Quantcast
Channel: Πίσω στα παλιά
Viewing all 12885 articles
Browse latest View live

Οι πιο γραφικοί επιτάφιοι της Αθήνας

$
0
0

Δώδεκα εκκλησίες και ξωκλήσια με κατανυκτική ατμόσφαιρα εξασφαλίζουν την μυσταγωγία της Μεγάλης Παρασκευής α λα αθηναϊκά.
Οι πιο γραφικοί επιτάφιοι της Αθήνας


Η λαϊκή θυμοσοφία μπορεί να επιμένει όσο θέλει ότι «Χριστούγεννα στην πόλη και Πάσχα στο χωριό». Η Αθήνα βρίσκεται αυτή την εποχή στα καλύτερά της, το πασχαλινό πενθήμερο ενδείκνυται για ολοήμερες ανοιξιάτικες βόλτες, κι όσο για την κατάνυξη και τα αυθεντικά πασχαλιάτικα έθιμα, αυτά δεν πρόκειται να μας λείψουν, γιατί οι εκκλησίες και τα ξωκλήσια της Αθήνας έχουν την τιμητική τους –και τους δικούς τους, υπέροχους επιτάφιους.

Αγία Αικατερίνη: Είναι μια από τις παλαιότερες, αλλά και πιο γραφικές εκκλησίες της Αθήνας: η πλακιώτικη Αγία Αικατερίνη κτίστηκε τον 11ο αιώνα πάνω στα ερείπια του αρχαίου ναού της Αρτέμιδος –ό,τι σώθηκε από τον οποίο επιβιώνει στο προαύλιο της εκκλησίας. Έχει κατανυκτική, σχεδόν μυστικιστική, ατμόσφαιρα που ενισχύεται από την ήσυχη γειτονιά της.

Άγιος Δημήτριος Λουμπαρδιάρης: Στον λόφο του Φιλοπάππου, το εκκλησάκι του Λουμπαρδιάρη συγκεντρώνει κάθε Μεγάλη Παρασκευή τα πλήθη που έρχονται για να παρακολουθήσουν την… ρομαντικότερη επιτάφια ακολουθία της πόλης. Θα ήταν, βέβαια, υποκρισία να αρνηθούμε ότι, πολύ περισσότερο από το ίδιο το παρεκκλήσι, την ιδιαίτερη ατμόσφαιρα –τόσο στον Επιτάφιο όσο και το βράδυ της Ανάστασης– δημιουργεί το ειδυλλιακό τοπίο που το περιβάλλει: το μυρωδάτο δασάκι γύρω του και η θέα στο φωτισμένο βράχο της Ακρόπολης. 

Αγία Μαρίνα: Βρίσκεται κι αυτή στο Θησείο, και απολαμβάνει εξίσου υπέροχη θέα στην φωτισμένη Ακρόπολη, και μάλιστα… αφ’ υψηλού, αφού είναι κτισμένη επάνω στον λόφο των Νυμφών. Δίπλα της, η ομώνυμη βυζαντινή εκκλησία χρονολογείται από τον 12ο αιώνα και φιλοξενεί μερικές από τις ωραιότερες τοιχογραφίες της εποχής. Η σημερινή, μεγάλη εκκλησία κτίσθηκε το 1920 και διακοσμήθηκε με τοιχογραφίες δέκα χρόνια αργότερα. Χάρη στον ιδιαίτερο ρυθμό της, με έναν μεγάλο τρούλο να την σκεπάζει και τέσσερις μικρότερους να τον περιβάλλουν, θεωρείται –και όχι άδικα– μία από τις πλέον περίτεχνες της περιοχής. Η μαρμαρόστρωτη πλατεία ακριβώς μπροστά της γεμίζει με κόσμο που διχάζεται ανάμεσα στην επιτάφια ακολουθία και την προαναφερθείσα θέα.

Αγία Ειρήνη: Κτισμένη το 1845, είναι η εκκλησία που έδωσε το όνομά της στην ομώνυμη Πλατεία-με-κεφαλαίο-Π. Ήταν η πρώτη Μητρόπολη της Αθήνας, εκείνη στην οποία πραγματοποιήθηκε η στέψη του βασιλιά Όθωνα. Η περιφορά του επιταφίου της ανηφορίζει τον πεζόδρομο της Ερμού, καταλήγοντας στο Σύνταγμα. 

Άγιος Γεώργιος Καρύτσης: Άλλη μία εκκλησία που «βάφτισε» την πάλαι ποτέ δημοφιλή πλατεία γύρω της, ο κτισμένος το 1849 Άι-Γιώργης Καρύτσης πήρε την θέση παλαιότερου βυζαντινού ναού που γκρεμίστηκε από σεισμό. Εξακολουθεί να θεωρείται ένας από τους πιο δημοφιλείς (βλέπε κοσμικούς) επιτάφιους της Αθήνας, μαζί με τον Άγιο Διονύσιο Αρεοπαγίτη, στην κολωνακιώτικη Σκουφά, που οικοδομήθηκε το 1931 και διακοσμήθηκε με αγιογραφίες του ζωγράφου Σπύρου Βασιλείου.

Μητρόπολη: Ο μεγαλοπρεπής καθεδρικός ναός της πόλης, αφιερωμένος στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου, κτίσθηκε το 1862 και στολίστηκε με… σκαλωσιές, λόγω ζημιών που του προκάλεσαν δύο σεισμοί. Φέτος το Πάσχα θα απαλλαγεί, επιτέλους, από αυτές, μετά από αναστηλώσεις που κράτησαν είκοσι χρόνια. Την περιφορά του Επιταφίου του, η οποία καταλήγει στο Σύνταγμα για να συναντήσει τους επιταφίους των γύρω εκκλησιών, συνοδεύει η φιλαρμονική του Δήμου Αθηναίων.

Καπνικαρέα: Ο ναός των Εσοδίων της Θεοτόκου, όπως είναι το επίσημο όνομά της, χρονολογείται από τα μέσα του 11ου αιώνα, και είναι σαφώς μία από τις γραφικότερες εκκλησίες της Αθήνας. Στο τέλος του πεζόδρομου της Ερμού, μοιάζει σχεδόν υπόσκαφη, καθώς η είσοδός της βρίσκεται χαμηλότερα από το ύψος του πεζόδρομου, και είναι κτισμένη επάνω στα ερείπια παλαιότερης εκκλησίας, του 5ου αιώνα μ.Χ. Πολύ κοντά της, ο εξίσου γραφικός Άγιος Φίλιππος στην οδό Αδριανού πραγματοποιεί την περιφορά του Επιταφίου του στο Θησείο.

Άγιος Γεώργιος: Το πιο κυκλαδίτικο απ’ όλα τα εκκλησάκια της Αθήνας φωλιάζει στην κορυφή του Λυκαβηττού, και προσφέρει εκτός από κατανυκτική ατμόσφαιρα και σούπερ θέα στη φωτισμένη Αθήνα. Χτίστηκε το 1870, στη θέση του αρχαίου ναού του Ακραίου Δία, και κάνει την περιφορά του επιταφίου του στον ούτως ή άλλως ιδιαίτερα ατμοσφαιρικό περιφερειακό του Λυκαβηττού.

Αγία Φωτεινή: Στο αλσάκι απέναντι από το Κολυμβητήριο, εκεί που κάποτε βρίσκονταν οι πηγές του Ιλισσού, η Αγία Φωτεινή είναι με διαφορά μία από τις πιο γαλήνιες εκκλησίες της Αθήνας, με ιδιαίτερα κατανυκτική ατμόσφαιρα και ελάχιστο κόσμο. Κτισμένη επάνω στα ερείπια του αρχαίου ιερού της Εκάτης, δίπλα στο ιερό του Πανός και σε απόσταση αναπνοής από τις Στήλες του Ολυμπίου Διός, αποπνέει μυσταγωγική ατμόσφαιρα και απολαμβάνει μαγευτική θέα στην Ακρόπολη.

Ζωοδόχος Πηγή: «Ιστορικό και καλλιτεχνικό οικοδόμημα» έχει χαρακτηρίσει το Υπουργείο Πολιτισμού την εκκλησία της Ακαδημίας, και όχι άδικα: κτισμένος το 1846 σύμφωνα με τα σχέδια του αρχιτέκτονα Δημήτρη Ζέζου, ο ναός έχει διακοσμηθεί με αναγεννησιακές τοιχογραφίες, ενώ το τέμπλο του είναι φιλοτεχνημένο από τον ζωγράφο Π. Γεραλή. Η περιφορά του Επιταφίου γίνεται στις οδούς Θεμιστοκλέους, Ακαδημίας, Χαριλάου Τρικούπη, Σόλωνος και Μπενάκη.

Εν Αθήναις...στην Βαρβάκειο Αγορά

$
0
0


Συνεχίζουν οι παλιοί Αθηναίοι να επισκέπτονται την Βαρβάκειο
Αγορά για να ψωνίζουν φρέσκα και φτηνά.
Λόγω ηλικίας αλλά και τσέπης οι τσάντες που κουβαλάνε είναι μικρές 
αλλά  είναι και ένας τρόπος για να βρίσκονται καθημερινά σε κίνηση 
γεμίζοντας τις ώρες τους μακριά από τις πολυθρόνες και την τηλεόραση.
Δεν είναι βέβαια αυτές οι διαδρομές τους ασφαλείς όπως παλιά.
Ο κίνδυνος παραμονεύει παντού και ειδικά για αυτές τις ηλικίες.
Αλήθεια παλιά τι γινότανε παλιά στην Βαρβάκειο ;
Θα σταθώ στους έχοντες του Κέντρου με τις υπηρέτριες.
Πήγαιναν και ψώνιζαν έχοντας μαζί τους μεταφορείς 
με τα ξύλινα καροτσάκια που τους εύρισκαν έξω από
την Αγορά και φώναζαν "καααρότσι...". 
Περίμεναν να γεμίσουν με τα ψώνια και ακολουθούσαν
την κοπέλα μέχρι το σπίτι όπου τα έβαζαν  στην κουζίνα 
παίρνοντας το χαρτζιλίκι τους.
Πολλές νοικοκυρές πήγαιναν στην Αγορά πολύ συχνά
μέσα στην εβδομάδα γιατί τότε δεν υπήρχαν και τα σημερινά
ψυγεία και οι καταψύκτες.
Γέμιζαν το διχτάκι (τσάντα για ψώνια της εποχής) και γύριζαν σπίτι
να μαγειρέψουν.
Το θέμα όμως είναι ότι η Βαρβάκειος Αγορά εξακολουθεί και σήμερα 
να ενδιαφέρει και να προσελκύει τους καταναλωτές.

Πίσω στα παλιά

Μεγάλη Παρασκευή: Το γεγονός της ημέρας που τιμά η Εκκλησία

$
0
0


μεγάλη παρασκευή

Η Εκκλησία σήμερα, Μεγάλη Παρασκευή, τιμά τα πάθη του Κυρίου Ιησού Χριστού και εις ανάμνηση αυτών παραλάβαμε από αποστολική διαταγή, τη νηστεία της Παρασκευής.

Την Παρασκευή, στέλνεται ο Ιησούς δέσμιος από τον Καϊάφα στον τότε ηγεμόνα της Ιουδαίας Πόντιο Πιλάτο. Αυτός, αφού Τον ανέκρινε με πολλούς τρόπους και αφού ομολόγησε δυο φορές ότι ο Ιησούς είναι αθώος, έπειτα, για να ευχαριστηθούν οι Ιουδαίοι, τον καταδικάζει σε θάνατο• και αφού τον μαστίγωσε σαν δραπέτη δούλο τον Δεσπότη των όλων, Τον παρέδωσε για να σταυρωθεί. Από ’κει και πέρα ο Ιησούς, αφού παραδόθηκε στους στρατιώτες, γυμνώνεται, φοράει κόκκινη χλαμύδα, στεφανώνεται με ακάνθινο στεφάνι, κρατάει κάλαμο σα σκήπτρο, προσκυνείται χλευαστικά, φτύνεται και χτυπιέται στο πρόσωπο και στο κεφάλι. Μετά, φορώντας πάλι τα ρούχα του και βαστάζοντας το Σταυρό, πηγαίνει προς τον Γολγοθά, τον τόπο της καταδίκης και εκεί, γύρω στην Τρίτη ώρα της ημέρας, σταυρώνεται μεταξύ δυο ληστών, βλασφημείται από αυτούς που είχαν πάει στον Γολγοθά μαζί του, μυκτηρίζεται από τους αρχιερείς, ποτίζεται από τους στρατιώτες με ξύδι ανακατεμένο με χολή. Γύρω στην ενάτη ώρα, αφού βγάζει πρώτα φωνή μεγάλη, και λέει: «Τετέλεσται», εκπνέει «ο αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου», την ώρα κατά την οποία σφάζονταν, σύμφωνα με τον νόμο, ο πασχαλινός αμνός, ο οποίος καθιερώθηκε ως έθιμο στους Ιουδαίους, προτυπώνοντας τον Εσταυρωμένο Χριστό, πρίν από 1043 χρόνια.
Το δεσποτικό αυτό θάνατο και η άψυχη κτίση, πενθώντας, τον τρέμει και αλλοιώνεται από το φόβο αλλά ο Δημιουργός της κτίσεως ακόμα και όταν είναι νεκρός, λογχίζεται την ακήρατη πλευρά Του και ρέει απ’ αυτή αίμα και νερό. Τέλος, κατά τη δύση του ηλίου, έρχεται ο Ιωσήφ από Αριμαθείας και ο Νικόδημος μαζί με αυτόν, και οι δυο κρυφοί μαθητές του Ιησού, αποκαθηλώνουν από το Σταυρό το πανάγιο του διδασκάλου σώμα, το αρωματίζουν, το τυλίγουν με καθαρό σεντόνι και αφού το έθαψαν σε καινούργιο τάφο, κυλούν στο στόμιο του μεγάλο λίθο.
Αυτά τα φρικτά και σωτήρια πάθη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού επιτελούμε σήμερα και εις ανάμνηση αυτών παραλάβαμε από αποστολική διαταγή, τη νηστεία της Παρασκευής.

Τι να πούμε τι....

