↧
Οι ψεκασμένοι
↧
Εν Αθήναις...στην οδό Βερανζέρου
"Φωτεινό διαμέρισμα, σε καλή γειτονιά, προσεγμένη κατασκευή, με ευκολία πρόσβασης σε συγκοινωνία, κοντά σε καταστήματα.
ΟΜΟΝΟΙΑ οδός Βερανζέρου αριθ...."
Αυτή η αγγελία θα μπορούσε να είναι και ανέκδοτο....και όμως δεν είναι...
Η οδός Βερανζέρου "καλή γειτονιά"....θα συμφωνήσω αλλά πρίν πολλές
δεκαετίες πίσω....
Σήμερα είναι δρόμος υγιειονομικού και ποινικού ενδιαφέροντος....
Πορνεία....ναρκωτικά....υπνωτήρια στιβαγμένων αλλοδαπών ....
Τα πρωϊνά τις Κυριακές θα δείς μαζεμένους ανθρώπους να ανταλλάσουν
προϊόντα που φέρνουν από τις πατρίδες τους....ανεξέλεγκτα.
Τα πεζοδρόμια μέσα στην μπόχα από τα ούρα.....
Υπάρχουν ακόμα έμποροι που προσπαθούν να κρατήσουν ανοιχτά
τα μαγαζιά τους αλλά μέχρι πότε.....
Οι χρήστες πολλοί...ανάμικτοι Έλληνες και αλλοδαποί....
Πού βρίσκουν χρήματα ...η επαιτεία δεν αποδίδει...κάνουν τα πάντα
για την δόση τους θα σου πούν οι μαγαζάτορες....
Παλιά τότε με το ΜΙΝΙΟΝ ανοιχτό έβλεπες οικογένειες να κυκλοφορούν
στην Βερανζέρου.....στην Δώρου....να χαζεύουν το συντριβάνι....να πίνουν
καφέ στο ΝΕΟΝ....
Πίσω στα παλιά
↧
↧
Στο Ζάππειο....
↧
ΤΟ ΒΡΑΚΙ ΤΗΣ ΝΙΚΑΣ
(Διήγημα)
Η Νίκα, η Νίκα μας, ανεβασμένη στη συκιά κι εμείς, «τα χρυσούλια» της, νόμιμοι σύζυγοιερωτοχτυπημένοι, όλοι εκεί παρόντες. Ο Τάκης ο χάλιας κι ο Γιώργος η τσίτα, Ο Μανώλης ο χέζας κι εγώ –γνωστότερος και σαν ζερβοκούτης- ο Χρήστος ο μπάκακας κι ο Νίκος ο δεσπότης.
“Οι άντρες μου”, έλεγε και τα μάτια της γέμιζαν τρυφεράδα καθώς μας κοίταγε. Και μείς την αγαπούσαμε. Έτσι απλά την αγαπούσαμε.
“Όμορφη που είναι η Νίκα μας”, θαυμάζαμε ονειροπαρμένοι.
“Αν ο Μάης αποφάσιζε να παντρευτεί θα την χάναμε”, ανησυχούσε ο Μανώλης.
“Αν δεν τη διάλεγε, θα πει δεν ξέρει τι του γίνεται”, αποφαινόταν ο Τάκης, απαντώντας στους φόβους του Μανώλη που η γιαγιά του τον πείραζε, όταν έπεσε στην αντίληψή της ο έρωτας του εγγονού της, λέγοντάς του πως ο Μάης, βρίσκει κάθε χρόνο την καλλίτερη και την παντρεύεται.
Κι αλλοίμονο, ομορφότερη από τη Νίκα μας δεν υπήρχε. Αυτό ήταν το καμάρι κι ο φόβος μας. Γι' αυτό και την φυλάγαμε. Καθόμασταν έξω από το σπίτι της και προσέχαμε μην έρθει ο Μάης ή ο Λεωνίδας ο φορτηγατζής. Και καλά τον Λεωνίδα θα τον βλέπαμε. Το Μάη όμως; Ανατριχιάζαμε στη σκέψη να περνούσε σαν αέρας ανάμεσά μας και να την έπαιρνε τη Νίκα μας.
Η γιαγιά το ‘χε ξεκαθαρίσει στο Μανώλη. Ο Μάης, ήταν άτρωτος στις βολές της σφεντόνας μας. Ο Λεωνίδας δεν ήταν. Το ‘χε διαπιστώσει κι αυτός και μείς στην πρώτη του προσπάθεια προσέγγισης. Άντε όμως να τα βάλεις με τα στοιχειά. Και η Μάρθα η μάγισσα, που την παρακαλέσαμε να μας βοηθήσει – με την ψυχή στα δόντια περάσαμε το κατώφλι της- μας το ξέκοψε. Απ’ ό, τι εκείνη ήξερε, δεν υπήρχε βοτάνι ή ξόρκι ενάντια στο Μάη. Τίποτε κι από κει.
“Κόρακας κοράκου μάτι δε βγάζει”, έκλαψε ο Χρήστος.
Το πρωί που λείπαμε στο σχολείο, αφήναμε τον Τάκη που ήτανε μικρός και δεν είχε ξεκινήσει ακόμα τέτοια βάσανα, φρουρό στο κατώφλι της.
“Ο Μάης, αν ήθελε νύφη, ας πήγαινε στο χωριό του. Εδώ είναι δικό μας χωριό κι ούτε σώγαμπρους παίρνουμε, ούτε τα κορίτσια μας ξενοπαντρεύουμε”, μουρμούριζε πεισματωμένος ο Τάκης στη σκοπιά του. Κι αν ήτανε στο χέρι του, θα ‘βγανε το Μάη από το δωδεκάμηνο. Έτσι για να μάθει ν’ αφήνει ήσυχα τα κορίτσια του κόσμου. Ας έπαιρνε στο κάτω-κάτω τα λεύτερα. Η Νίκα μας ήτανε λογοδεμένη. Όλοι οι μήνες έχουν τα κουσούρια τους, αλλά τούτος το παράκανε.
Η Νίκα μας έμενε στο έρημο πια σπίτι του Τσιτσώνη. Στο σπίτι που πολλοί το έλεγαν στοιχειωμένο. Ο ιδιοκτήτης, μετά τον εμφύλιο κρυβότανε στην Αθήνα. Είχε σκοτώσει δυο γιατρούς όταν έγινε αντάρτης. Κατέβηκε απ’ το βουνό, πήρε δυο γιατρούς από το νοσοκομείο της πόλης και τους έφερε στο χωριό
“Σας θέλει η Μαρία”, τους είπε.
Τους κατέβασε στο κατώι και τους έριξε ζωντανούς στην άπατη στέρνα του. Πλήρωσαν αυτοί για όλους τους γιατρούς και για κείνον που δεν μπόρεσε να του σώσει τη γυναίκα και που είχε την τύχη να λείπει από το νοσοκομείο. Μετά τον πόλεμο, έμεινε για λίγο στο χωριό. Για λίγο μόνο. Δεν μπορούσε ν’ αντέξει τα «σημεία και τέρατα», κατά τη Μάρθα, που λάβαιναν χώρα στο σπίτι του. Πιο πολύ δεν μπορούσε ν’ ακούει τις φωνές. Βούιζε η «διαολόρατη» η στέρνα από το σκούξιμο των γιατρών. Έτσι τη βάφτισε τη στέρνα ο Σαρέλας, σε αντίθεση με το Θεόρατο. “Τα ψηλά τα βλέπει ο Θεός και τα βαθειά ο Διάολος”, έλεγε.
Τους άκουγε ακόμα και ύστερα από τόσον καιρό, να γρατσουνάνε με τα νύχια τους τα λεία τοιχώματα για να βγουν. Του τρυπάγανε το μυαλό οι φωνές τους. Ήταν και η Μαρία που ερχόταν κάθε βράδυ και τον αναστάτωνε ζητώντας του να πλαγιάσουν μαζί. Τη δεύτερη μέρα του γάμου τους έπεσε άρρωστη. Την πρώτη τους νύχτα, ναρκώθηκε πιωμένος δίπλα της χωρίς να την αγγίξει. Μετά στο νοσοκομείο. Παρθένα έφυγε η Μαρία. Ο άντρας της απαρηγόρητος.
“Την είχανε φκιαγμένη”, διέγνωσε η Μάρθα και προφήτεψε πως η παρθενιά της, που η ψυχούλα της ήξερε πώς την κράτησε ως τα δεκαεννιά της, δεν θα την άφηνε να ησυχάσει στον τάφο της.
Τώρα, κάθε βράδυ, του ζητάει να κάμει το χρέος του. Την πρώτη φορά, εννιά μέρες μετά το θάνατό της, που εμφανίστηκε μπροστά του, πίστεψε πως ήθελε εκδίκηση.
“Το χρέος σου, σαν άντρας μου”, του είπε. Γι αυτό έφαγε τους γιατρούς. Ύστερα κατάλαβε. Έψαχνε δικιολογίες.
“Είμαι μεθυσμένος”, της έλεγε. Κι όλο “αύριο”, της έλεγε. Ένα ρίγος τον διαπερνούσε σ’ όλο του το κορμί στη σκέψη να πλαγιάσει με την πεθαμένη. Ήρθε σαν λύτρωση το κυνηγητό της χωροφυλακής.
“Φεύγω για την Αθήνα, Με κυνηγάνε”.
“Πάρε με μαζί σου”, τον παρακάλεσε.
Έκανε πως δεν άκουγε και κίνησε να φύγει. Πήρε τους πιο σκοτεινούς δρόμους. Μεσάνυχτα. Τη λεπτή αέρινη παρουσία που τον ακολουθούσε, δεν την είδε...
Βρήκε τότε ευκαιρία η Νίκα μας κι έκανε κατοχή. Τα στοιχειά δεν τα φοβόταν. Αυτά τα φοβάσαι, όταν τα ‘χεις και κυκλοφορούν μέσα σου και τ’ αφήνεις και σου κυριεύουν το νου. Αν τα ‘χεις πλασμένα με τα ίδια σου τα χέρια. Τότε είσαι χαμένος.Τα παρατάς όλα και πας και κρύβεσαι στην Αθήνα. Στην Αθήνα, τα στοιχειά είναι συνηθισμένο φαινόμενο και κανείς δεν νοιάζεται. Κυκλοφορούν στους δρόμους πλανεμένα κι άκακα, νοσταλγώντας το παρελθόν και την αφετηρία τους. Λαχταρούν να τα σταματήσει κάποιος στη μέση του δρόμου και να τα καλημερίσει. Να τα βρίσει έστω. Ν’ ασχοληθεί μαζί τους. Και τις νύχτες ονειρεύονται. Βάνουν μπρος τις ταξειδιωτικές μηχανές τους κι ονειρεύονται πως φεύγουν. Αν μένεις ξυπνητός τα βράδια, σε ξεκουφαίνει αυτή η ομαδική προσπάθεια για δραπέτευση. Σε ξεκουφαίνει ο θόρυβος των ονειρομηχανών που καίνε –τί άλλο μπρορεί να βρει κανείς στην Αθήνα- πετρέλαιο. Τα πρωινά, ανασαίνουν την αποπνικτική ατμόσφαιρα της αποτυχίας τους και τρελαίνονται. Αρχίζουν τότε να εκπέμπουν SOS προς όλες τις κατευθύνσεις, πατώντας με μανία την κόρνα του αυτοκινήτου τους.
Αλλά ποιός να τους ακούσει...
Νεράιδα πεντάμορφη η Νίκα μας, την βρήκε έκθετη η Άνοιξη και την ανάθρεψε σαν δική της κόρη. Της έδωσε προίκα της το λεπτό άρωμα του Ζέφυρου και τη δροσερή ανάσα της Αύρας.
“Ένας λόγος παραπάνω για το Μάη να κάτσει στ’ αυγά του”, σκεπτόμουνα. “Εμείς τις αδερφές μας τις σεβόμαστε, ακόμα και τις θετές αδερφές μας”.
Μάνα και πατέρα, από κείνους τους επίγειους, δεν είχε. Φρόντισε γι αυτό το επίσημο κράτος. Ο πατέρας, άφησε τα κοκαλάκια του στο νησί του διαβόλου, «δι’ αντεθνικήν δράσιν”, και η μάμα δεν τ’ άντεξε.
“Πού να σ’ αφήσω παιδάκι μου”, αγκομαχούσε κι έβγαινε η ψυχή της. “Ο Θεός παραείναι ψηλά για να σε προσέχει και οι άνθρωποι παραείναι κοντά για να μη σου κάνουνε κακό. Ας σε βοηθήσει η Παναγία. Αυτές τις μέρες μ’ επισκέφτηκε και μου είπε πως με θεωρεί αδερφή της. «Όλες οι πονεμένες είναι αδερφές μου». Έτσι μου είπε”. Η Νίκα μας, ζει από τότε μοναχή της, μοιράζοντας με τα πετεινά του ουρανού τη θεία προστασία. Και η κρατική μέριμνα, εντελώς απούσα, εκκλησιάζεται στους μητροπολιτικούς ναούς και προσεύχεται μαζί με τους δεσποτάδες, για κάτι που έχει ήδη κανονίσει η μάνα της σε ανώτερα κλιμάκια.
Εμείς φρουροί έξω από το σπίτι κι αυτή να τραγουδάει και να μας καμαρώνει.
“Να ‘ναι καλά τα χρυσούλια μου”.
Της πηγαίναμε φαΐ κάθε μέρα, μεσημέρι βράδι. Της πηγαίναμε όλοι, γιατί δεν μπορούσαμε να συμφωνήσουμε.
“Φτάνει ένα πιάτο τη φορά, θα χοντρύνω”.
“Εγώ θέλω να χοντρύνεις”, εξομολογιόταν ο Γιώργος, θέλοντας να γλυτώσει απ’ το πείραγμα της μάνας του της ευτραφέστατης Μόρφως.
“Τί της βρίσκετε μωρέ αυτηνής της κοκαλιάρας”;
Καθόμασταν όλοι γύρω της κι αφού δεν μπορούσε να τα φάει όλα, για να ευχαριστήσει και μας αλλά και τα μέτρα της Μόρφως να πιάσει, την αφήναμε και διάλεγε το πιάτο που της άρεσε και όλοι μαζί, σαν μια οικογένεια, στρωνόμασταν στο φαΐ.
