Quantcast
Channel: Πίσω στα παλιά
Viewing all 12885 articles
Browse latest View live

ANTΩΝΗΣ ΒΛΑΧΟΣ – ΜΠΟΥΖΟΥΚΙΑ ΤΟ «ΔΑΣΟΣ»

$
0
0

 Ο Αντώνης Βλάχος μια ζωή…. Μια ιστορία!!!
Αρβανίτης ο Αντώνης ο Βλάχος, ένας ξερακιανός ψηλός, με σπαστά κατσαρά μαλλιά μαύρα, με μουστάκι αντρικό, με το κουστούμι του χειμώνα καλοκαίρι.
Παντρεμένος με τη Μαρίκα, μια κοντή στρουμπουλή, με γλυκό πρόσωπο, χαμογελαστή πάντα, όχι όπως γελαστή!!!
Παλιά «παστρικιά» με δικό της «τσαρδί»!

Αυτή ήταν το «μποτέλι» του Βλάχου, κι αυτός της «αποχαρακτήρισε» και της έβαλε στεφάνι.
Παιδιά βέβαια δεν κάνανε.

Ο Βλάχος έκανε μαγαζιά, δηλαδή μπουζουκομάγαζα με ζούλα τεκέδες, μέχρι και «ΟΙΝΟΜΑΓΕΙΡΕΙΟΝ» έφτιαξε, εκεί στην οδό Αγησιλάου δίπλα από το μαγαζί μας και δίπλα και από το μαγέρικο του Θεοχαράτου!

Αλλά ας τα πάμε από την αρχή!

Ο Βλάχος χρόνια στην παρανομία από μικρός.
Άσσος στο μαχαίρι.. ξέρει να το «κουσουμάρει»!

Δηλαδή εάν ήθελε να σε στείλει… τότε το χτύπημα ήταν διαφορετικό, δηλαδή μόλις σε τρυπήσει τότε γυρίζει το μαχαίρι και γίνεται η ζημιά … «έφυγες»!
Αν όμως θέλει να σε προειδοποιήσει, μόλις βάλει το μαχαίρι στο κρέας με την ίδια φορά το ξαναβγάζει κι έτσι τη γλύτωνες!

Όμως δεν είναι «μάστορας» μόνο στο μαχαίρι, αλλά κουμαντάριε και το «σιδερικό» – που «τσαχάει» να πούμε – που δεν λείπει ποτέ από πάνω του.

Ε!! Αφού έχει τα εργαλεία δεν πρέπει και να τα χρησιμοποιεί???

Πως αλλιώς θα τον σέβονται???

Οι «λογάδες» λέγανε ότι έχει «στείλει» δυο – τρεις ή και τέσσερις στον άλλο κόσμο.

Όμως δεν είναι και άμοιρος στην «πιάτσα του μαύρου», αλλά μέχρι εκεί.
Δεν έπεσε ποτέ στην «παραμύθα»… κανά «καλάμι» και κάνα δίφυλλο ή τρίφυλλο, έκανε κάπου – κάπου!!

Βέβαια και φυλακή έκανε κι ήξερε τα πάρε – δώσε!

Πάντως με φόνους, με μαχαιρώματα, με πιστολίδια, με χασιποτίες, με σωματεμπορίες, μαστροπείες, οπλοφορίες, οπλοχρησίες, οπλοκατοχές και αμέτρητες άλλες παραβάσεις του κοινού Ποινικού Κώδικα, το πώς βρισκότανε «έξω» μόνο αυτός το ξέρει!!!

Όμως ήτανε «κιμπάρης», είχε λόγο, είχε «μπέσα».

Οποτεδήποτε ήρθε στον πατέρα μου για δανεικά, πάντα με χρυσές λίρες – εγώ τις έφερνα από το μπαούλο του σπιτιού – πάντα τα επέστρεφε και μάλιστα βοήθαγε το μαγαζί παντειοτρόπως!

Και μόνο που τον βλέπανε να μιλάει με τον «Τρούμαν» πίνοντας καφεδάκι ή κανένα ούζο, όλοι οι μάγκες βάζανε την ουρά στα σκέλια και το μαγαζί μας ήταν «εκκλησία»!

Αλλά όταν άνοιξε το «Οινομαγειγείο» δίπλα από μας στην Αγησιλάου, η κουζίνα μας είχε κοινό παράθυρο με το μαγαζί του και ότι θέλανε χτυπάγανε το τζάμι.
Το «Οινομαγειρείο» το άνοιξε για να κάνει μια «συρμαγιά» αφού βγήκε από μια φυλακή που έκανε, για να φτιάξει πάλι μπουζουκάδικο.

Τότε λοιπόν πήγε και βρήκε όλους τους μπουζουξήδες, τις τραγουδιάρες και τους μπουζουκοπαίχτες και σε άλλους με το καλό, σε άλλους με το ζόρι, τους ανάγκασε μετά τα μπουζούκια να έρχονται στο «Οινομαγειρείο», για να φάνε κάνα πατσά και να περπατήσει το μαγαζί!

Αξίζει να σας πω ότι εγώ πήγαινα σε «πληρωτικό» σχολείο, όπως το λέγανε τότε, δηλαδή ιδιωτικό, όμως το καλοκαίρι δεν είχε διακοπές.
Με σήκωνε η μάνα μου το πρωϊ να πάω στο μαγαζί μας, μαζί με το Χρήστο για να δω πως βγαίνει το μεροκάματο! Κατάλαβες???
Εκεί λοιπόν τα καλοκαίρια γνώρισα – μικρός βέβαια τότε – τα περισσότερα «ιερά τέρατα» του μπουζουκιού από κοντά!
Τι τον Μάρκο, τι τον Τσιτσάνη, τι τον Μητσάκη, τι τον Ζαμπέτα, την Άννα Χρυσάφη, την Μπέλου και ουκ έστι αριθμός!!!

Πως όμως τους γνώρισα??
Απλούστατα μόλις τρώγανε τον πατσά κάθε κομπανία ερχότανε στο μαγαζί να πιούνε το καφεδάκι και να κάνουνε την χαρτούρα.
Δηλαδή να μετρήσουνε τα λεφτά από τις παραγγελίες και βρισκόντουσαν στην τσάντα της ντιζέζ!
Εδώ αξίζει να πούμε ότι ο Βλάχος είχε ένα τραπεζάκι μπροστά από το πάλκο εκεί στην πίστα και έπαιρνε και έδινε χαρτάκια για παραγγελίες χορού, για να μη γίνεται φασαρία. Ήταν δηλαδή ο «αδέκαστος»!

Λοιπόν οι περισσότεροι ήτανε αγράμματοι, έτσι λοιπόν έκαναν διαιρέσεις και πολλαπλασιασμούς, ανοίγανε την τσάντα με τα λεφτά και άρχιζε ο «αρχηγός»…. ο Βλάχος δηλαδή!
Αν π.χ. η τσάντα είχε 1.000 δραχμές και η κομπανία ήταν πέντε άτομα, δε λέγανε 1.000 δια του 5 = 200 δραχμές, αλλά αρχίζανε 50 εσύ, 50 εσύ, 50 εσύ … 50 εγώ μέχρι να τελειώσουν τα λεφτά!
Εκεί λοιπόν πάνω στο μαρμάρινο τραπέζι μετά τους καφέδες και αφού φεύγανε τα φλυτζάνια και τα ποτήρια γινότανε το μερτικό που το λέγανε «Λογαριά στο πεύκο του Γεραμάνη»!

Και μια ακόμη παρένθεση!

Ο Βλάχος ο Αντώνης είχε και έναν αδελφό .. τον Τάσο!
Ο Τάσος ήτανε πολλές σκάλες πιο κάτω από τον Αντώνη, που πάντα προσπαθούσε να τον φτάσει, αλλά ποτέ δεν έγινε Αντώνης!
Τον είχε ο Αντώνης συνέταιρο, αλλά όλα τα κουμάντα τα έκανε ο ίδιος και η Μαρίκα, που δε φαινότανε!

Ο Αντώνης ήταν ο «ψιλοκομμένος», ο «φινετσάτος», ο Τάσος ο «χοντροκομμένος», ο «στούρνος», ο «βλάχος»!

Εκεί γύρω στις αρχές του ’30 άνοιξε στη συμβολή της Κωνσταντινουπόλεως (που πέρναγε το τρένο) και της Ιεράς Οδού η πρώτη ίσως μπυραρία της Αθήνας, που πουλούσε μπύρα στο ΠΟΤΗΡΙ!

Εκεί μαζευόταν όλος ο καλός κόσμος της Αθήνας γιατί ήταν μόδα τότε η μπύρα!

Η «μπυραρία του Μαυρομάτη» ήταν όπως ανεβαίνουμε την Ιερά Οδό για να πάμε στην οδό Πειραιώς από το δεξί μας χέρι και δίπλα ήταν ο φούρνος του Τσιμπούκη και πιο δίπλα το φαρμακείο του Αφεντούλη!

Στην απέναντι γωνιά λοιπόν Κωνσταντινουπόλεως και Ιεράς Οδού, «έστησε» ο Βλάχος μπουζουκάδικο… το «ΔΑΣΟΣ»!
Και ποιος δεν πέρασε από κει.

Οι καλύτεροι παίκτες μπουζουκιού!
Μάρκος, Στράτος, Χιώτης, Μπαγιαντέρας, Χατζηχρήστος, Τσιτσάνης, Παπαϊωάννου μέχρι και Μιχάλης Γενίτσαρης, που τον είχε για μπράβο ο Βλάχος!

Αξέχαστες εποχές!!!!

Όταν στις μπουάτ σέρβιραν τραχανά!

$
0
0

Όταν στις μπουάτ σέρβιραν τραχανά!

Μια φορά και έναν καιρό, φύσηξε στο χώρο της μουσικής και του τραγουδιού ένα δροσερό αεράκι, που σήκωσε ένα κύμα που ξεχείλισε στα δρομάκια της Πλάκας και πλημύρισε τα ερτζιανά.
Κάπου εκεί λοιπόν, στα μέσα της δεκαετίας του ’60, της χρυσής αυτής δεκαετίας της αθωότητας η αισθαντική αύρα από αυτό το κύμα τύλιξε τις αισθήσεις της νεολαίας της εποχής.

Το κύμα αυτό ονομάστηκε «Νέο Κύμα» από τον Γιάννη Σπανό, ομώνυμη ονομασία του κινηματογραφικού κινήματος που επικράτησε στη Γαλλία, το «Nouvelle Vague». Βασικά το Νέο Κύμα ήταν μία εφεύρεση του Αλέκου Πατσιφά, του μεγάλου αυτού Αλεξανδρινού επιχειρηματία «δισκά», ο οποίος ήθελε να κάνει κάτι διαφορετικό απ'αυτά που έκαναν οι άλλοι «δισκάδες» της χώρας.

Ο Πατσιφάς ήθελε να φτιάξει ένα τραγούδι «χειροποίητο», σαν ένα βελτιωμένο ελαφρό τραγούδι με μικρές ορχήστρες, καινούργιους νέους τραγουδιστές, με προσεγμένους στίχους. Ήθελε να χωρέσει κάπου ανάμεσα στα δισκογραφικά θηρία της εποχής COLUMBIA και ODEON με σύμμαχο τον Γιώργο Παπαστεφάνου, που είχε μεγάλη γνώση και πείρα στο τραγούδι, ο οποίος του σύστησε τον Γιάννη Σπανό. Ο Σπανός μόλις είχε έρθει από τη Γαλλία, όπου είχε κάνει μία σημαντική καριέρα γράφοντας τραγούδια για τους: Ζυλιέτ Γκρεκό, Ρισάρ Αντονί, Μπριτζίτ Μπαρντώ, Μαρί Λαφορέ και άλλους αξιόλογους Παριζιάνους καλλιτέχνες, που εκτός από τη δισκογραφία δημιουργούσαν μαγικές βραδιές στα μικρά πιάνο μπαρ της δυτικής όχθης του Σηκουάνα.