Επίκαιρες Πασχαλιάτικες παραινέσεις προς τους σύγχρονους Έλληνες από τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη (Φαλέζ), εγγονό του Γέρου του Μοριά

$
0
0

Θεόδωρος Κολοκοτρώνης (Φαλέζ).
Θεόδωρος Κολοκοτρώνης (Φαλέζ).
«Αδελφοί μου ας αγαπηθώμεν αντί να ληστευώμεθα αμοιβαίως»
Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς.
Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης (1829-1894), γιος του Γενναίου και εγγονός του Γέρου του Μοριά, που έμεινε στην Iστορία με το παρατσούκλι Φαλέζ, με το οποίο υπέγραφε τα άρθρα του στον Τύπο, υπήρξε μια σπουδαία προσωπικότητα. Πέρασε μια ζωή ανεπίληπτη, υπηρέτησε ως αξιωματικός του Στρατού και βουλευτής, αλλά ήταν ο πρώτος που επιτέθηκε με σφοδρότητα στο σάπιο πολιτικό σύστημα και μάλιστα από το βήμα της Βουλής. Λειτούργησε ως πραγματικός θεματοφύλακας της δοξασμένης οικογένειάς του. Ο ρόλος που διαδραμάτισε κατά την εποχή του παραμένει άγνωστος. Όπως άγνωστο παραμένει το τεράστιο συγγραφικό έργο του, πολύτιμο και στους ιστορικούς ερευνητές που αναζητούν την αλήθεια κυρίως για τα τελευταία χρόνια της Οθωνικής περιόδου, αλλά και γι’ αυτήν καθαυτή την έξωση του βαυαρικής καταγωγής πρώτου βασιλιά των Ελλήνων. Στον γραπτό πλούτο που άφησε πίσω του, περιλαμβάνεται και μια από τις επιστολές του, παραινετική προς τους συγχρόνους του.
Ήταν Μεγάλη Εβδομάδα όταν έγραψε την επιστολή, μέσω της οποίας εμμέσως κατηγορούσε τους συμπατριώτες του, συμπεριλαμβανομένου και του εαυτού του, ότι είχαν πέσει θύματα της πλαστής ευημερίας και του πλουτισμού. «Μας δίδαξαν ότι το χρήμα είναι η μόνη θεότητα και απέναντί της μηδενίζονται οι τίμιοι δεσμοί αίματος, αγχιστείας, αγάπης, φιλίας και ευγνωμοσύνης», ανέφερε σε μια αποστροφή του και ως αντίδοτο για να σωθούμε πρότεινε να «χωνέψουμε» την ιδέα ότι το χρήμα είναι ανάγκη και όχι θεότητα, όπως θέλουν να το χαρακτηρίζουν «οι σύγχρονοι Φαρισαίοι σταυρωταί». Αυτούς πιστέψαμε και χάσαμε κάθε ευγενικό αίσθημα, μαραθήκαμε.
Δημιουργούμε ανάγκες ανώτερες των μέσων που διαθέτουμε, τρέχοντας έτσι κατευθείαν στον όλεθρο. Μας οδήγησαν στη «σουφρωφέλεια του ψευδοπολιτισμού», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Φαλέζ ο οποίος καλούσε τους συμπατριώτες του να απορρίψουν τις περιττές και ανόητες δαπάνες και ορκιζόταν πως τότε όλα θα ήταν καλύτερα. Στην αισχροκέρδεια, τις νοθεύσεις και την αρπαγή των πάντων που χαρακτηρίζει την ελληνική ζωή, ο Θ. Κολοκοτρώνης συνιστούσε  ως αντίδοτο ξερό ψωμί και αναπαυμένη συνείδηση! Αναφερόταν στην ολιγάρκεια ως φάρμακο απέναντι στις σπατάλες, υποστηρίζοντας πως έτσι θα μπορούσαν οι Έλληνες να αναπνεύσουν, να είναι γαλήνιοι, ευτυχείς αλλά και υγιείς.
«Αδελφοί μου, ας είπωμεν από ψυχής δόξα σοι ο Θεός, αντί να σκεπτώμεθα πώς να νοθεύωμεν και ας αγαπηθώμεν αντί να ληστευόμεθα αμοιβαίως», ανέφερε σε μια αποστροφή του, τονίζοντας πως μια περίεργη κατάρα έχει χτυπήσει τη σύγχρονη ελληνική κοινωνία. Μα δεν βλέπετε ότι παντού επικρατούν οι αρνητικές σκέψεις και το έγκλημα, έγραφε ο Φαλέζ, επισημαίνοντας πως η Μεγάλη Εβδομάδα και τα Πάθη του Χριστού μας δίνουν την ευκαιρία να συλλογιστούμε γιατί είναι παγωμένα τα χαμόγελα του ελληνικού λαού. Ως αρνητικό χαρακτηριστικό της εποχής του, δηλαδή πριν από περίπου 120 χρόνια, ανέφερε τη χαλάρωση των πατροπαράδοτων ελληνικών δεσμών συγγένειας, φιλίας και αλληλεγγύης.
Η εβδομάδα των Παθών οδηγεί στην ημέρα της Ανάστασης επιτρέποντας στους Έλληνες να ανταλλάξουν ευχές με ειλικρίνεια ως αληθινά αδέλφια, κάτω από τις σκιές των προγόνων του 1821, οι οποίοι πίστευαν βαθιά και αγωνίζονταν χωρίς δόλο για την ελευθερία και την ανεξαρτησία τους. Μόνον τότε θα νιώσουμε τη χαρά της Ανάστασης, την οποία συμβολίζουν και τα χαρούμενα χρώματα των αβγών του Πάσχα και θα φύγει το σύννεφο της πλήξης και της μελαγχολίας που σκιάζει τις ψυχές μας. Το τελικό μήνυμα που έστελνε ο εγγονός του Γέρου του Μοριά ήταν ελπιδοφόρο. Εξέφραζε την πίστη και τη βεβαιότητα ότι, όπως ανατέλλει η Ανάσταση, έτσι θα ανατείλει και θα μας εμπνεύσει η διδασκαλία του Θεανθρώπου και θα ευτυχήσουμε, και έκλεινε το κείμενό του με το «όθεν, Καλό Πάσχα»!
http://mikros-romios.gr

Όμορφες αθηναϊκές βόλτες για το Μεγάλο Σάββατο

$
0
0

Το Μεγάλο Σάββατο, κάνουμε όμορφες ανοιξιάτικες βόλτες στην Αθήνα και περνάμε οικογενειακή βραδιά… τσουγκρίζοντας κόκκινα αυγά.
Όμορφες αθηναϊκές βόλτες για το Μεγάλο Σάββατο


Μεγάλο Σάββατο στην Αθήνα. Για εμάς σημαίνει ανοιξιάτικες βόλτες, ήρεμους περιπάτους, οικογενειακή ατμόσφαιρα για όμορφη γιορτινή βραδιά με τσούγκρισμα αυγών, άρωμα μαγειρίτσας και φαγοπότι με τους δικούς μας ανθρώπους.

Κι αυτό ακριβώς θα κάνουμε και φέτος, ξεκινώντας την ημέρα μας με έναν ανοιξιάτικο περίπατο στου Φιλοπάππου. Θα ανηφορίσουμε τον γραφικό πεζόδρομο της Αποστόλου Παύλου στο Θησείο, θα αράξουμε στο χορτάρι της Πνύκας για να πάρουμε ανάσα και θα συνεχίσουμε μέχρι το Αστεροσκοπείο για υπέροχη θέα προς όλη την πόλη. Από εκεί, θα περάσουμε στον πλαϊνό λόφο, για να φτάσουμε ως το μνημείο του Φιλοπάππου και να χορτάσουμε εξτρά πράσινο και θέα, προτού πάρουμε τα κατηφορικά μονοπάτια που καταλήγουν στα Πετράλωνα. Εκεί περπατάμε ανάμεσα σε νοσταλγικά δρομάκια που καταλήγουν στην σπαρμένη με νεραντζιές Γενναίου Κολοκτρώνη, και καθόμαστε για ηλιόλουστο καφεδάκι στον Κρίκο (Γενναίου Κολοκοτρώνη 49, τηλ: 2109210060).Πρόκειται για ένα συνεταιριστικό καφενεδάκι με μεγάλες τζαμαρίες που ανοίγουν για να χορτάσουμε ήλιο και χάζι στο απέναντι καταπράσινο παρκάκι, απολαμβάνοντας τον καφέ μας. Κι αν ξεχαστούμε και αράξουμε ως το μεσημέρι, το γυρίζουμε σε ουζάκι και μεζεδάκια ημέρας που αναγράφονται στον μαυροπίνακα (περί τα 10€ το άτομο). 



Το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου, φυσικά, η ατμόσφαιρα είναι εορταστική και οικογενειακή. Βάζουμε τα καλά μας, και ανηφορίζουμε για την πιο όμορφη αναστάσιμη λειτουργία σε έναν άλλο λόφο της πόλης, αυτόν του Λυκαβηττού, όπου θα ακούσουμε το «Χριστός ανέστη» με φόντο την φωτισμένη πόλη από ψηλά, από τον κατάλευκο, σχεδόν νησιώτικο ναό του Αγίου Γεωργίου. 



Μετά την Ανάσταση, επιστροφή στο σπίτι για να… σπάσουμε τη νηστεία: Να τσουγκρίσουμε κόκκινα αυγά, να κόψουμε τα αφράτα τσουρέκια και να δοκιμάσουμε τη μαγειρίτσα που θα μας… «στρώσει» στομάχι για το τσιμπούσι που θα ακολουθήσει και την επόμενη ημέρα. Την καλύτερη συνταγή και συμβουλές για τέλεια μαγειρίτσα σας τα έχουμε εδώ. Καλή Ανάσταση!

Εμείς με τραμ πηγαίναμε ....

$
0
0




Το τραμ των Πετραλώνων στην Αγία Μαρίνα στο Θησείο το 1959
πηγή: «Και περνούσανε τα τραμ...», φωτ. A. Luft, (αρχείο ΣΦΣ)

http://www.sadas-pea.gr

Εν Αθήναις...Ευριπίδου.... Αιόλου

$
0
0


Κάθησα για κάμποση ώρα στη γωνία Ευριπίδου και Αιόλου προσπαθώντας
να θυμηθώ το σημείο όπως ήταν πρίν από κάποια χρόνια όταν ήμουνα
πολύ νέος και δούλευα στην περιοχή μοιράζοντας παραγγελίες με ένα
 καρότσι στα μαγαζιά του Κέντρου.
Δεν μου θύμιζε πολλά πράγματα αν εξαιρέσεις πιο πάνω το μαγαζί
του ΠΑΤΙΣΤΑ φυσικά το μικρό εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής
και τους Άγιους Θόδωρους  αλλά χωρίς τοξικομανείς.
Ο Αντρέας ο φτεράς παραμένει εκεί πολύ γερασμένος αλλά πάντα
με τη χαρακτηριστική  φωνή να βάζει σε τάξη
τα ξεσκονιστήρια του (φτερά) και να πειράζει τους εμπόρους.
Τα δυό παλιά τυράδικα με πολύ λιγότερη πελατεία λόγω χοληστερίνης
υπάρχουν ακόμα αλλά σε άλλο στύλ και ύφος.
Στη γωνία και το μαγαζί του Μαύρου ή καλύτερα των κληρονόμων
τελείως διαφορετικό χωρίς την παλιά αίγλη και την μυρουδιά
του πραγματικού ρούχου με τις κλωστές και τα μπιρσίμια.
Πλακόστρωτο η Αιόλου σήμερα  με τραπεζάκια έξω σε άναρχη
διάταξη.
Δεν μπορεί να έγινε έτσι η Αθήνα ......
Πρόλαβα τους κυρίους της εποχής που διάλεγαν
τα κασμίρια τους στα γνωστά μαγαζιά της Αιόλου.
Έβγαζε ο καταστηματάρχης το τόπι με το ύφασμα
έξω στον δρόμο για να δεί το χρώμα και το σχέδιο
στην λεπτομέρεια ο πελάτης με φυσικό φώς.
Και στην ούγια η πιστοποίηση του εργοστασίου.
Υπάρχουν ακόμα ένα δύο τέτοια μαγαζιά για λίγους
που γνωρίζουν και έχουν ακόμα ράφτη.
Προσπάθησα με καλή πρόθεση
να νοιώσω την Αθήνα όπως τότε....αλλά δεν μπόρεσα.
Προχώρησα μέχρι την Αθηνάς και συνέχισα την Ευριπίδου
για να βρεθώ και πάλι στο σήμερα κυριολεκτικά.
Η Βαρβάκειος Αγορά εξακολουθεί να υπάρχει αλλά όχι σαν φτωχομάνα
όπως κάποτε.
Θυμήθηκα και τον αστυνομικό της αγορανομίας με την ζυγαριά και το τραπεζάκι
στην είσοδο της κρεαταγοράς να ελέγχει το ακριβές βάρος.

Πίσω στα παλιά


Έθιμα του Μεγάλου Σαββάτου

$
0
0



μεγάλου σαββάτου

Το Μεγάλο Σάββατο είναι η τελευταία μέρα της Μεγάλης Εβδομάδας και της Μεγάλης Σαρακοστής. Τα μεσάνυχτα του Μεγάλου Σαββάτου προς Κυριακή του Πάσχα εορτάζεται κατά το ορθόδοξο τυπικό η Ανάσταση του Χριστού. Είναι το μόνο Σάββατο του χρόνου κατά το οποίο νηστεύεται και το λάδι.

Το πρωί του Μεγάλου Σαββάτου, εορτάζεται στην εκκλησία η πρώτη Ανάσταση, κατά την οποία ψάλλεται το «ἀνάστα, ὁ Θεός, κρίνων τὴν γῆν, ὅτι σὺ κατακληρονομήσεις ἐν πᾶσι τοῖς ἔθνεσι». Το πρωί τελείται ο εσπερινός του Πάσχα. Η ακολουθία έχει αναστάσιμο και πανηγυρικό χαρακτήρα. Είναι η λεγομένη Πρώτη Ανάσταση. «Σεισμός εγένετο μέγας», καθώς οι Μυροφόρες πλησιάζουν τον Τάφο του Ιησού. Φτάνοντας στο σημείο αντί για το πτώμα του Ιησού βλέπουν στη θέση του Άγγελο ο οποίος τους αναγγέλει πως ο «Κύριος Ανέστη». Οι Μυροφόρες τρέχουν να αναγγείλλουν την ευχάριστη είδηση στους Αποστόλους και ο ανεστημένος Ιησούς εμφανίζεται στο δρόμο τους. Κατά τη σύναξη των έντεκα μαθητών εμφανίζεται μπροστά τους ο Ιησούς ο οποίος τους δίνει εντολή «πορευθέντες μαθητεύσαντες πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός του Υιού και του Αγίου Πνεύματος».
Τα μεσάνυχτα του Σαββάτου προς Κυριακής γίνεται η Ακολουθία της Αναστάσεως και ο όρθρος και η Λειτουργία του Ιωάννου του Χρυσοστόμου.
 Οι λαμπάδες, τη στιγμή ακριβώς που ο ιερέας εμφανιστεί στην Ωραία Πύλη προσφέροντας το Άγιο Φως λέγοντας «Δεύτε Λάβετε Φως». Το φως αυτό μεταφέρεται στο σπίτι. Με το «Άγιο Φως» των κεριών οι άνθρωποι κάνουν το σχήμα του σταυρού πάνω από την κεντρική πόρτα του σπιτιού για καλή τύχη.
 Στη Χίο, όταν ο παπάς διαβάζοντας το Ευαγγέλιο λέει: «και σεισμός εγένετο μέγας» και ψάλλεται το Χριστός Ανέστη, η ατμόσφαιρα δονείται από τις κωδωνοκρουσίες, τους πυροβολισμούς, τους κρότους των κροτίδων και πυροτεχνημάτων. Μερικές φορές στόχος των κροτίδων που εκσφενδονίζονται είναι ο ίδιος ο παπάς.
Στην Κορώνη της Μεσσηνίας ένα πραγματικό πανδαιμόνιο γίνεται στους δρόμους, όπου πολλοί σπάνε πήλινα κανάτια, όπως λένε στη Ζάκυνθο, «για τη χάρη του Χριστού και την πομπή των Οβραίων», αλλά στην ουσία, για την εκφόβιση των δαιμόνων που αντιμάχονται την Ανάσταση του Σωτήρος.
Στη Σινώπη, οι πιστοί δεν λησμονούν το πάθος τους κατά του Ιούδα και όταν πει ο παπάς το Χριστός Ανέστη, τότε θα πάρει ο καθένας από κάτω ένα δαφνόφυλλο να το κάψει, γιατί η δάφνη είναι καταραμένο δέντρο, αφού από τη δάφνη κρεμάστηκε ο Ιούδας.
Στην Κέρκυρα, το Μεγάλο Σάββατο γεμίζουν στην αγορά ένα κάδο με νερό και τον στολίζουν με πρασινάδες και λουλούδια. Όποιος περάσει από κει πρέπει να ρίξει στη μαστέλα ένα νόμισμα. Και μόλις σημάνουν οι καμπάνες της Ανάστασης, όσοι βρεθούν κατά τύχη εκεί κοντά, παίρνουν νερό από τον κάδο και πλένουν το πρόσωπο και τα χέρια τους, για να καθαριστούν από κάθε βρωμιά και αμαρτία. Συγχρόνως οι γυναίκες δαγκώνουν, στο σπίτι τους, όποιο σιδερένιο αντικείμενο βρουν πρόχειρο, (ένα κλειδί στη Ζάκυνθο), λέγοντας «Σιδερένιο το κεφάλι μου !»
Στη Φθιώτιδα τη νύχτα που γίνεται η Ανάσταση, ένας Επίτροπος της Εκκλησίας παίρνει μια σκλίδα (καλάμι από βρίζα) αγιασμένη από τον αγιασμό των Φώτων, ανεβαίνει στο καμπαναριό ψηλά και την ανάβει για να προφυλάξουν ολόκληρη την περιοχή από το χαλάζι. Ο τόπος που θα δει το φως αυτής της σκλίδας δεν κινδυνεύει από χαλάζι. Το Aγιο Φως της Ανάστασης, που θα φωτίσει το αγιασμένο από τα Φώτα καλάμι, έχει την δύναμη να προστατεύσει ολόκληρη την περιοχή που θα φωτίσει από το φως της Ανάστασης.
http://www.dogma.gr

Ο δεύτερος μας προσέφερε γέλιο....ο πρώτος μας χαντάκωσε !

ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ !

Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη ΠΑΣΧΑ ΡΩΜΕΪΚΟ

$
0
0

Ὁ μπάρμπα-Πίπης, ὁ γηραιὸς φίλος μου, εἶχεν ἑπτὰ ἢ ὀκτὼ καπέλλα, διαφόρων χρωμάτων, σχημάτων καὶ μεγεθῶν, ὅλα ἐκ παλαιοῦ χρόνου καὶ ὅλα κατακαίνουργια, τὰ ὁποῖα ἐφόρει ἐκ περιτροπῆς μετὰ τοῦ εὐπρεποῦς μαύρου ἱματίου του κατὰ τὰς μεγάλας ἑορτὰς τοῦ ἐνιαυτοῦ, ὁπόταν ἔκαμνε δυὸ ἢ τρεῖς περιπάτους ἀπὸ τῆς μιᾶς πλατείας εἰς τὴν ἄλλην διὰ τῆς ὁδοῦ Σταδίου. Ὁσάκις ἐφόρει τὸν καθημερινὸν κοῦκον του, μὲ τὸ σάλι του διπλωμένον εἰς ὀκτὼ ἢ δεκαὲξ δίπλας ἐπὶ τοῦ ὤμου, συνήθιζε νὰ κάθηται ἐπὶ Τίνας ὥρας εἰς τὸ γειτονικὸν παντοπωλεῖον, ὑποπίνων συνήθως, μετὰ τῶν φίλων, καὶ ἦτο στομύλος καὶ διηγεῖτο πολλὰ κι ἐμειδία πρὸς αὐτούς.

Ὅταν ἐμειδία ὁ μπάρμπα - Πίπης, δὲν ἐμειδίων μόνον αἱ γωνίαι τῶν χειλέων, αἱ παρειαὶ καὶ τὰ οὖλα τῶν ὀδόντων του, ἀλλ᾿ ἐμειδίων οἱ ἱλαροὶ καὶ ἥμεροι ὀφθαλμοί του, ἐμειδία στίλβουσα ἡ σιμὴ καὶ πεπλατυσμένη ρίς του, ὁ μύσταξ του ὁ εὐθυσμένος μὲ λεβάνταν καὶ ὡς διὰ κολλητοῦ κηροῦ λελεπτυσμένος, καὶ τὸ ὑπογένειόν του τὸ λευκὸν καὶ ἐπιμελῶς διατηρούμενον, καὶ σχεδὸν ὁ κοῦκος του ὁ στακτερός, ὁ λοξὸς κι ἐπικλινὴς πρὸς τὸ οὖς, ὅλα παρ᾿ αὐτῷ ἐμειδίων. Εἶχε γνωρίσει πρόσωπα καὶ πράγματα ἐν Κερκύρᾳ, ὅλα τὰ περιέγραφε μετὰ χάριτος εἰς τοὺς φίλους του. Δὲν ἔπαυσε ποτὲ νὰ σεμνύνεται διὰ τὴν προτίμησιν, τὴν ὁποίαν εἶχε δείξει ἀείποτε διὰ τὴν Κέρκυραν ὁ βασιλεύς, καὶ ἔζησεν ἀρκετὰ διὰ νὰ ὑπερηφανευθῆ ἐπὶ τῇ ἐκλογῇ, ἣν ἔκαμε τῆς αὐτῆς νήσου πρὸς διατριβὴν «ἡ ἑφτάκρατορισσα τῆς Ἀούστριας». Ἐνθυμεῖτο ἀμυδρῶς τὸν Μουστοξύδην, μὰ δόττο, δοττίσιμο κὲ ταλέντο! Εἶχε γνωρίσει καλῶς τὸν Μάντζαρον, μὰ γαλαντουόμο! τὸν Κερκύρας Ἀθανάσιον, μὰ μπράβο! τὸν Σιερπιέρρο, κὲ γκρὰν φιλόζοφο! Τὸ τελευταῖον ὄνομα ἔδιδεν εἰς τὸν ἀοίδιμον Βράιλαν, διὰ τὸν τίτλον ὃν τοῦ εἶχαν ἀπονείμει, φαίνεται, οἱ Ἀγγλοι. (Sir Pierro = Sir Peter).
Εἶχε γνωρίσει ἐπίσης τὸν «Σολωμὸ» κὲ ποέτα, τοῦ ὁποίου ἀπεμνημόνευε καὶ στίχους τινάς, ἀπαγγέλλων αὐτοὺς κατὰ τὸ ἑξῆς ὑπόδειγμα:
Ὡσὰν τὴ σπίθᾳ κρουμμένη στὴ στάχτηποῦ ἐκρουβόταν γιὰ μᾶς λευτεριά;Εἰσὲ πᾶσα μέρη πετιέται κι ἀνάφτεικαὶ σκορπιέται σὲ κάθε μεριά.
Ὁ μπάρμπα-Πίπης ἔλειπεν ὑπὲρ τὰ εἴκοσι ἔτη ἐκ τοῦ τόπου τῆς γεννήσεώς του. Εἶχε γυρίσει κόσμον κι ἔκαμεν ἐργασίας πολλάς. Ἔστειλε ποτε καὶ εἰς τὴν Παγκόσμιον «Ἔκτεση», διότι ἦτο σχεδὸν ἀρχιτέκτων, καὶ εἶχε μάλιστα καὶ μίαν ἰνβεντσιόνε. Ἐμίσει τοὺς πονηροὺς καὶ τοὺς ἰδιοτελεῖς, ἐξετίμα τὸν ἀνθρωπισμὸν καὶ τὴν τιμιότητα. Ἀπετροπιάζετο τοὺς φαύλους.
«Ἲλ τραδιτόρε νὸν ά κομπασιόν» - ὁ ἀπατεῶνας δὲν ἔχει λύπηση. Ἐνίοτε πάλιν ἐμαλάττετο κι ἐδείκνυε συγκατάβασιν εἰς τὰς ἀνθρωπίνους ἀτελείας. «Οὐδ᾿ ἡ γῆς ἀναμάρτητος - ἄγκε λὰ τέρρα νὸν έ ἰμπεκκάμπιλε». Καὶ ὕστερον, ἀφοῦ οὐδ᾿ ἡ γῆ εἶναι, πῶς θὰ εἶναι ὁ Πάπας; Ὅταν τοῦ παρετήρει τὶς ὅτι ὁ Πάπας δὲν ἐψηφίσθη ἰμπεκκάμπιλε, ἀλλὰ ἰνφαλλίμπιλε, δὲν ἤθελε ν᾿ ἀναγνωρίση τὴν διαφοράν.
Δὲν ἦτο ἄμοιρος καὶ θρησκευτικῶν συναισθημάτων. Τὰς δυὸ ἢ τρεῖς προσευχάς, ἂς ἤξευρε, τὰς ἤξευρεν ἑλληνιστί. «Τὰ πατερμά του ἤξευρε ρωμέικα». Ἔλεγεν: «Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος Κύριος Σαβαώθ... ὡς ἐνάντιος ὑψίστοις!». Ὅταν μὲ ἠρώτησε δὶς ἢ τρὶς τί σημαίνει τοῦτο ὡς ἐνάντιος, προσεπάθησα νὰ διορθώσω καὶ ἐξηγήσω τὸ πρᾶγμα. Ἀλλὰ μετὰ δυὸ ἢ τρεῖς ἡμέρες ὑποτροπιάζων πάλιν ἔλεγεν: «Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος... ὡς ἐνάντιος ὑψίστοις».
Ἓν μόνον εἶχεν ἐλάττωμα, ὅτι ἐμίσει ἀδιαλλάκτως πᾶν ὅ,τι ἐκ προκαταλήψεως ἐμίσει καὶ χωρὶς ν᾿ ἀνέχηται ἀντίθετον γνώμην ἢ ἐπιχείρημα. Πολιτικῶς κατεφέρετο πολὺ κατὰ τῶν Ἀγγλων, θρησκευτικῶς δὲ κατὰ τῶν Δυτικῶν. Δὲν ἤθελε ν᾿ ἀκούση τὸ ὄνομα τοῦ Πάπα, καὶ ἦτο ἀμείλικτος κατήγορος τοῦ ρωμαϊκοῦ κλήρου...
Τὴν ἑσπέραν τοῦ Μεγάλου Σαββάτου τοῦ ἔτους 188... περὶ ὥραν ἐνάτην, γερόντιον τι εὐπρεπῶς ἐνδεδυμένον, καθόσον ἠδύνατο νὰ διακρίνῃ τις εἰς τὸ σκότος, κατήρχετο τὴν ἀπ᾿ Ἀθηνῶν εἰς Πειραιὰ ἄγουσαν, τὴν ἁμαξιτήν. Δὲν εἶχεν ἀκόμη ἀνατείλει ἡ σελίνη, καὶ ὁ ὁδοιπόρος ἐδίσταζε ν᾿ ἀναβῇ ὑψηλότερον, ζητῶν δρόμον μεταξὺ τῶν χωραφίων. Ἐφαίνετο μὴ γνωρίζων καλῶς τὸν τόπον. Ὁ γέρων θὰ ἦταν ἴσως πτωχός, δὲ θὰ εἶχε 50 λεπτὰ διὰ νὰ πληρώση τὸ εἰσιτήριον τοῦ σιδηροδρόμου ἢ θὰ τὰ εἶχε κι ἔκαμνεν οἰκονομίαν.
Ἀλλ᾿ ὄχι δὲν ἦτο πτωχός, δὲν ἦτο οὔτε πλούσιος, εἶχε διὰ νὰ ζήσῃ. Ἦτο εὐλαβής, καὶ εἶχε τάξιμο νὰ καταβαίνῃ κατ᾿ ἔτος τὸ Πάσχα πεζὸς εἰς τὸν Πειραιά, ν᾿ ἀκούῃ τὴν Ἀνάστασιν εἰς τὸν Ἅγιον Σπυρίδωνα καὶ ὄχι εἰς ἄλλην ἐκκλησίαν, νὰ λειτουργῆται ἐκεῖ καὶ μετὰ τὴν ἀπόλυσιν ν᾿ ἀναβαίνη πάλιν πεζὸς εἰς τὰς Ἀθήνας.
Ἦτο ὁ μπάρμπα-Πίπης, ὁ γηραιὸς φίλος μου, καὶ κατέβαινεν εἰς Πειραιᾶ διὰ ν᾿ ἀκούση τὸ Χριστὸς Ἀνέστη εἰς τὸν ναὸν τοῦ ὁμωνύμου καὶ προστάτου του, διὰ νὰ κάμῃ Πάσχα ρωμέικο κι εὐφρανθῆ ἡ ψυχή του.
Καὶ ὅμως ἦτο... δυτικός!
Ὁ μπάρμπα-Πίπης ἦτο Ἰταλοκερκυραῖος, ἁπλοϊκός, Ἑλληνίδος μητρός, Ἕλλην τὴν καρδίαν, καὶ ὑφίστατο ἄκων ἴσως, ὡς καὶ τόσοι ἄλλοι, τὸ ἄπειρον μεγαλεῖον καὶ τὴν ἄφατον γλυκύτητα τῆς ἐκκλησίας τῆς ἑλληνικῆς. Ἐκαυχάτο ὅτι ὁ πατήρ του, ὅστις ἦτο στρατιώτης τοῦ Ναπολέοντος Α´, «εἶχε μεταλάβει ρωμέικα» ὅταν ἐκινδύνευε ν᾿ ἀποθάνη ἐκβιάσας μάλιστα πρὸς τοῦτο, διὰ τινῶν συστρατιωτῶν του, τὸν ἱερέα τὸν ἀγαθόν. Καὶ ὅμως ὅταν, κατόπιν τούτων, φυσικῶς τοῦ ἔλεγε τις: «Διατὶ δὲ βαπτίζεσαι, μπάρμπα-Πίπη;» ἡ ἀπάντησίς του ἦτο, ὅτι ἅπαξ ἐβαπτίσθη, καὶ ὅτι εὑρέθη ἐκεῖ.
Φαίνεται ὅτι οἱ Πάπαι τῆς Ρώμης, μὲ τὴ συνήθη ἐπιτηδείαν πολιτικήν των, εἶχον ἀναγνωρίσει εἰς τοὺς ρωμαιοκαθολικοὺς τῶν Ἰονίων νήσων τινὰ τῶν εἰς τοὺς Οὐνίτας ἀπομενομένων προνομίων, ἐπιτρέψαντες αὐτοῖς νὰ συνεορτάζωσι μετὰ τῶν ὀρθοδόξων ὅλας τὰς ἑορτάς. Ἀρκεῖ νὰ προσκυνήσῃ τις τὴν ἐμβάδα τοῦ Ποντίφηκος, τὰ λοιπὰ εἶναι ἀδιάφορα.
Ὁ μπάρμπα-Πίπης ἔτρεφε μεγίστην εὐλάβειαν πρὸς τὸν πολιοῦχον Ἅγιον τῆς πατρίδος του καὶ πρὸς τὸ σεπτὸν αὐτοῦ λείψανον. Ἐπίστευεν εἰς τὸ θαῦμα τὸ γενόμενον κατὰ τῶν Βενετῶν, τολμησάντων ποτε νὰ ἱδρύσωσιν ἴδιον θυσιαστήριον ἐν αὐτῷ τῷ ὀρθοδόξῳ ναῷ, (il Santo Spiridion ha fatto cquesto aso), ὅτε ὁ Ἅγιος ἐπιφανεὶς νύκτωρ ἐν σχήματι μοναχοῦ κρατῶν δαυλὸν ἀναμμένον, ἔκαυσεν ἐνώπιον τῶν ἀπολιθωθέντων ἐκ τοῦ τρόμου φρουρῶν τὸ ἀρτιπαγὲς ἀλτάρε. Ἀφοῦ εὑρίσκετο μακρὰν τῆς Κερκύρας, ὁ μπάρμπα-Πίπης ποτὲ δὲ θὰ ἔστεργε νὰ ἑορτάση τὸ Πάσχα μαζὶ μὲ τσοὺ φράγκους.
Τὴν ἑσπέραν λοιπὸν ἐκείνην τοῦ Μεγάλου Σαββάτου, ὅτε κατέβαινεν εἰς Πειραιᾶ πεζός, κρατῶν εἰς τὴ χεῖρα τὴ λαμπάδα του, ἣν ἔμελλε ν᾿ ἀνάψῃ κατὰ τὴν Ἀνάστασιν, μικρὸν πρὶν φθάση εἰς τὰ παραπήγματα τῆς μέσης ὁδοῦ, ἐκουράσθη καὶ ἠθέλησε νὰ καθίση ἐπ᾿ ὀλίγον ν᾿ ἀναπαυθῆ. Εὖρεν ὑπήνεμον τόπον ἔξωθεν τῆς μάνδρας, ἐχούσης καὶ οἰκίσκον παρὰ τὴ μεσημβρινὴν γωνίαν, κι ἐκεῖ ἐκάθισεν ἐπὶ τῶν χόρτων, ἀφοῦ ὑπέστρωσε τὸ εἰς πολλὰς δίπλας γυρισμένο σάλι του. Ἐβγαλεν ἀπὸ τὴν τσέπην τὴν σπιρτοθήκην του, ἤναψε σιγαρέττον κι ἐκάπνιζεν ἠδονικῶς.
Ἐκεῖ ἀκούει ὄπισθέν του ἐλαφρὸν θροῦν ὡς βημάτων ἐπὶ παχείας χλόης καί, πρὶν προφθάση νὰ στραφῆ νὰ ἴδῃ, ἀκούει δεύτερον κρότον ἐλαφρότερον. Ὁ δεύτερος οὖτος κρότος τοῦ κάστηκε, ὅτι ἦτον ὡς ἀνυψουμένης σκανδάλης φονικοῦ ὅπλου.
Ἐκείνην τὴ στιγμὴν εἶχε λαμπρυνθῆ πρὸς ἀνατολὰς ὁ ὁρίζων, καὶ τοῦ Αἰγάλεω αἱ κορυφαὶ ἐφάνησαν πρὸς μεσημβρίαν λευκάζουσαι. Ἡ σελήνη, τετάρτην ἡμέραν ἄγουσα ἀπὸ τῆς πανσελήνου, θ᾿ ἀνέτελλε μετ᾿ ὀλίγα λεπτά. Ἐκεῖ ὅπου ἔστρεψε τὴν κεφαλὴν πρὸς τὰ δεξιά, ἐγγὺς τῆς βορειανατολικῆς γωνίας τοῦ ἀγροτικοῦ περιβόλου, ὅπου ἐκάθητο, τοῦ κάστηκε, ὡς διηγεῖτο ἀργότερα ὁ ἴδιος, ὅτι εἶδε ἀνθρωπίνην σκιάν, εἰς προβολὴν τρόπον τινὰ ἱσταμένην καὶ τείνουσα ἐγκαρσίως μακρόν τι ὡς ρόπαλον ἢ κοντάριον πρὸς τὸ μέρος αὐτοῦ. Πρέπει δὲ νὰ ἦτο τουφέκιον.
Ὁ μπάρμπα-Πίπης ἐνόησεν ἀμέσως τὸν κίνδυνον. Χωρὶς νὰ κινηθῆ ἄλλως ἀπὸ τὴν θέσιν του, ἔτεινε τὴ χεῖρα πρὸς τὸν ἄγνωστον κι ἔκραξεν ἐναγωνίως.
- Φίλος! καλός! μὴ ρίχνῃς...
Ὁ ἄνθρωπος ἔκαμε μικρὸν κίνημα ὀπισθοδρομήσεως, ἀλλὰ δὲν ἐπανέφερε τὸ ὅπλον εἰς εἰρηνικὴν θέσιν, οὐδὲ κατεβίβασε τὴ σκανδάλην.
- Φίλος καὶ τί θέλεις ἐδῶ; ἠρώτησε μὲ ἀπειλητικὴν φωνήν.
- Τί θέλω; ἐπανέλαβεν ὁ μπάρμπα-Πίπης. Κάθουμαι καὶ φουμάρω τὸ τσιγάρο μου.
- Καὶ δὲν πᾶς ἀλλοῦ νὰ τὸ φουμάρῃς, ρέ; ἀπήντησεν αὐθαδῶς

