Quantcast
Channel: Πίσω στα παλιά
Viewing all 12885 articles
Browse latest View live

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΕΓΚΩΜΙΟΝ

$
0
0



49 χρόνια πρίν... 8.IIΙ.1964

Επιλογή: Μιχαλης Ν. Κατσιγερας
 (Κύριον άρθρον της «Κ» υπό τον τίτλον «Κωνσταντίνος».) «Το έθνος χαιρετίζει τον νέον Βασιλέα του. Τον Βασιλέα Κωνσταντίνον. Το όνομα αφυπνίζει παλαιάς λατρείας, παραδόσεις, κλέη και θρύλους. Αλλ’ ο νεαρός βλαστός της ενδόξου Δυναστείας Γεωργίου του Α΄, υπέρ παν άλλο, την ώραν αυτήν της βαθείας οδύνης διά την αδόκητον απώλειαν του προσφιλούς Πατρός Του, ενθυμίζει τας πλουσίας αρετάς Εκείνου, την εμμανή προσήλωσίν Του εις παν το ελληνικόν, την στερεάν ηθικήν και την βαθείαν χριστιανικήν πίστην Του με τας οποίας επεβλήθη εις την συνείδησιν του ελληνικού λαού, ετιμήθη και ηγαπήθη. Ο νέος Βασιλεύς [...] επροικίσθη με τα προτερήματα εκείνα που αποτελούν λαμπρά εφόδια διά μίαν σταδιοδρομίαν υψηλής ευθύνης και ανεπιλήπτου βιώσεως. [...]
 Ο Κωνσταντίνος θα σταθή εις το ύψος των περιστάσεων και θα ηγηθή του ελληνικού λαού εις την συνεχιζομένην μάχην της αναπτύξεως και της ευημερίας του. Η σκυτάλη την οποίαν παρέλαβεν είναι βαρεία. 
Αλλά τα βασιλικά νεανικά χέρια έδειξαν ότι ημπορούν να την κρατήσουν.»
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Σχόλιο


Ήμαρτον Παναγία μου!

Το καλντερίμι....

$
0
0


Στ’ άπονο το καλντερίμι
το τραγούδι σπαραγμός, 
μεροκάματο του τρόμου
το επάγγελμα του δρόμου
κι η ζωή κατατρεγμός

Πρόσωπα χλωμά βαμμένα, 
παγωμένο το φιλί, 
ερημιά κι απελπισία, 
στα φτηνά ξενοδοχεία
εσταμάτησ’ η ζωή

Στις γωνιές ορθοστασία, 
κάθε βήμα και λυγμός, 
κάθε αγκάλιασμα και πόνος
του πεζοδρομίου ο νόμος
είναι θάνατος αργός


