Τον Αύγουστο του 1931, αναστάτωση προκλήθηκε στην πρωτεύουσα από την επίθεση θεατών στο θέατρο "Περοκέ", την ώρα που ο ηθοποιός Βασίλης Αυλωνίτης παρουσίαζε το νούμερο του με τίτλο "Κοσμογονία"κατά τη διάρκειας της επιθεώρησης "Η Κατεργάρα". Ο ηθοποιός γλίτωσε εκ θαύματος, όμως τραγικό θάνατο από τις σφαίρες των δραστών βρήκε ο β'μηχανικός της παράστασης, ο 32χρονος Παναγιώτης Μωραΐτης.
Οι "κίτρινες"εφημερίδες της εποχής σήκωσαν ψηλά το θέμα, εξαπολύοντας επίθεση κατά της κυβέρνησης του Ελευθέριου Βενιζέλου, ότι δήθεν κρυβόταν πίσω από την επίθεση. Στην πρώτη γραμμή του "κιτρινισμού"βρέθηκε η εφημερίδα "Η Ελληνική", η οποία εξαπέλυε επίθεση κατά πάντων και καλούσε το λαό σε αυτοάμυνα και λιντσάρισμα των κυβερνώντων. Ωστόσο, άθελα της, η εφημερίδα προσέφερε ένα ανεκτίμητης αξίας αρχειακό υλικό, δημοσιεύοντας σε συνέχειες ορισμένα από τα νούμερα της επιθεώρησης "Η Κατεργάρα".
Έτσι, περισσότερα από 80 χρόνια μετά από εκείνο το τραγικό περιστατικό, έχουμε τη δυνατότητα να διαβάσουμε τους διαλόγους και τους στίχους από τα τραγούδια για τρία από τα νούμερα της παράστασης: "Βίβλος Γενέσεως", "Κοσμογονία"και το "Φινάλε"της παράστασης. Ειδικά το φινάλε της "Κατεργάρας"ήταν εξαιρετικό, αφού οι σεναριογράφοι κατέβασαν όλους τους πολιτικούς αρχηγούς της εποχής ως μέλη μιας υποτιθέμενης εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου, ενώ ο πρωθυπουργός, Ελευθέριος Βενιζέλος, ως προπονητής έδινε στον καθένα κι από ένα ρόλο.
ΒΙΒΛΟΣ ΓΕΝΕΣΕΩΣ
Λεωνίδας: Ιατρίδης
Πυθαγόρας: Μαυρέας
Στη σκηνή βγαίνουν δυο συνταξιούχοι. Διαβάζουν από ένα βιβλίο και προχωρούν. Στη μέση της σκηνής πέφτουν ο ένας πάνω στον άλλο....
Πυθ.: Στραβομάρα.
Λεων. Επίσης.
Π.: Ω! Ω, ποιον βλέπω! το φίλο μου και αγαπητό Λεωνίδα.
Λ: Ω, αγαπητέ μου Πυθαγόρα συ είσαι; (αγκαλιάζονται και φιλιούνται)
Π.: Δεν γνωρίζεις οπόσον συγκεκινημένος είμαι που σε επαναβλέπω εν τη ζωή.
Λ: Και εγώ ωσαύτως. Αφ'ης διεκόψαμεν την καθηγεσίαν των θρησκευτικών, δεν επανίδομεν πλέον εαυτούς και αλλήλους...
Π.: Και πώς τα διέρχεσαι Λεωνίδα;
Λ.: Πώς να τα διέλθω Πυθαγόρα μου.. Λιμώττω και δυστυχώς δεν έχω κανένα θείον εις τας Ινδίας. Λαμβάνω την σύνταξίν μου...
Π: Ήτις ανέρχεται;
Λ.: Δυστυχώς δεν ανέρχεται. Διαρκώς κατέρχεται.
Π: Και η δική μου επίσης. Πόσα λαμβάνεις μηνιαίως Λεωνίδα;
Λ.: Τριακοσίας μόνον. Είμαι βλέπεις ο Λεωνίδας με τας τριακοσίας....
Π: Λεωνίδα μου με συνεκίνησες (αγκαλιάζονται, φιλιούνται)
Λ: Αλλά και σε βλέπω δεν οπάγεις οπίσω. Το μανδίλιον το βλέπω εις το δεξιόν μέρος.
Π: Ε, τι να κάμεις. Τα έφερεν ο Θεός δεξιά.
Π: Ασχολείσαι δηλαδή εις μεταφράσεις;
Π: Ναι. Είναι μετάφρασις εκ του αρχαίου. Αλλά και συ... το σακάκι σου το βλέπω ετοιμόρροπον.
