Όπως φέτος έτσι και το 1940, Πάσχα και Πρωτομαγιά συνέπεσαν. Αυτά, για να δικαιολογήσουμε και τον τίτλο του κειμένου που ακολουθεί, αν και θα ήταν σωστότερος ο τίτλος: «Τα άνθη που ομιλούν». Το χρονογράφημα είναι από την εφημερίδα «Ασύρματος» και το υπογράφει ο Αλέκος Λιδωρίκης.
«Πάσχα Κυρίου, Πάσχα! Η επικαιρότης για το φύλλον της ημέρας γίνεται απαραίτητος. Πασχαλινόν κομμάτι ζητεί ο αρχισυντάκτης και το τυπογραφείον ανυπομόνως προσμένει. Αλλά τα βάσανα και τας χαράς του Θεανθρώπου τας έχομε ήδη εξαντλήσει… Πασχαλινά διηγήματα, αναμνήσεις, ονειροδράματα ή … δράματα απλώς, γράφωμεν όλοι κάθε χρόνο… Τα ίδια λοιπόν και εφέτος; Όχι, για το Θεό! Ας ευθυμήσωμε καλλίτερα…
Άνοιξις είναι, η φύσις μειδιά, ο Ιησούς ανέστη, ας σπάσωμεν ολίγον κέφι! Η σύμπτωσις πρωτομαγιάς και πασχαλιάς μας δίδει αυτήν την ευκαιρία και η «Εβδομάς των Λουλουδιών» που αρχίζει από μεθαύριον την συμπληρώνει μια χαρά… το Πάσχα αυτό το ανθοστόλιστον, προσφέρει μίαν ιδέαν φαεινήν! Να κάνωμε ένα μακροβούτι μέσα εις την περίφημον «Ανθολογίαν» του λαού ή άλλως «ανθοδέσμην» που συνοδεύει πάντοτε εις εφθηνά φυλλάδια ή τον ονειροκρίτην ή την Ερωτικήν Επιστολογραφίαν ή τον αμίμητον ετήσιον Καζαμίαν.
Ιδού λοιπόν! Το ευωδιαστόν αυτό βιβλιαράκι έχει δύο καλά. Πρώτον μου δίνει θέμα –κάπως υποφερτόν- που έχει στενήν συγγένειαν με το εφετεινόν εαρινόν μας Πάσχα, με την Πρωτομαγιά και με την «Εβδομάδα των Ανθέων», και δεύτερον σας χρησιμεύει ως αξιόλογος ερωτικός μεσίτης, αφού θα σας διδάξη πράγματα ωραία και τερπνά, ως λόγου χάριν το εξής (αρχίζει η σταχυολογία):
«Εραστής τις μη έχων τα μέσα να συνεννοηθή μετά τινος νεανίδος ευρίσκει τον τρόπον να τη προσφέρη έν άνθος ή μίαν ανθοδέσμην και εκείνη αν γνωρίζη την γλώσσαν των ανθέων καταλαμβάνει την σημασίαν και τω ανταποκρίνεται. Ούτως εάν θέλη να είπη εις νεανίδα «σε αγαπώ εμπαθέστατα» (!) τη πέμπη έν γαρύφαλλον ερυθρόν. Αν ότι «μου πλήγωσες την καρδιά» έν άνθος γαζίας ή και συμπλέκων διάφορα άνθη εις ανθοδέσμην πράττει το αυτό ως να γράφη εκτεταμένην επιστολήν. Αύτη δε εάν δέχεται τον έρωτά του, τω πέμπη π.χ. άνθος αμυγδαλέας δια του οποίου τω φανερώνει ότι «τρελλαίνομαι και εγώ διά σε…» Ή εάν δεν τον ορέγεται τω στέλλει άκανθον δια της οποίας τώ λέγει: «Είσαι αναιδής και αυθαδέστατος»!
Αυτά λοιπόν βοά ως εν προλόγω η ανθοδέσμη. Αλλά θα σταματήσωμεν εδώ; Τι λέτε αδελφοί; Ποτέ! Θα μάθωμεν –αφού το έφερε η ώρα- εις όλους όσοι ορέγονται αλλήλους να επιτυγχάνουν το ποθούμενον. Εάν λοιπόν ο εραστής δώση εις την Δουλσινέαν του μίαν αγκινάραν αυτό σημαίνει ότι της λέγει: «Αγνοείς τον έρωτά μου!». Εάν όμως η δεσποινίς τυγχάνη πειναλέα, βράζει την αγκινάραν την τρώγει και εξακολουθεί να αγνοή τον έρωτα που της προσφέρεται.