Αλέκος Γαλανός

Η ΟΜΟΝΟΙΑ ΚΑΙΓΕΤΑΙ

$
0
0

Aρντάν-ύπνους, αρντάν-ύπνους κανείς;” Tο αγόρι με το σκαμμένο πρόσωπο έξω απ’ τον Mπακάκο ραπάρει στο μονότονο τραγούδι της πλατείας. Aπόψε φαίνεται παράξενος. Πρόσθεσε, μάλιστα, έναν καινούργιο στίχο. «Kανείς δεν βρίσκεται τυχαία στην Oμόνοια», φωνάζει κάθε τόσο με βραχνή φωνή κι ύστερα ξεσπά μόνος του σε υστερικά γέλια. Oι περαστικοί συνοφρυώνονται. Tον περνάνε για τρελό, για «σαλεμένο». Oι υπόλοιποι, όμως, ξέρουν καλά τι εννοεί –και τον μισούν γι’ αυτό που εννοεί. Eσύ απόψε δεν βρίσκεσαι εδώ για να πάρεις τον ηλεκτρικό. Eδώ βρίσκεσαι για να δώσεις φούντα και να πάρεις αρντάν. Nα δώσεις αρντάν και να πάρεις ύπνους. Nα δώσεις ύπνους και να πάρεις πρέζα. Nα δώσεις πρέζα και να πάρεις μεθαδόνη στη μαύρη. Nα δώσεις μεθαδόνη στη μαύρη και να πάρεις πρέζα.Nα δώσεις πρέζα και να πάρεις γυναίκες. Nα δώσεις γυναίκες και να πάρεις αγόρια. Nα δώσεις αγόρια και να πάρεις διαβατήρια. Nα δώσεις διαβατήρια και να πάρεις όπλα. Nα δώσεις όπλα και να πάρεις περισσότερη πρέζα. Nα δώσεις την ψυχή σου στον διάβολο και να πάρεις προστασία. Kαλώς όρισες στην πλατεία του πάρε δώσε. Έτσι τη λένε οι ομονοιακοί. Kάποτε συνάντησες έναν από αυτούς στην οδό Σταδίου κι έκανες ότι δεν τον γνώριζες. «Έμπλεξα», μονολογούσες, «με φίλους ομονοιακούς». Tώρα που σε φωνάζουν κι εσένα έτσι, ξεσπάς σε λυγμούς κι εύχεσαι όλα αυτά να μην είναι παρά ένα κακό όνειρο.
Ξυπνάς και τίποτα γύρω σου δεν έχει αλλάξει. Tα κορίτσια με τα χαλασμένα δόντια νταγκλάρουν στα παγκάκια κι οι γέροι που περίμεναν υπομονετικά αυτή την ώρα βγαίνουν από τις γωνίες για να τα χουφτώσουν. H τσιγγάνα στην Aγίου Kωνσταντίνου φτύνει τα δόντια της μαζί με αίμα, καθώς οι άλλοι χτυπούν βίαια το κεφάλι της στον τοίχο γιατί τους πούλησε σκάρτο πράγμα κι είναι ακόμη χαρμάνηδες. Tα δεκαπεντάχρονα από την Aλβανία που οι μητέρες τους δουλεύουν διπλοβάρδιες για να τα μεγαλώσουν τα έπιασε ξανά κλεπτομανία από τα υπνοστεντόν και ο μεσήλικας άντρας με τα μούσια που τα κυνηγά ορκίζεται αυτή τη φορά να τα στείλει στις φυλακές για πάντα. Tα πιτσιρίκια με τα πολύχρωμα ρούχα σε δείχνουν
«Πάμε να χαζέψουμε πρεζάκια στην Oμόνοια», λένε τα βράδια. Oι Pουμάνοι σου βγάζουν μαχαίρι στο στενό για να σου πάρουν τα χρήματα απ’ τα ντίλια κι εσύ παραληρείς ανήμπορος. Tο κορίτσι σου πηδιέται σε μια τουαλέτα για τρία χιλιάρικα κι εσύ ζητάς «ξινό» –κιτρικό οξύ– για το ενέσιμο διάλυμα. O ασφαλίτης που είναι μεταμφιεσμένος σε πρεζόνι σού ζητά αρντάν και νιώθεις να ζαλίζεσαι. Tο αγόρι με τα μαύρα ρούχα σού φωνάζει «τσοσμπά» και «κέντα» («μπάτσος» και «στραβή»), αλλά δεν προλαβαίνεις να εξαφανιστείς. Oι μπάτσοι στο Δ’ αστυνομικό τμήμα σε προειδοποιούν ότι είναι η τελευταία φορά που σε βλέπουν στην πλατεία, κι εσύ ξανά πίσω την επόμενη μέρα. Nα πας πού; O άντρας που βρίσκεται κάθε βράδυ έξω από το Everest για να καλωσορίζει τους καινούργιους σ’ το είχε πει και σένα: «Όποιος πίνει νερό απ’ την Oμόνοια δεν ξεκόβει. Ξανάρχεται». Ήταν τα λόγια που την προηγούμενη δεκαετία έλεγε ο Γέρος έξω απ’ το Γαλατάδικο. Eκείνον τον βρήκαν πεθαμένο σε μια παράγκα όταν βρόμισε το πτώμα του.
Λένε ότι χρειάζονται έξι μήνες για να ξεχάσεις την Oμόνοια. Λένε επίσης ότι χρειάζονται μόλις δύο μήνες για να γεράσεις στην Oμόνοια. Eίναι που έπεσε φτηνή αλβανική και βουλγάρικη πρέζα κι έγινε ξανά η πλατεία ανάρπαστη ή που δυσκόλεψε η ζωή κι έγιναν οι πιτσιρικάδες νταραβεριτζήδες για να τα βγάλουν πέρα; «Στα πέντε “χαρτιά” που “σμπρώχνεις” το ένα δικό σου», σου ψιθυρίζουν στις γωνιές. Tο κάθε χαρτί έχει ογδόντα με ενενήντα μιλιγκράμ ηρωίνης και κοστίζει 2.000 δρχ. H ίδια ποσότητα πριν λίγα χρόνια κόστιζε 10.000 δρχ.
Ποιος πουλά την πρέζα και ποιος κανονίζει τις τιμές; Aυτό είναι κάτι που δεν θα το μάθεις ποτέ. Eίναι ο «πρίγκιπας με το άσπρο άλογο» μου έγραψες σε ένα ποίημα μια μέρα στην πλατεία και στο χαρτί έσταξε αίμα απ’ τη μύτη σου. Aγχώθηκες για το αν φαίνεσαι «τελειωμένος». Δεν είσαι, ακόμη, ακούω την αναπνοή σου.
Eδώ έρχεσαι αμέσως μόλις ξυπνήσεις και ξεκινάς τη «ζήτα»: «Kαλή και σεβαστή μου κυρία, δώστε ένα κατοστάρικο» στο πρεζάκι που πρέπει να φάει κάτι και να πάρει τη δόση του. Eκείνη σε κοιτάζει τρομαγμένη, σου δίνει το κατοστάρικο με προσοχή, να μην αγγίξει τα χέρια του αρρώστου, και φεύγει ευτυχισμένη που έκανε την καλή της πράξη. Ή την κακή; Όταν μαζέψεις το ποσό, αρχίζεις να ψάχνεις για μια καλή παραμύθα, ρωτάς τους άλλους, το φιλοσοφείς, «μήπως, ρε μάγκες, δεν είναι καλή η ζίου και φάμε κανένα πακέτο;» Aυτό είναι πλήρης απασχόληση και παίρνει μια ολόκληρη μέρα. Aπόψε στον ηλεκτρικό κατέβηκε ένας Kολομβιανός έμπορας με καλή πρέζα, αλλά λέει ότι για αντάλλαγμα θέλει και μια γυναίκα. «Έλα, ρε Eιρήνη, έλα, ρε Eιρήνη, να του την πάρουμε την πρέζα του Kολομβιανού», μου λες και ξέρω ότι για μισό κιλό ηρωίνη θα έβγαζες στην πιάτσα και τη μάνα σου.
Πάνω, στην πλατεία, οι τιμές ανεβοκατεβαίνουν. 500.000 δρχ. για ένα βράδυ, πρότεινε ένας παππούς στην εικοσάχρονη Eλένη, αλλά εκείνη δεν τον πίστεψε. H Αννα, που «δεν το αντέχει το πουτανιλίκι», στέκεται μόνη της και μουρμουρίζει: «2.005, 2.005» κι είναι το νούμερο του εισιτηρίου της για τη μεθαδόνη. Aλλά η επόμενη πτήση για το πρόγραμμα είναι η 1.051 –λυπούμαστε για την καθυστέρηση. Nα τη, ήρθε ξανά αγκαλιά με το μωρό, κι οι αστυνομικοί τη σταματούν γιατί πιστεύουν ότι ντιλάρει μέσα στις μωρουδίστικες κουβέρτες. Εχει και μια άλλη κόρη, μεγάλη, δεκατριών xρονών, όμορφη κι άριστη μαθήτρια. Eκείνη κάνει όλες τις δουλειές στο σπίτι. Xθες είχε τα γενέθλιά της κι είδε για πρώτη φορά τη μητέρα της να «βαράει». Xρόνια πολλά, μικρή μου.
H OMONOIA KAIΓETAIΠριν φτάσεις στην κεντρική πλατεία της πόλης, ψάξε καλά στις τσέπες σου. Πήρες ταυτότητα μαζί σου; H Oμόνοια πρώτα σε φακελώνει, «μετά σε εξευτελίζει και ύστερα σε σκοτώνει», λέει ο Aλέξανδρος K. και ζητά να μην καλυφθούν τα μάτια του, μήπως και υπάρξει κρατική μέριμνα για την επόμενη γενιά ομονοιακών. Oι αστυνομικοί σταματούν τη Γιώτα, 34 χρονών, για σωματική έρευνα, πιστεύοντας ότι χρησιμοποιεί τη μικρότερη κόρη της, 4 μηνών, για διακίνηση ναρκωτικών, ενώ εκείνη εκλιπαρεί να τη βάλουν στο πρόγραμμα μεθαδόνης. O 25χρονος τρανσέξουαλ Tέρι εξηγεί ότι δεν κάνει πιάτσα εδώ, ότι έχει απεξαρτηθεί από τα ναρκωτικά κι ότι συνεχίζει να συχνάζει στην πλατεία για να βλέπει τους φίλους του, αλλά οι «παλιοί» στον Hλεκτρικό έχουν άλλη γνώμη: Στην Oμόνοια δεν υπάρχουν φίλοι, υπάρχουν μόνο γνωστοί, όπως και στην πρέζα. Tα σκυλιά της αστυνομίας την αναζητούν γρυλίζοντας, και την ίδια ώρα στα γύρω στενά γίνεται ένα ατέλειωτο αλισβερίσι με όπλα, πλαστά διαβατήρια, γυναίκες, αγόρια και τηλεκάρτες που οι μονάδες τους δεν τελειώνουν ποτέ.H OMONOIA KAIΓETAIH OMONOIA KAIΓETAIH OMONOIA KAIΓETAIH OMONOIA KAIΓETAI
Aλκιβιάδης βρίσκεται όπως πάντα στο στέκι του. Mπακάκος, σκάλες, κάτω και αμέσως αριστερά. Aπόψε είναι σκεπτικός. «Tα μάθατε; Θ’ αλλάξουν την πλατεία», λέει και σωπαίνεις μήπως κι ακούσεις τις μαγικές λέξεις: «γιατροί» και «μεθαδόνη», «ιδρύματα» και «άστεγοι». Aλλά εκείνος δεν συνεχίζει γιατί φυσάει μανιωδώς τη μύτη του. Πάνε δυο μέρες τώρα που ένα «χαρτί» με πρέζα σφηνώθηκε βαθιά μέσα στο ρουθούνι του και οι Γιατροί του Kόσμου δεν φάνηκαν ακόμη στην πλατεία. Φοβάται μην πεθάνει. Eκείνος, που πριν μία εβδομάδα έλεγε ότι δεν φοβάται τον θάνατο. Ήταν τη μέρα που ο γαλανομάτης ναύτης γιόρταζε τα γενέθλιά του στην Oμόνοια κι έπινε κόκες, πρέζες και αρντάν μέχρι ν’ αλληθωρίσει. «Nα ζήσεις, αγόρι μου», του εύχονταν οι ντίλερ, «χρόνια πολλά». Πολλά; Πόσα; «Eύα, Eύα», φώναξε τότε ο Aλκιβιάδης σκοντάφτοντας πάνω στα τζάνκια που κοίτονταν κατάχαμα στον σταθμό –παράλυτα απ’ τις θρομβώσεις που προκάλεσε το φάρμακο στα πόδια τους– «τι θες; Πολλά παιδιά και να πεθαίνουν ή λίγα και να ζουν;» «Πολλά και να πεθαίνουν», απάντησε η Eύα στον Θεό, κι έτσι δεν ούρλιαξες όταν έβλεπες τον φίλο σου να τον σκεπάζουν με λευκό σεντόνι.
O Aλκιβιάδης χλομιάζει κι οι άλλοι τον χτυπούν στην πλάτη μήπως και ξεκολλήσει το «χαρτί» απ’ το ρουθούνι. O Xρήστος με τα τατουάζ στο πρόσωπο που τα «χτύπησε» όλα στη φυλακή αναλαμβάνει να εξηγήσει: «Θα την τετραγωνίσουν την πλατεία, λέει. Tετραγωνίζεται ο κύκλος, ρε;» Tετραγωνίζεται. Tο αγόρι με το καρό μπουφάν που εδώ και τρία καλοκαίρια κρατά μονίμως κοντά στο στόμα του ένα παγωτό-πύραυλο που λιώνει και λιώνει κι αυτός μαζί του από την ντάγκλα χωρίς ποτέ να καταφέρει να φάει έστω και λίγο, συλλαβίζει αργά: «Tα μάθαμε, θα βάλουν, λέει, και μια γιγαντοοθόνη για να τριπάρουμε καλύτερα». Kαι τα κορίτσια με τα μεταλλαγμένα πρόσωπα που γλίστρησαν από τις πίστες των κλαμπ στον ηλεκτρικό για να βρουν φτηνά ναρκωτικά, προσπαθούν να συμμαζέψουν κάπως τα σαγόνια τους που τρέμουν απ’ τα τριπάκια, για να αρθρώσουν: «Mακάρι, μακάρι…»
Tο κορίτσι σου πnδιέται σε μια τουαλέτα για τρία xιλιάρικα κι εσύ ζnτάς «ξινό» -κιτρικό οξύ- για το ενέσιμο διάλυμα
Ξημερώνει και σιγά σιγά κατεβαίνουν προς την πλατεία τα «κορίτσια της Nομικής», που λέγονται έτσι επειδή κάνουν πιάτσα στη Σόλωνος. Σήμερα ήρθε το Hθών κι έδωσαν δωδεκάρες τα χιλιάρικα, άτυπη φορολογία, γι’ αυτό είναι στενοχωρημένες και θέλουν καλή πρέζα. Λένε ότι στην πιάτσα τους την ηρωίνη την πουλάνε δυο ασφαλίτες, ότι άλλοι δύο του Hθών είναι προαγωγοί και ύστερα ρωτούν δίπλα, στην πλατεία Λαυρίου, για τις τιμές. Oι ίδιες. Πέντε χιλιάρικα, τα τρία για το κορίτσι, τα δύο για το ξενοδοχείο. Ένα χιλιάρικο ο στοματικός έρωτας στο αμάξι για τα κορίτσια που είναι αλλοδαπές και δεν έχουν χαρτιά. Έσκασε μύτη κι ένα δεκαπεντάχρονο καινούργιο, όμορφο από την Aλβανία, που λέει ότι είναι φωτομοντέλο, αλλά ψωνίζεται στα κρυφά –όλες το ξέρουν.
Στην οδό Σατωβριάνδου έφτασες χαρμάνης ένα βράδυ, όταν σ’ έδιωξαν απ’ το σπίτι. Tα άλλα αγόρια σού είπαν ότι η τιμή είναι 10.000 δρχ. επειδή είσαι Ελληνας. Για τους Pουμάνους, τους Kούρδους και τους Aλβανούς η ταρίφα κατεβαίνει στα δύο με τρία χιλιάρικα. Aλλά αυτοί συνήθως δεν σκοπεύουν να δώσουν το σώμα τους. Πάνε μια βόλτα τον πελάτη μέχρι τον σταθμό Λαρίσης ή στο σπίτι του κι εκεί τον κλέβουν. Aυτό έκανες κι εσύ στον άντρα που ήθελε να κάνετε έρωτα δίπλα απ’ το νεογέννητο μωρό του. Tον άφησες λιπόθυμο.
Nίκος, ο αγαπητικός, δεν έχει άδικο όταν λέει ότι «τα αρρωστάκια είναι τα χειρότερα για πιάτσα». Aπόψε είναι θυμωμένος γιατί του έφυγε η δεκαεννιάχρονη. Eκείνη δεν την «έφτιαξε», εκείνη «ήταν έτοιμη». Έτοιμη πόρνη από τα δεκάξι της. Tώρα που δεν έχει κορίτσι για να βγάζει σαράντα χιλιάρικα τη μέρα, πουλά κοκαΐνη, μαύρο «κι άλλα μελώματα για τα πρεζάκια». Tην κοκαΐνη την αγοράζει 19.000 δρχ. το γραμμάριο και την πουλάει 25.000 δρχ., αφού σπάσει πρώτα τον βράχο με σόδα, ασπιρίνες και ντεπόν. Tο μαύρο το αγοράζει δύο κατοστάρικα και το πουλάει χίλιες, ίσως και παραπάνω, «εξαρτάται απ’ τον λαγό». «Λαγός» είναι ο καινούργιος στην πλατεία που φαίνεται αφελής και δεν γνωρίζει πως «οι αεριτζίδικες δουλειές τιμή δεν έχουν». Kάποτε ο Nίκος διακινούσε μεγαλύτερες ποσότητες, αλλά ένα βράδυ οι αστυνομικοί που τον κυνήγησαν βρήκαν πάνω του τρία γραμμάρια κοκαΐνη και σαράντα τέσσερα χασίς. Tα υπόλοιπα έτρεχε και τα πετούσε από τις τσέπες του κι εκείνοι νόμιζαν ότι έψαχνε για όπλο και τον πυροβολούσαν ασταμάτητα στα πόδια. Δεν είχε όπλο, αλλά αν θες, μπορεί εύκολα να σου βρει.
«Miler για 200.000 δρχ., Cobra για 400.000 δρχ., Magnum για ένα εκατομμύριο», ψιθυρίζει ο εικοσιτετράχρονος. Oι τιμές κανονίζονται στην πλατεία, αλλά το νταραβέρι ολοκληρώνεται σε τρία διαφορετικά μέρη, που πάντα τα μαθαίνεις αφότου έχεις φτάσει εκεί. O άντρας στα Goody’s είναι αγχωμένος γιατί έφερε Kαλάσνικοφ από την Aλβανία και πρέπει να τα πουλήσει σύντομα –«σε οικογενειάρχες», λέει. Oι τιμές ξεκινούν από 100.000 δρχ. και αυξάνονται ανάλογα με τον τύπο του όπλου, τις σφαίρες που το συνοδεύουν και το αν έχει σκοτώσει. Eκείνα που δεν έχουν σκοτώσει είναι τα πιο ακριβά.
«Tι σκέφτεσαι όταν σκοτώνεις;» ρωτάς τον εικοσιτετράχρονο κι εκείνος λέει ότι όταν πυροβολούσε σκεφτόταν ένα τραγούδι των ZZ-Top. «Eίσαι καλός μισθοφόρος, αγόρι μου» συμπληρώνεις στο ποίημά σου και βάζεις να λέει αυτά τα λόγια ο πρίγκιπας με τ’ άσπρο άλογο. O άντρας σε ρωτάει, γιατί δεν θες ένα μπρελόκ-στιλό που έχει μόλις 20.000 δρχ.; Aλλά, να ξέρεις, αυτό είναι επικίνδυνο, «δεν έχει ασφάλεια και χάνεις τη ζωή σου άδικα». «Tι είναι η ζωή; Kορόνα-γράμματα», μειδιάς, κι ο άντρας που σιχαίνεται και τα πρεζάκια και το περιθώριο θα φύγει αμέσως από δίπλα σου μόλις βρει αυτό που ψάχνει: μια βίζα για να περάσει απ’ τα σύνορα ένα αυτοκίνητο γεμάτο όπλα χωρίς να το ελέγξουν στο τελωνείο.
«Aυτό κοστίζει 500.000 δρχ.», εξηγεί το αγόρι με το μπλε μπουφάν που πουλάει παράνομα πλαστά και γνήσια έγγραφα σε αλλοδαπούς. Eκείνος είναι έξυπνος, προγραμματιστής κομπιούτερ, αλλά καμιά ελληνική εταιρεία δεν τον προσλαμβάνει γιατί είναι Aλβανός. Eκείνος ήρθε απόψε εδώ για να αγοράσει τηλεκάρτα. Mια τηλεκάρτα που κοστίζει 20.000 δρχ. και δεν τελειώνουν οι μονάδες της. «Ένα μηχάνημα από εκείνα που διαβάζουν τις πιστωτικές κάρτες κι έναν υπολογιστή για να σπάσεις τους κωδικούς του OTE, αυτά είναι όσα χρειάζεσαι», εξηγεί. Οταν η εταιρεία αντιλαμβάνεται ότι την κλέβουν αλλάζει τους κωδικούς και τότε «απλά τους ξανααλλάζεις κι εσύ σε νέες τηλεκάρτες» κι έτσι κυλάει η ζωή στην παρανομία, αλλά «γαμώτο, ήρθαν εκείνοι οι Iρακινοί που πουλάνε προστασία στους Kούρδους, πάμε να φύγουμε γιατί θα μας φορμάρουν στο στενό για να μας κλέψουν».
Tα μάθαμε.Θα τnν τετραγωνίσουν τnν πλατεία. Tετραγωνίζεται ο κύκλος, ρε; Θα βάλουν και μια γιγαντοοθόνn για να τριπάρουμε καλύτερα
ο σύνθημα ξαναδίνεται. «Nτου-χου», «ντου-χου» (πολλοί μπάτσοι) και όλοι προλαβαίνουν να εξαφανιστούν απ’ την πλατεία, εκτός απ’ τα πρεζάκια που πάντα αργούν τόσο πολύ. «Aυτή η πουτάνα η νάρκα…» αναστενάζεις και πετάς ό,τι έχεις και δεν έχεις πάνω σου. O φίλος σου ο Πέρσης καταπίνει γρήγορα δύο σελοφάν μισογραμμάρια ηρωίνης, την ώρα που τον ψάχνουν, κι αργότερα αγχώνεται και λέει ότι πρέπει να βρει Tide με νερό για να το πιει και να κάνει εμετό, αλλά πού διάολο να βρεις Tide 4.00 τα χαράματα; Kρίμα, κι ήταν καλό παιδί, και αύριο θα έφευγε για μια άλλη ζωή στην Iταλία.
Oι Zητάδες σε κολλάνε στον τοίχο και σε ψάχνουν. Oι άλλοι αστυνομικοί συνεχίζουν να φωνάζουν: «Δεν σας είπαμε να μη σας ξαναδούμε εδώ;» Πονάνε τα πρεζάκια όταν τα κλοτσάς, πονάνε γιατί τα κόκαλά τους είναι ευαίσθητα, λένε ότι το χτύπημα του γκλομπ δημιουργεί κάτω απ’ το δέρμα θρομβώσεις που τους θυμίζουν τ’ αποστήματα της πρέζας όταν δεν έχουν σημαδέψει καλά τη φλέβα, και ύστερα άντε να ξεχύνεσαι ξανά στη «ζήτα», να βρίσκεις επιπλέον xρήματα για τα σεκλόρ, μη σπάσουν και πεθάνεις. Aλλά η ομάδα Zήτα δεν καταλαβαίνει: «Nα πάτε να πεθάνετε αλλού, ρε», φωνάζει κι αφήνεις πέντε δάκρυα να κυλήσουν, αλλά είναι λίγα για είκοσι πέντε χρόνια που τους έκλεψαν τα νιάτα. Aλλού; Πού; O βασιλιάς Λυκούργος αποφάσισε: «Φέρτε εδώ όλα τα σκάρτα παιδιά αυτής της πόλης», είπε μια μέρα και αργότερα ανακοινώθηκε ότι θα έβαζαν και μια γιγαντοοθόνη για να χαζεύουν εκεί οι περαστικοί και να μην ενοχλούνται από τις φλόγες. Tο όνομα «Oμόνοια» το κράτησαν για ιστορικούς λόγους. Eξάλλου, ακούγεται καλύτερα από το «Kαιάδας».
 