Το «Νέο Κύμα» έδωσε την ευκαιρία σε νέα παιδιά, που δεν είχαν πρόσβαση στις μεγάλες εταιρίες, να ακουστούν και να αναδειχθούν. Μέσα από εκείνη την μουσική κοσμογονία του νέου αυτού μουσικού ρεύματος, αναδείχθηκαν ονόματα που απασχόλησαν τη δισκογραφία για πάρα πολλά χρόνια μετά: Λάκης Παππάς,  Καίτη Χωματά, Γιώργος Ζωγράφος, Αρλέτα, Νότης Μαυρουδής, Γιάννης Πουλόπουλος, Μιχάλης Βιολάρης, Ρένα Κουμιώτη, Κώστας Χατζής και πολλοί άλλοι.

Τραγούδια όπως το «Θα διώξω τα σύννεφα» και «Μια αγάπη για το καλοκαίρι», γεμάτα νιάτα και φρεσκάδα, με τη φωνή της πρόωρα χαμένης Καίτης Χωματά, και το «Μια φορά θυμάμαι μ’ αγαπούσες» με την Αρλέτα, δεν ξεχνιούνται εύκολα.

Το τραγούδι του Νέου Κύματος βρήκε στέγη φιλοξενίας σε μικρούς χώρους στη γειτονιά των ονείρων, την Πλάκα, που ονομάζονταν «μπουάτ» («boite» στα Γαλλικά σημαίνει κουτί), που λόγω του περιορισμένου χώρου έμοιαζαν σαν κουτιά. Μερικές από τις πιο διάσημες μπουάτ της εποχής ήταν η Απανεμιά, το Λυχνάρι, η Σοφίτα,
 ο Σκορπιός, το Ζουμ, το Θεμέλιο, το Λημέρι και πολλές άλλες, όπου σέρβιραν ποτά σε ιδιαίτερα χαμηλές τιμές και σε μια δε από αυτές, τη Ρουλότα, σέρβιραν και τραχανά.

Το Νέο Κύμα σαν μουσική τάση κράτησε λιγότερο από μία δεκαετία και μετά εξασθένησε, γιατί οι ανάγκες και ανησυχίες των νέων της εποχής απαιτούσαν κάτι πιο δυνατό, πιο μεστό, πιο αγωνιστικό και πολιτικό, το οποίο έπρεπε να χρησιμοποιηθεί και σαν όπλο - εργαλείο για να αντιμετωπίσει την πολιτική βαρβαρότητα των συνταγματαρχών.

Τις πνευματικές αυτές ανησυχίες τις κάλυψαν τα θηρία της εποχής Θεοδωράκης, Χατζιδάκις, Ξαρχάκος, και λίγο αργότερα Μαρκόπουλος, Μούτσης, Κουγιουμτζής, Λοΐζος, οι οποίοι μαζί με τον Λευτέρη Παπαδόπουλο, τον Γκάτσο, τον Ελευθερίου, τον Δασκαλόπουλο, τον Μύρη και άλλους, δημιούργησαν ένα ισχυρό μουσικό – στιχουργικό μολότωφ για τις απαιτήσεις του κοινωνικού – πολιτικού πεδίου μάχης της εποχής.

Παρόλα αυτά, θα θυμόμαστε πάντα με ρομαντισμό, μελαγχολία ίσως και τρυφερότητα το «Νέο Κύμα» που ξεκίνησε 50 χρόνια πριν, ιδιαίτερα στη σημερινή δύσκολη εποχή που ζούμε... όπου η ζωή μας δυστυχώς τραβάει συνεχώς την κατηφόρα…
http://www.ogdoo.gr- Πηγή: Ogdoo.gr - http://www.ogdoo.gr/apopseis/nikos-anagnostakis/otan-stis-bouat-serviran-traxana

Εν Αθήναις....το Χριστουγεννιάτικο Δέντρο

$
0
0



Τέτοιες ημέρες και όχι νωρίτερα έβγαινε το δέντρο των Χριστουγέννων που ήταν τυλιγμένο σε εφημερίδα και φυλαγμένο στην κοινόχρηστη αποθήκη της αυλής.
Πόσα χρόνια το κουβαλούσαμε από σπίτι σε σπίτι καθότι περιπλανώμενοι στις γειτονιές της Αθήνας...ούτε που θυμάμαι.
Το χρώμα του είχε χάσει το έντονο πράσινο και ελαφρώς είχε τσουρομαδήσει
αλλά...κράταγε.
Η θέση του κοντά στο παράθυρο που έβλεπε στον δρόμο πάνω στο σκαμνί για να φαίνεται προς τα έξω.
Τα στολίδια του ήταν τόσο γνωστά και οικεία....
Αρκετά είχαν κάποιες ζημιές αλλά με το βαμβάκι που έκανε χρέη χιονιού κάλυπτες
τα επίμαχα σημεία.
Περισσότερο αγαπητοί ήταν οι Αγιοβασίληδες οι μικροσκοπικοί ...άλλος με έλκυθρο
άλλος με σακκούλι με δώρα...άλλος κρατούσε την Πρωτοχρονιά...
Η κορυφή το μεγάλο στολίδι ήταν πολύχρωμο και πολύ προσεκτικά τυλιγμένο
για να μην σπάσει.
Στην βάση του δέντρου έβαζες την χάρτινη φάτνη που είχες φιάξει μόνος σου...
σχολική χειροτεχνία.
Την αγόραζες από τον ψιλικατζή και με το ψαλιδάκι και με την κόλα που την έλεγαν
γόμα και την έβγαζε ο Μενούνος που έφιαχνε και μελάνια και κολώνιες.



Δίπλα από το Χριστουγεννιάτικο δέντρο ήταν ο κομμός το έπιπλο της εποχής...
επάνω έβαζαν τις πιατέλες με τα μελομακάρονα και τους κουραμπιέδες.
Οι αρπαχτές ήταν σε καθημερινή βάση και τα ίχνη του εγκλήματος εμφανή
παντού με την μάνα σε έξαλη κατάσταση μήπως λείψουν και τι θα κερνάει
τους μουσαφιρέους γιατί τότε υπήρχαν.

πίσω στα παλιά

Τσίπρας από το Ηράκλειο..."...θα μας φοβηθεί η Ευρώπη..."

$
0
0



"- Μήνυμα στις αγορές: Εμείς θα παίζουμε λίρα κι εσείς θα χορεύετε πεντοζάλη!"

 Πρώτος σέρνει τον χορό ο Γιούνκερ...


Και πίσω στα παλιά με την ευχή να μην γίνουν καινούργια!!!!!

Αντικατάσταση της δραχμής από το ευρώ (και τούμπαλιν)

Την 1η Ιανουαρίου του 2002 η δραχμή αντικαταστάθηκε από το Ευρώ, την κοινή νομισματική μονάδα των κρατών - μελών της Ευρωζώνης με ισοτιμία 1 ευρώ = 340,750 δραχμές. Έως τις 28 Φεβρουαρίου 2002, κυκλοφορούσαν παράλληλα δραχμές και ευρώ, ενώ από την 1η Μαρτίου 2002 μόνο ευρώ. Η περίοδος αντικατάστασης των δραχμών σε ευρώ από την Τράπεζα της Ελλάδας έληξε για τα κέρματα την 1η Μαρτίου 2004 και για χαρτονομίσματα την 1η Μαρτίου 2012.


Συγκεκριμένα η αξία των νομισμάτων την εποχή της αντικατάστασης με το ευρώ είχε ως εξής:
  • 1 Δραχμή = 0,293 λεπτά
  • 2 Δραχμές = 0,587 λεπτά
  • 5 Δραχμές = 1,47 λεπτά
  • 10 Δραχμές = 2,93 λεπτά
  • 20 Δραχμές = 5,87 λεπτά
  • 50 Δραχμές = 14,67 λεπτά
  • 100 Δραχμές = 29,35 λεπτά
  • 500 Δραχμές = 1,47 Ευρώ
Ενώ η αξία των χαρτονομισμάτων την ίδια εποχή είχε ως εξής:
  • 100 Δραχμές = 29,35 λεπτά
  • 200 Δραχμές = 58,69 λεπτά
  • 500 Δραχμές = 1,47 Ευρώ
  • 1.000 Δραχμές = 2,93 Ευρώ
  • 5.000 Δραχμές = 14,67 Ευρώ
  • 10.000 Δραχμές = 29,35 Ευρώ
  • Βικιπαιδεία