Το αδώνιον (κοινώς μωρόχορτον, μωρόν όπως αλλοίμονον οι περισσότεροι των εραστών) σημαίνει ότι: «βασανίζομαι από αναμνήσεις λυπηράς». Η ακακία έχει πολλάς και διαφόρους σημασίας. Η άσπρη εκδηλώνει έρωτα αγνόν, πλατωνικόν. Η κίτρινη την ειλικρίνειαν. Ο κλάδος της λατρείαν μετ’ αφοσιώσεως και ελπίδος. Ο κλώνος της λευκής προσέξτε τι σημαίνει:
«Καρδίαν έχεις τρυφεράν
Το έμαθα κι’ ελπίζω
Πλην πές μου, τας ελπίδας μου
Εις άμμον να βασίζω;».
Η αλτάνα είναι πολύ τολμηροτέρα εις την σημασίαν της. Ορίζει ραντεβού! Σημαίνει –κατά το βιβλίον- «την τρίτην ώραν μετά μεσημβρίαν». Το οποίον: προσφέρετε αλτάναν, πηγαίνετε εις το ραντεβού και αναμένετε –μέσα εις τη ζέστη- μέχρι της τρίτης παρουσίας.
Ο αμάραντος ή κατιφές είναι ιππότης, ήρως, δράμα. Κραυγάζει:
«Θυσιάζομαι δια σε, πίστις μέχρι θανάτου». Το αφιόνι λέγει: «Δεν κοιμούμαι ησύχως». Αλλά είναι δυνατόν ποτέ αφιονισμένος να κοιμάται; Η αχλαδιά τέρπεται με ένα ίσως: «Ίσως σε απολαύσω». Το άχυρον(!): «Ελπίζω να συνενωθώμεν» και η ολόλευκος βανίλια (όχι το υποβρύχιον!) λέγει δύο σπουδαίας λέξεις: «Σε αγαπώ».
Εάν ενδιαφέρεσθε και δια το βατράχιον (κοινώς ρενουγκούλα) αυτό φωνάζει εις την εκλεκτήν σας: «Είσαι πλήρης θελγήτρων¨. Η βιόλα απευθύνει μέγα φιλοφρόνημα. Λέγει: «Κυρά μου είσαι μεγαλοπρεπής!». Αυτά όταν είναι ερυθρά. Όταν είναι κίτρινη όμως γίνεται απαισία. Κραυγάζει: «Σε μισώ»!
Η βυσσινέα λέγει πολλά ωραία πράγματα:
«Όταν με βλέπης με ψυχρόν
Το βλέμμα παμφιλτάτη
Γνώριζε πως παραφορά
Τας φρένας μου ταράττει…».
«Πάσχα Κυρίου, Πάσχα! Η επικαιρότης για το φύλλον της ημέρας γίνεται απαραίτητος. Πασχαλινόν κομμάτι ζητεί ο αρχισυντάκτης και το τυπογραφείον ανυπομόνως προσμένει. Αλλά τα βάσανα και τας χαράς του Θεανθρώπου τας έχομε ήδη εξαντλήσει… Πασχαλινά διηγήματα, αναμνήσεις, ονειροδράματα ή … δράματα απλώς, γράφωμεν όλοι κάθε χρόνο… Τα ίδια λοιπόν και εφέτος; Όχι, για το Θεό! Ας ευθυμήσωμε καλλίτερα…
Άνοιξις είναι, η φύσις μειδιά, ο Ιησούς ανέστη, ας σπάσωμεν ολίγον κέφι! Η σύμπτωσις πρωτομαγιάς και πασχαλιάς μας δίδει αυτήν την ευκαιρία και η «Εβδομάς των Λουλουδιών» που αρχίζει από μεθαύριον την συμπληρώνει μια χαρά… το Πάσχα αυτό το ανθοστόλιστον, προσφέρει μίαν ιδέαν φαεινήν! Να κάνωμε ένα μακροβούτι μέσα εις την περίφημον «Ανθολογίαν» του λαού ή άλλως «ανθοδέσμην» που συνοδεύει πάντοτε εις εφθηνά φυλλάδια ή τον ονειροκρίτην ή την Ερωτικήν Επιστολογραφίαν ή τον αμίμητον ετήσιον Καζαμίαν.
