↧
Για βρές ποιός είναι;
↧
Ονειρο ζω: Η πληγωμένη γειτονιά Κεραμεικού - Μεταξουργείου θα ζωντανέψει με 70 εκατ. ευρώ
Τα πάνω κάτω στην περιοχή Κεραμεικού και Μεταξουργείου θα φέρουν οι δράσεις που επιχειρεί ο Δήμος Αθηναίων αλλά και η επένδυση ύψους 70 εκατ. ευρώ που θα κάνει η ιδιωτική εταιρεία Oliros.
Η Κεραμεικός-Μεταξουργείο ήταν πάντα μια γειτονιά μικτής χρήσης, ένας συνδυασμός λαϊκής συνοικίας που υποστηρίζεται από το εμπόριο και την παραγωγή. Η περιοχή χαρακτηρίζεται από έναν μοναδικό συνδυασμό κτιρίων και πληθυσμού. Οι σημερινοί κάτοικοι απασχολούνται σε ένα ευρύ πεδίο επαγγελματικών δραστηριοτήτων: ελεύθεροι επαγγελματίες, μικροέμποροι, δημιουργοί, υπάλληλοι του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα, και εργαζόμενοι όλων των ειδικοτήτων. Επίσης σημαντική είναι η παρουσία μικρομεσαίων επιχειρήσεων, μερικές από τις οποίες έχουν μια μακρά παράδοση στην περιοχή (π.χ. συνεργεία επισκευών) καθώς και των δημόσιων υπηρεσιών και Αρχών, όπως αναφέρει η oliaros στο σάιτ της.
Υπογραφές για ανάπλαση
Σε χθεσινή συνάντηση του δημάρχου Αθηναίων με τον υφυπουργό Ανάπτυξης Νότη Μηταράκη αποφασίστηκε η ιδιωτική επένδυση της εταιρείας Oliaros να ενταχθεί στη διαδικασία fast track ενώ έχει καταθέσει ήδη και φάκελο για να χρηματοδοτηθεί από το πρόγραμμα Jessica. Συγκεκριμένα θα αφορά την ανακατασκευή 30 ακινήτων ιδιοκτησίας της εταιρείας που βρίσκονται στην περιοχή του Κεραμεικού.
Τα κτίρια αυτά θα μετασκευαστούν σε πρότυπες κατοικίες, φοιτητικές κατοικίες καθώς και σε χώρους που θα φιλοξενηθούν επιχειρήσεις τεχνολογίας.
Σταυροδρόμι στην καρδιά της πόλης
Η περιοχή Κεραμεικού-Μεταξουργείου βρίσκεται σε ένα σημαντικό σταυροδρόμι μεταξύ της Ακαδημίας Πλάτωνος, της Ακρόπολης και των δρόμων που οδηγούν προς τον Πειραιά. Εξαιτίας της τοποθεσίας της, η περιοχή έπαιζε πάντα έναν κεντρικό και στρατηγικό ρόλο στην ανάπτυξη του χωροταξικού σχεδίου των Αθηνών.
Ο τωρινός αστικός ιστός της περιοχής Κεραμεικού-Μεταξουργείου ασφαλώς αντικατοπτρίζει τη μακρά και μεταβαλλόμενη ιστορία της με μεταγενέστερες χρήσεις που έδωσαν σχήμα στο χωροταξικό και τα κτίρια της. Η περιοχή είναι πλούσια σε αρχιτεκτονικά και αστικά παραδείγματα που ποικίλλουν από τον Κεραμεικό, το Αρχαίο Νεκροταφείο των Αθηνών, στα Νεοκλασικά αρχοντικά που έκαναν την εμφάνισή τους στα μισά του 19ου αιώνα (κατασκευάστηκαν στα πλαίσια ενός αρχικού σχεδίου της εποχής σύμφωνα με το οποίο το Βασιλικό Παλάτι θα τοποθετούνταν στην περιοχή του Κεραμεικού), έως τις εργατικές κατοικίες του 19ου αιώνα που κατασκευάστηκαν για να στηρίξουν τη βιομηχανική ανάπτυξη των Αθηνών.
Αργότερα, το '50 συμπεριλήφθηκαν καταστήματα εργαλείων, το '60 με '70 πολυκατοικίες και σήμερα υπάρχει το ενδεχόμενο να ανοίξει ένα νέο αρχιτεκτονικό κεφάλαιο για την περιοχή εστιάζοντας στο 46% των κενών ή υποβαθμισμένων κτιρίων και οικοπέδων.
Υποβάθμιση μετά τον Πόλεμο -Φτωχογειτονιά
Η Αθήνα όπως και η περιοχή του Κεραμεικού-Μεταξουργείου, εξελίχθηκε και αναπτύχθηκε δυναμικά με βάση τις ανάγκες και τις πολεοδομικές πρωτοβουλίες στα μέσα του 19ου αιώνα. Η περιοχή υπέστη μια σταδιακή υποβάθμιση από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και έπειτα και κατά τη διάρκεια της ταχείας αστικοποίησης των Αθηνών στις δεκαετίες που ακολούθησαν, η περιοχή προσέλκυε ομάδες χαμηλότερου εισοδήματος και μειονότητες εξαιτίας της οικονομικής και προσιτής στέγασης και της προσφοράς εργασίας στα βιομηχανικά εργαστήρια εκεί κοντά.
Η επακόλουθη κατάτμηση των οικοπέδων (η εξ αδιαιρέτου κυριότητα), το μικρό πλάτος των δρόμων της περιοχής Κεραμεικού-Μεταξουργείου καθώς και ο υπόγειος αρχαιολογικός πλούτος αποτελούσαν αποτρεπτικούς παράγοντες για την κατασκευή ψηλών κτιρίων κατά την περίοδο από το '50 έως το '70, όταν το φαινόμενο της αντιπαροχής ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένο. Οι παραπάνω παράγοντες, σε συνδυασμό με την απουσία πρασίνου και δημόσιων χώρων, σταδιακά οδήγησαν στην περαιτέρω υποβάθμιση της περιοχής ΚΜ.
Στα 1970 με 1980, ένας σημαντικός αριθμός κατοίκων που είχαν εγκατασταθεί στην περιοχή από καιρό μετακόμισαν προς αναζήτηση μιας καλύτερης ποιότητας ζωής. Έως σήμερα, το 46% των κτιρίων στον Κεραμεικό-Μεταξουργείο βρίσκονται σε μια υποβαθμισμένη κατάσταση και είναι άδεια. Δεδομένης της πλούσιας αρχιτεκτονικής κληρονομιάς και κουλτούρας της περιοχής, η OLIAROS πιστεύει ότι η περιοχή έχει πολλές πιθανότητες να μεταμορφωθεί σε μια πρότυπη γειτονιά χωρίς κοινωνικούς αποκλεισμούς.
Η Κεραμεικός-Μεταξουργείο ήταν πάντα μια γειτονιά μικτής χρήσης, ένας συνδυασμός λαϊκής συνοικίας που υποστηρίζεται από το εμπόριο και την παραγωγή. Η περιοχή χαρακτηρίζεται από έναν μοναδικό συνδυασμό κτιρίων και πληθυσμού. Οι σημερινοί κάτοικοι απασχολούνται σε ένα ευρύ πεδίο επαγγελματικών δραστηριοτήτων: ελεύθεροι επαγγελματίες, μικροέμποροι, δημιουργοί, υπάλληλοι του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα, και εργαζόμενοι όλων των ειδικοτήτων. Επίσης σημαντική είναι η παρουσία μικρομεσαίων επιχειρήσεων, μερικές από τις οποίες έχουν μια μακρά παράδοση στην περιοχή (π.χ. συνεργεία επισκευών) καθώς και των δημόσιων υπηρεσιών και Αρχών, όπως αναφέρει η oliaros στο σάιτ της.
Υπογραφές για ανάπλαση
Σε χθεσινή συνάντηση του δημάρχου Αθηναίων με τον υφυπουργό Ανάπτυξης Νότη Μηταράκη αποφασίστηκε η ιδιωτική επένδυση της εταιρείας Oliaros να ενταχθεί στη διαδικασία fast track ενώ έχει καταθέσει ήδη και φάκελο για να χρηματοδοτηθεί από το πρόγραμμα Jessica. Συγκεκριμένα θα αφορά την ανακατασκευή 30 ακινήτων ιδιοκτησίας της εταιρείας που βρίσκονται στην περιοχή του Κεραμεικού.
Τα κτίρια αυτά θα μετασκευαστούν σε πρότυπες κατοικίες, φοιτητικές κατοικίες καθώς και σε χώρους που θα φιλοξενηθούν επιχειρήσεις τεχνολογίας.
Σταυροδρόμι στην καρδιά της πόλης
Η περιοχή Κεραμεικού-Μεταξουργείου βρίσκεται σε ένα σημαντικό σταυροδρόμι μεταξύ της Ακαδημίας Πλάτωνος, της Ακρόπολης και των δρόμων που οδηγούν προς τον Πειραιά. Εξαιτίας της τοποθεσίας της, η περιοχή έπαιζε πάντα έναν κεντρικό και στρατηγικό ρόλο στην ανάπτυξη του χωροταξικού σχεδίου των Αθηνών.
Ο τωρινός αστικός ιστός της περιοχής Κεραμεικού-Μεταξουργείου ασφαλώς αντικατοπτρίζει τη μακρά και μεταβαλλόμενη ιστορία της με μεταγενέστερες χρήσεις που έδωσαν σχήμα στο χωροταξικό και τα κτίρια της. Η περιοχή είναι πλούσια σε αρχιτεκτονικά και αστικά παραδείγματα που ποικίλλουν από τον Κεραμεικό, το Αρχαίο Νεκροταφείο των Αθηνών, στα Νεοκλασικά αρχοντικά που έκαναν την εμφάνισή τους στα μισά του 19ου αιώνα (κατασκευάστηκαν στα πλαίσια ενός αρχικού σχεδίου της εποχής σύμφωνα με το οποίο το Βασιλικό Παλάτι θα τοποθετούνταν στην περιοχή του Κεραμεικού), έως τις εργατικές κατοικίες του 19ου αιώνα που κατασκευάστηκαν για να στηρίξουν τη βιομηχανική ανάπτυξη των Αθηνών.
Αργότερα, το '50 συμπεριλήφθηκαν καταστήματα εργαλείων, το '60 με '70 πολυκατοικίες και σήμερα υπάρχει το ενδεχόμενο να ανοίξει ένα νέο αρχιτεκτονικό κεφάλαιο για την περιοχή εστιάζοντας στο 46% των κενών ή υποβαθμισμένων κτιρίων και οικοπέδων.
Υποβάθμιση μετά τον Πόλεμο -Φτωχογειτονιά
Η Αθήνα όπως και η περιοχή του Κεραμεικού-Μεταξουργείου, εξελίχθηκε και αναπτύχθηκε δυναμικά με βάση τις ανάγκες και τις πολεοδομικές πρωτοβουλίες στα μέσα του 19ου αιώνα. Η περιοχή υπέστη μια σταδιακή υποβάθμιση από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και έπειτα και κατά τη διάρκεια της ταχείας αστικοποίησης των Αθηνών στις δεκαετίες που ακολούθησαν, η περιοχή προσέλκυε ομάδες χαμηλότερου εισοδήματος και μειονότητες εξαιτίας της οικονομικής και προσιτής στέγασης και της προσφοράς εργασίας στα βιομηχανικά εργαστήρια εκεί κοντά.
Η επακόλουθη κατάτμηση των οικοπέδων (η εξ αδιαιρέτου κυριότητα), το μικρό πλάτος των δρόμων της περιοχής Κεραμεικού-Μεταξουργείου καθώς και ο υπόγειος αρχαιολογικός πλούτος αποτελούσαν αποτρεπτικούς παράγοντες για την κατασκευή ψηλών κτιρίων κατά την περίοδο από το '50 έως το '70, όταν το φαινόμενο της αντιπαροχής ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένο. Οι παραπάνω παράγοντες, σε συνδυασμό με την απουσία πρασίνου και δημόσιων χώρων, σταδιακά οδήγησαν στην περαιτέρω υποβάθμιση της περιοχής ΚΜ.
Στα 1970 με 1980, ένας σημαντικός αριθμός κατοίκων που είχαν εγκατασταθεί στην περιοχή από καιρό μετακόμισαν προς αναζήτηση μιας καλύτερης ποιότητας ζωής. Έως σήμερα, το 46% των κτιρίων στον Κεραμεικό-Μεταξουργείο βρίσκονται σε μια υποβαθμισμένη κατάσταση και είναι άδεια. Δεδομένης της πλούσιας αρχιτεκτονικής κληρονομιάς και κουλτούρας της περιοχής, η OLIAROS πιστεύει ότι η περιοχή έχει πολλές πιθανότητες να μεταμορφωθεί σε μια πρότυπη γειτονιά χωρίς κοινωνικούς αποκλεισμούς.
Φωτογραφίες Γιάννη Χατζηασλάνη
ΠΗΓΗ
↧
↧
ιστορίες από τα χρόνια της χούντας
“Καταστράφηκε μια χώρα ολόκληρη”
Η Μαρία Ρεζάν διηγείται το παρακάτω περιστατικό που συνέβη τις πρώτες μέρες μετά το πραξικόπημα του 1967:Ανάμεσα στους θαμώνες ενός ζαχαροπλαστείου ήταν και ο Γάλλος σκηνοθέτης Κλωντ Σαμπρόλ, που την εποχή εκείνη γύριζε στην Ελλάδα το φιλμ “Ο δρόμος τη Κορίνθου”. Ένα έργο που όσοι δεν το είδαν δεν έχασαν απολύτως τίποτα. Με ήξερε, όπως ήξερε και την Τασσώ, γιατί καμιά φορά παρακολουθούσαμε τα γυρίσματα για την “Ελευθερία”. Σηκώθηκε, λοιπόν, από το τραπέζι που καθότανε, πλησίασε και με έντονες χειρονομίες μου είπε:
-Κα – τα – στρά – φη – κα ! Τα γυρίσματα σταμάτησαν. Merde! (σκατά).
-Εδώ καταστράφηκε μια χώρα ολόκληρη, κύριε Σαμπρόλ, του είπα, και θέλετε να συγχυστώ για το έργο σας;
ΜΑΡΙΑ ΡΕΖΑΝ “ΜΕ ΝΟΣΤΑΛΓΙΑ… ΓΙΑ ΜΙΑ ΖΩΗ ΕΤΣΙ, ΧΩΡΙΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ” Εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ
“Γεννήθηκα Ελληνίδα, θα πεθάνω Ελληνίδα”
Η Μελίνα Μερκούρη θυμάται πώς έμαθε ότι της αφαιρέθηκε η ελληνική ιθαγένεια από τη χούντα των συνταγματαρχών:Νωρίς το πρωί της 12ης Ιουλίου 1967, το τηλέφωνο, εκείνος ο ήχος. Ήταν ένας δημοσιογράφος που τηλεφωνούσε απ’ την Αγγλία: “Κυρία Μερκούρη, ο κ. Παττακός, ο Έλληνας υπουργός των Εσωτερικών, σας κήρυξε εχθρό του λαού. Λέει πως βλάψατε ηθικά και οικονομικά τη χώρα. Η περιουσία σας θα δημευθεί και σας αφαιρούν την ελληνική ιθαγένεια. Για μια στιγμή δεν μπορούσα να μιλήσω. “Έχετε κανένα σχόλιο;” Προσπάθησα να βρω τη φωνή μου. “Κυρία Μερκούρη, ο κ. Παττακός σας κήρυξε μη Ελληνίδα. Έχετε να κάνετε κανένα σχόλιο;” Τα λόγια ανέβηκαν στα χείλια μου. “Γεννήθηκα Ελληνίδα, θα πεθάνω Ελληνίδα. Ο κ. Παττακός γεννήθηκε φασίστας, θα πεθάνει φασίστας”.
ΜΕΛΙΝΑ ΜΕΡΚΟΥΡΗ “ΓΕΝΝΗΘΗΚΑ ΕΛΛΗΝΙΔΑ” Εκδόσεις ΔΑΙΔΑΛΟΣ
“Το τίμημα για να είσαι Έλληνας”
Η Αμαλία Φλέμιγκ περιγράφει το διάλογο που είχε με τον Θεοφιλογιαννάκο κατά τη διάρκεια της σύλληψής της από το δικτατορικό καθεστώς του Παπαδόπουλου:Την Πέμπτη ήταν κιόλας τρεισήμισι μέρες που βρισκόμουν εκεί. Δεν είχα βάλει τίποτα στο στόμα μου εδώ και πενήντα οκτώ ώρες, μα εξακολουθούσα να μην πεινάω. Οι φωνές και οι απειλές του Θεοφιλογιαννάκου και η αγωνία μου για τα πρόσωπα που κινδύνευαν ίσως να συλληφθούν μου έφερναν συνεχώς διάθεση για εμετό. Κατά τις δέκα ο Θεοφιλογιαννάκος με κάλεσε και πάλι, αυτή τη φορά για να μου κάνει μια πρόταση: -Μιλήσαμε με τον πρωθυπουργό για σας, μου είπε, και με ποιο τρόπο είναι δυνατό να σας εμποδίσουμε να κάνετε κι άλλο κακό στην πατρίδα μας. Αποφασίσαμε ότι θα είστε λιγότερο επικίνδυνη αν φύγετε στο εξωτερικό. Κάντε μας λοιπόν μια μικρή λίστα των πραγμάτων που θέλετε, να τα βάλουν σε μια βαλίτσα και να σας συνοδέψουμε στο αεροδρόμιο. Πιθανόν να γράψετε κανένα άρθρο, θα πείτε τα δικά σας για λίγο, και ύστερα θα μπείτε στη χορεία των άλλων αλητών, της Ελένης Βλάχου και των άλλων. Τον ρώτησα αν αυτό εσήμαινε ότι θα χάσω την ελληνική μου υπηκοότητα. -Βεβαίως, είπε. Κάθισα πίσω στην καρέκλα μου πιο αναπαυτικά. Ένιωθα τώρα δυνατή. -Με τη θέλησή μου ποτέ δεν φεύγω, είπα. Έμεινε κατάπληκτος. Μου μίλησε για τα μαρτύρια που επρόκειτο να τραβήξω στο ΕΑΤ – ΕΣΑ κατά τις επόμενες μέρες ή βδομάδες της ανακρίσεως, μαρτύρια για τα οποία δεν είχα ιδέα, και για την τελική δικαστική απόφαση που θα μ’ έστελνε για χρόνια στη φυλακή να σαπίσω. -Σας συνιστώ ζωηρώς να δεχθείτε την προσφορά τώρα που σας την κάνουμε. Πιστέψτε με πως γλιτώνετε από πολλά οδυνηρά πράγματα. -Φαίνεται πως το τίμημα για να είσαι Έλληνας είναι πολύ μεγάλο, μα δέχομαι να το καταβάλω, απάντησα. -Θα το μετανιώσετε πικρά, μου είπε.
ΑΜΑΛΙΑ ΦΛΕΜΙΓΚ “ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΚΑΤΑΘΕΣΗ” Εκδόσεις ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟΝ ΤΗΣ ΕΣΤΙΑΣ
“Απέκτησα σπίτι αλλά έχασα το οικόπεδο”
Ο Α. Σαββάκης θυμάται την αντίδραση του Τσαρούχη στην επιβολή της δικατορίας του 1967:Το ίδιο εκείνο πρωί της 21ης Απριλίου βγαίνοντας, είδε τα τανκ στους δρόμους και νόμισε στην αρχή πως ο Γαβράς γύριζε τη νέα του ταινία. Έφυγε προτού προλάβει να χαρεί το νεόκτιστο σπίτι στο Μαρούσι. “Μα πού πας; Φεύγεις τώρα που απέκτησες σπίτι;” του είπε ο φίλος του Ντίνος Δοξιάδης. “Απέκτησα σπίτι αλλά έχασα το οικόπεδο”, του απάντησε ο Τσαρούχης.
ΑΛΕΞΙΟΣ ΣΑΒΒΑΚΗΣ “ΙΩΑΝΝΗΣ ΤΣΑΡΟΥΧΗΣ” Εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ
“Με τη μία στο κεφάλι”
Ο Νίκος Μπογιόπουλος γράφει στον Ριζοσπάστη:Το μεσημέρι της 18ης Νοέμβρη 1973, ο ταγματάρχης Ντερτιλής βρίσκεται με το υπηρεσιακό τζιπ έξω από την κατεστραμμένη πύλη του Πολυτεχνείου. Απέναντι, Πατησίων και Στουρνάρα, οι αστυφύλακες χτυπούν ένα νεαρό, που προς στιγμήν τους ξεφεύγει. Ο Ντερτιλής βγάζει από το μπουφάν το περίστροφο και πυροβολεί.
“Ο νεαρός έπεσε σαν κοτόπουλο”, περιγράφει στην κατάθεσή του ένα χρόνο αργότερα ο οδηγός του Ντερτιλή – ο 21 ετών τότε Αντώνης Αγριτέλης – και συνεχίζει: “Μετά το φόνο ο Ντερτιλής σα να μη συνέβαινε τίποτα μπήκε στο τζιπ και χτυπώντας με στην πλάτη μου είπε: “Με παραδέχεσαι, ρε; Σαράντα πέντε χρονών άνθρωπος και με τη μία στο κεφάλι!”…
απόσπασμα από άρθρο του Νίκου Μπογιόπουλου (ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 16/11/2005)
http://www1.rizospastis.gr/story.do?id=3110523&pulDate=16/11/2005
“Δεν πρέπει να είναι Έλληνες”
Η Νίτσα Κανελλοπούλου, σύζυγος του Παναγιώτη Κανελλόπουλου, θυμάται τη σύλληψή του από τους χουντικούς:Εκείνο το χάραμα της 21ης Απριλίου θα μου μείνει αξέχαστο. Όρμησαν τέσσερις μέσα στο δωμάτιο. “Δεν πρέπει να είναι Έλληνες είπα στον Παναγιώτη, γιατί δεν μπορούσα να πιστέψω πως δικοί μας άνθρωποι συμπεριφέρονταν έτσι.
από το βιβλίο της ΝΙΤΣΑΣ ΛΟΥΛΕ (ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ) “ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ” Εκδόσεις ΕΙΡΗΝΗ ΕΠΕ
“Για να σώσει το Έθνος”
Ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος θυμάται τη σύλληψή του από τη χούντα:Στο Πεντάγωνο που με πήγαν είδα μια ακαταστασία. Λοχαγοί και Ταγματάρχες σε έξαψη. Ανεβοκατέβαιναν, κτυπούσαν τις πόρτες, φώναζαν. Μόνο επιτελείο δεν θύμιζε. Πλήρης απειθαρχία. Με έβαλαν σε ένα γραφείο που ήταν κοντά στην είσοδο και βλέπω μέσα τον Αρμπούζη τον στρατηγό, που ήταν αρχηγός επιτελείου. Τον είχαν όρθιο με τέσσερις λοχαγούς δίπλα του. Ήξερα πως δεν ήταν άνθρωπος που κάνει κινήματα. Μου είπε ότι τον είχαν και αυτόν συλλάβει. Τότε απευθύνθηκα στους λοχαγούς που κρατούσαν όλοι αυτόματα και τους είπα: “Εσείς δεν γνωρίσατε ποτέ πεδίο μάχης. Ο στρατηγός έχει πολεμήσει, πρέπει να ντρέπεστε”. Κατέβασαν τα όπλα. Σε λίγο παρουσιάστηκε ένας σιδηρόφρακτος ταξίαρχος. Ήταν ο Παττακός. Πολύ κωμικός με κράνος. Σε διαβεβαιώ, πως αν δεν ήταν τέτοια η περίσταση θα έκανα πολύ χιούμορ. Το πρόσωπό του ήταν τέτοιο που σου προξενούσε γέλια.