 Φεβρουάριος 1999

Καρτ ποστάλ ...πολύ παλιά

Ένας αποκριάτικος μικρόκοσμος στου Ψυρρή

$
0
0


Νάνσυ Μητροπούλου
Το βεστιάριο Costumier στου Ψυρρή ντύνει την πόλη αποκριάτικα. Και όχι μόνο.
Η κα Ειρήνη Στίβη είναι ιδιοκτήτρια του βεστιαρίου Costumier που βρίσκεται στην καρδιά της Αθήνας και ανοίγει στο Οugh! την πόρτα ενός εντυπωσιακού αποκριάτικου μικρόκοσμου.
Φωτο: Eftychia Vlachou
Το μαγαζί πότε άνοιξε;
Πριν από ένα χρόνο περίπου, τον Νοέμβριο του 2011.
Γιατί ανοίξατε το μαγαζί στου Ψυρρή;                
Γιατί το μαγαζί θα ήταν πολύ κοντά στην αγορά με τα υφάσματα και τις πρώτες ύλες και η τοποθεσία βολεύει και τους ενδυματολόγους πολύ μιας και πολλά βεστιάρια επίσης βρίσκονται στην γύρω περιοχή.
Πώς προέκυψε η ιδέα;
Είχα εργαστεί για 18 χρόνια σε άλλο βεστιάριο και αυτή η πολύχρονη ενασχόλησή μου με τον κόσμο του κοστουμιού αλλά και η επαφή με τον κόσμο μου γέννησαν την επιθυμία να ανοίξω και τον δικό μου χώρο.
Ποιο είναι το κόστος ενοικίασης των στολών σας;
Το κόστος ενοικίασης για μία ημέρα ξεκινά από τα 20 ευρώ και φτάνει τα 150 ευρώ.
Τι είδους κοστούμια έχετε;
Θεατρικά κοστούμια, κινηματογραφικά κοστούμια,αποκριάτικα και vintage, στρατιωτικές στολές κ.α. Βέβαια δεχόμαστε και παραγγελίες και μπορούμε να κατασκευάσουμε οποιαδήποτε στολή μπορεί να μας ζητηθεί. Επίσης έχουμε αξεσουάρ όπως καπέλα και τσάντες. Μάλιστα, μέσω internet, παραγγέλνουμε και αξεσουάρ πολύ ιδιαίτερα όπως χρωματιστά ημίψηλα καπέλα από την Αγγλία,- από κατασκευαστική εταιρεία της Αμερικής έχω φέρει μάλιστα το καπέλο του Jack Sparrow που δεν υπάρχει πουθενά αλλού στην Ελλάδα- και μάσκες από την Βενετία, που δεν συναντιώνται στην ελληνική αγορά. Στα σχέδιά μας είναι και η εισαγωγή στολών από το εξωτερικό αλλά και παιδικών στολών που συνήθως δεν φέρνουν τα βεστιάρια. 
Η οικονομική κρίση έχει επηρεάσει την κινητικότητα των πελατών φέτος;
Παρά την γενικότερη ομολογουμένως δύσκολη οικονομική κατάσταση που επικρατεί ,το μαγαζί  θα λέγαμε ότι παρουσιάζει ανοδική πορεία στις ενοικιάσεις και στις πωλήσεις των κοστουμιών του και αυτό μας κάνει να αισιοδοξούμε. Το μαγαζί άνοιξε εν μέσω κρίσης, ήταν μεγάλο ρίσκο αυτό, όμως η απόφασή μου δεν με διέψευσε. Όταν προσφέρεις καλή ποιότητα και καλή εξυπηρέτηση πιστεύω πάντα θα έχεις ελπίδα για κέρδος. Βέβαια σαφώς και η κινητικότητα στο χώρο δεν είναι η ίδια με μιας δεκαετίας πριν. Από το 1990 έως και το 2008 -στη χρυσή εποχή της τηλεόρασης- τα κέρδη ήταν περισσότερα.
Το μαγαζί έχει πολύ εντυπωσιακή βιτρίνα και πολύ ιδιαίτερη διακόσμηση στο εσωτερικό του. Έχουν επηρεάσει την γνώμη του κοινού για το μαγαζί;
Θα έλεγα ότι την έχει επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό. Ακούω πολύ καλά λόγια γι'αυτή. Πολλοί τουρίστες μάλιστα σταματούν να την φωτογραφήσουν. Μια κυρία μου είχε πει ότι τέτοια διακόσμηση έχει συναντήσει σε βεστιάρια του εξωτερικού μόνο. Μιας και το αναφέραμε θα ήθελα να ευχαριστήσω πολύ τον Δημήτρη Λασπιά για την επιμέλεια της βιτρίνας και τον Βαγγέλη Τάκο για την εσωτερική διακόσμηση όλου του μαγαζιού.
Ποια είναι η πιο περίεργη στολή που σας έχει ζητηθεί;
Η στολή του Γρίφου από τον Βatman,την οποία δεν είχαμε διαθέσιμη στο μαγαζί αλλά την κατασκευάσαμε.
Σε ποιες γνωστές ή μη (θεατρικές-τηλεοπτικές-κινηματογραφικές) δουλειές έχετε δώσει κοστούμια;
Κοστούμια έχουμε δώσει στην φετινή παράσταση Fame στο «Θέατρον», στην παράσταση «Οι Ζωές των άλλων» στο «Θησείον», στο «Blabla. and Chachacha» στο Casablanca, στην τηλεοπτική εκπομπή «Ο γύρος του κόσμου σε 80 βιβλία» της ΕΤ1, σε διαφημίσεις τραπεζών, γνωστού αναψυκτικού και σοκολάτας, στη βραδιά για την ανάδειξη του τραγουδιού που θα μας εκπροσωπήσει φέτος στη Εurovision -μάλιστα τα κοστούμια που θα έπρεπε να παραδώσουμε θα έπρεπε να ήταν έτοιμα σε μόλις 3 μέρες-, στα Μad Walk 2012, στην κινηματογραφική ταινία «Για πάντα» της Μαργαρίτας Μαντά και στην ταινία «Ακάλυπτος» του Χρήστου Δήμα που δεν προβάλλονται στις αίθουσες ακόμα. Κοστούμια δίνουμε και σε βραδινά shows που γίνονται στην πόλη -όπως για πχ. στο Shamone- , σε promo-parties που διοργανώνουν τα  Village Cinemas όταν μια ξένη ταινία ή σειρά προβάλλεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα πχ για το «Game of Thrones» και το «Οz the Great and Powerful» αλλά σε σχολικές παραστάσεις.
Ποια είναι η δική σου πιο αγαπημένη σου στολή από όλες αυτές που έχει τοCostumier και γιατί;
Η δική μου αγαπημένη στολή είναι η στολή της Tia Dalma από τους Πειρατές της Καραϊβικής. Της έχω αδυναμία αυτής της στολής διότι είναι και η πρώτη που κατασκευάσαμε για το μαγαζί. Μάλιστα το κόστος κατασκευής ανήλθε στα 1000 ευρώ, είναι πιο ακριβή στολή μας.
Ποιες αποκριάτικες στολές πιστεύετε θα φορεθούν περισσότερο φέτος;
Πολύς κόσμος έχει επηρεαστεί από τα τούρκικα σήριαλ που προβάλλονται και ζητά στολές με τέτοιο θέμα πχ από τον Σουλεϊμάν τον Μεγαλοπρεπή. Αλλά και οι ξένοι κινηματογραφικοί ήρωες έχουν μεγάλη ζήτηση.
Θέλετε κάτι να πείτε πριν κλείσουμε;
Θα ήθελα να ευχαριστήσω πολύ τον κόσμο που έχει εμπιστευτεί το μαγαζί μου όλον αυτόν  τον καιρό που λειτουργεί. Ξεχωριστό ευχαριστώ στους ενδυματολόγους που με στηρίζουν και είναι οι άμεσοι συνεργάτες μου και στις μοδίστρες μου που μπορεί να κατασκευάσουν όποιο κοστούμι τους ζητείται και αυτό το καταφέρνουν ακόμα και αν ο διαθέσιμος χρόνος μέχρι την παράδοση είναι μηδενικός. Επίσης,αν έχεις μεράκι και δεν λες εύκολα όχι στον πελάτη πάντα θα έχεις πιθανότητες για κέρδη στο μαγαζί σου.
COSTUMIER:  Παλλάδος 11, Ψυρρή, 2103214990

Mια Ιταλίδα από την Κυψέλη (1968)

$
0
0

Κατερίνα Γιουλάκη: Δεκαοχτώ χιλιάδες δραχμές λογαριασμός; Καλά, ποιος υπογράφει; 

Αθηνόδωρος Προύσαλης [Μάγκικα]: Διάβασε το ΄στερόγραφο... 

Κατερίνα Γιουλάκη:Αντώνιος... Ο Αντώνης; 

Αθηνόδωρος Προύσαλης:Ουδέν αληθέστερον τούτου... 

Κατερίνα Γιουλάκη: Ήρθε στο μαγαζί σας και αγόρασε δεκαοχτώ χιλιάδων δραχμών πράγματα; 

Αθηνόδωρος Προύσαλης:Δεν αγόρασε... Ρήμαξε... Το κατάστημα πουλάει πενιές... 

Γιώργος Γαβριηλίδης:
Πενιές; Τι είν΄ αυτό; 

Αθηνόδωρος Προύσαλης:Αναστενάρικες... 

Κατερίνα Γιουλάκη:Ε, δηλαδή τι έχετε; Κέντρο με μπουζούκια; 

Αθηνόδωρος Προύσαλης: Είδες τι δυνατή που είναι στο σταυρόλεξο;


Εν Αθήναις...η οδός Σωκράτους

$
0
0

Η οδός Σωκράτους ήταν κάποτε ο δρόμος του χονδρεμπορίου κυρίως σε τρόφιμα....από το πρωϊ συνωστισμός ...οι ταβερνιάρηδες ψώνιζαν για τα μαγαζιά τους....δοκίμαζαν την φέτα να είναι πιπεράτη για να τραβάει κρασί,,,,,τις ελιές....ψώνιζαν ταραμά για ταραμοσαλάτες......
Απ΄έξω περίμεναν οι αχθοφόροι με τα καροτσάκια για να εξυπηρετήσουν τους Πλακιώτες
μαγαζάτορες....
Έβλεπες τους Λευκαδίτες να κουβαλάνε τα νωπά σαλάμια και να τα πηγαίνουν στις αποθήκες....
στα υπόγεια για να αποξηρανθούν και να γίνουν...αέρος.
Επαρχιώτες...γκάγκαροι Αθηναίοι όλοι ανάμικτοι έδιναν ζωή στην Σωκράτους....
Υπήρχαν βέβαια και οι καλντεριμιτζούδες έξω από το Οίτη το ξενοδοχείο όρθιες με το ένα
πόδι ακουμπισμένο στον τοίχο....σήμα κατατεθέν του επαγγέλματος.
Θα θυμηθώ και ένα υπόγειο εργαστήριο ζαχαροπλαστικής που έφιαχνε σάμαλι....ρόξυ....
κώκ....και ερχόντουσαν αυτοί που είχαν τα κυλικεία των σινεμά και ψώνιζαν.
Εκεί και εύρισκες και μυροπωλεία (μαγαζιά καλλυντικών μικρά) με χύμα κολώνιες....αρώματα....
κοκκινάδια....πούδρες για πελάτισες με φτωχά βαλάντια.
Για την σημερινή Σωκράτους .....
μόλις σουρουπώσει ο δρόμος μετατρέπεται σε υπαίθριο μπουρδέλο ... σε παζάρι
και χώρο χρήσης ναρκωτικών.  

Εισπρακτικές εταιρείες ζητούν προσωπικό....

$
0
0


....προφίλ υποψηφίων....
....άξεστος
....αδίστακτος
....αθυρόστομος

...θα προτιμηθούν οι έχοντες καταδικαστεί για εκβιασμό....βιαιοπραγία
....απαραίτητο αντίγραφο Ποινικού Μητρώου(ΟΧΙ ΛΕΥΚΟ)

Τη σκηνή του Βοναπάρτη για το χρέος της Ελλάδας

$
0
0


Την αγάπη και την αγωνία τους για το μέλλον της Ελλάδας εκφράζουν αγιορείτες μοναχοί και προσπαθούν να διασώσουν τη χώρα με όσα μέσα διαθέτουν. Οι ζηλωτές της Ιερής Μονής Εσφιγμένου αποφάσισαν να παραχωρήσουν στη Γαλλία τη λεγόμενη Σκηνή του Ναπολέοντα, αριστούργημα υφαντουργίας και χρυσοποικιλτικής του 18ου αιώνα, που κατέχουν ως κειμήλιο εδώ και 194 χρόνια. Θέτουν ως όρο να βοηθήσει η γαλλική κυβέρνηση ώστε να μειωθεί το ελληνικό χρέος και να ορθοποδήσει η Ελλάδα.

«Σπαράζει η ψυχή μας όταν βλέπουμε να πεθαίνουν άνθρωποι στην Ελλάδα από τη φτώχεια και τα οικονομικά προβλήματα. Θέλουμε να βοηθήσουμε τον λαό. Σκεφτήκαμε να παραχωρήσουμε στη Γαλλία τη Σκηνή του Ναπολέοντα, που φυλάμε ως κειμήλιο στο μοναστήρι, αρκεί να βοηθήσει να μειωθεί το ελληνικό χρέος» τονίζει στη «δημοκρατία» ο ηγούμενος της Μονής Εσφιγμένου αρχιμανδρίτης Μεθόδιος.

Σημειώνει ότι οι Εσφιγμενίτες μοναχοί δεν ζητούν κανένα απολύτως αντάλλαγμα για το μοναστήρι. Το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι να βοηθήσουν με τον τρόπο αυτόν τους Ελληνες πολίτες, που βρίσκονται ένα βήμα πριν από τον γκρεμό.

Ο κ. Μεθόδιος τονίζει επίσης ότι έχει κάνει γνωστή τη σκέψη για την παραχώρηση της Σκηνής σε στέλεχος της ελληνικής κυβέρνησης και αναμένει την εξέλιξη του θέματος.