Λ: Ναι, το επείραξαν οι τελευταίο σεισμοί, ενθυμείσαι προ τεσσαράκοντα ετών.
Π: Βεβαίως το ενθυμούμαι (δείχνει το δικό του σακάκι). Είναι παλαιοί συνάδελφοι.
Λ: Εάν πει δε και διά το πανταλόνιον είναι έτοιμον να τινάξει τα κώλα.
Π: Λεωνίδα μου με συνεκίνησες (αγκαλιάζονται και φιλιούνται)
Λ: Και εις τι ασχολείσαι τώρα; Το έριξες βλέπω εις τας μελέτας.
Π: Ναι.
Λ: Τι μελετάς;
Π: Δυστυχώς, η μόνη παρηγοριά, ήτις μοι απέμεινεν, είναι η μελέτη της Βίβλου της γενέσεως. Την ανοίγεις και βλέπεις. Αβραάμ γέννησεν Ισαάκ, Ισαάκ δε εγέννησεν Ιακώβ, Ιακώβ εγέννησε... και ούτω καθεξής. Εις την αρχαίοτητα φαίνεται εγέννων και οι άνδρες.
Λ: Τι σύμπτωσις! Και εγώ την ίδιαν βίβλον μελετώ επισταμένως.
Π: Μα τι βλέπω; Και τα υποδήματα σου ευρίσκονται εις οικτράν κατάστασιν.
Λ: Ναι, έχουν ανοιχθεί αυτοβούλως μερικαί θύραι και ολίγα παράθυρα διά να εισέρχεται καθαρός αήρ.
Π: Και δεν μου λέγεις... τι διαβάζεις εις την βίβλον της Γεννέσεως;
Λ: Άπαντα τα κεφάλαια. Εάν θέλεις ν'αναγνώσωμεν μερικάς περικοπάς εκ της βίβλου διά να φωτίσωμε και τον κόσμον τούτον των απίστων και ασεβών.
Π: Ναι, η ιδέα σου είναι λαμπρά.
Α: Εκ μελετών πολυετών ας πεποιήκαμεν
επείσθημεν καλώς και ηννοήσαμεν
την τ'ανθρωπίνου γένους ιστορίαν
που προκαλεί τοις πάσιν απορίαν...
Β: Τα πάντα εν τη γενέσει αναφέρονται
και εξ Αβραάμ ως γεννηθέντα φέρονται
τα τέκνα των αρχαίων γενεών μας
κι αυτός ο Ζευς, ο πρώτος των Θεών μας....
Β: Ζευς γαρ εγέννησε την του Φειδία σμίλην
Α: Φειδίας δε εγέννησε Κονδύλην
Β: Κονδύλης εγέννησε την βουλήν κ
και καραβανάδες τρεις τέσσαρες
Α; που μας επέρασαν γενεές δεκατέσσερες
Ρεφρέν
Θεοδώρα, Θεοδώρα, που ειν'ο Θοδωρής
διδάκτωρ να γίνει και να σωθεί η πατρίς.
Β: Πολλών δεινών και αφορήτων περιστάσεων
και λόγω των συχνών επαναστάσεων
μελαγχολείς παρ'όλας τας μελέτας
ενώπιον και πινακίου ομελέτας.
Α: Μα παρευθύς μετά πολλής ανέσεως
ανοίγετε την βίβλον της γενέσεως
και βρίσκετε εκεί με ευκολία
τα σχετικά της λέξεως αψιλία.
Α: Αψιλία γαρ εγέννησεν αδεκαρίαν
Β: Αδεκαρία εγέννησε απενταρίαν
Α: Απενταρία εγέννησεν αφαγίαν
Β: Αφαγία εγέννησεν ατσιγαρίαν
Α: Ατσιγαρία δε εγέννησεν την σελεμίαν
Β: Οι σελέμηδες διά μεθόδου τινός υπούλου
Α: Καπνίζουν σιγαρέττα μάρκας Ξενοπούλου
Ρεφρέν
Αν είσαι φίλος καρδιακός
και δεν φοβάσαι χάρο
δώσε μου το πακέτο σου
να πάρω ένα τσιγάρο.
Α: Περί παντός ζητήματος τυρβάζοντες
και γνώσεις επί γνώσεων στοιβάζοντες
την αληθή αξίαν των οψονίων
ευρίσκομεν μηδέν άνευ πεκουνίων.