Με ύφος περίεργο μου είπε ότι κινήθηκε ο στρατός για να σώσει το Έθνος. Τον ρώτησα από ποιον και άρχισε να τα μασάει. “Είμαι υπό κράτηση;” τον ξαναρώτησα. “Όπως βλέπετε, ναι” μου απάντησε και έφυγε, χωρίς να μου δώσει άλλη εξήγηση.
από το βιβλίο της ΝΙΤΣΑΣ ΛΟΥΛΕ (ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ) “ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ” Εκδόσεις ΕΙΡΗΝΗ ΕΠΕ
“Ώστε μεταχειρίζεται δύο ονόματα αυτός ο κύριος!”
Η Τατιάνα Γκρίτση Μιλλιέξ θυμάται το διάλογο που είχε με τον Παττακό, στην προσπάθειά της να πετύχει την αποφυλάκιση του Κοσμά Πολίτη:-Και τι θέλεις και ήρθες;
-Κύριε Παττακέ, σήμερα το πρωί η αστυνομία του Ψυχικού συνέλαβε τον μεγαλύτερο Έλληνα πεζογράφο – που σίγουρα γνωρίζετε! – τον Κοσμά Πολίτη, γέροντα, καρδιακό, που την ημέρα του πραξικοπήματος…
-Της Επαναστάσεως (με διακόπτει με χτύπημα στο γραφείο με το χέρι).
Συνεχίζω:
-…βρήκε τη γυναίκα του νεκρή. Τώρα είναι θεομόναχος και άρρωστος. Κύριε Υπουργέ – πρώτη φορά τον προσφωνώ έτσι – αν δεν θέλετε να ξεσηκώσετε την παγκόσμιο γνώμη εναντίον σας για έναν συγγραφέα που θεωρείται και μελλοντικό Νόμπελ, πρέπει να διατάξετε να αφεθεί αμέσως ελεύθερος. Η καρδιά του κρέμεται από μια κλωστή. Αν πεθάνει θα θεωρηθείτε εσείς υπεύθυνοι για το θάνατό του. Για το καλό σας μιλώ.
Καινούριο χτύπημα του χεριού στο τραπέζι. Απευθύνεται στον υπασπιστή, τον κύριο Ντότσικα. “Πείτε σ’ αυτούς που τον πιάσαν πως δεν θέλω να ξεβρακώνουν τους γέρους. Τηλεφωνείστε αμέσως στο Ψυχικό για να μάθετε τους λόγους για τους οποίους κατηγορείται”.
Η απάντηση έρχεται αμέσως. Τους είναι άγνωστο το όνομα του Κοσμά Πολίτη. Αναπηδάω, ζητάω συγγνώμη, εγώ έπρεπε να το έχω σκεφθεί, το πραγματικό όνομα του συγγραφέα είναι Πάρις Τεβελούδης.
Παττακός: -Αχαχούχα, ώστε μεταχειρίζεται δύο ονόματα αυτός ο κύριος!
Εγώ: -Φυσικά, ο Πάρις Τεβελούδης ήταν Διευθυντής Τραπέζης, ο κοινωνικός του τίτλος δεν του επέτρεπε να είναι και συγγραφεύς. Έτσι πήρε το ψευδώνυμο Κοσμάς Πολίτης, που πολλοί διατείνονται πως το διάλεξε επίτηδες γιατί το έργο του είναι κοσμοπολίτικο.
-Ώστε έτσι; Κοσμοπολίτης; Και σένα πώς είπες πως σε λένε;
Είπα το όνομά μου κι από μέσα μου έτρεμα. Τώρα λέω θ’ αφήσουν τον Πολίτη και θα μπαγλαρώσουν εμένα.
-Άιντε, πήγαινε, η Επανάστασις σέβεται τους γερόντους, θα κάνουμε τα δέοντα. Και απευθυνόμενος στον υπασπιστή του: Κάνε ό,τι πρέπει.
(…)
Τον συνάντησα μπροστά στην πόρτα του περιβολιού τους. Ήρεμος, αλλά γερασμένος ξαφνικά, με κείνη την κρυφή ειρωνική του διάθεση πάντα, μου είπε χαμογελαστά: “Μόνο εσύ μπορούσες να ρίξεις τη χούντα και να με ελευθερώσεις”. Σκωπτικά αυτό και λυπημένα όσο η ψυχή του: “Αλλά ποιαν έννοια έχει η προσωρινή ελευθερία ενός ατόμου όταν χάνεται η έννοια της ελευθερίας;”. Ξέρω από τότε πως την περίμενε κάθε μέρα και δεν αξιώθηκε να δει το πέσιμο της χούντας.
ΤΑΤΙΑΝΑ ΓΚΡΙΤΣΗ ΜΙΛΛΙΕΞ (από κείμενό της στο περιοδικό Η ΛΕΞΗ τ. 63-64, Απρίλης – Μάης 1987)
“Το δυάρι και το λουτροκαμπινέ, την τηλεοπτική συσκευή…”
Ο Κώστας Ταχτσής θυμάται την περίοδο της χούντας:Όσο για το λαό, σε γενικές γραμμές, ε, αν πείνασε πολιτικά, δεν το ‘δειξε πολύ – αυτή τουλάχιστον ήταν η δική μου εντύπωση. Ο σιδεράς μου μου ‘λεγε “Ας τα αυτά, κυρ – Κώστα, είναι κανόνι ο Παπαδόπουλος”. Ο μπακάλης μου θαύμαζε τα ελληνικά και τη ρητορική του δεινότητα. Η πλειονότητα είν’ αλήθεια του λαού, με τη γνωστή του σκωπτικότητα, κορόιδευε τον Παττακό για τις γόπες που ‘βαζε τον κόσμο να μαζεύει απ’ τους δρόμους, κυκλοφορούσανε σπαρταριστά ανέκδοτα, αλλά εις πείσμα του γραφικού συνταγματάρχη, η μίνι φούστα θριάμβευσε, ο Σκυλίτσης μπορεί να ‘κλεισε την Τρούμπα, αλλά η νεολαία του Πειραιά ξεμπουκάριζε κατά χιλιάδες απ’ τον ηλεκτρικό στο Μοναστηράκι, κάθε οικοδομικό τετράγωνο της Αθήνας, μαζί με το σούπερ-μάρκετ απόκτησε και το μπορντέλο του, στη Συγγρού εμφανίστηκαν οι πρώτοι τραβεστί κι έδιωξαν απ’ τις πιάτσες τις πραγματικές γυναίκες, με το διεθνές οικονομικό boom χάρις στο φτηνό πετρέλαιο έπεσε και στην Ελλάδα χρήμα, κλέβαν οι συνταγματάρχες, κλέβαν τα τσιράκια τους, αλλά κι οι μικρομεσαίοι άρχισαν να αποχτάνε, μαζί με το δυάρι και το λουτροκαμπινέ, την τηλεοπτική τους συσκευή, οι κουλτουριάρηδες στριμωχνόντουσαν στις μπουάτ για να χαρούν το Νέο Κύμα, τα ιδιόρρυθμα τραγούδια του Σαββόπουλου με την ακόμα πιο ιδιόρρυθμη βραχνή φωνή και ο Ταρζάν του Μαρκόπουλου έπαιρναν έναν κρυπτο-αντιστασιακό χαρακτήρα, τα μπενζινάδικα σου χάριζαν ποτήρια για να τα προτιμήσεις, η ζωή των εξωστρεφών φιλήδονων Ελλήνων συνεχιζόταν πάνω σ’ ένα ηφαίστειο που σιγόβραζε, αλλά λίγοι – όπως και πότε άλλωστε δε συνέβαινε το ίδιο; – μπορούσανε να το προβλέψουν. Υπήρχαν βέβαια οι εξόριστοι, υπήρχε η ΕΣΑ κι η Μπουμπουλίνας. Αλλ’ αυτό δεν ήταν δα και τίποτα πρωτόφαντο στον τόπο μας – μπροστά σ’ αυτά που είχανε δει τα μάτια του κοσμάκη στον Εμφύλιο, επρόκειτο για μπαγκατέλες.
ΚΩΣΤΑΣ ΤΑΧΤΣΗΣ (από κείμενό του στο περιοδικό Η ΛΕΞΗ τ. 63-64, Απρίλης – Μάης 1987)
“Εσείς δε χρειάζεται να ξέρετε τίποτα”
Η Ελένη Βλάχου θυμάται τη μέρα που τέθηκε “εις κατ’ οίκον περιορισμόν” από τη χούντα.Αθήνα, 4 Οκτωβρίου 1967
Ένας ξαφνικός θόρυβος μας ξύπνησε.
Ήταν εφτά το πρωί. Κάποιοι χτυπούσαν δυνατά την πόρτα του διαμερίσματός μας και ταυτόχρονα χτυπούσαν ασταμάτητα το κουδούνι.
(…)
-Ασφάλεια, είπε το μπλε κοστούμι. Εχουμε εντολή να κάνουμε έρευνα.
-Έχετε ένταλμα;
-Δεν χρειαζόμαστε ένταλμα.
-Έχετε καμιά ταυτότητα; επέμεινε ο άνδρας μου. Πώς ξέρουμε ότι είστε της Ασφάλειας;
Ο άλλος χαμογέλασε συμπονετικά.
-Εσείς δεν χρειάζεται να ξέρετε τίποτα. Εμείς είμαστ’ αυτοί που πρέπει να ξέρουμε.
Δεν έχω αλλάξει ούτε μια λέξη απ’ αυτό το λακωνικό διάλογο που σημάδεψε την αρχή της εποχής της σύλληψης μας στο σπίτι, και δε νομίζω ότι θα ξεχάσω ποτέ αυτή την τρομακτικά απλή εφαρμογή του όρου “ολοκληρωτικό καθεστώς” στην καθημερινή ζωή.
ΕΛΕΝΗ ΒΛΑΧΟΥ (από κείμενό της στο περιοδικό Η ΛΕΞΗ τ. 63-64, Απρίλης – Μάης 1987)
↧
Ιωάννης Βουλπιώτης: Ο Ελληνας που συμπάθησε ο Χίτλερ
Αντάλλαξε χειραψία με τον Αδόλφο Χίτλερ, αλλά «ήταν απλώς δουλειά». Εκπροσώπησε τη Siemens στην Ελλάδα πριν από το 1940. Κυκλοφορούσε με μαύρο, πλατύγυρο καπέλο και χρυσή ταμπακιέρα στην κατοχική Ελλάδα. Εμπνεύστηκε την ιδέα των Ταγμάτων Ασφαλείας. Συνεργάστηκε με τον κατακτητή, αλλά, σύμφωνα με μαρτυρίες, έσωσε κόσμο από το εκτελεστικό απόσπασμα. Το ΒΗmagazino ερευνά την περιπετειώδη ζωή του Ιωάννη Βουλπιώτη.
«Εφθάσαμεν να συζητάμε με τον Βουλπιώτη. Δεν έχομεν τώρα παρά να καλέσωμεν και τα Ες Ες». Είναι 24 Νοεμβρίου 1954 και ενώ η ελληνική Βουλή περιδινείται στην κόντρα Παπάγου - Μαρκεζίνη, με αφορμή την ανάθεση του εκσυγχρονισμού του ΟΤΕ και των τηλεπικοινωνιών στη γερμανική Siemens, ο πρώην υπουργός Αλέξανδρος Καραθόδωρος δίνει το στίγμα ενός εκ των αφανών πρωταγωνιστών της υπόθεσης. Ο γερμανοτραφής Ιωάννης Βουλπιώτης είναι γνωστός από τα παλιά. Τα κατοχικά «αμαρτήματά» του μπορεί να παραγράφηκαν, αλλά δεν ξεχάστηκαν.
Ο άγνωστος στους περισσότερους Ιωάννης Βουλπιώτης ήταν μια «φαιά εξοχότης» που περιδιάβασε με μαύρο, πλατύγυρο καπέλο και χρυσή ταμπακιέρα την κατοχική Ελλάδα. Και ενώ αθωώθηκε παμψηφεί από τα μετακατοχικά δικαστήρια των δωσίλογων, μέχρι τον θάνατό του (ημέρα του επικού σεισμού του ’99) δεν αποτίναξε τη ρετσινιά του «συνοδοιπόρου των κατακτητών». Πρόσφατα, η κόρη του (από τον δεύτερο γάμο του με την Ελεν Ευγενίδη), Ιζαμπέλλα Παλάσκα, αποτόλμησε να αναμοχλεύσει τη ζοφερή ιστορία του με ένα ιστορικό μυθιστόρημα, υπό τον τίτλο «Aγγελος ή δαίμονας – Ο αμφιλεγόμενος πατέρας μου...» (εκδ. Λιβάνη). Στόχος της, όπως τονίζει στο BHmagazino, ήταν η αποδαιμονοποίηση του πατρός της. Η ίδια δεν τον γνώρισε παρά μόνο ως ενήλικη: «Στην παιδική μου ηλικία, ήταν απών, άλλωστε πήρε διαζύγιο από τη μητέρα μου όταν ήμουν δυόμισι ετών. Επομένως, η σχέση μου μαζί του ήταν σχέση έλλειψης. Δεν τον γνώρισα πραγματικά παρά πολύ αργότερα, όταν άρχισε να μου αφηγείται ιστορίες από τη ζωή του στους μακρινούς περιπάτους που κάναμε στον Εθνικό Κήπο. Κάτω από τα ψυχρά, γαλάζια μάτια του κρυβόταν ένας ευαίσθητος άνθρωπος. Και νομίζω ότι πέθανε με τον καημό ότι δεν του αναγνωρίστηκαν αυτά που είχε προσφέρει». Η κυρία Παλάσκα επιζητεί να αφηγηθεί με ψυχραιμία τα γεγονότα, παρά το κουκούλι που αναπόφευκτα εξυφαίνει η στενή τους συγγένεια: «Για ένα πράγμα είμαι πεπεισμένη. Οτι ο πατέρας μου είχε μια ακεραιότητα. Οτι δεν πρόδωσε».
Με τις αδιαμφισβήτητες ικανότητές του, ο «χερ ντόκτορ Βουλπιώτης» ανέβηκε πολύ γρήγορα όλη την κλίμακα της ιεραρχίας και, προτού συμπληρώσει τα 25 χρόνια του, ανέλαβε το ερευνητικό τμήμα της εταιρείας. Πολύ σύντομα, ο Καρλ Φρίντριχ Ζίμενς του παραδίδει την κόρη του, Χέρτα, στο μικρό παρεκκλήσι δίπλα από το μέγαρο της δυναστείας. Είναι ίσως η πρώτη φορά που ένας Ελληνας γίνεται «ισότιμο μέλος σε μια οικογένεια γερμανών βιομηχάνων». Λίγο μετά τη γέννηση της θυγατρός τους Αννίτας, ο πανίσχυρος πλέον Βουλπιώτης αναλαμβάνει πληρεξούσιος του ομίλου Siemens και εκτός Ευρώπης.
Ο γάμος με τη Χέρτα δεν θα κρατήσει πολύ, πρωτίστως εξαιτίας της εύθραυστης ψυχικής υγείας της, αλλά οι αδιαμφισβήτητες ικανότητές του θα διατηρήσουν ανέπαφη την «εκλεκτική συγγένεια» με τον όμιλο Siemens. Θα ακολουθήσει ο γάμος του με την καλλονή Ελεν Ευγενίδη (της γνωστής οικογενείας της Θεσσαλονίκης), με την οποία θα αποκτήσει δύο ακόμη κόρες, την Αλέξια και την (προαναφερθείσα) Ιζαμπέλλα. Ο Βουλπιώτης με το παγωμένο βλέμμα ασκεί σαγήνη στο γυναικείο φύλο. Στις δεξιώσεις, όπου καταφθάνει με τη βαθυκόκκινη Πακάρ του, κάποιοι τον θυμούνται να αγορεύει με πομπώδες ύφος μπροστά σε ένα πολυπληθές «τρυφερό» μπουκέτο. Η τρίτη σύζυγός του είναι η γνωστή στην παλιά αθηναϊκή κοινωνία Ζανέτ Καραϊωσηφόγλου.
O Βουλπιώτης, με τη διπλή υπηκοότητα και την τεράστια πλέον περιουσία, θα επιστρέψει στην Αθήνα, εκπροσωπώντας πάντα το γνωστό γερμανικό συγκρότημα έναντι του ελληνικού Δημοσίου. Τη δεκαετία του ’30 χειρίζεται, μεταξύ άλλων, τις προμήθειες των τηλεφωνικών κέντρων και των ραδιοφωνικών εγκαταστάσεων και βάζει τα θεμέλια της Ανώνυμης Ελληνικής Τηλεφωνικής Εταιρείας ( ΑΕΤΕ), προδρόμου του ΟΤΕ και της Ανώνυμης Ελληνικής Ραδιοφωνικής Εταιρείας (ΑΕΡΕ), προδρόμου του ΕΙΡ. Λίγοι γνωρίζουν ότι είναι ο νονός της περίφημης «θείας Λένας» (Αντιγόνη Μεταξά-Κροντηρά), κατά το «θεία Μπέρτα» του γερμανικού ραδιοφώνου. Εχει διασυνδέσεις παντού, ξέρει να κινεί υπογείως τα νήματα και συνδιαλέγεται αβίαστα με τους πάντες (ακόμη και με τον πάντα επιφυλακτικό μαζί του Ιωάννη Μεταξά). «Δι’ αυτόν, τα πλέον απροσπέλαστα και πολυάσχολα γραφεία ήσαν περισσότερο προσιτά από τα καφενεία της Ομονοίας» γράφει μεταγενέστερα η εφημερίδα «Ελευθερία». Ενα στυγνό επιχειρηματικό δαιμόνιο τον καθοδηγεί στις συνδιαλλαγές του με τις ελληνικές κυβερνήσεις, τις οποίες είναι πάντα έτοιμος να δελεάσει με ένα δωράκι, «συμβολικού χαρακτήρα», όπως, για παράδειγμα, ένα ασυνήθιστο μοντέλο τηλεφωνικής συσκευής.
Ηδη προπολεμικά ο γενικός πληρεξούσιος της Siemens και της θυγατρικής Τelefunken αναδεικνύεται σε επίλεκτο μέλος της «γερμανόφιλης ελίτ» που ελέγχει την οικονομική ζωή της Ελλάδος. Οπως αναφέρει ο Σόλων Νεοκ. Γρηγοριάδης στον δεύτερο τόμο της Ιστορίας της Ελλάδος (εκδ. Polaris): «Πριν από τον πόλεμο η Ελλάδα, όπως και όλες οι βαλκανικές χώρες, είχε τυλιχτεί στα εμπορικά δίχτυα του Γ΄ Ράιχ. Σαν κολοσσιαίος πολύποδας, η γιγάντια γερμανική αγορά απορροφούσε την παραγωγή μας και το γερμανικό ‘κλήρινγκ’ αποτελούσε τη βασική αρτηρία του εξωτερικού μας εμπορίου... Το αποτέλεσμα, βέβαια, ήταν τα συμφέροντα ευρέων καπιταλιστικών στρωμάτων και να συνδεθούν στενά με τα γερμανικά... Και όταν ήρθε η Κατοχή, υπήρχε έτοιμη η υποδομή για ευρεία συνεργασία των δύο οικονομιών». Η Ιζαμπέλλα Παλάσκα περιγράφει το ισχυρό σοκ που υπέστη όταν πληροφορήθηκε ότι ο πατέρας της είχε ανταλλάξει προπολεμικά θερμή χειραψία με τον Αδόλφο Χίτλερ. «Δεν μπορείς να καταλάβεις» της είπε εκείνος. «Για μένα ήταν δουλειά».
Η συνάντηση έλαβε χώρα λίγους μήνες αφότου χαριτόβρυτες ελληνίδες παρθένες άναψαν στον ιερό περίβολο της Αλτεως στην Ολυμπία τη φλόγα των χιτλερικών Ολυμπιακών Αγώνων του ’36. Οπως σημειώνει ο ιστορικός Δημοσθένης Κούκουνας, ο οποίος έχει ερευνήσει σε βάθος την υπόθεση Βουλπιώτη (και βοήθησε την κόρη του στην ιστορική έρευνα του βιβλίου της): «Γνώρισε τον Χίτλερ σε μια πολιτιστική ελληνική αποστολή με επικεφαλής τον καθηγητή Ν. Λούβαρη, στο πλαίσιο της οποίας το Λύκειο των Ελληνίδων πήρε μέρος σε ένα φεστιβάλ εθνικών χορών στο Αμβούργο. Ο Βουλπιώτης και η Siemens είναι ένα είδος χορηγού (έχει “σπονσοράρει” και άλλες τέτοιες “φιλελληνικές” δράσεις στη Γερμανία). Ο Χίτλερ εντυπωσιάζεται από τον πολυπράγμονα Βουλπιώτη και τις πρωτοποριακές τεχνολογικές γνώσεις του. Του ζητάει, μάλιστα, να του καταθέσει μια έκθεση για την αξιοποίηση της τηλεόρασης ως μέσο επιρροής σε άλλες χώρες».
Λίγα χρόνια αργότερα, ο Βουλπιώτης έχει πλήρη επίγνωση ότι τις σειρήνες που διασαλπίζουν στην Αθήνα την έναρξη του πολέμου τις είχε πουλήσει ο ίδιος.
Ο Βουλπιώτης δεν θα κρύψει ποτέ τη γερμανοφιλία του, μόνο τα κίνητρά της, που, όπως και για πολλούς άλλους, παραμένουν μέχρι σήμερα μάλλον ομιχλώδη. «Τελικά, είναι κάποιος γερμανόφιλος επειδή πιστεύει ιδεολογικά στο εθνικοσοσιαλιστικό θαύμα, επειδή συνδέει τα συμφέροντά του με τους Γερμανούς, ή γιατί μπορεί με αυτόν τον τρόπο να ξεκλειδώσει τις πόρτες των γερμανικών γραφείων, κάνοντας ενδεχομένως “παθητική αντίσταση”;» διερωτάται ο κ. Δορδανάς.