Ιδού λοιπόν! Το ευωδιαστόν αυτό βιβλιαράκι έχει δύο καλά. Πρώτον μου δίνει θέμα –κάπως υποφερτόν- που έχει στενήν συγγένειαν με το εφετεινόν εαρινόν μας Πάσχα, με την Πρωτομαγιά και με την «Εβδομάδα των Ανθέων», και δεύτερον σας χρησιμεύει ως αξιόλογος ερωτικός μεσίτης, αφού θα σας διδάξη πράγματα ωραία και τερπνά, ως λόγου χάριν το εξής (αρχίζει η σταχυολογία):
«Εραστής τις μη έχων τα μέσα να συνεννοηθή μετά τινος νεανίδος ευρίσκει τον τρόπον να τη προσφέρη έν άνθος ή μίαν ανθοδέσμην και εκείνη αν γνωρίζη την γλώσσαν των ανθέων καταλαμβάνει την σημασίαν και τω ανταποκρίνεται. Ούτως εάν θέλη να είπη εις νεανίδα «σε αγαπώ εμπαθέστατα» (!) τη πέμπη έν γαρύφαλλον ερυθρόν. Αν ότι «μου πλήγωσες την καρδιά» έν άνθος γαζίας ή και συμπλέκων διάφορα άνθη εις ανθοδέσμην πράττει το αυτό ως να γράφη εκτεταμένην επιστολήν. Αύτη δε εάν δέχεται τον έρωτά του, τω πέμπη π.χ. άνθος αμυγδαλέας δια του οποίου τω φανερώνει ότι «τρελλαίνομαι και εγώ διά σε…» Ή εάν δεν τον ορέγεται τω στέλλει άκανθον δια της οποίας τώ λέγει: «Είσαι αναιδής και αυθαδέστατος»!
Αυτά λοιπόν βοά ως εν προλόγω η ανθοδέσμη. Αλλά θα σταματήσωμεν εδώ; Τι λέτε αδελφοί; Ποτέ! Θα μάθωμεν –αφού το έφερε η ώρα- εις όλους όσοι ορέγονται αλλήλους να επιτυγχάνουν το ποθούμενον. Εάν λοιπόν ο εραστής δώση εις την Δουλσινέαν του μίαν αγκινάραν αυτό σημαίνει ότι της λέγει: «Αγνοείς τον έρωτά μου!». Εάν όμως η δεσποινίς τυγχάνη πειναλέα, βράζει την αγκινάραν την τρώγει και εξακολουθεί να αγνοή τον έρωτα που της προσφέρεται.
Το αδώνιον (κοινώς μωρόχορτον, μωρόν όπως αλλοίμονον οι περισσότεροι των εραστών) σημαίνει ότι: «βασανίζομαι από αναμνήσεις λυπηράς». Η ακακία έχει πολλάς και διαφόρους σημασίας. Η άσπρη εκδηλώνει έρωτα αγνόν, πλατωνικόν. Η κίτρινη την ειλικρίνειαν. Ο κλάδος της λατρείαν μετ’ αφοσιώσεως και ελπίδος. Ο κλώνος της λευκής προσέξτε τι σημαίνει:
«Καρδίαν έχεις τρυφεράν
Το έμαθα κι’ ελπίζω
Πλην πές μου, τας ελπίδας μου
Εις άμμον να βασίζω;».
Η αλτάνα είναι πολύ τολμηροτέρα εις την σημασίαν της. Ορίζει ραντεβού! Σημαίνει –κατά το βιβλίον- «την τρίτην ώραν μετά μεσημβρίαν». Το οποίον: προσφέρετε αλτάναν, πηγαίνετε εις το ραντεβού και αναμένετε –μέσα εις τη ζέστη- μέχρι της τρίτης παρουσίας.