Έτσι ζούσε η γυναίκα μας η Νίκα και με κάτι ψιλά που οικονομούσε από τα θελήματα που έκανε στιε νοικοκυρές και ειδικά στην κυρά Χρυσούλα τη μάνα μου. Όλη μέρα τραγούδαγε. Τραγούδαγε σας λέω και μεις την ακούγαμε. Όχι με τ’ αυτιά αλλά με την καρδιά μας. Την ακούγαμε κι όταν ακόμα είμασταν σχολείο. Ξέραμε τι τραγουδάει και κοιτάζαμε με νόημα ο ένας τον άλλο στο μάθημα. Όταν αγαπάς, όλα τα αισθητήρια όργανα μαζεύονται στην καρδιά. Ή αποκτούν από μια καρδιά το καθένα κι ανατριχιάζουν στα ερεθίσματα του έρωτα.
Όταν ήτανε για σύκα, κάναμε όλοι πίσω. Αφήναμε τη Νικα μας ν’ ανέβει πρώτη. Έφτανε μέχρι το τελευταίο κλαράκι. Εμείς συνωστισμένοι από κάτω της, λιγωμένοι, με τα μάτια μας μεγάλα, αφηνόμαστε έρμαια, παιχνιδάκια αυτηνής της υπέροχης έκτης αίσθησης, που την αποκαλούν ορμή γενετήσια, να μας περιδιαβάσει ναρκωμένους, αδύναμους να κουνήσουμε, ανάμεσα απ’ τις κολώνες εκείνες ποι ιερότερες δεν είχε για μας ναός άλλος, που ξεκίναγαν από τους τορνευτούς αστράγαλους και κατέληγαν ψηλά σ’ ένα θεσπέσιο θόλο γεμάτο μυστήριο και αίγλη, στα μπούτια της Νίκας μας.
Η Νίκα μας δεν φόραγε βρακί. Δεν είχε. Ένα που της είχε δώσει η κυρά Χρυσούλα η αστυνόμαινα, το φύλαγε στο συρτάρι για κάποια στιγμή που την περίμενε να ‘ρθει.
Να
‘ρθει μαζί μ’ ένα χέρι παλικαριού να την ανατριχιάσει. Μέσα σ’ ένα παλιό τσίτι, αποφόρι κι αυτό, είχε τυλιγμένο ένα κορμί που ο Πλάστης μαστορικά και με υπομονή, είχε τα κέφια του ως φαίνεται κείνη τη μέρα, σμίλεψε και την τελευταία του λεπτομέρεια, έτσι που να την κοιτούν με ζήλεια οι άλλες οι νοικοκυροπούλες, που είχαν βγει με τη δωδεκάδα κι όλο κάτι τους έλειπε. Σήκωνε το μπροστινό μέρος του φουστανιού της για να το γεμίσει μ’ ένα θησαυρό από σύκα. Και τον δικό της το θησαυρό τον ανέγγιχτο, τον άφηνε βορά και χάδι των ματιών μας.
Δεκάξι χρονώ κι εμείς στα δέκα...
“Οι άντρες μου”, έλεγε και γελούσε, όταν δίπλα στη βρύση τρώγαμε τα σύκα, παίρνοντας κατ’ ευθείαν απ’ την ποδιά της.
Είμασταν οι άντρες της. Αυτό ήταν το μυστικό που δεν είχαμε αποκαλύψει σε κανένα. Την είχαμε παντρευτεί όλοι, με κανονικό μυστήριο και με παπά το Νίκο που ήθελε να γίνει δεσπότης.
“Τι όνομα θα ‘χει τώρα”, αναρωτήθηκε ο Χρήστος.
“Το δικό της”, συμφωνήσαμε όλοι μετά από μια εβδομάδα με συζητήσεις και διαβουλεύσεις.
“Πρόσεξε τα σκουλήκια”, της είχα πει κάποτε, βλέποντάς την να τρώει τα σύκα χωρίς να τ’ ανοίγει. “Μέχρι να γίνουν αυτά ίσα μ’ εμένα, έχουμε καιρό”.
Και πραγματικά, τίποτε δεν ήταν δυνατότερο απ’ το σφρίγγος και τα νειάτα της Νίκας μας. Μέσα σ’ αυτόν τον μύλο του κορμιού της, έλυωνε τα πάντα.
“Πότε θα σε παντρευτούμε αληθινά και να μένουμε μαζί”, παραπονιόμασταν έμπλεοι πόθου.
“Άμα γίνει ο Νίκος αληθινός δεσπότης”.
Κι ο Νίκος έγινε δεσπότης. Αλλά άργησε. Άργησε πολύ...
Αυτή την καθυστέρηση εκμεταλεύτηκε ο Λεωνίδας ο φορτηγατζής, που ενέσκηπτε κάθε δεκαπέντε, φόβος και τρόμος καλοδεχούμενος για τα κορίτσια.
Και μας την πήρε τη Νίκα μας...
Ένα βράδι μας μάζεψε όλους γύρω της. Ήταν λουσμένη και τα μαλλιά της χείμαρος ανοιξιάτικος στους ώμους της. Είχε βάψει τα χείλια της κατακόκκινα με μπογιά που βρήκε στο σεντούκι της Μαρίας και το πρόσωπό της ένα αίνιγμα γεμάτο χαμόγελο που λαμπύριζε παράξενες ανταύγειες στο φεγγαρόφωτο. Εμείς, άφωνοι, καθισμένοι έναν κύκλο κι αυτή στη μέση όρθια, να φαντάζει πανύψηλη κι ωραία όσο ποτέ, να στριφογυρίζει και να μας κοιτάει κατάματα έναν έναν.
“Αν είναι να γίνει, πρέπει εσείς οι νόμιμοι να είστε οι πρώτοι. Ας γίνει εδώ απόψε”.
Σήκωσε, χορεύοντας στις μύτες των ποδιών της, σιγάσιγά το φόρεμά της. Μαζί της χόρευαν και τα μάτια μας και η ζωή μας ολόκληρη, ένας χορός κάτω από το φεγγάρι και πάνω, ποιός μπορούσε να ξεχωρίσει σε ποιόν, σ’ έναν ονειρεμένο πλανήτη όπου η φωνή και οι κινήσεις δεν ήταν πλέον δική μας βούληση αλλά της νεράιδας που απόψε είχε αποφασίσει να μας περιδιαβάσει στο σύμπαν, που είχε συγκεντρώσει για χάρη μας κάτω από το καλό της το φουστάνι. Κι εκεί, ήλιος λαμπερός το κόκκινο βρακί της καλής μας. Απλώσαμε τα χέρια μας και αγγίξαμε το φλογερό φεγγοβόλο αστέρι... Την χάσαμε τη Νίκα μας. Όταν της πήγαμε φαΐ την άλλη μέρα, δεν ήταν εκεί. Ο Τάκης, φύλαγε το άδιο σπίτι που για πρώτη φορά μας φάνηκε στοιχειωμένο. Καθόμασταν αμίλητοι στις σκάλες του σπιτιού χωρίς ν’ αλλάζουμε κουβέντα. Κάθε μέρα. Μόνο ο Τάκης την ώρα του δείπνου, σηκώνονταν, πήγαινε σπίτι του και γύριζε μ’ ένα πιάτο φαΐ που τ’ απίθωνε στο κατώφλι.
“Πάμε τώρα, θα φάει”.
Άλλες φορές, μας αναστάτωνε ένα παράξενο θρόισμα της συκιάς, όμοιο με της Νίκας μας σαν μάζευε σύκα. Και τρέχαμε να σκαρφαλώσουμε.
Κάποιος την είδε, φτιασιδωμένη κι ωχρή, με μια τσάντα στον ώμο, να τριγυρνάει στην οδό Αθηνάς.
Εμείς μεγαλώσαμε. Μένουμε, όπως όλος ο κόσμος, στην Αθήνα. Είναι φορές, που σαν να έχουμε από πριν συνεννοηθεί, τα παρατάμε όλα κι αλλοπαρμένοι αλωνίζουμε την οδό Αθηνάς, κοιτάζοντας εξεταστικά όλες όσες που φτιασιδωμένες κι ωχρές τριγυρνάνε στις σκοτεινές παρυφές της.
Η Αθήνα, το ίδιο φτιασιδωμένη κι ωχρή, με μια τσάντα στον ώμο, κρύβει όσες της μοιάζουν.
Τον Λεωνίδα τον ψάχναμε και μεις. Πυρωμένα κάρβουνα τα μάτια μας τον αναζητούσαν. Τον βρήκε η Μοίρα και του ‘δωκε έξι μαχαιριές στην κοιλιά, εκεί κάπου στην πλατεία Βάθη.
Έξι μαχαιριές! Μια για τον καθένα μας συλλογιστήκαμε.
“Ήμαρτον Κύριε, η μια θα ΄θελα να ‘ναι δική μου”, εξομολογήθηκε γονατιστός μπροστά στην Αγία Τράπεζα, ο αρχιμανδρίτης Θεόκλητος με το κοσμικό όνομα Νίκος..
↧
Έχουν κάνει τα σπίτια τους… ξενοδοχείο
Αποκλειστικό. Έρευνα του ΣΔΟΕ: Λόγω των χαρατσιών 1.300 ιδιοκτήτες νοικιάζουν τα διαμερίσματα τους σε τουρίστες, παράνομα.
-Του Νίκου Φιλιππίδη-
Στο ΣΔΟΕ έφτασε η υπόθεση με την παράνομη ενοικίαση καταλυμάτων.Σύμφωνα με πληροφορίες του ThePaper, ο αριθμός των σπιτιών που νοικιάζονται παράνομα ως χώροι φιλοξενίας αλλοδαπών τουριστών, έχει ξεπεράσει κάθε προηγούμενο, καθώς λόγω της καχεξίας της αγοράς ενοικίων αλλά και των χαρατσιών, ορισμένοι ιδιοκτήτες προσπαθούν να βγάλουν τα σπασμένα από τους ξένους τουρίστες.
Το γεγονός οδήγησε τον γενικό γραμματέα του υπουργείου Τουρισμού, Αναστάσιο Λιάσκο, με επιστολή του προς το ΣΔΟΕ να ζητήσει την παρέμβαση του. Ειδικότερα ζητείται από το ΣΔΟΕ να ερευνήσει τα στοιχεία ιδιοκτητών ακινήτων που ενοικιάζουν τα σπίτια τους μέσω ιστοσελίδων όπως το airbnb.com το οποίο διαθέτει στο πελαταλογιό του 1.010 διαμερίσματα μόνο στο κέντρο της πρωτεύουσας, ενώ συνολικά ερευνώνται πάνω από 1.300 ιδιοκτήτες ακινήτων.
Τα διαμερίσματα στην Αθήνα προσφέρονται προς ενοικίαση με τιμές που κυμαίνονται από 25 έως 80 ευρώ. Μάλιστα ορισμένοι προσφέρουν ακόμη και τα δωμάτια τους με πρωινό, έναντι των 18 ευρώ. Η κατάσταση αποτελεί, όπως σημειώνουν γνώστες της αγοράς της ξενοδοχίας, φαινόμενο εκτενούς φοροδιαφυγής προκαλώντας παράλληλα αθέμιτο ανταγωνισμό στα νομίμως λειτουργούντα ξενοδοχεία.
Η χρέωση του πελάτη γίνεται κυρίως μετρητοίς, ενώ παρέχεται λογαριασμός Pay Pal όπου ζητηθεί. Κύκλοι της αγοράς υπογραμμίζουν ότι στην Ελλάδα υπάρχουν περισσότερα από 10.000 δωμάτια τα οποία εκμισθώνονται σε ξένους τουρίστες με χρέωση σε λογαριασμούς τους εξωτερικού.
↧
↧
Το Ισραήλ τιμά τη Λέλα Καραγιάννη
Στη θρυλική μορφή της Αντίστασης και στους Γιώργο και Πολύμνια Θεοδωράκη απονέμονται τα Βραβεία «Γιάντ Βασέμ»
Δεν είναι ίσως πολλοί εκείνοι που γνωρίζουν ή θυμούνται σήμερα μία από τις πιο συγκλονιστικές και ηρωικές σελίδες της ιστορίας της ελληνικής Αντίστασης στη γερμανική κατοχή: εκείνη των Ελλήνων χριστιανών που με άμεσο κίνδυνο της ζωής τους προσέφεραν καταφύγιο σε καταδιωκόμενους από τη Γκεστάπο Ελληνες εβραίους συμπολίτες μας. Υπάρχουν Ελληνες εβραίοι που ζουν ακόμα σήμερα και περιλαμβάνονται ανάμεσα σε εκείνους που σώθηκαν από το Ολοκαύτωμα με αυτό τον τρόπο: ήταν τα λεγόμενα «κρυμμένα παιδιά της Κατοχής» και οι ιστορίες τους συγκλονίζουν όποιον τις γνωρίζει. Οι χριστιανικές ελληνικές οικογένειες που τους διέσωσαν δεν ξεχάστηκαν ποτέ από αυτούς.
Χαρακτηρίζοντάς τους ως «εξαρετικά παραδείγματα θάρρους, αυτοθυσίας και ανθρωπισμού», η Πρεσβεία του Ισραήλ στην Αθήνα και το Κεντρικό Ισραηλιτικό Συμβούλιο της Ελλάδας (ΚΙΣ) βραβεύουν φέτος, με την ύψιστη τιμή που μπορούν να απονείμουν, τρεις ακόμα Ελληνες που με κίνδυνο της ζωής τους έσωσαν εβραίους στα ζοφερά εκείνα χρόνια. Ανάμεσά τους και μια μορφή – σύμβολο της ελληνικής αντίστασης, η Λέλα Καραγιάννη.
Σε εκδήλωση που συνδιοργανώνουν η Πρεσβεία του Ισραήλ και το ΚΙΣ το απόγευμα της Τρίτης 12 Μαρτίου στο Πνευματικό Κέντρο της Ισραηλιτικής Κοινότητας Αθηνών, ο πρέσβης του Ισραήλ Αριέ Μέκελ και ο Πρόεδρος του ΚΙΣ, Δαυίδ Σαλτιέλ θα απονείμουν τα μετάλλια και τον τίτλο του «Δικαίου των Εθνών» σε τρεις ακόμη Έλληνες Χριστιανούς οι οποίοι διέσωσαν διωκόμενους Εβραίους συμπατριώτες τους κατά την Γερμανική Κατοχή. Στην τελετή θα μιλήσει ο Υπουργός Παιδείας Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος.
Όπως αναφέρουν οι διοργανωτές, η Λέλα Καραγιάννη, η θρυλική γυναίκα της Αντίστασης, θα ανακηρυχθεί «Δίκαιη των Εθνών» για την διάσωση της οικογένειας του Σολομών Κοέν το 1944. Τον Απρίλιο του 1944, η Λέλα Καραγιάννη παρείχε στέγη στον Σόλομων Κοέν, την σύζυγό του Ρεγγίνα, και την μικρή τους κόρη Σέλλυ, παρότι οι Γερμανοί την υποψιάζονταν για αντιστασιακή δράση. Φρόντισε επίσης να μεταφερθεί η οικογένεια σε ασφαλές καταφύγιο όταν τα πράγματα δυσκόλεψαν περισσότερο. Λίγο αργότερα οι Ναζί την συνέλαβαν και την εκτέλεσαν. Ήταν λίγο πριν την απελευθέρωση της Αθήνας.