Οι άλλοι γερμανοί φίλοι μας
Μετά το τέλος του πολέμου, οι Σύμμαχοι κατάσχεσαν και λεηλάτησαν ανηλεώς τα έργα στα τρία ατελιέ του «καλλιτέχνη της ομορφιάς, της συγχορδίας του σώματος, του πνεύματος και της ψυχής» (όπως περιέγραφε εαυτόν), ενώ ο ίδιος ο Μπρέκερ πάλευε ισοβίως με το στίγμα του ναζιστή (σημειωτέον ότι ο Στάλιν τού έκανε μια σοβαρή πρόταση να αποκτήσει ένα μεγάλο κρατικό ατελιέ στη Σοβιετική Ενωση, αλλά εκείνος αρνήθηκε). Η σύντροφός του, Δήμητρα, σκοτώθηκε το 1956 σε αυτοκινητικό δυστύχημα.
Στις γνωριμίες του γενικού πληρεξούσιου της Siemens στην Ελλάδα συγκαταλέγονται ακόμη ο «φιλέλληνας» πρεσβευτής (ως το φθινόπωρο του 1943) του Γ΄ Ράιχ στην Αθήνα, Γκύντερ Αλτενμπουργκ, αλλά και ο δαιμόνιος ναύαρχος Χανς Βίλχελμ Κανάρις, επικεφαλής της Διεύθυνσης Κατασκοπείας και Αντικατασκοπείας του Γ΄ Ράιχ (προς το τέλος του πολέμου έπεσε σε δυσμένεια και απαγχονίστηκε από τους εναπομείναντες Ναζί με την κατηγορία της προδοσίας), «γεγονός που αυτόματα τον καθιστούσε ύποπτο (σ.σ.: τον Βουλπιώτη) για κατασκοπευτική δράση στην Ελλάδα» (από το βιβλίο του Δ. Κούκουνα «Η ελληνική οικονομία κατά την Κατοχή», εκδ. Ερωδιός). Επίσης, στο κατοχικό ραδιόφωνο συνεργάζεται, μεταξύ άλλων, με τη χιτλερική ως το κόκαλο δημοσιογράφο Σίτσα Καραϊσκάκη (είχε διατελέσει και προσωπική βοηθός του Γιόζεφ Γκέμπελς), επικεφαλής της γερμανικής προπαγάνδας. Αναφέρουμε ενδεικτικά μερικά από τα θέματα των ομιλιών που μεταδόθηκαν επί των ημερών της: «Η Δήλος ως συνδετικός κρίκος από Βορρά εις Νότον», «Πώς μιλούν οι ξένες φοιτήτριες για τη Γερμανία» και «Ο μπολσεβικικός χαμαιλέων». Η Καραϊσκάκη μεταπολεμικά καταδικάστηκε εις θάνατον για προπαγάνδα υπέρ των κατακτητών, διέφυγε, όμως, στη Γερμανία και τελικώς αμνηστεύθηκε.
Ο ιθύνων νους των Ταγμάτων Ασφαλείας
Ο Βουλπιώτης θα παραδεχτεί ότι ήταν εκείνος που εισηγήθηκε την ιδέα για τα κατοχικά Τάγματα Ασφαλείας (με την υποστήριξη των Ιωάννη Ράλλη, Θεόδωρου Πάγκαλου και Στυλιανού Γονατά). Πρόκειται για τους ένοπλους σχηματισμούς (οι διαβόητοι «γερμανοτσολιάδες» με τη χακί φουστανέλα και τα γερμανικά άρβυλα) που συγκροτούνται το 1943-44 με τις ευλογίες των Γερμανών για την αντιμετώπιση του «ξενοκίνητου», κομμουνιστικού κινδύνου που αντιπροσωπεύει ο ΕΛΑΣ. «Αγαπητέ μου, η ιδέα για τη δημιουργία των Ταγμάτων Ασφαλείας στηριζόταν αποκλειστικά και μόνο στην προσπάθεια του αστικού καθεστώτος, δηλαδή στη μη κομμουνιστικοποίηση της Ελλάδας, όταν κάποια στιγμή θα απελευθερωνόταν από τους κατακτητές» είχε δηλώσει ο Βουλπιώτης στον Δημοσθένη Κούκουνα, σε μία από τις πρώτες κατ’ ιδίαν συζητήσεις τους, πριν από 40 χρόνια. «Πράγματι, έγιναν παρεκτροπές και ακόμη, θα έλεγα, εγκληματικές πράξεις. Τέτοια, όμως, έγιναν και από την άλλη πλευρά, μάλιστα κατά κόρον, με τις δολοφονίες αθώων πολιτών. Ποιος μπορεί να έχει αντίρρηση ότι με τα Τάγματα Ασφαλείας δεν διασώσαμε το αστικό καθεστώς και δεν αφήσαμε την Ελλάδα να γίνει στάχτη;».
Αξίζει να σημειωθεί ότι αυτό ακριβώς το επιχείρημα – την προστασία του αστικού καθεστώτος απέναντι στον αντεθνικό ΕΛΑΣ, για να μη γίνει η Ελλάδα Σοβιετική Ενωση – επικαλούνταν στις συνομιλίες του με τους Γερμανούς ο κατοχικός πρωθυπουργός Ιωάννης Ράλλης. «Τα Τάγματα Ασφαλείας δεν είναι μια ελληνική ιδιαιτερότητα» υπογραμμίζει ο κ. Δορδανάς. «Η συνεργασία με τους κατακτημένους ή με τμήματα των κατακτημένων ήταν ένα ευρωπαϊκό φαινόμενο, το οποίο, μετά τον πόλεμο, όλες οι ευρωπαϊκές κοινωνίες φρόντισαν να κρύψουν επιμελώς κάτω από το χαλάκι της Ιστορίας τους. Παραγνωρίζουμε συχνά τον ρόλο των Γερμανών σε αυτό το ζήτημα. Οταν η αντίσταση αρχίζει να προσλαμβάνει διαστάσεις μη ελεγχόμενες από τους κατακτητές, οι Γερμανοί ρίχνουν νερό στον μύλο των εθνικών διαιρέσεων και ρηγματώσεων, στρέφοντας εθνικόφρονες εναντίον κομμουνιστών, επισείοντας τον κίνδυνο η Ελλάδα να περιπέσει, μετά την αποχώρηση των κατακτητών, στον έλεγχο των Σοβιετικών (παρ’ ότι εμείς γνωρίζουμε από τον Οκτώβριο του ’44, με τη «Συμφωνία των ποσοστών ότι κάτι τέτοιο δεν υφίσταται). Ολα αυτά, βέβαια, όπως γράφουν οι Γερμανοί της εποχής εκείνης, “για να εξοικονομηθεί πολύτιμο γερμανικό αίμα”».
Οταν πλέον άρχισε να διαφαίνεται η έκβαση του πολέμου, ο Βουλπιώτης κατηγορήθηκε για επίμονο φλερτ με την Αντίσταση. Η ανάμειξή του στον ΕΔΕΣ (Εθνικό Δημοκρατικό Ελληνικό Σύνδεσμο) είναι μια ακόμη πτυχή αυτού του αμφιλεγόμενου «κομπά» (εκ του collaborateur), ο οποίος μάλιστα έχει προσλάβει ιδιαιτέρα γραμματέα του στην ΑΕΡΕ τη σύζυγο του ιδρυτή της οργάνωσης Ναπολέοντα Ζέρβα! Αναφέρουμε ενδεικτικά ένα κρυπτογραφημένο μήνυμα άγγλου πράκτορος στην Αθήνα (αποκλειστικότητα του «Ριζοσπάστη», την 11η Νοεμβρίου 1945): «Τώρα που ο Βουλπιώτης βλέπει πώς θα νικήσουν οι Σύμμαχοι, άρχισε τις ερωτοτροπίες με διάφορες οργανώσεις της αντίστασης... Σύμφωνα με όσα λέει ο Βαλασσάκης, βρίσκεται σε στενή επαφή με τον ΕΔΕΣ της Αθήνας και μάλιστα τον χρηματοδοτεί».
Αθωώθηκε τελεσίδικα από όλα τα δικαστήρια των δωσιλόγων, καθώς δεκάδες μάρτυρες υπεράσπισης έσπευσαν να καταθέσουν ότι ο Βουλπιώτης τούς έσωσε από το απόσπασμα. «Και όχι μάρτυρες τυχαίοι, αλλά προσωπικότητες με αποδεδειγμένη αντιστασιακή δράση» υπογραμμίζει ο κ. Κούκουνας. «Οπως μου είχε αφηγηθεί ο ίδιος, είχε σώσει, μεταξύ άλλων, και τον Αδωνι (Αντό) Κύρου, ο οποίος είχε κατηγορηθεί ως ηθικός αυτουργός στη δολοφονία από τον ΕΛΑΣ του Κίτσου Μαλτέζου Μακρυγιάννη (σ.σ.: γόνου μεγαλοαστικής οικογενείας, αρχικά στρατευμένου με την ΕΟΝ του Μεταξά, που κατά τη διάρκεια της Κατοχής πέρασε στην Αριστερά για να ενταχθεί στη συνέχεια στην ένοπλη αντιστασιακή οργάνωση ΡΑΝ που δεν ελέγχεται από τον ΕΛΑΣ). Με τη μεσολάβηση του Βουλπιώτη, ο Αδωνις Κύρου (που διώκεται είτε από την Ειδική Ασφάλεια του κατοχικού κράτους είτε από τους Γερμανούς) καταφεύγει στην κατεχόμενη Γαλλία, όπου θα διαπρέψει ως σκηνοθέτης». Οπως υπογραμμίζει η Ιζαμπέλλα Παλάσκα, στο προσωπικό αρχείο του πατρός της, που έχει περιέλθει στην κατοχή της, βρέθηκαν πάνω από 1.500 ευχαριστήριες επιστολές ανθρώπων που διασώθηκαν από τον Βουλπιώτη κατά τη διάρκεια του πολέμου. Αναφέρουμε ενδεικτικά χαρακτηριστικό απόσπασμα μιας εξ αυτών, από έναν ευγνώμονα αθηναίο δικηγόρο: «Αγαπητέ μου κύριε Βουλπιώτη... Είχα από τη γνωριμία σας και την απέναντί μου στάσις σας την ευχάριστη και σπάνια αίσθηση που έχει κανείς όταν συναντάει κάποιον με το τριπλό γνώρισμα του Ελληνος, του ανδρός και του ανθρώπου... Ούτε με τον Αλτενμπουργκ φύγατε ούτε με κανέναν άλλον, ούτε και κρυφτήκατε. Παρά μείνατε σπίτι σας, και σας έπιασαν κάποιοι ηλίθιοι πατριδοκάπηλοι...».
Οπως σημειώνει στο BΗmagazino ο κ. Δορδανάς: «Δεν πρέπει να παραβλέψουμε ότι τη μεταπολεμική περίοδο, αμέσως μετά την Απελευθέρωση, στήνεται μια απίστευτη βιομηχανία παραγωγής βεβαιώσεων. Ο καθένας αγωνίζεται να γεμίσει τον φάκελό του προσκομίζοντας οτιδήποτε μπορεί να ελαφρύνει τη θέση του, όχι μόνο για τον βίο και την πολιτεία του στην περίοδο της Κατοχής, αλλά και την προπολεμική περίοδο. Βλέπει κανείς και βεβαιώσεις για συμμετοχή στον Μακεδονικό Αγώνα! Αλίμονο αν ένας ισχυρός παράγοντας, όπως ο Βουλπιώτης, δεν είχε μες στη δικογραφία του βεβαιώσεις και γράμματα ανθρώπων που διέσωσε την περίοδο της Κατοχής! Τα ίδια γράμματα και τις ίδιες βεβαιώσεις είχαν άνθρωποι, οι οποίοι όχι μόνο συνεργάστηκαν με τους κατακτητές, αλλά δύσκολα τους διαχωρίζεις από τους Γερμανούς».
Τελικά, τι ήταν ο Βουλπιώτης, ένας Σίντλερ ή ένας Κουίσλινγκ (σ.σ.: ο αρχηγός του νορβηγικού φασιστικού κόμματος που συμπράττει με τους κατακτητές); Οπως για χιλιάδες άλλες αμφιλεγόμενες περιπτώσεις, η Ιστορία δείχνει μάλλον δύσθυμη ως προς την ετυμηγορία της. Η μεταπολεμική αποκατάσταση πολλών από αυτούς θα είναι αποτέλεσμα πολιτικής επιλογής. Η ελληνική κοινωνία οφείλει να ξανακολλήσει τα κομμάτια της και να συνεχίσει.
Ο Παπακωνσταντίνου ήθελε να παραιτηθεί ώστε να μπορεί να ασκήσει στον Βουλπιώτη ποινική δίωξη για συκοφαντία. Η υπόθεση κατέληξε τον Σεπτέμβριο του ’55 σε μια θυελλώδη δίκη. Οπως αποκαλύφθηκε, ο Βουλπιώτης αξίωνε να τον προσλάβουν στον ΟΤΕ ως τεχνικό σύμβουλο για δέκα χρόνια με αμοιβή 1 εκατομμύριο δολάρια, ενώ ο Παπακωνσταντίνου είχε αντιπροτείνει τα πέντε χρόνια, με αμοιβή 240.000 δολάρια. Η ατμόσφαιρα μέσα στην αίθουσα του δικαστηρίου έγινε επανειλημμένως εκρηκτική, με τον κορίνθιο υφυπουργό να δηλώνει, μεταξύ άλλων, ότι «Ο Βουλπιώτης δεν έχει εννοήσει ότι ετελείωσε η Κατοχή εις την Ελλάδα» και ότι «αποπειράθηκε να με δολοφονήσει ηθικώς». Κατά την απολογία του, ο εκπρόσωπος της Siemens δηλώνει ότι δεν είχε πρόθεση να δυσφημήσει τον Παπακωνσταντίνου. Καταδικάστηκε (για πρώτη φορά) σε 12 μήνες φυλάκιση, αλλά εξέτισε τους εννέα. Εν συνεχεία, εγκατέλειψε για μία δεκαετία την Ελλάδα. Μετά την επιστροφή του, επέλεξε να ζήσει στην αφάνεια.
Μέχρι σήμερα δεν έχουν φωτιστεί όλες οι σκιές πίσω από κατοχικό success story του Ιωάννη Βουλπιώτη, για παράδειγμα οι παρασκηνιακοί πολιτικοί ελιγμοί του, οι υποψίες για κατασκοπευτική δράση, οι σχέσεις του με τον ΕΔΕΣ. Αξίζει, πάντως, να σημειωθεί ότι ο γερμανοτραφής επιχειρηματίας, που λάτρευε τον Βάγκνερ και την κλασική αρχαιότητα, είναι μία από τις πλείστες ανεξερεύνητες προσωπικότητες της κατοχικής Ελλάδας (δεδομένου ότι έχουν γραφτεί ελάχιστα ακόμη και για σημαίνοντα μέλη των κατοχικών κυβερνήσεων). Το βιβλίο της Ιζαμπέλλας Παλάσκα είναι, αν μη τι άλλο, ένα μικρό βήμα προς την αναμόχλευση μιας αυτολογοκριμένης εθνικής μνήμης.
*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 14 Απριλίου
Ο άγνωστος στους περισσότερους Ιωάννης Βουλπιώτης ήταν μια «φαιά εξοχότης» που περιδιάβασε με μαύρο, πλατύγυρο καπέλο και χρυσή ταμπακιέρα την κατοχική Ελλάδα. Και ενώ αθωώθηκε παμψηφεί από τα μετακατοχικά δικαστήρια των δωσίλογων, μέχρι τον θάνατό του (ημέρα του επικού σεισμού του ’99) δεν αποτίναξε τη ρετσινιά του «συνοδοιπόρου των κατακτητών». Πρόσφατα, η κόρη του (από τον δεύτερο γάμο του με την Ελεν Ευγενίδη), Ιζαμπέλλα Παλάσκα, αποτόλμησε να αναμοχλεύσει τη ζοφερή ιστορία του με ένα ιστορικό μυθιστόρημα, υπό τον τίτλο «Aγγελος ή δαίμονας – Ο αμφιλεγόμενος πατέρας μου...» (εκδ. Λιβάνη). Στόχος της, όπως τονίζει στο BHmagazino, ήταν η αποδαιμονοποίηση του πατρός της. Η ίδια δεν τον γνώρισε παρά μόνο ως ενήλικη: «Στην παιδική μου ηλικία, ήταν απών, άλλωστε πήρε διαζύγιο από τη μητέρα μου όταν ήμουν δυόμισι ετών. Επομένως, η σχέση μου μαζί του ήταν σχέση έλλειψης. Δεν τον γνώρισα πραγματικά παρά πολύ αργότερα, όταν άρχισε να μου αφηγείται ιστορίες από τη ζωή του στους μακρινούς περιπάτους που κάναμε στον Εθνικό Κήπο. Κάτω από τα ψυχρά, γαλάζια μάτια του κρυβόταν ένας ευαίσθητος άνθρωπος. Και νομίζω ότι πέθανε με τον καημό ότι δεν του αναγνωρίστηκαν αυτά που είχε προσφέρει». Η κυρία Παλάσκα επιζητεί να αφηγηθεί με ψυχραιμία τα γεγονότα, παρά το κουκούλι που αναπόφευκτα εξυφαίνει η στενή τους συγγένεια: «Για ένα πράγμα είμαι πεπεισμένη. Οτι ο πατέρας μου είχε μια ακεραιότητα. Οτι δεν πρόδωσε».
O σώγαμπρος της Siemens
O Ιωάννης Βουλπιώτης γεννήθηκε το 1902. Πατέρας του ο Κωνσταντίνος Βουλπιώτης, πρότυπο αξιωματικού, με σπουδές στη Στρατιωτική Ακαδημία του Πότσνταμ, και μητέρα του η αυταρχική Θαλία Αγγελοπούλου-Αθανάτου (γόνος της παλιάς αθηναϊκής οικογένειας των νομικών που εξέδιδαν το περιοδικό «Θέμις»), η οποία επιθυμεί διακαώς να του προσφέρει την παιδεία που θα αναδείξει το εξαιρετικά φιλόδοξο πνεύμα του. Ο γυμνασιάρχης και μέντοράς του Δημήτρης Γληνός (κατά τη διάρκεια της Κατοχής θα λάβει χώρα η ανορθόδοξη επαναπροσέγγισή τους) τον θεωρεί ιδιοφυή και τον ωθεί να σπουδάσει φιλοσοφία στη Γερμανία. Ο Βουλπιώτης θα μπει στο αμφιθέατρο να παρακολουθήσει μαθήματα ψυχολογίας από τον Καρλ Γιουνγκ, αλλά στρέφεται τελικώς στη, σχεδόν άγνωστη τότε, ηλεκτρονική μηχανολογία. Δεν θα αργήσει να προσληφθεί, νεότατος, στην αυτοκρατορία της Siemens.Με τις αδιαμφισβήτητες ικανότητές του, ο «χερ ντόκτορ Βουλπιώτης» ανέβηκε πολύ γρήγορα όλη την κλίμακα της ιεραρχίας και, προτού συμπληρώσει τα 25 χρόνια του, ανέλαβε το ερευνητικό τμήμα της εταιρείας. Πολύ σύντομα, ο Καρλ Φρίντριχ Ζίμενς του παραδίδει την κόρη του, Χέρτα, στο μικρό παρεκκλήσι δίπλα από το μέγαρο της δυναστείας. Είναι ίσως η πρώτη φορά που ένας Ελληνας γίνεται «ισότιμο μέλος σε μια οικογένεια γερμανών βιομηχάνων». Λίγο μετά τη γέννηση της θυγατρός τους Αννίτας, ο πανίσχυρος πλέον Βουλπιώτης αναλαμβάνει πληρεξούσιος του ομίλου Siemens και εκτός Ευρώπης.
Ο γάμος με τη Χέρτα δεν θα κρατήσει πολύ, πρωτίστως εξαιτίας της εύθραυστης ψυχικής υγείας της, αλλά οι αδιαμφισβήτητες ικανότητές του θα διατηρήσουν ανέπαφη την «εκλεκτική συγγένεια» με τον όμιλο Siemens. Θα ακολουθήσει ο γάμος του με την καλλονή Ελεν Ευγενίδη (της γνωστής οικογενείας της Θεσσαλονίκης), με την οποία θα αποκτήσει δύο ακόμη κόρες, την Αλέξια και την (προαναφερθείσα) Ιζαμπέλλα. Ο Βουλπιώτης με το παγωμένο βλέμμα ασκεί σαγήνη στο γυναικείο φύλο. Στις δεξιώσεις, όπου καταφθάνει με τη βαθυκόκκινη Πακάρ του, κάποιοι τον θυμούνται να αγορεύει με πομπώδες ύφος μπροστά σε ένα πολυπληθές «τρυφερό» μπουκέτο. Η τρίτη σύζυγός του είναι η γνωστή στην παλιά αθηναϊκή κοινωνία Ζανέτ Καραϊωσηφόγλου.
O Βουλπιώτης, με τη διπλή υπηκοότητα και την τεράστια πλέον περιουσία, θα επιστρέψει στην Αθήνα, εκπροσωπώντας πάντα το γνωστό γερμανικό συγκρότημα έναντι του ελληνικού Δημοσίου. Τη δεκαετία του ’30 χειρίζεται, μεταξύ άλλων, τις προμήθειες των τηλεφωνικών κέντρων και των ραδιοφωνικών εγκαταστάσεων και βάζει τα θεμέλια της Ανώνυμης Ελληνικής Τηλεφωνικής Εταιρείας ( ΑΕΤΕ), προδρόμου του ΟΤΕ και της Ανώνυμης Ελληνικής Ραδιοφωνικής Εταιρείας (ΑΕΡΕ), προδρόμου του ΕΙΡ. Λίγοι γνωρίζουν ότι είναι ο νονός της περίφημης «θείας Λένας» (Αντιγόνη Μεταξά-Κροντηρά), κατά το «θεία Μπέρτα» του γερμανικού ραδιοφώνου. Εχει διασυνδέσεις παντού, ξέρει να κινεί υπογείως τα νήματα και συνδιαλέγεται αβίαστα με τους πάντες (ακόμη και με τον πάντα επιφυλακτικό μαζί του Ιωάννη Μεταξά). «Δι’ αυτόν, τα πλέον απροσπέλαστα και πολυάσχολα γραφεία ήσαν περισσότερο προσιτά από τα καφενεία της Ομονοίας» γράφει μεταγενέστερα η εφημερίδα «Ελευθερία». Ενα στυγνό επιχειρηματικό δαιμόνιο τον καθοδηγεί στις συνδιαλλαγές του με τις ελληνικές κυβερνήσεις, τις οποίες είναι πάντα έτοιμος να δελεάσει με ένα δωράκι, «συμβολικού χαρακτήρα», όπως, για παράδειγμα, ένα ασυνήθιστο μοντέλο τηλεφωνικής συσκευής.