Ο αμάραντος ή κατιφές είναι ιππότης, ήρως, δράμα. Κραυγάζει:
«Θυσιάζομαι δια σε, πίστις μέχρι θανάτου». Το αφιόνι λέγει: «Δεν κοιμούμαι ησύχως». Αλλά είναι δυνατόν ποτέ αφιονισμένος να κοιμάται; Η αχλαδιά τέρπεται με ένα ίσως: «Ίσως σε απολαύσω». Το άχυρον(!): «Ελπίζω να συνενωθώμεν» και η ολόλευκος βανίλια (όχι το υποβρύχιον!) λέγει δύο σπουδαίας λέξεις: «Σε αγαπώ».
Εάν ενδιαφέρεσθε και δια το βατράχιον (κοινώς ρενουγκούλα) αυτό φωνάζει εις την εκλεκτήν σας: «Είσαι πλήρης θελγήτρων¨. Η βιόλα απευθύνει μέγα φιλοφρόνημα. Λέγει: «Κυρά μου είσαι μεγαλοπρεπής!». Αυτά όταν είναι ερυθρά. Όταν είναι κίτρινη όμως γίνεται απαισία. Κραυγάζει: «Σε μισώ»!
Η βυσσινέα λέγει πολλά ωραία πράγματα:
«Όταν με βλέπης με ψυχρόν
Το βλέμμα παμφιλτάτη
Γνώριζε πως παραφορά
Τας φρένας μου ταράττει…».
Η ωχροκίτρινος γαζία ψελλίζει: «Ω! σκληρά πάσχω δι’ εσέ». Και το γαρύφαλλον σημαίνει έρωτα ζωηρόν το ερυθρόν, ελπίδα το λευκόν. Αλλά το κίτρινον θυμώνει: «Αθλία! Σε περιφρονώ δια την αστάθειάν σου…».
Το συμπαθές γεράνιον είναι κακοηθέστατον και κακοανατεθραμμένον. Λέγει εις την κοπέλλα: «Ωχ! καϋμένη είσαι ανόητη…». Τέλος η εύγευστος πατάτα (διότι και αυτή υπάρχει εις την ανθολογίαν) λέγει: «Είσαι πολύ αυστηρά». Άγνωστον τι σημαίνει όμως όταν είναι τηγανιτή με κεφτεδάκια!
Η «Ανθοδέσμη» αυτή είναι ατελείωτη. Μέσα από τας σελίδας της και τι δεν παρελαύνει… Ο φοβερός συντάκτης της έχει ανακαλύψει σημασίαν ερωτικήν εις όλα ανεξαιρέτως τα προϊόντα της βοτανικής. Το αμπελόκλημα, το άνηθον, το αστράκι, ο βάτος, η βρίζα, η βελανιδιά, η δάφνη, το δενδρολίβανον και η δενδρομολόχα, ο δυόσμος, η ζαφουρά, το ρίκι, το θρουμπί, η κανέλλα, τα φύλλα της κολοκυθιάς, το λαγουδάκι, ο μαϊντανός, το μάραθον, η μελιτζάνα, το μπιζέλι, η φοβερά ξυνίθρα, η ρόκα, το σφερδουκλάκι, το τριφύλλι, η τσουκνίδα, η φασκομηλιά, πάντα τα ζαρζαβατικά που μας παρέχει εν αφθονία η φύσις.
Η ντάλια αίφνης λέγει εις την σκληράν, απελπισμένη: « Είσαι ανυπόφορος με τόσους εραστάς που έχεις…». Και ο δειλινός ο ερυθρόλευκος: «Το δώρον σου το απορρίπτω». Αλλά δεν είναι ανόητος; Ποιος απορρίπτει κατά τας πονηράς ημέρας που διερχόμεθα το δώρον που προσφέρεται. Ο ήλιος φωνάζει «Μάταια είναι τα πλούτη σου», ενώ ο μενεξές κάμνει προτάσεις γάμου: «Σε θέλω σύζυγόν μου…».
Αλλά ιδού και το κρομμύδι! Όταν προσφέρης εις την Δουλσινέαν σου ένα χαριτωμένο κρομμυδάκι της λες: «Αναστενάζω όταν σε ενθυμούμαι…». Και όταν της καθαρίζης κρομμυδάκια; «Δακρύζω από τον έρωτά σου!». Ο κρίνος είναι μπαγαποντάκος. Ψεύδεται θελκτικώτατα: «Είσαι η πρώτη μου ερωμένη». Δεν σκέπτεται ο άθλιος ότι η σκληρά θα ερωτήση: «Τι έκανες τόσον καιρό βρε ζώον;». Η μαντζουράνα διατρανώνει έρωτα διακαή, και το χαριτωμένον μη μου άπτου:
«Πάσης αδυναμίας μου
Ή πταίσματος καθάπτου
Αλλ’ όταν περί έρωτος ο λόγος
Μη μου άπτου!...».