Μενίδι Η πίσω αυλή της Αθήνας

$
0
0

<b>Μενίδι </b><br>Η πίσω αυλή της Αθήνας


Υπάρχει ένα μέρος στο οποίο κανείς δεν μιλάει για την κρίση. Μόλις 11 χιλιόμετρα από το κέντρο της Αθήνας, στον Δήμο Αχαρνών, το παλιό Μενίδι, λίγες ημέρες μετά τον θάνατο ενός κοριτσιού από τη μηχανή αστυνομικού, η ζωή κυλά κανονικά. Για τα δικά τους δεδομένα. Χωρίς άγχος για καριέρα, με πολλά παράπονα, καταγγελίες για γκετοποίηση, αδιαφορία και διακρίσεις, και με τα σπίτια ανοιχτά σε κάθε επισκέπτη. Τα μόνα που είναι κλειστά είναι τα σχολεία.
Η οδός Πόθου δεν είναι τόσο ελκυστική όσο το όνομά της. Στην οδό Μανταρινιάς και στην οδό Πορτοκαλιάς δεν υπάρχει τόσο πράσινο όσο υπαινίσσονται οι πινακίδες. Μια παρέα από ηλικιωμένες γυναίκες με μαντίλια στα μαλλιά κάθονται και συζητούν στην οδό Εφηβείας. Στην οδό Υπάρξεως τίποτε το μυστικιστικό δεν κρύβεται στα λασπωμένα πεζοδρόμια. Υπάρχει και το υπέροχο όνομα της οδού Λήθης. Βρίσκεται στον Δήμο Αχαρνών, το παλιό Μενίδι. Η οδός Λήθης ξεκινά ακριβώς 3 χιλιόμετρα και 450 μέτρα από την οδό με το πολύ λιγότερο εντυπωσιακό όνομα αλλά πολύ πιο φορτισμένη ιστορία: την οδό Κύπρου. Εκεί όπου το μεσημέρι της Τετάρτης 5 Ιανουαρίου, παραμονή των Φώτων, μια ιστορία εμφανίστηκε για λίγο στην επικαιρότητα. Απασχόλησε τον καθένα για τους δικούς του λόγους για ένα μικρό διάστημα, ελάχιστα προτού περάσει στην αληθινή λήθη των χιλιάδων λυπητερών ιστοριών της ζωής.
Η είδηση ήταν πως η Ερρικα, που θα βαφτιζόταν Αφροδίτη του χρόνου, μια μελαψή κοπέλα κοντά στα επτά της χρόνια, περνούσε τον δρόμο με τον χαλαρό τρόπο με τον οποίο οι περισσότεροι περνούν τον δρόμο εδώ, σαν να μην υπάρχει κανένα άγχος για τίποτε. Ενας αστυνομικός της ομάδας ΔΙΑΣ, οδηγώντας όπως οι περισσότεροι οδηγούν τις μηχανές τους, σαν να υπάρχει άγχος για τα πάντα, την παρέσυρε και τη σκότωσε. Κάποιοι στενοχωρήθηκαν, κάποιοι εξοργίστηκαν με τον αστυνομικό, ορισμένοι κάτοικοι και συγγενείς αντέδρασαν βίαια, οι γνωστοί ηλεκτρονικοί ακτιβιστές έγραψαν οργισμένα posts και tweets. Και μετά ήρθε η λήθη. Η συνέχεια της ζωής. Αρκετά τριαντάφυλλα είναι αφημένα στο σημείο που έπεσε το τρίγωνό της, την ώρα που πήγαινε να πει τα κάλαντα. Ισως γι’ αυτό ήταν εξιταρισμένη και απρόσεκτη. Η Ερρικα ανήκε σε οικογένεια Τσιγγάνων, δηλαδή ένα μεγάλο ποσοστό των κατοίκων της περιοχής, που κατοικείται κυρίως από επαναπατρισμένους Πόντιους. Αλλά το 15% του Δήμου Αχαρνών αποτελείται από Τσιγγάνους. Ή, πιο πολιτικώς ορθά, Αθίγγανους, δηλαδή ανέγγιχτους, σύμφωνα με την ινδουιστική κάστα από την οποία προέρχονται. Ή πιο κοσμοπολίτικα Ρομά. Ή πιο υποτιμητικά, λαϊκά και συνηθισμένα γύφτους.
Τα ονόματα διαφέρουν, όπως και οι φυλές. Κάποιοι είναι από τη Ρουμανία. Κάποιοι από τη Μακεδονία. Κάποιοι άλλοι αποκαλούνται – από τις άλλες φυλές – Τούρκοι. Υπάρχουν αμέτρητες φυλές, όλες τους διχασμένες και τουλάχιστον επιφυλακτικές μεταξύ τους. Συνολικά στο ελληνικό έδαφος είναι διασκορπισμένοι γύρω στους 220.000 Ρομά. Η ιστορία είναι κοινή και παγκόσμια. Νομάδες, με μικρές δυνατότητες (ίσως και επιθυμίες) ένταξης στο κοινωνικό σύνολο. Απειρες παράνομες διώξεις, όπως μια μαζική που συνέβη στην Πάτρα το 2006, μια καταδίκη στην Ελλάδα το 2008 από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, παλιές κόντρες οικογενειών με αστυνομικούς, όπως αυτή που έγινε πριν από δέκα χρόνια, με τη δολοφονία του 21χρονου Μαρίνου Χριστόπουλου από εκπυρσοκρότηση όπλου, πάλι στο Μενίδι, το πρόσφατο γαλλικό κυνηγητό του Σαρκοζί στους Ρομά και μυστήριο, αμέτρητα ανέκδοτα περιστατικά, στερεότυπα και προκατάληψη. Μεγάλη προκατάληψη.
Τα στερεότυπα, τα κλισέ υπάρχουν στο Μενίδι. Οπως στις ταινίες εποχής, όταν ένα αυτοκίνητο, μια «κούρσα», εμφανιζόταν στους σκονισμένους δρόμους μιας υποβαθμισμένης γειτονιάς και τα παιδιά έτρεχαν πίσω του πανηγυρίζοντας, κάποιες ημέρες του Ιανουαρίου του 2010, μια φωτογραφική μηχανή μπορεί να προκαλέσει αντίστοιχο ενθουσιασμό. Να αναγκάσει παιδιά που βγαίνουν από μια αλάνα με τέσσερα δοκάρια στον ρόλο του γηπέδου ποδοσφαίρου να ζητούν να φωτογραφηθούν, όπως και παιδιά που φοράνε παντόφλες δέκα νούμερα μεγαλύτερες από το πόδι τους, παιδιά που δεν κρυώνουν, παιδιά που κυκλοφορούν στους δρόμους του Δήμου Αχαρνών, χαμογελαστά, σχετικά ανέμελα, εμποτισμένα από τη γνώση της πιάτσας, παιδιά λίγο προτού παντρευτούν. Και ας είναι 10 χρόνων.
Τα παιδιά συχνάζουν έξω από το 10ο Γυμνάσιο - Λύκειο Αυλίζας, ένα όμορφο, σύγχρονο κτίριο. Απέξω. Γιατί γύρω από κάτι πεταμένες πολυθρόνες, κάποια αγριόχορτα και αρκετά λυγισμένα σύρματα, η αιτία όλης αυτής της ιστορίας, η έλλειψη παιδείας, εικονοποιείται. Δεν είναι μόνο εγκατάλειψη αυτή που επικρατεί στο 10ο Γυμνάσιο - Λύκειο, που εγκαινιάστηκε πριν από δύο χρόνια και δεν λειτούργησε ποτέ. Είναι ρήμαγμα, λεηλασία. Είναι όλα τα τζάμια του σπασμένα, τα αλουμινένια κουφώματα και τα σίδερα αποκολλημένα και πουλημένα για κάποια ευρώ το κιλό, είναι οι σπασμένες καρέκλες, οι ανέγγιχτοι παρθένοι πίνακες και μια τοιχογραφία να στέκει ειρωνικά με δύο χαμογελαστά λευκά παιδιά δίπλα στη θάλασσα. Το σχολείο δεν άνοιξε ποτέ. Κανείς δεν ξέρει γιατί. Κάποιοι λένε πως δεν έστελναν τα παιδιά τους σχολείο οι Ρομά. Κάποιοι άλλοι καταγγέλλουν τον δήμο και το υπουργείο. Ορισμένοι, οι πιο πληροφορημένοι, λένε πως του χρόνου το σχολείο θα γίνει ένα υπερσύγχρονο αστυνομικό τμήμα. Οταν κλείνει ένα σχολείο ανοίγει μια φυλακή, απλώς σε νεοελληνική εκδοχή.
Ο Δημήτρης δεν είναι τυπικός Ρομά. Το σπίτι του είναι καλοσυντηρημένο, όχι αρχοντικό, αλλά νοικοκυρεμένο. Και φυσικά φορτωμένο με κάθε λογής αντίκες. Η δουλειά του είναι αυτή, αντίκες, δηλαδή μακρινά ταξίδια στη Λυών της Γαλλίας, στον παράδεισο της αντίκας, επιστροφή στην Αθήνα και παζάρι στην πλατεία Αβησσυνίας. Στο σπίτι επικρατεί η συνηθισμένη σε κάθε τσιγγάνικο σπίτι πολυκοσμία. Οι γιοι του, οι κόρες τους, οι νύφες του, τα εγγόνια του, όλοι μέσα στο σπίτι και η πόρτα είναι πάντα ανοιχτή. Η κουβέντα πάει στην παιδεία: Η δεκάχρονη κόρη του σκέφτεται να σταματήσει το σχολείο. Ο ίδιος μάλλον συμφωνεί: «Είναι λίγο μάταιο να πηγαίνει. Αρνούνται να βάλουν τα παιδιά μας με ελληνόπουλα. Φοβούνται μήπως τους καταστρέψουμε, γίνεται μια γκετοποίηση, ένα σχολείο που υπολειτουργεί, μόνο για τα παιδιά των Τσιγγάνων, και τα περισσότερα δεν πάνε καν στο Γυμνάσιο». Ακολουθούν καταγγελίες για τον δήμο, που αρνείται να βάλει ένα φανάρι για να διασχίζουν τα παιδιά την οδό Παναγιάς Γρηγορούσης και σύντομα η κουβέντα στρέφεται σε μια συμμαθήτρια της κόρης του: Δεν πηγαίνει πια σχολείο, έχει ήδη λογοδοθεί. Η ιστορία ακούγεται απίστευτη, είναι όμως μια πραγματικότητα: Σε ένα γλέντι, δύο οικογένειες της ίδια φυλής περνούσαν ωραία. Το αλκοόλ έρρεε, το ένα έφερε το άλλο και δύο 10χρονα παιδιά, το αρσενικό της μιας οικογένειας και το θηλυκό της άλλης, λογοδόθηκαν.

Πλέον, το κορίτσι μένει με τα πεθερικά της. «Μα είναι πράγματα αυτά; Ακόμη παίζει με τις κούκλες, πώς είναι δυνατόν να βοηθάει τη νέα της οικογένεια; Ούτε να πλύνει ούτε να καθαρίσει μπορεί» ενίσταται – για τους εντελώς λάθος λόγους – ο Δημήτρης, που έχει υποστεί «κλέψιμο» μιας κόρης του. Τη ζήτησε ένας, αλλά από άλλη φυλή, δεν τον ήθελε, αυτός την πήρε, έκαναν έρωτα και έπειτα δεν μπορούσε παρά να συναινέσει με βαριά καρδιά για τον γάμο. «Διαφορετικά, το είχε καταστρέψει το κορίτσι»...
Οι νόμοι είναι άγραφοι, αλλά αυστηροί όσο τίποτε άλλο στον μικρόκοσμο των καταυλισμών. Στην κουλτούρα των Ρομά η καταστροφή είναι η έλλειψη τιμής. Και η έλλειψη τιμής είναι μια κοπέλα που δεν είναι πια παρθένα. Κάπως έτσι εξηγείται πως η Μαρία είναι 33 χρόνων και είναι ήδη γιαγιά. Κάπως έτσι εξηγείται πως ο κύριος Ευθύμης, μάστορας καρεκλών που δηλώνει περήφανος «Ρουμανόβλαχος», είναι 74 χρόνων και έχει: «Πέντε κόρες, έναν γιο, 28 εγγόνια, 57 δισέγγονα και κάνα δυο τρισέγγονα». Κάπως έτσι εξηγούνται οι μαζικές επισκέψεις σε νοσοκομεία, δικαστήρια και λοιπά κοινωφελή ιδρύματα: Οταν ένα μέλος της οικογένειας είναι σε κίνδυνο, κάθε οικογένεια σπεύδει να βοηθήσει. Απλώς στη συγκεκριμένη περίπτωση η συμπαράσταση έχει διψήφιο – ίσως και τριψήφιο – αριθμό.
Ο καθένας τα βλέπει από τη δική του σκοπιά. Ο Χρήστος Σιόμπης έχει τελειώσει τη Β΄ Γυμνασίου. Κρατάει το Ευαγγέλιο, περπατάει σε έναν λασπωμένο κεντρικό δρόμο του Μενιδίου και πηγαίνει στην εκκλησία των Ευαγγελιστών, μια αρκετά δραστήρια κοινότητα από τις διαφορετικές θρησκείες της κάθε φυλής των Ρομά. «Δεν έχω τελειώσει το σχολείο και με θεωρούν επιστήμονα. Ολα ξεκινούν από την έλλειψη παιδείας, ακόμη και το ατύχημα με το κορίτσι γι’ αυτό έγινε. Γιατί κανείς δεν της είχε πει πώς να περνάει τον δρόμο. Η πολιτεία φταίει σε ένα πράγμα: Στην γκετοποίηση και στην έλλειψη συντονισμένης προσπάθειας. Και οι ίδιοι οι Τσιγγάνοι αρνούμαστε την ένταξη, αλλά αν έπειθες με κάποιον τρόπο τη νέα γενιά να σπουδάσει, όλα θα άλλαζαν. Και όλα αυτά τα περίεργα που ξέρετε δεν θα γίνονταν».
Τα περίεργα είναι λίγο-πολύ γνωστά. Το Μενίδι, το Ζεφύρι και οι γύρω περιοχές είναι κοινό μυστικό πως είναι ένα από τα κέντρα εμπορίας ναρκωτικών της Αττικής. Δεν είναι όλοι μπλεγμένοι σε αυτό, δεν είναι όλοι σύμφωνοι. Απλώς, παρακολουθώντας τους εθισμένους στην ηρωίνη να ανεβαίνουν στο Μενίδι με τα λεωφορεία Α10 και Β10, κοιτάζοντας ορισμένα πολυτελή σπίτια, που συνορεύουν με καταυλισμούς, βλέποντας BMW με φυμέ τζάμια και στερεοφωνικό με ήχο πιο δυνατό απ’ ό,τι επιτρέπει η φυσιολογική ακουστική, ψιθυρίζουν ιστορίες για ένα ελικόπτερο που πριν από λίγο προσγειώθηκε (με άδεια από τον δήμο) για να φέρει τον γαμπρό σε έναν γάμο ενός «δραστήριου επιχειρηματία» του δήμου και άλλες για τη φημολογούμενη βοήθεια κάποιων εμπόρων προς στην Αστυνομία για την καταστολή εξεγέρσεων, όπως την πρόσφατη που ακολούθησε τον θάνατο της μικρής Ερρικας.
Στην πίσω αυλή της Αθήνας, μόλις 11 χιλιόμετρα από το κέντρο της, κανείς δεν μιλάει για την κρίση. Η οικονομία με την έννοια της καριέρας, της καθημερινής δουλειάς, του συστήματος δεν ενδιαφέρει σχεδόν κανέναν. Καθένας έχει την καταγγελία του. Κάποιες είναι σωστές, κάποιες εντάσσονται στο πλαίσιο «πού είναι το κράτος;». Οι ηλικιωμένες γυναίκες της οδού Εφηβείας, εκεί όπου η μία κάνει βεντούζες στην άλλη, μιλάνε για το μίσος ανάμεσα στις διαφορετικές φυλές. Οι κάτοικοι του «Κολωνακίου», μιας περιοχής με μάλλον ειρωνικό προς την πραγματικότητα όνομα, δυτικά του Μενιδίου, διαμαρτύρονται για το ποτάμι που περνάει δίπλα στα σπίτια τους, δεν πρόκειται να καθαριστεί ποτέ από τους Atenistas και όποτε βρέχει μπαίνει στα σπίτια τους και ενίοτε παρασύρει τα παιδιά τους. Κάποιοι άλλοι ζητούν δουλειά, καθισμένοι σε ένα γεμάτο με συγγενείς σαλόνι, φωτισμένο με κλεμμένο από την κολόνα της ΔΕΗ ρεύμα. Ορισμένοι άλλοι απλώς ζητούν τρόφιμα. «Κανείς δεν θα πεθάνει της πείνας» λέει ο Κωνσταντίνος, που δηλώνει περήφανος Ρομά, ενταγμένος στο κοινωνικό σύνολο. «Ολοι έχουμε τον τρόπο μας».
Ολα είναι κύκλος. Και όλα εξαρτώνται από την έλλειψη παιδείας. Την ώρα που καταρρέει το σύμπαν, κανείς δεν θα δώσει πραγματική σημασία στους ούτως ή άλλως αυτάρκεις και περιθωριακούς με τον περίεργο τρόπο τους Ρομά. Κάποιοι θα προσπαθήσουν να ενταχθούν, κάποιοι άλλοι θα παρασιτούν, ορισμένοι απλώς θα γκρινιάζουν, άλλοι θα λερώνουν τα χέρια τους και η οδός Λήθης θα παραμείνει ένα υπέροχα ποιητικό τοπωνύμιο για μια εκνευριστικά ωμή αλήθεια. Τελικά, όλα καλύπτονται από αυτήν, ακόμη και αν στις αρχές του 2011 ένα επτάχρονο κορίτσι πεθάνει σε έναν λασπωμένο δρόμο με το τρίγωνο για τα κάλαντα στα χέρια, ένα απόγευμα, κάπου στο Μενίδι.
Δημοσιεύθηκε στο BHMagazino, τεύχος 536, σελ. 26-31, 23/01/2011.