Για τους Γάλλους η Σκηνή του Ναπολέοντα αποτελεί σημαντικό κομμάτι της εθνικής τους κληρονομιάς και κατά καιρούς έχουν εκφράσει το αίτημα να τους παραχωρηθεί. Ο πρώην Γάλλος πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί σκόπευε, μάλιστα, να μεταβεί το 2009 ανεπίσημα στο Αγιον Ορος, να επισκεφτεί την Μονή Εσφιγμένου και να δει από κοντά τη Σκηνή.

Τον ερχόμενο Ιούνιο εκπρόσωποι του μουσείου του Λούβρου αναμένεται να επισκεφθούν το μοναστήρι με σκοπό να μελετήσουν τη Σκηνή και ενδεχομένως να εγείρουν θέμα παραχώρησής της στη Γαλλία.

Η Σκηνή υφάνθηκε στο περίφημο ταπητουργείο των Γοβελίνων (Gobelins) στο Παρίσι. Αρχικά ανήκε στον βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκο ΙΣΤ΄ και στη συνέχεια περιήλθε στην κατοχή του Ναπολέοντα Βοναπάρτη. Αποτελούσε μέρος της στρατιωτικής σκηνής του.

Σύμφωνα με την παράδοση, η Σκηνή έπεσε στα χέρια Ελλήνων πειρατών και, άγνωστο με ποιον τρόπο, μέρος της βρέθηκε στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄ διατηρούσε στενές σχέσεις με τους Εσφιγμενίτες και το 1819 δώρισε στο κοινόβιο του μοναστηριού τη Σκηνή.

Σήμερα τρία μέρη της Σκηνής φυλάσσονται στο μουσείο του Λούβρου και τα υπόλοιπα τρία μέρη στη Μονή Εσφιγμένου.
εφημερίδα ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
.

Η οδός Ερμού, το 1904

$
0
0



 Διακρίνουμε τα καινούργια ηλεκτρικά φανάρια στο δρόμο. Η Αθήνα άρχισε να ηλεκτροδοτείται σιγά-σιγά από το 1889. Πριν, αντί για ηλεκτρικό ρεύμα, υπήρχε το φωταέριο. Οι πρώτες εγκαταστάσεις του εργοστασίου παραγωγής φωταερίου, στην οδό Πειραιώς («το γκάζι», όπως αποκαλείτο) το οποίο υπάρχει αναπαλαιωμένο σήμερα, οικοδομήθηκε το 1860, με βάση γαλλική μελέτη, για λογαριασμό του επιχειρηματία Φραγκίσκου Φεράλδη, που το 1857 είχε αποκτήσει το σχετικό αποκλειστικό προνόμιο εκμετάλλευσης για 50 χρόνια, που στη συνέχεια μεταβιβάστηκε στην Εταιρεία Αεριόφωτος και ανανεώθηκε διαδοχικά μέχρι το 1938, οπότε και περιήλθε
 στον Δήμο Αθηναίων.


πηγή

Ο λιμός στην Αθήνα

$
0
0



«Μπορεί να πει φυσικά κανείς ότι το ελληνικό πρόβλημα είναι το πρόβλημα της Αθήνας», έγραφε ο στρατηγός Τζελόζο, διοικητής της ιταλικής 11ης Στρατιάς. Όπως έχει παρατηρηθεί από τους ειδικούς σε θέματα επισιτισμού στην περίοδο του πολέμου, εκείνες που χτυπήθηκαν περισσότερο από τη σιτοδεία ήταν οι αστικές περιοχές· και η Αθήνα, μαζί με το επίνειό της τον Πειραιά, στέγαζε προπολεμικά το ένα πέμπτο του πληθυσμού της χώρας. Από τότε, ο πληθυσμός της πόλης είχε αυξηθεί, ίσως κατά πολλές εκατοντάδες χιλιάδες, με πρώην κληρωτούς να προσπαθούν να γυρίσουν στην πατρίδα τους, πρόσφυγες από άλλα μέρη της Ελλάδας, και με τα στρατεύματα του Άξονα. Έτσι, η κατοχή αύξησε τον πληθυσμό των πόλεων ενώ ταυτόχρονα μείωσε την επάρκεια σε τρόφιμα.

Μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες δεν χρειάστηκε πολύς χρόνος για να εμφανιστεί το φάσμα του λιμού στον ορίζοντα. Ένας Έλληνας ειδικός ανησυχούσε για την κατάσταση του επισιτισμού ήδη από τις 4 Μαΐου, μία μόλις εβδομάδα από τότε που μπήκαν οι Γερμανοί στην Αθήνα. Ο συνδυασμός πλιάτσικου και πληθωρισμού έκανε τους καταστηματάρχες να αποσύρουν τα εμπορεύματά τους από την πώληση και ενθάρρυνε την αποθησαύριση. Τον Ιούλιο πια, ουρές 300-400 ανθρώπων εκτείνονταν έξω από τον ελαττωνόμενο αριθμό μαγαζιών που εξακολουθούσαν να έχουν τρόφιμα. Οι ουρές για τσιγάρα ήταν τόσο μεγάλες που ο κόσμος έφερνε μαζί του καρέκλες. Η αντίδραση της Βέρμαχτ δεν είχε τίποτα το καθησυχαστικό. «Οι Γερμανοί λένε: “Α, δεν έχετε δει τίποτε ακόμα· στην Πολωνία πεθαίνουν από την πείνα 600 άνθρωποι την ημέρα”», ανέφερε ένας νεαρός Αμερικανός που έφυγε στις 25 Ιουλίου.

Όσον αφορά τους πολίτες —και τα τρόφιμα—, όλα τα κανονικά συστήματα μεταφοράς είχαν εξαρθρωθεί. Για να ταξιδέψεις από την πρωτεύουσα στην Πελοπόννησο απαιτούνταν άδεια από τους καραμπινιέρους και κράτηση πολλές μέρες νωρίτερα· το ταξίδι με τραίνο για τη Θεσσαλονίκη κρατούσε τριάντα έξι ώρες. Από τον Πειραιά στη Χίο με καΐκι ήθελες δεκαπέντε με είκοσι μέρες, και ο ναύλος ήταν έξω από τις δυνατότητες των περισσοτέρων. Όλο το καλοκαίρι ο κόσμος στεκόταν στην ουρά περισσότερο από μία ώρα για να πάρει το τραμ μέσα στην Αθήνα· η έλλειψη καυσίμων ανάγκαζε τις αρχές να περιστέλλουν τις υπηρεσίες, καμιά φορά να τις καταργούν και εντελώς. Στις 14 Ιουλίου, για παράδειγμα, ο μουσικολόγος Δούνιας αποφάσισε να περπατήσει από το σπίτι του, που ήταν στα προάστια, ώς την Αθήνα, γιατί κάθε φορά που περνούσε λεωφορείο οι άνθρωποι ήταν μέσα σαν «σαρδελλοβάρελο». Μέσα σε λίγους μήνες κάθε δημόσιο μέσο μεταφοράς στην Αθήνα έμελλε να σταματήσει, και οι άνθρωποι θα αναγκάζονταν να πηγαίνουν με τα πόδια στη δουλειά τους, μέσα στο χιόνι.

Για μερικούς το καλοκαίρι έκρυβε αυτά τα προβλήματα και η ζωή στην πρωτεύουσα διατηρούσε τα θέλγητρά της. Μια Αμερικανίδα, η κυρία Χόουμερ Ντέιβις, αφού είχε μόλις περιγράψει τη μείωση της μερίδας του ψωμιού, την απουσία λαδιού, βουτύρου και σαπουνιού, τις μακριές ουρές και τις απογειωμένες τιμές, συνέχιζε καθησυχάζοντας ένα φιλικό της πρόσωπο: «Παρ’ όλα αυτά, θα σου ‘κανε κατάπληξη να δεις πόσο φυσιολογική μοιάζει γενικά η ζωή. Φάγαμε στης Μπέσυ λίγο πριν φύγουμε και όλα ήταν όπως πάντα». Η ζωή για τη γερμανική παροικία ήταν τόσο χαμογελαστή, ώστε το δυναμικό της αυξανόταν καθώς έφταναν άνθρωποι από το Ράιχ, για να αποφύγουν τις βομβιστικές επιδρομές των Συμμάχων. Μια Γερμανίδα χήρα ενός Έλληνα δημόσιου υπαλλήλου έγραφε όλο ευτυχία στο γιο της:

Η Ελλάδα έχει γίνει για μένα ένα κομμάτι της πατρίδας μου, είναι απίστευτο πόσο έχουν αλλάξει όλα. Στο μεγάλο σπίτι στην Κηφισιά όπου ζούσε ο κύριος Φορμπς, στο δρόμο προς το Τατόι, ζει ένας ταγματάρχης με τους αξιωματικούς του. Πιάσαμε φιλία και τους έχω σχεδόν κάθε μέρα στο σπίτι μου. Έχω τρία αυτοκίνητα στη διάθεσή μου. Ζω σαν μικρή βασίλισσα. Με σέβονται και με αγαπούν πολύ, κι εγώ δροσίζομαι (sic) από τον ελληνικό λαουτζίκο και ζω τουλάχιστον στο περιβάλλον μου, ανάμεσα σε δυνατούς άνδρες, που έχουν πολύ καλή μόρφωση, φορούν καθαρά ρούχα κι έχουν τους καλύτερους τρόπους.

Γρήγορα όμως, ακόμα και οι προνομιούχοι και όσοι είχαν καλές διασυνδέσεις άρχισαν να αγωνιούν. Ο Σεπτέμβριος ήταν πολύ ζεστός και ξερός. Ο κόσμος περίμενε με τρόμο τον επερχόμενο χειμώνα. Από την Αίγινα, κάποια κυρία Κωνσταντάκου καθησύχαζε την κόρη της στη Ζυρίχη ότι η κατάσταση με τα τρόφιμα ήταν καλύτερη απ’ ό,τι στις πόλεις, κι ότι υπήρχαν ψάρια, σύκα και λαχανικά — «αλλά προβλέπω έναν τραγικό χειμώνα για τους φτωχούς και τα παιδιά στις πόλεις». Ένας Αμερικανός, ο Ραλφ Κεντ, έλεγε πως «θα μπορούσε να συμβεί κάτι στο στυλ της Γαλλικής επανάστασης στην Ελλάδα, γιατί οι φτωχοί στην κυριολεξία πέθαιναν της πείνας».

Για τα τμήματα εκείνα του αστικού πληθυσμού που εξαρτώνταν από τη βοήθεια του κράτους οι προοπτικές ήταν μαύρες. Τα τρόφιμα που έμπαιναν στην Αθήνα με το σταγονόμετρο όλο το καλοκαίρι δεν έδιναν στο υπουργείο Επισιτισμού δυνατότητα για πολλούς ελιγμούς. Εκτός από το ψωμί, το Μάιο επιβλήθηκε επίσης δελτίο στο ρύζι, στο ελαιόλαδο και στη ζάχαρη. Τον Ιούνιο έγινε μία διανομή κρέατος, μία ρυζιού και μία ζάχαρης. Τον Ιούλιο υπήρξαν δύο μικρές μερίδες κρέας και μία ρύζι. Από κει και πέρα το κρέας έγινε γλυκιά ανάμνηση, και το μόνο που μπόρεσε να καταφέρει το υπουργείο Επισιτισμού ώς την επόμενη άνοιξη ήταν μεμονωμένες διανομές ελαιόλαδου, σταφίδας και ζάχαρης.
Βουνά και θάλασσες μακριά από τις σικ λεωφόρους του κέντρου της Αθήνας, οι φτωχογειτονιές στα κράσπεδα της πόλης ήταν εκείνες που σήκωσαν το μεγαλύτερο βάρος του λιμού. Στο μεσοπόλεμο είχαν ξεφυτρώσει ή είχαν κατασκευαστεί σε ικανή απόσταση από την καρδιά της πόλης παραγκομαχαλάδες, για να στεγάσουν τους χιλιάδες πρόσφυγες που είχαν φύγει από τη Μικρασία μετά την Καταστροφή του ‘22. Οι κάτοικοί τους, οι οποίοι είχαν φτάσει με ελάχιστα προσωπικά αντικείμενα, ζούσαν σε καλύβες από τενεκέ και σανίδες, που δύσκολα θερμαίνονταν ή κρατιόνταν καθαρές. Τετραμελείς ή πενταμελείς οικογένειες μοιράζονταν το ίδιο δωμάτιο· συχνά, αντί για πραγματικές σωληνώσεις, υπήρχαν ανοιχτές αποχετεύσεις που έρρεαν πίσω από τα λασπωμένα σοκάκια. Σε αντίθεση με τους άλλους Έλληνες, οι νιόφερτοι αυτοί δεν είχαν οικογενειακό σπίτι στις επαρχίες για να καταφύγουν όταν οι καιροί ήταν δύσκολοι. Αποτελούσαν το πρώτο γνήσιο αστικό προλεταριάτο της χώρας, και το κράτος τούς είχε παραμελήσει εντελώς.

Πριν από τον πόλεμο, αυτοί και τα παιδιά τους έβγαζαν το ψωμί τους μέσα σε κακοαεριζόμενα εργοστάσια με χαμηλούς μισθούς· άλλοι δούλευαν μικροπωλητές στους δρόμους ή υπηρέτριες. Όταν άρχισε η Κατοχή, έχασαν τις δουλειές τους κατά χιλιάδες, καθώς οι εγκαταστάσεις και τα αποθέματα της βιομηχανίας επιτάσσονταν και οι ελλείψεις στα καύσιμα σταματούσαν την οικονομική δραστηριότητα. Μεγάλοι εργοδότες της προπολεμικής περιόδου, όπως τα υφαντουργεία και οι χημικές βιομηχανίες, είχαν αναγκαστεί να μειώσουν την παραγωγή τους στο 10-15% των κανονικών τους επιπέδων. Προσπαθώντας απελπισμένα να βγάλουν κάποια χρήματα, ο κόσμος άρχισε να πουλάει πράγματα στους δρόμους ή να ζητιανεύει. Στους μώλους του Πειραιά ήταν παραταγμένοι στην προκυμαία ένα πλήθος από άνδρες που έκαναν δουλειές του ποδαριού: «Πρώην υπάλληλοι, εργάτες, οδηγοί και ταμίες, που οι δουλειές τους έχουν πάει στα άχρηστα, έχουν γίνει θυρωροί και προσπαθούν να βγάλουν το άθλιο μεροφάι τους κουβαλώντας τσάντες και ψώνια σε κάρα ή στις πλάτες τους». Μικροπωλητές πουλούσαν κομμάτια χαρουπόπιτα, σύκα και άλλα φρούτα, που όλα έδειχναν βρώμικα, ή σπίρτα, τσιγάρα, παλιά ρούχα. Ζητιάνοι ξάπλωναν κατάχαμα. Στο κέντρο της πλατείας Ομονοίας ήταν άνθρωποι κάθε ηλικίας, ξαπλωμένοι σε κουβέρτες πάνω από τα ζεστά ρεύματα αέρα του μετρό, και έτειναν τις παλάμες τους στους διαβάτες.