Β: Διότι όσοι υπ'αυτών εγκαταλείπονται
τα ευκόλως εννοούμενα παραλείπονται
καθ'όσον εξ αυτών ρέει τα φαύλα
και άνευ αυτών όπως λέγει η βίβλος παύλα.
Β: Χρήμα γαρ εγέννησεν έρωτα
Α: Έρως δ'εγέννησεν αισθήματα
Β: Αισθήματα εγέννησαν γάμον
που αν είναι άνευ προικός βλαστήματα
Α: Γάμος δε εγέννησεν την τρυφεράν συμβίαν
Β: Συμβία δε γεννά κάθε δυο χρόνια τρία
ων συ μεν είσαι ο κτήτωρ
Α: Άλλος δε είναι ο γεννήτωρ
Β: Και αν το πράγμα τούτο σε εξένισεν
Α: Ε, τότε βλαστήμα την μάνα που σ'εγέννησε
Μανάκι μου, μανάκι μου
πιες μες στο ποτηράκι μου.
Β: ένθεν κακείθεν ζώμεν όλοι αλητεύοντες
κι εντός θολών υδάτων αλιεύοντες
την των πραγμάτων γενεολογίαν
ανακαλύπτοντες κατ'αναλογίαν.
Α: Κι ως εκ του Πέλοπος εξήλθε η Πελοπόννησος
και εκ Λουρίου εγεννήθη η Μακρόνησος
από την βίβλον θα σας πούμε τσάτρα πάτρα
τι έτεκεν αισίως και η Πάτρα
Α: Πάτρα εγέννησε Μιχαλανδρέαν
Β: Μιχαλανδρέας δ'εγέννησεν Ούλεν
Ούλεν δ'εγέννησε Πάουερ
Α: Πάουερ εγέννησε τραμ, δυόμιση παρακαλώ το εισιτήριον
Β: Το τραμ δ'εγέννησε συνωστισμόν
Α: και ο συνωστισμός το κολλητήριον
ρεφρέν
Είναι πολύ μυστήριον
αυτό το κολλητήριον
που γίνεται μέσα στα τραμ
σε δεσποινίδες και μαντάμ.
Α: Ου μην, αλλά μόνον την βίβλον κατατρώγοντες
κι αέρα κοπανισμένον τρώγοντες
φιλοσοφούμεν επί των καρυκευμάτων
και των λοιπών ποικιλωνύμων εδεσμάτων
και γαρ και ταύτα εν τη βίβλω περιγράφονται
αλλά υπό των μαγείρων διαγράφονται
γιατί κι αυτοί εξ Αβραάμ ως προελθόντες
εγέννησαν ευθύς μόλις μαθόντες....
Β: Θεός γαρ εγέννησε τον μάγειρον
Α: Μάγειρος δ'εγέννησε μακαραονάδαν
Β: Μακαρονάδα εγέννησεν εντράδαν
Α: Εντράδα δ'εγέννησε ψαράκια
Β: Ψαράκια δ'εγέννησαν κεφτεδάκια
Α: που αν καμιά έγκυος μυρίσει
Β: προώρως πριν τον μήνα θα γεννήσει
Α: και έτσι συμφώνως με το έθιμον και με τον νόμον
Β: θα το βρεις έκθετο σε κάνα δρόμον
ρεφρέν
Και ποιος το έκανε αυτό
το κορίτσι του μπακάλη του γειτονικού
και ποιος κοπίασε γι'αυτό
όλα τα κοθώνια όλα μαζί του ιππικού.
Α: Την πενιχράν μας σύνταξιν καταναλίσκοντες
και θυλικόν εδώδιμόν τι μη ευρίσκοντες
φιλοσοφούμεν δίχως την εκείνην
και γαρ συν Αθηνά και χείρα κίνη.
Β: Ου μη αλλά εκ πεθεράς δεινοπαθήσαντες
και σύζυγοι την σύζυγον αφήσαντες
μετά χαράς διαβάζουμε απλήστου
το πάνσοφον το έργον του Υψίστου.
Α: Θεός γαρ εγέννησε τον Αδάμ και την Εύαν
Β: Αυτή δ'εγέννησε όλας τας μαντάμ
Α: Καθ'όσον γνωρισθείσα με το οφίδιον
Β: Της υπέδειξε να γευθεί το παλαιϊκόν απίδιον
Α: μετά γεύσεως εκτάκτως τρυφεράς
Β: Και μετά της σχετικής ουράς
Α: Ευρούσα δεν τον καρπόν πρώτης γραμμής
Β: Τον έφαγε και εγεννήθημεν εμείς
ρεφρέν
άντε το να μήλο τ'άλλο ρόιδο
την επιάσανε κορόιδο.