Ο Γιώργος και η Πολυμνία Θεοδωράκη θα τιμηθούν για την διάσωση της Μπεατρίς Ματαλόν. Τον Σεπτέμβριο του 1943 το ζεύγος Θεοδωράκη στην Αθήνα της Γερμανικής Κατοχής παρείχε στέγη στην Μπεατρίς παρότι είχαν μια κόρη δύο ετών και η Πολυμνία ήταν έγκυος στο δεύτερο παιδί της. Δεν πτοήθηκαν ακόμα όταν ένας Γερμανός χτύπησε την πόρτα τους.
Πρέπει να σημειωθεί ότι ο τίτλος του «Δικαίου των Εθνών» δίδεται από το Γιάντ Βασέμ, το ίδρυμα και μουσείο που δημιουργήθηκε από το Κράτος του Ισραήλ στην Ιερουσαλήμ για την διαιώνιση της μνήμης των έξι εκατομμυρίων θυμάτων του Ολοκαυτώματος. Απονέμεται σε πρόσωπα που με κίνδυνο της ζωής τους έσωσαν διωκόμενους Εβραίους κατά την διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Για να δοθεί η διάκριση απαιτείται διεξοδική έρευνα από το Γιάντ Βασέμ και έγκριση του Ανώτατου Δικαστηρίου του Ισραήλ.
Θεωρείται μια από τις υψηλότερες τιμές που μπορεί να δοθεί από την χώρα. Αξίζει να αναφερθεί ότι πάνω από 300 Έλληνες «Δίκαιοι» έχουν τιμηθεί μέχρι σήμερα. Μεταξύ αυτών και ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος, Δαμασκηνός, ο πρώην Δήμαρχος Ζακύνθου Λουκάς Καρρέρ, οι μακαριστοί Μητροπολίτες Ζακύνθου και Δημητριάδος, Χρυσόστομος και Ιωακείμ αντίστοιχα, καθώς και πολλοί άλλοι αφανείς Ελληνες χριστιανοί ήρωες του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.
↧
Εν Αθήναις....πάμε Εξάρχεια
Αλήθεια τι τραβάνε αυτοί που μένουν σήμερα στα Εξάρχεια....
Και πού να πάνε...εκεί γεννηθήκανε έχουνε το σπίτι τους .
Πόλεμος συμμοριών κάθε βράδυ...για ναρκωτικά...για λευκή και σκούρα σάρκα.
Βγαίνουν πιστόλια και στην καλύτερη των περιπτώσεων μαχαίρια....
Ουρλιαχτά...ποδοβολητά και οι κάτοικοι σε συσκότιση και αμπαρωμένες τις πόρτες....
Εξωτερικά οι τοίχοι των κτιρίων είναι γεμάτοι συνθήματα πολιτικά ...αγγελίες...
βρισιές....αριθμούς κινητών....μικρές αγγελίες για πρέζα....
Παραπονιούνται οι πολιορκημένοι αλλά τι να κάνει και η Αστυνομία όταν για αυτή την περιοχή χρειάζεται η μισή δύναμη του Σώματος επι 24ωρου βάσεως.
Παλιά δεν ήταν έτσι.....τότε που τα παντελόνια καμπάνα ήταν μόδα και το άφιλτρο τσιγάρο κουλτούρα.
Καλλιτέχνες με μακριά μαλλιά και μούσια με πουκάμισα με ψυχεδελικά
σχέδια και την κιθάρα μελοποιούσαν ακαταλαβίστικους στίχους
και το κοινό τους αποθέωνε ανάμεσα στους καπνούς....
Άντε και οι περισσότερο "προχωρημένοι" ελαφρώς "φιαγμένοι" με "χόρτο"
να συμπλήρωναν το τοπίο...
Μέχρι εκεί όμως....
Τώρα πότε ήρθαν οι "δάσκαλοι" δηλαδή οι τεμπέλαροι που άρχισαν να μπολιάζουν τους νέους με αναρχικά συνθήματα....κανείς δεν πήρε χαμπάρι.
Είχαν αθόρυβα εγκατασταθεί στην περιοχή σε παλιά σπίτια ....
Ο κατήφορος για την περιοχή είχε αρχίσει....η αναρχία ήρθε και έδεσε
με το κοινό έγκλημα.
Πίσω στα παλιά
↧
Η ανθισμένη αμυγδαλιά
φωτο απόpaliaathina.com
Ετίναξε την ανθισμένη αμυγδαλιά
με τα χεράκια της
κι εγέμισ’ από άνθη η πλάτη
η αγκαλιά και τα μαλλάκια της.
Κι εγέμισ’ από άνθη...
Αχ, σαν την είδα χιονισμένη την τρελή
γλυκά τη φίλησα
της τίναξα όλα τ’ άνθη από την κεφαλή
κι έτσι της μίλησα:
Της τίναξα όλα τ’ άνθη...
Τρελή, σαν θες να φέρεις στα μαλλιά σου τη χιονιά
τι τόσο βιάζεσαι;
Μονάχη της θε να `ρθει η βαρυχειμωνιά,
δεν το στοχάζεσαι;
Μονάχη της θε να `ρθει...
Του κάκου τότε θα θυμάσαι τα παλιά
τα παιχνιδάκια σου
σκυφτή γριούλα με τα κάτασπρα μαλλιά
και τα γυαλάκια σου.
Σκυφτή γριούλα...
Γεώργιος Δροσίνης
↧
Ο μάγκας του Βοτανικού του Σ. Περιστέρη (1933)
Ένας μάγκας στο Βοτανικό
Πι και φι ξηγιέται στο λεπτό
Στα παιχνίδια και στα καμπαρέ
Και στου Περδικάκη τον τεκέ
Από αφήγηση του Κώστα Τζόβενου (Π. Κουνάδη: Εις ανάμνησιν στιγμών ελκυστικών), γνωρίζουμε πως ο Περδικάκης ήταν υπαρκτό πρόσωπο:
«Α! με τον Περδικάκη δεν είχα σχέση. Δεν τον γνώριζα. Κι αυτός στον Πειραιά ήτανε. Είχα ακουστά. Υπήρχε.»
Με βάση την ίδια αφήγηση φαίνεται πως ο ομώνυμος τεκές ήταν κάπου στον Πειραιά, ενώ στους στίχους του τραγουδιού «Ο μάγκας του Βοτανικού» του Σπ. Περιστέρη ο τεκές έχει μεταφερθεί κάπου στο Βοτανικό.
Στις εφημερίδες της εποχής, βρίσκουμε αρκετές πληροφορίες για τον «περίφημο τεκέ». Σε άρθρο της εφημερίδας ΣΚΡΙΠ της 6/9/1902 με τίτλο «Ο χθεσινός φόνος εντός χασισοποτείου», διαβάζουμε:
«Εις το τέλος της οδού Ψαρομηλίγκου, παρά την Αγία Τριάδα, εις ένα στενόν που προκαλεί τρόμον, λειτουργεί από πολλού το χασισοποτείον του Περδικάκη ή Μπισμπίρα ή άλλως εις την γλώσσαν των χασισοποτών «Τεκές του Παναγούλια» καλουμένου.»
Στις αρχές λοιπόν του εικοστού αιώνα ο τεκές του Περδικάκη βρισκόταν στην Αθήνα και όχι στον Πειραιά, στην οδό Ψαρομηλίγκου που ξεκινάει από την πλατεία Κουμουνδούρου και καταλήγει στην Αγία Τριάδα.
Περδικάκης, Μπισμπίκης (και όχι Μπισμπίρας) και Παναγούλιας ήταν συνιδιοκτήτες του τεκέ στην οδό Ψαρομηλίγκου, όπως προκύπτει και από δημοσιεύματα που αναφέρουμε στη συνέχεια.
Στο προαναφερθέν άρθρο και σε αντίστοιχο της εφημερίδας ΕΜΠΡΟΣ, περιγράφεται ο φόνος του στρατιώτη Ανδρέα Δασκαλάκη (ή Δασκαλόπουλου) από τον Κων. Παρασκευά ή Γέρο ή Αυγουστή ή Κουφό:
«..Εις το χασισοποτείον του Περδικάκη από προχθές το εσπέρας ευρίσκοντο πολλαί παρέαι χασισοποτών…
…Την επομένην ήτοι χθες οι χασισοπόται εξηκολούθησαν μεθύοντες από χασίς και οργιάζοντες. Ο Δασκαλάκης και ο Παρασκευάς περί την 3ην μ.μ. εσκέφθησαν να παίξωσι χαρτιά.»
Κατά τη διάρκεια της χαρτοπαιξίας «ανεφύη έρις» μεταξύ του στρατιώτη και του Παρασκευά «για 50 λεπτά τα οποία διεξεδίκει ο πρώτος. Η έρις μετ’ ολίγον μετετράπη εις αμοιβαίον αισχρόν υβρεολόγιον, το οποίον επακολουθεί συμπλοκή.»
Ως καλός τεκετζής ο Περδικάκης επεμβαίνει και «αφού τους διαχώρισε τους εξέβαλλεν εκείθεν». Η συμπλοκή συνεχίστηκε έξω από τον τεκέ, ο Δασκαλάκης προσπαθεί να φύγει, αλλά «ο Παρασκευάς πλησιάζει αυτόν και του βυθίζει την μάχαιραν εις το στήθος.»
Στον τόπο του εγκλήματος πήγε «αστυνόμος του οικείου τμήματος όπως ενεργήση ανακρίσεις και συλλάβη τον διευθυντήν του καταγωγίου, ούτος όμως είχεν εξαφανισθεί.»
Ο τεκές του Περδικάκη δεν ήταν άγνωστος στην αστυνομία. Ήδη το προηγούμενο έτος (1901), ένας αστυφύλακας είχε υποστεί επίθεση και τραυματίστηκε πολύ σοβαρά από ομάδα χασισοποτών όταν επεχείρησε να εισβάλλει στον τεκέ. Διαβάζουμε στην εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ της 13/1/1901:
«Εις την οδόν Ψαρομηλίγγου από πολλού λειτουργεί υπό το πρόσχημα καφενείου και με τον όχι τόσον εύφημον τίτλον του τεκέ εν καταγώγιον του χειρίστου είδους εντός του οποίου συναγελάζοντο τακτικά όλα τα καθάρματα και τα περιτρίμματα της πρωτευούσης, χασισοποτούντα, χαρτοπαίζοντα και διαπράττοντα παντοίας φαυλότητας.
… Το απαίσιον αυτό κέντρον ήτο γνωστόν εις την αστυνομίαν, η οποία πολλάκις αγεληδόν συνελάμβανε τους τροφίμους αυτού, δια να τους απολύση την άλλην ημέραν.
… Ο αστυφύλαξ της καταδιώξεως Δημήτριος Μπουρλάκος είχεν εντολήν να εισέλθη εις το καταγώγιον. Πράγματι δε φέρων πολιτικήν ενδυμασίαν και ακολουθούμενος παρ’ άλλου συναδέλφου του, μείναντος έξωθεν, εισήλθεν εις το κατάστημα και με το περίστροφον εις τας χείρας επέταξεν εις τους χασισοπότες να μη κουνηθούν. Προ της απροόπτου αυτής εφόδου του αστυφύλακος οι χασισοπόται και οι λοιποί φαυλόβιοι κατ’ αρχάς υπεχώρησαν, ιδόντες όμως κατόπιν ότι δεν είχον απέναντί των ή έναν μόνον αστυφύλακα, ερρίφθησαν κατ’ αυτού περί τους εικοσιπέντε φαυλόβιοι, ων τας κεφαλάς δεν είχεν τελείως παραλύσει το κάπνισμα του χασίς, και άλλοι δια μαχαιρών, άλλοι δι’ άλλων φονικών οργάνων ετραυμάτισαν τον ατυχή αστυφύλακα πριν ή ούτος προφθάση καν να αμυνθή εις το στήθος παρά την καρδιακήν χώραν, εις την κεφαλήν και εις άλλα μέρη του σώματος.
… Η κατάστασίς του όμως είναι κρισιμωτάτη, ολίγαι δ’ ελπίδαι υπάρχουσι περί της διασώσεως αυτού. Εκ των δραστών η αστυνομία ηδυνήθη να συλλάβη τρεις.
Πλην όμως τούτων παρουσιάσθη χθες μόνος εις το 3ον τμήμα ο πυροβολητής Σωτήριος Μπισμπίκης, αδελφός του ετέρου των διευθυντών του καταγωγίου ο οποίος ήτο εντός αυτού κατά την ώραν της φονικής σκηνής…»
Λίγες μέρες αργότερα για την επίθεση εναντίον του αστυφύλακα συλλαμβάνεται και ο Π. Παναγούλιας. Διαβάζουμε στο ΕΜΠΡΟΣ της 15/1/1901:
«Χθες συνελήφθη και έτερος εκ των κακοποιών της οδού Ψαρομηλίγκου, ο Π. Παναγούλιας, εκ των συνεταίρων του γνωστού χασισοποτικού καταγωγίου.
Ούτος κατά την ένορκον κατάθεσιν του θύματος, αστυφύλακος Μπουρλάκου, διεδραμάτισεν το κυριώτερον μέρος κατά την επίθεσιν εκείνην.»
Όπως προκύπτει λοιπόν από τα παραπάνω αποσπάσματα, Περδικάκης, Μπισμπίκης και Παναγούλιας μεταξύ 1901 – 1902 ήταν συνιδιοκτήτες του τεκέ της Ψαρομηλίγγου.
Ακόμη μια αναφορά στο τεκέ του Παναγούλια (Περδικάκη) βρίσκουμε στο ΕΜΠΡΟΣ σε άρθρο της 16/6/1901:
«Συλληφθείς χθες ο γνωστός λωποδύτης Βεγγίνας υπό του αστυφύλακος Β. Μπετσάκου εντός του χασισοποτείου του Παναγούλια παρά την Αγίαν Τριάδα, απεπειράθη επανειλημμένως να φονεύση αυτόν…»
Ο αναφερόμενος στο άρθρο της 10/8/1902 της εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ τεκές, μάλλον δεν είναι ο πολύ καλά γνωστός στην Αστυνομία, τεκές του Περδικάκη:
«Περί την μεσημβρίαν της χθες, επί της οδού Ψαρομηλίγγου ανεκαλύφθη εις τι υπόγειον, ολόκληρον χασισοποτείον. Οι εν αυτώ χασισοπόται συλληφθέντες ωδηγήθησαν εις την Αστυνομίαν, μεθ’ ω θα εξορισθώσιν.»
