του Αστεροσκοπείου πληροφορείται τον σκοπόν της επισκέψεώς μου και ευχαρίστως αναλαμβάνει να μου φανή χρήσιμος. -Είνε ενωρίς ακόμη μου λέγει. Εις τας 12 παρά 5’ ανεβαίνει εις τον τρούλλον ο αρμόδιος υπάλληλος. Εν τω μεταξύ κάμνομεν ένα γύρον εις το θαυμάσιον περίβολον του Αστεροσκοπείου και μου επιδεικνύει τα διάφορα επιστημονικά όργανα, που είνε τοποθετημένα εις διάφορα σημεία όπως τα βροχόμετρα, τα θερμόμετρα, τα βαρόμετρα, οι σεισμογράφοι, οι ηλιογράφοι. Εις το θυρωρείον παρετήρησα ότι υπάρχει ένα επιτραπέζιον χρονόμετρον του οποίου την ακρίβειαν ελέγχει τακτικά η αρμοδία υπηρεσία του Αστεροσκοπείου. -Μα είναι ανάγκη ο θυρωρός σας να έχη τόσον ακριβή ώραν; Ερώτησα. -Μη σας φαίνεται παράξενο αλλά είνε ανάγκη ο θυρωρός μας να έχη ακριβή ώραν … -Και ο λόγος; -Υπάρχουν πολλοί στην πόλι που δεν κανονίζουν τα ρολόγια των με την καμπάνα αλλά τηλεφωνούν εδώ διά να έχουν την ακριβή ώραν. Και επειδή ο θυρωρός έχει και το τηλεφωνικόν κέντρον του Αστεροσκοπείου εις αυτόν έχει ανατεθή και η υπηρεσία αυτή. -Μπελάς κι’ αυτός δηλαδή. -Όπως θέλετε. Παρατηρεί το χρονόμετρον και δίδει την ακριβή ώραν εις τους ερωτώντες.

    Παλαιά Αθήνα

    Δώδεκα παρά δέκα. Ήτο καιρός ν΄ανέβωμεν εις τον τρούλλον του Αστεροσκοπείου. Το θέαμα των Αθηνών από τον περιφερικόν εξώστη του είνε θαυμάσιον. Τα Φάληρα, η Καστέλλα, ο Ελαιών και ολόκληροι αι Αθήναι εκτείνονται εις ποικιλίαν χρωματισμών με όλην των την μεγαλοπρέπειαν πλέοντα εις πελάγη φωτός. Άλλοτε ο αρμόδιος υπάλληλος του Αστεροσκοπείου έδιδε το σημείον της μεσημβρίας σείων μίαν χρωματιστήν σημαίαν και φωνάζων συγχρόνως: -Δώδεκα! Εις ημέρας όμως σκοτεινάς ή όταν έβρεχεν οι νεωκόροι των εκκλησιών εδυσκολεύοντο να διακρίνουν την σειομένην σημαίαν και δι΄αυτό πολλές φορές εγίνοντο λάθη τα οποία είχον σοβαρόν αντίκτυπον εις την ακρίβειαν της αθηναϊκής ώρας. Κατά τα τελευταία έτη η σημαία αντικατεστάθη με μίαν μεγάλην ερυθρόλευκον σφαίραν. Εις τας 12 παρά 5’ η σφαίρα υψώνεται παρά του υπαλλήλου μέχρι της κορυφής σχεδόν του τρούλλου και εις τας 12 ακριβώς καταβιβάζεται. Η σφαίρα αυτή είνε ευδιάκριτος από όλα σχεδόν τα κωδωνοστάσια των εκκλησιών. Εις την υπηρεσίαν η οποία δίδει το σημείον της ακριβούς μεσημβρίας απασχολούνται δύο υπάλληλοι του Αστεροσκοπείου. Ο ένας ανέρχεται εις τον εξώστην δια το ανεβοκατέβασμα της σφαίρας και ο άλλος παρακολουθεί κάτω εις την κεντρικήν αίθουσαν το μεγάλο χρονόμετρον του Αστεροσκοπείου το οποίον ρυθμίζεται δια της αστρονομικής μεσημβρίας.
    Παλαιά Αθήνα
    Εις τας 12 παρά πέντε ο παρακολουθών το χρονόμετρον κάνει σήμα εις τον επί του εξώστου ν΄αναβιβάση την σφαίραν. Εις τας 12 παρά δύο δευτερόλεπτα δεύτερον σήμα ειδοποιεί τον υπάλληλον της σφαίρας να είναι έτοιμος και εις τας 12 ακριβώς τρίτον σήμα δίδει το σύνθημα της καταβιβάσεως της σφαίρας. Παρηκολούθησα με προσοχήν πως διεξάγεται η υπηρεσία αυτή. Ειδικώς δε επρόσεξα αν με το κατέβασμα της σφαίρας εσήμαιναν ταυτοχρόνως και η καμπάνες. Βεβαιώ λοιπόν ότι και η καμπάνα της Μητροπόλεως και η καμπάνα του Αγίου Κωνσταντίνου εκτύπησαν ταυτοχρόνως. Καθυστερούν δέκατα δευτερολέπτου μόνον οι καμπάνες των άλλων μικροτέρων εκκλησιών, διότι δεν βλέπουν την σφαίραν του Αστεροσκοπείου οι νεωκόροι των και περιμένουν ν΄ακούσουν τις άλλες καμπάνες δια να σημάνουν και αυτοί μεσημέρι. Ώστε ρολόι που «πηγαίνει με την καμπάνα» δείχνει ακριβώς μεσημέρι. Επομένως … καλή όρεξι!»
    Παλαιά Αθήνα
    1Η ημερίσια εφημερίδα “Πρωΐα” ιδρύθηκε το 1925 από τους υιούς του Ιωάννη Πεσμαζόγλου, Στέφανο και Γεώργιο Πεσμαζόγλου.

    1954 Χαρούμενο ξεκίνημα

    Η καθημερινότητα στην Αθήνα του 1940 - 1950

    $
    0
    0


    Η δεκαετία αυτή υπήρξε ως η χειρότερη ίσως, στην νεοελληνική ιστορία. Ξεκινά με πόλεμο, συνεχίζεται με τη χαρά της απελευθέρωσης και τελειώνει με πίκρα. 

    Το σκηνικό της καθημερινότητας αλλάζει. Η αγορά βρίσκεται διαλυμένη και προσπαθεί να ανακάμψει με δουλειές του ποδαριού. Τα περίπτερα της γειτονιάς προσφέρουν τώρα, "τηλέφωνον δια το κοινόν"αλλά και προφυλακτικά. 

    Οι νεαρές κοπέλες ετοιμάζουν την προίκα τους και καθώς η "φτήνια τρώει τον παρά"οι πλανόδιοι πωλητές ειδών προικός, γυρνούν τις γειτονιές κάνοντας χρυσές δουλειές. Τα εργόχειρα γίνονται με κλωστές "Πεταλούδα"και "Κιθάρα"και τα κορίτσια αρχίζουν να χρησιμοποιούν καλλυντικά "Το καλόν".