ὁ ἄγνωστος. Ηὖρες τὸν τόπον, ρέ, γιὰ νὰ φουμάρῃς τὸ τσιγάρο σου!
- Καὶ γιατί; ἐπανέλαβεν ὁ μπάρμπα-Πίπης. Τί σᾶς ἔβλαψα;
- Δὲν ξέρω ἐγὼ ἀπ᾿ αὐτά, εἶπεν ὀργίλως ὁ ἀγρότης, ἐδῶ εἶναι ἀποθήκη, ἔχει χόρτα, ἔχει κι ἄλλα πράματα μέσα. Μόνον κότες δὲν ἔχει, προσέθηκε μετὰ σκληροῦ σαρκασμοῦ. Ἐγελάστηκες.
Ἦτο πρόδηλον, ὅτι εἶχεν ἐκλάβει τὸ γηραιὸν φίλον μου ὡς ὀρνιθοκλόπον, καὶ διὰ νὰ τὸν ἐκδικηθῇ τοῦ ἔλεγεν ὅτι τάχα δὲν εἶχεν ὄρνιθας, ἐνῷ κυρίως ὁ ἀγρονόμος διὰ τὰς ὄρνιθάς του θὰ ἐφοβήθη καὶ ὠπλίση μὲ τὴν καραβίναν του.
Ὁ μπάρμπα-Πίπης ἐγέλασε πικρῶς πρὸς τὸν ὑβριστικὸν ὑπαινιγμόν.
- Σὺ ἐγελάστηκες, ἀπήντησεν, ἐγὼ κότες δὲν κλέφτω, οὔτε λωποδύτης εἶμαι, ἐγὼ πηγαίνω στὸν Πειραιὰ ν᾿ ἀκούσω Ἀνάσταση στὸν Ἅγιο Σπυρίδωνα.
Ὁ χωρικὸς ἐκάγχασε.
- Στὸν Περαία; στὸν Ἅϊ - Σπυρίδωνα; κι ἀπὸ ποῦ ἔρχεσαι;
- Ἀπ᾿ τὴν Ἀθήνα.
- Ἀπ᾿ τὴν Ἀθήνα; καὶ δὲν ἔχει ἐκεῖ ἐκκλησίες ν᾿ ἀκούσης Ἀνάσταση;
- Ἔχει ἐκκλησίες, μὰ ἐγὼ τὸ ἔχω τάξιμο, ἀπήντησεν ὁ μπάρμπα-Σπύρος.
Ὁ χωρικὸς ἐσιώπησε πρὸς στιγμήν, εἶτα ἐπανέλαβε.
- Νὰ φχαριστᾷς καημένε...
Καὶ τότε μόνον κατεβίβασεν τὴ σκανδάλην καὶ ὤρθωσε τὸ ὅπλον πρὸς τὸν ὦμον του.
- Νὰ φχαριστᾷς, καημένε, τὴν ἡμέραν ποὺ ξημερώνει αὔριον, εἰ δὲ μή, δὲν τό ῾χα γιὰ τίποτες νὰ σὲ ξαπλώσω δῶ χάμου. Τράβα τώρα!
Ὁ γέρων Κερκυραῖος εἶχεν ἐγερθῆ καὶ ἡτοιμάζετο ν᾿ ἀπέλθῃ, ἀλλὰ δὲν ἠδυνήθη νὰ μὴ δώσῃ τελευταίαν ἀπάντησιν.
- Κάνεις ἄδικα καὶ συγχωρεμένος νά ῾σαι ποὺ μὲ προσβάλλεις, εἶπε.

Σ᾿ εὐχαριστῶ ὡς τόσο ποὺ δὲ μὲ ἐτουφέκισες, ἀλλὰ νὸν βὰ μπένε... δὲν κάνεις καλὰ νὰ μὲ παίρνῃς γιὰ κλέφτη. Ἐγὼ εἶμαι διαβάτης, κι ἐπήγαινα, σοῦ λέω, στὸν Πειραιᾶ.
- Ἔλα, σκόλα, σκόλα τώρα, ρέ...
Καὶ ὁ χωρικὸς στρέψας τὴν ράχιν εἰσῆλθεν ἀνατολικῶς διὰ τῆς θύρας τοῦ περιβολίου, κι ἔγινεν ἄφαντος.
Ὁ γέρων φίλος μου ἐξηκολούθησε τὸν δρόμον του.
Τὸ συμβεβηκὸς τοῦτο δὲν ἐμπόδισε τὸν μπάρμπα-Πίπην νὰ ἐξακολουθῆ κατ᾿ ἔτος τὴν εὐσεβῆ του συνήθειαν, νὰ καταβαίνη πεζὸς εἰς τὸν Πειραιά, νὰ προσέρχηται εἰς τὸν Ἅγιον Σπυρίδωνα καὶ νὰ κάμη Πάσχα ρωμέικο.
Ἐφέτος τὸ μισοσαράκοστον μοὶ ἐπρότεινεν, ἂν ἤθελα νὰ τὸν συνοδεύσω ἐφέτος εἰς τὴν προσκύνησίν του ταύτην. Θὰ προσεχώρουν δὲ εἰς τὴν ἐπιθυμίαν του, ἂν ἀπὸ πολλῶν ἐτῶν δὲν εἶχα τὴ συνήθεια νὰ ἑορτάζω ἐκτὸς τοῦ Ἄστεως τὸ Ἅγιον Πάσχα.
 http://anemourion.blogspot.gr/

Ελάτε λοιπόν να περιηγηθούμε Πασχαλιάτικα έθιμα της Παλιάς Αθήνας

$
0
0

Πασχαλιάτικα έθιμα της Παλιάς Αθήνας

Μπήκαμε πια στη πασχαλιάτικη περίοδο. Τα σχολεία έκλεισαν και η Αθήνα σιγά-σιγά αδειάζει. Ελάτε μαζί μου σε ένα διαφορετικό ταξίδι 176 ολόκληρα χρόνια πίσω! . Τότε το Πάσχα είχε τα δικά του γραφικά έθιμα πολλά από τα οποία μας είναι σήμερα άγνωστα…

Ελάτε λοιπόν να περιηγηθούμε στα δρομάκια της Πλάκας και του Ψυρρή κάπου τη δεκαετία του 1840. Το κείμενο είναι της εφημερίδας «Χρόνος» και δημοσιεύτηκε το 1939 :
«Πολλά εξαιρετικώς γραφικά έθιμα της Παληάς Αθήνας συνδεδεμένα στενά με την ζωήν της πόλεως και με καθαρώς ελληνικάς παραδόσεις είνε άγνωστα σήμερον εις το μεγαλείτερον μέρος των κατοίκων του Άστεως. Το πέρασμα του χρόνου τα έσβυσε και μόνον ως ανάμνησις υπάρχουν πλέον.

Δια τον παλαιόν «Γκάγκαρην» το Πάσχα εθεωρείτο ως «εορτή των εορτών» και με την προοπτικήν αυτήν και ο πλέον πτωχός Αθηναίος εννοούσε να εορτάση με όλην την σημασίαν της λέξεως Πάσχα. Η πόλις κατά τα παληά χρόνια –τα πρώτα μετά την επανάστασιν του 1821- μετεβάλετο την ημέραν του Πάσχα εις μίαν ατελεύτητον ψησταριάν. Και ο πλέον πτωχός εθεώρει τον εαυτόν του υποχρεωμένον να ψήση αρνί. Το ψήσιμο εγίνετο στην αυλή. Εκείνοι όμως που εστερούντο αυλής δεν εδίσταζαν να σκάψουν ένα λάκκο μπροστά στην πόρτα των και να ψήσουν το αρνί των.
Το ψήσιμο εσυνοδεύετο από πυροβολισμούς αδιακόπους και βαρελότα. Επόμενον ήτο εκ των πολλών πυροβολισμών να γίνωνται και δυστυχήματα.
Οι νέες της τότε εποχής εναγωνίως ανέμενον την νύκτα της Αναστάσεως. Περίμεναν να μάθουν «αν θα ανοίξη η τύχη των». Σύμφωνα με την νοοτροπίαν της εποχής επίστευαν ότι η νυξ της Αναστάσεως απετέλει μαντείον αλάθητον των ιδιοτροπιών της τύχης και ότι στο όνειρό των θα διέκρινον τον «καλόν» των. Προς τούτο εις την λαμπάδα της Αναστάσεως εχάρασσον το όνομα του ανδρός «των ονείρων των» και ετοποθετούσαν εις το στήθος των το κερί. Το πρωί του Πάσχα εγένετο η χρησμοδότησις και η εξήγησις του ονείρου που θα έβλεπον εν συνδυασμώ με την κατάστασιν που θα ευρίσκετο η λαμπάδα.
Άν μεν το χαραχθέν επ’ αυτής όνομα διετηρείτο ανέπαφον, το γεγονός εθεωρείτο ως οιωνός άριστος. Αν εξ εναντίου το όνομα υπό την θερμοκρασίαν του σώματος έσβυνε τότε οι οιωνοί ήσαν κάκιστοι.
Οι παληοί Αθηναίοι επίστευαν επίσης ακραδάντως σ’ εκείνα που «έγραφε» η πλάτη του αρνιού. Υπήρχαν ωρισμένοι άνθρωποι που «διάβαζαν» την πλάτη αυτή. Και οι οιωνοσκόποι –έθιμον πιθανώς παραδοθέν από την αρχαίαν Ελλάδα- έκαναν χρυσές δουλειές την ημέραν του Πάσχα. Περιήρχοντο τα σπίτια των γνωστών των και με ένα μικρό φιλοδώρημα –συνήθως εις είδος παρεχόμενον- «διάβαζαν» τις πλάτες και εχρησμοδοτούσαν περί της υγείας, της εσοδείας των αγρών, θανάτου ή μη συγγενικού προσώπου κλπ.
Ένα συμβολικόν έθιμον του Πάσχα απορρέον απολύτως από τας περί φιλανθρωπίας και φιλαλληλίας παραδόσεις της Χριστιανωσύνης ήτο και η «πήττα του φτωχού».
Οι παληές νοικοκυράδες των Αθηνών εθεώρουν απαραίτητον καθήκον των, κάτι σαν γούρι για το σπιτικό των, να φτιάσουν την πήττα αυτή. Και μαζί με τα χριστόψωμα εζύμωναν μια μεγάλη κουλούρα με ένα κόκκινο αυγό στη μέση. Η πήττα αυτή εφυλάσσετο και προ της ανατολής του ηλίου την ημέραν του Πάσχα, εκρεμάτο εις εμφανές μέρος της εξώπορτας του σπιτιού από όπου οι πτωχοί της συνοικίας την παρελάμβανον. Η νοικοκυρά κρεμώντας την πήττα στην εξώπορτα, έκανε αμέσως μεταβολή και δεν έπρεπε να κυττάξη πίσω της μέχρις ότου μπή στο σπίτι με τον σκοπόν όπως μη δη ποιος θα πάρη την πήττα. Και επι του σημείου αυτού έγκειται ο συμβολισμός της φιλανθρωπίας δια την οποίαν οι πρόγονοί μας επίστευαν ακραδάντως ότι έπρεπε να γίνεται κρυφά και χωρίς τυμπανοκρουσίες δια να έχη κάποιαν σημασίαν.
Εν συνεχεία η νοικοκυρά έρριχνε ένα κουβά νερό στην αυλή του σπιτιού της ενώ συγχρόνως απήγγελε και μια ευχή: «Πολυχρονεμένοι. Δροσιά στον νοικοκύρη και την φαμίλια του».
Ένα άλλο έθιμο που έσβυσε χωρίς ούτε ίχνος να απομένη σήμερον είνε η επίσκεψις των νεκρών και η φροντίς δια τους τάφους των. Ιερά υποχρέωσις δια κάθε Αθηναίον της τότε εποχής ήτο να θυμηθή τους προσφιλείς νεκρούς του. Τόσον την νύκτα της Μεγάλης Παρασκευής όσον και την νύκτα της Αναστάσεως ήτο απαραίτητον να αναφθούν τα κανδήλια των τάφων των προσφιλών και να ψαλούν τρισάγια επ΄αυτών.

Το απόγευμα της Κυριακής του Πάσχα εγένετο νέα επίσκεψις εις τους τάφους. Ολόκληρος η πόλις μετεφέρετο μετά την εορτήν της «Αγάπης» εις το νεκροταφείον. Εκεί εψάλλοντο δεήσεις υπέρ των νεκρών και αντί κολύβων εμοιράζοντο κόκκινα αυγά και κουλούρια.
Το έθιμον τούτο ήτο απολύτως συνδεδεμένον με μίαν σελίδα της ιστορίας της Επαναστάσεως του 1821. Επεκράτησεν εις ανάμνησιν της σφαγής των Αθηναίων κατά την ημέραν του Πάσχα επί τουρκοκρατίας. Κατά την πολιορκίαν της Ακροπόλεως και ανήμερα το Πάσχα οι Αθηναίοι επεχείρησαν μίαν τρόπον τινά επίδειξιν προ των τειχών της Ακροπόλεως πολλοί δε τούτων κατεσφάγησαν παρά των Τούρκων. Εις ανάμνησιν του γεγονοτος τούτου επεκράτησε το ανωτέρω έθιμον.
Τέλος το απόγευμα της Λαμπρής ελάμβανε χώραν το «κάψιμο του Ιούδα». Σε κάθε συνοικίαν, σε κάθε πλατεία της πόλεως εκαίετο και ένα ανδρείκελον του Ιούδα. Εγένετο δε συναγωνισμός των διάφορων συνοικιών ποια θα παρουσιάση καλλίτερον ωργανωμένον το κάψιμο τούτο.
Πόσα έθιμα ωραία που οι γεροντότεροι Αθηναίοι θα ενθυμούνται νοσταλγικά, έθιμα συνδεδεμένα με το ωραίον παρελθόν της Πρωτευούσης, έθιμα που το σιγοπέρασμα του χρόνου, αι σύγχρονοι συνθήκαι και ιδίως ο μοντερνισμός έσβυσαν ανεπιστρεπτεί».
Θωμάς Σιταράς (Αθηναιογράφος)



Διαβάστε περισσότερα στο www.paliaathina.com
http://www.protothema.gr

Εν Αθήναις...Πάσχα παλιό

$
0
0



Πάσχα Ιερόν... Πάσχα Μέγα... Πάσχα των Πιστών!!!!
Χρόνια Πολλά Συνχριστιανοί ....
Σούβλες...κοκορέτσια στις Αθηναϊκές γειτονιές ακόμα και
στο πεζοδρόμιο ελλείψει αυλών...
Δεν θυμάμαι πάντως σούβλες ανήμερα του Πάσχα στις παραδοσιακές
αυλές του Κέντρου της Αθήνας.
Ασβεστομένες κανονικά μέχρι και οι γλάστρες με τα γεράνια και τα
γιασεμιά ....καταβρεγμένος ο χωματόδρομος απ΄έξω και καθαρισμένος
ο χώρος από τα χορτάρια στα Αρχαία πίσω από τα ντουβάρια του
σπιτιού με τις νοικιαζόμενες κάμαρες....
Πάντα φροντισμένα τα Αρχαία τότε από εμάς μικρούς και μεγάλους....
Η σούβλα δεν ήταν στην προτίμηση των Αθηναίων του στενού Κέντρου
εκείνα τα χρόνια.
Για τους περισσότερους ένας σοβαρός λόγος του μη σουβλίσματος
ήταν ότι το κατεψυγμένο αρνί Νέας Ζηλανδίας....δεν ήταν για σούβλα.
Σε μεγάλο ταψί κομμένο με μισό τσουβάλι πατάτες για να φτουράει
και στον φούρνο της γειτονιάς.
Η αυλή είχε μαρούλια κρεμμυδάκια και τα σχετικά για την πρασινάδα
στην πιατέλα.
Κρασί στη νταμιτζάνα χύμα από τον γείτονα απέναντι τον ταβερνιάρη
που κατέβαινες τα σκαλιά διαβάζοντας την πινακίδα
"προσοχή το κεφάλι"....έσκυβες για να μη το βαρέσεις.
Βέβαια το σημείο εκείνο της πινακίδας ήταν χτυπημένο και
λαδωμένο από το μπριγιόλ από τους απρόσεκτους .
Το ραδιόφωνο ERRES (σήμερα σε περίοπτη θέση του σπιτιού)
στη διαπασόν μέσα από την κάμαρα για να ακούγεται
λόγω έλλειψης μπαλαντέζας.
Μέχρι το βράδυ ο πισινός των μεγάλων ρίζωνε στην καρέκλα....
τραγούδι ανάλογα με το ραδιόφωνο όπως και χορός και αργότερα
όταν η κούραση έκανε εμφάνιση άρχιζαν τα επιτραπέζια.....
Τσούγκρισμα τα αυγά ....τσουρέκια της μάνας χειροποίητα με το μαχλέπι
όπως και κουλούρια με την αμμωνία πάνω στο κεντημένο
λευκό τραπεζομάντηλο....και δώστου οι μικρότεροι
παιχνίδι πίσω στα Αρχαία....
Ναι εκείνο το Πάσχα θέλω και θα προσπαθήσω να θυμάμαι
όσο εξαρτάται από μένα.....
Καλά να περάσετε................