Λ) ΛΑ-ΛΑ ΟΛΑ. ΛΑ-ΛΑ ΛΟΛΑ!...

$
0
0


                                   "ο πιο πιστός φίλος του σκύλου"
Μια μέρα ο πατέρας είπε:
-Παιδιά, θα πάμε στη θάλασσα. Εκεί θα παίξετε, θα χαρήτε.
Εμπρός λοιπόν, ετοιμαστείτε.
-Τι χαρά, τι χαρά! φώναξαν τα παιδιά κι έτρεξαν να ετοιμαστούν.
Η μητέρα ετοίμασε φαγητό για να το πάρουν μαζί τους.
Τηγάνισε πολλούς κεφτέδες, έβρασε αρκετά αυγά, πήρε τυρί, ψωμί και φρούτα.
Όλα τα έφτιαξε ένα δέμα, που το τύλιξε με προσοχή.
Ο πατέρας πήγε στην αγορά και έφερε το αυτοκίνητο.
"Του....του"έκανε το αυτοκίνητο και κατέβηκαν όλοι κάτω.
Σε λίγο ανέβηκαν προσεχτικά και το αυτοκίνητο ξεκίνησε.
Τα παιδιά είχαν μεγάλη χαρά!

Έφτασαν στην ακροθαλασσιά.
Κατέβηκαν από το αυτοκίνητο και κοίταζαν γύρω.
Η θάλασσα ήταν τόσο ήσυχη, που έμοιαζε σαν λάδι.
Βαρκούλες έπλεαν μακριά και οι ψαράδες τραγουδούσαν.
Τα παιδιά άρχισαν το παιχνίδι.
Ο Μίμης είχε ένα καραβάκι.
Το έβαλε σιγά-σιγά στη θάλασσα κι εκείνο έπλεε, χωρίς να βουλιάζη.
Η Άννα πετούσε πέτρες και άκουε που έκαναν "μπλουμ".
Η Έλλη μάζευε χαλικάκια.
Η Λόλα έπαιζε με την άμμο.
Όλα τα παιδιά έκαναν κάτι. 

Όταν ήρθε το μεσημέρι έστρωσαν στην άμμο να φάνε.
Όλοι έφαγαν με όρεξη τα φαγητά, που τους φάνηκαν πολύ νόστιμα.
Μετά το φαγητό τραγούδησαν.
Η Έλλη σηκώθηκε σοβαρή-σοβαρή και είπε αυτό το ποίημα:
"Κάτω στο γιαλό, στην άμμο, τα καβούρια κάνουν γάμο.
Με καλέσανε να πάω, να χορέψω και να φάω.
Παίζει ο ποντικός βιολί κι η χελώνα παίζει ντέφι.
Πέρασε κι ένα πουλί και μας λέει "χαρά στο κέφι!".
Τι γέλια που έκαναν όλοι.
Ακόμα και η Λόλα γελούσε.
Ο πατέρας είπε στην Έλλη:
-Εύγε σου Έλλη, εύγε σου!

Η θάλασσα των αναμνήσεων ήταν τόσο ήσυχη σαν λάδι. 
Βαρκούλες οι στιγμές οι παιδικές κι έπλεαν μακριά από την πραγματικότητα. 
Κάτω στο γιαλό, στην άμμο, θάφτηκαν έστω και για λίγο όλα τούτα που δεν αντέχονται. 
Τη θέση τους πήραν οι Μέρες του Σχολείου τότε. 
Τότε που όλα ήταν αλλιώς. 
Σήμερα άνοιξα το "Αλφαβητάριο" και ταξίδεψα....
(Τι ξαφνιάζεσαι; Ιδού τα αποτελέσματα της ΔΤ! Πίσω ολοταχώς δεν μας γύρισε κι αυτή;)

                                                                    
"ο πιο πιστός φίλος του σκύλου 
________________________________
http://pistos-petra.blogspot.gl

Φτωχογειτονιές

$
0
0



Καρεκλίτσες, σκαμνάκια και κάθε βράδυ να αναπνέει ένας ολόκληρος λαός…

"Οι αγαπώντες την "αγίαν απλότητα"και τον αγροτισμόν
πολλάς θα εύρωσιν αφορμάς να ευχαριστηθώσι διερχόμενοι
την οδόν Αδριανού και τας παρακειμένας στενωπούς.
Πάσα αυτής αυλή είνε, ως ήδη είπομεν, μικροσκοπικόν
τεμάχιον εξοχής. Πλην των δένδρων, της αμπέλου,
της βρύσεως, του όνου, της αιγός, των ορνίθων, των χηνών
και των παιδαρίων, κοσμούσι αυτήν περί το εσπέρας
φαιδροί όμιλοι γυναικών πάσης ηλικίας, καθημένων εις τα
σκαλοπάτια της εσωτερικής κλίμακος ή επί χαμηλών σκαμνίων,
υπό την σκιάν της πλατάνου ή της μορέας".

         (Εμμ.Ροΐδης, 1896) 

«Φτωχούλες συνοικίες! Έχετε και σείς το Ζάππειόν σας, το Φάληρόν σας, την Κηφισσιάν σας, κατά τους θερμούς αυτούς θερινούς μήνες. Όλα αυτά μαζί και πολλά ακόμη, είνε το στενόν, μικρόν πεζοδρόμιον σας, όπου δροσίζεσθε τας εσπερινάς ώρας έως τα μεσάνυκτα.

Ευλογημένη οπωσούν να είνε η Αρχιτεκτονική των Αθηνών, η οποία αφήκε 25 εκατοστά πεζοδρόμιον εις τους συνοικιακούς δρόμους. Εις τον ελάχιστον αυτόν χώρον τοποθετούνται κάθε βράδυ καρεκλίτσες, σκαμνάκια και αναπνέει ένας ολόκληρος λαός. Γρηούλες, γέροι, γυναικούλες, κοριτσάκια, παιδάκια αποτελούν πυκνούς ομίλους. Κάθηνται όλοι πολύ κοντά ο ένας εις τον άλλον, γιατί αι λαϊκαί οικογένειαι είνε πολυμελείς και το αθηναϊκόν πεζοδρόμιον στενόχωρον, όπως τα οικονομικά των λαϊκών οικογενειών.

Υπέρ τας στέγας των σπιτιών φαίνεται ένα κομματάκι γαλακτώδους ουρανού, κεντημένον με ολίγα άστρα. Ποία ευδαιμονία! Όταν δε περνά από την γωνίαν εκεί απάνω το φεγγάρι, ο δροσιζόμενος συνοικιακός δρόμος έχει πλέον φωταψίαν. Τα παιδάκια ζωηρεύουν και αρχίζουν τα παιχνίδια εις τον δρόμον, ωσάν να ήταν ημέρα. Και τα κορίτσια, με όλην την κούρασιν που έχει φέρη εις αυτά μία κουραστική, θερμή, εκνευριστική θερινή εργατική ημέρα, αισθάνονται την ανάγκην της χαράς του άσματος και τραγουδούν.

Το τι τραγουδούν είνε αδιάφορον. Τον μπεκρήν, την Σαμιώτισσαν ή την πήττα την οποίαν έφαγε ο σπανός. Το κύριον είνε ότι ξεθυμαίνουν, αναδροσίζονται, νοιώθουν ελαφρόν το νεανικόν αίμα των εις τας φλέβας των από το κοινόν τραγουδάκι, που ανεβαίνει απαλά εις τον βραδυνόν ουρανόν.

Ποίον συμπαθητικόν θέαμα αυτή η θερινή νυχτερινή συνάθροισις των ανθρώπων της συνοικίας προ των θυρών των, των παραθύρων των, απ’ όπου έρχεται η ασθενής λάμψις της κανδήλας που καίει προ του εικονοστασίου.

‘Οσας φροντίδας και όσα βάσανα και αν έχουν οι κάτοικοι της συνοικίας δεν λησμονούν τους αγίους των. Το κανδήλι των προ των μαυρισμένων, κιτρινισμένων, σκυθρωπών αγίων μορφών καίει, όπως η ελπίς εις την καρδίαν των δια την πικρήν αυτήν ζωήν, ότι είνε δυνατόν να γίνη ποτέ καλλιτέρα.

***

Και εις τον βραδυνόν δρόμον λύονται αι γλώσσαι των ξεκουραζομένων απλοϊκών ανθρώπων. Ομιλούν δια τας υποθέσεις των, τας εργασίας των, τα βάσανά των. Πολύ ταπεινά, κοινά και ασήμαντα πράγματα, αλλά τόσον ενδιαφέροντα τους συνομιλητάς και τούτο είνε το σπουδαιότερον.