Ηδη προπολεμικά ο γενικός πληρεξούσιος της Siemens και της θυγατρικής Τelefunken αναδεικνύεται σε επίλεκτο μέλος της «γερμανόφιλης ελίτ» που ελέγχει την οικονομική ζωή της Ελλάδος. Οπως αναφέρει ο Σόλων Νεοκ. Γρηγοριάδης στον δεύτερο τόμο της Ιστορίας της Ελλάδος (εκδ. Polaris): «Πριν από τον πόλεμο η Ελλάδα, όπως και όλες οι βαλκανικές χώρες, είχε τυλιχτεί στα εμπορικά δίχτυα του Γ΄ Ράιχ. Σαν κολοσσιαίος πολύποδας, η γιγάντια γερμανική αγορά απορροφούσε την παραγωγή μας και το γερμανικό ‘κλήρινγκ’ αποτελούσε τη βασική αρτηρία του εξωτερικού μας εμπορίου... Το αποτέλεσμα, βέβαια, ήταν τα συμφέροντα ευρέων καπιταλιστικών στρωμάτων και να συνδεθούν στενά με τα γερμανικά... Και όταν ήρθε η Κατοχή, υπήρχε έτοιμη η υποδομή για ευρεία συνεργασία των δύο οικονομιών». Η Ιζαμπέλλα Παλάσκα περιγράφει το ισχυρό σοκ που υπέστη όταν πληροφορήθηκε ότι ο πατέρας της είχε ανταλλάξει προπολεμικά θερμή χειραψία με τον Αδόλφο Χίτλερ. «Δεν μπορείς να καταλάβεις» της είπε εκείνος. «Για μένα ήταν δουλειά».
Η συνάντηση έλαβε χώρα λίγους μήνες αφότου χαριτόβρυτες ελληνίδες παρθένες άναψαν στον ιερό περίβολο της Αλτεως στην Ολυμπία τη φλόγα των χιτλερικών Ολυμπιακών Αγώνων του ’36. Οπως σημειώνει ο ιστορικός Δημοσθένης Κούκουνας, ο οποίος έχει ερευνήσει σε βάθος την υπόθεση Βουλπιώτη (και βοήθησε την κόρη του στην ιστορική έρευνα του βιβλίου της): «Γνώρισε τον Χίτλερ σε μια πολιτιστική ελληνική αποστολή με επικεφαλής τον καθηγητή Ν. Λούβαρη, στο πλαίσιο της οποίας το Λύκειο των Ελληνίδων πήρε μέρος σε ένα φεστιβάλ εθνικών χορών στο Αμβούργο. Ο Βουλπιώτης και η Siemens είναι ένα είδος χορηγού (έχει “σπονσοράρει” και άλλες τέτοιες “φιλελληνικές” δράσεις στη Γερμανία). Ο Χίτλερ εντυπωσιάζεται από τον πολυπράγμονα Βουλπιώτη και τις πρωτοποριακές τεχνολογικές γνώσεις του. Του ζητάει, μάλιστα, να του καταθέσει μια έκθεση για την αξιοποίηση της τηλεόρασης ως μέσο επιρροής σε άλλες χώρες».
Λίγα χρόνια αργότερα, ο Βουλπιώτης έχει πλήρη επίγνωση ότι τις σειρήνες που διασαλπίζουν στην Αθήνα την έναρξη του πολέμου τις είχε πουλήσει ο ίδιος.
Γλυκές νύχτες στο γερμανοφιλικό λόμπι
Καθ’ όλη τη διάρκεια της Κατοχής, ο Ιωάννης Βουλπιώτης εμφανίζεται ως ο πλέον προνομιακός συνομιλητής των Γερμανών ενώ, έπειτα από προσωπική διαταγή του ίδιου του Φύρερ, απολαμβάνει ένα ιδιότυπο καθεστώς ασυλίας. Εξυπακούεται ότι έχει «μεσολαβήσει» ο πρώην πεθερός του, Φον Ζίμενς, ο οποίος είναι αποφασισμένος να προστατεύσει την εγγονή του, Αννίτα, που ζει στην κατεχόμενη Ελλάδα με τον πατέρα της και τη δεύτερη σύζυγό του Ελεν (ένα καλά φυλαγμένο μυστικό ως το τέλος του πολέμου, για να μην πέσει η μικρή θύμα απαγωγής των συμμαχικών μυστικών υπηρεσιών ή του ΕΑΜ). «Παρ’ όλα αυτά, όλη εκείνη την περίοδο δεν έχει καμία οικονομική συνεργασία» υπογραμμίζει ο κ. Κούκουνας. «Μάλιστα, παρ’ ότι του ζητήθηκε επανειλημμένως να αναλάβει πρόεδρος σε διοικητικά συμβούλια τραπεζών και υπουργικά αξιώματα, αρνήθηκε. Στην πραγματικότητα, μόνη δραστηριότητά του αυτή την περίοδο είναι η θέση του γενικού διευθυντή της κρατικής ραδιοφωνίας. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι ήταν από εκείνους που έκαναν ακραίο, προπαγανδιστικό ραδιόφωνο...».
Στο βιβλίο της, η Ιζαμπέλλα Παλάσκα περιγράφει με φλέγμα τις τεχνικές επιβίωσης του οπορτουνιστή Βουλπιώτη, προσωπικό δόγμα του οποίου παραμένουν ισοβίως «το χρήμα και η επιρροή»: «Κάθε φορά που βρισκόταν στην ανάγκη να πάρει θέση, χρησιμοποιούσε την εύκολη λύση: αν οι συνομιλητές του ήταν Γερμανοί, έκανε φιλογερμανική τοποθέτηση, αν ήταν Ελληνες, το αντίστροφο. Μπορεί στο βάθος να είχε πιο κατασταλαγμένες απόψεις, πάντως εξωτερικευόταν κατά την περίσταση, πράγμα που ήταν και το πλέον συμφέρον για τον ίδιο». «Το ζήτημα της γερμανοφιλίας πρέπει να το εξετάσει κανείς στη διαχρονικότητά του» τονίζει στο ΒHmagazino o κ. Στράτος Δορδανάς, λέκτορας Ιστορίας στο Τμήμα Βαλκανικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας. «Δηλαδή, στην Κατοχή έχουμε ουσιαστικά μια εκτίναξη αυτού του φαινομένου που υπάρχει ήδη από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Υπάρχουν περιπτώσεις ανθρώπων οι οποίοι, εν όψει του γερμανικού θαύματος του ’50 και του ’60, στέλνουν βιογραφικά στους Γερμανούς, υπενθυμίζοντας τη γερμανοφιλία τους και στον Α΄ και στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο!».Ο Βουλπιώτης δεν θα κρύψει ποτέ τη γερμανοφιλία του, μόνο τα κίνητρά της, που, όπως και για πολλούς άλλους, παραμένουν μέχρι σήμερα μάλλον ομιχλώδη. «Τελικά, είναι κάποιος γερμανόφιλος επειδή πιστεύει ιδεολογικά στο εθνικοσοσιαλιστικό θαύμα, επειδή συνδέει τα συμφέροντά του με τους Γερμανούς, ή γιατί μπορεί με αυτόν τον τρόπο να ξεκλειδώσει τις πόρτες των γερμανικών γραφείων, κάνοντας ενδεχομένως “παθητική αντίσταση”;» διερωτάται ο κ. Δορδανάς.
Οι άλλοι γερμανοί φίλοι μας
Δεν είναι μόνο τα ανώτατα κλιμάκια του ναζιστικού καθεστώτος. Η μοίρα του Βουλπιώτη θα διασταυρωθεί και με αυτή πολλών δευτεραγωνιστών του γερμανικού εθνικοσοσιαλισμού. Ανάμεσά τους ο προσωπικός γλύπτης του Φύρερ, Αρνο Μπρέκερ, και η πρώτη σύζυγός του, Δήμητρα (Μιμίνα) Μεσσάλα (από γνωστή ελληνική οικογένεια της Κωνσταντινούπολης), που βρίσκονται από νωρίς στο στενό φιλικό περιβάλλον του. Ο Μπρέκερ, αποκαλούμενος και «Μιχαήλ Αγγελος του Χίτλερ» – καθ’ ότι, παρέα με τον αρχιτέκτονα Αλμπερτ Σπέερ, είναι εκείνος που αποτύπωσε στην απολυτότητά του το πάντρεμα του εθνικοσοσιαλιστικού ιδεώδους με την κλασική αρχαιότητα – γνωρίζει τον έλληνα επιχειρηματία στο παρισινό ατελιέ του.
Η όχι ακριβώς εκπάγλου, αλλά ιδιάζουσας καλλονής σύζυγος του, Δήμητρα (που είχε διατελέσει μοντέλο του Πικάσο και του Μαγιόλ), κερδίζει την εύνοια του Φύρερ, όταν σε διάφορες χαρούμενες ναζιστικές συνάξεις στο Μπερχετσγκάντεν τού διαβάζει επισταμένως την παλάμη του. Το ζεύγος Μπρέκερ θα χρησιμοποιήσει συχνά την επιρροή του για να φυγαδεύσει από την κατεχόμενη Γαλλία διωκόμενους από το ναζιστικό καθεστώς (η Δήμητρα ήταν εκείνη που το 1943 οδήγησε το αυτοκίνητο στα κεντρικά της Γκεστάπο στην Αλμπεχτ Στράσε για να στηθεί το σχέδιο διάσωσης του Πικάσο, ενώ κατά παρόμοιο τρόπο γλίτωσαν από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης η γυναίκα και η κόρη του Ανρί Ματίς). Στο βιβλίο της, η κυρία Παλάσκα περιγράφει πώς, στο πλαίσιο ενός παρασκηνιακού διαβήματος για την αποτροπή της ιταλικής επίθεσης στην Ελλάδα, ο Βουλπιώτης δασκαλεύει τη Μιμίνα Μπρέκερ να «πλευρίσει» τον Χίτλερ.Μετά το τέλος του πολέμου, οι Σύμμαχοι κατάσχεσαν και λεηλάτησαν ανηλεώς τα έργα στα τρία ατελιέ του «καλλιτέχνη της ομορφιάς, της συγχορδίας του σώματος, του πνεύματος και της ψυχής» (όπως περιέγραφε εαυτόν), ενώ ο ίδιος ο Μπρέκερ πάλευε ισοβίως με το στίγμα του ναζιστή (σημειωτέον ότι ο Στάλιν τού έκανε μια σοβαρή πρόταση να αποκτήσει ένα μεγάλο κρατικό ατελιέ στη Σοβιετική Ενωση, αλλά εκείνος αρνήθηκε). Η σύντροφός του, Δήμητρα, σκοτώθηκε το 1956 σε αυτοκινητικό δυστύχημα.
Στις γνωριμίες του γενικού πληρεξούσιου της Siemens στην Ελλάδα συγκαταλέγονται ακόμη ο «φιλέλληνας» πρεσβευτής (ως το φθινόπωρο του 1943) του Γ΄ Ράιχ στην Αθήνα, Γκύντερ Αλτενμπουργκ, αλλά και ο δαιμόνιος ναύαρχος Χανς Βίλχελμ Κανάρις, επικεφαλής της Διεύθυνσης Κατασκοπείας και Αντικατασκοπείας του Γ΄ Ράιχ (προς το τέλος του πολέμου έπεσε σε δυσμένεια και απαγχονίστηκε από τους εναπομείναντες Ναζί με την κατηγορία της προδοσίας), «γεγονός που αυτόματα τον καθιστούσε ύποπτο (σ.σ.: τον Βουλπιώτη) για κατασκοπευτική δράση στην Ελλάδα» (από το βιβλίο του Δ. Κούκουνα «Η ελληνική οικονομία κατά την Κατοχή», εκδ. Ερωδιός). Επίσης, στο κατοχικό ραδιόφωνο συνεργάζεται, μεταξύ άλλων, με τη χιτλερική ως το κόκαλο δημοσιογράφο Σίτσα Καραϊσκάκη (είχε διατελέσει και προσωπική βοηθός του Γιόζεφ Γκέμπελς), επικεφαλής της γερμανικής προπαγάνδας. Αναφέρουμε ενδεικτικά μερικά από τα θέματα των ομιλιών που μεταδόθηκαν επί των ημερών της: «Η Δήλος ως συνδετικός κρίκος από Βορρά εις Νότον», «Πώς μιλούν οι ξένες φοιτήτριες για τη Γερμανία» και «Ο μπολσεβικικός χαμαιλέων». Η Καραϊσκάκη μεταπολεμικά καταδικάστηκε εις θάνατον για προπαγάνδα υπέρ των κατακτητών, διέφυγε, όμως, στη Γερμανία και τελικώς αμνηστεύθηκε.
Ο ιθύνων νους των Ταγμάτων Ασφαλείας
Ο Βουλπιώτης θα παραδεχτεί ότι ήταν εκείνος που εισηγήθηκε την ιδέα για τα κατοχικά Τάγματα Ασφαλείας (με την υποστήριξη των Ιωάννη Ράλλη, Θεόδωρου Πάγκαλου και Στυλιανού Γονατά). Πρόκειται για τους ένοπλους σχηματισμούς (οι διαβόητοι «γερμανοτσολιάδες» με τη χακί φουστανέλα και τα γερμανικά άρβυλα) που συγκροτούνται το 1943-44 με τις ευλογίες των Γερμανών για την αντιμετώπιση του «ξενοκίνητου», κομμουνιστικού κινδύνου που αντιπροσωπεύει ο ΕΛΑΣ. «Αγαπητέ μου, η ιδέα για τη δημιουργία των Ταγμάτων Ασφαλείας στηριζόταν αποκλειστικά και μόνο στην προσπάθεια του αστικού καθεστώτος, δηλαδή στη μη κομμουνιστικοποίηση της Ελλάδας, όταν κάποια στιγμή θα απελευθερωνόταν από τους κατακτητές» είχε δηλώσει ο Βουλπιώτης στον Δημοσθένη Κούκουνα, σε μία από τις πρώτες κατ’ ιδίαν συζητήσεις τους, πριν από 40 χρόνια. «Πράγματι, έγιναν παρεκτροπές και ακόμη, θα έλεγα, εγκληματικές πράξεις. Τέτοια, όμως, έγιναν και από την άλλη πλευρά, μάλιστα κατά κόρον, με τις δολοφονίες αθώων πολιτών. Ποιος μπορεί να έχει αντίρρηση ότι με τα Τάγματα Ασφαλείας δεν διασώσαμε το αστικό καθεστώς και δεν αφήσαμε την Ελλάδα να γίνει στάχτη;».
Αξίζει να σημειωθεί ότι αυτό ακριβώς το επιχείρημα – την προστασία του αστικού καθεστώτος απέναντι στον αντεθνικό ΕΛΑΣ, για να μη γίνει η Ελλάδα Σοβιετική Ενωση – επικαλούνταν στις συνομιλίες του με τους Γερμανούς ο κατοχικός πρωθυπουργός Ιωάννης Ράλλης. «Τα Τάγματα Ασφαλείας δεν είναι μια ελληνική ιδιαιτερότητα» υπογραμμίζει ο κ. Δορδανάς. «Η συνεργασία με τους κατακτημένους ή με τμήματα των κατακτημένων ήταν ένα ευρωπαϊκό φαινόμενο, το οποίο, μετά τον πόλεμο, όλες οι ευρωπαϊκές κοινωνίες φρόντισαν να κρύψουν επιμελώς κάτω από το χαλάκι της Ιστορίας τους. Παραγνωρίζουμε συχνά τον ρόλο των Γερμανών σε αυτό το ζήτημα. Οταν η αντίσταση αρχίζει να προσλαμβάνει διαστάσεις μη ελεγχόμενες από τους κατακτητές, οι Γερμανοί ρίχνουν νερό στον μύλο των εθνικών διαιρέσεων και ρηγματώσεων, στρέφοντας εθνικόφρονες εναντίον κομμουνιστών, επισείοντας τον κίνδυνο η Ελλάδα να περιπέσει, μετά την αποχώρηση των κατακτητών, στον έλεγχο των Σοβιετικών (παρ’ ότι εμείς γνωρίζουμε από τον Οκτώβριο του ’44, με τη «Συμφωνία των ποσοστών ότι κάτι τέτοιο δεν υφίσταται). Ολα αυτά, βέβαια, όπως γράφουν οι Γερμανοί της εποχής εκείνης, “για να εξοικονομηθεί πολύτιμο γερμανικό αίμα”».
Οταν πλέον άρχισε να διαφαίνεται η έκβαση του πολέμου, ο Βουλπιώτης κατηγορήθηκε για επίμονο φλερτ με την Αντίσταση. Η ανάμειξή του στον ΕΔΕΣ (Εθνικό Δημοκρατικό Ελληνικό Σύνδεσμο) είναι μια ακόμη πτυχή αυτού του αμφιλεγόμενου «κομπά» (εκ του collaborateur), ο οποίος μάλιστα έχει προσλάβει ιδιαιτέρα γραμματέα του στην ΑΕΡΕ τη σύζυγο του ιδρυτή της οργάνωσης Ναπολέοντα Ζέρβα! Αναφέρουμε ενδεικτικά ένα κρυπτογραφημένο μήνυμα άγγλου πράκτορος στην Αθήνα (αποκλειστικότητα του «Ριζοσπάστη», την 11η Νοεμβρίου 1945): «Τώρα που ο Βουλπιώτης βλέπει πώς θα νικήσουν οι Σύμμαχοι, άρχισε τις ερωτοτροπίες με διάφορες οργανώσεις της αντίστασης... Σύμφωνα με όσα λέει ο Βαλασσάκης, βρίσκεται σε στενή επαφή με τον ΕΔΕΣ της Αθήνας και μάλιστα τον χρηματοδοτεί».
Σίντλερ ή Κουίσλινγκ;
Ο Βουλπιώτης θα βρισκόταν, μαζί με χιλιάδες άλλους, ενώπιον της προκλητικά επιεικούς μετακατοχικής δικαιοσύνης, η οποία παρέκαμψε το ακανθώδες θέμα των Ταγμάτων Ασφαλείας, καθ’ ότι «δεν συνεκροτήθησαν επί σκοπώ προκλήσεως εμφυλίου πολέμου, αλλά προς εμπέδωσιν της διαταραχθείσης τάξεως». Το κατηγορητήριο που απαγγέλθηκε, τον Φεβρουάριο του 1946, στο α΄ δικαστήριο δωσιλόγων ήταν βαρύτατο: «... Ι. Βουλπιώτης παραπέμπεται ίνα δικασθεί ότι ενίσχυσε την πολεμικήν προσπάθεια του εχθρού και εξήρεν το έργον αυτού διά του ραδιοφώνου ενσπείρων την ηττοπάθειαν μεταξύ του ελληνικού λαού. Κατέδωκεν έλληνας πολίτας και αξιωματικούς εις τον εχθρόν, εκμεταλλευόμενος δε την γερμανομάθειάν του και την θέσιν του συνήψε μετά της γερμανικής εταιρείας Τελεφούνκεν εις την οποίαν παρέδωκεν όλους τους ελληνικούς ραδιοσταθμούς» («Τα Νέα», 22.2.1946).Αθωώθηκε τελεσίδικα από όλα τα δικαστήρια των δωσιλόγων, καθώς δεκάδες μάρτυρες υπεράσπισης έσπευσαν να καταθέσουν ότι ο Βουλπιώτης τούς έσωσε από το απόσπασμα. «Και όχι μάρτυρες τυχαίοι, αλλά προσωπικότητες με αποδεδειγμένη αντιστασιακή δράση» υπογραμμίζει ο κ. Κούκουνας. «Οπως μου είχε αφηγηθεί ο ίδιος, είχε σώσει, μεταξύ άλλων, και τον Αδωνι (Αντό) Κύρου, ο οποίος είχε κατηγορηθεί ως ηθικός αυτουργός στη δολοφονία από τον ΕΛΑΣ του Κίτσου Μαλτέζου Μακρυγιάννη (σ.σ.: γόνου μεγαλοαστικής οικογενείας, αρχικά στρατευμένου με την ΕΟΝ του Μεταξά, που κατά τη διάρκεια της Κατοχής πέρασε στην Αριστερά για να ενταχθεί στη συνέχεια στην ένοπλη αντιστασιακή οργάνωση ΡΑΝ που δεν ελέγχεται από τον ΕΛΑΣ). Με τη μεσολάβηση του Βουλπιώτη, ο Αδωνις Κύρου (που διώκεται είτε από την Ειδική Ασφάλεια του κατοχικού κράτους είτε από τους Γερμανούς) καταφεύγει στην κατεχόμενη Γαλλία, όπου θα διαπρέψει ως σκηνοθέτης». Οπως υπογραμμίζει η Ιζαμπέλλα Παλάσκα, στο προσωπικό αρχείο του πατρός της, που έχει περιέλθει στην κατοχή της, βρέθηκαν πάνω από 1.500 ευχαριστήριες επιστολές ανθρώπων που διασώθηκαν από τον Βουλπιώτη κατά τη διάρκεια του πολέμου. Αναφέρουμε ενδεικτικά χαρακτηριστικό απόσπασμα μιας εξ αυτών, από έναν ευγνώμονα αθηναίο δικηγόρο: «Αγαπητέ μου κύριε Βουλπιώτη... Είχα από τη γνωριμία σας και την απέναντί μου στάσις σας την ευχάριστη και σπάνια αίσθηση που έχει κανείς όταν συναντάει κάποιον με το τριπλό γνώρισμα του Ελληνος, του ανδρός και του ανθρώπου... Ούτε με τον Αλτενμπουργκ φύγατε ούτε με κανέναν άλλον, ούτε και κρυφτήκατε. Παρά μείνατε σπίτι σας, και σας έπιασαν κάποιοι ηλίθιοι πατριδοκάπηλοι...».
Οπως σημειώνει στο BΗmagazino ο κ. Δορδανάς: «Δεν πρέπει να παραβλέψουμε ότι τη μεταπολεμική περίοδο, αμέσως μετά την Απελευθέρωση, στήνεται μια απίστευτη βιομηχανία παραγωγής βεβαιώσεων. Ο καθένας αγωνίζεται να γεμίσει τον φάκελό του προσκομίζοντας οτιδήποτε μπορεί να ελαφρύνει τη θέση του, όχι μόνο για τον βίο και την πολιτεία του στην περίοδο της Κατοχής, αλλά και την προπολεμική περίοδο. Βλέπει κανείς και βεβαιώσεις για συμμετοχή στον Μακεδονικό Αγώνα! Αλίμονο αν ένας ισχυρός παράγοντας, όπως ο Βουλπιώτης, δεν είχε μες στη δικογραφία του βεβαιώσεις και γράμματα ανθρώπων που διέσωσε την περίοδο της Κατοχής! Τα ίδια γράμματα και τις ίδιες βεβαιώσεις είχαν άνθρωποι, οι οποίοι όχι μόνο συνεργάστηκαν με τους κατακτητές, αλλά δύσκολα τους διαχωρίζεις από τους Γερμανούς».