Πίσω στα παλιά

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ !!!!!


Πρωτομαγιά !!!!!

ΠΑΣΧΑ &ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ

$
0
0

O «κωλοσούρτης», δηλαδή ο ατμοκίνητος τροχιόδρομος, που λειτούργησε για πρώτη φορά το 1887, συνέδεε το κέντρο των Αθήνων με το Νέο και το Παλαιό Φάληρο.
O «κωλοσούρτης», δηλαδή ο ατμοκίνητος τροχιόδρομος, που λειτούργησε για πρώτη φορά το 1887, συνέδεε το κέντρο των Αθήνων με το Νέο και το Παλαιό Φάληρο.
Από τη ζωή της Παληάς Αθήνας με τη σάτιρα του «Ρωμηού»

                                                                        Του † Γιάννη Αλεξάνδρου Γέροντα
Οι Αθηναίοι που τον χειμώνα λόγω της ελλείψεως δημοσίων εκδηλώσεων αναγκαστικά διασκέδαζαν στα σπίτια τους, με τον ερχομό της Ανοίξεως ξεχύνονταν στις τόσο γραφικές αλλά και κοντινές εξοχές της πόλεως. Γιατί οι σημερινές πολυάνθρωπες συνοικίες με τα πολυόροφα κτίρια, ήσαν τότε μαγευτικοί περίπατοι. Στα καταπράσινα περιβόλια των Πατησίων, της Κολοκυνθούς ή των Αμπελοκήπων, απολάμβαναν τον αττικό ήλιο ή διασκέδαζαν στα εκεί κέντρα.
Ο Σουρής χαιρετά την αττική Ανοιξι με τους στίχους:
Άνοιξις μοσχομυρίζει
αύρα κρυφοψιθυρίζει
βγαίνουν τριανταφυλλιές.
Λυώνουν πάγοι, λυώνουν χιόνια
κι΄ έρχονται τα χελιδόνια
για να χτίσουνε φωληές.
H Κηφισιά, αρχές 20ού αιώνα.
H Κηφισιά, αρχές 20ού αιώνα.
Εξοχές και χελιδόνια
Και η Αθήνα τότε είχε πολλά χελιδόνια, που έχτιζαν τις φωληές τους στα γύψινα γισώματα των σπιτιών, ακόμη και των πιο κεντρικών. Σήμερα τα πουλιά αυτά, πιο προνοητικά απ’ τους ανθρώπους, ένοιωσαν πως η ατμόσφαιρα μολυσμένη με τα καυσαέρια των χιλιάδων μηχανών δεν είναι πια κατάλληλη για τις φωληές τους και τις χτίζουν μακρυά από το κέντρο, στα γύρω απ΄ την Αθήνα προάστεια.
Εκτός όμως από τις τόσο κοντινές εξοχές οι Αθηναίοι πολύ εύκολα απολάμβαναν και τα τόσο γραφικά και δροσερά προάστεια της Κηφισιάς, του Μαρουσιού, του Χαλανδρίου και των Φαλήρων. Γιατί από τον Φεβρουάριο του 1885 είχε αρχίσει η λειτουργία του σιδηροδρόμου της Κηφισιάς (το θηρίο). Στον «Ρωμηό» διαβάζουμε την εξής αγγελία:
Στης Κηφισιάς τον πλάτανο, όπου δροσιές σκορπίζει,
που έχει  την θεόρατη εις το πλευρό του λεύκη,
η μουσική του Καίσαρη απόψε παιανίζει
και οι παρακαθήμενοι κάνουν μεγάλο ζεύκι.
Απολαμβάνουν τον λεπτόν της Κηφισιάς αέρα,
ενώ με ήχους μουσικής πληρούτ’ η ατμοσφαίρα.
Πάντες λοιπόν ας σπεύσωμεν μετά λεωφορείου
στον νέον σιδηρόδρομον της Αττικής – Λαυρίου,
διότι προμηνύεται η συρροή μεγάλη
και είναι ενδεχόμενο να μη χωρέσουν άλλοι.
Και τι λαμπρόν στην Κηφισιά καφέ βαρύν να πίνης
κάτωθεν δένδρων σκιερών και της… ωχράς σελήνης!
 3(1)
Η Κηφισιά
Από τότε η Κηφισιά, το ωραίο αυτό προάστειο της Αθήνας, άρχισε γρήγορα ν’ αναπτύσσεται και έγινε, για πολλά χρόνια, το αγαπημένο κέντρο παραθερισμού και εξοχικού περιπάτου των Αθηναίων.
Η καταστροφή του πρασίνου της Αθήνας και γενικώτερα της Αττικής, είναι ανεπανόρθωτη. Μια αδιάψευστη εικόνα μας δίνει αγγελία του «Ρωμηού». Τον Μάιο του 1885 διαβάζουμε:
Μέσ’ τα δένδρα, στο ποτάμι, στης Κολοκυθούς τα μέρη,
που εμπνέονται κι’ οι πλέον ακαλαίσθητοι πεζοί,
όπου άσματα βατράχων γλυκύς ζέφυρος σας φέρει,
θα ευρήτε το μεγάλο του Ματρώζου μαγαζί.
Αυτή ήταν η εξοχή της Κολοκυνθούς με τα σκιερά της δέντρα, τα περιβόλια και τα τρεχούμενα νερά του Κηφισσού.
Και οι Αμπελόκηποι όμως ήταν τόπος εξοχικού περιπάτου των Αθηναίων. Τον ίδιο χρόνο διαβάζουμε:
Εις το κτήμα Παπαδάκη, στους Αμπελοκήπους πέρα,
εις του Γιώργη Φιλοσόφου την λοκάντα την γνωστή,
ό,τι θέλετε θα βρήτε, πρασινάδα και αέρα,
φιλοσόφους και μεζέδες και ρετσίνα θαυμαστή.
 4
Ο «κωλοσούρτης»
 Εκτός όμως του «θηρίου» που συνέδεε τα βόρεια προάστεια των Αθηνών, από το 1880, είχε ήδη αρχίσει και η λειτουργία του τροχιοδρόμου του Βωτύ, του γνωστού ως «κωλοσούρτη» που ένωνε την Αθήνα με τα Φάληρα. Την εκμετάλλευσι του τροχιοδρόμου είχεν αναλάβει Βελγική εταιρία, της οποίας ο Βωτύ ήταν διευθυντής. Πολύ νωρίτερα όμως, από τον Μάρτιο του 1869, υπήρχε και ο σιδηρόδρομος Αθηνών-Πειραιώς, ατμήλατος στην αρχή, και από του Σεπτεμβρίου του 1904 ηλεκτροκίνητος. Οι δυνατότητες συνεπώς εύκολης και ομαδικής μετακινήσεως των Αθηναίων ήσαν υπεραρκετές για την εποχή. Αφετηρία του τροχιοδρόμου ήταν η προ των παλαιών Ανακτόρων πλατεία (όπου σήμερα το Μνημείον του Αγνώστου Στρατιώτου).
Τον Ιούλιο του 1892 γράφει ο «Ρωμηός»:
Ο των τροχιοδρόμων διευθυντής Βωτύ,
που πολυπλόκων έργων τα νήματα κρατεί,
και νους τον διακρίνει ανθρώπου πολυπείρου,
μετέβαλε  την όψιν του Παλαιού Φαλήρου.
Εκεί διασκεδάσεις, χοροί και μουσικαί,
και αμαξοστοιχίαι τω όντι λαϊκαί,
και με την τόση φτήνεια κι’ η φτώχεια παίρνει δρόμον
και μένει διά βίου προς τον Βωτύν ευγνώμων.
Η ατμομηχανή ήταν ένα τετράγωνο μεταλλικό κουτί, με τους τροχούς αφανείς, γι’ αυτό κι’ ο λαός την ωνόμασε «κωλοσούρτη». Στον ανήφορο που οδηγεί από του Μακρυγιάννη προς το Ζάππειο, προ της Πύλης του Αδριανού, ο εισπράκτορας ήταν υποχρεωμένος να προπορεύεται της μηχανής και να ρίχνη άμμο στις γραμμές για να μη γλυστρούν. Σε κάποια όμως έντονη προσπάθεια, τον Μάιο του 1907, στο σημείο αυτό ο λέβης εξερράγη και εζεμάτισε τους επιβάτες του πρώτου θερινού ανοικτού βαγονιού.
Ο «Ρωμηός» γράφει σχετικώς:
Έκρηξις εκτός του Νόμου
του κλεινού τροχιοδρόμου.
Φ-…Άκουσα τα βογγητά των πολυπαθών θυμάτων,
είδα ζέοντας ατμούς κι’ είδα πλήθος εγκαυμάτων.
… και μ’ εκείνους τους αυλούς έψαλα καθώς τον Πάνα
την πατρίδα των Ρωμηών, της υπομονής την μάννα.
 5
Το τραμ
Στην «Εφημερίδα» του Κορομηλά της 6ης Ιανουαρίου 1885, δημοσιεύεται η εξής δήλωσις: «Σήμερον αι αμαξοστοιχίαι του τροχιοδρόμου θα αναχωρώσι, καιρού επιτρέποντος, εκ της πλατείας των Ανακτόρων, από της 1.30’ μ.μ. κατά ημίσειαν ώραν, διά το Παλαιόν και Νέον Φάληρον. Η τόσο συχνή αναχώρησις, στην καρδιά του χειμώνα, θα ωφείλετο, ασφαλώς, στην εορτή των Θεοφανείων. Αποδεικνύει όμως και κάτι άλλο. Πως οι Αθηναίοι της εποχής «καιρού επιτρέποντος» δεν έμεναν στα σπίτια τους, αλλά, όπως και σήμερα, ξεπόρτιζαν!
Η συγκοινωνία μέσα στην πόλι διεξήγετο με το ιπποκίνητο  «τραμβάυ», το οποίον από το 1908 έγινε ηλεκτροκίνητο τραμ, που συνέδεε την Ομόνοια με το Ζάππειο, διά της οδού Σταδίου, τα Πατήσια, και αργότερα τους Αμπελοκήπους. Ήσαν ακόμη οι άμαξες (τα ταξί της εποχής) με δύο άλογα «Βικτώριες» και «Λαντώ» και τα μόνιππα, οι «Μαρίκες», όπως τα αποκαλούσε ο λαός, από το όνομα του κατασκευαστού Ερνέστο Μαρίκα που υπήρχε στο πίσω μέρος του αμαξώματος. Η κίνησις στους δρόμους ήταν αραιή και πού και πού έκανε την εμφάνισί του κανένα τραμ ή ακουγόταν ο ρυθμικός κτύπος των πετάλων κάποιου μόνιππου. Στα φαρδειά πεζοδρόμια των μεγάλων λεωφόρων, που είχαν διπλή σειρά από πιπεριές, και ήταν ελεύθερα από το σημερινό πλήθος των περιπτέρων, κυκλοφορούσε λίγος κόσμος, που κάθε τόσο έβγαζε το καπέλο και υποκλινόμενος χαιρετούσε τους γνωστούς. Και τα χρόνια εκείνα ένα μεγάλο μέρος των Αθηναίων εγνωρίζοντο μεταξύ τους.
Με τις πρώτες ανοιξιάτικες λιακάδες και το εκτυφλωτικό αττικό φως, η Αθήνα, απαλλαγμένη απ’ τους σημερινούς κρότους, γαλήνια και ξένοιαστη, έπαιρνε μια παραμυθένια όψι. Μοσχοβολούσαν οι γαζίες και τα γιασεμιά, που είχαν όλες σχεδόν οι μεγάλες αυλές των σπιτιών, «ισοφαρίζοντας» με τη μεθυστική μυρωδιά τους άλλες απαράδεκτες «μυρωδιές» οφειλόμενες στην από κάθε πλευρά άθλια κατάστασι της πόλεως. Η Παληά Αθήνα ήταν ένα κράμα ομορφιάς και ασχήμιας…
Με την είσοδο στη μεγάλη σαρακοστή, οι Αθηναίοι, όπως άλλωστε και όλοι οι Έλληνες, προετοιμάζοντο για τη μεγάλη Λαμπρή. Και οι συνθήκες που επικρατούσαν δεν διέφεραν και πολύ από τις σημερινές. Τα έθιμα του Πάσχα, από αιώνες, παραμένουν αναλλοίωτα. Μια απ’ τις διαφορές ήταν ότι οι Αθηναίοι παράμεναν στην πόλι και γιόρταζαν το Πάσχα ψήνοντας το αρνί τους στις μεγάλες αυλές των σπιτιών, ενώ σήμερα, επωφελούμενοι της αργίας και με την καταπληκτική ανάπτυξι των συγκοινωνιών φεύγουν ομαδικά προς την επαρχία.
«Τα αυγά της Λαμπρής», πίνακας του Απόστολου Γεραλή.
«Τα αυγά της Λαμπρής», πίνακας του Απόστολου Γεραλή.
Οι …μάχες της Ανάστασης
Ο «Ρωμηός» στα πασχαλινά του φύλλα συνδυάζει την μεγάλη γιορτή της χριστιανοσύνης με την εκάστοτε πολιτική κατάστασι σατυρίζων την επικαιρότητα. Το 1891, όταν τη χώρα κυβερνούσε ο Θεόδωρος Δηλιγιάννης, που σφόδρα αντιπολιτευόταν ο Σουρής, γράφει:
…Ο άγγελος εκύλισε τον λίθον του μνημείου…
Χοροπηδούν κι’ οι ποντικοί του Κεντρικού Ταμείου.
Λαμπάδες Αναστάσεως σηκώνονται ψηλά,
Αυτοί που δεν ενήστευσαν ας φάνε πιο πολλά
κι΄ ας λέει ο Πρωθυπουργός: – «Ανάστασις σε μας
και στου Τρικούπη τους πιστούς «Μεγάλη Εβδομάς»-
Ανάστασις, Ανάστασις, και κελαϊδεί τ’ αηδόνι:
– Σαρακοστή για την Εληά και Πάσχα στο Κορδόνι.
Η Εληά, ως γνωστόν, ήταν το έμβλημα του κόμματος του Τρικούπη, και το Κορδόνι του Δηλιγιάννη.
Το Πάσχα, στα παληότερα χρόνια, είχε πάντοτε και τα θύματά του, όχι όμως από τους τροχούς, όπως σήμερα, αλλά και από τους αθρόους πυροβολισμούς που ερρίπτοντο για τον εορτασμό της Αναστάσεως.
Ιδού τι γράφει ο «Ρωμηός» το Πάσχα του 1898:
Φ. –Ηλθε πάλ’ η Πασχαλιά,
ρίχνει μια πιστολιά
κάθε πατριώτης…
πρασινίζει το κλαρί
κι΄ επληγώθη στο μερί
μια Φραντζέζα πρώτης.
Θαύμαζε τον Παρθενώνα
και την κάθε μια κολώνα
και τ’ αρχαία τα λοιπά,
όταν έξαφνα μια σφαίρα
σύγχρονος και νεωτέρα
προς το γόνυ την κτυπά.
…Ανθισαν οι πασχαλιές
ρίξε λίγες πιστολιές,
Περικλέτο πατριώτη…
σκοτωθήκαν και δυο τρεις
κι΄ η πολεμική πατρίς
εχαίρε κι’ εχειροκρότει…
Την εικόνα της μεγάλης μάχης παρουσίαζαν οι κρότοι την ώρα της Αναστάσεως και του εξαημέρου εορτασμού του Πάσχα. (Τρεις τα Γέννα, τρεις τα Φώτα, έξη την Ανάστασι, έλεγαν οι παλαιότεροι). Βαρελότα, δυναμίτες, πιστολιές, τουφεκιές…
Μια ωραία περιγραφή του επικρατούντος «πασχαλινού πνεύματος» διαβάζουμε στον «Ρωμηό» του 1900.
Φ.- Χριστός Ανέστη, Περικλή, και ρίξε μια πιστόλα,
να πάη μέσα σ’ όλα.
Χριστός Ανέστη, Περικλή, καθένας να σμπαράρη
κι’ ο Χάρος όποιον πάρη.
…Το θείον Ευαγγέλιον ακούω της Αγάπης,
κι΄ αφρίζει κάθε κουμπουράς,
κι΄ αφρίζει κάθε μαχαιράς
και μπέκρος παληολιάπης.
Αναφερόμενος στον πρόσφατο πόλεμο και την σφαγή και την φυγή του 1897, εξακολουθεί ως εξής:
…Όποιος τους γίγαντας Ρωμηούς ανερευνά και κρίνει,
όσο διαβαίνουν οι καιροί
τόσο θαυμάζει κι΄ απορεί
πως φεύγουν εις τον πόλεμον και μένουν εν ειρήνη.
…Ασπασθώμεν πέρα πέρα
τους εχθρούς μας και τους φίλους,
Αναστάσεως ημέρα,
κουμπουριάσωμεν αλλήλους!
Το βάρβαρο έθιμο των πυροβολισμών του Πάσχα είχε καταντήσει πληγή σ΄ ολόκληρη την Ελλάδα. Ο «Ρωμηός» στην επικεφαλίδα του φύλλου, το Πάσχα του 1902, σημειώνει:
Εικοστή μηνός Απρίλη
φόνοι της Λαμπρής ποικίλοι.
Ας παρακολουθήσουμε όμως πώς περιγράφει σε άλλο φύλλο, τον εορτασμό του Πάσχα:
Φ.-       Αναστάσεως ημέρα
ψάλλουν άγγελοι λευκοί,
και σουρίζουν στον αέρα
σφαίρες απ’ εδώ κι’ εκεί.
Αναστάσεως χαρά
και στην γην των Αθηναίων
ρίχνουν ένσφαιρα πυρά