Άλλωστε και σε άρθρο της εφημερίδας ΣΚΡΙΠ της 10/9/1902, αναφέρονται δύο διαφορετικά χασισοποτεία στην Ψαρομηλίγγου:
«Ένα το του Περδικάκη, και άλλο του Μπισμπίκη, απέναντι του πρώτου» (αν και εδώ μάλλον ο συντάκτης του άρθρου κάνει λάθος στο όνομα, αφού όπως είδαμε ο Μπισμπίκης ήταν συνεταίρος του Περδικάκη). Στο ίδιο άρθρο του ΣΚΡΙΠ, αναφέρεται ένα από τα κόλπα που μεταχειριζόταν οι τεκετζήδες για να προφυλαχθούν από την καταδίωξη των αστυνομικών. Κατά την ώρα της χασισοποσίας, τοποθετούν στην πόρτα του τεκέ τη γυναίκα τους:
«Όταν πλησιάση ο αστυφύλαξ και θελήση να εισέλθη εις το καταγώγιον η γυναίκα φωνάζη και τίθεται προ του αστυνομικού οργάνου δια να προκαλέση εκ μέρους του την βίαν. Τούτο θέλουν να το έχουν οι εγκληματίαι αυτοί ως πρόφασιν ίνα επιτίθενται κατά της αρχής επί τω λόγω ότι του επήραξε την γυναίκαν.»
Προφανώς μια γυναίκα μόνη δε θα μπορούσε να εμποδίσει τους αστυνομικούς να εισβάλλουν στον τεκέ, η φασαρία όμως που προκαλούσε έδινε στον τεκετζή λίγο χρόνο ώστε να εξαφανίσει τα σύνεργα της χασισοποτείας. Το ίδιο κόλπο μεταχειρίστηκε και ο Περδικάκης όταν λίγες μέρες πριν το φόνο του Δασκαλάκη τον είχαν «επισκεφτεί» τα αστυνομικά όργανα.
Ο φόνος του Δασκαλάκη έξω από τον τεκέ του Περδικάκη, έδωσε στην αστυνομία μια καλή αφορμή για να εντείνει τα μέτρα της εναντίον των τεκέδων, και πράγματι πολλοί τεκέδες έκλεισαν αυτή την περίοδο (βλ. ΣΚΡΙΠ 10/9/1902). Οι ίδιοι όμως τεκετζήδες στο ίδιο ή άλλο μέρος μετά από λίγο ξανάνοιγαν το «καφενείο» τους. Αυτό φαίνεται πως έκανε και ο Περδικάκης, αφού περί το 1915 (ή λίγο νωρίτερα) τον βρίσκουμε να διατηρεί χασισοποτείο στο ερημικό (τότε) Ρουφ κάτω από τα Μηχανικά.
Η Εφημερίδα ΣΚΡΙΠ από τις 28/8/1927 αρχίζει να δημοσιεύει τις ιδιόγραφες (κατά τη δήλωση του αρθρογράφου) βιογραφικές σημειώσεις του Μιλτιάδη Κονταξή, του πρώτου Έλληνα αναρχικού όπως αναφέρει στον τίτλο των άρθρων της η εφημερίδα. Ο Μ. Κονταξής γόνος εύπορης οικογένειας που κατοικούσε στο Κολωνάκι, σπουδάζει στο Πολυτεχνείο, και εν συνεχεία σε ηλικία 22 ετών μεταβαίνει στο Μόναχο της Γερμανίας για ανώτερες σπουδές. Εκεί γνωρίζεται με τον Ιταλό αναρχικό Λουϊζον Αρλότα και λίγο αργότερα το όνομά του θα αναγραφόταν στους καταλόγους της Γερμανικής υπηρεσίας ξένων ως «επικινδύνου αναρχικού». Επιστρέφει στην Ελλάδα, όπου συναναστρέφεται με σεσημασμένους κακοποιούς, συλλαμβάνεται ως αρχηγός σπείρας διαρηκτών, φυλακίζεται, εκτίει την ποινή του, αποφυλακίζεται και τελικά αυτοκτονεί στα 1917. Τα αναφερόμενα λοιπόν στις ιδιόγραφες σημειώσεις του αφορούν γεγονότα προ του 1917. Αληθινή ή όχι η ιστορία, περιέχει σημαντικές πληροφορίες για τον υπόκοσμο των Αθηνών τις πρώτες δεκαετίες του εικοστού αιώνα. Διαβάζουμε:
«Θυμάμαι με τι καρδιοκτύπι ξεκινήσαμε εγώ, ο Μπισμπίκης, ο Ντομένικος, ο Λίζος και ο Μάρας από το ντεκέ του Περδικάκη του Γιάννη από το Ρουφ, μια νύκτα ολοσκότεινη μ’ ένα απαίσιο κατακλυσμό του ουρανού, για να σπάσουμε κάποια αποθήκη από δέρματα στον Πειραιά, στη συνοικία της Άγιας Σοφίας.»
Το πρώτο που έχουμε να παρατηρήσουμε είναι η μεταφορά του τεκέ από την Ψαρομηλίγου στο Ρουφ, αλλά και η αναφορά του μικρού ονόματος του Περδικάκη.
Το δεύτερο είναι η παρουσία στην παρέα του Κονταξή ενός γνωστού μας από τα γεγονότα του 1901 – 1902, του Μπισμπίκη. Πρόκειται για τον Δημ. Μπισμπίκη το συνεταίρο του Περδικάκη στον τεκέ που διατηρούσε στην Ψαρομηλίγγου και ο οποίος φονεύτηκε στα 1926 στην Πλατεία Ψυρρή από κάποιο υποδηματοποιο.
Η τρίτη έκπληξη ακούει στο όνομα Ντομένικος. Και η έκπληξη είναι το πλήρες όνομά του (που διευκρινίζεται λίγο πιο κάτω στη σειρά αυτή των άρθρων): Ντομένικος Βαμβακάρης!!!
Υπάρχει ακόμη ένα άρθρο του ΣΚΡΙΠ στις 18/3/1926 που επίσης αναφέρεται σε εποχή παλιότερη από αυτή της δημοσίευσης, αφού κατά δήλωση της εφημερίδας η ιστορία προέρχεται «από τα απομνημονεύματα» πρώην αστυνομικού.
«Ένα γλυκό ανοιξιάτικο βράδυ -μετά τα μεσάνυκτα- τότε αρχίζει τη δουλειά της η Καταδίωξις- η αναζήτηση κάποιου πορτοφολατζή με οδηγεί μετά των χωροφυλάκων Δαμίγ… και Δημόπ… εις την ερημικήν συνοικίαν Ρουφ, κάτω από τα Μηχανικά. Εκεί λειτουργεί ο ντεκές του Γιάννη Περδικάκη. Εις τον θαμπόν φεγγίτην του, διακρίνομεν αμυδρόν φως. Σημείον, ότι κάποιοι τον πατούν εκεί μέσα. Κτυπώμεν.
-Ποιος είναι;
-Αστυνομία. Ανοίξτε.
Βλασφημίες, τρεχάματα, χαλασμός Κυρίου μέσα. Η θύρα τέλος ανοίγει και εισερχόμεθα.
-Γεια σου Περδικάκη!... Βρε Ντεληγιάννη τον άναβες; Κι εσύ Μπισμπίκη εδώ;
-Αμ που ήθελες να ήμουνα; Σε κανένα εσπερινό;
…
Απαραίτητος μπαγλαμάς στολισμένος με κόκκινην φούνταν μεταξωτήν και μερικά ασημένια φράγκα και δίφραγκα ξεκρεμιέται από τον κιτρινισμένον από τις κάπνες τοίχον, και ακούγεται η προσταγή:
-Βάρα τον ασικλή Μπισμπίκη!
Και ο Μπισμπίκης, …, αρχίζει να υποκρούη ένα μερακλίδικο ντουζένι:
Τι τραβούμ’ εμείς τ’ αλάνια
Όταν είμαστε χαρμάνια…»
πηγή
↧
↧
ΛΑΥΡΕΝΤΗΣ ΔΙΑΝΕΛΟΣ "Ο ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΟΣ ΠΑΤΕΡΑΣ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΩΝ
Πηγή:Ksipnistere
Γράφει ο Κώστας Κούτρας
Μια μεγάλη μορφή του θεάτρου και του κινηματογράφου μας,υπήρξε ο Λαυρέντης Διανέλος.Αν και υπήρξε ηθοποιός μικρών ρόλων,εν τούτοις ξεδίπλωσε το πλούσιο του ταλέντο ,και έμεινε στον παλιό κινηματογράφο ως "κινηματογραφικός πατέρας " μεγάλων πρωταγωνιστών της εποχής.Γεννήθηκε το 1911 και το 1936 εισάγεται στην σχολή του Κ.ΚΟΥΝ.Ήταν παντρεμένος με την.....
ηθοποιό Φρόσω Κοκκόλα.Η πρώτη του κινηματογραφική ταινία ήταν το 1951 στην ταινία "Το παιδί μου πρέπει να ζήσει"
Στην δεκαετία του '60 ,υπήρξε περιζήτητος ,και έπαιξε στις περισσότερες ταινίες από οποιονδήποτε
άλλο συνάδελφο του : " πάρε κόσμε ," Μακρυκωσταίοι και κοντογιώργηδες ,"Ο Θόδωρος και το δίκανο
,"Ο Νικητής,"Μανταλένα","Κατηγορώ τους ανθρώπους ","Ο Παπατρέχας" είναι μερικές από τις ταινίες του όπου και συμμετείχε.
Πέθανε το 1978 σε ηλικία 67 ετών .Έμεινε όμως παρακαταθήκη σ' όλους μας,η εκφραστικότητα του κουρασμένου και ρυτιδιασμένου προσώπου του,και η απόλυτη πειστικότητα και ταύτιση των ρόλων που ενσάρκωνε.
Παντρεύτηκε την ηθοποιό Φρόσω Κοκκόλα.....
↧
Οι επαίτες της Αθήνας...
Πίσω από τους ζητιάνους της πρωτεύουσας κρύβονται δραματικές ιστορίες
Σε μια τυπική διαδρομή Ομόνοια-Σύνταγμα συναντάς περισσότερους από δέκα ανθρώπους που ζητιανεύουν. Περπατώντας στα στενά της πρωτεύουσας, πέραν των κεντρικών οδών, όλο και κάποιοι θα στέκονται εκεί είτε με το καροτσάκι τους είτε με διάφορα άλλα μέσα και θα ζητούν λεφτά.
Στο τρένο, στη διαδρομή Πειραιάς-Κηφισιά, κάποιοι θα διηγούνται πονεμένες ιστορίες προκειμένου να εξασφαλίσουν λίγα ευρώ ή από την άλλη θα πουλάνε στυλό και χαρτομάντιλα, για να πάνε, όπως λένε, ένα κομμάτι ψωμί στην οικογένειά τους.
Πίσω από τις καθημερινές ιστορίες ανθρώπων που ζητούν ένα κομμάτι ψωμί, κρύβονται τραγικές φιγούρες. Άνθρωποι που στην πλειοψηφία τους υποφέρουν, άνθρωποι που πρόσφατα έχασαν το σπίτι τους, άνθρωποι που οφείλουν πολλά χρήματα, άνθρωποι που δεν μπορούν να επιβιώσουν πια. Αυτοί αποκαλούνται νεοάστεγοι, όπως άλλωστε τους έχουν ονομάσει μη κυβερνητικές οργανώσεις που ασχολούνται με το συγκεκριμένο θέμα τα τελευταία χρόνια.
Στις φωτογραφίες που δημοσιεύει το newsbeast.gr αποτυπώνονται καθημερινές ιστορίες ανθρώπων που κοιμούνται στο δρόμο, ζητιανεύοντας για ένα πιάτο φαγητού.
Παντού… ζητιάνοι
Οδός Πανεπιστημίου, ώρα 11 το πρωί: Ένας ακόμη επαίτης με χαρτόνι στα χέρια δείχνει σε όλους τους περαστικούς «Παρακαλώ, πεινάω!». Κάποιοι τον βοηθούν, κάποιοι αδιαφορούν… Αυτή είναι άλλωστε και η καθημερινή ιστορία με τους ζητιάνους, επαγγελματίες ή μη, του κέντρου της Αθήνας.
Λίγα μέτρα παρακάτω, μία γιαγιά παρακαλεί για φαγητό ή ελάχιστα χρήματα.
Στην πλατεία Κοραή κάποιοι έχουν… φτιάξει το σπίτι τους στο δρόμο. Με τα σεντόνια και τις κουβέρτες τους σε κοινή θέα, παρακαλούν τους περαστικούς για λίγα ευρώ… Είναι άνθρωποι που βρέθηκαν πρόσφατα στο δρόμο, από το πουθενά και τώρα δεν ξέρουν πως να επιβιώσουν...
Όσο πλησιάζει κανείς προς το Σύνταγμα, κάπου κοντά στη συμβολή της Πανεπιστημίου με την Κριεζώτου, από το πρωί κοιμούνται δύο άστεγοι. Τα βράδια γίνονται περισσότεροι. Έχουν πάντα δίπλα τους, κάπου κοντά στο ύψος του προσώπου τους, το οποίο δεν φαίνεται, ένα πλαστικό κυπελλάκι, στο οποίο μπορούν οι περαστικοί να δίνουν λίγα ψιλά. Οι περισσότεροι είναι ξυπόλητοι με σκισμένα ρούχα. Άνθρωποι που κοιμούνται με τρύπιες κουβέρτες...
Κάποιοι ακόμη και με τα μωρά στην αγκαλιά τους ζητούν βοήθεια...
Στα Προπύλαια ένας ακόμη άστεγος έχει βρει καταφύγιο για να εξασφαλίσει λίγες ώρες ύπνου...
Υπάρχουν πάντως και οι επαγγελματίες επαίτες που ζητιανεύουν εξαπατώντας τον κόσμο. Τον τελευταίο καιρό βέβαια οι περισσότεροι είναι άνθρωποι που βρέθηκαν ξαφνικά στο δρόμο. Αυτό λένε και άνθρωποι που ασχολούνται με το θέμα. Και οι στορίες τους; Απλά τραγικές...
Στο τρένο, στη διαδρομή Πειραιάς-Κηφισιά, κάποιοι θα διηγούνται πονεμένες ιστορίες προκειμένου να εξασφαλίσουν λίγα ευρώ ή από την άλλη θα πουλάνε στυλό και χαρτομάντιλα, για να πάνε, όπως λένε, ένα κομμάτι ψωμί στην οικογένειά τους.