Ο κόσμος είνε ο εαυτός μας και ίσως δεν είνε άδικος. Η Κατίνα αγόρασε σήμερα ένα ζευγάρι άσπρα παπούτσια. Όχι δα; Βέβαια. Τα επήρε από την οδόν Αιόλου. Και αν ακόμη δεν είχε γίνη ο παγκόσμιος πόλεμος θα ήρκει το γεγονός της αγοράς των λευκών παπουτσιών την Κατινίτσας, δια να κινήση ζωηρόν το ενδιαφέρον της δροσιζομένης το βράδυ συνοικίας.

Αλλά που είνε την, λοιπόν, η Κατινίτσα; Πρέπει να δούμε τα άσπρα της παπούτσια. «Να τηνε, καλέ Κατινίτσα, κορίτσι μου, για έλα από εδώ. Η κυρά Ελένη θέλει να δή τα καινούργια σου παπούτσια». Και η Κατινούλα προσέρχεται καμαρωτή, στηριζομένη εις τον βραχίονα μιας άλλης νεανίδος, με την οποίαν βαδίζει απάνω, κάτω, αργά και έχει ψιλήν κουβεντούλαν. Επιδεικνύει με φιλαρέσκειαν τα καινούργια παπουτσάκια του, κάτω από το τσίτινον φορεματάκι. Όλαι και όλοι τα θαυμάζουν και ο δροσιζόμενος επίσης απόστρατος ανθυπασπιστής βρίσκει ότι τα υποδήμτα είνε σίκ.

-Με την υγεία σου, Κατινούλα … Και με έναν καλόν γαμπρόν.

Η Κατινούλα ευχαριστεί και συνεχίζει τας βραδείας βόλτας της με την φίλην της, ενώ τα καινούργια παπουτσάκια της τρίζουν και τα μάτια της λάμπουν από μίαν προσδοκίαν, -την αιωνίαν προσδοκίαν της κόρης των συνοικιών, ότι ένα πριγκηπόπουλον θα έλθη με αυτοκίνητον να της προσφέρη την καρδιάν του και το πριγκηπάτον του.

Χαρωπά λάμπουν τα ολίγα αστεράκια εις το ορατόν του γαλακτώδους ουρανού επάνω από τα πανάθλια σπίτια της αθηναϊκής συνοικίας».

«Ακρόπολις», 1932, «Ο Πολυντώρ»

Εν Αθήναις....ενθύμιον

$
0
0



Αυτή είναι μια πολύ παλιά διαφήμιση κάποιου φωτογράφου που είχε το μαγαζί του

στην Αιόλου με όλα τα σχετικά για μια αναμνηστική φωτογραφία.
Ευτυχώς που υπήρχε η συνήθεια εκείνα τα χρόνια και η οικογένεια φρόντιζε να βγάζει φωτογραφίες ώστε να μένουν στις επόμενες γενιές και να βλέπουν πώς ήταν οι πρόγονοί τους.
Το φωτογραφείο ήταν ένα μικρό στούντιο και ο φωτογράφος ήταν και σκηνοθέτης...
Τοποθετούσε κατάλληλα τον φωτογραφιζόμενο ανάλογα.
Συνηθισμένη παιδική φωτογραφία για το οικογενειακό άλμπουμ ήταν εκείνη του τσολιά και συνήθως την στολή την διέθετε το φωτογραφείο όπως και την αντίστοιχη της Αμαλίας για τα κορίτσια.
Το μεγάλο πρόβλημα ήταν με τους ηλικιωμένους της οικογένειας...
Άντε να καταφέρεις τον παππού να τον πάς για καλλιτεχνική φωτογραφία όπως
έγραφε το φωτο ΔΗΜΗΤΡΗΣ.
"...δεν πάω πουθενά δεν είμαι ετοιμοθάνατος..."
Ήξερε ο φουκαράς το έθιμο πολύ καλά ότι η φωτογραφία αυτή θα γινότανε μεγένθυση και θα καρφωνότανε μέσα σε κάδρο στον τοίχο.
Δεν θυμάμαι σπίτι στην γειτονιά χωρίς τέτοια φωτογραφία σε κάποια κάμαρα
και συνήθως στο καθιστικό.



Φυσικά τέτοια φωτογραφία όπως του σκίτσου του Μποστ δεν θα έβλεπες
μετά τον εμφύλιο σε εμφανές σημείο του σπιτιού.Οι φωτογραφίες έμπαιναν και σε μικρές κορνίζες και στην συνέχεια στην εταζέρα
το μικρό επιπλάκι εκείνων των χρόνων που κάρφωνες στον τοίχο και το στόλιζε
η νοικοκυρά με σεμεδάκια χειροποίητα.
Στο οικογενειακό άλμπουμ απαραίτητες και οι φωτογραφίες που έγραφαν
Ενθύμιον Στρατού...




Μερικές είχαν και συλλεκτική αξία όταν έβλεπες τον παππού σου λοχία
εκείνα τα χρόνια στην Σμύρνη πρίν από την καταστροφή.
Την είχες κληρονομήσει λόγω ονόματος και την θυμόσουνα όταν την έβλεπες
μικρός στο μικρό τσαγκάρικο που την είχε με πινέζα στον τοίχο.

πίσω στα παλιά

Η κατάντια συνεχίζεται!!!!

$
0
0
ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΠΟΓΟΗΤΕΥΣΗ

Ετσι προσπαθούν να κρύψουν την ασχήμια της φάτνης στην Ομόνοια-Τι φυτεύουν από το πρωί συνεργεία του δήμου 

Ετσι προσπαθούν να κρύψουν την ασχήμια της φάτνης στην Ομόνοια-Τι φυτεύουν από το πρωί συνεργεία του δήμου [εικόνες]

Μια άχαρη φάτνη, χώμα, πριονίδι, πλαστικές φιγούρες: 
Είναι η εικόνα που από την Παρασκευή το πρωί αντικρίζουν οι κάτοικοι και επισκέπτες της Αθήνας στην Ομόνοια. Μετά την κατακραυγή για το μίζερο σκηνικό – που παραπέμπει σε προηγούμενες δεκαετίες- σήμερα συνεργεία του δήμου επέστρεψαν για να συμπληρώσουν το έργο.
Εκατοντάδες Αλεξανδρινά μέσα στις γλάστρες τους περιμένουν να φυτευτούν στην μεγάλη επιφάνεια χώματος που έχει τοποθετηθεί στην πλατεία – ναι εκεί που πέρυσι ακουμπούσαν τα φωτισμένα γράμματα Αθήνα και τα τέσσερα αστέρια. Ενδεχομένως οι βροχές της προηγούμενης εβδομάδας δεν επέτρεψαν να γίνει νωρίτερα η φύτευση.
Συνεργεία του δήμου Αθηναίων, μέσα στο χώμα και το πριονίδι, ανάμεσα στις τεράστιες κιτς πλαστικές φιγούρες -καμήλες, πρόβατα, μάγοι- φυτεύουν αλεξανδρινά από νωρίς. Μια performance, σχεδόν που θα ήταν ίσως ενδιαφέρουσα να δεν ήταν ουσιαστικά μια μόνιμη εγκατάσταση, εορταστικού χαρακτήρα σε μια πόλη που ζει την κρίση, ζει με  την κρίση και αυτό μοιάζει να σημαίνει και κατάργηση της αισθητικής.
Λες και το κόκκινο χαλί  των Αλεξανδρινων θα αλλάξει κάτι. Τα ίδια ακριβώς είχαν γίνει και το 2011, οι ίδιες αντιδράσεις υπήρξαν, η ίδια επέμβαση στη συνέχεια με αλεξανδρινά και φτέρες είχε γίνει. Και έτσι θα συνεχίσουμε να περνάμε από την Ομόνοια και να αποστρέφουμε το βλέμμα.
Προσπαθώντας να αποκωδικοποιήσουμε τις δηλώσεις του δημάρχου Γιώργου Καμίνη στη Free Sunday περί της Χριστουγεννιάτικης Αθήνας όπου είπε μεταξύ άλλων «Η Αθήνα και αυτά τα Χριστούγεννα καθώς και την Πρωτοχρονιά, θα είναι γιορτινή και αισιόδοξη. Φροντίζουμε να αποπνέει τη χαρά και την ατμόσφαιρα που επιβάλλουν οι μέρες, χωρίς υπερβολές και χωρίς υποχωρήσεις. Δεν ζούμε σε γυάλινο κόσμο. Η συγκυρία απαιτεί αυτοσυγκράτηση, ωστόσο μία πόλη οφείλει να συντονίζεται με τον παλμό των πολιτών της και να μεταδίδει μήνυμα αισιοδοξίας και προοπτικής. Το χρειάζονται κυρίως εκείνοι που περνούν δύσκολα. »