Δεν υπάρχουν επίσημα στοιχεία για την έκταση της ανεργίας στις φτωχότερες γειτονιές, αλλά ο Μαρσέλ Ζυνό του Ερυθρού Σταυρού υπολόγιζε ότι ο μισός εργατικός πληθυσμός και παραπάνω ήταν χωρίς δουλειά. Τα δύο τρίτα απ’ αυτές τις οικογένειες είχαν γραφεί στα τοπικά λαϊκά συσσίτια· δεν έτρωγαν όμως περισσότερο από δύο με τρεις φορές την εβδομάδα, και ακόμη και τότε δεν τρέφονταν όλα τα μέλη της οικογένειας. Ο Ζυνό παρατηρούσε ότι ιδίως σι γυναίκες είχαν την τάση να φεύγουν χωρίς φαΐ, ώστε να αφήσουν λίγο για τα παιδιά τους.

Για πολλούς ο μόνος τρόπος επιβίωσης ήταν να μαζεύουν αγριόχορτα και άλλα φυτά από την εξοχή γύρω από την πόλη. Ύστερα τα έβραζαν, αν υπήρχαν καύσιμα, και τα έτρωγαν αλάδωτα. Τα χόρτα αυτά όμως δεν είχαν θρεπτική αξία: χρειάζονταν πέντε κιλά για να παραγάγουν την ημερήσια δόση υδρογονανθράκων που έχει ανάγκη το ανθρώπινο σώμα. Τα παιδιά έψαχναν στους σκουπιδοτενεκέδες για αποφάγια ή περίμεναν κοντά στις εισόδους υπηρεσίας των μεγάλων ξενοδοχείων. Άλλοι μαζεύονταν γύρω από τις πόρτες των εστιατορίων. Μερικοί Γερμανοί αξιωματικοί βασάνιζαν τα πιτσιρίκια πετώντας τους αποφάγια από τα μπαλκόνια και παρακολουθώντας τα να τσακώνονται μεταξύ τους. Οι στρατιώτες που έτρωγαν ελιές στο δρόμο προσείλκυαν σμάρια ολόκληρα από παιδιά. Μόλις έφτυνε κάποιος ένα κουκούτσι ελιάς, τα παιδιά ορμούσαν να το πιάσουν: το πιο γρήγορο το έβαζε στο στόμα του και το έγλειφε ώσπου να μείνει το ξύλο.

Παρόλο που ο υποσιτισμός αδυνάτιζε το σώμα κι έκανε την εργασία όλο και πιο εξαντλητική, οι οικογένειες που είχαν δουλειά δεν είχαν άλλη επιλογή, αν ήθελαν να ζήσουν, από το να συνεχίσουν σαν να μη συνέβαινε τίποτε. Η Χρύσα Π., χήρα, πήγαινε στη δουλειά τρεις μέρες την εβδομάδα για να βγάλει το ψωμί των φυματικών παιδιών της, παρόλο που ήταν άρρωστη και η ίδια. Ο Γρηγόριος Μ., που είχε απολυθεί, περπατούσε πολλές ώρες την ημέρα στους λόφους για να κόβει αγριόχορτα και να τα φέρνει στο σπίτι. Είχε ήδη εμφανίσει τα οιδήματα που ήταν σημάδι οξύτατου υποσιτισμού, αλλά είχε μάνα, γυναίκα και παιδί να θρέψει.

Τα πράγματα έγιναν ακόμα χειρότερα αφού μετά το ζεστό, ξερό Καλοκαίρι ακολούθησε ένας ασυνήθιστα σκληρός και παρατεταμένος χειμώνας: οι δρόμοι της Αθήνας ήταν χιονισμένοι και τη νύχτα η θερμοκρασία έπεφτε κάτω από το μηδέν. Επειδή το κάρβουνο και το ξύλο είχαν γίνει πολύ ακριβά και καμιά φορά ανύπαρκτα, τα σπίτια δεν θερμαίνονταν σωστά και οι άνθρωποι υπέκυπταν σε κρυολογήματα, γρίπη και φθίση. Μετά από κάμποσες εβδομάδες υποσιτισμού, οι άνθρωποι εξασθενούσαν με ταχύ ρυθμό. Η έλλειψη βιταμινών προκαλούσε οιδήματα και καλόγερους στα χέρια και στα πόδια τα οποία, αν δεν θεραπεύονταν, απλώνονταν σε όλο το σώμα και στο πρόσωπο. Οι μισές περίπου οικογένειες στις φτωχογειτονιές εμφάνισαν αυτά τα συμπτώματα στις αρχές του 1942.
Το τελικό στάδιο πριν από το θάνατο ήταν μια κατάσταση σωματικής και διανοητικής εξάντλησης. Τότε πια οι άνθρωποι απλώς κατέρρεαν και ήταν ανήμποροι να ξανασηκωθούν. Ένας χτίστης που δούλευε σ’ ένα σπίτι στο Ψυχικό ξαφνικά λιποθύμησε από την κάψα του καλοκαιριού. Μια γυναίκα που είχε διασχίσει με τα δυο υποσιτισμένα παιδιά της όλο το κέντρο της Αθήνας σωριάστηκε στο δρόμο, αφήνοντας τα παιδιά να κλαίνε. Αποστρατευμένοι Έλληνες κληρωτοί, παλαίμαχοι του αλβανικού μετώπου, κείτονταν στις εξώπορτες ή στηριγμένοι σε τοίχους. Ένα παγερό δεκεμβριάτικο βράδυ ένας νέος άνδρας σωριάστηκε στην οδό Σκουφά. «Κουνήσου, κουνήσου γιατί χάθηκες!» του είπε κάποιος. «Γιατί, Θεέ μου, μ’ έφερες σ’ αυτή την κατάσταση;» αναστέναξε ο νέος. «Γιατί δεν είμαι κι εγώ σπίτι μου, παρά σέρνω σα σκύλος στους δρόμους, μέσα στη νύχτα: Γιατί, Θεέ μου; Τι σου έφταιξα;» Ήταν στρατιώτης από τη Ζάκυνθο, ένας από τους πολλούς που δεν είχαν μπορέσει να γυρίσουν στον τόπο τους όταν τέλειωσαν οι συγκρούσεις, και τώρα, χωρίς καμιά κυβερνητική βοήθεια, ζητιάνευε στους δρόμους.

Σε μια παράγκα στην προσφυγογειτονιά του Δουργουτιού, η σαραντάχρονη Ανδρονίκη Π. ήταν ξαπλωμένη φαρδιά πλατιά δίπλα στην πόρτα, σκεπασμένη με μια παλιά κουβέρτα, έχοντας πουλήσει το υπόλοιπα υπάρχοντά της για να αγοράσει φαΐ. Ο άνδρας της, που είχε πεθάνει πολλές μέρες νωρίτερα, κείτονταν μέσα. Τα τρία παιδιά της παιδιά έκλαιγαν καθισμένα, αλλά ήταν τόσο αδύναμη που δεν μπορούσε να τα βοηθήσει. Σε μιαν άλλη καλύβα στον Άγιο Γεώργιο ένας άνεργος εργάτης ήταν ξαπλωμένος, ανήμπορος να κουνηθεί, ενώ τα παιδιά του είχαν μαζευτεί γύρω από το κρεβάτι του ζητώντας ψωμί. Πολλοί απ’ τους γραμμένους στα λαϊκά συσσίτια ήταν τόσο αδύναμοι που δεν μπορούσαν να αντέξουν την πορεία ώς εκεί. Στην εργατοσυνοικία του Δουργουτιού, που μπορεί να θεωρηθεί τυπικό παράδειγμα από τις πιο φτωχές γειτονιές, 1.600 από τις 2.200 οικογένειες είχαν ανάγκη από επείγουσα ιατρική μέριμνα και σωστή διατροφή.


Αριθμοί
Ούτε οι εθνικές ούτε οι δημοτικές στατιστικές για τη θνησιμότητα είναι απόλυτα αξιόπιστες. Αν και τα νούμερα που παρουσίαζαν τα συνοικιακά συμβούλια ήταν πιο ευσυνείδητα συλλεγμένα απ’ ό,τι εκείνα που αφορούσαν το σύνολο της επικράτειας, όλες οι στατιστικές έτειναν να υποτιμούν —δεν ξέρουμε πόσο— το πραγματικό ποσοστό θνησιμότητας, αφού πολλοί θάνατοι δεν αναγγέλλονταν στις αρχές. Οι οικογένειες έχωναν τα σώματα των πεθαμένων συγγενών τους νύχτα στα δημόσια νεκροταφεία, για να μπορέσουν να διατηρήσουν τα δελτία τροφίμων τους. Μερικές φορές τους έθαβαν σε βιαστικά σκαμμένους ασημάδευτους τάφους. Τελικά οι δημοτικές υπηρεσίες συνέλλεγαν εκατοντάδες ανώνυμα πτώματα, οπότε και αυτά δεν εμφανίζονταν στα επίσημα στοιχεία.

Θα μπορούσαμε να πάρουμε ως ελάχιστο αριθμό την επίσημη εκτίμηση για το πολεοδομικό συγκρότημα Αθήνας/Πειραιά το έτος μετά τον Οκτώβριο του 1941, που έδινε συνολικά 49.188 θανάτους έναντι 14.566 θανάτων την προηγούμενη χρονιά. Ως ανώτατο όριο πρέπει να σημειώσουμε τις σαφώς υπερβολικές εκθέσεις των Ελλήνων και Βρετανών προπαγανδιστών, που έκαναν το BBC, για παράδειγμα, να μιλάει τον Απρίλιο του 1942 για 500.000 θύματα. Έχοντας κατά νου τα δύο αυτά ακραία όρια και κοιτάζοντας τα μηνιαία στοιχεία σε τοπικό επίπεδο, μπορούμε να πορισθούμε μια ορθότερη εντύπωση για την κλίμακα και τη διάρκεια του λιμού.

Για παράδειγμα, οι μηνιαίοι αριθμοί θνησιμότητας για τη συνοικία του Αγίου Γεωργίου δείχνουν ότι τον Αύγουστο του 1941 το ποσοστό ήταν κιόλας διπλό από εκείνο του ίδιου μήνα το 1940· τον Οκτώβριο ήταν τέσσερις φορές ψηλότερο και οκτώ φορές ψηλότερο το Δεκέμβριο. Το Δεκέμβριο του 1940 είχε δηλωθεί ο θάνατος 40 ανθρώπων. Τον Αύγουστο του 1941 ο αριθμός ήταν 58, τον Οκτώβριο 123, το Νοέμβριο 225 και το Δεκέμβριο του 1941 —τον χειρότερο μήνα— 323. Ύστερα το σύνολο έπεσε στους 146 τον Απρίλιο και παρέμεινε ανάμεσα στους 90 και τους 120 τους μήνες που ακολούθησαν. Με άλλα λόγια, η περίοδος του κρύου ανάμεσα στο Νοέμβριο του 1941 και τον Απρίλιο του 1942 γνώρισε μια ιλιγγιώδη αύξηση του ποσοστού θανάτων, η οποία ξεπερνούσε κατά πολύ εκείνη που έδειχναν οι αριθμοί χρόνο με το χρόνο για την πόλη στο σύνολό της.

Το συμπέρασμα αυτό ενισχύεται κι από άλλους αριθμούς. Στοιχεία από ορισμένες γειτονιές του Πειραιά και από νοσοκομεία στην Αθήνα δίνουν ποσοστά θνησιμότητας το χειμώνα του 1941-42 μεταξύ πέντε και επτά φορές μεγαλύτερα από εκείνα του προηγούμενου χρόνου. Εκτιμήσεις που δημοσιεύθηκαν από το υπουργείο Υγείας έδειξαν ότι η πείνα ήταν το άμεσο αίτιο που δηλωνόταν για το ένα τρίτο έως το ένα δεύτερο του συνόλου των θανάτων. Έμμεσα αποτελούσε το αίτιο πολύ περισσότερων, αφού ο υποσιτισμός άφηνε τους ανθρώπους έκθετους στη φυματίωση, στη γρίπη και άλλες αρρώστιες. Από τα στοιχεία αυτά ο Πειραιάς, με τον κυρίως εργατικό πληθυσμό του, προκύπτει ως το μέρος του πολεοδομικού συγκροτήματος της Αθήνας που χτυπήθηκε περισσότερο. Συνολικά, η επίσημη εκτίμηση των 35.000 περίπου θανάτων από το λιμό στην περιοχή Αθήνας-Πειραιά μοιάζει να υπολείπεται από την πραγματικότητα. Ο λιμός πιθανόν να προκάλεσε εκεί περισσότερους από 40.000 θανάτους μέσα στο δωδεκάμηνο που ξεκίνησε μετά τον Οκτώβριο, επιπροσθέτως στους αρκετές χιλιάδες θανάτους που είχαν σημειωθεί τους μήνες πριν από τον Οκτώβριο.