Τελικά, τι ήταν ο Βουλπιώτης, ένας Σίντλερ ή ένας Κουίσλινγκ (σ.σ.: ο αρχηγός του νορβηγικού φασιστικού κόμματος που συμπράττει με τους κατακτητές); Οπως για χιλιάδες άλλες αμφιλεγόμενες περιπτώσεις, η Ιστορία δείχνει μάλλον δύσθυμη ως προς την ετυμηγορία της. Η μεταπολεμική αποκατάσταση πολλών από αυτούς θα είναι αποτέλεσμα πολιτικής επιλογής. Η ελληνική κοινωνία οφείλει να ξανακολλήσει τα κομμάτια της και να συνεχίσει.
Το αμάρτημα του πατρός
Οπως καταθέτει σήμερα η κόρη του, ο Βουλπιώτης δήλωνε περισσότερο πικραμένος με την εμπλοκή του στο μεταπολεμικό σκάνδαλο. Εν έτει 1955, η τόσο οικεία πλέον Siemens ανέλαβε τελικώς την προμήθεια του ΟΤΕ με 50.000 αυτόματα τηλέφωνα. Ο Βουλπιώτης, ex more εκπρόσωπος της εταιρείας στην Ελλάδα, απέστειλε στον παλιό του γνώριμο, στρατηγό Παπάγο (πρωθυπουργό κατά την περίοδο 1952-55), επιστολή στην οποία τον πληροφορούσε ότι ο υπό τον Κωνσταντίνο Καραμανλή υφυπουργός Συγκοινωνιών Κωνσταντίνος Παπακωνσταντίνου καθυστέρησε να υπογράψει τη σύμβαση και ότι μέσω ενός λαρισαίου πρώην αγροφύλακα ονόματι Καρβούνης, ζητούσε «προμήθεια» 100.000 δολάρια. Μάλιστα, ο Βουλπιώτης έχει ήδη προλάβει να εναποθέσει στη χούφτα του Καρβούνη 5.000 δολάρια ως προκαταβολή.Ο Παπακωνσταντίνου ήθελε να παραιτηθεί ώστε να μπορεί να ασκήσει στον Βουλπιώτη ποινική δίωξη για συκοφαντία. Η υπόθεση κατέληξε τον Σεπτέμβριο του ’55 σε μια θυελλώδη δίκη. Οπως αποκαλύφθηκε, ο Βουλπιώτης αξίωνε να τον προσλάβουν στον ΟΤΕ ως τεχνικό σύμβουλο για δέκα χρόνια με αμοιβή 1 εκατομμύριο δολάρια, ενώ ο Παπακωνσταντίνου είχε αντιπροτείνει τα πέντε χρόνια, με αμοιβή 240.000 δολάρια. Η ατμόσφαιρα μέσα στην αίθουσα του δικαστηρίου έγινε επανειλημμένως εκρηκτική, με τον κορίνθιο υφυπουργό να δηλώνει, μεταξύ άλλων, ότι «Ο Βουλπιώτης δεν έχει εννοήσει ότι ετελείωσε η Κατοχή εις την Ελλάδα» και ότι «αποπειράθηκε να με δολοφονήσει ηθικώς». Κατά την απολογία του, ο εκπρόσωπος της Siemens δηλώνει ότι δεν είχε πρόθεση να δυσφημήσει τον Παπακωνσταντίνου. Καταδικάστηκε (για πρώτη φορά) σε 12 μήνες φυλάκιση, αλλά εξέτισε τους εννέα. Εν συνεχεία, εγκατέλειψε για μία δεκαετία την Ελλάδα. Μετά την επιστροφή του, επέλεξε να ζήσει στην αφάνεια.
Μέχρι σήμερα δεν έχουν φωτιστεί όλες οι σκιές πίσω από κατοχικό success story του Ιωάννη Βουλπιώτη, για παράδειγμα οι παρασκηνιακοί πολιτικοί ελιγμοί του, οι υποψίες για κατασκοπευτική δράση, οι σχέσεις του με τον ΕΔΕΣ. Αξίζει, πάντως, να σημειωθεί ότι ο γερμανοτραφής επιχειρηματίας, που λάτρευε τον Βάγκνερ και την κλασική αρχαιότητα, είναι μία από τις πλείστες ανεξερεύνητες προσωπικότητες της κατοχικής Ελλάδας (δεδομένου ότι έχουν γραφτεί ελάχιστα ακόμη και για σημαίνοντα μέλη των κατοχικών κυβερνήσεων). Το βιβλίο της Ιζαμπέλλας Παλάσκα είναι, αν μη τι άλλο, ένα μικρό βήμα προς την αναμόχλευση μιας αυτολογοκριμένης εθνικής μνήμης.
*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 14 Απριλίου
↧
Εν Αθήναις....αξέχαστα χρόνια
Το κουτσομπολιό της γειτονιάς όταν έμπαινε η άνοιξη άρχιζε στα σκαλιά έξω στο
πεζοδρόμιο.
Οι διαμένουσες στην ίδια αυλή έπαιρναν τα σέα τους και τα σκαμνάκια τους
και θέσεις μάχης ενώ τα παιδιά έπαιζαν στον χωματόδρομο σηκώνοντας
σκόνη.
Το πρόβλημα λυνότανε με το λάστιχο της αυλής ....κατάβρεγμα με αποτέλεσμα
οι ελβιέλες να λασπώνουν με ότι αυτό σήμαινε όταν θα έμπαιναν στην κάμαρα.
Τότε θα κοκκίνιζαν επιτέλους τα μάγουλα που μονίμως είχαν το χρώμα της όχρας.
Στο απέναντι πεζοδρόμιο άλλη ομήγυρις από άλλη αυλή έπαιρνε και αυτή θέση.
Και τι δεν έλεγαν....παντρεύανε και χωρίζανε κόσμο στο λεπτό.....
Η μια αυλή σχολίαζε την άλλη αλλά στην ουσία ήταν δεμένοι....πώς γινότανε αυτό ποτέ δεν το κατάλαβα.
Στα δύσκολα ήταν πάντα μαζί....σε αρρώστειες....σε οικονομικά θέματα....
όπως και ότι μπορούσε ο καθένας....
Στο παιχνίδι των παιδιών υπήρχαν και ατυχήματα ....πεσίματα...γδαρσίματα....
τσιμπήματα από σφήκες....καρούμπαλα....
Έτρεχε κλαίγοντας ο πιτσιρικάς προς την μάνα του που καθότανε με τις γειτόνισες...
η γεροντότερη είχε τον λόγο....με τάληρο πίεζε το καρούμπαλο.
Με το τσιμπίδι τράβαγε το κεντρί της μέλισσας και έβαζε το παιδί να κατουρήσει στο χώμα για να το κάνει πηλό και να το βάλει στο πονεμένο σημείο μέχρι να έρθει η αμμωνία από το φαρμακείο.
Για τον κακοδιάθετο το γιατρικό ήταν το ξεμάτιασμα.
Σταγόνες λάδι να ρίχνει στο ποτήρι με το νερό και να εξαφανίζεται με τα λόγια που έλεγε από μέσα της φτύνοντας στην συνέχεια τον ασθενή ο οποίος σε λίγο άρχιζε να τρέχει προς την αλάνα.
πίσω στα παλιά
↧
↧
Ξέφραγο αμπέλι το Κέντρο της Αθήνας....Κε Δένδια!!!!!
Άτομα του αντιεξουσιαστικού χώρου κατέβασαν πριν από λίγο την ελληνική σημαία από τον ιστό, στα Προπύλαια, και ανήρτησαν τη σημαία τους.
Στην είσοδο του κτιρίου έχουν τοποθετήσει πανό σε ένδειξη διαμαρτυρίας για το κλείσιμο του Indymedia.
Στην είσοδο του κτιρίου έχουν τοποθετήσει πανό σε ένδειξη διαμαρτυρίας για το κλείσιμο του Indymedia.
↧
Τι να πείς...τι να πώ όταν η οργή σου κλείνει το στόμα!
Σκίτσο του Ηλία Μακρή
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
↧
Το καλοκαίρι και ο πάγος.
"Θα έχουμε πάγο?" Καίριο ερώτημα της εφημερίδας "Εμπρός" στις 10 Ιουνίου 1951. Είναι μια εποχή όπου τα ηλεκτρικά ψυγεία είναι πολυτέλεια για τον μέσο Έλληνα, όπως και δεκάδες άλλα καταναλωτικά αγαθά, . Έτσι το θέμα της συντήρησης των τροφίμων αλλά και της ψύξης του νερού εξαρτάται από τα κλασικά ψυγεία πάγου. Θέμα ιδιαίτερα σημαντικό ειδικά κατά τους καλοκαιρινούς μήνες. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ της εφημερίδας λοιπόν, η ημερήσια παραγωγή πάγου κατά 1951 αν και αυξημένη σε σχέση με το 1950, δεν επαρκούσε για να καλύψει τις ανάγκες της πρωτεύουσας. Η Αθήνα και ο Πειραιάς χρειάζονταν 120.000 κολώνες πάγου την ημέρα, ενώ η παραγωγή έφτανε μόλις τις 60.000. Άρα οι ελλείψεις σε πάγο ήταν αναπόφευκτες. Άλλωστε εκτός εκτός από την οικιακή χρήση, ο πάγος ήταν απαραίτητος και για επαγγελματική χρήση ενώ ανάγκες υπήρχαν και σε άλλους χώρους, όπως στο στράτευμα. Το άρθρο τονίζει τη συμβολή που θα μπορούσαν να έχουν τα ηλεκτρικά ψυγεία στην αντιμετώπιση του προβλήματος. Όμως δε παραγνωρίζει και το γεγονός πως αυτό δεν ήταν κάτι εύκολο να συμβεί. "Εάν ζητήσετε να αγοράσετε από τα καταστήματα των Αθηνών ένα καλό ψυγείο δε θα σας φτάνουν τα δώδεκα εκατομμύρια", έγραφε η εφημερίδα. Ένα κόστος απαγορευτικό για τη πλειοψηφία των Ελλήνων εκείνη την εποχή. Το πρόβλημα της επάρκειας πάγου θα αρχίσει να γίνεται μικρότερο μετά τα μέσα της δεκαετίας του '50, οπότε και αρχίζουν να διαδίδονται οι ηλεκτρικές ευκολίες στα σπίτια, κατά συνέπεια και τα ηλ. ψυγεία.
Ειδική αναφορά γίνεται στα σχέδια της ΙΖΟΛΑ να κυκλοφορήσει "εντός του έτους" ηλεκτρικά ψυγεία ελληνικής κατασκευής "εφάμιλλα των ευρωπαϊκών και των αμερικανικών", αλλά σε τιμές χαμηλότερες.
Έως τότε όμως το πρόβλημα ήταν υπαρκτό. Η ίδια εφημερίδα ένα χρόνο πριν, στις 8 Ιουνίου 1950, αναφέρεται στο "Αιώνιον βάσανον των θερινών μηνών"και στο πως αντιμετωπίζεται το πρόβλημα του πάγου..
Ειδική αναφορά γίνεται στα σχέδια της ΙΖΟΛΑ να κυκλοφορήσει "εντός του έτους" ηλεκτρικά ψυγεία ελληνικής κατασκευής "εφάμιλλα των ευρωπαϊκών και των αμερικανικών", αλλά σε τιμές χαμηλότερες.
Έως τότε όμως το πρόβλημα ήταν υπαρκτό. Η ίδια εφημερίδα ένα χρόνο πριν, στις 8 Ιουνίου 1950, αναφέρεται στο "Αιώνιον βάσανον των θερινών μηνών"και στο πως αντιμετωπίζεται το πρόβλημα του πάγου..
"Εμπρός" 8-6-1950
Σύμφωνα με τα όσα γράφει, η παραγωγή για το 1950 έφτανε τις 40-45.000 κολώνες πάγου ημερησίως, οι 20.250 εκ των οποίων αφορούσαν τα εργοστάσια των Αθηνών.
Το υπουργείο Εφοδιασμού έδινε τα εξής στοιχεία για τη δυναμικότητα αυτών των εργοστασίων.
ΦΙΞ (κεντρικό) : 7.500, ΦΙΞ (Πατησίων) : 4.500, Παγοποιητική : 700, Αναγνώστου : 500, Ζωγράφος : 500, Ζουργούνης : 200, Σφακιανάκης : 2.400, Σπυράκης : 700, Βογιατζίδης : 850, Αντζουλάτος : 800 και Καρούσος-Χριστόπουλος : 1.600.
Παράπονα εκφράζονταν και για τους πρατηριούχους πάγου, οι οποίοι εκμεταλλεύονταν την έλλειψη στην αγορά και πούλαγαν σε υψηλές τιμές. Μη ξεχνάμε και το γεγονός ότι εκείνη την εποχή η διανομή του πάγου στα σπίτια γινόταν με τον παγοπώλη να περνάει από τις γειτονιές.
Πίνακας με τη μηνιαία παραγωγή πάγου του κεντρικού εργοστασίου ΦΙΞ για τα έτη 1939, 1948,1949 και Ιαν.-Μάιο 1950.
Το κεντρικό του ΦΙΞ είχε τη μεγαλύτερη δυναμικότητα παραγωγής πάγου.
↧
1925: Την εποχή του Πάγκαλου κυνηγούσαν τις γυναικείες φούστες με τη μεζούρα...
Απέραντες ήταν οι συζητήσεις στον Τύπο στις αρχές του 20ού αιώνα για τη «γυμνοκνημίαν», δηλαδή τις γυμνές κνήμες που εμφάνισαν ως θέαμα στην Ελλάδα δύο ξένες καλλιτέχνιδες!!! Δεκάδες χρονογραφήματα, γαργαλιστικές ειδήσεις, άλλοτε ευμενείς και άλλοτε αφοριστικές, εξιτάριζαν τη φαντασία των Ελλήνων.
Τον όρο ως φαινόμενο της εποχής έκανε της μόδας ο ταλαντούχος, δύστροπος, πολυγραφότατος και γνωστός θαυμαστής του συνόλου (!!!) των γυναικείων υπάρξεων δημοσιογράφος Δημήτριος Χατζόπουλος.
Σήμερα το ίδιο φαινόμενο θα το λέγαμε ίσως lifestyle και φυσικά λόγω των σοβαρών προβλημάτων που υπήρχαν εκείνα τα χρόνια είχαμε και αντιδράσεις απλών λαϊκών ανθρώπων, που στην κυριολεξία μαρτυρούσαν υπό ιδιαίτερα δυσμενείς συνθήκες εργασίας για να βγάλουν ένα καρβέλι ψωμί…
Λίγο πριν από τη Μικρασιατική Καταστροφή, χρονογράφημα της εποχής αποτυπώνει την άποψη των λαϊκών ανθρώπων, που θεωρούσαν περιττό να πάνε στο θέατρο για να δουν το γυναικείο κάλλος: «Ωχ, αδελφέ, να πληρώνη κανείς εισιτήριον δια να βλέπη γυμνάς γάμπας; Εις την βρύσιν της γειτονιάς τις βλέπει τζάμπα»! Αυτά πιστοποιούσε σε πρωτοσέλιδο χρονογράφημά του ο «Αττικός», ο οποίος προτιμούσε να επισκέπτεται τα «άρτι αφιχθέντα θεάματα εις μεταμεσονύκτια καμπαρέ μεγάλων πόλεων, τα οποία είχον προβή εις την καινοτομίαν της εμφανίσεως γυμνών χορευτριών επί σκηνής».
Όμως σε όλα αυτά τα θεάματα όσοι πήγαιναν δεν μπορούσαν να τα απολαύσουν, αφού συνήθως αστυνομικές δυνάμεις διέκοπταν τις παραστάσεις.
Αντιδρούσαν οι έμποροι
Πρέπει πάντως να επισημάνουμε ότι εκείνοι που ανησυχούσαν από το νέο φαινόμενο ήταν οι έμποροι των μεταξωτών καλτσών (!!!), οι οποίοι πάσχιζαν να πείσουν πως «η κάλτσα πρέπει να παραμείνη ο ακατάλυτος γυναικείος διάκοσμος». Οι σχετικές διαφημίσεις επισήμαιναν ότι «η κάλτσα συγκαλύπτει τα μειονεκτήματα και εξαίρει τα πλεονεκτήματα».
Επικαλούνταν δε οι έμποροι καλτσών τη μαρτυρία των «κνημολόγων της δραματικής τέχνης, διά τους οποίους τα κάτω άκρα του γυναικείου σώματος αποτελούν την βάσιν πάσης θεατρικής επιτυχίας».
Σύμφωνα με τον Δημήτρη Χατζόπουλο, τη δεύτερη δεκαετία του 20ού αιώνα μεταξωτές κάλτσες φορούσαν πλέον «οι παραμάνες και αι καθυστερημέναι οψιπλουτίνες»!
Στο μεταξύ στα μέσα της δεκαετίας του 1920 ο πολύς στρατηγός Πάγκαλος έβαλε στο στόχαστρο τις γιαγιάδες μας και τους παππούδες μας… Ο στρατηγός ήταν υπέρμαχος του «τάξις και ηθική» και είχε βαλθεί να κυνηγά το γυναικείο κάλλος κηρύσσοντας τον ανένδοτο κατά της γυμνοκνημίας.
Με άλλα λόγια, στη θέα απλά και μόνο μιας γυναικείας γάμπας επιστρατεύονταν οι δυνάμεις ασφαλείας της εποχής, οι οποίες –τότε δεν μπορούσαν καν να φανταστούν ότι θα μπορούσαν να κάνουν αλκοτέστ – μετρούσαν το μήκος της φούστας και αν δεν ήταν 30 πόντους πάνω από το έδαφος, τότε ουαί και αλίμονο…
Μετρούσαν με τη μεζούρα
Έξι μήνες αφότου λοιπόν ο Πάγκαλος κατέλαβε με πραξικόπημα την εξουσία, τον Δεκέμβριο του 1925, εκδίδει αστυνομική διάταξη σπάνιας εμπνεύσεως με την οποία απαγορεύει στα κορίτσια άνω των 12 ετών και σε όλες τις γυναίκες να φορούν φούστες, το άκρο των οποίων θα απείχε περισσότερο από 30 εκατοστά από το έδαφος.
«Κατόπιν διαταγής του Προέδρου της Κυβερνήσεως, καταρτίζεται και υποβάλλεται εις το υπουργείον Εσωτερικών προς έγκρισιν αστυνομική διάταξις δι’ ης απαγορεύονται αι κονταί φούσται των γυναικών. Το κατώτατον άκρον της φούστας δέον να απέχη από του εδάφους 30 εκατοστά του μέτρου» αναφερόταν χαρακτηριστικά, ενώ για τις παραβάτιδες προβλεπόταν αυτόφωρο και συνυπεύθυνοι ήταν και οι γονείς τους.
Σκηνές απείρου κάλλους
Επεισόδια απείρου κάλλους διαδραματίζονταν στους δρόμους της Αθήνας. Όργανα της τάξεως περιπολούσαν κρατώντας μια μεζούρα και σταματούσαν αδιακρίτως γυναίκες προκειμένου να μετρήσουν το μήκος της φούστας τους. Κόρες καλών οικογενειών και γυναίκες από λαϊκές συνοικίες κάθονται στο εδώλιο, προς μεγάλη ευχαρίστηση όλων των αργόσχολων της εποχής που σύχναζαν εκεί για να σπάσουν πλάκα.
Αμέσως οι θεατρικές επιθεωρήσεις έσπευσαν να καυτηριάσουν την όλη κατάσταση. Η κατάσταση γρήγορα ξέφυγε από κάθε έλεγχο. Τα σχόλια και η κριτική έδιναν και έπαιρναν και φυσικά οι Αθηναίες αντιδρούσαν έντονα. Σύντομα κινητοποιήθηκαν οι άντρες βλέποντας τις γυναίκες και τις κόρες τους να διαπομπεύονται.
Είναι χαρακτηριστικό σχετικό χρονογράφημα του Γρηγορίου Ξενόπουλου: «Κορίτσια καλών οικογενειών συνελήφθησαν εις την μέσην του δρόμου, ωδηγήθησαν εις το Πταισματοδικείον, διεπομπεύθησαν, εγιουχαΐσθησαν, κατεδικάσθησαν, εκρατήθησαν, εφωτογραφήθησαν και εφιγουράρησαν εις τας εφημερίδας με το σώμα του εγκλήματός των παραπλεύρως, δηλαδή με τις γυμνές των γάμπες. Φαντάζεσθε ότι ήτο δυνατόν να εξακολουθήση χωρίς εξέγερσιν επικίνδυνον μία τέτοια βαρβαρότης;…».
Υπό το βάρος της πίεσης το καθεστώς απέσυρε άρον - άρον τις αστυνομικές περιπόλους και με μια ανακοίνωση που εξέδωσε θέλησε να διασκεδάσει τις εντυπώσεις υποστηρίζοντας ότι η απαγορευτική διάταξη δεν ίσχυε πλέον, καθώς οι Αθηναίες συμμορφώθηκαν αμέσως και μάκρυναν τις φούστες τους.
Τον όρο ως φαινόμενο της εποχής έκανε της μόδας ο ταλαντούχος, δύστροπος, πολυγραφότατος και γνωστός θαυμαστής του συνόλου (!!!) των γυναικείων υπάρξεων δημοσιογράφος Δημήτριος Χατζόπουλος.
Σήμερα το ίδιο φαινόμενο θα το λέγαμε ίσως lifestyle και φυσικά λόγω των σοβαρών προβλημάτων που υπήρχαν εκείνα τα χρόνια είχαμε και αντιδράσεις απλών λαϊκών ανθρώπων, που στην κυριολεξία μαρτυρούσαν υπό ιδιαίτερα δυσμενείς συνθήκες εργασίας για να βγάλουν ένα καρβέλι ψωμί…
Λίγο πριν από τη Μικρασιατική Καταστροφή, χρονογράφημα της εποχής αποτυπώνει την άποψη των λαϊκών ανθρώπων, που θεωρούσαν περιττό να πάνε στο θέατρο για να δουν το γυναικείο κάλλος: «Ωχ, αδελφέ, να πληρώνη κανείς εισιτήριον δια να βλέπη γυμνάς γάμπας; Εις την βρύσιν της γειτονιάς τις βλέπει τζάμπα»! Αυτά πιστοποιούσε σε πρωτοσέλιδο χρονογράφημά του ο «Αττικός», ο οποίος προτιμούσε να επισκέπτεται τα «άρτι αφιχθέντα θεάματα εις μεταμεσονύκτια καμπαρέ μεγάλων πόλεων, τα οποία είχον προβή εις την καινοτομίαν της εμφανίσεως γυμνών χορευτριών επί σκηνής».
Όμως σε όλα αυτά τα θεάματα όσοι πήγαιναν δεν μπορούσαν να τα απολαύσουν, αφού συνήθως αστυνομικές δυνάμεις διέκοπταν τις παραστάσεις.