“ Ο ΘΕΙΟΣ ΠΗΤ “ …

$
0
0

 
    Δ Ι Η Γ Η Μ Α
Του αξέχαστου Λιδορικιώτη λογοτέχνη
  Αλέκου Κωστάκη - Μαργέλλου
Kostakis04
Ο  Αλέκος με  την  αγαπημένη  σύντροφο  της  ζωής  του , γνωστή  ποιήτρια και  ηθοποιό  Στέλλα  Αρκάδη .
ΜΙΑ  ΑΛΗΘΙΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΥ ΜΟΙΑΖΕΙ  ΜΕ ΠΑΡΑΜΥΘΙ ..
  “  Το καλοκαίρι του 1947 παραθέριζα στην Πεντέλη , στην οποία , τότε , έτρεχαν ακόμα άφθονα τα θαυμάσια νερά της και τα πεύκα της δεν τα 'χαν φάει οι ..λογής - λογής εμπρηστές και οικοπεδοφάγοι . Εξαιτίας του εμφύλιου , ο οποίος βρισκόταν στο φόρτε του , όλη η ορεινή Ρούμελη κι'ο Μωριάς ήταν χώροι απλησίαστοι για ξεκαλοκαίριασμα κι'ο κοσμάκης της Αθήνας και του Πειραιά , που 'χε ανάγκη από λίγο καθαρό αέρα  για τα ταλαιπωρημένα του πλεμόνια , τα μαυρισμένα απ'την πείνα και τις κακοπάθειες της τετράχρονης κατοχής , έβρισκε καταφύγιο και ψευτοβολευόταν στα πεύκα της Πεντέλης , η Πάρνηθα έπεφτε βλέπεις μακριά , ούτε συγκοινωνία είχε , αλλά ήταν κι'επικίνδυνη .
Kostakis10
Ο αξέχαστος  Αλέκος σε  μια  επίσκεψή  του  στην  ακρόπολη
   Στην Πεντέλη λοιπόν , που οι καλόγεροι της Μονής την είχαν χωρίσει σε "ζώνες "και "κατηγορίες " , το προλεταριάτο  έστηνε κάτω απ'τα πεύκα τα τσαντίρια του , πληρώνοντας στο μοναστήρι , ή στην κοινότητα , ένα μικροποσόν "για την καθαριότητα και το νερό ". Οι πρώτες ζώνες , όσες δηλαδή βρίσκονταν κοντά στο δρόμο και στις βρύσες , πλήρωναν κάμποσες δραχμές , οι παραμέσα λιγότερα κι οι απόμακρες κάτι λίγα η σχεδόν τίποτα , εφόσον είχες μάλιστα και χαρτί ..απορίας .
   Οι κάπως εύποροι , έμεναν σε διάφορα ενοικιαζόμενα σπίτια , που ο Θεός να τα 'κανε σπίτια , τέσσερα ξερά ντουβάρια κι άγριο "γδάρσιμο " , λες και νοίκιαζες σουίτα στο..Χίλτον . Έχοντας κι εγώ το μεγάλο μου γιο κάπως αδύνατον κι επειδή η ιδιαιτέρα μου πατρίδα ήταν στο κέντρο των μαχών , αναγκάστηκα να καταφύγω στην Πεντέλη , όπου , κάτω απ'το λόφο του Αστεροσκοπείου , βρήκα και νοίκιασα τον κάτω όροφο ενός μεγάλου διώροφου . Στον πάνω έμενε ένας τμηματάρχης της Αγροτικής με τη γυναίκα του , με τους οποίους σύντομα γίναμε φίλοι .
   Στον τμηματάρχη κάποτε μίλησα για το "φιλάσθενο "του γιού μου κι εξέφρασα τους φόβους μου για την υγεία του . Δικαιολογημένα βέβαια , γιατί τότε θέριζε όλη την Ελλάδα η φυματίωση , η οποία δεν χαριζόταν σε κανένα . Αυτός όταν του εξέφρασα τους φόβους μου για το παιδί μου , χαμογέλασε και μου είπε :
   - Αύριο θα 'ρθει ένας θείος μου Αμερικάνος , 80 χρονών , να μείνει μαζί μας . Ήρθε από τη Ν.Υόρκη με το "Βασίλισσα Φρειδερίκη "πριν από δυο μήνες , κουβαλώντας και μια "κάντιλακ " 12 μέτρων . Πήγε πρώτα στο χωριό , να δει τον τόπο , όπου γεννήθηκε κι αύριο τον περιμένω εδώ .
   Πραγματικά , την άλλη μέρα ..κατέπλευσε ο "Θείος "με μια κουρσάρα 12 μέτρων . Ήταν ένας λεβεντόγερος που δεν τον έκανες ούτε μισό..μήνα παραπάνω από 70, ψηλός - κυπαρίσσι σωστό - κόκκινος ..κόκκινος , γελαστός και πρόσχαρος , ένας Τριπολιτσιώτης , ίδιος ο γέρος του..Μωριά , με τη διαφορά πως ο θείος Πητ , έτσι τον λέγανε , τον.."φύσαγε τον  παρά ".
   Μας σύστησε ο ανιψιός του και πιάσαμε κουβέντα για την πολιτική , τον πόλεμο , για όλα . Γίναμε φίλοι κι όταν έμαθε για την κατάσταση του γιού μου , έδειξε τρομερό ενδιαφέρον γι'αυτόν και μια ιδιαίτερη αγάπη , η οποία για πολύ καιρό , μου φαινόταν ανεξήγητη , ώσπου ο Τμηματάρχης , ο ανιψιός του μίστερ Πητ , μ'έβγαλε απ'την απορία μου .
   Στα 1890 λοιπόν , ο Παναγιώτης Μακρόπουλος , ο "θείος "μας δηλαδή , τελείωσε με άριστα το Σχολαρχείο στα Λαγκάδια της Γορτυνίας κι έπλαθε χίλια όνειρα για το μέλλον . Η μοίρα όμως του φέρθηκε σκληρά . Κάπου "κρύωσε " , δεν πρόσεξε , έκανε πυρετό κι έπεσε στο κρεβάτι . Ήρθε ο γιατρός , που διέγνωσε τη φοβερότερη αρρώστια εκείνης της εποχής : τη φυματίωση , τη φθίση , το...χτικιό..
   Εκείνα τα χρόνια , ( κι'αυτά τα λέω για τους νεότερους ) η αρρώστια αυτή προκαλούσε τρόμο . Ο άτυχος , που αρρώσταινε από φυματίωση , ήταν καταδικασμένος διπλά : σωματικά - το λιγότερο -και ψυχικά , το χειρότερο απ'όλα . Ένας στους εκατό να γλίτωνε ( κάποιος που είχε θείο το Θεό η την είχε πάρει.."ξώφαλτσα "κι'είχε άφθονο χρήμα να πάει στο Νταβός της Ελβετίας . Εδώ , μόλις το 1902 η Σοφία Σλήμαν έχτισε το πρώτο Ελληνικό σανατόριο , σε μια έκταση 500 στρεμμάτων , που την παραχώρησε η Μονή Πετράκη , την πασίγνωστη "Σωτηρία " , όπου στο μοναδικό της κτίριο , βρήκαν καταφύγιο δώδεκα ..ασθενείς . Οι υπόλοιποι , αν δεν πήγαιναν από τη λεγόμενη .."καλπάζουσα "σε λίγες μέρες , είχαν τέτοια μεταχείριση , που σήμερα τουλάχιστον , προκαλεί φρίκη .
   Ο άρρωστος , απομονωνόταν απ'όλους . Πολλούς μάλιστα τους έβγαζαν έξω απ'τα χωριά κι'οι δυστυχείς αυτοί έμεναν σε σπηλιές , μαντριά και ταράτσες . Τους απαγορευόταν να πλησιάζουν στο χωριό . Τους πήγαιναν φαγητό μ'ένα κατσαρολάκι και τ'άφηναν 10-15 μέτρα μακριά . Το 'παιρνε ο φουκαράς , έτρωγε το λιγοστό φαγάκι του και κατόπιν τράβαγε για το καλύβι του . Η κουβέντα με τους δικούς του γινόταν από μακριά , λίγοι είχαν την τόλμη να πλησιάζουν κι ελάχιστοι εκείνοι , που δεν φοβόνταν κι έδειχναν κάποια συμπόνια για τον άρρωστο συγγενή τους .
   Το ίδιο συνέβη και με τον μίστερ Πητ . Μόλις μαθεύτηκε το τρομερό νέο , το οικογενειακό συμβούλιο πήρε μια τρομερή απόφαση , που την έβαλαν σ'ενέργεια από την άλλη μέρα κι'όλας . Η μόνη που αντέδρασε , με πάθος , ήταν η μικρότερη αδερφή του , η οποία έβαλε τις φωνές , τα κλάματα , παρακάλεσε , αλλά τίποτα , η απόφαση είχε παρθεί .
   Η υπόθεση κράτησε ένα καλοκαίρι . Ο Παναγιώτης έμενε σ'ένα χαμόσπιτο , κάτω σ'ένα ρέμα ολομόναχος . Ευτυχώς είχε μαζί του τα βιβλία του και μια φορά την ημέρα ερχόταν κι η μικρότερη αδελφή του , που του 'φερνε λίγο φαγάκι και του 'πλενε τα ρούχα του στο ..ρέμα .
   Κάποια μέρα όμως συνέβη κάτι , που είχε τρομερές συνέπειες στη ζωή του . Η αδελφή του , μαζί με το φαγητό , του'φερε , τυλιγμένο σε κάποια πράγματα , κι'ένα απόκομμα εφημερίδας , στο οποίο γινόταν λόγος για τη μετανάστευση στην Αμερική . Το διάβασε , το ξαναδιάβασε και πήρε την απόφασή του : Θα 'φευγε ! Έτσι κι'έτσι καταδικασμένος ήταν ! Τι εδώ, τι ..εκεί ! Και καλύτερα που δε σε ξέρουν κι'όλας !
   Την άλλη μέρα , το συζήτησε με την αδελφή του και της είπε να μιλήσει σ'όλους τους δικούς , να του δώσουν - αφού δεν τον θέλουν - τα χρήματα για να φύγει , κι'έτσι κι'αυτοί να γλιτώσουν απ'αυτόν κι'αυτός ίσως να 'βρισκε γιατρειά στους ξένους γιατρούς .
   Να μη τα πολυλογούμε , οι δικοί του προθυμότατα ό,τι τους ζήτησε και το 1882 , ο Παναγιώτης Μακρόπουλος , απόφοιτος του Σχολαρχείου Λαγκαδίων Γορτυνίας , έφευγε μ'ένα Ιταλικό καράβι από την Πάτρα για την Αμερική , η οποία δεχόταν τότε όλο τον κόσμο , χωρίς διαβατήρια και ταυτότητες και άλλα τέτοια , που ζητάνε σήμερα . Αρκούσε , τότε , να 'χεις τα ναύλα να πας , για τ'άλλα ούτε που γινόταν κουβέντα .
   Όταν ο νεαρός Γορτύνιος έφτασε στη χώρα του Κολόμβου , ξαναγεννήθηκε . Θες η αλλαγή του κλίματος , θες η αδιαφορία των..πλησίον για την υγεία του , ίσως κι η προσβολή των πνευμόνων του να 'ταν ελάχιστη η ακόμα ο γιατρός , με τα υποτυπώδη μέσα της εποχής , να 'κανε λάθος , όλα αυτά είχαν σαν αποτέλεσμα την αναγέννηση του Παναγιώτη , που ένιωθε περίφημα . Ούτε βήχα , ούτε καν απλό πονοκέφαλο . Και τότε ξύπνησε μέσα του το μωραίτικο δαιμόνιο και μάλιστα το...Τριπολιτσιώτικο .
   Γυρνώντας ένα βράδυ στα σφαγεία του Ρότσεστερ , μιας πόλης κοντά στα Αμερικανο-Καναδικά σύνορα , είδε να πετάνε τα κεφαλάκια και τα ..πατσοπόδαρα των αρνιών . Βρόμαγε τότε το κρέας στην Αμερική και οι Αγγλοσάξονες δεν πολυκαταδέχονταν το πρόβειο κρέας , πόσο μάλλον τα..εντόσθια και τα κεφάλια .
Kostakis01
O Aλέκος σ'ένα του προσκύνημα στον ποιητή μας Κώστα Κρυστάλλη .
   Πιο πέρα όμως , στην ερημιά , χιλιάδες φτωχομετανάστες , Έλληνες και Σλάβοι , δούλευαν στη σιδηροδρομική  "κομπανία "στρώνοντας μέρα - νύχτα , μίλια και μίλια γραμμές για το τρένο . Η "κομπανία " , τους χορηγούσε συσσίτιο , αλλά ...αγγλοσαξωνικού γούστου , που δεν πήγαινε κάτω στα Ελληνικά και τα Σλάβικα στομάχια . Ο Πητ τότε σκέφτηκε πως αν άνοιγε μια "τρυπούλα "να μαγειρεύει ό,τι πέταγαν σαν άχρηστο τα σφαγεία της πόλης , θα έρχονταν πολλοί εργάτες να τρώνε . Και "αμ'έπος , αμ..έργον ".
   Με σανίδες έστησε την "τρυπούλα "του κι έβαλε δυο μεγάλες κατσαρόλες : Τη μια για τον πατσά και την άλλη για τα κεφαλάκια . Αποτέλεσμα : ...Χαλασμός , και τα "σέντσια "βροχή στον "μπεζαχτά "του . Αλλά οι γραμμές προχωρούσαν κι οι εργάτες ξεμάκραιναν . Δεν τους βόλευε πια να 'ρχονται για φαγητό , τότε ο Πητ πήρε μια σούστα και πήγαινε κοντά τους , κουβαλώντας τ'ανατολίτικα φαγητά του .
   Με τον καιρό απόχτησε και πείρα . Είδε τις αδυναμίες της δουλειάς του και φρόντισε να την οργανώσει καλύτερα . Πήρε κι'έναν Αλβανό βοηθό , λάδωνε και τους Αϊρίστες ( Ιρλανδούς ) πόλισμεν  (λόγω των γραμματικών γνώσεών του έμαθε πολύ γρήγορα τη γλώσσα κι έτσι τους "έφερνε καπάκι "όταν πήγαιναν να του γκρεμίσουν το "κατάστημα " ) κι όλα του ρχονταν βολικά . Δεν είχαν περάσει 2-3 χρόνια κι η παράγκα έγινε "ρέστοραν " , μέσα στην πόλη του Ρότσεστερ .
   Στο μεταξύ , όμως , η μετανάστευση από την Ευρώπη έπαιρνε γιγαντιαίες διαστάσεις . Κατά κύματα έρχονταν οι Γραικοί , που έπιαναν τις μεγάλες πόλεις , Σικάγο και Ν.Υόρκη . Το Ρότσεστερ δεν χωρούσε πια τον Πητ . Φεύγει κι εγκαθίσταται στο Σικάγο , όπου και τα μεγαλύτερα σφαγεία του κόσμου , κι η δουλειά από τα κεφαλάκια και τα πατσοπόδαρα , έφτασε ως τ΄αρνιά . Το Πάσχα οι Ορθόδοξοι ήθελαν αρνάκια για ψήσιμο , είδε ο Πητ τη ζήτηση και φρόντισε γι'αυτό . Άφηνε τον Αλβανό στο μαγαζί κι αυτός έφτανε ως τη Μοντάνα κι ως το Κολοράντο να φέρει τ΄αρνιά , από τσοπάνηδες Ερυθρόδερμους η Μεξικάνους .
   Η δουλειά είχε πολύ ψωμί κι όλο μεγάλωνε . Γιγαντωνόταν από χρόνο σε χρόνο . Η αγορά ήταν σχεδόν παρθένα κι ο Πητ εκμεταλλευόταν μεθοδικά κάθε ευκαιρία . Τώρα , με την πείρα που είχε αποκτήσει , δεν καθόταν να ζυγίσει ένα-ένα τ'αρνιά και να .."κλέψει "στο ζύγι το "γιό του Τσακαλιού " , τον Ερυθρόδερμο η τον ..Γκονζάλες τον Μεξικάνο τσοπάνη . Αγόραζε με το μάτι , , έμπαινε στο κοπάδι , διάλεγε 100 , 200 , κομμάτια κι έλεγε τόσο βάρος θα πιάσουν . Ο τσοπάνης , Ερυθρόδερμος η Μεξικάνος , συμφωνούσε , γιατί αν τα ζύγιζαν δεν θα έπεφταν και πολύ έξω . Έπειτα το πρόσωπο του Πητ ενέπνεε εμπιστοσύνη κι όλοι τον αγαπούσαν . Ποτέ του δεν ερχόταν με άδεια χέρια , πάντοτε θα 'φερνε και 2-3 μπουκάλια ποτό για το γιο του..Τσακαλιού , η καμιά μεταξωτή μαντίγια για την "σενιόρα Ιζαμπέλα ".
Kostakis12
Ο  αξέχαστος Αλέκος σε μια τρυφερή...ανθρώπινη στιγμή .
Με τον τρόπο αυτόν έγινε πασίγνωστος στη ΒΔ περιοχή των Η.Π.Α . και η φήμη του σαν έμπορα , και κυρίως σαν εκτιμητή , έφτασε ως τ'αυτιά της γνωστής πολυεθνικής φίρμας CARNATION ,  η οποία του πρότεινε να τον προσλάβει σαν "εκτιμητή "στις αγορές ζώων , αφού πρώτα τον δοκιμάσει . Δέχτηκε , πέρασε μ'επιτυχία τη δοκιμασία και σε λίγο έγινε "βοηθός "αγορών ζωντανών ζώων της CARNATION . Με το μάτι εκτιμούσε κι αγόραζε ολόκληρα κοπάδια αρνιών κι αργότερα βοδιών και , ύστερα από τον Α'παγκόσμιο πόλεμο , έγινε "πρώτος εκτιμητής "με κολοσσιαίο , για κείνα τα χρόνια , μισθό .
   Το μαγαζί στο Σικάγο τ'άφησε στον Αλβανό , τον βοηθό του , κι'ο ίδιος ρίχτηκε με τα..μούτρα στη δουλειά . Σε λίγα χρόνια κατάφερε να γίνει "γενικός διευθυντής αγορών "της εταιρείας , και όταν πήγε 70 χρονών , έφυγε με 3.000 δολάρια το μήνα σύνταξη .
   Εδώ , πίσω στα Λαγκάδια , με το μόνο άνθρωπο που είχε επαφή , ήταν η μικρότερη αδελφή του . Τους άλλους , όσο ζούσαν ακόμα , ούτε να τους ακούει ούτε να τους βλέπει . Την αδελφή του αυτή , τη βοήθησε όσο πιο πολύ μπορούσε , της έφτιαξε σπίτι , της σπούδασε όλα τα παιδιά και κάνα δυο ανιψίδια του , που δεν ήθελαν "τα γράμματα " , τους άνοιξε υπερπολυτελή ζαχαροπλαστεία στην Αθήνα . ( Ένα απ'τα ανίψια του ήταν ο Τμηματάρχης με τον οποίο συνοικούσα ) .
   Αυτή , λοιπόν ήταν η ιστορία του θείου Πητ , που ξεκίνησε αποδιοπομπαίος τον περασμένο αιώνα απ'την Ελλάδα και γύρισε πετυχημένος ύστερα από 60 χρόνια , για ν'αποδείξει πως το μωραίτικο δαιμόνιο - και ιδίως το Τριπολιτσιώτικο - θαυματουργεί πάντα , όπου κι αν βρεθεί και κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες κι αντιξοότητες .-
   Το διήγημα αυτό του Αλέκου Κωστάκη , μαζί με πολλά άλλα έργα του , περιλαμβάνεται στο βιβλίο του "ΑΝΘΗ  ΤΟΥ ΚΑΚΤΟΥ "που κυκλοφόρησε το 1995 , απ'το "ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ  ΤΕΧΝΗΣ  ΚΑΙ  ΛΟΓΟΥ ".
       Καλό  σας  βράδυ , να  περνάτε  καλά ….Κ.Κ.-