Πίσω από τις καθημερινές ιστορίες ανθρώπων που ζητούν ένα κομμάτι ψωμί, κρύβονται τραγικές φιγούρες. Άνθρωποι που στην πλειοψηφία τους υποφέρουν, άνθρωποι που πρόσφατα έχασαν το σπίτι τους, άνθρωποι που οφείλουν πολλά χρήματα, άνθρωποι που δεν μπορούν να επιβιώσουν πια. Αυτοί αποκαλούνται νεοάστεγοι, όπως άλλωστε τους έχουν ονομάσει μη κυβερνητικές οργανώσεις που ασχολούνται με το συγκεκριμένο θέμα τα τελευταία χρόνια.
Στις φωτογραφίες που δημοσιεύει το newsbeast.gr αποτυπώνονται καθημερινές ιστορίες ανθρώπων που κοιμούνται στο δρόμο, ζητιανεύοντας για ένα πιάτο φαγητού.
Παντού… ζητιάνοι
Οδός Πανεπιστημίου, ώρα 11 το πρωί: Ένας ακόμη επαίτης με χαρτόνι στα χέρια δείχνει σε όλους τους περαστικούς «Παρακαλώ, πεινάω!». Κάποιοι τον βοηθούν, κάποιοι αδιαφορούν… Αυτή είναι άλλωστε και η καθημερινή ιστορία με τους ζητιάνους, επαγγελματίες ή μη, του κέντρου της Αθήνας.
Λίγα μέτρα παρακάτω, μία γιαγιά παρακαλεί για φαγητό ή ελάχιστα χρήματα.
Στην πλατεία Κοραή κάποιοι έχουν… φτιάξει το σπίτι τους στο δρόμο. Με τα σεντόνια και τις κουβέρτες τους σε κοινή θέα, παρακαλούν τους περαστικούς για λίγα ευρώ… Είναι άνθρωποι που βρέθηκαν πρόσφατα στο δρόμο, από το πουθενά και τώρα δεν ξέρουν πως να επιβιώσουν...
Όσο πλησιάζει κανείς προς το Σύνταγμα, κάπου κοντά στη συμβολή της Πανεπιστημίου με την Κριεζώτου, από το πρωί κοιμούνται δύο άστεγοι. Τα βράδια γίνονται περισσότεροι. Έχουν πάντα δίπλα τους, κάπου κοντά στο ύψος του προσώπου τους, το οποίο δεν φαίνεται, ένα πλαστικό κυπελλάκι, στο οποίο μπορούν οι περαστικοί να δίνουν λίγα ψιλά. Οι περισσότεροι είναι ξυπόλητοι με σκισμένα ρούχα. Άνθρωποι που κοιμούνται με τρύπιες κουβέρτες...
Κάποιοι ακόμη και με τα μωρά στην αγκαλιά τους ζητούν βοήθεια...
Στα Προπύλαια ένας ακόμη άστεγος έχει βρει καταφύγιο για να εξασφαλίσει λίγες ώρες ύπνου...
Υπάρχουν πάντως και οι επαγγελματίες επαίτες που ζητιανεύουν εξαπατώντας τον κόσμο. Τον τελευταίο καιρό βέβαια οι περισσότεροι είναι άνθρωποι που βρέθηκαν ξαφνικά στο δρόμο. Αυτό λένε και άνθρωποι που ασχολούνται με το θέμα. Και οι στορίες τους; Απλά τραγικές...
↧
TO BAΠOPI AΠ THN ΠEPΣIA
Mόφι, 26 χρονών. Eίναι από το Iράν. Στην Eλλάδα έμεινε δύο μήνες και μετά έφυγε για Iταλία. Mία εβδομάδα μετά τη φωτογράφιση τον μαχαίρωσαν. «Nόμιζα ότι η ελληνική κυβέρνηση δίνει σπίτι και δουλειά στους μετανάστες, όπως άλλα κράτη. Aλλά κανείς εδώ δεν νοιάζεται για σένα όταν είσαι ξένος. Xρειάζομαι, ωστόσο, χρήματα για να πληρώνω το νοίκι, να τρώω και να μαζέψω το ποσό για το εισιτήριό μου για την Iταλία. Προς το παρόν πουλάω ηρωίνη. Πουλάω 5.000 δρχ. το μισό γραμμάριο. Δεν περίμενα ποτέ ότι κάποια στιγμή στη ζωή μου θα πουλούσα ηρωίνη. Δεν μ αρέσει αυτή η δουλειά, μισώ την Oμόνοια. Φοβάμαι την αστυνομία, αλλά ακόμη περισσότερο φοβάμαι τους Kούρδους. Kάποιοι Kούρδοι με περιμένουν κάθε βράδυ για να κλέψουν τα χρήματα που βγάζω απ τα ναρκωτικά. Εχουν μαxαίρια. Δεν θέλω να τους σκοτώσω, δεν θέλω να κάνω κακό σε κανέναν. Πρέζα δοκίμασα λίγες εβδομάδες αφότου άρχισα να πουλάω. Kαπνιστή. Εχω ακούσει ότι υπάρχουν και άλλα ναρκωτικά, LSD, ecstasy, κοκαΐνη... Δεν έχω δοκιμάσει. Στην πατρίδα μου για πέντε γραμμάρια ηρωίνης σε σκοτώνουν με αποκεφαλισμό ή σε λιθοβολούν. Σκέφτομαι ότι αν η μητέρα μου με έβλεπε να καπνίζω τσιγάρο, θα με χαστούκιζε».
ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 1999
πηγή
↧
Εν Αθήναις....η παλιά μας πολυκατοικία
φωτο πηγή
Όταν άρχισαν να φυτρώνουν οι πολυκατοικίες η μια πίσω από την άλλη στην Αθήνα στις συνοικίες όπου έμεναν καθημερινοί άνθρωποι του μόχθου όλοι τις κοιτούσαν με θαυμασμό.
Το κρυφό τους όνειρο να φύγουν από την παλιά μονοκατοικία που έμπαζε νερό....
που καιγόντουσαν από την ζέστη της ταράτσας το καλοκαίρι....
που ο βόθρος στην αυλή ξεχείλιζε....που η μυίγα και το κουνούπι ήταν συγκάτοικοι.
Το διαμέρισμα φάνταζε παλάτι.....τι και αν έβγαινες στο μπαλκόνι και χαιρετούσες δια χειραψίας τον απέναντι....τι και αν άκουγες τι έλεγε
ο διπλανός....τι και αν το καζανάκι
του από πάνω ήταν μελωδία όταν έτρωγες....το ραδιόφωνο το πικ άπ δεν σε άφηναν να ησυχάσεις....όλα λεπτομέρειες.
Οι περισσότεροι δεν έψαχναν την ποιότητα της κατασκευής ....έτρεχαν να πάρουν το δάνειο και μετά το κλειδί....
Με τα χρόνια άρχιζαν τα προβλήματα συντήρησης της πολυκατοικίας....
Άντε να συννενοηθείς με τους υπόλοιπους ιδιοκτήτες...
Σήμερα αν κάνεις μια βόλτα στις γειτονιές θα δείς αξιοθρήνητα κτίρια.
Εγκαταλελειμμένα διαμερίσματα ή νοικιασμένα σε αλλοδαπούς όπου ζούν στιβαγμένοι.... μπαλκόνια έτοιμα να καταρρεύσουν .....
Και το χειρότερο οι περισσότεροι ιδιοκτήτες τους να έχουν "φύγει"
και οι κληρονόμοι τους να πληρώνουν ακόμα τα δάνεια.
Πίσω στα παλιά
Όταν άρχισαν να φυτρώνουν οι πολυκατοικίες η μια πίσω από την άλλη στην Αθήνα στις συνοικίες όπου έμεναν καθημερινοί άνθρωποι του μόχθου όλοι τις κοιτούσαν με θαυμασμό.
Το κρυφό τους όνειρο να φύγουν από την παλιά μονοκατοικία που έμπαζε νερό....
που καιγόντουσαν από την ζέστη της ταράτσας το καλοκαίρι....
που ο βόθρος στην αυλή ξεχείλιζε....που η μυίγα και το κουνούπι ήταν συγκάτοικοι.
Το διαμέρισμα φάνταζε παλάτι.....τι και αν έβγαινες στο μπαλκόνι και χαιρετούσες δια χειραψίας τον απέναντι....τι και αν άκουγες τι έλεγε
ο διπλανός....τι και αν το καζανάκι
του από πάνω ήταν μελωδία όταν έτρωγες....το ραδιόφωνο το πικ άπ δεν σε άφηναν να ησυχάσεις....όλα λεπτομέρειες.
Οι περισσότεροι δεν έψαχναν την ποιότητα της κατασκευής ....έτρεχαν να πάρουν το δάνειο και μετά το κλειδί....
Με τα χρόνια άρχιζαν τα προβλήματα συντήρησης της πολυκατοικίας....
Άντε να συννενοηθείς με τους υπόλοιπους ιδιοκτήτες...
Σήμερα αν κάνεις μια βόλτα στις γειτονιές θα δείς αξιοθρήνητα κτίρια.
Εγκαταλελειμμένα διαμερίσματα ή νοικιασμένα σε αλλοδαπούς όπου ζούν στιβαγμένοι.... μπαλκόνια έτοιμα να καταρρεύσουν .....
Και το χειρότερο οι περισσότεροι ιδιοκτήτες τους να έχουν "φύγει"
και οι κληρονόμοι τους να πληρώνουν ακόμα τα δάνεια.
Πίσω στα παλιά
↧
↧
Επιτέλους ...μόνος....
↧
Ο Βενιζέλος....
Στην Τρόικα έστειλε ολοκληρωμένο σχέδιο για την ανάσχεση της ανεργίας ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ το οποίο υπόσχεται 700 χιλιάδες θέσεις εργασίας που θα χρηματοδοτηθούν από κοινοτικούς και εθνικούς πόρους.
Σχόλιο:
Ο αγύρτης διαφέρει του απατεώνα ως προς τούτο:
Ενώ και οι δύο παριστάνουν ψευδή πράγματα ως αληθινά ο μεν αγύρτης παριστάνει ως αληθή ψευδή πράγματα τα οποία και ο κοινός νους και η σχετική κοινωνική πείρα μπορεί εύκολα να ελέγξει ότι αυτά όντως είναι ψευδή. Αντίθετα ο απατεώνας παριστά ψευδή πράγματα ως αληθή που τις περισσότερες φορές δεν είναι εύκολη η αναγνώρισή τους ούτε και από ειδικούς, αν δεν γίνει προηγουμένως μια σε βάθος έρευνα, για παράδειγμα κάποιος πουλά κλοπιμαία ως δικά του. Λόγω της διαφοράς αυτής ο Ποινικός Κώδικας εκλαμβάνει την μεν αγυρτεία ως πταίσμα, με κράτηση στα Αστυνομικά καταστήματα, την δε απάτη ως πλημμέλημα ή ακόμη και ως κακούργημα ανάλογα της ζημίας που έχει επέλθει.
ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ
↧
«Ο όρμος των παρθένων»
Αναδρομή στα μαθητικά ατυχήματα. Τα μυστήρια της Γεωργιούπολης
Ήταν Μάιος του 1972 όταν το Γυμνάσιο Θηλέων του Σπηλίου Ρεθύμνου πραγματοποιούσε την κλασσική πενθήμερη εκδρομή του με πούλμαν στα Χανιά. Το ανοιξιάτικο πρωινό της 4ης Μαίου τους βρήκε όλους στην υπέροχη παραλία της Γεωργιούπολης. Ο ήλιος λαμπερός και ζεστός και η μπουνάτσα της θάλασσας την καθιστούσε ιδιαίτερα ελκυστική γιά μιά υπέροχη, όπως νόμιζαν, βαρκάδα. Οι συνοδοί καθηγητές συγκεντρωμένοι σε κάποιο παραλιακό καφενείο, παρακολουθούσαν αμέριμνοι, όπως γίνεται συνήθως, τα παιδιά να τριγυρνούν στην παραλία.
Φαίνεται πως, λόγω του πλήθους των ατυχημάτων-πνιγμών που έχουν συμβεί σ' αυτή την ειδυλλιακή παραλία της μικρής τουριστικής πόλης, κάπου 20 χλμ. από το Ρέθυμνο και τα διπλά, περίπου, από τα Χανιά, τα νερά εκεί είναι αρκετά ύπουλα και θέλουν πολλή προσοχή. Όμως αυτό δεν εμπόδισε τα κοριτσόπουλα ν' αποφασίσουν τη μοιραία βαρκάδα. Στριμώχτηκαν σε μιά ψαρόβαρκα, κατά πολύ μικρότερης χωρητικότητας, πάνω από 20 άτομα και.... βάρκα γιαλό, σαλπάρισαν γι' ανεπίστροφο, ως απεδείχθη, ταξίδι.
Μόλις η βάρκα βγήκε από τον απάνεμο όρμο κι άρχισε το ταρακούνημα των κυμάτων, τα κορίτσια, που σημειωτέον τα περισσότερα δεν γνώριζαν κολύμπι, άρχιζαν να τρομάζουν και να πανικοβάλλονται, οπότε μέσα στην τρομάρα τους και με κάποιο δυνατό κύμα, μαζεύτηκαν στη μιά μεριά της βάρκας και…. μπλουμ! πάρ’ τες όλες στο νερό, με τη βάρκα τούμπα!
Από εκεί και μετά έγινε ο κακός χαμός με τις μικρές να ουρλιάζουν απεγνωσμένα, κάποιες να μπερδεύονται στα δίχτυα που χύθηκαν στη θάλασσα και τους δασκάλους στην παραλία να παρακολουθούν έντρομοι κι αλλόφρονες, κραυγάζοντας κι αυτοί γιά μιά βοήθεια που οι ίδιοι δεν μπορούσαν να προσφέρουν.
Όσιος Γεννάδιος ο Ακουμιώτης |
Αποτέλεσμα, σε λίγα λεπτά και μέχρι να κινητοποιηθούν οι διασωστικοί μηχανισμοί, 21 νεαρές κοπέλες περισυνελλέγησαν πνιγμένες, βυθίζοντας στο πένθος ένα νησί, την Κρήτη, και μιά χώρα, την Ελλάδα.