οι γενναίοι των γενναίων.
…Αναστάσεως ημέρα,
φως μεγάλης χαραυγής,
πέρνει κάποιον μία σφαίρα
και τον ρίχνει κατά γης.
… Του θανάτου την απόχη
βλέπουν ευσεβείς με φρίκη,
και χαρά σ΄ εκείνον πώχει
καμωμένη διαθήκη.
Ο Περικλής, εν χορώ μετά του Φασουλή, εξακολουθούν ως εξής:
Κούφια πέφτουν τουφέκι απ΄ ανάρια
και στους δρόμους τα βόλια σφυρίζουν,
και βροντούν της φακής παλληκάρια,
και για βρόντους αφρίζουν.
Τρέχουν τρέχουν ξιφήρεις σκοποί,
κι ο παππάς μειδιών ευφροσύνως
το «Χριστός» δεν προφθάνει να πη,
πέφτει κάτω κι’ εκείνος,
…Πάσχα θείον… χαρά κι’ ευνομία…
κάθε χόλος και μίσος ερρέτω….
πεθαμμένων ανοίγουν μνημεία
να δεχθούν σκοτωμένους κι΄ εφέτο!
Και παρακάτω γράφει:
Ω διαχύσεις κι’ ασπασμοί των εν Χριστώ διάπυροι,
φιλούντες ελαβώθησαν.
βλέποντες εστραβώθησαν,
πολλοί δ’ ως χθες αρτιμελείς απέμειναν ανάπηροι.
Συμπερασματικώς, ο Φασουλής, αποτεινόμενος προς τον Περικλή, λέει:
Μάθε λοιπόν πως στων Ρωμηών την γην την νεωτέραν
το κουτουρού πυροβολείν του Πάσχα την ημέραν
είναι το πρώτον πάτριον, καθώς καθείς γνωρίζει,
και τούτο το πυροβολείν και βάλλειν κατ΄ ατόμων
είναι το Πάσχα των Ρωμηών, κι’ αυτό χαρακτηρίζει
την αρειμάνιον φυλήν των Μαραθωνοδρόμων,
Αποκαλεί τους Έλληνας μαραθωνοδρόμους λόγω της νίκης του Σπύρου Λούη στον Μαραθώνιο των Ολυμπιακών αγώνων του 1896, ίσως όμως και λόγω της φυγής του πολέμου του 1897.
Το κακό είχε λάβει μεγάλες διαστάσεις και η Κυβέρνησις  του Γεωργίου Θεοτόκη, ανέθεσεν εν λευκώ εις τον Διευθυντήν της Αστυνομίας Αθηνών Ιωάννην Γεννήσαρλην, την εφαρμογήν του Νόμου. Κατόπιν τούτου, το Πάσχα του 1903 διήλθεν αναίμακτον.
Π.        – Πάσχα Κυρίου, Φασουλή,
κι’ αλαλητό και  κτύποι,
μα δεν σκοτώθηκαν πολλοί
κι’ έχω μεγάλη λύπη.
Φ.        -Πάσχα Κυρίου και χαρά,
Πλην δεν εβρόντησαν πυρά
σαν πέρσυ, σαν και πρόπερσυ στην πόλιν της Παλλάδος,
                        την δόξαν της Ελλάδος,
δι΄ο θρηνώ την σήμερον ωσάν Ιερεμίας
τον ζήλον του Γεννήσαρλη και της Αστυνομίας,
που τους Ρωμηούς δεν άφησαν, βρε Περικλή, κι εφέτος
να σκοτωθούν αδελφικώς και να σφαγούν ανέτως,
με μάχαιραν αμφίστομον και με κουμπούρας βόλι,
κι’ έτσι δεν εκατάλαβαν Λαμπρής πως είναι σχόλη.
Τα ληφθέντα όμως μέτρα, όπως συμβαίνει πάντοτε στη χώρα μας, ατόνησαν μετά από λίγο, όπως μας πληροφορεί πάλι ο «Ρωμηός» του 1905.
                        Δεκάτη κι΄έκτη μηνός Απρίλη,
                        Πάσχα, κουμπούρες, κρότοι ποικίλοι.
Και εν συνεχεία:
                        Πάσχα σεμνόν, εράσμιον,
                        γλυκύ και πανσεβάσμιον,
Πάσχα, που θα τυφλώσωμεν πολλούς με βαρελότα,
                        χαλκούνια και μπουρλότα.
                        Πάσχα που θ’ αλαλάξωμεν
                        αγάπην προς αλλήλους
                        και σμπάρα θ΄ανταλλάξωμεν
                        με συγγενείς και φίλους.
Αυτός ήταν ο εορτασμός του Πάσχα στην Παληά Αθήνα, με τα θύματα των αδέσποτων σφαιρών και των βαρελότων, συνήθεια που εξακολουθούσε επί πολλά χρόνια και μόλις τον τελευταίο καιρό εξέλιπε οριστικά, κατόπιν της αυστηράς εφαρμογής του Νόμου.
Το τράμ στη λεωφόρο Βασ. Αμαλίας.
Το τράμ στη λεωφόρο Βασ. Αμαλίας.
Πρωτομαγιά
Το αποκορύφωμα όμως της Ανοίξεως ήταν η εορτή της Πρωτομαγιάς. Με το παληό, βέβαια, ημερολόγιο, τα λουλούδια και η αυτοφυής βλάστησις θα είχαν ξεβλαστήσει και χάσει την φρεσκάδα τους. Αυτό όμως δεν εμπόδιζε τους Αθηναίους να εορτάζουν την ημέρα των λουλουδιών με ανθοπολέμους και ομαδικές εξορμήσεις στα γύρω της Αθήνας περιβόλια και ιδιαίτερα τα Πατήσια. Και ήταν τόσο ωραία η περιοχή από του Λεβίδη και πέρα, που ο λαός την αποθανάτισε με τη γνωστή φράσι, που συχνά αναγράφει και ο «Ρωμηός». «Ψυχή μου στα Πατήσια που πάει ο δρόμος ίσια».
            Η Πρωτομαγιά, σε αντιθέσι με τον εορτασμό του Πάσχα, που διετήρησε τα πατροπαράδοτα, δεν εορτάζεται πια όπως την παλαιότερη εποχή. Εκδηλώσεις γίνονται περισσότερες στους γύρω από την Πρωτεύουσα Δήμους, που αποβλέπουν όμως μόνο σε οικονομικά ωφέλη, και γι΄αυτό έχουν χάσει τον αυθορμητισμό και την αγνότητα των παλαιοτέρων χρόνων. Στην Παληά Αθήνα όλα τα σπίτια, και τα πιο φτωχά, την παραμονή της Πρωτομαγιάς κρεμούσαν στα μπαλκόνια ή την εξώπορτα τον λουλουδένιο Μάη. Ήταν ένα ωραίο θέαμα μιας πραγματικά λουλουδιασμένης Αθήνας, που δυστυχώς, χάθηκε σήμερα, όπως χάθηκαν και τα λουλούδια  απ’ τους τσιμεντένιους όγκους των πολυκατοικιών.
Το στεφάνι του Μάη έμενε κρεμασμένο ως το βράδυ της 23ης Ιουνίου, εορτή του Αη-Γιάννη του Κλήδονα, που το έρριχναν στη φωτιά. Καιγόταν κυριολεκτικά η Αθήνα και αντιβούιζαν οι γειτονιές απ’ τις φωνές μεγάλων και μικρών που πηδούσαν τις φωτιές, καίγοντας, εκτός απ’ τον Μάη, παληά καλάθια, ξύλα και οτιδήποτε άλλο που θα δυνάμωνε τη φωτιά. Ο «Ρωμηός» ελάχιστα γράφει για τον Κλήδονα, γιατί ο Σουρής διέκοπτε την έκδοσί του και παραθέριζε στο Νέο Φάληρο. Την παραμονή της Πρωτομαγιάς όλη σχεδόν η Αθήνα «εξεστράτευε» στα Πατήσια, και τις άλλες κοντινές εξοχές όπου ωργίαζε η βλάστησις, για να φτιάξουν το στεφάνι του Μάη. Ατέλειωτη σειρά από μόνιππα, βικτώριες και λαντώ, διά της οδού Πατησίων τραβούσε προς τα περιβόλια και τους αγρούς της περιοχής. Χαρακτηριστικό ήταν ότι τα τραμ που σχολούσαν από τις διάφορες γραμμές δεν πήγαιναν στις αποθήκες (γκαράζ) αλλά ενίσχυαν την γραμμή των Πατησίων.
Ο Σουρής χαιρετά στον «Ρωμηό» κάθε χρόνο τον ερχομό του Μάη.
Φ.        – Χαίρε και πάλιν Μάιε τρελλέ και χρυσομάλλη,
χαίρε μηνών στολίδι,
χαίρε που κι΄ η γαϊδούρα μου τον ερχομό σου ψάλλει
στρωμένη στο γρασίδι.
…Τρις χαίρε, μην ερατεινέ τοσούτων συμπλεγμάτων
που τους τετράποδας κεντάς της Μούσης θιασιώτας,
χαίρε που σαν ακούεται βαρύ τ’ ογκάνισμά των,
μου φαίνεται πως Έλληνας ακούω πατριώτας.
Π.        -Ψάλλω κι’ εγώ περιχαρής τον μήνα τον ωραίον
διά ρυθμών ποικίλων…
χαίρε που σήμερ’ αρχινά κι’ η δράσις των κορέων,
των κουνουπιών και ψύλλων.
Φ.        -Χαίρε, κρυφή παρηγοριά ζωντοχηρών και χήρων,
όπου λιγώνεις έγκυες με μυρωδιές των τσίρων.
…Χαίρε που κανείς δεν βλέπει
μεσ’ την Ρωμηοσύνη πάτο,
χαίρε, που μπουρλότο πρέπει
κι’ από πάνω κι’ από κάτω.
            Ανοιξιάτικοι έρωτες
Η Άνοιξις όμως δεν ήταν μόνο η εποχή των λουλουδιών και των ερώτων. Είχε και επακόλουθα:
Εικοσιπέντε μηνός Απρίλη,
μπόγιας, απόχη, λυσσώντες σκύλοι.
Και ακόμη:
Φ.        -Τι Πρωτομαγιά κι’ αυτή… μια χαρά, καιρός ωραίος,
τώρα βγαίν’ η κατσαρίδα, το κουνούπι, ο κορέος.
τώρα κούκος, τώρ΄ αηδόνι,
τώρα σούδα, τώρα σκόνη,
τώρ’ αφράτη καββαλίνα
που χρυσίζει σαν στερλίνα.
«Σούδα» εννοεί την γνωστή του Νέου Φαλήρου, η οποία με τις αναθυμιάσεις της, συνετέλεσε στην καταστροφή της ωραίας πλαζ και του προαστείου.
Ο άτυχος πόλεμος του 1897 έδωσε υλικό στον Σουρή να γράψη πολλά, ειρωνευόμενος τους υπευθύνους πολιτικούς και στρατιωτικούς.
Ιδού πώς σατιρίζει τον κατά την 1η Μαΐου 1899 οργανωθέντα ανθοπόλεμον.
Φ.        -Ίτε  στους ανθοπολέμους μ’ ένα μένος φλογερό,
ραίνετέ με να σας ραίνω, να περνούμε τον καιρό.
Ίτε λείψανα γενναία των μαχών των τελευταίων,
με κολοκυθοκορφάδες και με θούρια Τυρταίων.
Ίτε να στρωθούν οι δρόμοι με τους κάλυκας φυτών,
να πατούν επάνω πόδια ντιλικάτων νικητών!
Έφοδος στα περιβόλια,
πολέμαρχοι των τριόδων,
ας γενούν πολέμου βόλια
πέταλα και φύλλα ρόδων.
Ίτε πάλιν λεγεώνες των πεζών και των ιππέων,
με το βήμα το ταχύ,
κι’ έξαλλος ανθοβροχή
ας σκεπάση πέρα πέρα πυραμίδας εκ τροπαίων!
Ω ψυχή μου στα Πατήσια!
μ’ έπιασε καινούρια λύσσα…
…Δεν αντέχω, πίσω, πίσω,
δυνατά θα πολεμήσω.
Με τις αγριοφωνάρες
θα τρομάξω την Τουρκιά,
ρίξε μου τρεις αγγινάρες
να σου ρίξω δυο κουκιά.
Τέτοιος πόλεμος μ’ αρέσει
που για Τουρκαλάδων φέσι,
βλέπεις μόνο παπαρούνα, βλέπεις μόνον ανεμώνη,
και δεν γίνεται το μούτρο, Περικλέτο, σαν λεμόνι.
…Έλα ράνε με με φούλια
να σε ράνω με μαρούλια.
Δεύτε ράνε δι’ ανθέων
την φυλή των… ημιθέων.
Ανθεστήρια μεγάλα,
νέα δάφνη και μυρσίνη,
και στον Μάιον καββάλα
παρελαύν’ η Ρωμηοσύνη.
Π.        – Ανθοπόλεμος λυσσώδης στην κονίστραν μας καλεί,
πολέμαρχε Φασουλή,
Μάης ήλθε, ζήτω, ζήτω,
ανθοπόλεμον κηρύττω.
Η μυρωδιά του… σκόρδου!
Την Παραμονή της Πρωτομαγιάς οι Αθηναίοι γλεντούσαν έως τα ξημερώματα, πίνοντας και απολαμβάνοντας τις ευωδιές των  λουλουδιών. Ανάμεσα όμως σ’ αυτές, ξεχώριζε η μυρωδιά του… σκόρδου! Η παράδοση αυτή του λαού να τρώη σκόρδο τον Μάιο (κατεβαίνει η πίεσις) έχει διατηρηθεί μέχρι σήμερα. Ιδού τι γράφει ο «Ρωμηός»:
Φ.        -Πάμε να τον πιάσουμε, Περικλέτο, πάλι
τον κατσαρομάλλη.
Π.        -Κι’ εγώ θα το γλεντήσω
με τόσο φαγοπότι,
κι’ εγώ θα ξενυχτήσω
μαζί σου, πατριώτη.
…Οσφρήσεως  μαγεία
το σκόρδο, συμπολίται,
Μάης δεν εννοείται
χωρίς σκορδοφαγία.
Το σκόρδο, Φασουλή μου, μ’ αρέσει πρώτα πρώτα
του σκόρδου μυρωδιά
μ’ ανοίγει την καρδιά,
κι΄ απλήστως αναπνέω σκορδοφαγίας χνώτα.
Φ.                    -Ήλθε και πάλι Μας,
κι’ αν σκόρδο δεν βρωμάς,
δεν είσαι, Περικλέτο, Ρωμηός πανηγυριώτης
και πούρος πατριώτης.
Ο Φασουλής ενθουσιασμένος από το ολονύκτιο γλέντι λέει στον Περικλή:
Φ.                    -Περικλέτο μου, τραγούδα…
κύτταξε μια πεταλούδα
μέσ’ τα ρόδα κοιμισμένη… πώς τα μύρα την μεθάνε…
Π.        -Κάποιος βουλευτής σ’ εκείνην μετεμψυχωμένος θάναι.
Φ.        -Άκου και γαϊδούρι πρώτης…
ποίος φθόγγος, ποίον μένος!
Π.        -Κάποιος ρήτωρ πατριώτης
θάναι μετεμψυχωμένος,
Φ.        -Κύτταξε και κολοκύθες και μεγάλες και πολλές…
Π.        -Δεν σου φαίνεται πως είναι των συγχρόνων κεφαλές;
Τι Πρωτομαγιά τρελλή!
κολοκύθες, Φασουλή,
και μυστήρια και γρίφοι…
Τσίου τσίου το πουλί,
τσίου τσίου κι’ η Βουλή
σαν γαλιάνδρα, σαν κοτσύφι.
Το ξενύχτι και η μέχρι πρωίας κατανάλωσις οινοπνευματωδών, κατέβαλλε τους περισσότερους από τους πανηγυριώτας. Αυτό κατακρίνει ο «Ρωμηός» διά των στίχων:
Φ.        – Στον τόπον των Χαρίτων δεν θέλω να περάσω
την εορτήν την φύσεως
του κάλλους, της ποιήσεως,
χωρίς να με ξεράσης, χωρίς να σε ξεράσω.
Π.        – Έτσι που λες μ’ αρέσει να τον πανηγυρίζω
τον ανθισμένο Μάη στον τόπο τον μακάριο,
κι΄ έπειτα, Φασουλή μου, στο σπίτι να γυρίζω
και σ’ όλους να φωνάζω με μούτρα σαν σουδάριο.
Πολύ καλά τον Μάη τον πιάσαμε κι΄ εφέτος,
μ’ ευπρέπειαν, με τάξιν, ελληνικώς, ανέτως.
κι’ αν είναι κι’ ένας μόνο που κάπως αμφιβάλλει,
της ροδινής μορφής μας κυττάξετε τα κάλλη.
Όσο για την ταλαιπωρία της συγκοινωνίας, ιδίως κατά την επιστροφήν, συνέβαινεν ό,τι και σήμερα.
Μέσα στα τραμ μ’ αρέσει ποδάρια να πατώ
μα και στην αγκαλιά μου μουρέλια να κρατώ.
Στα χρόνια μας η Πρωτομαγιά έχει χάσει εντελώς την συμβολικήν της σημασία. Σ’ ολόκληρο τον κόσμο έχει καθιερωθή ως η Διεθνής εργατική εορτή. Η καθιέρωσίς της αποφασίστηκε κατά το Διεθνές Σοσιαλιστικό Συνέδριο που έγινε στο Παρίσι το 1899, κατά πρότασι της Εργατικής Ενώσεως των Η.Π.Α. και σε ανάμνησι της μεγάλης απεργίας, για τη διεκδίκησι του 8ώρου, που έγινε στο Σικάγο την 1ην Μαΐου 1886 και κατά την οποίαν εκατοντάδες απεργών βρήκαν τον θάνατο σε σύρραξι με την Αστυνομία.