Έρχονται Χριστούγεννα

Αγιος Κωνσταντίνος Ομονοίας: Πέφτουν οι λινάτσες έπειτα από 15 χρόνια

$
0
0

Ενα σημαντικό μνημείο στο κέντρο της πρωτεύουσας, άρρηκτα συνδεδεμένο με την ιστορική μνήμη, αναμένεται να «επιστρέψει» με την ολοκλήρωση των εργασιών συντήρησης και αποκατάστασης
Αγιος Κωνσταντίνος Ομονοίας: Πέφτουν οι λινάτσες έπειτα από 15 χρόνια
Ο τρούλος του ναού με επικάλυψη από χαλκό



3  φωτογραφίες

Eνα τραυματισμένο μνημείο σε μια πολύπαθη περιοχή. Ο Αγιος Κωνσταντίνος στην Ομόνοια. Εκεί όπου τα τελευταία 15 χρόνια λινάτσες και σκαλωσιές κρύβουν όχι μόνο τη λάμψη μιας πάλαι ποτέ αριστοκρατικής συνοικίας μα και ανθρώπινα δράματα. Το αποκατεστημένο κτίριο του Τσίλλερ που στεγάζει το Εθνικό Θέατρο αποτέλεσε ένα πρώτο βήμα σε μια προσπάθεια πολιτιστικής και κοινωνικής αναζωογόνησης της Ομόνοιας με τα γνωστά προβλήματα υποβάθμισης και περιθωριοποίησης. Δεν στάθηκε όμως αρκετό.

Γι'αυτό και οι εργασίες συντήρησης και αποκατάστασης του επιβλητικού ναού που βρίσκονται σε εξέλιξη στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ 2007-2013 και αναμένεται να ολοκληρωθούν ως τα τέλη του 2015 αποδίδοντας εκ νέου στην πρωτεύουσα ένα σημαντικό μνημείο, άρρηκτα συνδεδεμένο με την ιστορική μνήμη και την ταυτότητά της, έχουν δημιουργήσει πολλές προσδοκίες πρωτίστως στους περιοίκους...

Τη σημασία του έργου για το κέντρο της πρωτεύουσας τόσο σε ό,τι έχει να κάνει με τους Αθηναίους όσο και με τους επισκέπτες υπογραμμίζει μιλώντας στο «Βήμα» η γενική γραμματέας του υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού κυρία Λίνα Μενδώνη. «Ξαφνικά αλλάζει η οπτική ολόκληρης της περιοχής καθώς Εθνικό Θέατρο και Αγιος Κωνσταντίνος, ένα "ζευγάρι"κτιρίων τα οποία βρίσκονται σε διάλογο μεταξύ τους, είναι αποκατεστημένα» λέει χαρακτηριστικά. «Θυμάμαι κάποια στιγμή, την περίοδο 2002-2003, είχαμε πάει να κάνουμε μια αυτοψία για να βγουν οι προδιαγραφές της μελέτης και κάτω από τις λινάτσες βρήκαμε κρυμμένους τοξικομανείς. Ανάμεσα στους ζωντανούς ήταν κι ένας πεθαμένος... Είχα πει τότε στο Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων ότι η Αθήνα είναι ιδιαίτερα επιβαρυμένη πόλη και δεν μπορεί να αντέξει για πολλά χρόνια σκαλωσιές και λινάτσες, ειδικά σε γειτονιές τόσο δύσκολες και ευπαθείς...».
   
Η ανέγερση και η μεταμόρφωση της Αθήνας

Ο ναός των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης κτίστηκε με πρωτοβουλία του Δήμου Αθηναίων προκειμένου να τιμηθεί η γέννηση του διαδόχου Κωνσταντίνου, γιου του βασιλικού ζεύγους Γεωργίου και Ολγας το 1868. Η μελέτη για την κατασκευή του ναού ανατέθηκε από το Δημοτικό Συμβούλιο Αθηνών σε έναν από τους επιφανέστερους αρχιτέκτονες της εποχής, τον Λύσανδρο Καυταντζόγλου, το 1870 και την επόμενη χρονιά τέθηκε ο θεμέλιος λίθος. Τα εγκαίνια, όμως, άργησαν αρκετά χρόνια: έγιναν το 1905 από τη βασίλισσα Ολγα, η χορηγία της οποίας ήταν απαραίτητη για την ολοκλήρωση των εργασιών.

Ο ναός κατασκευάστηκε σε μια εποχή που η μικρή Αθήνα προσπαθούσε να μεταμορφωθεί σιγά-σιγά σε ευρωπαϊκή πόλη με τον νεοκλασικισμό να αποτελεί κυρίαρχο αρχιτεκτονικό ιδίωμα τη στιγμή που στο πολιτικό πεδίο κυριαρχούσε η Μεγάλη Ιδέα της επέκτασης της Ελλάδας σε περιοχές με ελληνικούς πληθυσμούς οι οποίοι την εποχή αυτή βρίσκονται υπό ξένη κατοχή.

Στην εκκλησιαστική αρχιτεκτονική οι μεγάλοι ναοί που χτίστηκαν την εποχή εκείνη στη νεοσύστατη ελληνική πρωτεύουσα εξέφρασαν μια στροφή, αφενός προς την τυπολογία της παλαιοχριστιανικής βασιλικής, αφετέρου σε ευρωπαϊκά νεοκλασικά και αναγεννησιακά πρότυπα, διαμορφώνοντας ένα νέο ιδίωμα με στοιχεία από τον εκλεκτικισμό, που αντλεί στοιχεία από διαφορετικές περιόδους και αρχιτεκτονικούς ρυθμούς και δηλώνει ρήξη με το μεσαιωνικό παρελθόν. Η πρόθεση αυτή μάλιστα αποτυπώνεται καθαρά στον λόγο που εκφώνησε ο Καυταντζόγλου την ημέρα της θεμελίωσης του ναού του Αγίου Κωνσταντίνου.

Ο επιβλητικός ναός με εμβαδόν που υπερβαίνει τα 1.000 τ.μ. και συνολικό ύψος από το δάπεδο ως την κορυφή του τρούλου 32 μέτρα, τυπολογικά ανήκει στις τρίκλιτες βασιλικές με εγκάρσιο κλίτος και τρούλο και μορφολογικά σε έναν λόγιο εκλεκτικισμό με κλασικιστικά χαρακτηριστικά. Το επιβλητικότερο στοιχείο του Αγίου Κωνσταντίνου είναι η πρόσοψή του, διαμορφωμένη με στοιχεία νεοκλασικής και αναγεννησιακής ρυθμολογικής προέλευσης.