Συγκλονιστική είναι η συνέχεια της ιστορίας, που έχει πάρει διαστάσεις θρύλου, με την διήγηση ενός τότε μοναχού, και ήδη Οσιοποιημένου γέροντα, του Γεννάδιου του Ακουμιώτη, ο οποίος, όπως είπε στον τραγικό πατέρα δύο πνιγμένων κοριτσιών, με θεϊκή δύναμη διακτινίστηκε, από το κελί που εμόναζε δίπλα στο ξωκκλήσι της Αγίας Άννας, την ώρα του ατυχήματος και ως διά μαγείας, βρέθηκε στην παραλία της Γεωργιούπολης προσπαθώντας να αποτρέψει τις μαθήτριες να μπουν στη βάρκα. Μάταια όμως γιατί αυτές γελούσαν και περιγελούσαν τον γέροντα. Και τότε αυτός κατάλαβε πως αυτό που θα γινόταν ήταν το θέλημα του Θεού! Μάλιστα ο μοναχός εξήγησε, αργότερα, στον δύστυχο πατέρα πως είχε οραματιστεί τις κόρες του στεφανωμένες στον Παράδεισο! Την ύπαρξη κληρικού στην παραλία, ο οποίος εξαφανίστηκε μετά μυστηριωδώς, επιβεβαίωσαν και κάποιες άλλες διασωθείσες μαθήτριες.
Ο πατέρας των κοριτσιών, προφανώς δυσπιστώντας και με την χαρακτηριστική αφέλεια των απλοϊκών ανθρώπων, είπε στον μοναχό:
- Παππούλη, γιά να πιστέψω πως μου λες αλήθεια κι ότι έτσι που τα λες είναι, ζήτησε από το Θεό να πέμψει τις ψυχές των θυγατέρων μου σαν περιστέρια και να τις δω γιά λίγο στο χωράφι που οργώνω!
Πράγματι, την άλλη ημέρα στο χωράφι, δυό κάτασπρα περιστέρια έφερναν γύρους πάνω από τον χωρικό την ώρα που αυτός ζευγάριζε.
- Θεέ μου, είπε εκείνος, σταμάτησε τη δουλειά και κάθισε σ’ ένα πεζούλι κοιτώντας έκπληκτος τον ουρανό. Αν είναι αυτές οι θυγατέρες μου, ας κατέβουν να καθίσουν στα γόνατά μου!
Και έτσι έγινε! Τα περιστέρια κατέβηκαν και κάθισαν γιά ώρα στα γόνατα του χωρικού που τα χάιδευε με λυγμούς, πιστεύοντας πλέον τον γέροντα και υποτασσόμενος στο θέλημα του Θεού!
ΥΓ. Την ιστορία την ξέρω από αυτήκοο μάρτυρα στον οποίο την διηγήθηκε ο ίδιος ο χωρικός –πατέρας, κοντά 30 χρόνια πριν, στο χωριό Μυξούρεμα της Κρήτης.
Έκτοτε ο όρμος που πνίγηκαν τα κορίτσια ονομάζεται "Όρμος των 21 παρθένων"
↧
TO AΓOPI TOY ΣABBATOBPAΔOY
1999
Δημήτρης, 19 χρονών. Aυτές τις μέρες κοιμάται στο πάρκινγκ της οδού Σατωβριάνδου. Xρήματα για ναρκωτικά βρίσκει στο ίδιο σημείο από ομοφυλόφιλους που έρχονται να ψωνίσουν αγόρια. «M έδιωξε η μάνα μου απ το σπίτι πριν από δύο μήνες. M έδιωξε γιατί έπαιρνα ναρκωτικά κι εκείνη ήθελε να ζήσει μια ήρεμη ζωή με τον νέο της σύζυγο. Πίνω acid, όπιο, αρντάν και ηρωίνη. Όλα αυτά μαζί με πολύ ούζο, γι αυτό με βλέπετε τόσο χάλια απόψε. Στην Oμόνοια συχνάζω εδώ και ενάμιση χρόνο, αλλά με την πρέζα έμπλεξα τελευταία. Oι δικοί μου δεν νοιάζονται για μένα. Mε τον αδερφό μου δεν μιλάμε. Δεν μου μιλάει γιατί πηγαίνω με ομοφυλόφιλους. Ετσι βγάζω χρήματα για να επιβιώσω. Xθες βράδυ μου έκαναν φόρμα. Φόρμα είναι όταν σε στριμώχνουν σε έρημο στενό και σε απειλούν με μαχαίρι για να τους δώσεις χρήματα. Ήταν το εισιτήριό μου για την Kαλαμάτα, είμαι φαντάρος εκεί. Tώρα θα με ψάχνουν, δεν ξέρω τι να κάνω. Aν μπορείτε, γράψτε στο περιοδικό ότι με βρήκατε νεκρό, μήπως το δει η μάνα μου και έρθει να με ψάξει. Tο Σάββατο τράβηξα δέκα χαρτιά κι ευχόμουν να φύγω. Tο άλλο Σάββατο θα τα καταφέρω».
Kπηγή
↧
↧
Ιστορικά στοιχεία για τον περιβόητο ΣΑΚΑΦΛΙΑ
Εκδοχή της Εφημερίδας «ΣΚΡΙΠ» του Δημήτρη Τσιγάρα
(Ποιος πραγματικά ήταν και ποιοι τον σκότωσαν)
Αναζητώντας την ιστορικότητα του θρυλικού ΣΑΚΑΦΛΙΑ, τον ήρωα του ομώνυμου τραγουδιού του Βασίλη Τσιτσάνη, με το οποίο συνδέθηκαν και έγιναν γνωστά τα Τρίκαλα στο Πανελλήνιο, προέκυψαν διάφορες αναφορές οι οποίες στηρίζονταν μόνο σε προφορικές διηγήσεις, εικασίες αντικρουόμενες και αμφιλεγόμενες απόψεις.
Όλα αυτά αποτέλεσαν την ύλη του βιβλίου μου με τίτλο «ο θρυλικός Σακαφλιάς» που εκδόθηκε το 2008.
Η Απάντηση όμως για το ποιος πραγματικά ήταν ο Σακαφλιάς ήρθε μετέπειτα, όταν συνεχίζοντας την έρευνά μου, ανακάλυψα ένα άρθρο στην εφημερίδα ΣΚΡΙΠ, της εποχής του 1924, το οποίο αποτελεί κατά τη γνώμη μου το πιο ισχυρό ντοκουμέντο για την απόδειξη της ιστορικότητας του Σακαφλιά.
Ποιος πραγματικά ήταν ο Σακαφλιάς, ποιοι, πότε και γιατί τον σκότωσαν;
Παραθέτω παρακάτω το άρθρο της εφημερίδας ΣΚΡΙΠ της 6-7-1924, όπου στην σελίδα 5 καταγράφεται με λεπτομέρειες ένα φονικό που έγινε στην περιοχή μας.
ΑΠΟ ΤΑ ΦΡΙΚΙΑΣΤΙΚΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ
ΤΡΑΓΩΔΙΑ ΣΑΙΞΠΗΡΙΚΗ ΕΙΣ ΘΕΣΣΑΛΙΚΟΝ ΧΩΡΙΟΝ
ΟΛΟΚΛΗΡΟΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΔΟΛΟΦΟΝΟΥΜΕΝΗ ΕΝΩ ΕΚΟΙΜΑΤΟ
ΑΝΑΤΡΙΧΙΑΣΤΙΚΑΙ ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΙΕΞΑΧΘΕΙΣΑΝ ΕΝ ΤΡΙΚΑΛΟΙΣ ΔΙΚΗΝ
Η Θεσσαλία ολόκληρος προ ολίγων μηνών συνεταράχθει από μίαν τραγωδίαν ομοίαν της οποίας δεν συναντώμεν εις τα εγκληματολογικά χρονικά της χώρας μας.
Μια οικογένειεα αποτελούμενη από τον πατέρα, την μητέρα και δυο κορίτσια, εκοιμήθησαν το βράδυ δια να μην εξυπνήσουν πλέον. Όταν την πρωίαν η ώρα είχε περάσει και η θύρα της οικίας όπου συνέβη το ζήτημα δεν ήνοιξε, οι κάτοικοι του χωρίου Καλλιφωνίου της Καρδίτσης την διέρρηξαν και εισήλθον.
Και είδον…,
1) Τον αρχηγόν της οικογενείας Θωμάν Καβλιάν, φέροντα σφαίραν εις την κεφαλήν και τέσσαρες εως πέντε μαχαιριές εις το στήθος.
2) Την σύζυγόν του, Μαγδαληνήν, με σφαίραν εις την κεφαλήν και με 4 μαχαιριές εις το στήθος, άλλας εις τους βραχίονας και άλλας εις τας χείρας.
3) Την θυγατέραν των Βασιλικούλαν, ετών δέκατριών, με σφαίραν εις την κεφαλήν και τέσσαρας μαχαιριές επί του σώματος και άλλων εις τον ομφαλόν. Εκ της πληγής ταύτης, εχέθησαν τα έντερα του θύματος.
4) Την μικροτέραν κόρην της οικογενείας Χρυσούλαν, δεκαετή μόλις με σφαίραν εις την κεφαλήν. Και τραύματα δια μαχαίρας εις το σώμα και τον ομφαλόν.
Φυσικόν ήτο η θέα τον αιμορφύτων και κρεουργημένων πτωμάτων, το ξεκλήρισμα μιας ολοκλήρου οικογενείας να σκορπίσει την φρίκην εις τους ειρηνικούς κατοίκους του γραφικού χωριού του Θεσσαλικού κάμπου. Και αμέσως μετά την φρίκην, η απορία: Ποιος είχε τόσο μίσος εναντίον του δολοφονηθέντος, και να μην αρκεσθή εις τον φόνον του αλλά να δολοφονήση και την γυναίκα του, αλλά να δολοφονήση και τη γυναίκα του, και τα μικρά του παιδιά;
ΠΟΥ ΟΔΗΓΕΙ Η ΣΠΑΤΑΛΗ
Όλοι οι Καλιφωνίται συνεφώνησαν εις το ότι ο δράστης, της στυγεράς δολοφονίας ήτο κάποιος εικοσιπέντε χρονών, εις τον εκ του χωριού Γουλόπουλος ονόματι.
Και επειδή αυτός ήτο στραβολαίμης – το χωρίον ολόκληρον μια φωνή έλεγε: φονιάς είναι ο στραβολαίμης.
Αλλ’ αυτός ο στραβολαίμης, ο έχων ψυχήν θηρίου, τι ήτο; Όπως κατετέθη εις την δίκην – η οποία εγένετο προ δεκαημέρου εν Τρικάλλοις – ήτο τύπος σπατάλου και εκβιαστού.
Ο εξάδελφος του θύματος Γ. Καβλιάς, κατέθεσε περί του βίου και της πολιτείας του ανδρός, τον οποίον βλέπεται εις την φωτογραφίαν, ληφθείσαν ενώ ούτος ευρίσκετο εις την φυλακήν, τα εξής:
Ο Γουλόπουλος γύριζεν χωρίς να εργάζεται και ένα μήνα προ του εγκλήματος πωλήσας τα καπνά των οικείων εσπατάλησε 10.000 – 11.000 δραχμές εις γλέντια και καφεσαντάν. Έπερνε δανικά και δεν τα έδιδε. Ο φονευθείς τον εδάνεισε πολλάκις συνέτρεχε δε και την οικογένειά του. Επήρε και από τον εξ Αμερικής ελθόντα εξάδελφόν του 1000 δραχμές τας οποίας εσπατάλησεν εις τα καφωδεία. Τας τελευταίας ημέρας προ του εγκλήματος, λόγω των σχέσεών του με το θύμα εγνώριζεν, ότι τούτο είχε 30.000 δραχμάς εκ πωλήσεως καπνού. Και προέβη εις το έγκλημα δια να τας πάρη.
Τα της σπατάλου ζωής του Γουλοπούλου, διαπιστούνται και παρ’ άλλων μαρτύρων.
-Αυτός και για χίλιες δραχμές θα σκότωνεν άνθρωπο, κατέθετεν εις μάρτυρας.
Και δια του στόματος πάντων των μαρτύρων, παρελαύνει ο βίος του Γουλοπούλου, σπαταλώμενος μαζί με τα χρήματα της οικογενείας του και των φίλων του παρ’ ων εδανείζετο μεταξύ των καφωδείων και των ταβερνείων.
ΚΑΙ Ο ΙΣΑΞΙΟΣ ΒΟΗΘΟΣ ΤΟΥ
Ο μάρτυς Γαλάνης, χωρικός εκ Καλιφωνίου κατέθεσε τούτο εις το δικαστήριον με την προσθήκην ότι τον φόνον τούτον επληροφορήθη από τον γαμβρόν του Γουλοπούλου άλλοτε, ο οποίος θαυμάζων την εξυπνάδα του ανδρός, έλεγεν ότι τα κατάφερε και δεν ανεκαλύφθη.
Αλλά και άλλη μια δολοφονία είχε γίνει εις τα Σαράγια της Θεσσαλίας πέρυσι τη βοηθεία του γαμβρού του τούτου. Πιστός και αφοσιωμένος λέγουν οι μάρτυρες εις τον φονηά.
-Τόσο πιστός του ήτο ώστε και άνθρωπον, εσκότωνε αν του έλεγεν ο Γουλόπουλος.
Ο αδελφός του θύματος, καταθέτει περί αυτού τα εξής:
-Εις άνθρωπος ήτο αδύνατον να διαπράξη το έγκλημα και συνέπραξεν ασφαλώς ο Τριγώνης με το μαχαίρι.
ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ
Κατά την πρόοδον της δίκης αποκαλύπτονται και άλλοι άθλοι του Γουλοπούλου. Άθλοι εγκληματιών δηλαδή.
Ελέχθη ότι ο τρομερός εγκληματίας όταν ευρίσκετο εις Αθήνας είχε συνδεθή με μίαν γυναίκα. Φαίνεται ότι ήτο κόρη την είχε αποπλανήση – αυτό δεν κατέστη δυνατόν να διευκρινισθή. Το βέβαιον είναι ότι η γυναίκα αυτή έπαυσε να είναι πλέον αρεστή εις τον Γουλόπουλον, και απλούστατα την εξέκαμε.
Αλλά το έγκλημα ημπορούσε να το διαπράξη μόνος ο Γουλόπουλος;
Το ερώτημα αυτό ήλθεν αυθόρμητον. Τα θύματα ήσαν τέσσαρα. Πως λοιπόν θα επρόφθασε το έργον του, χωρίς κατά την ώραν του φρικιαστικού εγκλήματος να προδοθή από τας φωνάς των μελοθανάτων οίτινες τυχόν θα εξύπνουν εκ του θορύβου και των πυροβολισμών που ερρίπτοντο μέσα εις το σπίτι;
Αλλά ο Γουλόπουλος ένα μόνον φίλον είχε. Τον Τριγώνην τον βλέπατε και εις χωρικός ευρέθη δολοφονημένος και ο δράστης δεν ανεκαλύφθη.