Να λησμονήσωμεν την πασχαλιά; Θα ήμεθα ασυγχώρητοι:
«Όταν η γη κι’ ο ουρανός
«Χριστός Ανέστη» κάνη
Και κελαϊδάει το φιλί
Στο στόμα σαν τραγούδι
Και η αγάπη στην καρδιά
Ριζώνεται και πιάνει
Τότε γεννά κι’ η πασχαλιά
Το πρώτο της λουλούδι…».
Η χιλιοτραγουδημένη ρεζεντά: «Τα προτερήματα σου υπερτερούν τα θέλγητρά σου». Και το ζουμπούλι: «Επιθυμώ να σε στεφανωθώ από ευγνωμοσύνην». Το χαμομήλι είναι αναιδέστατον: «Παρήλθε η νεότης σου» της λέγει. Και το χρυσάνθεμον θρηνεί απολεσθέντα έρωτα.
Τέλος ιδού το ρόδον το εκατόφυλλον. Λευκόν σημαίνει σιωπήν και ερυθρόν: «Έχω το πυρ του έρωτος εντός μου». Το κίτρινον» «Είσαι άπιστος». Και το βαθύχρουν: «Λάμπεις ως ο ήλιος». Ιδού τί λέγει και ο τριανταφυλλένιος κάλυξ (το μπουμπουκάκι δηλαδή): «Άλλην πλέον ερωτεύομαι αντί σού και τούτο ως εν πείσματι!...». Αλλά υπάρχει και το σκόρδον για να τελειώνωμε επί τέλους. Όταν προσφέρης σκόρδον εις την εκλεκτήν σου της λέγεις: «Έχεις οφθαλμούς που με ματιάζουν!». Και όταν της προσφέρης σκορδαλιά δεν έχεις μάτια να την δής, μύτη να την μυρίσης!...
Αλλά να ξεσκονίσωμε την «Ανθοδέσμην» επί πλέον; Δεν θα τελειώσωμε ποτέ. Θα πάμε από λουλουδοθάνατον! Κρατήστε συνεπώς αυτά τα ολίγα. Και αύριον που θα ορμήσετε ασυγκράτητοι στο πράσινο, στην εξοχή, αύριον που θα πιάσετε τον Μάη κάνετε και ένα πείραμα: Προσφέρατε εις την εκλεκτήν σας όποιο ταιριάζει περισσότερον από τα φλύαρα λουλούδια που εγράψαμε. Προσέξτε όμως…
Αν για απάντησι εκείνη σας δώσει γαϊδουράγκαθον δεν ξεύρω τι σημαίνει…».
Το συμπαθές γεράνιον είναι κακοηθέστατον και κακοανατεθραμμένον. Λέγει εις την κοπέλλα: «Ωχ! καϋμένη είσαι ανόητη…». Τέλος η εύγευστος πατάτα (διότι και αυτή υπάρχει εις την ανθολογίαν) λέγει: «Είσαι πολύ αυστηρά». Άγνωστον τι σημαίνει όμως όταν είναι τηγανιτή με κεφτεδάκια!
Η «Ανθοδέσμη» αυτή είναι ατελείωτη. Μέσα από τας σελίδας της και τι δεν παρελαύνει… Ο φοβερός συντάκτης της έχει ανακαλύψει σημασίαν ερωτικήν εις όλα ανεξαιρέτως τα προϊόντα της βοτανικής. Το αμπελόκλημα, το άνηθον, το αστράκι, ο βάτος, η βρίζα, η βελανιδιά, η δάφνη, το δενδρολίβανον και η δενδρομολόχα, ο δυόσμος, η ζαφουρά, το ρίκι, το θρουμπί, η κανέλλα, τα φύλλα της κολοκυθιάς, το λαγουδάκι, ο μαϊντανός, το μάραθον, η μελιτζάνα, το μπιζέλι, η φοβερά ξυνίθρα, η ρόκα, το σφερδουκλάκι, το τριφύλλι, η τσουκνίδα, η φασκομηλιά, πάντα τα ζαρζαβατικά που μας παρέχει εν αφθονία η φύσις.