Αντιδρούσαν οι έμποροι
Πρέπει πάντως να επισημάνουμε ότι εκείνοι που ανησυχούσαν από το νέο φαινόμενο ήταν οι έμποροι των μεταξωτών καλτσών (!!!), οι οποίοι πάσχιζαν να πείσουν πως «η κάλτσα πρέπει να παραμείνη ο ακατάλυτος γυναικείος διάκοσμος». Οι σχετικές διαφημίσεις επισήμαιναν ότι «η κάλτσα συγκαλύπτει τα μειονεκτήματα και εξαίρει τα πλεονεκτήματα».
Επικαλούνταν δε οι έμποροι καλτσών τη μαρτυρία των «κνημολόγων της δραματικής τέχνης, διά τους οποίους τα κάτω άκρα του γυναικείου σώματος αποτελούν την βάσιν πάσης θεατρικής επιτυχίας».
Σύμφωνα με τον Δημήτρη Χατζόπουλο, τη δεύτερη δεκαετία του 20ού αιώνα μεταξωτές κάλτσες φορούσαν πλέον «οι παραμάνες και αι καθυστερημέναι οψιπλουτίνες»!
Στο μεταξύ στα μέσα της δεκαετίας του 1920 ο πολύς στρατηγός Πάγκαλος έβαλε στο στόχαστρο τις γιαγιάδες μας και τους παππούδες μας… Ο στρατηγός ήταν υπέρμαχος του «τάξις και ηθική» και είχε βαλθεί να κυνηγά το γυναικείο κάλλος κηρύσσοντας τον ανένδοτο κατά της γυμνοκνημίας.
Με άλλα λόγια, στη θέα απλά και μόνο μιας γυναικείας γάμπας επιστρατεύονταν οι δυνάμεις ασφαλείας της εποχής, οι οποίες –τότε δεν μπορούσαν καν να φανταστούν ότι θα μπορούσαν να κάνουν αλκοτέστ – μετρούσαν το μήκος της φούστας και αν δεν ήταν 30 πόντους πάνω από το έδαφος, τότε ουαί και αλίμονο…
Μετρούσαν με τη μεζούρα
Έξι μήνες αφότου λοιπόν ο Πάγκαλος κατέλαβε με πραξικόπημα την εξουσία, τον Δεκέμβριο του 1925, εκδίδει αστυνομική διάταξη σπάνιας εμπνεύσεως με την οποία απαγορεύει στα κορίτσια άνω των 12 ετών και σε όλες τις γυναίκες να φορούν φούστες, το άκρο των οποίων θα απείχε περισσότερο από 30 εκατοστά από το έδαφος.
«Κατόπιν διαταγής του Προέδρου της Κυβερνήσεως, καταρτίζεται και υποβάλλεται εις το υπουργείον Εσωτερικών προς έγκρισιν αστυνομική διάταξις δι’ ης απαγορεύονται αι κονταί φούσται των γυναικών. Το κατώτατον άκρον της φούστας δέον να απέχη από του εδάφους 30 εκατοστά του μέτρου» αναφερόταν χαρακτηριστικά, ενώ για τις παραβάτιδες προβλεπόταν αυτόφωρο και συνυπεύθυνοι ήταν και οι γονείς τους.
Σκηνές απείρου κάλλους
Επεισόδια απείρου κάλλους διαδραματίζονταν στους δρόμους της Αθήνας. Όργανα της τάξεως περιπολούσαν κρατώντας μια μεζούρα και σταματούσαν αδιακρίτως γυναίκες προκειμένου να μετρήσουν το μήκος της φούστας τους. Κόρες καλών οικογενειών και γυναίκες από λαϊκές συνοικίες κάθονται στο εδώλιο, προς μεγάλη ευχαρίστηση όλων των αργόσχολων της εποχής που σύχναζαν εκεί για να σπάσουν πλάκα.
Αμέσως οι θεατρικές επιθεωρήσεις έσπευσαν να καυτηριάσουν την όλη κατάσταση. Η κατάσταση γρήγορα ξέφυγε από κάθε έλεγχο. Τα σχόλια και η κριτική έδιναν και έπαιρναν και φυσικά οι Αθηναίες αντιδρούσαν έντονα. Σύντομα κινητοποιήθηκαν οι άντρες βλέποντας τις γυναίκες και τις κόρες τους να διαπομπεύονται.
Είναι χαρακτηριστικό σχετικό χρονογράφημα του Γρηγορίου Ξενόπουλου: «Κορίτσια καλών οικογενειών συνελήφθησαν εις την μέσην του δρόμου, ωδηγήθησαν εις το Πταισματοδικείον, διεπομπεύθησαν, εγιουχαΐσθησαν, κατεδικάσθησαν, εκρατήθησαν, εφωτογραφήθησαν και εφιγουράρησαν εις τας εφημερίδας με το σώμα του εγκλήματός των παραπλεύρως, δηλαδή με τις γυμνές των γάμπες. Φαντάζεσθε ότι ήτο δυνατόν να εξακολουθήση χωρίς εξέγερσιν επικίνδυνον μία τέτοια βαρβαρότης;…».
Υπό το βάρος της πίεσης το καθεστώς απέσυρε άρον - άρον τις αστυνομικές περιπόλους και με μια ανακοίνωση που εξέδωσε θέλησε να διασκεδάσει τις εντυπώσεις υποστηρίζοντας ότι η απαγορευτική διάταξη δεν ίσχυε πλέον, καθώς οι Αθηναίες συμμορφώθηκαν αμέσως και μάκρυναν τις φούστες τους.
Η ιστορία προέρχεται από δημοσίευση του ιστορικού ερευνητή και δημοσιογράφου Λευτέρη Σκιαδά, εκδότη της εφημερίδας «Μικρός Ρωμηός». www.mikros-romios.gr Τηλ.: 2103426833.
↧
↧
Η δολοφονία του Γεωργίου
Το 1914, σε ένα ατμόπλοιο που απέπλευσε από τη Θεσσαλονίκη με προορισμό τον Πειραιά, ξέσπασε μια μικρή πυρκαγιά. Παρόλο που δεν υπάρχει άλλη αναφορά του γεγονότος, ο Τύπος πληροφορήθηκε και διέδωσε ότι στη μικρή φωτιά κάηκε το ανακριτικό υλικό από το φάκελο Αλεξάνδρου Σχινά. Ετσι, έκλεισε και τυπικά ένα σκοτεινό τούνελ που διέτρεχε ένα γεγονός συνταρακτικό: τη δολοφονία του Γεωργίου, την 5η Μαρτίου 1913, στη «λεωφόρο Αγίας Τριάδας».
Ο δολοφόνος
Ο τότε βασιλιάς είχε μια συνηθισμένη ημέρα. Ηταν κανονισμένο να επισκεφθεί το γερμανικό πολεμικό «Γκαίμπεν», που βρισκόταν στη Θεσσαλονίκη - μια τρέχουσα εθιμοτυπική επίσκεψη. Τον πήραν από το αρχοντικό Χατζηλαζάρου, όπου διέμενε, τον αποβίβασαν στα ντόκια του Λευκού Πύργου και τελειώνοντας η υποχρέωση, αποβιβάστηκε πάλι στην ίδια παραλία, μίλησε εγκάρδια με περαστικούς και συνοδεία του Φραγκούλη και δύο Κρητικών χωροφυλάκων έκανε έναν περίπατο προς τη διαμονή του. Κάτω από την Αγία Τριάδα, στην κυβόστρωτη λεωφόρο που πήρε το όνομά του, τον περίμενε ο Αλέξανδρος Σχινάς με ένα γεμάτο πιστόλι. Ακούστηκαν δυο πιστολιές, ο βασιλιάς κατέρρευσε στην αγκαλιά ενός Εβραίου μπακάλη (κατά μαρτυρία του γιου του γνωστού αρχιτέκτοντα Πιέρο Αριγκόνι), ενώ ο Σχινάς απέτυχε να πυροβολήσει τον Φραγκούλη που τον άρπαξε και τον παρέδωσε στους χωροφύλακες. Το βασιλιά τον πήγαν στο Ιατρείο του Παπαφείου, όπου απλώς διαπίστωσαν το θάνατό του, ενώ ο Σχινάς οδηγήθηκε στο πιο κοντινό αστυνομικό τμήμα, του Φαλήρου και ανακρίθηκε. Βασικός ανακριτής ο Καντερές.
Ανησυχία
Η πόλη, για την ακρίβεια, τρελάθηκε από ανησυχία. Πάρθηκαν μέτρα πρόληψης και καταστολής, αλλά η διοίκηση, κατά μαρτυρία του πρίγκιπα Νικολάου, που διοικούσε την πόλη, είχε καταρρεύσει σε βαθμό που ο Ρακτιβάν τον ταρακούνησε και του ζήτησε να αρθεί στο ύψος των κρισίμων περιστάσεων. Αυτό που όλοι ρωτούσαν ήταν ποιος τον σκότωσε. Αμέσως κυκλοφόρησαν τα γνωστά: κάθαρμα, πειναλέων, αναρχικός, ένα ανυπόληπτο άτομο. Η ανάκριση έγινε υπό την εποπτεία του Κωνσταντίνου, που κατέφτασε στη Θεσσαλονίκη, και διακόπηκε απότομα την 22α Απριλίου, όταν ο Σχινάς «πέταξε» από ένα παράθυρο της φυλακής του. Είχε μόλις δεχτεί την επίσκεψη της βασίλισσας Ολγας, που μοιράστηκε τη συνομιλία με το δολοφόνο μόνο με το γιο της, τον πρίγκιπα Πέτρο.
Γιατί τόση ανησυχία;
Στη Θεσσαλονίκη, από την πρώτη μέρα, όλοι μιλούσαν για Βούλγαρο υποκινητή του Σχινά, που ήταν Σερραίος. Οι πρώτες φήμες τον ήθελαν να μιλάει με ένα Βούλγαρο συναγματάρχη «και κομιτατζή» - μην ξεχνάμε ότι δεν είχε ξεκινήσει ο Β' Βαλκανικός Πόλεμος. Η διοίκηση προσπάθησε τάχιστα να αλλάξει αυτήν την εντύπωση, κυκλοφορώντας το νέο πως ο δολοφόνος ήταν ένας Ελληνας, όχι εντελώς στα καλά του.
Αλήθευε αυτό;
Ο Σχινάς ήταν δάσκαλος! Και μάλιστα φυματικός, «στο δεύτερο στάδιο», καθώς εξηγούν οι περιγραφές. Η μετάθεσή του στην Κλεισούρα δεν έγινε, και ζήτησε, λένε, βοήθεια από το βασιλιά, μέσω του υπασπιστή Φραγκούλη, βοήθεια που δεν έλαβε ποτέ. Από την Αθήνα πήγε και διέμεινε στο Βόλο, όπου «κόλλησε το μικρόβιο του αναρχισμού». Αυτό το παραμύθι δε στάθηκε πολλά χρόνια, αν και οι νύξεις της ανάκρισης ότι «καταφέρθηκε εναντίον του θεσμού των βασιλέων που ζουν πλουσιοπάροχα, ενώ ο λαός πεινάει» εκφράζει μάλλον τη χοντροκομμένη στερεοτυπική άποψη των ανακριτών για το ποια μπορούσε να είναι η ιδεολογία και τα λογάκια ενός αναρχικού. Καθώς οι αναρχικοί συμπλήρωναν πάνω από μια γενιά που σκότωναν και τραυμάτιζαν μέλη βασιλικών οικογενειών και εκτελούνταν από τις Αστυνομίες των διαφόρων βασιλείων, η ιστορία θα μπορούσε να γίνει πιστευτή. Αν δεν υπήρχε ο Αγιος Σώστης, το 1898.
Ο Αγιος Σώστης
Στον Γεώργιο είχαν στήσει καρτέρι δυο υποψήφιοι δολοφόνοι του, ενώ εποχούνταν στη βασιλική άμαξα, το 1898. Η απόπειρα απέτυχε, αλλά η διάδοση πως ήταν βαλτοί από τους Γερμανούς ήταν τόσο έντονη, ώστε οι συλληφθέντες εκτελέστηκαν, ενώ ανέτως η θανατική ποινή θα μπορούσε να έχει μετατραπεί, όταν όλη η φθορά ήταν η τραυματισμένη κνήμη ενός συνοδού. Ο λαός μετά από έρανο έχτισε τον Αγιο Σώστη στην Αττική, στο σημείο της ενέδρας.
Η λέξη «Αυστρία»
Η λέξη «Αυστρία» άρχισε να ακούγεται έντονα, αρχικά μη ακουόμενη, ανάμεσα στη βασιλική οικογένεια και στο λαό. Οι Γερμανοί και οι σύμμαχοί τους ήταν ευνοημένοι από τη δολοφονία, επειδή διάδοχος ήταν εδραιωμένα ο Κωνσταντίνος, από τα νιάτα του μαγεμένος με την πρωσική στρατιωτική παράδοση. Η φτώχεια του Σχινά και ενδεχομένως μια συστημική πικρία που συνδύαζε τις κακοτυχίες της ζωής του με έναν ξαφνικό ακτιβισμό, που θα μπορούσε να τον «εξαγνίσει», ίσως ήταν μια ασφαλέστερη μέθοδος πειθούς. Βέβαια, αυτά που άκουσε η Ολγα από τον Σχινά, και η περιορισμένη διάδοσή τους σε στενό κύκλο, έφερε αμέσως την πτήση του Σχινά προς το θάνατο, πράγμα που δε συνάδει με μπλεξίματα ξένων δυνάμεων, αλλά περισσότερο προς αποφασισμένη δολοφονία του «από τα μέσα». Σε αυτήν την εκδοχή αντίθετη βρίσκεται μόνον η μαρτυρία ενός ανθρώπου, φίλου της αυλής, ο οποίος διηγείται πως ο Γεώργιος λίγες ημέρες πριν του εξομολογήθηκε, παρόντος του Νικολάου, ότι ο Γεώργιος, πάνω στα πενήντα χρόνια της βασιλείας του, ήθελε να παραιτηθεί υπέρ του Κωνσταντίνου. Αυτό «αθωώνει» τον Κωνσταντίνο, αλλά δεν εξηγεί την ταραχή του Νικολάου. Τέλος πάντων.
Η ευφάνταστη δεκαετία του 1920
Μεταξύ 1922 και 1930, φούντωσαν διαδόσεις, οι περισσότερες αναξιόπιστες, επειδή ήταν ήδη νεκρός ο Κωνσταντίνος, η Γερμανία είχε διαλυθεί, όπως και η Αυστροουγγαρία. Κάποιος κυκλοφόρησε στην πόλη ψευδωνύμως την «υπόθεση Σχινάζι». Διαβάστε την καθαρά ως λογοτεχνική υπόθεση. Κατ' αυτήν, υπήρχε στη Σαλονίκη ένας Αυστριακός αξιωματικός του Ναυτικού ονόματι Σχινάζι. Αυτός οργάνωσε τη δολοφονία, εξαπατώντας τον Σχινά, που τον ήθελε επειδή μπορούσε να επέλθει σύγχυση στα ονόματά τους! (=Σχινάς, Σχινάζι…) Φυσικά, ως λογοτεχνικό παραλήρημα, ο προσεκτικός συγγραφέας επεδίωκε να μπλεξει κάποιον που το όνομά του παρέπεμπε στο εβραϊκό «Εσκενάζι», ώστε να διατρανωθεί ο παγκόσμιος σιωνισμός που δολοφονούσε αγγλόφιλους βασιλείς…
Τα επίχειρα
Γερμανοί και Αγγλοι έκαναν αυτό που νόμιζαν πως έπρεπε να κάνουν, αλλά η Ιστορία του ήθελε, σε ελάχιστα χρόνια, να ηττηθούν απόλυτα στο Μεγάλο Πόλεμο. Ωστόσο, η ελληνική βασιλική διαδοχή έφερε περιορισμένους, έστω, καρπούς. Αν ο Γεώργιος βασίλευε μεταξύ 1913 και 1920, δε θα υπήρχαν αναρίθμητα έκδοχα της ιστορίας της Ελλάδας. Μήτε παρέμβαση υπέρ της ουδετερότητας, μήτε Διχασμός, εκτός κι αν τον σκότωναν αργότερα. Ηταν σαφές ότι για την πολιτική του Κεντρικού Αξονα, ο Γεώργιος Α', ως επιφανής νεκρός στη διασταύρωση όπου υπάρχει το μνημείο της δολοφονίας του, ήταν η πιο τιμητική θέση που θα μπορούσαν να του κρατήσουν στον επικείμενο όλεθρο της Ιστορίας και της Κοινής Λογικής…
http://www.agelioforos.gr/default.asp?pid=7&ct=7&artid=100580
Ο δολοφόνος
Ο τότε βασιλιάς είχε μια συνηθισμένη ημέρα. Ηταν κανονισμένο να επισκεφθεί το γερμανικό πολεμικό «Γκαίμπεν», που βρισκόταν στη Θεσσαλονίκη - μια τρέχουσα εθιμοτυπική επίσκεψη. Τον πήραν από το αρχοντικό Χατζηλαζάρου, όπου διέμενε, τον αποβίβασαν στα ντόκια του Λευκού Πύργου και τελειώνοντας η υποχρέωση, αποβιβάστηκε πάλι στην ίδια παραλία, μίλησε εγκάρδια με περαστικούς και συνοδεία του Φραγκούλη και δύο Κρητικών χωροφυλάκων έκανε έναν περίπατο προς τη διαμονή του. Κάτω από την Αγία Τριάδα, στην κυβόστρωτη λεωφόρο που πήρε το όνομά του, τον περίμενε ο Αλέξανδρος Σχινάς με ένα γεμάτο πιστόλι. Ακούστηκαν δυο πιστολιές, ο βασιλιάς κατέρρευσε στην αγκαλιά ενός Εβραίου μπακάλη (κατά μαρτυρία του γιου του γνωστού αρχιτέκτοντα Πιέρο Αριγκόνι), ενώ ο Σχινάς απέτυχε να πυροβολήσει τον Φραγκούλη που τον άρπαξε και τον παρέδωσε στους χωροφύλακες. Το βασιλιά τον πήγαν στο Ιατρείο του Παπαφείου, όπου απλώς διαπίστωσαν το θάνατό του, ενώ ο Σχινάς οδηγήθηκε στο πιο κοντινό αστυνομικό τμήμα, του Φαλήρου και ανακρίθηκε. Βασικός ανακριτής ο Καντερές.
Ανησυχία
Η πόλη, για την ακρίβεια, τρελάθηκε από ανησυχία. Πάρθηκαν μέτρα πρόληψης και καταστολής, αλλά η διοίκηση, κατά μαρτυρία του πρίγκιπα Νικολάου, που διοικούσε την πόλη, είχε καταρρεύσει σε βαθμό που ο Ρακτιβάν τον ταρακούνησε και του ζήτησε να αρθεί στο ύψος των κρισίμων περιστάσεων. Αυτό που όλοι ρωτούσαν ήταν ποιος τον σκότωσε. Αμέσως κυκλοφόρησαν τα γνωστά: κάθαρμα, πειναλέων, αναρχικός, ένα ανυπόληπτο άτομο. Η ανάκριση έγινε υπό την εποπτεία του Κωνσταντίνου, που κατέφτασε στη Θεσσαλονίκη, και διακόπηκε απότομα την 22α Απριλίου, όταν ο Σχινάς «πέταξε» από ένα παράθυρο της φυλακής του. Είχε μόλις δεχτεί την επίσκεψη της βασίλισσας Ολγας, που μοιράστηκε τη συνομιλία με το δολοφόνο μόνο με το γιο της, τον πρίγκιπα Πέτρο.
Γιατί τόση ανησυχία;
Στη Θεσσαλονίκη, από την πρώτη μέρα, όλοι μιλούσαν για Βούλγαρο υποκινητή του Σχινά, που ήταν Σερραίος. Οι πρώτες φήμες τον ήθελαν να μιλάει με ένα Βούλγαρο συναγματάρχη «και κομιτατζή» - μην ξεχνάμε ότι δεν είχε ξεκινήσει ο Β' Βαλκανικός Πόλεμος. Η διοίκηση προσπάθησε τάχιστα να αλλάξει αυτήν την εντύπωση, κυκλοφορώντας το νέο πως ο δολοφόνος ήταν ένας Ελληνας, όχι εντελώς στα καλά του.
Αλήθευε αυτό;
Ο Σχινάς ήταν δάσκαλος! Και μάλιστα φυματικός, «στο δεύτερο στάδιο», καθώς εξηγούν οι περιγραφές. Η μετάθεσή του στην Κλεισούρα δεν έγινε, και ζήτησε, λένε, βοήθεια από το βασιλιά, μέσω του υπασπιστή Φραγκούλη, βοήθεια που δεν έλαβε ποτέ. Από την Αθήνα πήγε και διέμεινε στο Βόλο, όπου «κόλλησε το μικρόβιο του αναρχισμού». Αυτό το παραμύθι δε στάθηκε πολλά χρόνια, αν και οι νύξεις της ανάκρισης ότι «καταφέρθηκε εναντίον του θεσμού των βασιλέων που ζουν πλουσιοπάροχα, ενώ ο λαός πεινάει» εκφράζει μάλλον τη χοντροκομμένη στερεοτυπική άποψη των ανακριτών για το ποια μπορούσε να είναι η ιδεολογία και τα λογάκια ενός αναρχικού. Καθώς οι αναρχικοί συμπλήρωναν πάνω από μια γενιά που σκότωναν και τραυμάτιζαν μέλη βασιλικών οικογενειών και εκτελούνταν από τις Αστυνομίες των διαφόρων βασιλείων, η ιστορία θα μπορούσε να γίνει πιστευτή. Αν δεν υπήρχε ο Αγιος Σώστης, το 1898.
Ο Αγιος Σώστης
Στον Γεώργιο είχαν στήσει καρτέρι δυο υποψήφιοι δολοφόνοι του, ενώ εποχούνταν στη βασιλική άμαξα, το 1898. Η απόπειρα απέτυχε, αλλά η διάδοση πως ήταν βαλτοί από τους Γερμανούς ήταν τόσο έντονη, ώστε οι συλληφθέντες εκτελέστηκαν, ενώ ανέτως η θανατική ποινή θα μπορούσε να έχει μετατραπεί, όταν όλη η φθορά ήταν η τραυματισμένη κνήμη ενός συνοδού. Ο λαός μετά από έρανο έχτισε τον Αγιο Σώστη στην Αττική, στο σημείο της ενέδρας.