    Η μόδα, που την εξέλιξή της εμπόδισε όπως ήταν αναμενόμενο ο πόλεμος, ξεκινά τα μεταπολεμικά της βήματα με πρώτο τον Cristian Dior, ο οποίος δίνει στα ρούχα την αίσθηση της πολυτέλειας και κάνει τη γυναικεία μόδα πιο θηλυκή και αριστοκρατική.
    Στην Ελλάδα με τη δυσκολία που υπήρχε στην εύρεση καινούργιων υφασμάτων, ανθεί η μεταποίηση σε ό,τι παλιό μπορούσε να "αξιοποιηθεί". Τα ρούχα είναι απλά και λειτουργικά, ενώ τα χρώματα είναι διακριτικά.
    Η γυναίκα μέσω της μόδας προσπαθεί να πετάξει από πάνω της τον πόλεμο και να προχωρήσει μπροστά, προσέχοντας την εμφάνισή της και προσθέτοντας σ'αυτή, κομψά καπέλα και κομμώσεις με μπούκλες. Οι άντρες κολλημένοι στη στρατιωτική ενδυμασία, την καθιέρωσαν και στις κοινωνικές τους εμφανίσεις.

    Ο ώριμες κυρίες φορούν κολόνια "Τόσκα"ή χύμα, τις Κυριακές κυρίως, πλένουν με "τρινάλ", ο κιμάς "κόβεται παρουσία του πελάτου"και φυσικά ο "Ακάκιος"θυμίζει τα "μακαρόνια να είναι Μίσκο". 

    Οι διαφημιστικές ταμπέλες των καταστημάτων δηλώνουν πολυτέλεια και ποιότητα με τις φράσεις "ποιότης αρίστη", "τρόφιμα εκλεκτά", "το τέλειον", "το ασυναγώνιστον". Όλα βασίζονται στο τρίπτυχο ποιότητα, αφθονία, τιμές λογικές.

    Οι πόλεις επιδιορθώνονται. Η επαρχία μετακομίζει σιγά - σιγά στα μεγάλα αστικά κέντρα, κυρίως όμως στην Αθήνα. Οι πρώτες αντιπαροχές ξεκινούν. Επανέρχονται μάλιστα και τα κίτρινα λεωφορεία καθώς και τα τραμ.

    Οι φωτεινές επιγραφές, εκτός από χρώμα δηλώνουν την αρχή της εποχής της διαφημιστικής ρεκλάμας, ενώ το ραδιόφωνο μπαίνει για τα καλά στη ζωή των ανθρώπων. Το 1946 χρησιμοποιείται ο πομπός, που είχαν εγκαταλείψει οι Γερμανοί, για να στηθεί το Αθηναϊκό Πρόγραμμα τη διεύθυνση του οποίου, αναλαμβάνει ο Κώστας Κροντηράς. Ένα χρόνο μετά (1947), στα Νέα Λιόσια και τις εκεί κτιριακές εγκαταστάσεις, ένα νέος πομπός βραχέων κυμάτων 7,5 KW βρίσκει τη θέση του και αρχίζει τις πρώτες εκπομπές προς τις ξένες χώρες.
    Aρχές Nοεμβρίου 1945. Oμάδα του EIP, μαζί με αξιωματικούς και στρατιώτες επισκέπτονται τις εγκαταστάσεις των Nέων Λιοσίων. Στο κέντρο ο Στέφανος Eλευθερίου (με τα γυαλιά) πρωτεργάτης του Eλληνικού Pαδιοφώνου. Aκριβώς πίσω του διακρίνεται η κεραία του πομπού την οποία ανατίναξαν οι Γερμανοί αποχωρώντας από την Aττική. (Aρχείο Γ. Xατζηδάκη)

    Μέσα στον ίδιο χρόνο, ένας παλιός ασύρματος της Αεροπορίας στην Πάτρα μετατρέπεται σε ραδιοφωνικό σταθμό και έτσι η πόλη αποκτά δικό της ραδιόφωνο, ενώ δύο χρόνια αργότερα δημιουργούνται και λειτουργούν άλλοι τρεις σταθμοί στην Ελλάδα, αυτοί των Ιωαννίνων της Τρίπολης και της Καβάλας. Το 1948 μάλιστα, ακούγονται από ραδιοφώνου οι πρώτες διαφημίσεις, οι οποίες μεταδίδονταν ζωντανά, απευθείας από τους ραδιοθαλάμους του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας (ΕΙΡ).

    Ο πόλεμος, η Κατοχή και ο Εμφύλιος διέλυσαν το εκπαιδευτικό σύστημα. Όχι μόνο πολλά σχολεία καταστράφηκαν, αλλά και το έμψυχο υλικό αποδεκατίστηκε. Το δραματικό όμως που κυριαρχούσε σε όλες τις οικογένειες, ήταν τα παιδιά που δεν πρόλαβαν να μεγαλώσουν. Οι μέρες της φτώχειας και του φόβου δεν έχουν τελειώσει, όμως τώρα μπορούν οι γονείς να δώσουν στα παιδιά φρέσκο γάλα, ντοματοπελτέ και θρεψίνη στο ψωμί. Η ψυχή χρειαζόταν στήριξη και την έβρισκε στο κατηχητικό και το σώμα χρειαζόταν δύναμη, που την έβρισκε στο μουρουνέλαιο.

    Τα παιδιά μετά τον πόλεμο, δεν έπαιζαν με παιχνίδια. Έπαιζαν μόνο παιχνίδια που χρειάζονταν μυαλό και πόδια, όπως το κυνηγητό, το κρυφτό, αμπάριζα και μπάλα που ήταν φτιαγμένη από κουρέλια δεμένα με σπάγκο, ενώ τα καλάμια αποτελούσαν τη βασική ύλη για παιχνίδι, αφού μπορούσαν να γίνουν πιστόλια, άλογα, τόξα, βέλη. Λίγα ήταν τα παιδιά που γνώρισαν τα πρώτα lego, που έκαναν την εμφάνισή τους το 1949, όταν η δανέζικη εταιρεία παιχνιδιών παρήγαγε περίπου 200 διαφορετικά είδη πλαστικών και ξύλινων παιχνιδιών, μεταξύ αυτών και τα γνωστά μας τουβλάκια.

    Λίγο πριν εκπνεύσει η δεκαετία αυτή, τα παιδιά διαβάζουν "Ελληνόπουλο"και "Μάσκα"και ακούνε δίσκους 78 στροφών με ελληνικούς και ξένους στίχους κυρίως αγγλικούς, που γίνονται μάλιστα η αφορμή, για να μάθουν τις πρώτες τους Αγγλικές λέξεις.