Η ντάλια αίφνης λέγει εις την σκληράν, απελπισμένη: « Είσαι ανυπόφορος με τόσους εραστάς που έχεις…». Και ο δειλινός ο ερυθρόλευκος: «Το δώρον σου το απορρίπτω». Αλλά δεν είναι ανόητος; Ποιος απορρίπτει κατά τας πονηράς ημέρας που διερχόμεθα το δώρον που προσφέρεται. Ο ήλιος φωνάζει «Μάταια είναι τα πλούτη σου», ενώ ο μενεξές κάμνει προτάσεις γάμου: «Σε θέλω σύζυγόν μου…».
Αλλά ιδού και το κρομμύδι! Όταν προσφέρης εις την Δουλσινέαν σου ένα χαριτωμένο κρομμυδάκι της λες: «Αναστενάζω όταν σε ενθυμούμαι…». Και όταν της καθαρίζης κρομμυδάκια; «Δακρύζω από τον έρωτά σου!». Ο κρίνος είναι μπαγαποντάκος. Ψεύδεται θελκτικώτατα: «Είσαι η πρώτη μου ερωμένη». Δεν σκέπτεται ο άθλιος ότι η σκληρά θα ερωτήση: «Τι έκανες τόσον καιρό βρε ζώον;». Η μαντζουράνα διατρανώνει έρωτα διακαή, και το χαριτωμένον μη μου άπτου:
«Πάσης αδυναμίας μου
Ή πταίσματος καθάπτου
Αλλ’ όταν περί έρωτος ο λόγος
Μη μου άπτου!...».
Να λησμονήσωμεν την πασχαλιά; Θα ήμεθα ασυγχώρητοι:
«Όταν η γη κι’ ο ουρανός
«Χριστός Ανέστη» κάνη
Και κελαϊδάει το φιλί
Στο στόμα σαν τραγούδι
Και η αγάπη στην καρδιά
Ριζώνεται και πιάνει
Τότε γεννά κι’ η πασχαλιά
Το πρώτο της λουλούδι…».
Η χιλιοτραγουδημένη ρεζεντά: «Τα προτερήματα σου υπερτερούν τα θέλγητρά σου». Και το ζουμπούλι: «Επιθυμώ να σε στεφανωθώ από ευγνωμοσύνην». Το χαμομήλι είναι αναιδέστατον: «Παρήλθε η νεότης σου» της λέγει. Και το χρυσάνθεμον θρηνεί απολεσθέντα έρωτα.
Τέλος ιδού το ρόδον το εκατόφυλλον. Λευκόν σημαίνει σιωπήν και ερυθρόν: «Έχω το πυρ του έρωτος εντός μου». Το κίτρινον» «Είσαι άπιστος». Και το βαθύχρουν: «Λάμπεις ως ο ήλιος». Ιδού τί λέγει και ο τριανταφυλλένιος κάλυξ (το μπουμπουκάκι δηλαδή): «Άλλην πλέον ερωτεύομαι αντί σού και τούτο ως εν πείσματι!...». Αλλά υπάρχει και το σκόρδον για να τελειώνωμε επί τέλους. Όταν προσφέρης σκόρδον εις την εκλεκτήν σου της λέγεις: «Έχεις οφθαλμούς που με ματιάζουν!». Και όταν της προσφέρης σκορδαλιά δεν έχεις μάτια να την δής, μύτη να την μυρίσης!...
Αλλά να ξεσκονίσωμε την «Ανθοδέσμην» επί πλέον; Δεν θα τελειώσωμε ποτέ. Θα πάμε από λουλουδοθάνατον! Κρατήστε συνεπώς αυτά τα ολίγα. Και αύριον που θα ορμήσετε ασυγκράτητοι στο πράσινο, στην εξοχή, αύριον που θα πιάσετε τον Μάη κάνετε και ένα πείραμα: Προσφέρατε εις την εκλεκτήν σας όποιο ταιριάζει περισσότερον από τα φλύαρα λουλούδια που εγράψαμε. Προσέξτε όμως…
Αν για απάντησι εκείνη σας δώσει γαϊδουράγκαθον δεν ξεύρω τι σημαίνει…».