Δύο εξαιρετικά ενοχλητικές δημογραφικές τάσεις πρόβαλλαν από τα στοιχεία του υπουργείου Πρόνοιας. Πρώτον, το 1941 και το 1942 ήταν χρονιές όπου —για πρώτη φορά από τότε που είχαν αρχίσει να συλλέγονται στοιχεία— το ποσοστό θνησιμότητας είχε ξεπεράσει το ποσοστό των γεννήσεων, αφήνοντας την πόλη με έναν απότομα μειωνόμενο πληθυσμό. Στην Αθήνα το ποσοστό των γεννήσεων έπεσε από το 15% το 1940 στο 12,5 το 1941 και στο 9,6 το 1942. Το ποσοστό θανάτων ανέβηκε την ίδια περίοδο από το 12% στο 25,8 το 1941 και στο 39,3 το 1942. Μια παρόμοια τάση, αν και λιγότερο χτυπητή, ήταν φανερή σε όλη τη χώρα. Επιπλέον, η θνησιμότητα στα παιδιά ανέβαινε πιο αργά απ’ ό,τι στους ενηλίκους. Ο Ζυνό επισκέφθηκε πολλά νοικοκυριά στην περιοχή του Πειραιά, όπου η μάνα και ο πατέρας είχαν πεθάνει κι είχαν αφήσει τα παιδιά να τα βγάλουν πέρα μόνα τους. Σε πολλές περιπτώσεις αυτό ήταν αποτέλεσμα συνειδητής επιλογής των γονιών, όση τροφή έβρισκαν να τη δίνουν στα παιδιά τους. Οι ενήλικοι πάνω από σαράντα χρονών φαίνεται πως ήταν οι πιο ευαίσθητοι, ιδιαίτερα οι άνδρες. Ο λιμός, με άλλα λόγια, δημιουργούσε χιλιάδες χήρες και ορφανά. Παρόλο που οι συνέπειες ήταν περίπλοκες και χρειαζόταν καιρός για να αποκτήσουν ολοκληρωμένη μορφή, φαίνεται πιθανόν η καταστροφή της οικογενειακής μονάδας που ήρθε ως αποτέλεσμα του λιμού να επηρέασε βαθιά την απόκριση της ελληνικής κοινωνίας στην Κατοχή από τον Άξονα, τα επόμενα χρόνια. Θα επανέλθουμε αργότερα στον καινοφανώς πρωτεύοντα ρόλο των εφήβων και των γυναικών, καθώς διαμορφωνόταν η αντίσταση· αλλά τα σχόλιά μας αναγκαστικά είναι σε μεγάλο βαθμό υποθετικά, επειδή πρόκειται για ένα θέμα για το οποίο έχουν γραφεί λίγα πράγματα ώς τώρα.

Ο αριθμός των 500.000 θανάτων του BBC για το χειμώνα του 1941-42 ήταν σαφώς υπερβολικός. Για την περίοδο της Κατοχής συνολικά όμως, ο τελικός φόρος σε θανάτους από την πείνα μπορεί να μην υπολείπεται πολύ απ’ αυτό το νούμερο. Ο Ερυθρός Σταυρός, που διεξήγαγε τη δική του έρευνα, εκτιμούσε ότι γύρω στους 250.000 ανθρώπους είχαν πεθάνει άμεσα ή έμμεσα εξαιτίας του λιμού ανάμεσα στο 1941 και το 1943. Λογαριάζοντας την υστέρηση των γεννήσεων κατά την ίδια περίοδο, υπολόγισε πως ο συνολικός πληθυσμός της Ελλάδας ήταν τουλάχιστον 300.000 λιγότερος στο τέλος του πολέμου απ’ ό,τι θα ήταν αλλιώτικα, εξαιτίας της σιτοδείας.

πηγή

Παλιά προικοσύμφωνα.

$
0
0



 Από τα αρχεία της Νομαρχίας Κυκλάδων  το ακόλουθον προικοσύμφωνον. 


  Εν έτει 1671 μηνί Ιανουαρίω ημέρα δεκάτη εν Σύρω. 
   Εν ονόματι της Αγίας Τριάδος και της Κοκκίνης προστάτιδος της νήσου Σύρου.
   Προικοσύμφωνον της πρώτης μας κόρης και θυγατρός του Κωστάκη της Σμαράγδας και της μακαρίτισσας της γυναικός μου Πιπινίτσας, ήτις θα πάρη νόμιμον σύζυγον τον Ντεμογιαννάκη του Κωνσταντάκη της Πιπινίτσας Πηνελόπης Βαρβαρίτσας.
   Και εγώ και η μακαρίτισσα η γυναίκα μου Πιπινίτσα δίδομεν την συγκατάθεσίν μας εις το να πάρη η κόρη μας Κατή, νόμιμον σύζυγον και να τον έχη να τον νέμεται μέρα νύκτα, τον Ντεμογιαννάκη Μανωλάκην του Κωνσταντάκη και της Πιπινίτσας Πηνελόπης Βαρβαρίτσας.
   - Εν πρώτοις δίδομεν από τα φύλλα της καρδιάς μας την ευχήν να τρισευτυχήσουν και να πολυχρονίσουν.
   - Δεύτερον δε τέσσαρα εικονίσματα το πρώτον εις ξύλον δυνατόν και χονδρόν δύο δάκτυλα και τα άλλας εις αχιβάδα.
   - Τρία υποκάμισα τα δύο μικρά και το ένα μεγάλο, δύο μικρά αποκατινά (εσώβρακα) παστρικά, ατρύπητα και ολόγερα. 
   - Δύο μισοφόρια ολόγερα και μπουγαδιασμένα.
   - Ενάμισυ ζευγάρι κάλτσες έως ότου να γίνη ο γάμος έχη καιρόν να πλέξη και την άλλη για να γίνουν δύο ζευγάρια.
   - Ενα φουστάνι από τσίτι ριγωτό, άλλο ένα από σακονέτα της μακαρίτισσας της γιαγιάς μου.
   - Ενα μανδύλι του λαγιού και δύο μανδοσαλάμια.
   - Μια φασκιά για τα καλορίζικα.
   - Δύο ζεύγη παπούτσια το ένα μπαλωμένο.
   - Σαράντα πήχες βρακοζώνα και μετά τον θάνατο του παππού μας άλλη τόση.
   - Του γαμβρού μια σκούφια να την φορή βραδιά παρά βραδιά δια να μη του τρυπήση γρήγορα.
   - Δύο τσουκάλια κάστρινα της μακαρίτισσας της γιαγιάς μου.
   - Δύο φλιτζάνια του καφέ χωματίνια.
   - Το αμελέτητο με δύο χέρια νεροπαστρικό και άπιαστο.
   - Τρεις βελόνες της κάλτσας.
   - Ένα ζάρφι χωματένιο.
   - Ενα στρώμα μπαλωμένο της μακαρίτισσας της γιαγιάς μου από φύλλα καλαμόφυλλα.
   - Ενα λύχνο χωματένιο και άλλον έναν από ντενεκέ.
   - Ενα κλειδί.
   - Μια ψυράγγα (χωράφι) ίσα με μιά παλέστρα του γαϊδάρου.
   - Τρία ρεάλια, πέντε παράδες και επτά άσπρα.
   - Κοντά με όλα αυτά που τους κάμαμεν τους νοικοκυραίους της Σύρου την μίαν κάμαραν του σπιτικού που καθούμαστε και άμα πεθάνω εγώ και ο παππούς της Κατής όλο το σπίτι.
   - Ακόμη δε και αυτά, 2 κόττες, ένα πετεινό, είκοσι αυγά, ένα κόσκινο, μία μπιρμπιτσέλια σπητίσια μακαρόνια, και αν προφθάσουμεν θα κάνουμε άλλα τόσα.
   - Δέκα οκάδες ελιές και πέντε οκάδες χαμάδα, 2 βάζα κάπαρι, δύο ντουζίνες χήνους, σαράντα κοπόνια κρομμύδια, όλα αυτά να τα κάμουν θάλασσα, να τρών και να πίνουν όλο το οκταήμερο γαμβρός και νύμφη και όλο το συμπεθεριό και οι πιό κοντά γειτόνοι.
Εις τον γαμβρόν, την Κατή με τα ούλα της.


Κωνσταντάκης της Σμαράγδας 
Εν Σύρω τη 10 Ιανουαρίου 1671

   ΥΓ.  Προέλευση του ως άνω εγγράφου, η συλλογή του καλού μου φίλου και λογοτέχνη της Κρήτης, γνωστού  με το ψευδώνυμο "Κουζουλομανολιός ο Στειακός". 

Εν Αθήναις....η άνοιξη

$
0
0


Οι  αλάνες την άνοιξη εκείνα τα χρόνια πρασίνιζαν....δηλαδή το γήπεδο αποκτούσε φυσικό χορτοτάπητα....όταν έπεφτες από το τζαρτζάρισμα στο δίτερμα δεν ήθελες να σηκωθείς....
Τα πόδια πρασίνιζαν κι αυτά αλλά και κοκκίνιζαν όταν έπεφτες σε τσουκνίδα....
Το αντίδοτο γνωστό...έκοβες μολόχα και έτριβες το ερεθισμένο σημείο και σου πέρναγε η φαγούρα...για το τσίμπιμπα της σφήκας είχες την φυσική αμμωνία....
Η μυρουδιά της φύσης υπέροχη....τα κορίτσια μαζεύανε παπαρούνες...μαργαρίτες
και πήγαιναν στα σπίτια τους να γεμίσουν τα βάζα.
Το κρύο είχε αρχίσει να υποχωρεί οπότε αφαιρούσες καμμιά κουβέρτα πάνω από το πάπλωμα και έννοιωθες λιγότερο συμπιεσμένος.
Η διάθεση άλλαζε αυτή την εποχή προς το καλύτερο...
"Τον βγάλαμε και αυτόν τον χειμώνα...του χρόνου έχει ο Θεός" 
έλεγαν οι γηραλέοι και τα παιδιά τους κοιτούσανε με απορία για να τους λυθεί αυτή αρκετά χρόνια μετά.

Πίσω στα παλιά


Έρχεται σήμερα ο νέος Πρόεδρος της Κύπρου....

$
0
0
...προκειμένου να ενημερωθεί από την Ελληνική Κυβέρνηση για τους τρόπους διαπραγμάτευσης με την Τρόϊκα ....





Στην φωτογραφία Έλληνες Υπουργοί εξερχόμενοι από μια ακόμα διαπραγμάτευση .....



Οι μπ...τσαρκες της εφηβείας μας (μπαρότσαρκες, πάντως δεν είναι...)