    Από το βιβλίο "Η γειτονιά μας η παλιά"των Ν & Γ Σαραντόπουλου, εκδόσεις Σαββάλας
    Φωτογραφίες: instofcom.blogspot.gr , tvxs.gr ,anthologio.wordpress.com

    Στα παλιά τα σινεμά: Αναμνήσεις από μια άλλη Αθήνα

    $
    0
    0

     




    σινεμά
    Πηγή εικόνας: protothema.gr

    Άρωμα από ποπ-κορν, αίθουσες που θυμίζουν θέατρο, διάλειμμα ανάμεσα στην ταινία, μια αίσθηση φροντίδας και αγάπης για τον κινηματογράφο χωρίς την ψυχρή εμπορευματοποίηση είναι οι εικόνες και οι αισθήσεις που δημιουργεί ένα παλιό σινεμά, το αυθεντικό σινεμά. Τα πρώτα σινεμά θα μπορούσαν, ίσως, να θεωρηθούν οι πλατείες και τα καφενεία μέσα σε ένα παρεΐστικο κλίμα παλιάς γειτονιάς. Είναι γύρω στο 1910 που τουλάχιστον στην Αθήνα γίνεται επιχειρηματική προσπάθεια για τη δημιουργία κινηματογράφου από τον μικρασιάτη Ε. Μαυροδημάκη. Ήταν το «Παλλάς» που κατόπιν γκρεμίστηκε και κτίστηκε στο ίδιο οικόπεδο το μέγαρον Εφεσίου. Μπορεί το πρώτο εκείνο σινεμά να γκρεμίστηκε όπως και πολλοί μετέπειτα κινηματογράφοι, πολλοί από αυτούς που ακολούθησαν όμως άφησαν το στίγμα τους στην ιστορία της Αθήνας.

    Κοτοπούλη/Κρόνος


    σινεμά
    Πηγή εικόνας: apotis4stis5.com

    Στην Πλατεία Ομονοίας από το 1930 βρισκόταν ο χειμερινός κινηματογράφος Κρόνος. Αρχικά λειτουργούσε ως το θέατρο Κοτοπούλη. Είναι την περίοδο 1930 με 1931 που το θέατρο Κοτοπούλη ενοικιάζεται στον επιχειρηματία Γ. Κοσμίδη, ο οποίος είχε ήδη το «Πανόραμα». Ο χώρος ενοικιάστηκε αρχικά για δέκα χρόνια και μετατράπηκε σχεδόν άμεσα σε ομιλώντα κινηματογράφο κάνοντας τα θεατρικά χρόνια του χώρου μια γλυκιά ανάμνηση, δίνοντας του παράλληλα τη δέουσα ιστορική βαρύτητα. Από τα θεατρικά χρόνια του Κοτοπούλη/Κρόνου το κτίσμα του 1912 εντυπωσίαζε με την κεντροευρωπαϊκή του πρόσοψη.  Το 1936 ο χώρος αλλάζει ριζικά με τη σκηνή να γκρεμίζεται, τα καθίσματα να αυξάνονται και όλη την διακόσμηση να εκμοντερνίζεται δίνοντας το ύφος ενός σύγχρονου σινεμά.

    Αθηνά


    σινεμά
    Πηγή εικόνας: apotis4stis5.com

    Ο «αριστοκρατικός» κινηματογράφος της Πατησίων όπως χαρακτηριζόταν με τις εκλεκτές ξένες ταινίες και τις ελάχιστες ελληνικές βρισκόταν στο ισόγειο μιας πολυκατοικίας. Αρχικά λειτουργούσε ως θερινός, όμως, το 1960 μετατράπηκε σε χειμερινό. Ιδιαίτερα προσεγμένος με τον εξώστη και τη μεγάλη πλατεία του πρόσφερε ποιότητα και άνεση. Δυστυχώς το άστρο του έσβησε σύντομα μαζί με το μεγαλείο της εποχής του καλού παλιού κινηματογράφου.

    Έσπερος


    σινεμά
    Πηγή εικόνας: apotis4stis5.com

    Πριν γίνει ο Έσπερος, ο ίδιος χώρος ήταν γνωστός ως Σπλέντιτ, ή αλλιώς ο άξιος αντίπαλος του Αττικόν καθώς συναγωνίζονταν σε κλασικότητα και δέος για τις μεγαλόπρεπες αίθουσες τους. Ως Σπλέντιτ λειτούργησε τις περιόδους 1916-1917 και 1938-1939 υπό την ιδιοκτησία των Αφών Βακογιάννη. Η περίοδο άνθισης του κινηματογράφου Έσπερου ως καθαυτός Έσπερος, με τον τότε ιδιοκτήτη Ζερβό, ήταν από το 1940 έως το 1966. Καθώς ο καιρός περνούσε και η τεχνολογία μαζί με το μοντέρνο κατασπάραζε τις ομορφιές του παλιού καλού κινηματογράφου, το κλασικό ύφος του κινηματογράφου ξεθώριαζε. Τα λευκά βελούδινα καθίσματα στην πλατεία, ο εξώστης με τα πλευρικά θεωρία όπως και ολόκληρος ο Έσπερος χάθηκαν για πάντα το 1969 αποτελώντας ένα από τα πρώτα σινεμά που έσβησαν από το χάρτη.

    Γαρδένια


    σινεμά
    Πηγή εικόνας: apotis4stis5.com

    Επί της λεωφόρου Βουλιαγμένης λίγο πιο πάνω από το Ναό του Αγίου Ιωάννη βρισκόταν κάποτε το σινεμά Γαρδένια. Χτισμένο το 1949 αρχικά το σινεμά Γαρδένια λειτούργησε ως θερινό σινεμά στην περιοχή της Δάφνης. Το 1960, όμως, μετατρέπεται σε μικτό κινηματογράφο, μορφή στην οποία παρέμεινε μέχρι το τέλος λειτουργίας του το 1990. Μπορεί να μην διέθετε την κομψότητα και τα μεγαλεία των κλασσικών και προαναφερθέντων κινηματογράφων, όμως, το κοινό του ήταν πιστό σε ταινίες ευρύτερης κατανάλωσης της εποχής. Τώρα πια εκεί που βρισκόταν η Γαρδένια υπάρχει ένα σούπερ μάρκετ, μοναδικό ίχνος του παλιού σινεμά, μια στάση από έξω από αυτό με το όνομα Γαρδένια.

    Αλκυονίδα – “Αλκυονίς”


    σινεμά
    Πηγή εικόνας: apotis4stis5.com

    Στην πλατεία Βικτορίας στην Ιουλιανού 42 στα Πατήσια λειτουργούσε κάποτε το χειμερινό σινεμά Αλκυονίς. Αν και αρχικά επικεντρωνόταν σε ταινίες εμπορικού χαρακτήρα το Αλκυονίς άφησε την υπογραφή του στις κινηματογραφικές αναμνήσεις των Αθηναίων ως «στέγη» ρωσικού κινηματογράφου. Καθώς περνούσε ο καιρός και οι γενιές άλλαζαν γούστα, οι δόξες του σινεμά Αλκυονίς πέρασαν στο κινηματογραφικό χρονοντούλαπο, ενώ ο χώρος μετατράπηκε σε θέατρο.