Η λέξη «Αυστρία»
Η λέξη «Αυστρία» άρχισε να ακούγεται έντονα, αρχικά μη ακουόμενη, ανάμεσα στη βασιλική οικογένεια και στο λαό. Οι Γερμανοί και οι σύμμαχοί τους ήταν ευνοημένοι από τη δολοφονία, επειδή διάδοχος ήταν εδραιωμένα ο Κωνσταντίνος, από τα νιάτα του μαγεμένος με την πρωσική στρατιωτική παράδοση. Η φτώχεια του Σχινά και ενδεχομένως μια συστημική πικρία που συνδύαζε τις κακοτυχίες της ζωής του με έναν ξαφνικό ακτιβισμό, που θα μπορούσε να τον «εξαγνίσει», ίσως ήταν μια ασφαλέστερη μέθοδος πειθούς. Βέβαια, αυτά που άκουσε η Ολγα από τον Σχινά, και η περιορισμένη διάδοσή τους σε στενό κύκλο, έφερε αμέσως την πτήση του Σχινά προς το θάνατο, πράγμα που δε συνάδει με μπλεξίματα ξένων δυνάμεων, αλλά περισσότερο προς αποφασισμένη δολοφονία του «από τα μέσα». Σε αυτήν την εκδοχή αντίθετη βρίσκεται μόνον η μαρτυρία ενός ανθρώπου, φίλου της αυλής, ο οποίος διηγείται πως ο Γεώργιος λίγες ημέρες πριν του εξομολογήθηκε, παρόντος του Νικολάου, ότι ο Γεώργιος, πάνω στα πενήντα χρόνια της βασιλείας του, ήθελε να παραιτηθεί υπέρ του Κωνσταντίνου. Αυτό «αθωώνει» τον Κωνσταντίνο, αλλά δεν εξηγεί την ταραχή του Νικολάου. Τέλος πάντων.
Η ευφάνταστη δεκαετία του 1920
Μεταξύ 1922 και 1930, φούντωσαν διαδόσεις, οι περισσότερες αναξιόπιστες, επειδή ήταν ήδη νεκρός ο Κωνσταντίνος, η Γερμανία είχε διαλυθεί, όπως και η Αυστροουγγαρία. Κάποιος κυκλοφόρησε στην πόλη ψευδωνύμως την «υπόθεση Σχινάζι». Διαβάστε την καθαρά ως λογοτεχνική υπόθεση. Κατ' αυτήν, υπήρχε στη Σαλονίκη ένας Αυστριακός αξιωματικός του Ναυτικού ονόματι Σχινάζι. Αυτός οργάνωσε τη δολοφονία, εξαπατώντας τον Σχινά, που τον ήθελε επειδή μπορούσε να επέλθει σύγχυση στα ονόματά τους! (=Σχινάς, Σχινάζι…) Φυσικά, ως λογοτεχνικό παραλήρημα, ο προσεκτικός συγγραφέας επεδίωκε να μπλεξει κάποιον που το όνομά του παρέπεμπε στο εβραϊκό «Εσκενάζι», ώστε να διατρανωθεί ο παγκόσμιος σιωνισμός που δολοφονούσε αγγλόφιλους βασιλείς…
Τα επίχειρα
Γερμανοί και Αγγλοι έκαναν αυτό που νόμιζαν πως έπρεπε να κάνουν, αλλά η Ιστορία του ήθελε, σε ελάχιστα χρόνια, να ηττηθούν απόλυτα στο Μεγάλο Πόλεμο. Ωστόσο, η ελληνική βασιλική διαδοχή έφερε περιορισμένους, έστω, καρπούς. Αν ο Γεώργιος βασίλευε μεταξύ 1913 και 1920, δε θα υπήρχαν αναρίθμητα έκδοχα της ιστορίας της Ελλάδας. Μήτε παρέμβαση υπέρ της ουδετερότητας, μήτε Διχασμός, εκτός κι αν τον σκότωναν αργότερα. Ηταν σαφές ότι για την πολιτική του Κεντρικού Αξονα, ο Γεώργιος Α', ως επιφανής νεκρός στη διασταύρωση όπου υπάρχει το μνημείο της δολοφονίας του, ήταν η πιο τιμητική θέση που θα μπορούσαν να του κρατήσουν στον επικείμενο όλεθρο της Ιστορίας και της Κοινής Λογικής…
http://www.agelioforos.gr/default.asp?pid=7&ct=7&artid=100580
↧
Περίπατος, θεάματα, κήποι και αξιοθέατα στην Ιερά Οδό της δεκαετίας του 1930
Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Από τις ωραιότερες βόλτες στην προπολεμική Αθήνα ήταν κατά μήκος της Ιεράς Οδού, από την οδό Πειραιώς μέχρι τη Σπύρου Πάτση και κατά μήκος της Κωνσταντινουπόλεως. Εκεί βρίσκονταν τα κέντρα, τα «θεάματα» και οι κήποι. Το δίωρο επτά με εννέα ήταν κατεξοχήν για περίπατο. Νεαροί, κορίτσια, γυναίκες, παιδιά, γέροι, γριούλες και ατέλειωτη… μαρίδα εμφανίζονταν από κάθε γωνιά. Τότε έκαναν χρυσές δουλειές οι πλανόδιοι μικροπωλητές, πασατεμπάδες, παγωτατζήδες, στραγαλατζήδες, λεμοναδοπώλες… Τα τραπεζάκια γέμιζαν εύθυμες συντροφιές. Τότε ανθούσαν και τα φλερτάκια με νεανίες που ξεποδαριάζονταν κατά μήκος της Ιεράς Οδού…
Τα καταστήματα της συνοικίας ήταν ένα πραγματικό μωσαϊκό. Πλάι στο μπαρ ξεφύτρωνε το μαγέρικο, πλάι στο μαγέρικο ο καφενές, το αριστοκρατικότερο «Οινοεστιατόριον» ή «Καφεζυθοπωλείον», η απλή ταβέρνα, το «Ζαχαροπλαστείον», το υπαίθριο θέατρο ή ο ρομαντικός κήπος. Εκεί, το καφενεδάκι «Ελβετικόν» του Γερολυμάτου, γεμάτο ταβλαδόρους, εκεί και η ταβέρνα «Υπόγειος Παράδεισος» του Δημητρίου. Στη δε οδό Κωνσταντινουπόλεως, το ζυθεστιατόριο «Δάσος» του Βλάχου, το οποίο είχε κήπο με λεύκες, λυγαριές και ακακίες.
Στα δυτικά της οδού Κωνσταντινουπόλεως υπήρχε το θέατρο «Βοτανικός», όπου ο Κόττας, ο καραγκιοζοπαίκτης της συνοικίας, με όλο τον θίασο επί σκηνής, τον πονηρό Καραγκιόζη, τον αφελή μπαρμπα-Γιώργο, το Κολλητήρι, τον Χατζηαβάτη, διασκέδαζε την τακτική του πελατεία με κωμικοδράματα και ιλαροτραγωδίες! Αλλά η περιοχή διέθετε και θερινό κινηματογράφο, το «Περουζέ».
Ζωηρότατη ήταν η κίνηση και «εις το μέχρι της οδού Πειραιώς ―παρά την Λαχαναγοράν― τμήμα». Η Λαχαναγορά βρισκόταν στο ανασκαμμένο σήμερα οικόπεδο, στη γωνία που συμβάλλουν η οδός Πειραιώς με την Ιερά Οδό. Εκεί ήταν το καφενεδάκι «Λουκαντζίκος», ο «Βύρων», το οινομαγειρείο του Παπαδάτου και τα καφενεία «Προβολεύς», «Λεύκα», «Συνάντησις», «Ένωσις» και «Εμπορικόν Κέντρον».
Τα καταστήματα της συνοικίας ήταν ένα πραγματικό μωσαϊκό. Πλάι στο μπαρ ξεφύτρωνε το μαγέρικο, πλάι στο μαγέρικο ο καφενές, το αριστοκρατικότερο «Οινοεστιατόριον» ή «Καφεζυθοπωλείον», η απλή ταβέρνα, το «Ζαχαροπλαστείον», το υπαίθριο θέατρο ή ο ρομαντικός κήπος. Εκεί, το καφενεδάκι «Ελβετικόν» του Γερολυμάτου, γεμάτο ταβλαδόρους, εκεί και η ταβέρνα «Υπόγειος Παράδεισος» του Δημητρίου. Στη δε οδό Κωνσταντινουπόλεως, το ζυθεστιατόριο «Δάσος» του Βλάχου, το οποίο είχε κήπο με λεύκες, λυγαριές και ακακίες.
Στα δυτικά της οδού Κωνσταντινουπόλεως υπήρχε το θέατρο «Βοτανικός», όπου ο Κόττας, ο καραγκιοζοπαίκτης της συνοικίας, με όλο τον θίασο επί σκηνής, τον πονηρό Καραγκιόζη, τον αφελή μπαρμπα-Γιώργο, το Κολλητήρι, τον Χατζηαβάτη, διασκέδαζε την τακτική του πελατεία με κωμικοδράματα και ιλαροτραγωδίες! Αλλά η περιοχή διέθετε και θερινό κινηματογράφο, το «Περουζέ».
Ζωηρότατη ήταν η κίνηση και «εις το μέχρι της οδού Πειραιώς ―παρά την Λαχαναγοράν― τμήμα». Η Λαχαναγορά βρισκόταν στο ανασκαμμένο σήμερα οικόπεδο, στη γωνία που συμβάλλουν η οδός Πειραιώς με την Ιερά Οδό. Εκεί ήταν το καφενεδάκι «Λουκαντζίκος», ο «Βύρων», το οινομαγειρείο του Παπαδάτου και τα καφενεία «Προβολεύς», «Λεύκα», «Συνάντησις», «Ένωσις» και «Εμπορικόν Κέντρον».
↧
Εν Αθήναις...Ομόνοια πλας
Άλλοτε...
Σαν την Πλας Πιγκάλ από χρόνια
μια πλατεία πολύ κεντρική
στην Αθήνα μας είναι η Ομόνοια
που είναι η φήμη της ιστορική
Σε κάθε γωνία
επτά καφενεία
καρέκλες με κόσμο γεμάτες
και ταξί που ψαρεύουν πελάτες
Κομψοί και ωραίοι
πόλισμαν τροχαίοι
πέντε έξι παλιές πειρατίες
καυγαδάκια στις αφετηρίες
Καμπαρέ και τζαζ μπαν και μπελ φαμ
και ταμπέλες που λεν γουελ καμ
τι ρυθμός τι ζωή
και κοσμοσυρροή
μέρα νύχτα κι ως το πρωί
Και τ’ανθοπωλεία
σειρά στην πλατεία
τριάντα περίπτερα πλάι
κι από κάτω μετρό που περνάει
κάποιου εκεί κουλουρτζή ο ταβλάς
να η Ομόνοια πλας
Μια πλατεία παλιά όλο χάρη
όλοι οι δρόμοι οδηγούν προς τα εκεί
και μαζεύονται και οι φαντάροι
το απόγευμα την Κυριακή
Πλατεία κοκέτα
φαγιά σε πακέτα
τσατσάρες στυλό και λαχεία
και χαζοί από την επαρχία
Δυο μέτρα πιο κάτω
πολύ ορεξάτο
παρφέ μ’ένα γύρο σκορπίζει
το ντονέρ το κεμπάπ που γυρίζει
και αρκά από κάποιο στενό
για βολτίτσα προβάλλει ο Ζανό
τι ρυθμός και ζωή
και κοσμοσυρροή
μέρα νύχτα και ως το πρωί
Και πριν ξημερώσει
ξενύχτηδες τόσοι
περνούνε να παν για το σπίτι
ενώ το πρώτο το τραμ σκάει μύτη
κάποιου εκεί κουλουρτζή ο ταβλάς
να η Ομόνοια πλας.
και τώρα...
Έξω από το κλειστό καφενείο ΤΟ ΝΕΟΝ χθές το πρωϊ δύο άτομα
με βούρτσες και εργαλεία ασπριτζή περιμένουν πελάτη όπως παλιά....
Κάθονται στον εξαερισμό του υπογείου και πίσω τους πλάτη
δύο αλλοδαποί διαφημίζουν τα "προϊόντα" τους κλείνοντας το μάτι
"...έχω απ΄όλα...."
Ακριβώς δίπλα στην Δώρου αλλοδαπές νέες σε ηλικία κάνουν
πιάτσα....έχει πέσει η τιμή ....15 ευρώ χωρίς παζάρι.
Τα περίπτερα της πολύπαθης και ιστορικής πλατείας έχουν μετατραπεί
σε καταστήματα λιανικής "μαϊμούδων" ...ότι δηλαδή πουλάνε
στα σεντόνια οι αλλοδαποί.
Έχουν και υπαλλήλους...πάντα αλλοδαπούς... προφανώς λόγω ευτελούς
μεροκάματου και 24ωρου ωραρίου εργασίας.
Είναι νοιασμένοι όμως και όταν αντιλαμβάνονται περίεργους ....
κάνουν τον πελάτη.
Απέναντι έξω από τον Χόντο μεγαλούτσικες Ελληνίδες προσφέρουν τις "υπηρεσίες" τους διαφημίζοντας την καταγωγή τους ...τύπου
"παπούτσι από τον τόπο σου".
Παραπέρα Ανατολικές τσιγαρούδες
(αυτές έχουν την αποκλειστικότητα στο είδος).
Υπάρχουν και τραπεζάκια έξω από μίνι καφετέρια προστατευμένα
με διαφανή τέντα στα πλάγια για να σου επιτρέπει να βλέπεις
τα "αξιοθέατα".
Έξω από την τράπεζα στα σκαλάκια χρήστες περιμένουν τον "γαλατά"
αλλά και ζητούν 60 λεπτά για να φάνε κάτι... δηλαδή δόση.
πίσω στα παλιά
Σαν την Πλας Πιγκάλ από χρόνια
μια πλατεία πολύ κεντρική
στην Αθήνα μας είναι η Ομόνοια
που είναι η φήμη της ιστορική
Σε κάθε γωνία
επτά καφενεία
καρέκλες με κόσμο γεμάτες
και ταξί που ψαρεύουν πελάτες
Κομψοί και ωραίοι
πόλισμαν τροχαίοι
πέντε έξι παλιές πειρατίες
καυγαδάκια στις αφετηρίες
Καμπαρέ και τζαζ μπαν και μπελ φαμ
και ταμπέλες που λεν γουελ καμ
τι ρυθμός τι ζωή
και κοσμοσυρροή
μέρα νύχτα κι ως το πρωί
Και τ’ανθοπωλεία
σειρά στην πλατεία
τριάντα περίπτερα πλάι
κι από κάτω μετρό που περνάει
κάποιου εκεί κουλουρτζή ο ταβλάς
να η Ομόνοια πλας
Μια πλατεία παλιά όλο χάρη
όλοι οι δρόμοι οδηγούν προς τα εκεί
και μαζεύονται και οι φαντάροι
το απόγευμα την Κυριακή
Πλατεία κοκέτα
φαγιά σε πακέτα
τσατσάρες στυλό και λαχεία
και χαζοί από την επαρχία
Δυο μέτρα πιο κάτω
πολύ ορεξάτο
παρφέ μ’ένα γύρο σκορπίζει
το ντονέρ το κεμπάπ που γυρίζει
και αρκά από κάποιο στενό
για βολτίτσα προβάλλει ο Ζανό
τι ρυθμός και ζωή
και κοσμοσυρροή
μέρα νύχτα και ως το πρωί
Και πριν ξημερώσει
ξενύχτηδες τόσοι
περνούνε να παν για το σπίτι
ενώ το πρώτο το τραμ σκάει μύτη
κάποιου εκεί κουλουρτζή ο ταβλάς
να η Ομόνοια πλας.
και τώρα...
Έξω από το κλειστό καφενείο ΤΟ ΝΕΟΝ χθές το πρωϊ δύο άτομα
με βούρτσες και εργαλεία ασπριτζή περιμένουν πελάτη όπως παλιά....
Κάθονται στον εξαερισμό του υπογείου και πίσω τους πλάτη
δύο αλλοδαποί διαφημίζουν τα "προϊόντα" τους κλείνοντας το μάτι
"...έχω απ΄όλα...."
Ακριβώς δίπλα στην Δώρου αλλοδαπές νέες σε ηλικία κάνουν
πιάτσα....έχει πέσει η τιμή ....15 ευρώ χωρίς παζάρι.
Τα περίπτερα της πολύπαθης και ιστορικής πλατείας έχουν μετατραπεί
σε καταστήματα λιανικής "μαϊμούδων" ...ότι δηλαδή πουλάνε
στα σεντόνια οι αλλοδαποί.
Έχουν και υπαλλήλους...πάντα αλλοδαπούς... προφανώς λόγω ευτελούς
μεροκάματου και 24ωρου ωραρίου εργασίας.
Είναι νοιασμένοι όμως και όταν αντιλαμβάνονται περίεργους ....
κάνουν τον πελάτη.
Απέναντι έξω από τον Χόντο μεγαλούτσικες Ελληνίδες προσφέρουν τις "υπηρεσίες" τους διαφημίζοντας την καταγωγή τους ...τύπου
"παπούτσι από τον τόπο σου".
Παραπέρα Ανατολικές τσιγαρούδες
(αυτές έχουν την αποκλειστικότητα στο είδος).
Υπάρχουν και τραπεζάκια έξω από μίνι καφετέρια προστατευμένα
με διαφανή τέντα στα πλάγια για να σου επιτρέπει να βλέπεις
τα "αξιοθέατα".
Έξω από την τράπεζα στα σκαλάκια χρήστες περιμένουν τον "γαλατά"
αλλά και ζητούν 60 λεπτά για να φάνε κάτι... δηλαδή δόση.
πίσω στα παλιά
↧
Η αγγελία της χρονιάς από Πακιστανό...!!!
Η αγγελία της χρονιάς!
Πρόκειται για μια αφίσα κολλημένη σε τοίχο στα πέριξ της Ομόνοιας
που κάποιος
άγνωστος αναζητά δουλειά σε κάπως περίεργα... ελληνικά και μάλιστα
κάνει και μασάζ...
Δελεαστικό δεν μπορούμε να πούμε...
Δελεαστικό δεν μπορούμε να πούμε...
↧
↧
"Ὦ Ελλάς, ἡρώων χώρα, τί γαϊδάρους βγάζεις τώρα;"
Ποιὸς εἶδε κράτος λιγοστὸ σ᾿ ὅλη τὴ γῆ μοναδικό, ἑκατὸ νὰ ἐξοδεύῃ καὶ πενήντα νὰ μαζεύῃ; Νὰ τρέφῃ ὅλους τοὺς ἀργούς, νἄχῃ ἑπτὰ Πρωθυπουργούς, ταμεῖο δίχως χρήματα καὶ δόξης τόσα μνήματα; Νἄχῃ κλητῆρες γιὰ φρουρὰ καὶ νὰ σὲ κλέβουν φανερά, κι ἐνῷ αὐτοὶ σὲ κλέβουνε τὸν κλέφτη νὰ γυρεύουνε; * * * |
Κλέφτες φτωχοὶ καὶ ἄρχοντες μὲ ἅμαξες καὶ ἄτια, κλέφτες χωρὶς μία πῆχυ γῆ καὶ κλέφτες μὲ παλάτια, ὁ ἕνας κλέβει ὄρνιθες καὶ σκάφες γιὰ ψωμὶ ὁ ἄλλος τὸ ἔθνος σύσσωμο γιὰ πλούτη καὶ τιμή. * * * |
Ὅλα σ᾿ αὐτὴ τὴ γῆ μασκαρευτῆκαν ὀνείρατα, ἐλπίδες καὶ σκοποί, οἱ μοῦρες μας μουτσοῦνες ἐγινῆκαν δὲν ξέρομε τί λέγεται ντροπή. * * * |
Ὁ Ἕλληνας δυὸ δίκαια ἀσκεῖ πανελευθέρως, συνέρχεσθαί τε καὶ οὐρεῖν εἰς ὅποιο θέλει μέρος. * * * |
Χαρὰ στοὺς χασομέρηδες! χαρὰ στοὺς ἀρλεκίνους! σκλάβος ξανάσκυψε ὁ ρωμιὸς καὶ δασκαλοκρατιέται. * * * |
Γι᾿ αὐτὸ τὸ κράτος, ποὺ τιμᾶ τὰ ξέστρωτα γαϊδούρια, σικτὶρ στὰ χρόνια τὰ παλιά, σικτὶρ καὶ στὰ καινούργια! * * * |
Καὶ τῶν σοφῶν οἱ λόγοι θαρρῶ πὼς εἶναι ψώρα, πιστὸς εἰς ὅ,τι λέγει κανένας δὲν ἐφάνη... αὐτὸς ὁ πλάνος κόσμος καὶ πάντοτε καὶ τώρα, δὲν κάνει ὅ,τι λέγει, δὲν λέγει ὅ,τι κάνει. * * * |
Σουλούπι, μπόϊ, μικρομεσαῖο, ὕφος τοῦ γόη, ψευτομοιραῖο. Λίγο κατσούφης, λίγο γκρινιάρης, λίγο μαγκούφης, λίγο μουρντάρης. Σπαθὶ ἀντίληψη, μυαλὸ ξεφτέρι, κάτι μισόμαθε κι ὅλα τὰ ξέρει. Κι ἀπὸ προσπάππου κι ἀπὸ παπποῦ συγχρόνως μποῦφος καὶ ἀλεποῦ. * * * |
Καὶ ψωμοτύρι καὶ γιὰ καφὲ τὸ «δὲ βαρυέσαι» κι «ὢχ ἀδερφέ». Ὡσὰν πολίτης, σκυφτὸς ραγιᾶς σὰν πιάσει πόστο: δερβεναγᾶς. Θέλει ἀκόμα -κι αὐτὸ εἶναι ὡραῖο- νὰ παριστάνει τὸν εὐρωπαῖο. Στὰ δυὸ φορώντας τὰ πόδια πού ῾χει στό ῾να λουστρίνι, στ᾿ ἄλλο τσαρούχι. * * * |
Δυστυχία σου Ἑλλάς, μὲ τὰ τέκνα ποὺ γεννᾶς. Ὦ Ελλάς, ἡρώων χώρα, τί γαϊδάρους βγάζεις τώρα; Γεώργιος Σουρής |
↧
70 χρόνια από την εξέγερση στο γκέτο της Βαρσοβίας
70 χρόνια συμπληρώνονται από την εβραϊκή εξέγερση στο γκέτο της Βαρσοβίας. Μια απεγνωσμένη πράξη αντίστασης στην προσπάθεια των ναζί να μεταφέρουν τους εναπομείναντες κατοίκους σε στρατόπεδο εξόντωσης.
Το γκέτο της Βαρσοβίας ιδρύθηκε το 1940 στην εβραϊκή συνοικία της πόλης. Πριν το κύμα μαζικών εκτοπισμών στα στρατόπεδα εξόντωσης το 1942, ζούσαν εκεί περί τις 400.000 Εβραίοι. Έπειτα απέμειναν μόλις 60.000 άνθρωποι. Στις αρχές του 1943 ο Χάινριχ Χίμλερ διέταξε την πλήρη εκκένωση του γκέτο. Μέχρι τότε οι περισσότεροι Εβραίοι απέρριπταν την ένοπλη αντίσταση, και για θρησκευτικούς λόγους. Όταν όμως επρόκειτο να ξεκινήσουν οι τελευταίες επιχειρήσεις μαζικής μεταφοράς τους, εκατοντάδες νεαροί Εβραίοι αποφάσισαν να αντισταθούν.