Ο μάρτυς Καβλιάς, αδελφός του Θύματος ερωτώμενος αν θεωρεί ενόχους τον Γουλόπουλον και τον Τριγώνην καταθέτει ότι εθεωρεί ικανούς δια το διαπραχθέν αποτρόπαιον έγκλημα, βεβαιοί δε ότι ήκουσεν ενταύθα ότι αυτοί είναι οι δράσται και της δολοφονίας εις Σαράγι πέρυσι διαπραχθείσης της οποίας δεν συνελήφθησαν οι δράσται.
ΤΑ ΑΙΜΑΤΑ ΤΩΝ ΠΑΠΟΥΤΣΙΩΝ ΤΟΥ
Εν τούτοις παρ΄ όλα όσα εξεθέσαμεν ανωτέρω και τα οποία κατετέθησαν κατά την δίκην, οι κατηγορούμενοι, ίσως θα διέφευγον. Αληθές είναι ότι αι σφαίραι, ως έφερον τα θύματα ήσαν πιστολίου Γκολτς. Και ο Γουλόπουλος την προηγουμένην του εγκλήματος απεκαλύφθη ότι είχε πάρει το όπλον του αδελφού του, ομοίου συστήματος. Αλλά βεβαίως μόνος ο Γουλόπουλος, δεν είχε πιστόλιον Γκολτς.
Αλλά ο από μηχανής θεός έρχεται να ρίψη άπλετον φως εις την υπόθεσιν.
Οι φόνοι των μελών της οικογενείας Καβλιά, διεπράχθησαν την νύκτα της Δευτέρας 3-4 Μαρτίου. Εις τας πέντε το πρωί ο Γουλόπουλος ευρέθη εις την Καρδίτσαν. Προφανώς είχεν αλλάξει τα ρούχα του και ήτο βέβαιος ότι το άλλοθι αρκούντως θα τον εβοήθει, αφ΄ού τόσον πρωί θα εθεάτο εις την πόλιν. Αλλά ελησμόνησε να αλλάξη τα παπούτσια του. Εις το σκότος, εις την κατάστασιν όπου εβρίσκετο μετά το έγκλημα δεν παρετήρησεν ότο ήτο κατασπιλωμένα από αίμα. Και εκάλεσεν ένα υποδηματοκαθαριστήν να τα διορθώση. Αυτός είδε το αίμα και ωμολόγησεν κατόπιν.
Ιδού τι κατέθεσε προ του Δικαστηρίου. Ονομάζεται Καραντώνης, το όργανον αυτό της Νεμέσεως, το οποίον εξασκεί το ταπεινόν αλλά έντιμον επάγγελμα του υποδηματοκαθαριστού:
-Το πρωί εις τας 5 ο Γουλόπουλος μ΄εφώναξε έξω από το μεγάλο καφενείο να του γιαλίσω τα παπούτσια και είδα ότι ήσαν γεμάτα αίματα. Αίματα πολλά. Τον Γουλόπουλον τον εγνώριζα. Εφοβήθην να τον ερωτήσω από τι είναι τα αίματα διότι δεν ήτο κανείς άλλος έξω εις το πεζοδρόμιον. Αν ήτο εντός του καφενείου θα εφώναζα χωροφύλακα, διότι μου εκινήθη η περιέργεια με τα αίματα. Ο Γουλόπουλος έφυγεν αμέσως. Την Τετάρτην έμαθα τους φόνους.
Εξετάζεται κατ΄αντιπαράστασιν προς τον Γουλόπουλον και επιμένει βεβαιών, ότι τον αναγνωρίζει, ενώ ο κατηγορούμενος ισχυρίζεται ότι δεν ήτο αυτός ευρισκόμενος, ως λέγει, εις Τρίκαλα.
Ο μάρτυς καταθέτει ότι προ τινών ημερών ο Γουλόπουλος μεταφερόμενος ενταύθα τον ηπείλησε να τον φονεύση μόλις εξίλθη των φυλακών.
ΠΑΠΑΚΥΡΙΑΖΗΣ (Στρατ.) Ερωτά τον μάρτυρα τι χαρακτηριστικά έδωκεν εις την ανάκρισιν τι άνθρωπος ήτο εκείνος του οποίου τα παπούτσια ήσαν γεμάτα αίματα;
ΜΑΡΤΥΣ. Είπα είναι κοντός με στραβό το λαιμό.
Όντως τέτοιος είναι ο Γουλόπουλος.
Ο Καραντώνης ήτο η αιτία της συλλήψεώς του. Ο Καραντώνης και αιτία της καταδίκης του. Διότι πράγματι ουδείς τον είδε να διαπράττει τους φόνους.
ΑΔΥΝΑΜΙΑ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΥΣ
Εις την αποδεικτικήν διαδικασίαν εξηκριβώθη επίσης ότι ο Γουλόπουλος είχεν τακτικήν συναναστροφήν με τους χωροφύλακας, της καταδιώξεως μάλιστα.
Την επομένην του εγκλήματος ο Γουλόπουλος εθεάθη συντρώγων με δύο χωροφύλακας και επλήρωσε και τα έξοδα, εφαίνετο δε ηρεμώτατος.
Επίσης ο μάρτυς χωροφύλαξ Παληός βεβαιοί ότι έκαμνε παρέαν με τον φονέα και ότι την είδησιν του φόνου την έμαθεν από τον Γουλόπουλον το πρωί της Τετάρτης, ενώ το έγκλημα εγνώσθη εις Τρίκαλα επισήμως το βράδυ της ιδίας ημέρας εκ τηλεγραφήματος της αστυνομίας Καρδίτσης.
Ο χωροφύλαξ Ιωακείμ, βεβαιοί ότι το έγκλημα επληροφορήθη από τον υπενωματάρχην Λάντζαρην, εις τον οποίον το είχεν ανακοινώση ο Γουλόπουλος, είχε διεμορφώσει την γνώμην ότι ούτος ήτο ο φονεύς.
Και όταν ηρωτήθησαν όλοι οι χωροφύλακες, διατί τους συναστρέφετο ο Γουλόπουλος αυτοί απάντησαν.
Ήθελε να μη, μας δίδη υποψίας δια τας πράξεις του.
ΤΟ «ΑΛΛΟΘΙ»
Αλλά εις ότι μεγάλην προσοχήν έδοσεν ο Γουλόπουλος, ήτο να δημιουργήση το «άλλοθι».
Την 3 Μαρτίου – την νύκτα της ημέρας αυτής διέπραξε τον φόνον – μετέβη εις το εν Τρικάλοις ξενοδοχείον «Πετρούπολις» και παρήγγειλε να του κρατήσουν κρεββάτι. Αλλά το βράδυ δεν μετέβη να κοιμηθή. Ενεφανίσθη την εννάτην πρωινήν και εκοιμήθη καθ΄όλην την ημέραν. Εφεξής εκοιμάτο εκεί. Και ο Τριγώνης τον επισκέπτετο συχνά.
Επίσης προσεπάθει να πείση τους χωροφύλακας της καταδιώξεως, ότι διεσκέδασε μαζί των την νύκτα της Δευτέρας (καθ΄ ήν διεπράχθη ο φόνος) και όχι την νύκτα της Τρίτης.
Εν τω μεταξύ αυτός αφ΄ού παρήγγειλε να του κρατήσουν το κρεβάτι εις το ξενοδοχείον, - 2.30 μ.μ. – έφυγε το απόγευμα εις τας 7 δια Καρδίτσαν, μετέβη εις Καλλιφώνιον.
Την πρωίαν της Τρίτης εθεάθη εις Καρδίτσαν και εις τας 9 ενεφανίσθη πάλιν εις Τρίκαλα ότι και εκοιμήθη εις το Ξενοδοχείον.
Μετά την αποκάλυψιν του δρομολογίου του φονέως το «άλλοθι» κατέπεσε παταγωδώς.
ΑΙ ΑΠΟΛΟΓΙΑΙ
Οι κατηγορούμενοι εις τας απολογίας των ηρνήθησαν την ενοχήν των.
Ο Γουλόπουλος ηγκυροβολημένος εις το «άλλοθι», επέμεινεν ότι την Δευτέραν την νύκτα καθ΄ήν διεπράχθη το έγκλημα εις Καλιφώνιον, ήτο εις Τρίκαλα, εκοιμήθη δε εις το ξενοδοχείον το πρωί, διότι διασκέδαζε την νύκτα. Ηρνήθη ότι ενέχεται εις το έγκλημα και απέδοσε το ότι κατηγορείται παρά των Καλιφωνιτών εις το ότι δεν κατάγεται εκ τοιούτου χωρίου.
Ο έτερος κατηγορούμενος Τριγώνης, ο οποίος εφρόντισε μετά το έγκλημα να μεταβή εις το χωρίον Στεφανωσιαίς και να κοιμηθή εις το σπίτι της αδελφής του επικαλείται τούτο, ίνα αποδείξη την αθωότητά του. Δικαιολογεί τον τραυματισμόν του εις την χείρα και λέγει, ότι προήλθε καθ΄ήν ώραν ούτος ετρόχιζε κάποιον πέλεκυν.
ΕΙΣ ΘΑΝΑΤΟΝ
Το Δικαστήριον μετά διάσκεψιν ημισείας ώρας, εξέδοσε την απόφασίν του.
Αμφότεροι οι κατηγορούμενοι, Γουλόπουλος και Τριγώνης, εκηρύχθησαν ένοχοι επί ληστεία και φόνω. Και κατεδικάσθησαν εις θάνατον.
Ατάραχοι ήκουσαν την καταδίκην των.
Αμφότεροι διεμαρτύροντο ότι είναι αθώοι και ότι αδίκως κατεδικάσθησαν εις θάνατον.
Αλλά η διαταγή του επί κεφαλής της φρουράς των αξιωματικού όπως μεταφερθώσι οι κατηγορούμενοι εις την φυλακήν διέκοψε τας διαμαρτυρίας των περί αθωότητός των.
Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΥΞ
Ως μας γράφουν εκ Τρικάλλων, η τελευταία νυξ των δύο καταδίκων υπήρξεν ήρεμος.
Εις το ίδιον κελλί δεν εκοιμήθησαν. Εκάπνιζαν διαρκώς και συνωμίλουν σιγά, σιγά.
Κανείς δεν ηθέλησε να τους διακόψη, ούτε καν να ακούση τας διαλέξεις των. Όσον και ήσαν ένοχοι, ήσαν μελλοθάνατοι.
Το πρωί ήλθεν ο ιερεύς να τους κοινωνίση των αχράντων Μυστηρίων. Ολίγον ακόμη και δεν θα υπήρχον εις την ζωήν. Εκοινώνησαν. Μετά την μετάληψιν, ο Γουλόπουλος είπεν εις τον σκοπόν.
-Φώναξε τον γραμματέα της Επιστασίας των φυλακών Γεωργιάδην.
Όταν ούτος μετέβη ο Γουλόπουλος είχε χάσει την ψυχραιμίαν του.
-Φώναξε του λέγει τον Επίτροπο. Θέλω να ομολογήσω το έγκλημά μου. Εγώ διέπραξα τους φόνους αλλά ο Τριγώνης είναι αθώος.
ΕΙΣ ΤΟΝ ΤΟΠΟΝ ΤΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΕΩΣ
Η γενναιοψυχία αυτή του Γουλόπουλου, ουδόλως ωφέλησε τον Τριγώνην. Ο άθλιος δολοφόνος, βλέπων, ότι έφθασεν η ώρα του θανάτου του και μετανοήσας ίσως, διότι παρέσυρε και άλλον εις το έγκλημα, ηθέλησε να τον σώση, αποθνήσκων αυτός μόνον.
Αλλά η Φρουρά ήτο έτοιμος, χρονοτριβή δεν εχώρει με τον μελοθάνατον, δεμένοι από τας χείρας, εβάδιζαν μαζί εις τον θάνατον, μαζί εσκόρπισαν τον θάνατον εις ένα ολόκληρο σπίτι.
Μετ΄ ολίγον δεν υπήρχον πλέον. Αι σφαίραι του στρατιωτικού αποσπάσματος εξεδικήθησαν τα θύματά των.
ΑΝΔΡ.
Αναφορά για το ίδιο θέμα έγινε και στην εφημερίδα «Ριζοσπάστης» της 8 – 3 – 1924 στη 2 σελίδα, όπου αναφέρονται τα εξής:
«ΣΚΟΤΩΣΕ ΟΛΟΚΛΗΡΟΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΝ
Ηγγέλεται εκ Πόλιν, ότι την προχθεσινήν νύχτα εις το χωρίον Καλλιφώνιον εφονεύθη δοι όπλων και μαχαίρας ολόκληρος η οικογένεια του Θωμά Καβλιά απαρτιζόμενη εξ αυτού, της συζύγου του και των δύο θυγατέρων του. Επι τόπου μετέβη αμέσως ο περιοδεύον ανώτερος Διοικητής Α. Κατσώνας, ο οποίος κατόπιν προκυψάντων σοβαρών στοιχείων ενοχής κατά του Γ. Γουλοπούλου κατεπυγόντος κρυφίως εν τω μεταξύ εις Τρίκαλα ενήργησε την σύλληψιν αυτού».
Ο περιβόητος Σακαφλιάς ήταν ο Θωμάς Καβλιάς από το Καλλιφώνι Καρδίτσας.
Στο βιβλίο μου «ο θρυλικός Σακαφλιάς», σκιαγραφείτε περίπου ο θρύλος του Σακαφλιά με τις αμφιλεγόμενες και αντικρουόμενες αναφορές που κατά καιρούς έχουν διατυπωθεί, αλλά, το άρθρο της εφημερίδας ΣΚΡΙΠ έρχεται να ολοκληρώσει το πάζλ και να φωτίσει για το ποιος πραγματικά ήταν ο Σακαφλιάς, ποιοι, πότε και γιατί τον σκότωσαν.
Παρακάτω θα επιχειρήσω να συνδέσω και να εξηγήσω πως, ο θρυλικός Σακαφλιάς με τον Θωμά Καβλιά, πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο.
Ο χρόνος της δολοφονίας
Ο Ηλίας Πετρόπουλος στο βιβλίο του «Τα ρεμπέτικα» αναφέρεται στην χρονολογία της δολοφονίας του Σακαφλιά ως εξής: «Σύμφωνα με τους θρύλους του υποκόσμου, ο Γιώργος Σακαφλιάς, (ή Σαρκαφλιάς ή Σακαβλιάς) ήτανε τύπος της παρανομίας, που τον σκότωσε το 1924, ο Αντονίτσης».