    Αλκαζάρ (Σταθμός Λαρίσης)


    σινεμά
    Πηγή εικόνας: apotis4stis5.com

    Η επιτομή του κινηματογράφου μιας γνήσιας, λαϊκής συνοικίας της παλιάς Αθήνας δε θα μπορούσε να είναι άλλο από το θρυλικό θερινό σινεμά Αλκαζάρ. Το σινεμά επί των Δεληγιάννη 48 & Ψηλορείτη υπό την ιδιοκτησία Φίνου αποτέλεσε κάστρο -όπως σημαίνει και το όνομα του στα αραβικά- για τον ελληνικό κινηματογράφο. Ο Φίνος διέθετε αρκετές κινηματογραφικές αίθουσες σε Αθήνα και επαρχία με το Αλκαζάρ να αποτελεί τη μεγαλύτερη και πιο δημοφιλή. Έτσι όχι άδικα το Αλκαζάρ είχε χαρακτηριστεί ως το σπουδαιότερο θερινό σινεμά της Αθήνας. Οι 1800 θέσεις του γέμιζαν σε κάθε προβολή, ενώ στο πανί του προβάλλονταν ταινίες που αγάπησαν και αγαπούν γενιές και γενιές. Δυστυχώς πια δεν αποτελεί παρά μια ανάμνηση δυνατή όμως.
    Τόσο τα ταπεινά όσο και τα πιο ένδοξα σινεμά των παλιών δεκαετιών της Αθήνας αποτελούν θησαυρούς ιστορίας και προσωπικών ιστοριών. Πόσα μέτρα ταινίας, πόσα ραντεβού και πόσα χειροκροτήματα να έχουν δοθεί σε αυτά. Δυστυχώς λίγα είναι τα εναπομείναντα παλιά κλασικά σινεμά, που η νέα γενιά ίσως να μη γνωρίσει ποτέ. Κρίμα, διότι η εμπειρία του γνήσιου σινεμά δε συγκρίνεται με καμία εμπορευματοποιημένη σύγχρονη αίθουσα. Χρέος μας είναι να τα διαφυλάξουμε. Γι’ αυτό την επόμενη φορά που θα πάτε σινεμά σκεφτείτε, αν θέλετε να είστε θεατής ή καταναλωτής και θα βρείτε την απάντηση.

    Πηγές:
    • https://www.protothema.gr/city-stories/article/627838/oi-kinimatografoi-pou-agapisame/
    • http://www.apotis4stis5.com/vintage/15022-palioi-kinhmatografoi-athina
    Σύνταξη κειμένου: Μάρω Σαμαρά
    Επιμέλεια κειμένου: Ελευθερία Σακελλαρίου

    1960 Μακρυκωσταίοι και Κοντογιώργηδες


    Πολιτικές ιστορίες από την Παλιά Αθήνα: -Γνωρίζετε κ. υπουργέ τα προσόντα μου και τας προς το κόμμα υπηρεσίας μου...

    $
    0
    0
    «Καλό Βόλι» Είναι μια φράση που αρχικά χρησιμοποιούσαν ως ευχή οι αγωνιστές στην επανάσταση του 1821 για εύστοχη βολή κατά του τυράννου. Μετά το 1864 χρησιμοποιείται μεταφορικά ως ευχή για εύστοχη πολιτική επιλογή μπροστά στις εκλογικές κάλπες. 

    ΚΑΛΟ ΒΟΛΙ είναι τέλος και ο τίτλος του νέου επίκαιρου βιβλίου του Αθηναιογράφου και συνεργάτου μας Θωμά Σιταρά, που πρόσφατα κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις ΜΙΝΩΑΣ, και ο οποίος βεβαίως θα επιμελείται του υλικού. 

    «Δεν είνε δυνατόν παρά και τα τραγικώτερα να έχουν την κωμικήν των όψιν. Το νόμισμα της συναλλαγής έχει δύο όψεις την τραγικήν και την κωμικήν, κατοπτρίζουσα το τί υπέστησαν και υφίστανται από τον διαφθαρέντα και αμαθή όχλον οι ρουσφετοδόται βουλευταί, αλλά και πως ούτοι εξευτελίζονται χωρίς να το εννοήσουν με τον ίδιον τρόπον...

    Προχθές εγράψαμεν πώς είς αγαθός Μωραϊτης εζήτησε να γίνη κυνηγός του ζωολογικού Μουσείου, και είς αγνός Ρουμελιώτης εζήτησε να γίνη αρχιμουσικός, διότι δεν εύρε καμμίαν δυσκολίαν εις το να κινή την βακιέτταν του αρχιμουσικού της μουσικής της φρουράς και να την διευθύνη.

    Άμα μάθετε σήμερον ότι προ ολίγων ετών επαρουσιάσθη εις το Υπουργείον των Εσωτερικών είς αφελής Αθηναίος και εζήτει να λάβη εφ’ όρου ζωής το προνόμιον της μεταφοράς της άμμου του Φαλήρου, τί θα ειπήτε;

    Είνε γεγονός πασίγνωστον. Ο δυστυχής υπάλληλος δεν τον έδιωξε. Κατεδέχθη να συζητήση. Του είπεν ότι η άμμος της θαλάσσης ανήκει εις όλον τον κόσμον και όποιος θέλει μπορεί να κουβαλήση άμμον. Δεν πείθεται ο αθηναίος καρραγωγεύς. Αριθμεί εις τον υπάλληλον τα έτη της προς το Κόμμα υπηρεσίας του και λεγει, ότι αυτός δεν εζήτησε ούτε κακούργον να του βγάλουν από τας φυλακάς, ούτε να τον αφήσουν και αυτόν να κλέψη, αν και είνε κουμπάρος ενός υπουργού.

    Μάτην του λέγει ο υπάλληλος ότι είνε τρελλόν πράγμα αυτό που ζητεί. Και μάτην πάλιν ο εκλογεύς επιμένει ζητών το προνόμιον της μεταφοράς της άμμου του Φαλήρου. Φωνάζει λέγων ότι ζητεί προνόμιον ευρεσιτεχνίας, διότι ανεκάλυψεν αυτό το είδος του πλούτου, την άμμον της θαλάσσης, αλλ’ ο υπάλληλος μένει αμετάπειστος.

    Το αποτέλεσμα το εννοείτε. Ο ρωμηός αυτός είνε σημαιοφόρος πάσης διαδηλώσεως αντιθέτου κόμματος.

    ***

    sitaras03

    Ο πολιτευόμενος κ. Ω. κατάγεται εκ ναυτικής επαρχίας. Προ των εκλογών είχεν υποσχεθή εις όλους θέσιν, διότι ο αρχηγός του τόσον τον εξετίμα, ώστε και Υπουργόν θα τον διώριζεν αν ήρχετο στα πράγματα. Τελικά όμως δεν τον διώρισε και αυτός υπεχώρησε χάριν του κόμματος. Φυσικά χωρίς υπουργείο εδυσκολεύετο να εκπληρώση των συμπολιτών του τους πόθους.

    Ένα τον εδιώρισε κλητήρα τέλος πάντων αλλ’ απ’ αυτούς τους κλητήρας οι οποίοι κατά τα ισχύοντα πρό τινος καιρού, ίσως δε και σήμερον ακόμη, εκτελούν και καθήκοντα υπηρέτου εις τα σπήτια. Δεν ήρεσε εις τον αγαθόν νησιώτην η υπηρεσία αυτή.

    Μελαγχολικός δια τα χάλια του ηυχαριστείτο εις εξοχικούς περιπάτους. Το Αστεροσκοπείον ως επί το πολύ ήτο το τέρμα των μακρυνών περιπάτων του. Ο ορίζων εκεί αναπεπταμένος απεκάλυπτεν εις το βάθος του και την θάλασσαν. Δι’ αυτό εζήλευε την τοποθεσίαν του. Εκεί καρφόνεται το βλέμμα του και ζητεί την προστασίαν του συμπολίτου του πολιτικού, δια να γίνη διευθυντής του... Αστεροσκοπείου.