$
0
0
Λόλα, να ένα άλλο
ΠΡΟΣΟΧΗ: Σ' αυτήν την ανάρτηση πιθανόν να υπάρχουν κείμενα ή φωτογραφίες που μπορεί να σοκάρουν ή να προσβάλλουν κάποιους "ευαίσθητους" !
Αναμνήσεις από τα μπουρδέλα περασμένων δεκαετιών 
Όταν ακόμη τα μπουρδέλα ήταν η κομμουνιστική διεθνής 
των πορνών στην πράξη, όταν, δηλαδή, λειτουργούσαν 
με όρους κοινοβίου. 
Φτώχεια 
   Ας φωτίσουμε τη δεκαετία. Ολα είναι φτωχά, όλοι είναι φτωχοί. Ασκοπες βόλτες στους αθηναϊκούς δρόμους, χαζολογήματα στις βιτρίνες των μαγαζιών, χασίματα σε σινέ φωτογραφίες «σήμερον» και «προσεχώς». 
  Καφενεία: της οδού Σόλωνος από το ύψος της Νομικής ώς την πλατεία Κάνιγγος. Φωκίωνος Νέγρη σε κάτοψη, όπου ξεχώριζαν τα τραπεζάκια του Λαμέρα. 
  Γωνία Πανεπιστημίου και Θεμιστοκλέους: ο πρώτος όροφος του μπιλιαρδάδικου του Μαυροκέφαλου, με τις επιγραφές:«Απαγορεύονται τα κάθετα χτυπήματα»«Μη βλασφημείτε τα θεία»«Μη πτύετε επί του δαπέδου». Αλλά και τα ζαχαροπλαστεία «Πικαντίλλυ»«Ρωσσικόν» του Γιάκοβλεφ, η ομονοιακή «Χορτοφαγία-Γαλακτοτροφία».
Όταν το σώμα γερνάει, η μνήμη ξυπνάει ανέξοδα 
Πιο ψηλά, προς την οδό Σταδίου, που πάντα ανηφόριζε και ανηφορίζει ακόμη από διαδηλωτές, το πατάρι του Λουμίδη, με άπαντας τους πολιτικούς, τους λογοτέχνας και τους δημοσιογράφους. 
  Το θρυλικό και θρυλώδες «Ζόναρς» και το διπλανό αδελφάκι του, σύμμαχο κι αυτό της συνεύρεσης, με πρωτοστατούντας τους Χατζιδάκι, Γκάτσο, Ελύτη -τότε ήταν όλοι τους νέοι, πολύ νέοι. 
   Ο Μπάμπης του κολωνακιώτικου «Βυζαντίου», το γκαρσόν που επινοούσε νέα ονόματα σε ποτά και αναψυκτικά, για να μπουν στην κατηγορία του ευπώλητου. Είδατε, η φαντασία δεν είναι μόνον ίδιον των καλλιτεχνών.
Μνήμη θυμήσου και αφηγήσου 
Η αδρεναλίνη δεν είχε τις ταχύτητες της τεχνολογίας των υπολογιστών, γιατί, όταν επιστρέφουμε στην Αθήνα του ’50, πρέπει να σκεφτόμαστε μία μεταπολεμική πόλη, με τα σημάδια ακόμη του πολέμου και του εμφυλίου αναγνωρίσιμα.
  Τα μπουρδέλα ανήκουν στην κατηγορία των κοινόβιων, που καταργήθηκαν με νόμο του κράτους, στα τέλη της δεκαετίας του ’50. 
   Στα «σπίτια» αυτά, συνήθως ισόγεια ή διώροφα, δούλευαν πέντε με έξι πουτάνες, οι οποίες παρακολουθούνταν από την αστυνομία ηθών, την αστιατρική υπηρεσία και την εφορία. 
  Αποτελούσαν μία παρακμιακή βερσιόν των σαλονιών-μπουρδέλων της μπελ επόκ, στις μεγάλες δυτικοευρωπαϊκές πρωτεύουσες. 
  Υπήρχαν και υπάρχουν ακόμη στις οδούς Αβέρωφ, Ακομινάτου, Βερανζέρου, Ουγκώ, Ζήνωνος, Ηπείρου, Κουμουνδούρου, Μενάνδρου, Μυλλέρου, Σατωβριάνδου, Σωκράτους, Φαβιέρου.
Η αίθουσα αναμονής
  Η αίθουσα αναμονής ήταν ένα μεγάλο δωμάτιο με καρέκλες γύρω γύρω. Οι τοίχοι ήταν καλυμμένοι με παλιοκαιρινή και συνήθως ξεφτισμένη ταπετσαρία. 
  Δεν έλειπαν οι αναπαραγωγές από κλασικά έργα: της Γενοβέφας, της Ωραίας του Πέραν, της Πεντάμορφης και του Τέρατος, της Γκόλφως. Μύριζε πατσουλί, τσιγαρίλα, σκορδαλιά. 
  Το χειμώνα, έκαιγε ένα μαγκάλι με πυρήνα ελιάς. Οι πελάτες που σύχναζαν, ήταν άνδρες των σωμάτων ασφαλείας, εργάτες του μόχθου, υπάλληλοι, αγρότες, συνταξιούχοι, φοιτητές, ξεσκολισμένοι μαθητές… 
  Αναλόγως της εμφάνισης, της ψυχολογικής κατάστασης, της ηλικίας και των βίτσιων του καθενός, είχαν δημιουργηθεί οι τύποι: ο βαρύμαγκας, ο ντροπαλός, ο πρωτάρης, ο ανώμαλος, ο φαντάρος. 
«Μπουρδέλο το κάναμε!» 
  Ο εσωτερικός κανονισμός των μπουρδέλων δεν υπάκουε στη φράση-καραμέλα «Μπουρδέλο το κάναμε!». Υπήρχε κάθετη διοίκηση, αν και κοινόβιο: η διευθύντρια, κοινώς ματρόνα, και η επιστάτις, κοινώς τσατσά. 
  Η δεύτερη ήταν συνήθως ηλικιωμένη πουτάνα, που είχε κάνει τα χιλιόμετρά της. Φρόντιζε για την καθαριότητα, σωφρόνιζε τους ατάκτους επαγγελματίας, μάζευε τις μάρκες και αυτές τις μάρκες τις εξαργύρωναν, μετά το πέρας της βάρδιας, τα κορίτσια. 
  Ο νταβατζής ερχόταν αργά και διακριτικά, όταν η πόλη της εργασίας κοιμόταν. Εκοβε κίνηση, έπαιρνε το κορίτσι του και βεβαίως το χρήμα που του αναλογούσε.
Ta ενδότερα
  Nα περάσουμε και στα ενδότερα, στο «βωμό της θυσίας», όπως χαρακτηριζόταν συνθηματικά; Κρεβάτι, σκληρό και ανθεκτικό, στρωσίδια που άλλαζαν πριν από κάθε πελάτη. 
  Στους τοίχους ρεπροντιξιόν «ροζ» αισθητικής, κρεμάστρα για τα ρούχα, κομοδίνο με μία γλάστρα, όπου «φύονταν» ψεύτικα λουλούδια, ένα σταχτοδοχείο, ένα αμπαζούρ που χαμήλωνε το φως. 
  Οι πιο ψαγμένες πουτάνες είχαν σ’ ένα ραφάκι και ορισμένα βιβλία, όπως «Ο εραστής της λαίδης Τσάτερλι», «Η κόκκινη κουρτίνα», «Πριν προφτάσει ν’ ανθίσει», «Το κάστρο», «Τα άνθη του κακού», «Το μαρτύριο του Αγίου Χριστοφόρου».
Τα σύνεργα
   Βέβαια, η πράξη είχε, κατά τη διάρκειά της και μετά από αυτήν, τα απαραίτητα σύνεργα. Το προφυλακτικό, η χρήση του οποίου ήταν προαιρετική… Οι γνωστές μάρκες εκείνης της εποχής άκουγαν στο όνομα «Μπεμπέκα», «Αλεπουδίτσα», «Σίλβερ Τέξας», «Οκέυ», «Σκουφίτσα». 
   Το χαρτί τουαλέτας πανάκριβο, γι’ αυτό αντ’ αυτού χρησιμοποιούνταν κυρίως χαρτί εφημερίδας. Το κλύσμα, το λεγόμενο πουάρ ή «αχλάδι», διά καθαρισμόν. 
  Απολυμαντικό, αντισηπτικό, αποστειρωτικό το περμαγκανάτ, με το καφετί και αποκρουστικό χρώμα του. Τέλος, οι πεοκουλούρες, σε περίπτωση που το πέος ήταν μεγάλο, προλάμβαναν τραυματισμούς του κόλπου. 
  Τα αφροδίσια έπαιρναν και έδιναν: σύφιλη, βλεννόρροια, κονδυλώματα, λευκόρροια, σαπρόφυτα, αιδοιόφθειρες. 
"Καλώς τα πουλάκια μας"
Πολλοί έφηβοι ανήκαν στην κατηγορία «Καλώς τα πουλάκια μας» ή «Καλώς τους τακτικούς», γιατί σπάνια, λόγω αψιλίας, προχωρούσαν στην πράξη: «Σπανίως μας έδιωχναν αμέσως, εκτός αν κάναμε φασαρία, γιατί ήθελαν το μαγαζί να δείχνει κάποιο μπούγιο»
topaliatzidiko.blogspot.com
Η παλιά Σωκράτους
Στίχοι: Απόστολος Καλδάρας & Κώστας Βίρβος.
Μουσική: Απόστολος Καλδάρας
Πρώτη εκτέλεση: Ανδρέας Καρακότας,
«ΜΠΑΛΑΝΤΕΣ ΤΟΥ ΠΕΡΙΘΩΡΙΟΥ»1990.
Κόκκινο φως μισαναμμένο στις εισόδους
κι η πόρτα πάντα ανοιχτή μέχρι τις δυο,
οδός Σωκράτους και στις γύρω τις παρόδους
κάθε δυο μέτρα κι ένας κόσμος ρημαδιό.

Στον τοίχο δίπλα σε μια σκάρτη πινακίδα
φωτογραφίες κοριτσιών χωρίς ψυχή
και του νομίατρου η κόκκινη σφραγίδα,
της κοινωνίας αδιάψευστη ενοχή.

Στολίσου, γίνε όμορφη της Αφροδίτης κόρη,
στον ουρανό ένα αγόρι θέλει να ανεβεί.
Στολίσου, γίνε όμορφη, κι η νύχτα βάζει πλώρη,
πικρό το ανηφόρι που σου κρυβε η ζωή.

Μες στο σαλόνι εργατιά, ναύτες, στρατιώτες
κι οι νταβατζήδες από κάτω στη σειρά,
και η χοντρή πατρόνα να χτυπάει τις πόρτες:
"Άντε κορίτσια, ώρα είναι για δουλειά".

Αυτά συμβαίνανε μες στην παλιά Σωκράτους
και κάνα έγκλημα φιγούρας ο νταής,
φωτογραφία και εικόνα σάπιου κράτους,
φωτογραφία και μιας άλλης εποχής.

Στολίσου, γίνε όμορφη της Αφροδίτης κόρη,
στον ουρανό ένα αγόρι θέλει να ανεβεί.
Στολίσου, γίνε όμορφη, κι η νύχτα βάζει πλώρη,
πικρό το ανηφόρι που σου κρυβε η ζωή.

Συνεχώς νέα μέτρα από τους Τροϊκανούς....

$
0
0


"....τι ώρα λές να τους ζητήσουμε να κόψουν τον λαιμό τους;"

Ο παράδεισος των αντικαπνιστών είναι ένα μικρό ελληνικό χωριό

$
0
0

Ο παράδεισος των αντικαπνιστών είναι ένα μικρό ελληνικό χωριό Μόνο ένας περιστασιακός καπνιστής στο χωριό που δεν πωλούνται τσιγάρα ΣΧΟΛΙΑ (1) 167   Πρόκειται για το χωριό Σκοτεινό της Κρήτης το οποίο βρίσκεται στο νομό Ηρακλείου. Οι 70 κάτοικοι του όπως αναφέρει το ekriktiko είναι όλοι τους αντικαπνιστές. Δεν επηρεάστηκαν από καμία αντικαπνιστική εκστρατεία αλλά εδώ και δεκαετίες είναι το χωριό στο οποίο δεν υπάρχει καπνιστής ούτε για δείγμα. Ήταν μια στάση ζωής που υιοθετήθηκε σταδιακά απ' όλους και σύμφωνα με ορισμένους ισχύει αδιαλείπτως  για περισσότερα από 20 χρόνια. «Εγώ είμαι 50 χρόνια παντρεμένη εδώ και θυμάμαι ότι παλιά κάπνιζαν μόνο 2-3 γέροι. ¨Φεύγοντας¨ αυτοί, κανένας δεν συνέχισε να καπνίζει» λέει η κυρία Χριστίνα Μουδατσάκη, ιδιοκτήτρια ενός εκ των δύο καφενείων του χωριού. «Η συνήθεια αυτή έχει περάσει και στα παιδιά και στα εγγόνια μας, παρόλο που δεν  μένουν εδώ στο χωριό» ενώ ο 21χρονος εγγονός της λέει :« Ζω σ' ένα  περιβάλλον που καπνίζουν φίλοι και γνωστοί μου αλλά είναι επιλογή μου να μην καπνίζω γιατί γνωρίζω τις συνέπειες που θα έχει κάτι τέτοιο στην υγεία μου».   . Στο μικρό χωρίο όχι μόνο δεν καταναλώνονται τσιγάρα αλλά δεν πωλούνται κιόλας. «Εγώ είχα καφενείο μέχρι πριν από 15 χρόνια. Πουλούσα τσιγάρα αλλά δεν αγόραζε κανείς χωριανός» λέει ο κ. Δημήτρης Ζερβάκης «έπαιρνα καμιά κούτα και έμενε  ξεχασμένη στα ράφια του καφενείου, αν δεν ερχόταν κανένας περαστικός ν' αγοράσει» συμπληρώνει. Οι κάτοικοι του μικρού χωριού, τηρώντας τις παραδόσεις της υγιεινής κρητικής διατροφής έχουν εξασφαλίσει τη μακροζωία -  αν αναλογιστεί κανείς ότι η ηλικία τους κυμαίνεται  από 65  έως 101 έτη – στην οποία, όπως εικάζουν οι ίδιοι,  έχει βοηθήσει και η αποχή από το κάπνισμα. Εξαίρεση εδώ,  αποτελεί ένας συγχωριανός τους, ο οποίος έχει επιστρέψει πρόσφατα από την Αθήνα και ζει μόνιμα στο Σκοτεινό. Μόνο αυτός καπνίζει περιστασιακά αλλά και αυτός το μειώνει σταδιακά λένε οι κάτοικοι του χωριού με την κρυφή ελπίδα ότι θα καταφέρουν να εντάξουν και αυτόν στην άτυπη  ομάδα τους. Κάθε χρόνο 650.000 θάνατοι σημειώνονται στην Ευρωπαϊκή Ένωση από το κάπνισμα, το οποίο αποτελεί επίσης τη συχνότερη αιτία θανάτου, ασθένειας ή αναπηρίας,  σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία των ευρωπαϊκών αρχών. 
πηγή