Στις 19 Απριλίου του 1943, την παραμονή του εβραϊκού Πάσχα, οι δυνάμεις της ναζιστικής Γερμανίας εισέβαλαν στο γκέτο της Βαρσοβίας για να καταπνίξουν την εξέγερση των εγκλείστων, εντούτοις βρέθηκαν αντιμέτωποι με μια απροσδόκητη αντίσταση. Οι νεαροί Εβραίοι γνώριζαν ότι οι πιθανότητές τους ήταν μηδαμινές, καθώς τους έλειπαν όπλα, τρόφιμα αλλά και έξωθεν υποστήριξη.
Όταν στις αρχές Μαΐου οι Γερμανοί περικύκλωσαν το καταφύγιό τους, άρχισαν οι μαζικές αυτοκτονίες. «Ήθελαν να αποφασίσουν οι ίδιοι πώς θα πεθάνουν», λέει ο Ζίγκμουντ Στεπίνσκι, διευθυντής του νέου Μουσείου της Ιστορίας των Πολωνών Εβραίων στη Βαρσοβία. Ο θάνατός τους ισοδυναμούσε, σύμφωνα με τον ίδιο, με πολιτικό μανιφέστο. «Ήθελαν να δείξουν ότι οι Εβραίοι μπορούν να αντισταθούν και ότι οργάνωσαν την πρώτη εξέγερση εναντίον των ναζί». Ακολούθησαν εξεγέρσεις και σε άλλα εβραϊκά γκέτο.
Υπεύθυνος για την καταστολή της εξέγερσης ήταν ο διοικητής των SS Γιούργκεν Στρόοπ. Τον Μάιο του 1943 ανέφερε ότι «56.065 Εβραίοι εξοντώθηκαν αποδεδειγμένα».Πηγή Deutsche Welle
Το γκέτο της Βαρσοβίας ιδρύθηκε το 1940 στην εβραϊκή συνοικία της πόλης. Πριν το κύμα μαζικών εκτοπισμών στα στρατόπεδα εξόντωσης το 1942, ζούσαν εκεί περί τις 400.000 Εβραίοι. Έπειτα απέμειναν μόλις 60.000 άνθρωποι. Στις αρχές του 1943 ο Χάινριχ Χίμλερ διέταξε την πλήρη εκκένωση του γκέτο. Μέχρι τότε οι περισσότεροι Εβραίοι απέρριπταν την ένοπλη αντίσταση, και για θρησκευτικούς λόγους. Όταν όμως επρόκειτο να ξεκινήσουν οι τελευταίες επιχειρήσεις μαζικής μεταφοράς τους, εκατοντάδες νεαροί Εβραίοι αποφάσισαν να αντισταθούν.
Στις 19 Απριλίου του 1943, την παραμονή του εβραϊκού Πάσχα, οι δυνάμεις της ναζιστικής Γερμανίας εισέβαλαν στο γκέτο της Βαρσοβίας για να καταπνίξουν την εξέγερση των εγκλείστων, εντούτοις βρέθηκαν αντιμέτωποι με μια απροσδόκητη αντίσταση. Οι νεαροί Εβραίοι γνώριζαν ότι οι πιθανότητές τους ήταν μηδαμινές, καθώς τους έλειπαν όπλα, τρόφιμα αλλά και έξωθεν υποστήριξη.
Όταν στις αρχές Μαΐου οι Γερμανοί περικύκλωσαν το καταφύγιό τους, άρχισαν οι μαζικές αυτοκτονίες. «Ήθελαν να αποφασίσουν οι ίδιοι πώς θα πεθάνουν», λέει ο Ζίγκμουντ Στεπίνσκι, διευθυντής του νέου Μουσείου της Ιστορίας των Πολωνών Εβραίων στη Βαρσοβία. Ο θάνατός τους ισοδυναμούσε, σύμφωνα με τον ίδιο, με πολιτικό μανιφέστο. «Ήθελαν να δείξουν ότι οι Εβραίοι μπορούν να αντισταθούν και ότι οργάνωσαν την πρώτη εξέγερση εναντίον των ναζί». Ακολούθησαν εξεγέρσεις και σε άλλα εβραϊκά γκέτο.
Υπεύθυνος για την καταστολή της εξέγερσης ήταν ο διοικητής των SS Γιούργκεν Στρόοπ. Τον Μάιο του 1943 ανέφερε ότι «56.065 Εβραίοι εξοντώθηκαν αποδεδειγμένα».Πηγή Deutsche Welle
πηγή
↧
"Άντε ρε, λούστρο!"
Πάμε πίσω στις δεκαετίες ’50 και ’60. Τα αντρικά παπούτσια, ήσαν συνήθως ταλαιπωρημένα και σκονισμένα από τους χωματόδρομους, αφού
οι ασφαλτόδρομοι σπάνιζαν.
Ο μόνος τρόπος ευπρεπισμού τους ήταν να τα βάψεις με την αλοιφή «Κάμελ», που βρίσκεις και σήμερα. Διαφορετικά κατέφευγες στους υπαίθριους στιλβωτές, τους λούστρους. Κρεμασμένο στον ώμο με λουρί είχαν το κινητό μαγαζί τους, δηλαδή το σκαμνί και το ξύλινο κασελάκι με τα σύνεργά τους. Άλλο μικρό και απέριττο κι άλλο μεγάλο, πολυτελείας, με μπρούτζινες διακοσμήσεις.
Ψάρευαν πελατεία τριγυρνώντας στα καφενεία. Ο πελάτης έπινε τον καφέ, κάπνιζε το τσιγάρο ή διάβαζε την εφημερίδα κι ο λούστρος σκυμμένος γυάλιζε τα παπούτσια του.
Όμως οι λούστροι έκαναν πιάτσα και σε πολυσύχναστα μέρη. Έξω από κινηματογράφους, σε πλατείες ή σε κεντρικούς δρόμους, κατά μόνας ή παραταγμένοι σε σειρά.
Ο πελάτης ακουμπούσε το πόδι στο κασελάκι, στην υπερυψωμένη υποδοχή και ο λούστρος αναλάμβανε τα υπόλοιπα: δίπλωνε το μπατζάκι μη λερωθεί και έχωνε χαρτόνια από τσιγαρόκουτα στα πλάγια για να προστατέψει την κάλτσα. Ξεσκόνιζε με βούρτσα το παπούτσι, έβαζε λίγη αλοιφή από το μπουκαλάκι με το κατάλληλο χρώμα, και την άπλωνε παντού με την βούρτσα. Με ελαφρύ κτύπημα της βούρτσας στο παπούτσι έδινε το σύνθημα στον πελάτη να αλλάξει πόδι. Επαναλάμβανε την διαδικασία και επέστρεφε στο πρώτο για να του δώσει το τελικό γυάλισμα με ειδική αλοιφή, το «ευρωπαϊκό» όπως το έλεγαν.
Μερικοί λούστροι έκαναν επίδειξη της δεξιοτεχνίας τους προσφέροντας δωρεάν θέαμα στο κοινό, πετώντας τις βούρτσες στριφογυριστά στο αέρα, σαν ζογκλέρ, ή χτυπώντας τες ρυθμικά στο κασελάκι.
Το επάγγελμα ασκούσαν όλες οι ηλικίες. Από πιτσιρικάδες, τα «λουστράκια», όπως τα έλεγαν, μέχρι σεβάσμιοι γέροι. Οι βιοποριστικές ανάγκες της εποχής δεν έκαναν διακρίσεις.
Λουστράκια εμφανίζονταν συχνά στις Ελληνικές ταινίες, με αποκορύφωμα «Το λουστράκι», το 1962. Ένα χρόνο αργότερα, ο Ελία Καζάν τα εμφανίζει στην ταινία του «Αμέρικα, Αμέρικα» ενώ ο Χατζιδάκις που έγραψε τη μουσική, τους αφιερώνει ξεχωριστό κομμάτι με τίτλο «Τα λουστράκια», σε στίχους Γκάτσου.
Παρά την κινηματογραφική δημοφιλία τους όμως οι λούστροι δεν έχαιραν ιδιαίτερης εκτίμησης στην κοινωνία. Συνηθισμένη η βρισιά «άντε ρε, λούστρο!» ενώ οι γονείς συμβούλευαν τα παιδιά τους να ασχοληθούν με τα γράμματα ή την τέχνη «για να μην καταντήσεις λούστρος».
Η εικόνα στα στεγασμένα στιλβωτήρια ήταν διαφορετική. Υπερυψωμένες πολυθρόνες στη σειρά, σαν θρόνοι, υποδέχονταν τους πελάτες, δίνοντάς τους μια ψευδαίσθηση αρχοντιάς. Οι στιλβωτές δούλευαν όρθιοι ή καθισμένοι σε καρέκλα αντί το χαμηλό σκαμνί των υπαίθριων συναδέλφων τους.
Τα διάφορα αυτογυαλιστικά φιαλίδια και σφουγγαράκια, που άρχισαν να εμφανίζονται στις αρχές της δεκαετίας του ’70, σε συνδυασμό με την ασφαλτόστρωση όλων των δρόμων και την οικονομική ανάκαμψη που ακολούθησε, εξαφάνισε το επάγγελμα του λούστρου.
Σήμερα κασελάκια βρίσκεις μόνο στα παλιατζίδικα, στο Μοναστηράκι, και βεβαίως στις παλιές Ελληνικές ταινίες. Εύχομαι κι ελπίζω η σοβούσα οικονομική κρίση να μην αναγκάσει τον κόσμο να τα ανασύρει από την αφάνεια και τα ενεργοποιήσει πάλι…
↧
Νεκροταφείο με design τύπου Καλατράβα στη Σπάρτη
Δεν μοιάζει με κανένα άλλο κοιμητήριο στην Ελλάδα, έχει τολμηρές γραμμές,
απρόβλεπτα σύμβολα και χρώμα: Είναι το νεκροταφείο της Μαγούλας στη Σπάρτη,
που ονομάστηκε «η πιο μοντέρνα πόλη των νεκρών».
Μοναδικές εικόνες και την ιστορία του χώρου καταγράφει η ιστοσελίδα lakonistas. Παραθέτει μάλιστα και το απολαυστικό κείμενο που είχε γράψει στο Βήμα το 1965 ο Παύλος Παλαιολόγος, που βρέθηκε στην περιοχή με αφορμή τις εκδηλώσεις των Παλαιολογείων στον Μυστρά.
«Δεξίωση στο Δημαρχείο η συνέχεια. Γεύμα, επίσκεψη των πέριξ, γυμναστικές επιδείξεις το απόγευμα. Ανδρείοι σε όλους τους αιώνες οι Σπαρτιάτες, συμμορφώθηκαν με το πρόγραμμα της ημέρας. Ετεροδημότες εμείς, διαφορετική τροχιά ακολουθήσαμε. Και που, αν αγαπάτε; Επίσκεψη νεκροταφείου.
Νέο απόκτημα και αυτό. Αραιοί ακόμα οι κάτοικοί του. Ένας χρόνος μόλις που άρχισε η λειτουργία του. Το προάστιο της Σπάρτης Μαγούλα έχει το προνόμιο να διαθέτει την πιο μοντέρνα πόλη των νεκρών. Σχεδόν γελαστή. «Καλότυχοι
οι νεκροί.....». Εδώ ταιριάζει γάντι ο στίχος του ποιητή.
Γλυκός που γίνεται ο Θάνατος...
Θυμήθηκα το Νεκροταφείο της Βιέννης. Τόσο «λίγο» Νεκροταφείο, ώστε να πηγαίνουν οι γυναίκες με τα εργόχειρά τους και να πλέκουν στα παγκάκια του. Δωρεά δύο μεταναστών, του Ιωάννου και της Άννας Σαϊνοπούλου. Αρκετές
οι δωρεές για τους ζωντανούς. Έχει δικαιώματα στην ευζωία και ο Θάνατος. Θείοι του Δημάρχου Σπάρτης Γεωργίου Σαϊνόπουλου οι δωρητές, τοις ρήμασι του ανεψιού πειθόμενοι, εξασφάλισαν την ευφρόσυνη μεταθανάτια διαμονή.
Δύο εμπνευσμένοι αρχιτέκτονες, οι αδελφοί Χαρίλαος Πολυχρονόπουλος και Σοφία Πολυχρονοπούλου, έδωσαν μορφή σε όσα ήσαν διάχυτα στη φαντασία του Δημάρχου και προίκισαν τη Μαγούλα με νεκρική αγαλλίαση. Απαλές αψίδες που οδηγούν στο χώρο της αναπαύσεως όπου ευωδιάζουν τα ρόδα, κελαϊδούν
τα πουλιά και το νερό που κυλά εκτελεί ακούραστα το υγρό ορατόριό του.Επισκεφθείτε το πιο ελκυστικό Κοιμητήριο της χώρας».
πηγή
↧
↧
Nτίνος Ηλιόπουλος. Μια μαγική εικόνα.
Βρισκόμαστε γύρω στα μέσα της δεκαετία του '80 στο προαύλιο ενός Γυμνασίου κάπου στην Αθήνα. Ώρα διαλείμματος.
Η βαβούρα από τον όχλο των μαθητών, έντονη. Εντελώς ξαφνικά και μέσα σε λίγα μόλις δευτερόλεπτα, νεκρική σιγή.
Το τελευταίο πράγμα που ακούστηκε στον αέρα ήταν μια δυνατή φωνή..."Παιδιά!!!
Ο Ηλιόπουλος".
Και πράγματι.
Και πράγματι.
Ο αγαπημένος ηθοποιός διέσχιζε πεζός τον δρόμο έξω από το σχολείο. Κομψά ντυμένος με ένα λευκό κοστούμι, άσχετα αν ήταν μεσημέρι. Ταπεινός μέσα στη μεγαλοπρέπεια του, με το κεφάλι του ελαφρώς σκυμμένο. Κανένα ίχνος βεντετισμού από έναν καλλιτέχνη που ήξερε πως "έμπαινε" τακτικά στα σπίτια μας, είχε ήδη μια μακρά πορεία και τώρα δεκάδες 15χρονα τον θαύμαζαν ακίνητα και σιωπηλά, έχοντας πάρει αγκαλιά τα κάγκελα του σχολείου, βλέποντάς τον να περνάει από μπροστά τους. Μια εικόνα μαγική, σαν να βγήκε από ελληνική ταινία της δεκαετίας του '60, που θα μείνει για πάντα χαραγμένη στο μυαλό μου.
↧
Εν Αθήναις....στο μικρό καφενεδάκι
Χρόνια πίσω ήταν ένα μικρό καφενεδάκι σε στοά κάπου κοντά στο Μοναστηράκι.
Είχε τους γηραλέους που έπαιζαν το ταβλάκι τους...την ξερή τους και έπιναν
τον τούρκικο όπως τον έλεγαν (άργησε να γίνει Ελληνικός καφές) και έτρωγαν
και το λουκούμι τους.
Εκεί ήταν και το στέκι κάποιων τύπων που πουλούσαν χασισάκι....σιγά το πράμα
δηλαδή και ποιός νοιαζότανε .
Στις αυλές στις λαϊκές γειτονιές η καναβουριά στην γλάστρα κάτω από το κλουβί με τον καρδερίνι για ξεκάρφωμα...ήταν συχνό φαινόμενο.
Καλλιτέχνες της εποχής έστελναν τους δικούς τους να "ψωνίσουν" από το καφενεδάκι και οι τύποι προσέχανε το "προϊόν" να είναι καλό γιατί τέτοιους καλούς πελάτες και κουβαρντάδες δεν εύρισκαν πολλούς.
Πώς να βγεί στο πάλκο ο καλλιτέχνης χωρίς "καύσιμο"τόσες ώρες....
Ο καφετζής έκανε τον Κινέζο αφού τα έπαιρνε χοντρά για την επαγγελματική
στέγη που παρείχε με βιτρίνα τα γερόντια και την πρέφα.....τις περισσότερες
φορές δεν τους ζητούσε και χρήματα για τους καφέδες...αστείον ποσόν.
Ο καυγάς δεν άργησε όμως όταν η τελευταία παραγγελία του πελάτη
απεδείχθη "κοπριά"(έτσι έλεγαν το σκάρτο ) και έγινε "θερίο" και δεν άφησε τίποτα όρθιο στο καμαρίνι.
Η αμερικάνικη κουρσάρα με τους απεσταλμένους του πήγε στο καφενεδάκι
και πού σε πονεί μέχρι να φτάσει η Άμεσος Δράσις με το δικό της αμερικάνικο
επαρκώς καθυστερημένη όπως συνηθιζότανε σε ξεκαθαρίσματα λογαριασμών
μεταξύ εχθρών του Ποινικού Κώδικος.
πίσω στα παλιά
↧
Το ΣΙΝΕΑΚ
ΗΛΘΑΤΕ ΣΤΟ ΣΙΝΕΑΚ ΑΥΤΗΝ ΤΗΝ ΕΒΔΟΜΑΔΑ;
Συντάκτης Kriton
Για πολλούς, η λέξη ΣΙΝΕΑΚ σημαίνει προβολή παιδικής ταινίας σε κάποιον κινηματογράφο, μαζί με μια-δυο μικρές ταινίες κινουμένων σχεδίων, είτε μια φορά την εβδομάδα είτε με την ευκαιρία κάποιας γιορτής. Για τους παλιούς, όμως, ΣΙΝΕΑΚ δεν είναι αυτό, αλλά ο πάλαι ποτέ κινηματογράφος «ΣΙΝΕΑΚ» στην οδό Πανεπιστημίου, στην Αθήνα, ο οποίος λειτουργούσε στο υπόγειο τού Rex, με τέτοιου είδους πρόγραμμα καθημερινά. Αργότερα έγινε κανονικός κινηματογράφος, με όνομα Rex 2. Ακόμα αργότερα πρέπει να έκλεισε.
Να δυο φωτογραφίες, όπου φαίνεται η φωτεινή επιγραφή τού κινηματογράφου. Στη μέση η μεγάλη επιγραφή τού Rex, και αριστερά και δεξιά η μικρότερη, κατακόρυφη, του ΣΙΝΕΑΚ:
Στη δεύτερη φωτογραφία διακρίνεται και η επιγραφή «ΗΛΘΑΤΕ ΣΤΟ ΣΙΝΕΑΚ ΑΥΤΗΝ ΤΗΝ ΕΒΔΟΜΑΔΑ;» στην άκρη τού στεγάστρου, που ακόμα τη θυμάμαι!
Να και μια τρίτη φωτογραφία, που σίγουρα θα την έχετε δει, αλλά θα θέλατε να μην είχατε! Έχει χρησιμοποιηθεί κατά κόρον, συνήθως μαυρόασπρη, στους ξαναφτιαγμένους τίτλους πολλών ελληνικών ταινιών τής «Καραγιάννης-Καρατζόπουλος» ως μέρος τής μετατροπής τους σε «τηλεοπτικές εκδόσεις»:
Κάθε Κυριακή, πηγαίναμε με τη μητέρα μου στον κινηματογράφο. Εγώ, χωρίς δεύτερη σκέψη, ζητούσα σχεδόν πάντα να πάμε στο ΣΙΝΕΑΚ, για να δω τα «μίκυ μάους», τα κινούμενα σχεδια, δηλαδή. Πάντα παίζαν τουλάχιστον δύο, πράγμα που το διαφήμιζαν μαζί με τις φωτογραφίες από την ταινία: «σήμερον 2 ταινίες μίκυ μάους», ή κάπως έτσι. Η ίδια η ταινία ίσως να με άφηνε και αδιάφορο. Κάποιες ταινίες, που θυμάμαι, είναι αυτές με το Μασίστα, που μόλις τώρα διάβασα ότι δεν είναι άλλος από τον Ηρακλή (Μακίστιος Ηρακλής ελληνιστί, παρακαλώ!), ο μίνι Τζαίημς Μποντ και οι οκτώ συμπόργκ εναντίον μαύρου φαντάσματος, που, αν και δεν είχε σχέση ούτε με Τζαίημς Μποντ, ούτε με το Μαύρο Φάντασμα τού Ντίσνεϋ, πρέπει να ήταν πολύ ωραία ταινία, και ο Ερκολίνο στη χώρα τών θαυμάτων, που, φυσικά, δεν είχε καμία σχέση με τη χώρα τών θαυμάτων τού Λιούις Κάρολ! Επίσης, θυμάμαι και την τελευταία ταινία που είδα εκεί, πιθανόν την τελευταία εβδομάδα τής λειτουργίας τού κινηματογράφου: αποστολή στην Ταγκανίκα. Πρέπει να ήταν ντοκιμαντέρ, κάτι που τότε δεν με ενδιέφερε καθόλου, κλείνοντας άδοξα για μένα τον κύκλο ΣΙΝΕΑΚ.
Αντί για κυλικείο, το ΣΙΝΕΑΚ είχε μια μικρή αυτόματη μηχανή πωλήσεων, που πουλούσε καραμέλες και σοκολάτες. Ήταν η πρώτη και μοναδική τού είδους της, που είχα δει στην Ελλάδα για πολλά χρόνια. Εννοείται ότι έπρεπε πάντα να πάρω κάτι και από εκεί! Τα διάφορα είδη ήταν τοποθετημένα σε στήλες, με ένα συρταράκι κάτω από κάθε στήλη. Όταν έριχνες ένα κέρμα στη μηχανή, ξεκλειδώναν τα συρταράκια, οπότε άνοιγες ένα και έβγαζες από μέσα το προϊόν που ήθελες. Πάντα ήθελα να δοκιμάσω να τραβήξω δύο συρταράκια ταυτόχρονα, να δω αν θα μπορέσω να ξεγελάσω το μηχάνημα, αλλά τελικά ποτέ δεν το έκανα!
Από την ίδια την αίθουσα, θυμάμαι δύο λεπτομέρειες: το φωσφορίζον ρολόι δίπλα από την οθόνη, που διαβαζόταν και με σβησμένα τα φώτα, και τις σαΐτες που ήταν κολλημένες στην οθόνη, φαντάζομαι με καρφίτσα στη μύτη τους, που φαινόταν η σκιά τους κατά τη διάρκεια τής προβολής.
Κάποια στιγμή, κατά τη διάρκεια τής προβολής, περνούσε η ταξιθέτρια, με ένα ψεκαστήρα τύπου «φλιτ» και αρωμάτιζε την αίθουσα!
Η κυριακάτικη έξοδος στο ΣΙΝΕΑΚ τελείωνε με τυρόπιτα στο τυροπιτάδικο «Πικ-νικ», γωνία Πανεπιστημίου και Ιπποκράτους, χαζεύοντας τα βιβλία στο διπλανό βιβλιοπωλείο. Τώρα το τυροπιτάδικο λέγεται «Μαμ», αλλά είναι στο ίδιο στυλ όπως τότε.
Και κάτι για τα μεγαλύτερα παιδιά: Όταν μεγάλωσα, η μητέρα μου μού είπε ότι δεν ήθελε να με πηγαίνει στο ΣΙΝΕΑΚ, που την τραβολόγαγα, διότι… της βάζαν χέρι!
Προέλευση φωτογραφιών:
↧