    -Μα σύ δεν ξέρεις γράμματα. Δεν εσπούδασες. Δεν ξέρεις τίποτε.

    -Αμ’ του λόγου σου τί ξέρεις; Λέγει εις τον βουλευτή του. Αυτό θέλω’ γώ. Να με κάνεις Αστρονόμο. Και έπειτα διορίζεις και εκείνον που ξέρει την τέχνη αυτή. Εγώ μονάχα να κάθουμαι εκεί πάνω θέλω και να μου δίνουν μισθό.

    Νομίζομεν ότι χάρις εις την ευθυκρισίαν του κ. Ω. η θέσις του μακαρίτου Κοκκίδου και του μακαρίτου Σμίθ, η θέσις δηλαδή του Διευθυντού του Αστεροσκοπείου εξακολουθεί να παραμένη ακόμη εις χείρας επιστημόνων. Μόνον αυτή θα εβοήθησε δια να μη γίνη ο αγαθός νησιώτης διευθυντής αυτού, αν και ο νησιώτης εκλογεύς εβεβαίου τον εκλεκτόν του ότι κάτι ξέρει και από γρέγο-λεβάντε και γρέγο-τραμουντάνα.

    ***
    sitaras02

    Και αυτά μεν μπορεί κανείς να είπη ότι είνε ιστορικά. Ότι ο κόσμος έπαυσε να είνε αμαθής, χωρίς να παύση να έχη τα σπέρματα της ρουσφετικής διαφθοράς. Αλλά τί θα πήτε με το επεισόδιον αξιολυπήτου πρόσφυγος, ο οποίος εγγραφείς εις τα βιβλία της προς διανομήν βοηθημάτων επιτροπής, έλαβε το βιβλίον του, εις το οποίον εσημείωσαν εν τη οικεία στήλη επειδή ήτο μόνος, χωρίς οικογένειαν, την λέξιν άτομον.

    Πώς τα καταφέρει και διαβάζει εις το βιβλιάριόν του την λέξιν άτομον ως άτιμον, είνε μυστήριον. Αγριεύει δια την προσβολήν αυτήν, διότι τον εσημείωσαν ως άτιμον και σπεύδει εις την επιτροπήν. Εκεί του εξηγούν ότι δεν τον λέγουν άτιμον αλλ’ άτομον διότι είνε είς και μόνος.

    -Και’ γω νόμιζα, ότι για δαύτο μου δίνετε τόσα λίγα, που σ’ άλλους δίνετε πολλά.

    -Μα εκείνοι είνε οικογενειάρχαι. Είνε παντρεμένοι κι’ έχουν περισσοτέρας ανάγκας.

    -Έ! Τότε να... παντρέψετε και μένα. Λέγει ο οικτρός πρόσφυξ, τρίβων τας χείρας εξ ηδονής, φανταζόμενος προσεχή γάμον του!

    Είνε αληθές ότι δεν τον ενύμφευσεν ακόμη η επιτροπή. Άλλοτε όμως, όταν κατ’ άλλην εποχήν ήσαν άλλοι τρόποι διανομής βοηθημάτων, τα συνοικέσια του είδους τούτου ήσαν ευκολώτατα και ο άγαμος πρόσφυξ της χθες, αύριον εις τα βιβλία ενυμφεύετο και εγεννοβόλα τέσσαρα και πέντε παιδιά, αναλόγως των μέσων τα οποία είχε!

    ***

    Σήμερον ακόμη ο ρακοσυλλέκτης των τοιούτων διοικητικών ρακών του τόπου μας θα εύρη το αφθονώτερον υλικόν ανασκαλεύων την ιδιωτικήν αλληλογραφίαν των υπουργών. Λαμβάνουν καθ’ ημέραν βουνόν ολόκληρον επιστολών και από τα παραμερώτερα χωριά. Όλοι θα ζητούν κάτι τι.

    Όταν μάλιστα εξακολουθή η εποχή των συγχαρητηρίων, όταν είνε αι πρώται ημέραι της εις την εξουσίαν ανόδου, κατά εκατοντάδες φθάνουν αι συγχαρητήριαι επιστολαί, αι οποίαι αρχίζουν από συγχαρητήρια και καταλήγουν εις αίτησιν ρουσφετιού.

    Αυτό εδώ συνέβη εις ένα από τους ήδη Υπουργούς και δή στρατιωτικόν. Μεταξύ άλλων επιστολών έλαβε και παρ’ ενός αρχιμανδρίτου μίαν, η οποία είχε περίπου τα εξής:

    ¨Μετά συντριβής καρδίας έβλεπον και εγώ εξοχώτατε, το κλυδωνιζόμενον της πατρίδος σκάφος. Και επαρηγορήθην μαθών την επί το αξίωμα του Υπουργού αναρρήχησίν σας. Εύχομαι και εγώ εις τον Ύψιστον να σας διατηρήση εν μακροημερεύσει προς το αγαθόν της Πατρίδος, ελπίζω δε ότι θα φροντίσετε επί της Υπουργείας σας όπως προβήτε συνιστώντες με τω υπουργικώ Συμβουλίω, εις την πλήρωσιν των κενών επισκοπικών εδρών.

    Γνωρίζετε κ. υπουργέ τα προσόντα μου και τας προς την Εκκλησίαν υπηρεσίας μου...

    Ο ευχέτης σας, δούλος σας ταπεινός
    Α.Ω
    Αρχιμανδρίτης¨

    ***
    sitaras04

    Ισχυρίζονται ότι μία πόλις επαρχιακή δεν βγάζει μόνον καλά σύκα αλλά και ολίγον ζευζέκιδες πολίτας. Από εκεί ισχυρίζονται ότι κατήγετο και ο ήρωας της επόμενης ιστορίας μας. Όταν ενεφανίσθη εις τας Αθήνας η πρώτη του δουλειά ήτο να συναντήση τον βουλευτήν του, πού ήτο πολύ γνωστός του, διότι το παιδάκι που πέθανε της δευτέρας του εξαδέλφης και το ωνόμασε Νικολέττα, της μητρός του το όνομα, αυτός το είχε βαπτίσει. Επομένως ήσαν κουμπάροι!

    Ο βουλευτής κατ’ αρχάς του είπεν ότι δεν υπάρχει πουθενά θέσις. Έπειτα επειδή ο επαρχιώτης επέμενε, του είπε, για ν’ απαλλαγή από αυτόν, να εύρη μίαν θέσιν και να τον διορίση... 
    Κατερχόμενος από το υπουργείο ο αναζητών θέσι προς εργασία διέρχεται έξωθεν του γραφείου της Διεκπεραιώσεως. Βλέπει φως και εισέρχεται. Μένει έκθαμβος παρατηρών την κατ’ εκείνην την ώραν, της αφίξεως του ταχυδρομείου, συντελουμένην εργασίαν. Είς κλητήρ του υπουργείου ήνοιγε τους φακελλους των δημοσίων εγγράφων και συνέλεγε τα έγγραφα. Άλλος παρέκει έκλειε τους φακέλλους δια να σταλούν τα έγγραφα εις τας επαρχίας προς τας διαφόρους υπηρεσίας.