Πρωτομαγιάτικες εξορμήσεις στα Πατήσια Όπου γλέντι και γιορτή η οικογένεια Χωραφά πρώτη…

$
0
0



      «Έξοδος γενική! Ο μπαμπάς με μία εφημερίδα, η μαμά με δύο μωρά, τα παιδιά άτακτα και κορυβαντιώντα, μια γιαγιά συρόμενη και το απαραίτητον και αξιολύπητον δουλικό, μετά το μεσημέρι –ημιαργία γράφει ο Καζαμίας-, θα εξέλθουν προς αναζήτησιν του Μαΐου, με άλλους λόγους «θα πιάσουν τον Μάη» κατά την καθιερωθείσαν της εποχής έκφρασιν. Η αλήθεια είνε ότι κανείς δεν μένει στο σπίτι του. Η πόλις ερημούται, ωσάν να ευρίσκεται εις κατάστασιν πολιορκίας. Νέοι, γέροι, παιδιά, νέες γρηές, μεσόκοπες, φοιτηταί, μοδιστρούλες, φαρμακοποιοί, αξιωματικοί, δασκάλες, παπάδες, ζωντοχήρες έλκονται όλοι από τα τέσσαρα σημεία του ορίζοντος.



 Είνε δε τα τέσσαρα σημεία του ορίζοντος την παραμονή της πρωτομαγιάς, Κηφισιά η σνομπίστικη, Αλυσσίδα η πατροπαράδοτος, Γαλάτσι το δροσερόν και Κολοκυνθού η λαϊκωτέρα. Προς αυτά τα τέσσαρα σημεία του ορίζοντος εκχύνονται αι μυριάδες των Αθηναίων δια την προϋπάντησιν του Μαΐου, σύμφωνα με το παλαιόν δίστιχον: Ο Μάϊος μας έφθασεν … εμπρός βήμα ταχύ Να τον προϋπαντήσωμε … παιδιά στην εξοχή!... Η εκκίνησις από το σπίτι γίνεται θορυβωδώς εις επήκοον ολοκλήρου της συνοικίας.
 -Εμπρός, έτοιμοι είμαστε;
 -Μιχαλάκη, πήρες τις ντομάτες;
 -Μαριγούλα, έκλεισες την πόρτα της κουζίνας;
 -Εμπρός, πάμε …
 Και ξεκινάν. Το πρόγραμμα είνε σαφώς καθωρισμένον από την προτεραίαν. Η κόρη ήθελε ολίγη Κηφισιά και η μαμά συνετάχθη με το μέρος της κόρης, αλλά η μείζων αντιπολίτευσις –ο μπαμπάς- ήθελε Αλυσσίδα και η γνώμη του ενίκησε.  



 Το τέρμα Πατησίων όπου κατέληγε το τράμ γραμμή 3 (Πατήσια-Αμπελόκηποι).
 Η περιοχή ονομαζόταν "Αλυσσίδα"απο τη χοντρή αλυσίδα που έκλεινε το δρόμο όταν περνούσε το "θηρίο"για την Κηφισιά!   Προτού η οικογένεια συλλάβη τον Μάϊον, πρέπει απαραιτήτως να συλλάβη ένα τράμ διά να την μεταφέρη. Τα τράμ όμως κατά την ημέραν αυτήν ή απεργούν –λόγω της κόκκινης Πρωτομαγιάς- ή δεν απεργούν αλλά υπερεργάζονται. Πραγματικώς περνούν όλα κατάφορτα κόσμου και εορταστών. Κανένα δεν σταματά και η οικογένεια ξεκινά πεζή. Η κόρη ρίπτει την ιδέαν «να πάρωμε ένα ταξί», αλλά η μείζων αντιπολίτευσις –ο μπαμπάς- συνοφρυούται!... Ένα μικροκαυγαδάκι στη μέση του δρόμου επακολουθεί. Και όμως όλοι είνε πεπεισμένοι ότι πηγαίνουν για πρωτομαγιάτικο γλέντι. Κάποιο λεωφορείο τους λυπάται και αποφασίζει να σταματήση διά να τους παραλάβη. Νέα αγωνία. -Μαριγούλα, πρόσεχε!... -Το παιδί!... -Ανέβηκες, Πελοπίδα; Ο εισπράκτωρ δίδει το σύνθημα της εκκινήσεως, αλλά τον διακόπτουν φωναί: -Στάσου!... Στάσου!... Ο κύριος Πελοπίδας είχε λησμονήση επί του πεζοδρομίου το καλάθι με τα τρόφιμα. Διότι η οικογένεια η οποία ξεκινά να πιάση το Μάη εννοεί να καταλάβη ένα τραπεζάκι και δέκα καθίσματα εις το πρώτο εξοχικόν ζυθοπωλείον, αλλά χωρίς να δαπανήση ένα μονόλεπτον. Εφ’ ώ και παρασκευάζονται μερικοί κεφτέδες εις το σπίτι, κανένα «μπουτάκι με σκόρδο», το απαραίτητο τυρί, μερικά αυγά βραστά και η σχετική χιλιάρα του ρητινίτου. Ά! Όλα κι’ όλα!... Πρωτομαγιά είνε, η οικογένεια «θα το κάψη»!... -Αλυσσίδα, τέρμα!... Εκραύγασεν εμβριθώς ο εισπράκτωρ και το λεωφορείον αποβιβάζει ποσότητας πολτοποιημένων σαρδελλών. Όσοι κατεβαίνουν από το αυτοκίνητον, αναπνέουν βαθειά την υποθετική δροσιά της τοποθεσίας και οσφραίνονται βαθύτερα το άρωμα των γύρω ανθέων. -Άααααχ!... Πράγματι όπου στρέψη κανείς το μάτι του βλέπει άνθη. Άνθη πωλούν οι πάντες και τα πάντα. -Μάηδες!... Εδώ οι Μάηδες!...
 -Πάρε κόσμε λουλούδια!... 
-Έχω τριαντάφυλλα με στράκες!... 
Ένας διαλαλεί το εμπόρευμά του εμμέτρως και ομοιοκαταλήκτως: 
-Όποιος αγοράζει Μάη Στο μπαλκόνι τον κρεμάει! Βλέπει κανείς όλα τα λουλούδια εν αφθονία. Δεν υπάρχουν μόνον νάρκισσοι. Κάποιος υποχρεωτικός ανθοπώλης με βεβαιεί ότι δεν βγαίνουν αυτήν την εποχή. Οσφραίνομαι γκάφφαν του ποιητού όστις είπε:
 -Δρέψατε πάλιν ερασταί Ευδαίμονες ναρκίσσους Εις του Μαΐου τους φαιδρούς Κι’ ευώδεις παραδείσους! Παντού κυκλοφορούν ζευγάρια αγκαλιασμένα. Πιάνουν τον Μάη. Το απαιτεί η ημέρα και κανείς δεν παρεξηγεί. Αν είνε κανείς αδιάκριτος ακούει γύρω του χαριέστατα πράγματα:
 -Αγάπη μου, και του χρόνου μαζϊ! -Φως μου! 
Του χρόνου σπίτι μας!
 -Μάτς-μούτς (φιλήματα). 
-Άχ! (αναστεναγμός γεροντοκόρης). Και κάτι που ίσως δεν έχει παρατηρηθή. Εις την έξοδον διά το «πιάσιμον» του Μαΐου, αφθονούν αι γεροντοκόραι! Τα λουλούδια εφέτος πανάκριβα. Νομίζει κανείς ότι εισάγονται από το εξωτερικόν. Νομίζει ο επιθυμών να αγοράση ένα (αριθμός 1) ευπρόσωπον τριαντάφυλλον, ότι αγοράζει μαύρο χαβιάρι.
 -Βρέ χριστιανέ μου, είπα εις ένα ανθοπώλην της Ομονοίας, δέκα δραχμές ένα τριαντάφυλλο;
 -Μα είνε «τριαντάφυλλο» κύριος, μου απήντησε κομπάζων.
 -Τι ήθελες να είνε; Ρεπανάκι; Οι «μάηδες» ακριβοί, ακριβώτατοι. Από 80 και άνω δραχμάς. Υπάρχουν και «Μάηδες» των διακοσίων!... Ένας ηθέλησε να μου δικαιολογήση την κατάστασιν:
 -Μια φορά το χρόνο είνε πρωτομαγιά! Να μη βγάλωμε κι’ εμείς κάτι; Να βγάλετε ασφαλώς. Αλλά από του σημείου αυτού μέχρι του να πωλήται ένα (αριθμός 1) τριαντάφυλλο ένα δεκάρικο, υπάρχει διαφορά και διαφορά! Επήγα και εγώ εις τα Πατήσια και είδα την οικογένεια που «έπιανε τον Μάη». Ήτο αξιολύπητη. Ο μπαμπάς καταβροχθίσας μερικούς κεφτέδες τη συνοδεία ρητινίτου, έπιανε τον Μάη ροχαλίζων ελαφρώς εις το κάθισμά του. Η μαμά έπιανε και αυτή το Μάη θηλάζουσα το ένα της μωρό. Ο υιός εκαθάριζε το τραπέζι τρώγων τα ψίχουλα,  η κόρη επροσπαθούσε να κρατήση την αξιοπρέπειαν της οικογενείας, και το δουλικό εχάζευε. Με μια λέξι η οικογένεια διασκέδαζε. Ένα γκαρσόνι περιεφέρετο, πολλά μερμηρίζον κατά των ανθρώπων πού πιάνουν ένα τραπέζι και δέκα καθίσματα, παραγγέλλουν μία λεμονάδα –δυό ποτήρια και πέντε νερά και φέρνουν από το σπίτι τους φαγητά. Οι περισσότεροι εορτασταί της πρωτομαγιάς έτσι κάμνουν. Παρ’ όλα αυτά η κίνησις εις τα Πατήσια, όπως πάντοτε, ήτο μεγάλη. Άλλωστε τα Πατήσια είνε το κατ’ εξοχήν πρωτομαγιάτικο κέντρον των Αθηναίων. Η Κολοκυνθού δεν υστερεί βέβαια, ούτε το Μαρούσι ή το Γαλάτσι. Ακόμη και ο Βοτανικός και οι Αμπελόκηποι συγκεντρώνουν πολύν κόσμον καθώς και το Χαλάνδρι και η Αγία Παρασκευή. Παντού κυριαρχεί η φωνή: -Πάρτε Μάηδες! -Στη φτήνεια τους βάλαμε! -Μια φορά το χρόνο είνε. Κόσμος πολύς συνωθείται παντού. Μια παρέα νεαρών γυρίζει αναιδέστατα και καταγίνεται να τσιμπά τις γυναίκες. Μέσα εις τον συνωστισμόν οι «πορτοφολάδες» κάμνουν χρυσές δουλειές. Αλλά η τραγωδία είνε το βράδυ εις την επιστροφήν. Τίποτε δεν σταματά τον Έλληνα μόλις ακούση το «οίκαδε» Ολόκληρος η Ελλάς πρέπει να χωρέση εις ένα τράμ και να επιστρέψη στο σπίτι. Τραγωδία λοιπόν η επιστροφή της Πρωτομαγιάς. Καμμιά οικογένεια δεν γυρίζει πλήρης. Εις τα τράμ συνάπτονται μάχαι. -Στάσου, χριστιανέ μου! Τι σκουντάς; -Προχώρει εμπρός. -Παναγία μου! -Βοήθεια! Πνίγομαι! -Τα εισιτήριά σας. Ο εισπράκτωρ θέλει και εισιτήρια! Με το τράμ που εγύριζα επέστρεφε και η οικογένεια από το γλέντι. Θεέ και Κύριε! Μαύρα χάλια είχε. Κατά βάθος όμως ήσαν όλοι ευχαριστημένοι. Το βράδυ όταν θα έφθασαν εις το σπίτι, ο μπαμπάς θα εκρέμασε τον «Μάην» στο μπαλκόνι ή την εξώθυραν και ύστερα θα είπε προς την οικογένειαν: -Έ… δεν έχετε παράπονο. Ωραία περάσαμε! Και του χρόνου!»   (Κείμενο του Δ. Γιαννουκάκη στα «Αθηναϊκά Νέα»,  1934) Για περισσότερα ανοιξιάτικα και νοσταλγικά η Παλιά Αθήνα ανανεώθηκε για τον Μάϊο και περιμένει την επίσκεψί σας Πηγή:www.lifo.gr