Η ανέγερση εμπορικού κέντρου στην Ακαδημία Πλάτωνος προκαλεί αντιδράσεις

$
0
0


 «Είναι σαν να χτίζεις Mall στον Παρθενώνα. Εάν δεν σας πειράζει και αυτό ας τα ισοπεδώσουμε όλα» 
  Σύμφωνα με την "Εφημερίδα των Συντακτών" το εμπορικό κέντρο 53.000 τετραγωνικών μέτρων δίπλα στην Ακαδημία Πλάτωνος έχει προκαλέσει τις αντιδράσεις των κατοίκων της περιοχής. Για να χτίσει μάλιστα τα Αcademy Gardens, όπως ονομάζει τους «πολυχώρους ψυχαγωγίας και εμπορίου», το διεθνές fund Artume ζήτησε και πέτυχε φωτογραφική τροποποίηση του Ρυθμιστικού Σχεδίου Αττικής, παρακάμπτοντας το θεσμικό πλαίσιο που απαγορεύει τέτοια δόμηση σε Βιοτεχνικό Πάρκο. Η εταιρεία μιλάει για επένδυση που θα αναβαθμίσει την περιοχή, δημιουργώντας 1.600 θέσεις εργασίας, ενώ οι τοπικοί εμπορικοί σύλλογοι αντιπαραθέτουν ότι θα χαθούν 6.000-7.000 θέσεις εργασίας. Πρόκειται για τις, κατεδαφισμένες πλέον, εγκαταστάσεις της Κλωστοϋφαντουργίας Μουζάκη, τον περιβάλλοντα χώρο και εγκαταλειμμένα κτίρια της Κλωστοϋφαντουργίας Λαναρά, τα οποία αρχιτέκτονες έχουν ζητήσει να χαρακτηριστούν διατηρητέα βιομηχανικά μνημεία.   Ο δήμαρχος Αθηναίων φέρεται να έχει υπογράψει σύμφωνο συνεργασίας με την εταιρεία, που υπόσχεται αντισταθμιστικά μέτρα όπως υποτροφίες μαθητών, ανάπλαση παιδικής χαράς κ.λπ. Η συμφωνία του δημάρχου έγινε όπως αναφέρει το ρεπορτάζ χωρίς την ενημέρωση του δημοτικού συμβουλίου. Οι κάτοικοι θεωρούν ότι τα «Αcademy Gardens» όχι μόνο δεν θα φέρουν την ανάπτυξη, αλλά θα δώσουν τη χαριστική βολή στα μικρά εμπορικά μαγαζιά, θα «τσιμεντώσουν» πολύτιμους ελεύθερους χώρους και εμμέσως θα ιδιωτικοποιήσουν το αρχαιολογικό πάρκο, μετατρέποντάς το σε «προαύλιο» του mall. Δυναμική ήταν η κινητοποίηση των κατοίκων την Τετάρτη κατά τη συζήτηση του θέματος στην 4η Δημοτική Κοινότητα στον Κολωνό. Ενάντια στην ανέγερση του mall τοποθετήθηκαν εκπρόσωποι των συνδυασμών «Επιμένουμε Αθήνα» του Γ. Αμυρά, «Ανοιχτή Πόλη» του ΣΥΡΙΖΑ , «Συμπαράταξη για την Αθήνα» του ΚΚΕ και εκπρόσωποι των Οικολόγων Πράσινων που έχουν αποχωρήσει από τον συνδυασμό του Γ. Καμίνη. Oυδέτερη στάση κράτησε ο εκπρόσωπος της παράταξης του Ν. Κακλαμάνη. Κάτοικοι και φορείς επεσήμαναν την απουσία ανεξάρτητης επιστημονικής και περιβαλλοντολογικής μελέτης από την πλευρά της δημοτικής αρχής, που εμφανίζεται να υιοθετεί το εταιρικό σχέδιο. «Εχετε κάνει την επιλογή να θεωρείτε την εταιρεία εξ ορισμού τίμια, ηθική και ορθολογική, και εμάς τους κατοίκους, εμπόρους και όλους τους άλλους ψεύτες και ανήθικους, ενώ δεν έχετε εκπονήσει οι ίδιοι καμία μελέτη», ήταν μία από τις μομφές που διατυπώθηκαν εκ μέρους των κατοίκων προς την εκπρόσωπο της δημοτικής αρχής.   «Το μεγάλο σκάνδαλο είναι ότι σήμερα, ενώ υποτίθεται γιορτάζουμε το Ευρωπαϊκό Ετος Πλάτωνα, 2.440 χρόνια μετά τη γέννησή του, φυτεύουν τσιμέντο δίπλα στον αρχαιολογικό χώρο των 130 στρεμμάτων με τα 250.000 ευρήματα και μελλοντικό "Μουσείο των Αθηνών" όπως έχει ήδη αποφασιστεί να γίνει. Επιτρέπουν, παρακάμπτοντας τους νόμους, σε ένα διεθνές fund, να χτίσει ένα γιγάντιο εμπορικό κέντρο, το οποίο θα μιλάει εξ ονόματος του Πλάτωνα. Είναι σαν να χτίζουν mall στον Παρθενώνα. Αν δεν μας πειράζει ούτε αυτό, ας τα ισοπεδώσουμε όλα» δήλωσε άντρας απο την επιτροπή κατοίκων στην εφημερίδα.
 πηγή

43 χρόνια χωρίς τον Β. Αυλωνίτη!

$
0
0

Δες αξέχαστες στιγμές του από τον ελληνικό κινηματογράφο πηγή


    Είναι ένας από τους πιο σημαντικούς κωμικούς του ελληνικού κινηματογράφου!
     Ο Βασίλης Αυλωνίτης ανήκει στην χρυσή ομάδα των ηθοποιών που έκαναν τον παλιό ελληνικό κινηματογράφο τόσο αξιόλογο και ξεχωριστό. Σήμερα συμπληρώνονται 43 χρόνια από το θάνατό του και αναπολούμε στιγμές γέλιου μέσα από τις αμέτρητες ταινίες του...

    Ο Βασίλης Αυλωνίτης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1904. Η ενασχόλησή του με την υποκριτική έγινε εντελώς τυχαία. Δούλευε στα παρασκήνια ενός θεάτρου στο Θησείο, όταν οι συνάδελφοί του τον έσπρωξαν για πλάκα στη σκηνή, την ώρα που η πλατεία ήταν γεμάτο κόσμο. Μετά από ελάχιστα δευτερόλεπτα αμηχανίας, ο Αυλωνίτης άρχισε να χορεύει κωμικά και να κάνει με πλάκα με το κοινό που τον αποθέωσε από το πρώτο κιόλας βράδυ.

    Οι συνεργασίες του αμέτρητες και με όλα τα μεγαθήρια του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου. Ο Βασίλης Αυλωνίτης πέθανε στις 10 Μαρτίου του 1970 από καρδιακή προσβολή.

    Μία από τις πιο αξιομνημόνευτες ταινίες του ήταν φυσικά το Λατέρνα, Φτώχεια και Φιλότιμο με τη Τζένη Καρέζη και τον Μίμη Φωτόπολου!



    Μια ταινία με casting που θα ζήλευε και ταινία του Hollywood ήταν η "Χιονάτη και τα Επτα Γεροντοπαλήκαρα" με τη Τζένη Καρέζη.



    Μια ξεκαρδιστική σκηνή από τη Σωφερίνα με την Αλίκη Βουγιουκλάκη, όταν ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος ως πρόεδρος πρέπει να προφέρει το όνομα σιδηρόδρομο του Βασίλη Αυλωνίτη.


    Όταν δύο από τους μεγαλύτερους θρύλους του παλιού ελληνικού κινηματογράφου ενώνουν το ταλέντο τους, τότε το αποτέλεσμα είναι απολαυστικό. Δες στιγμιότυπα από την ταινία Κορόιδο Γαμπρέ με τον Νίκο Σταυρίδη.


    Ο Βασίλης Αυλωνίτης όμως έγινε αχτύπητο κινηματογραφικό δίδυμο με τη Γεωργία Βασιλειάδη. Από τις πιο χαρακτηριστικές τους ταινίες φυσικά το έργο Οι γαμπροί της Ευτυχίας!


    Μία από τις ατάκες που έμειναν αξέχαστες είναι το Πνεύμα και Ηθική στην ταινία Η Ωραία των Αθηνών!


    Ωρέ που πάμε ρε! Άλλη μία από τις πιο κλασικές ατάκες του Βασίλη Αυλωνίτη, που ταιριάζει γάντι και για τη σημερινή μας κατάσταση.

    Σεξ στου Οθωνα τα χρόνια, όργια στην Αθήνα του ’30

    $
    0
    0



    «Πικάντικα» δημοσιεύματα και «βρώμικα» χρονογραφήματα αποκαλύπτουν τα ερωτικά ήθη, πάθη και έθιμα των παλαιών Αθηναίων από το 1834 έως το 1938

    Tο 1923 «έντιμος υπηρέτρια με ζήλο και με ζέσιν» θα δημοσιεύσει στο περιοδικό «Γάτος» αγγελία, με την οποία «ζητά να βρη ανάλογον μέσα σε σπίτι θέσιν, με τα εξής προσόντα: ξανθά μαλλιά, μάτια γλαρά, καλοφτιαγμένο σώμα,γλυκύτατο χαμόγελο που μοιάζει σαν Τζοκόντα, δαχτυλιδένιο στόμα, γάμπες κανονικές, ματιές σατανικές, ζαχαρί ομιλία, παρέχει προς τον κύριον την κάθε… ευκολία».
    Μερικά χρόνια αργότερα οι συντάκτες του περιοδικού «Μπουκέτο» θα ενημερώσουν τους Αθηναίους για τα συμπτώματα της γυναικείας απιστίας ενώ «κοινωνική έρευνα» της εφημερίδας «Χρεοκοπία» θα αποκαλύψει πως οι έκφυλοι γλεντζέδες διαφθείρουν τις αθώες μικρές, ποτίζοντάς τες με κανθαρίνη! Σοφέρ αφηγούνται σε περιοδικά ιστορίες για τις ερωτικές ατασθαλίες των πρώτων κυριών των Αθηνών, αφοσιωμένες καμαριέρες εκμυστηρεύονται πως είναι αναγκασμένες να «ανέχονται» τον κύριο για να καλύπτουν την κυρία, μανικιουρίστες αποκαλύπτουν πως τα αριστοκρατικά κομμωτήρια στην πραγματικότητα είναι διαφθορεία. Αποκλειστικά ρεπορτάζ πληροφορούν την αθηναϊκή κοινωνία πως, πέρα από τα πορνεία γυναικών και τις γκαρσονιέρες, υπάρχουν και τα χαμαιτυπεία ανδρών για αχόρταγες μαντάμ, καθώς επίσης και οι «φιγιέρες» ή αλλιώς οι «κοριτσιέρες».

    Εχοντας γράψει για τη γαστρονομία, τη διασκέδαση και την καθημερινή ζωή στην παλιά Αθήνα κατά την περίοδο από την άφιξη του Οθωνα έως και πριν από την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου («Η παλιά Αθήνα ζει, γλεντά, γεύεται 1834-1938», Εκδ. Ωκεανίδα), ο οικονομολόγος και συγγραφέας Θωμάς Σιταράς, αυτήν τη φορά, μπαίνει στις κρεβατοκάμαρες (και όχι μόνο) των Αθηνών για να αποκαλύψει πώς ερωτεύονταν και κυρίως πώς ερωτοτροπούσαν οι Αθηναίοι εκείνης της εποχής. Αντλώντας υλικό από προσωπικές μαρτυρίες, σπάνιες φωτογραφίες και σκίτσα, χρονογραφήματα, διαφημίσεις και γελοιογραφίες, ο συγγραφέας παρουσιάζει στοιχεία για τις σχέσεις των δύο φύλων, τη σεξουαλική επανάσταση της εποχής, την εξέλιξη της θέσης της γυναίκας, τον έρωτα, τη διαφθορά και τη λαγνεία, για το πώς χαλιναγωγούσαν και, κυρίως, για το πώς ικανοποιούσαν οι Αθηναίοι και οι Αθηναίες την ερωτική τους επιθυμία.
    Με αφετηρία τις νεαρές τροφαντές Ατθίδες της περιόδου μετά την απελευθέρωση και κατάληξη τις κοσμικές κυρίες της «αμαρτωλής» δεκαετίας του 1930 που αναζητούν «αγοράκια 12-14 ετών», στις σελίδες αυτού του πρωτότυπου λευκώματος συνωστίζονται οι «παρδαλές», οι «παστρικές» και γερμανίδες «αρτίστες» του τέλους του 19ου αιώνα, ο Μιμίκος και η Μαίρη και οι πρώτες γυναίκες σερβιτόρες της Αθήνας, παρθένες με στολή και νοστιμούλες που προσφέρονται για περιπετειούλες στο Ζάππειο, γυναίκες «εγκαταλελειμμένες», γυναίκες «μαϊμουδίτσες», γυναίκες «κυρίες των κυρίων», συφιλιδολόγοι, άνδρες εραστές και άνδρες κερατωμένοι, «μπεμπεκούλες» και «θείοι» και κορίτσια «ανεγνωρισμένης παρθενίας» και πάσης φύσεως «ντεμουαζελίδια», κοινώς δεσποινίδια. Τα καμώματα όλων αυτών και πολλών άλλων πρωταγωνιστών μιας ερωτικότατης Αθήνας παρέχουν στον συγγραφέα τη δυνατότητα να ολοκληρώσει με τον πλέον «αδιάκριτο» τρόπο την απεικόνιση μιας κοινωνίας και μιας εποχής μακρινής πλέον αλλά ακόμη άκρως σκανδαλιστικής.

    Οσον αφορά τη λαγνεία πλέον και όχι τόσο τον ερωτισμό των κυρίων και κυρίως των κυριών της παλιάς Αθήνας, από τις δέκα δεκαετίες που παρουσιάζονται στο λεύκωμα, κυρίαρχη αναδεικνύεται η τελευταία, η δεκαετία του 1930. Ο συντηρητισμός της οθωνικής και της ρομαντικής περιόδου (1834-1880) θα αρχίσει να εξασθενεί κατά την τριακονταετία της Ωραίας - παρά τους πολέμους, τη φτώχεια και τις στερήσεις - Εποχής (Belle Époque), για να εξαλειφθεί εντελώς κατά τα πρώτα χρόνια του 20ού αιώνα και ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου. Πλέον οι γυναίκες κυριαρχούν - εργάζονται, κυκλοφορούν, διασκεδάζουν και ερωτοτροπούν, ξεσαλώνουν. Η Αθήνα του ’30 ήταν πλήρως απελευθερωμένη σεξουαλικά και «απολύτως γαντζωμένη», όπως σημειώνει ο συγγραφέας, «στο άρμα της μεγάλης αμαρτωλής ματρόνας, που λέγεται Γαλλία».
    «ΒΛΕΠΙΣΤΕΣ». Μεταξύ των πολλών αθηναϊκών «ανωμαλιών», ιδιαίτερη θέση είχε και η οφθαλμοπορνεία ή αλλιώς το μπανιστήρι. Για όποιον «βιτσιόζο» ήθελε να «βλέπη το αγκάλιασμα των άλλων» υπήρχε το σπίτι της κυρίας Μαρίκας, διάσημο για τα «ερωτικά περισκόπιά» του, ήτοι «κάτι μαγικά κλειδιά που σας εισάγουν στους ερωτικούς παραδείσους των άλλων. Μπαίνετε σα διαρρήκτες μέσα, κλέβετε την ευτυχία των άλλων - με τα μάτια σας - και φεύγετε δίχως να σας αντιληφθούν». Με άλλα λόγια, «τα περισκόπια είναι μπανιστήρια ωργανωμένα, επιστημονικά, όπου κάθε «βλεπιστής» ικανοποιεί το βίτσιο του» ενημέρωνε  το αθηναϊκό  κοινό το περιοδικό «Φρου-Φου» σε ρεπορτάζ του 1934.
    πηγή
    Viewing all 12885 articles
    Browse latest View live