    Δεν λέγει τίποτε εις ουδένα. Ζητεί τον βουλευτήν του αμέσως αλλά δεν τον ευρίσκει. Του αφίνει μόνον μίαν σημείωσιν. Την εξής:

    ¨Κιρ Αντονάκι. Ίβρα θέσι. Να με κάνις φακελανίχτη ή φακελοκλίστι. Ξέρο καλά αφτί τι δουληά¨.

    Η σημείωσις αυτή εδόθη προς τον τότε Γενικόν Γραμματέα του υπουργείου των Οικονομικών και με αυτήν επί μήνα εγελούσε το υπουργείον. Έγειναν όμως τόσα άλλα χειρότερα κατόπιν, ώστε αυτό θα έχη λησμονηθή...».

    («Εσπερινή Ακρόπολις», 1897, «Δς»)


    Διαβάστε περισσότερα για την Παλιά Αθήνα στο www.paliaathina.com

    Θωμάς Σιταράς

    Απίστευτο: Δείτε το μέντιουμ που μιλούσε με εξωγήινους στην Αθήνα του 1952 και τι φοβερό αποκάλυψε!

    $
    0
    0

    Μέντιουμ
    Είχαν ήδη περάσει πάνω από πέντε χρόνια, από τον Ιούνιο του 1947, που είχε πρωτοδημοσιευθεί η είδηση ότι «ένα μυστηριώδες αντικείμενο, ένας ιπτάμενος δίσκος, έκανε την εμφάνισή του στον ουρανό» και σ’ αυτό το διάστημα, οι εμφανίσεις των μυστηριωδών αυτών αντικειμένων είχαν πολλαπλασιαστεί. Μαζί τους είχε κορυφωθεί και η περιέργεια του κόσμου.
    Τι ήταν αυτοί οι περίφημοι ιπτάμενοι δίσκοι; Ήταν ιπτάμενα μηχανήματα γήινης προέλευσης; Αυτό ύστερα από πολλές έρευνες είχε αποκλειστεί. Ήταν, μήπως, αποκυήματα της φαντασίας των ανθρώπων; Κι αυτή η εξήγηση είχε αποκλειστεί, μιας που υπήρχαν ήδη φωτογραφίες ιπτάμενων δίσκων. Δεν απέμενε λοιπόν παρά μόνο μία λογική εμηνεία αυτών των μυστηριωδών φαινομένων: Ότι οι ιπτάμενοι δίσκοι ήταν αερόπλοια του Διαστήματος προερχόμενα από άλλους πλανήτες.
    Από που όμως προέρχονταν; Πώς ήταν κατασκευασμένοι; Ποιοι τους διήυθυναν; Τι ζητούσαν στη γήινη ατμόσφαιρα, την οποία αυλάκωναν με την ιλιγγιώδη, την απίθανη ταχύτητά τους;
    Σε αυτά τα φλέγοντα ερωτήματα προσπάθησε να δώσει απαντήσεις μία έρευνα της εφημερίδας «ΕΜΠΡΟΣ», παρουσιάζοντας την περίπτωση ενός διάμεσου (μέντιουμ), μία γυναίκα που ισχυριζόταν ότι συνομιλούσε με τα πληρώματα αυτών των άγνωστων ιπτάμενων αντικειμένων.
    Στην Ελλάδα του 1952, σύμφωνα με την εκτίμηση του συντάκτη της «ΕΜΠΡΟΣ», υπήρχαν δύο ή τρία το πολύ ισχυρά και διορατικά μέντιουμ. Ένα από αυτά τα διάμεσα, την Νίτσα Δ. (το όνομά της δεν ήθελε να αναφερθεί για οικογενειακούς λόγους) έτυχε να συναντήσει τυχαία ο δημοσιογράφος της εφημερίδας «ΕΜΠΡΟΣ», όπως αναφέρει το paraxeno.
    Σύμφωνα με τον δημοσιογράφο, η κυρία Νίτσα ήταν αγράμματη, δεν είχε ιδέα από ιπτάμενους δίσκους, από πλανήτες, από το Διάστημα, κλπ. Συνεπώς, ό,τι έβλεπε δεν ήταν περιγραφή από κάποιο ανάγνωσμα, ούτε καν μεταβίβαση σκέψεων δικών του προς εκείνη. Παρακάτω περιγράφεται το αποτέλεσμα του πειράματος στο οποίο συμμετείχε το διάμεσο. Ο δημοσιογράφος είχε ζητήσει από την κυρία Νίτσα να περιγράψει έναν ιπτάμενο δίσκο σε κατάσταση ύπνωσης:
    ΔΙΑΜΕΣΟ: Θα με βοηθήσουν τα πνεύματα… Με βοηθούν… Μπαίνω σ’ ένα δίσκο…
    ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Περίγραψέ τον.
    ΔΙΑΜΕΣΟ: Απ’ έξω φαίνεται στρογγυλός σαν σβούρα…
    ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ποιοι είναι μέσα;
    ΔΙΑΜΕΣΟ: Μονάχα ένας, που τον διευθύνει.
    ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Πώς είναι;
    ΔΙΑΜΕΣΟ: Μοιάζει σαν άνθρωπος, αλλά δεν είναι. Είναι κοντός, ένα μέτρο περίπου. Δεν έχει μαλλιά, ούτε φρύδια, ούτε βλεφαρίδες. Τα μάτια του είναι μικρά και σαν σκοτεινά. Δεν έχει μύτη, ούτε αυτιά, ούτε στόμα. Μόνο τρύπες. Τα δάχτυλά του είναι πολύ κοντά. Η σάρκα του είναι πολύ πιο σκληρή από τη δική μας. Σαν από ξύλο. Είναι ολόγυμνος. Είναι πολύ μαύρος.
    ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Πού κάθεται;
    ΔΙΑΜΕΣΟ: Στη μέση του δίσκου. Γύρω του είναι σαν ακτίνες φωτεινές, άυλες. Μ’ αυτές κινείται. Όχι με ηλεκτρισμό ή με καύσιμη ύλη. Τώρα φτάνουμε κάπου… Κατεβαίνουμε…
    ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Τι είναι αυτό το μέρος;
    ΔΙΑΜΕΣΟ: Δεν είναι όπως η Γη μας… Αλλιώτικο… Όλο βράχοι και βουνά… Δεν έχει καθόλου δέντρα… Ούτε νερό… Έρχονται πολλοί σαν κι’ αυτόν και μας κυκλώνουν…
    ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Από πού βγήκε ο πιλότος; Πώς προσγειώθηκς ο δίσκος;
    ΔΙΑΜΕΣΟ: Δεν έχει ρόδες… Μόνο κάτι σαν προεξοχές που έπειτα τραβιούνται μέσα… Έχει ένα άνοιγμα στο κάτω μέρος, όχι πόρτα, ανοίγει αλλιώς, σαν να τραβιεται, σαν να χάνεται…
    ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Από τι είναι κατασκευασμένος ο δίσκος; Τι σχήμα έχει;
    ΔΙΑΜΕΣΟ: Δεν είναι στρογγυλός… Μοιάζει σαν αυγό… Είναι φτιαγένος… όχι από ξύλο… Από κάτι σαν μέταλλο, όχι όμως σαν αυτά που ξέρουμε… Έχει χρώμα βαθύ κίτρινο… προς το σκούρο…
    ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Πώς είναι οι άλλοι που σας τριγύρισαν;
    ΔΙΑΜΕΣΟ: Σαν αυτόν που ήταν στον δίσκο… Μαύροι… γυμνοί… Είναι και γυναίκες… και παιδιά…
    ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Τι γλώσσα μιλούν;
    ΔΙΑΜΕΣΟ: Δεν μιλούν. Δεν έχουν γλώσσα στο στόμα τους. Μόνο μορφασμούς κάνουν και βγάζουν σφυριξιές… Μ΄ αυτές συνεννοούνται.
    ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Πού ζουν; Έχουν σπίτια, πόλεις;
    ΔΙΑΜΕΣΟ: Όχι. Δεν βλέπω τραπέζια, έπιπλα… Κοιμούνται κατά γης, τρώνε με ξυλάκια… Δε μπορώ να δω το φαγητό τους. Δε μ’ αφήνουν να μπω στο εργοστάσιο που φτιάχνουν τους δίσκους… Είναι μέσα στο βουνό…
    ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Πώς κυβερνώνται;
    ΔΙΑΜΕΣΟ: Δεν έχουν βασιλιά… Είναι σαν ακυβέρνητοι… Δεν έχουν φώτα… Μόνο μία λάμψη, πολύ λίγη, πολύ χαμηλή, που προέρχεται από δυνάμεις… Έρχεται από άλλο άστρο και την συγκεντρώνουν… Οι δυνάμεις που κινούν τους δίσκους δεν είναι δικές τους… Τις παίρνουν από τον ήλιο… το εργοστάσιό τους κάνει μόνο τους δίσκους, όχι και τις δυνάμεις…
    ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Τι έρχονται να κάνουν στη Γη;
    ΔΙΑΜΕΣΟ: Για καταστροφή…
    ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Τι έχουν μαζί μας;
    ΔΙΑΜΕΣΟ: Πολλά… Δεν ξέρω… Όμως υπάρχουν κι άλλου είδους δίσκοι.
    ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ποιοι είναι αυτοί; Από πού προέρχονται;
    ΔΙΑΜΕΣΟ: Δε μπορώ να δω. Είμαι κουρασμένη… Άλλη φορά…
    Σε αυτό το σημείο το μέντιουμ έδειχνε έντονα σημεία κόπωσης, αναγκάζοντας τον δημοσιογράφο να την ξυπνήσει.
    Η είδηση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΕΜΠΡΟΣ», στις 04/09/1952…