Eν Αθήναις...μια Πρωτομαγιά

$
0
0

Καλημέρα και Καλή Πρωτομαγιά αλλά και Καλό Μήνα τουλάχιστον
με Υγεία....γιατί κατά τα άλλα δεν τον βλέπω.
Μετά από την γειτονιά που γεννήθηκα και έζησα τα μικράτα μου
στην Ακαδημία του Πλάτωνα το μικρό φορτηγό του οικογενειακού μας
φίλου φόρτωσε την περιουσία μας (την χώρεσε άνετα και με εμάς
στην καρότσα) και μας πήγε στα Πατήσια.
Το σπίτι που νοικιάσαμε ήταν παλάτι μετά από το δωμάτιο της αυλής...
είχε και δεύτερο δωμάτιο αλλά και μικρή αυλή και ευτυχώς χώρο
για ράντζο σε αυτή για τα καλοκαίρια.
Τότε χωματόδρομοι όλοι οι δρόμοι και η μοναδική έγνοια
ήταν ο αγώνας για την επιβίωση...την άμεση χωρίς σχεδιασμούς για το μέλλον.
Πρώτα να εξοικονομήσουμε το νοίκι και μετά τα άλλα.
Η μοναδική άσφαλτος ήταν παρακάτω η Ηρακλείου σημερινή λεωφόρος
(πομπώδης τίτλος)....περνούσε το λεωφορείο της Ν.Ιωνίας
σε δρομολόγια υπομονής και σε πήγαινε στην Πλατεία Κάνιγγος.
Ακόμα παρακάτω ο σταθμός του ΗΣΑΠ με τα ξύλινα βαγόνια
και τον θόρυβο που σίγουρα ενοχλούσε ακόμα και αυτούς
που ησύχαζαν στο Β΄Νεκροταφείο.
Για Πρωτομαγιά από την οδό Θύσσου ανεβαίναμε την Τέω περνούσαμε
τον σημερινό Άγιο Ανδρέα που ήταν το γήπεδο του Πατησιακού
και ο θερινός σινεμάς (όπως ήταν η διάλεκτος) ΑΓΑΠΗ και πήγαιναν για πούλουδα
(λουλούδια) τα κορίτσια και για κανένα χαμόγελο και καμμιά υπόσχεση
τα αγόρια.
Μπορεί να μπαλώναμε στον παππού τον τσαγγάρη τον πρόσφυγα
από την Σμύρνη τα παπούτσια μας και όταν είχαμε οικονομική
άνεση να τους βάζαμε σόλες.....αλλά δεν θυμάμαι τέτοια
θλίψη...θυμό...εξαπάτηση...απογοήτευση...αβεβαιότητα.....
όπως συμβαίνει σήμερα......
Έμαθα όμως να περιμένω.

Πίσω στα παλιά


Αγιος Γεώργιος ο Τροπαιοφόρος: Η δράση και τα έθιμα για τη γιορτή του μεγαλομάρτυρα

$
0
0


Τα πάντα για το πιο λαοφιλές όνομα στην Ελλάδα και όχι μόνο



Άγιος Γεώργιος ο Τροπαιοφόρος: Η δράση και τα έθιμα για τη γιορτή του μεγαλομάρτυρα


Το όνομά του, από τα πλέον λαοφιλή στον ελληνικό πληθυσμό, από τους πιο γνωστούς και αγαπητούς Αγίους σε όλον το χριστιανικό -και όχι μόνο- κόσμο.
Στην ορθόδοξη χριστιανική παράδοση, συνολικά 56 μορφές με το όνομα Γεώργιος κοσμούν το εορτολόγιό της, με γνωστότερο όλων τον Γεώργιο το Μεγαλομάρτυρα και Τροπαιοφόρο, που ανήκει στη χορεία των μεγαλομαρτύρων της Εκκλησίας. Γόνος πλούσιας και αριστοκρατικής οικογένειας από την Καππαδοκία της Μ. Ασίας, ήταν αξιωματικός του ρωμαϊκού στρατού. Η δράση, το μαρτύριο και η κοίμησή του τοποθετούνται τον 3ο αιώνα και στις αρχές του 4ου αιώνα, επί αυτοκρατορίας Διοκλητιανού. Η μνήμη του τιμάται δύο φορές το χρόνο: στις 23 Απριλίου ο διά αποκεφαλισμού θάνατός του ή για τις Εκκλησίες που πηγαίνουν σύμφωνα με το Ιουλιανό ημερολόγιο, εάν η ημέρα συμπέσει πριν από την Ανάσταση, μετατίθεται τη Δευτέρα της Διακαινησίμου και στις 3 Νοεμβρίου η ανακομιδή των λειψάνων του.
Ο Άγιος Γεώργιος, ως τροπαιοφόρος (στρατιωτικός), Άγιος και ελευθερωτής, συγκεντρώνει πολλές διηγήσεις για τα κατορθώματά του, με σημαντικότερο όλων την εξόντωση του δράκου και τη σωτηρία της βασιλοπούλας.
Σύμφωνα με την Παράδοση, το θηρίο φρουρούσε το νερό μιας πηγής, στη Λιβύη, και δεν άφηνε τους κατοίκους να υδρευτούν αν δεν του έδιναν βορά κάθε φορά ένα συντοπίτη τους. Οι κάτοικοι της περιοχής όριζαν με κλήρο το θύμα του δράκου για πολλά χρόνια. Ολόκληροι στρατοί αντιτάχθηκαν στο τέρας, χωρίς αποτέλεσμα. Ο κλήρος έπεσε και στη βασιλοπούλα, την οποία έσωσε ο Άγιος, νεαρός αξιωματικός πάνω στο άλογο, φονεύοντας το δράκο με το κοντάρι του.
Προστάτης τόσο στρατευμάτων όσο και χωρών. Επειδή ο βίος του είναι στρατιωτικός, θεωρείται προστάτης του Πεζικού και του Ελληνικού Στρατού Ξηράς, ενώ είναι και ο προστάτης Άγιος της Αγγλίας. Επίσης, θεωρούνταν Άγιος προστάτης των Σταυροφόρων, οι οποίοι έφεραν στη Δύση το λείψανό του από την Παλαιστίνη, καθώς επίσης και των Προσκόπων.
Ο Άγιος Γεώργιος είναι, επιπλέον, Άγιος της Καθολικής, της Αγγλικανικής, της Ορθόδοξης, της Λουθηρανικής και της Αρμενικής Εκκλησίας, καθώς και προστάτης Άγιος των χριστιανών της Παλαιστίνης, της Βηρυτού, της Γεωργίας, του βουλγαρικού στρατού.
Λατρεύεται ιδιαίτερα από τους Σαρακατσάνους (νομάδες της ηπειρωτικής Ελλάδας) αλλά και από Πομάκους της Θράκης. Στην εκκλησία που είναι αφιερωμένη στη μνήμη του, στην Πρίγκηπο, χιλιάδες Τούρκοι προσέρχονται κάθε χρόνο να προσκυνήσουν την εικόνα του. Πολλοί είναι οι προσκυνητές και στον Πατριαρχικό Ναό του Αγίου Γεωργίου, στο Φανάρι, όπου διασώζονται κειμήλια ανεκτίμητης αξίας, όπως ο Πατριαρχικός Θρόνος και ο Άμβωνας.
Ο Αϊ-Γιώργης ο Τροπαιοφόρος και Δρακοκτόνος συνδέεται, επίσης, με τη γεωργία και τον πολλαπλασιασμό: Το όνομα Γεώργιος είναι ελληνικό, προέρχεται από το ουσιαστικό «γεώργιον» που σημαίνει καλλιεργήσιμο και την περίοδο της εορτής του (23 Απριλίου) οι αγρότες σπέρνουν, εξ ου και η επωνυμία του «σποριάρης».
Αλλά ο Άγιος είναι και προστάτης των κτηνοτρόφων, διότι η εορτή του συμπίπτει με την εποχή που θα αφήσουν τα χειμαδιά και θα ανέβουν στα βουνά.
Η εορτή του σηματοδοτεί την αρχή της άνοιξης.
Πλήθος τα προσωνύμια του Αγίου είτε από ευλάβεια είτε από κάποιο θαύμα ή και από άλλη αιτία:
-Ο Αέρις στο Όφι του Πόντου, παλαιά, όπου οι Τούρκοι τον έλεγαν Αέρτς, ο Ζαντών, δηλαδή Άγιος Γεώργιος ο τρελός, γιατί τους τιμωρούσε αφαιρώντας τους τα μυαλά.
-Ο Αράπης ή Αρακλειανός (Ηρακλειανός), στη Θράκη, επειδή θαυματουργή εικόνα του βρισκόταν στην Ηράκλεια της Προποντίδας. Αράπη μάλιστα γιατί ο Άγιος παρουσιάζεται μαύρος σε αυτήν την εικόνα, ανάγλυφη από μαύρη πέτρα, ή από σκληρό ξύλο.
-Ο Κουδουνάς στην Πρίγκηπο, γιατί η εικόνα του Αγίου βρέθηκε από έναν βοσκό, καθώς ήταν σκεπασμένη από μια αρμαθιά κουδούνια σύμβολα της παραφροσύνης, την οποίαν όλοι πιστεύουν ότι θεραπεύει.
-Στο Θησείο, ο Ακαμάτης, επειδή οι Τούρκοι δεν επέτρεπαν να τελείται στην εκκλησία του Θεία Λειτουργία παρά μόνο στην εορτή του, στις 23 Απριλίου.
-Ο Αϊ-Γιώργης ο Γοργός στην Καστοριά, γιατί σπεύδει ταχέως σε βοήθεια όσων τον επικαλούνται.
-Ο Αϊ-Γιώργης Καππαδόκης, από τον τόπο καταγωγής του και πατρίδα του πατέρα του και Παλαιστίνιος, από τον τόπο καταγωγής της μητέρας του.
-Ο Αϊ-Καλλάρης, στην Κάσο και Αϊ-Καβαλάρης, επειδή είναι έφιππος.
-Ο Βάρδας, ο Γεωργιανός, ο Επιτειδιώτης, ο Καστρενός, ο Κιουρτζής, ο Κλεφτογρασιάς, ο Διασορίτης, ο Ζούρος, ο Κρασάς, ο Μεθυστής, ο Πέρσης, ο Σκυριανός, πολιούχος του νησιού, ο Φουστανελάς, πολιούχος των Ιωαννίνων, ο Φτωχός, ο Χατζής, ο Αϊ-Στρατηγός, ο Ψαροπιάστης, ο Φανερωμένος, ο Πεταλωτής.
Η γιορτή του συνδυάζεται με έθιμα χαράς και ευφορίας.
Ο αγιασμός των χωραφιών, τα κλαδιά της καρυδιάς στο κατώφλι του σπιτιού είναι έθιμα της γιορτής του, στην Αρκαδία. Οι Σαρακατσάνοι, στο όνομά του, παίρνουν το μεγαλύτερο όρκο τους και την ημέρα της γιορτής του θυσιάζουν το καλύτερο μαύρο κριάρι της στάνης τους, ενώ τη Λαμπρή άσπρο. Στην Αίγινα, το μοσχομυριστό χαμομήλι είναι τ'Αϊ-Γιωργιού το λουλουδάκι. Στη Μακεδονία, ο μήνας Απρίλιος λέγεται Αγιγεωργίτης, στον Πόντο Αεργίτας.
Στο Όλβιο Ξάνθης αναβιώνει το έθιμο των πεχλιβάνηδων. Νεαροί παλαιστές (πεχλιβάνηδες), φορώντας δερμάτινο παντελόνι και αλειμμένοι με λάδι, επιδίδονται σε ένα είδος ελληνορωμαϊκής πάλης, ιδιαίτερα δημοφιλούς στην Τουρκία. Νικητής αναδεικνύεται αυτός που θα βάλει πλάτη τον αντίπαλό του ή θα του κατεβάσει το παντελόνι. Το έθιμο λέγεται ότι αναπαριστά τη μάχη του Αγίου Γεωργίου με το δράκο και ήρθε στην Ελλάδα από τους πρόσφυγες της Κωνσταντινούπολης.
Το ίδιο έθιμο αναβιώνει και στην Ανθή Σερρών. Οι ρίζες του, εδώ, βρίσκονται στα χρόνια της τουρκοκρατίας, όταν τα θαρραλέα παλικάρια του χωριού, παίρνοντας την ευλογία από τον Αϊ-Γιώργη, πάλευαν με τα πρωτοπαλίκαρα των Τούρκων και κατάφερναν επιδεικνύοντας δύναμη και θάρρος να τα νικήσουν.
Στο Νέο Σούλι Σερρών γίνεται η αναπαράσταση της νίκης του Αγίου Γεωργίου επί του δράκου από νέους του χωριού. Το δρώμενο της «Δρακοκτονίας» συγκεντρώνει πολύ κόσμο κάθε χρόνο. Ακολουθεί γλέντι με χορό, κρασί και παραδοσιακό φαγητό.
Σε πολλές περιοχές της Ελλάδας γίνονται αυτοσχέδιες ιπποδρομίες προς τιμήν του Αγίου (Καλλιόπη Λήμνου, Πλατύ Μεσσηνίας, Άγιος Γεώργιος Μεσολογγίου).
Η Αράχωβα Βοιωτίας τιμά τον προστάτη Άγιό της με τριήμερες εκδηλώσεις, το «Πανηγυράκι», όπως το ονομάζουν οι ντόπιοι. Περιλαμβάνει δρώμενα, παραδοσιακά αγωνίσματα, τοπικούς χορούς και παραδοσιακή μουσική. Την εικόνα του Αγίου Γεωργίου, κατά τη διάρκεια της περιφοράς της, συνοδεύουν νέοι και νέες της περιοχής με τοπικές ενδυμασίες.
Στην Ασή Γωνιά Χανίων οι κτηνοτρόφοι της περιοχής συρρέουν με τα κοπάδια τους στην εκκλησία του Αϊ-Γιώργη του Γαλατά για να πάρουν την ευλογία του. Τα ζώα, στολισμένα με τα πιο μελωδικά λέρια (κουδούνια), μαντρώνονται στην «κούρτα» έξω από την εκκλησία κι αρμέγονται ένα-ένα.
Αλλά και στην καρδιά του αραβικού κόσμου, θα επαναλειτουργήσει την 24η Απριλίου, η Ι.Μ. Αγίου Γεωργίου Παλαιού Καΐρου, όπου με κάθε θρησκευτική μεγαλοπρέπεια και λαμπρότητα θα πραγματοποιηθούν τα θυρανοίξια του ανακαινισμένου ελληνορθόδοξου ιστορικού μοναστηριού.
Η Ιερά Μονή, σε σχήμα ροτόντας, χρονολογείται από τον 12ο αι. μ.Χ. Πρόκειται για παλιό φρούριο του ρωμαϊκού στρατού, όπου, σύμφωνα με την επικρατούσα παράδοση, έζησε φυλακισμένος ο Άγιος Γεώργιος.
Πλήθος τα γνωμικά και οι παροιμίες που αναφέρονται στον Άγιο:
-«Αϊ-Γιώργη, βοήθα μου, σείε κι εσύ τα πόδια σου», λένε στην Κρήτη.
-«Από τ'Αϊ-Γιωργιού και πέρα δώσ'του φουστανιού σου αέρα» λένε στη Μεσσηνία.
«Αϊ-Γεώρις να βοηθά σε», είναι γνωστή ευχή των Ποντίων οι οποίοι θεωρούν τον Άγιο σύμβολο της λεβεντιάς και της ανδρείας και αναφέρουν για ένα νέο και όμορφο παλληκάρι: «Ένα παλικάρι ίσια μ΄εκεί απάν', έμορφον σαν τον Αέρτς».
Το απολυτίκιο του Αγίου Γεωργίου
Ως των αιχμαλώτων ελευθερωτής
και των πτωχών υπερασπιστής,
ασθενούντων ιατρός, βασιλέων υπέρμαχος,
τροπαιοφόρε, μεγαλομάρτυς Γεώργιε,
πρέσβευε Χριστώ τω Θεώ
σωθήναι τα ψυχάς ημών.
Ο έφιππος νέος πολεμιστής εδραιώθηκε σε ολόκληρη την ορθόδοξη χριστιανοσύνη ως ο ιδανικός ήρωας. Το ιδεώδες σύμβολο της ανδρείας, του αρρενωπού κάλλους και της ευσέβειας.
Ο Άγιος Γεώργιος ο Μεγαλομάρτυρας και Τροπαιοφόρος!
http://www.newsbeast.gr
Viewing all 12885 articles
Browse latest View live


<script src="https://jsc.adskeeper.com/r/s/rssing.com.1596347.js" async> </script>