Στην εκδοχή του Μπαγιαντέρα, στο βιβλίο του Κώστα Χατζηδουλή με τίτλο «Βασίλης Τσιτσάνης - η ζωή μου, το έργο μου», ο μπαγιαντέρας αφηγείται σχετικά:
«Όταν έγινε το έγκλημα ο Βασίλης ήταν μωρό παιδάκι και μετά φαίνεται άκουσε για το φόνο από άλλους παλιότερους στα χρόνια και έγραψε το τραγούδι».
Άρα σύμφωνα με τον Ηλίας Πετρόπουλο, τον Μπαγιαντέρα και τους θρύλους του υποκόσμου η χρονολογία της δολοφονίας του Σακαβλιά συμπίπτει με το δημοσίευμα του ΣΚΡΙΠ και τη δολοφονία του Θωμά Καβλιά η οποία έγινε το 1924.
Το όνομα
Τη δεκαετία του 1930 στη λαϊκή μουσική της Ελλάδας κυριαρχεί ο Παπάζογλου και ο Βαμβακάρης οι οποίοι γράφουν τραγούδια του υποκόσμου, χασικλίδικα.
Ο Τσιτσάνης επηρεασμένος από αυτά τα ρεμπέτικα τραγούδια του Βαγγέλη Παπάζογλου και του Μάρκου Βαμβακάρη τα οποία άκουγε από τα γραμμόφωνα έφηβος στα Τρίκαλα, θέλει να γράψει κι αυτός τέτοια τραγούδια. Πρέπει όμως να βρει δικά του θέματα.
Ρίχνοντας μια ματιά γύρω του, στο δικό του χώρο, τα ανακαλύπτει.
Ο απόηχος ενός εγκλήματος που έγινε το 1924 και είχε συγκλονίσει την περιοχή, αποτελεί έμπνευση και καλή ευκαιρία για τη δημιουργία ενός τέτοιου τραγουδιού.
Ο Τσιτσάνης παίρνει το θύμα του εγκλήματος, αυτόν τον τραγικό τύπο και τον κάνει ήρωα του τραγουδιού του. Ο Θωμάς Καβλιάς που δολοφονήθηκε μαζί με ολόκληρη την οικογένειά του, γίνεται ο ήρωας του τραγουδιού.
Έτσι γράφει το τραγούδι «Ο ΣΑΚΑΒΛΙΑΣ» και το ηχογραφεί το 1938.
«Στα Τρίκαλα στα δυο στενά / Σκοτώσανε το Σακαβλιά.
Δυο μαχαιριές του δώσανε / Και κάτω τον ξαπλώσανε.
Τέτοιο δερβίσικο παιδί / Τον κλαίμε όλοι μας μαζί.
Δεν τον ξεχνάμε βρε παιδιά / Τον φίλο μας το Σακαβλιά».
Εκ παραφθοράς ή για λόγους λογοκρισίας (λόγω της προκλητικότητας του ονόματος
Καβλιάς = Καύλα - καυλιάρης - ο υπερβολικά φιλήδονος) ο Τσιτσάνης ενδεχομένως να πρόσθεσε μπροστά στο όνομα τη συλλαβή «Σα» και από Καβλιάς να το έκανε Σακαβλιάς.
Ενδεχομένως όμως το όνομα να προέκυψε από Καβλιάς σε Σακαβλιάς εκ παραφθοράς καθότι υπέστη πολλές διαμορφώσεις λόγω της προφορικής διάδοσης από στόμα σε στόμα.
Έτσι εξηγούνται και οι διαφορετικές αποδόσεις του ονόματος Καβλιάς, Σακαβλιάς, Σαρκαφλιάς, Σακαφλιάς
Ο τόπος του εγκλήματος
Όσον αφορά για τον τόπο του εγκλήματος, σύμφωνα με το δημοσίευμα, ο Θωμάς Καβλιάς δολοφονήθηκε στο σπίτι του, στο χωριό Καλλιφώνι της Καρδίτσας.
Πρέπει να επισημάνουμε ότι το 1924 που έγινε το έγκλημα, η Καρδίτσα διοικητικά υπάγονταν, ως επαρχία στο νομό Τρικάλων. Ο νομός Καρδίτσας συγκροτήθηκε το 1944.
Το αποτρόπαιο έγκλημα πείρε διαστάσεις και συγκλόνισε την κοινωνία των Τρικάλων και όχι μόνον, κατά τη διάρκεια της εκδίκασης της υπόθεσης των δολοφόνων, Γουλόπουλου και Τριγώνη. Η δίκη διεξήχθη στα δικαστήρια των Τρικάλων, τον Ιούλιο του 1924 και καταγράφηκε στη συνείδηση των κατοίκων ως έγκλημα των Τρικάλων.
Ο Τσιτσάνης φτιάχνοντας το τραγούδι του, τον τόπο του εγκλήματος τον περιγράφει με το δίστιχο:
«Στα Τρίκαλα στα δυο στενά
Σκοτώσανε τον Σακαβλιά».
Εδώ ο Τσιτσάνης με την φράση «στα δυο στενά» δεν κυριολεκτεί, και δεν εννοεί στενά δρομάκια, ούτε εννοεί την φυλακή «στενή» αλλά περιγράφει με ποιητικό λόγο γενικότερα τον τόπο δυστυχίας.
Τον όρο «στενά» τον συναντούμε σε πολλές περιπτώσεις στην ποίηση και στη στιχουργία, σαν «τόπο δυστυχίας».
Υπάρχουν μερικά παραδείγματα άλλων ποιητών και στιχουργών που χρησιμοποιούν τον ποιητικό όρο «στενά».
Ο Ρήγας Φεραίος τον χρησιμοποιεί στον Θούρειο.
«Ως πότε παλικάρια, να ζούμε στα στενά,
μονάχοι σα λιοντάρια, σταις ράχαις στα βουνά;
Σπηλιαίς να κατοικούμε, να βλέπωμε κλαδιά,
να φεύγωμ' απ' τον κόσμο, για τη πικρή σκλαβιά;Ο Γιάννης Παπαϊωάνου χρησιμοποιεί τον όρο «στενά» στο τραγούδι του «Βγήκε ο χάρος να ψαρέψει».
μονάχοι σα λιοντάρια, σταις ράχαις στα βουνά;
Σπηλιαίς να κατοικούμε, να βλέπωμε κλαδιά,
να φεύγωμ' απ' τον κόσμο, για τη πικρή σκλαβιά;Ο Γιάννης Παπαϊωάνου χρησιμοποιεί τον όρο «στενά» στο τραγούδι του «Βγήκε ο χάρος να ψαρέψει».
« Βγήκε ο χάρος να ψαρέψει, με τ’ αγκίστρι του ψυχές
και γυρεύει πληγωμένους, δυστυχείς και προδομένους
Μεσ ‘τις φτωχογειτονιές, ω, βγήκε ο χάρος για ψυχές
Με την μαύρη την σφεντόνα, βγήκε ο χάρος στα στενά
Για πιαστείτε χέρι-χέρι, βρε να του στήσουμε καρτέρι
Κι όποιον πάρει η σφεντονιά, ω, βγήκε ο χάρος στα στενά
Ρε κορμιά βασανισμένα, πιάστε απόψε τα στενά
Για πιαστείτε χέρι-χέρι, να του στήσουμε καρτέρι
Κι όποιον πάρει η σφεντονιά, ω, βγήκε ο χάρος για δουλειά».
Ο Ιάκωβος Μοντανάρης χρησιμοποιεί τον όρο στενά, στο πανομοιότυπο τραγούδι του με τον Σακαβλιά, «Η κακούργα πεθερά».
Στου Χαροκόπου τα στενά,
μια μικροπαντρεμμένη
εσκότωσε τον άνδρα της
βρε, ή δαιμονισμένη
Στον ύπνο πού κοιμότανε,
μάννα και θυγατέρα,
εβάλανε τον ανεψιό
και του 'ριξε τη σφαίρα.
μια μικροπαντρεμμένη
εσκότωσε τον άνδρα της
βρε, ή δαιμονισμένη
Στον ύπνο πού κοιμότανε,
μάννα και θυγατέρα,
εβάλανε τον ανεψιό
και του 'ριξε τη σφαίρα.
Ο όρος «στενά» χρησιμοποιείται και σε διάφορα άλλα στιχάκια και Κριτικές μαντινάδες.
«Στου κάτω κόσμου τα στενά
τώρα θα περπατήσω
με μόνη ελπίδα στην καρδιά
πως θα σε λησμονήσω».
«Επόκαμές μου κοπελιά
του καντηλιού το λάδι
κι εδά μονάχος τριγυρνώ
μεσ' στα στενά του Άδη».
Το επάγγελμα του Σακαβλιά
Ένα άλλο στοιχείο που δένει με την υπόθεση Καβλιά ο θρύλος του Σακαφλιά είναι το επάγγελμά του.
Πολλές φήμες φέρουν τον Σακαβλιά να ασκεί το επάγγελμα του καπνεργάτη.
Στο Καλλιφώνι οι αγρότες ασχολούνται με την καπνοκαλλιέργεια και σύμφωνα με το δημοσίευμα του ΣΚΡΙΠ «Τας τελευταίας ημέρας προ του εγκλήματος, λόγω των σχέσεών του με το θύμα εγνώριζεν, ότι τούτο είχε 30.000 δραχμάς εκ πωλήσεως καπνού. Και προέβη εις το έγκλημα δια να τας πάρη».
Ο Θωμάς Καβλιάς λοιπόν ήταν αγρότης, καπνοπαραγωγός.
Επίσκεψη στο Καλλιφώνι
Όταν ανακάλυψα το δημοσίευμα της εφημερίδας ΣΚΡΙΠ που αφορούσε το έγκλημα της οικογένειας Θωμά Καβλιά, επισκέφτηκα το χωριό της Καρδίτσας, Καλλιφώνι. Ήταν στις 28 Φεβρουαρίου 2009. Το πρώτο που έκανα ήταν να ρωτήσω να μάθω αν υπήρχαν κάτοικοι με το επώνυμο «Καβλιάς». Μου απάντησαν ότι υπάρχουν, αλλά έχουν αλλάξει το επώνυμό τους, για ευνόητους λόγους και το κάνανε «Καλιάς».
Στη συνέχεια ζήτησα να με οδηγήσουν σε κάποιο σπίτι με το επώνυμο αυτό και με οδήγησαν στο σπίτι ενός, Κώστα Καλιά. Έναν ηλικιωμένο κύριο 77 χρονών.
Ο Κώστας Καλιάς με καλοδέχτηκε στο σπίτι του μαζί με τον γιό του, που είναι Δικηγόρος στην Καρδίτσα.
Αφού τους είπα ποιος είμαι και ότι συγκέντρωνα πληροφορίες για κάποιο έγκλημα που είχε γίνει το 1924 στην οικογένειά τους, τον ρώτησα αν είχε ακούσει κάτι για το έγκλημα;
Μου απάντησε: Bεβαίως! Πρόκειται για τον αδερφό του παππού μου, και άρχισε να μου διηγείται με τόση ακρίβεια όλο το ιστορικό σαν να είχε διαβάσει το ρεπορτάζ της εφημερίδας.
«Ο Θωμάς Καβλιάς , ο Γουλόπουλος και ο Τριγώνης ήταν φίλοι και κάνανε μαζί διάφορες κλοπές, ληστείες και απατεωνιές. Για κάποιο λόγο τα χάλασαν στη μοιρασιά και για λόγους εκδίκησης ο Γουλόπουλος και ο Τριγώνης σκότωσαν τον Καβλιά και ξεκλήρισαν ολόκληρη την οικογένειά του.
Μπαίνοντας το βράδυ στο σπίτι, ο Γουλόπουλος και ο Τριγώνης, άρχισαν να μαχαιρώνουν πρώτα τον Θωμά Καβλιά.
Την γυναίκα του την σκότωσαν στην προσπάθειά της να τους εμποδίσει, ενώ τα παιδιά του τα σκότωσαν γιατί είδαν το έγκλημα και θα τους πρόδιδαν. Μάλιστα πριν σκοτώσουν τα δύο κοριτσάκια τα ρώτησαν, αν τους γνωρίζουν; Όταν τα κορίτσια απάντησαν κλαίγοντας, «ναι σας γνωρίζουμε»! τότε τα σκότωσαν κι αυτά με τα μαχαίρια. Στο τέλος για να είναι σίγουροι οι δολοφόνοι ότι είναι όλοι νεκροί τους πυροβόλησαν με πιστόλι και τους τέσσερις στα κεφάλια, τους έδωσαν τη χαριστική βολή.
Ο Θωμάς Καβλιάς είχε καλή περιουσία την οποία μοιράστηκαν μετά τέσσερις κληρονόμοι του…»
Δημ. Τσιγάρας
↧
Η μόδα στα χρόνια της Κατοχής
↧
Εν Αθήναις...μια ηλιόλουστη ημέρα
Έκανα την βόλτα μου χθές αρχίζοντας από την Πλάκα.....υπέροχη ημέρα ηλιόλουστη.
Τουρίστες ανηφορίζανε προς τον Ιερό Βράχο που ακόμα μας δίνει κουράγιο
μαζί με την Ελληνική Σημαία ....
Είδα ηλικιωμένους αγκαζέ με αλλοδαπές βοηθούς να τους πηγαίνουν βόλτα....
Κοντοστάθηκα στους Αέρηδες όταν μια από αυτές έδειχνε στον ηλικιωμένο
την Ακρόπολη ...." ...Ακρόπολις...Ακρόπολις...."του έλεγε.... και αυτός
την κοιτούσε σαν τουρίστας που την έβλεπε για πρώτη φορά....
Την ρώτησα.....έμενε στην Πλάκα και ήταν χτυπημένος από την ασθένεια
του Γερμανού...." Θεέ μου..." είπα και προχώρησα....
Γύρισα πίσω στα παλιά να θυμηθώ φευγάτους παππούδες και γιαγιάδες....
Δεν θυμήθηκα αλλά τότε η τρίτη ηλικία ήταν στο φόρτε της στα 50 και
από 60 και άνω έφευγαν....πλήρης ημερών....
Προχώρησα... οι μαγαζάτορες παίρνουν ήλιο και συζητούν για την σεζόν....
φαίνονται αισιόδοξοι.....για την μείωση του ΦΠΑ έλεγαν και αναρωτήθηκα
άντε και μειώνεται θα διορθώσουν τους τιμοκαταλόγους που έχουν
στα στρίποδα....
Δεν το νομίζω....είναι τυπωμένες και οι τιμές ....δύσκολο να σβηστούν.
Ευτυχώς που υπάρχει ακόμα η Συνοικία των Θεών .....να μας θυμίζει
την Αθήνα γιατί μερικά μέτρα παρακάτω είναι τα σύνορα
της νέας Αθήνας....της ντροπής!
Πίσω στα παλιά
↧