    1961 Ο σκληρός άνδρας

    10 Ιστορίες Που Κρύβει Η Πιο Ωραία Γειτονιά Της Αθήνας. Το Μοναστηράκι

    $
    0
    0


    Γιατί παλιά το Μοναστηράκι ονομαζόταν Τζιερτζίδικα και ποιος ήταν ο Γιουσουρούμ; Τι κελαρύζει κάτω από την πλατεία και γιατί το τζαμί της θεωρείται καταραμένο; Πώς ήταν το αθηναϊκό κέντρο τον 19ο αιώνα και πότε σφύριξε για πρώτη φορά ο Ηλεκτρικός;
    Ψάχνουμε τα μυστικά της πιο νοσταλγικής γειτονιάς της πόλης και «ξετρυπώνουμε» δέκα ιστορίες… άκρως μοναστηριακές.
    Τα πολλά ονόματα μιας πλατείας
    Αμπατζήδικα, Πλατεία της Παλιάς Στρατώνας, Τζιερτζίδικα. Αυτά ήταν τα ονόματα και τα «παρατσούκλια» με τα οποία αποκαλούσαν οι Αθηναίοι την πλατεία Μοναστηρακίου. Σύμφωνα με την ιστορική αναδρομή της Παλιάς Αθήνας, το όνομα «Αμπατζήδικα» το οφείλει στα μαγαζιά με τα υφάσματα που υπήρχαν στην περιοχή την περίοδο της Τουρκοκρατίας, το οποία λέγονταν και αμπάδες.
    1
    Επί Όθωνος, υπήρχε πολύ κοντά στην πλατεία στρατώνας, εξ ου και η «πλατεία της Παλιάς Στρατώνας», ενώ το «Τζιερτζίδικα» προέρχεται από τη λέξη τζιέρι (συκώτι, σπλάχνο), και συγκεκριμένα από τα μικρά ταβερνάκια της περιοχής που σέρβιραν τέτοιους μεζέδες. Από τα πιο γραφικά τζιερτζίδικα της Αθήνας ήταν αυτό του Τασούλα, στο 1 της οδού Άρεως, που δέσποζε ανάμεσα σε ένα τσαρουχάδικο και ένα μπακάλικο.
    Το μοναστήρι και το καταραμένο τζαμί
    Ασφαλώς το σημερινό της όνομα η περιοχή το οφείλει σε μια μονή. Και συγκεκριμένα, στο ναό της Παναγιάς της Παντάνασσας, έναν από τους παλαιότερους και πιο άγνωστους ναούς της πόλης, που βρίσκεται στη συμβολή των οδών Αθηνάς και Ερμού, πάνω στην πλατεία. Χτίστηκε τον 10ο αιώνα, στη μεταβυζαντινή εποχή αποκαλούταν Μεγάλο Μοναστήρι και λειτουργούσε ως γυναικεία μονή, ενώ μετά την Επανάσταση, σύμφωνα με το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, το όνομα εξέπεσε σε Μικρομονάστηρο ή Μοναστηράκι, όπως αποκαλούμε σήμερα ολόκληρη την περιοχή.
    2
    Όσο για το παλιό τζαμί της πλατείας, που σήμερα στεγάζει το Μουσείο Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης, ονομάζεται Τζαμί Τζισταράκη, από τον βοεβόδα που το κατασκεύασε και ακολουθείται από θρύλους: Το 1759, ο Τζισταράκης λέγεται ότι χρησιμοποίησε κίονες από το Ναό του Ολυμπίου Διός (ή από την βιβλιοθήκη του Αδριανού) για να θεμελιώσει το τζαμί, κάτι που θεωρήθηκε ιεροσυλία, και πράξη υπεύθυνη για την κατάρα της πανούκλας που έφτασε την επόμενη χρονιά στην Αθήνα.

    Τα Κάτω Παζάρια
    Γύρω από το Μοναστήρι και το Τζαμί, αν και δύσκολο να το φανταστούμε σήμερα, υπήρχαν στη θέση του σταθμού αγορές και μικρομάγαζα σιτηρών, φρούτων, κρεάτων και ψαριών, που πωλούνταν σε υπόστεγα, σε μια γειτονιά που ονομαζόταν «Κάτω Παζάρια», όπως αναφέρει αυτή εδώ η αναδρομή του Balkon3. Η περιοχή αυτή απαλλοτριώθηκε όταν η Αθήνα ονομάστηκε πρωτεύουσα της Ελλάδας το 1835, και η αγορά μεταφέρθηκε στην οδό Αθηνάς.
    Η άφιξη των επαρχιωτών
    Το Μοναστηράκι ήταν κατά τον 19ο αιώνα η αδιαφιλονίκητη «καρδιά» της Αθήνας. Πέρα από τα μικρομάγαζα και την κεντρική αγορά, εκεί ήταν που κατέφθαναν οι επαρχιώτες: Από εδώ ξεκινούσαν τροχήλατες άμαξες που έφταναν ως τη Θήβα, ενώ υπήρχαν και χάνια, μικρά πανδοχεία για να τους φιλοξενήσουν.
    3
    Σύμφωνα με την «Παλιά Αθήνα», στα γύρω μαγαζιά με τα ρούχα ήταν που γίνονταν οι πρώτες απαραίτητες στάσεις των επισκεπτών της πόλης, για να «σουλουπωθούν» και να δείχνουν περισσότερο πρωτευουσιάνοι.
    Η πλατεία Αβησσυνίας και το Γιουσουρούμ
    Μία από τις πιο παλιές και ιστορικές πλατείες του κέντρου, αυτή της Αβησσυνίας στο Μοναστηράκι, οφείλει το όνομά της στους Αβησσύνιους – όπως αποκαλούνταν τον 19ο αιώνα οι Αιθίοπες – που κατοικούσαν στη γύρω περιοχή. Κατά μία άλλη εκδοχή, αυτό το όνομα έλαβε η πλατεία όταν έφτασε εκεί η ανθρωπιστική βοήθεια από την Αβησσυνία για τους πρόσφυγες της Μικράς Ασίας.
    4
    Σε κάθε περίπτωση, η ευρύτερη περιοχή με τα παλαιοπωλεία γύρω από την πλατεία, οφείλει το όνομά της στον εβραίο Ηλία Γιουσουρούμ, ιδιοκτήτη του πρώτου παλαιοπωλείου της πόλης, και πρόεδρος του κλάδου κατά τα τέλη του 19ου αιώνα, οπότε και η αγορά των παλαιοπωλών μεταφέρθηκε στο Μοναστηράκι, εκεί που τότε υπήρχαν μαγαζάκια τεχνιτών, τα λεγόμενα Μαγγανάδικα. Ο Γιουσουρούμ (το όνομά του σημαίνει «άνθρωπος του Θεού») έμενε σε αρχοντικό που διασώζεται ακόμα στην πλατεία Αβησσυνίας, και καθιέρωσε από το 1910 το κυριακάτικο παζάρι στην γειτονιά αυτή.
    Ο Ηριδανός
    Ξέρατε ότι ένα ποτάμι κυλά ήσυχο κάτω από την πλατεία; Ο Ηριδανός ήταν το ποτάμι της αρχαίας Αθήνας, ένα κελαρυστό ρέμα που πήγαζε από τον Λυκαβηττό και περνούσε από τις σημερινές περιοχές του Κολωνακίου και του Συντάγματος, για να συνεχίσει προς τον Κεραμεικό μέσω Μοναστηρακίου.
    5
    Λόγω της ελώδους φύσης του, αποφασίστηκε να «εγκιβωτιστεί» πολύ νωρίς, από την εποχή του Αδριανού. Κάπως έτσι, το μοναδικό μέρος του που κελαρύζει ακόμα πάνω από το έδαφος βρίσκεται στον Κεραμεικό. Το κομμάτι του Μοναστηρακίου αποκαλύφθηκε τυχαία, κατά τις ανασκαφές του μετρό, και με την ανάπλαση της πλατείας, δημιουργήθηκε εγκάρσια τομή για να φαίνεται η κοίτη του.
    Ο σταθμός του Μοναστηρακίου
    Στα μέσα του 19ου αιώνα, αποφασίστηκε η σιδηροδρομική σύνδεση της Αθήνας με τον Πειραιά, έργο που πανηγυρίστηκε δεόντως από τους Αθηναίους. Αρχικά, το ατμήλατο τρένο έκανε τη διαδρομή Θησείο-Πειραιάς, ενώ η πρώτη επέκταση, και μάλιστα υπόγεια, πραγματοποιήθηκε ένα χρόνο πριν την πρώτη σύγχρονη Ολυμπιάδα, το 1895.
    6
    Τον Μάιο εκείνης της χρονιάς εγκαινιάστηκε ο σταθμός του Μοναστηρακίου. Δέκα χρόνια αργότερα, το τρένο έγινε πια ηλεκτροκίνητο, εξάπτοντας την περιέργεια (και τον τρόμο) των Αθηναίων. Ενδεικτικό είναι το χρονογράφημα των «Καιρών» της 18ης Σεπτεμβρίου 1904, που αναφέρει έναν «διάλογο» της εποχής:
    -Ένα διά το Φάληρον πρώτης.
    -Μετ’ επιστροφής;
    -Απλούν, απλούν. Δεν μπορώ να είμαι βέβαιος αν θα φθάσω ζωντανός.
    Έναν αιώνα μετά, εγκαινιάστηκε και ο μοντέρνος σταθμός μετρό-ΗΣΑΠ, ο οποίος κοσμήθηκε και με ένα από τα τελευταία έργα τέχνης-προσθήκες στους αθηναϊκούς σταθμούς. Αν κοιτάξετε προς τα πάνω, μόλις μπείτε στον σταθμό της πλατείας, θα δείτε έναν ψηφιδωτό «ουρανό», φτιαγμένο από 324 κομμάτια πλεξιγκλάς, δημιουργία της εικαστικού Λήδας Παπακωνσταντίνου. Στον αρχικό σχεδιασμό, προβλεπόταν η δυνατότητα προβολών πάνω στον θόλο του σταθμού, σχέδιο που εγκαταλείφθηκε σύντομα λόγω κόστους.
    Η ιστορία της οδού Αθηνάς
    Η αρίθμηση της οδού Αθηνάς ξεκινά από το Μοναστηράκι, και κατά την κατασκευή του δρόμου, οι «δημιουργοί» της, Κλεάνθης και Σούμπερτ, την προόριζαν για το πιο ωραίο βουλεβάρτο των Αθηνών, που θα συνέδεε το Μοναστηράκι με τα Βασιλικά Ανάκτορα, τα οποία αρχικά επρόκειτο να χτιστούν στην Ομόνοια.
    7
    Ο δρόμος απέκτησε αμέσως εμπορικό χαρακτήρα, με μαγαζάκια, υπαίθρια αγορά, θεάματα και καινούρια διώροφα κτίρια, ενώ στη μέση της οδού, σχεδιαζόταν να διαμορφωθεί ο πρώτος κήπος της πόλης, εκεί όπου οι περιπατητές από την αστική γειτονιά της Ομόνοιας προς το λαϊκό κέντρο του Μοναστηρακίου και την Ακρόπολη, θα κάθονταν να ξεκουραστούν. Τελικά, αντί για κήπο, η Αθήνα απέκτησε την πλατεία που σήμερα ονομάζεται Κοτζιά.
    Ένα Μοναστηράκι από τα παλιά
    8
    Πηγή: dinfo.gr

    Αθήνα 1992

    $
    0
    0



    • H οδός Αθηνάς σε λήψη από την Ομόνοια.

      Πλατεία Ομονοίας

      Οδός Ερμού & Αθηνάς, Μοναστηράκι.



      photos by Graham Elgin, Athens 1992
      http://bill-files.blogspot.gr/
    Viewing all 12885 articles
    Browse latest View live


    <script src="https://jsc.adskeeper.com/r/s/rssing.com.1596347.js" async> </script>