Ο ναός έχει τριμερή διάταξη που αποτελείται από κρηπίδωμα, ενδιάμεση ζώνη επενδεδυμένη με μάρμαρο και ανώτερη ζώνη. Ενδιαφέρον στοιχείο αποτελεί παράλληλα η μνημειακή είσοδος με μορφή προπύλου με πεσσούς, κορινθιακούς ημικίονες και αετωματική στέψη, ενώ πλαισιώνεται από δύο οκταγωνικής μορφής πυργοειδή κωδωνοστάσια.

Ο ευρύς τρούλος καλύπτεται με φύλλα χαλκού. Ο ναός εσωτερικά είναι τοιχογραφημένος και τόσο στο Ιερό όσο και στον τρούλο σώζονται τοιχογραφίες του Αναστάσιου Λουκίδη - ο ίδιος έχει αγιογραφήσει και τον Ναό της Ζωοδόχου Πηγής στην Αθήνα - ο οποίος εργάστηκε με βοηθούς τον Φώτη Κόντογλου και τον Δημήτριο Δήμα. «Οι αγιογραφίες του Λουκίδη έγιναν στο διάστημα 1927-1932 και το 1953 ενώ ο υπόλοιπος ναός αγιογραφήθηκε από το 1972 ως τις αρχές της δεκαετίας του 1980 από τους Μάλαμα και Γιομελάκη» εξηγεί η κυρία Μαρία Μερτζάνη, προϊσταμένη της Διεύθυνσης Συντήρησης Αρχαίων και Νεότερων Μνημείων. Αναφερόμενη στον Λουκίδη, επισημαίνει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του καλλιτέχνη χαρακτηρίζοντάς τον πολύ μοντέρνο και τολμηρό. 

«Οι τοιχογραφίες του είναι κυριολεκτικά γροθιά στο στομάχι» 
λέει συγκεκριμένα. Ο Κόντογλου εξάλλου έχει τοιχογραφήσει το παρεκκλήσιο του Αγίου Γεωργίου. Η σχέση με την ιστορική μνήμη φανερή: στον ναό αποτυπώνονται οι περιπέτειες της νεότερης Ελλάδας καθώς είναι εμφανείς οι φθορές από σφαίρες από τις οδομαχίες που συνέβησαν γύρω του τον Δεκέμβρη του 1944.

Οι σεισμοί, οι φθορές και η αποκατάσταση

Ο Αγιος Κωνσταντίνος υπέστη σημαντικές ζημιές από τους σεισμούς του 1981 και του 1999 οι οποίες επιδεινώθηκαν από τη γήρανση και τη φυσική φθορά των δομικών υλικών. «Το βασικό του πρόβλημα ήταν αυτό το οποίο δημιούργησε ο δεύτερος σεισμός. Χτύπησε ένα αρκετά σοβαρό τμήμα του Ιερού του» λέει η κυρία Μενδώνη. «Με διάφορα άμεσα σωστικά μέτρα τα οποία έλαβε αμέσως η Διεύθυνση Αναστήλωσης Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων - συνεχίζει η γενική γραμματέας του ΥΠΠΟΑ - εξασφαλίστηκε η δυνατότητα λειτουργίας του. Εγιναν κάποιες επισκευές οι οποίες δεν επέτρεψαν την περαιτέρω επιβάρυνσή του. Ομως το πρόβλημα ήταν αρκετά σημαντικό. Χρειαζόταν μια σοβαρή μελέτη και αρχιτεκτονική και στατική. Από τη στιγμή που θα παρενέβαινε το υπουργείο έπρεπε να γίνει μελέτη συντήρησης των εξωτερικών επιφανειών και να καθαριστούν και οι εσωτερικές αγιογραφίες. Ολη αυτή η διαδικασία προϋπέθετε ένα πλέγμα μελετών οι οποίες εν τω μεταξύ έγιναν. Δυστυχώς δεν ήταν έτοιμες ώστε να μπορέσει να ενταχθεί στο Γ'ΚΠΣ. Αυτή τη δυνατότητα τη δίνει σήμερα το ΕΣΠΑ».
  Η σχετική σύμβαση για το έργο υπογράφηκε τον Απρίλιο του 2013 και ο προϋπολογισμός του ανέρχεται στο ποσό των 3.515.797,04 ευρώ. Η κυρία Μενδώνη εξηγεί πως παρόλο που ο χρονικός ορίζοντας ολοκλήρωσης του έργου είναι το τέλος της επόμενης χρονιάς, η συντήρηση ενός τμήματος των εσωτερικών τοιχογραφιών θα συνεχιστεί και μέσα στο 2016 χωρίς, ωστόσο, να είναι ενταγμένη στο ΕΣΠΑ. Θα καλυφθεί από εθνικούς πόρους με το ποσό να κυμαίνεται γύρω στα 50.000-60.000 ευρώ. «Δεν υπήρχε ιδιαίτερο πρόβλημα αλλά θεωρήσαμε πως είναι κρίμα να αφεθεί ένα κομμάτι το οποίο τέλος πάντων είχε ανάγκη κάποιου καθαρισμού χωρίς φροντίδα. Ετσι αποφασίστηκε να διατεθεί αυτό το ποσό» λέει συγκεκριμένα.

Το έργο υλοποιείται από τη Διεύθυνση Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων (Προϊσταμένη Αρχή, Θεμιστοκλής Βλαχούλης, προϊστάμενος της Διεύθυνσης Αναστήλωσης Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων, διευθύνουσα Υπηρεσία, Ιωάννα Καράνη, προϊσταμένη Τμήματος Εργων της ΔΑΒΜΜ, επιβλέπουσες Εφη Χωραφά και Ελένη Ζαρογιάννη). Σε ό,τι αφορά την πορεία των εργασιών, έχει ήδη ολοκληρωθεί η αποκατάσταση του τρούλου, των κωδωνοστασίων, των δωμάτων και της στερέωσης της λιθοδομής. Υπολείπονται οι εργασίες τοποθέτησης των ελκυστήρων, περίσφιξης των πεσσών, καθαρισμού των όψεων, αποκατάστασης των φατνωματικών οροφών στο βόρειο κλίτος αλλά και η συντήρηση των τοιχογραφιών, διαδικασία η οποία εκτελείται από τη Διεύθυνση Συντήρησης Αρχαίων και Νεότερων Μνημείων.

Ο Καυταντζόγλου και οι αλλαγές στα σχέδια

Ο Λύσανδρος Καυταντζόγλου, ο αρχιτέκτονας που υπογράφει τον επιβλητικό ναό, γεννήθηκε το 1811 στην τουρκοκρατούμενη Θεσσαλονίκη. Ηταν εγγονός του πλούσιου εμπόρου Ιωάννη Γούτα Καυταντζόγλου, ο οποίος είχε σχέσεις με το Πατριαρχείο και την Πύλη, και γιος του Μερκούριου Καυταντζόγλου. Η οικογένειά του κατέφυγε στην Μασσαλία για να διασωθεί από την Επανάσταση του 1821.

Ο Λύσανδρος, ύστερα από πολύχρονες σπουδές Αρχιτεκτονικής στη Ρώμη και στη Γαλλία, κλήθηκε το 1844 από την ελληνική κυβέρνηση να αναλάβει τη διεύθυνση του Σχολείου των Τεχνών που ήταν η πρώτη μορφή του σημερινού Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου. Ως το 1862, οπότε και παραιτήθηκε από τη θέση αυτή, συνέβαλε αποφασιστικά στην ανάπτυξη του Ιδρύματος. Αλλωστε η σύλληψη και η οργάνωση της κατασκευής του κτιριακού συγκροτήματος του Πολυτεχνείου στην οδό Πατησίων έγιναν με δικά του σχέδια.

Αλλα σημαντικά έργα του Καυταντζόγλου στην Αθήνα είναι το Αρσάκειο, ο ναός της Αγίας Ειρήνης, ο ναός του Αγίου Διονυσίου των Καθολικών και ο Αγιος Ανδρέας της Πάτρας. Πέθανε στις 5 Οκτωβρίου 1885 χωρίς να προλάβει να δει ολοκληρωμένη την υλοποίηση του σχεδίου του στον Αγιο Κωνσταντίνο που αποτελεί το προτελευταίο έργο της ωριμότητάς του, με αρκετές αλλαγές στον αρχικό σχεδιασμό οι οποίες εντοπίζονται στη μορφή και στο ύψος του τρούλου, στον τρόπο στέγασης και στον τρόπο χωρισμού του νάρθηκα από τα κλίτη αλλά και στη μορφή του προπύλου.

Εν Αθήναις...πρίν από τις γιορτές

$
0
0



Φτωχογειτονιές είχε πολλές η Αθήνα οπότε δεν σου έκανε αίσθηση

η δικιά σου εκτός αν τύχαινε μια στις τόσες να επισκεφθείς κάποια άλλη τελείως
διαφορετική από την δική σου.
Δεν αισθανόσουνα άνετα με το πρόσεχε και μη...
Το μόνο που σου έκανε εντύπωση ήταν το παιδικό δωμάτιο με τα παιχνίδια
σωρό στο αφράτο χαλί.
Καθόσουνα ανακούρκουδα να παίξεις με το άλλο παιδί και εκείνο έβλεπε
με περιέργεια τις σόλες των παπουτσιών σου που είχαν πέταλα μπρος πίσω.
Γλιστρούσαν τα άτιμα σε εκείνο το σπίτι πάνω στο παρκέ....
Τέτοιες ημέρες προγραμματιζόντουσαν οι επισκέψεις για τα κάλαντα
την Παραμονή σε εκείνα τα φιλικά  σπίτια με προγραμματισμένο ραντεβού.
Αγγαρεία ξεαγγαρεία έπρεπε να πας....καλό χαρτζιλίκι που κατέληγε
στο οικογενειακό ταμείο.
Πίσω στην δική σου γειτονιά και οι ετοιμασίες των εορτών...
Λαμαρίνες πέρα δώθε στον φούρνο με μελομακάρονα και κουραμπιέδες...
συζητήσεις για το Χριστουγεννιάτικο τραπέζι που θα γινότανε
στο μεγάλο σαλόνι της σπιτονοικοκυράς όπως κάθε χρόνο λόγω χώρου.
Η γαλοπούλα δεν έπαιζε και πολύ αν και περνούσε έξω από τον δρόμο
ο γαλοπουλάς με το κοπάδι του και το καλάμι που τις έβαζε σε τάξη.
Άντε να την αγόραζες...να την έσφαζε ο Τζιχαντιστής της αυλής...να την ξεπουπούλιαζες...
Αρνάκι λοιπόν "φρεσκοκαταψυγμένο"όπως έγραφε στην Βαρβάκειο από την Νέα Ζηλανδία
σύμμαχο και φιλική Χώρα.
Μπόλικο λεμόνι να σπάει την μυρουδιά της μουμιοποίησης και μισό τσουβάλι πατάτες από τον πατατά που περνούσε και αυτός απ΄έξω από την αυλή με την σούστα
φωνάζοντας...."...πάρε Τριπόλεως...".
Η τσακαλοπαρέα οργάνωνε το δρομολόγιο για την παραμονή που θα έλεγε
τα κάλαντα φθάνοντας η χάρη της μέχρι την Πλάκα.

πίσω στα παλιά

Τον Μιχελογιαννάκη τον πήγαν στα Βλάχικα της Βάρης...για θεραπεία;

$
0
0




Μάζεψαν τους Σύρους πρόσφυγες από το Σύνταγμα και τους πήγαν σε ξενοδοχεία με έξοδα του Δήμου.

Πώς είναι και τι κάνει σήμερα ο Νίκος Ξανθόπουλος

$
0
0

Τον μάθαμε ως αδικημένο, κατατρεγμένο -αλλά πάντα έντιμο- παιδί του λαού σε παλιές ελληνικές ταινίες. Σήμερα, στα 80 του, ο Νίκος Ξανθόπουλος βρίσκεται σε νέο «ρόλο»

Διάσημος έγινε για τη συμμετοχή του στον παλιό ελληνικό κινηματογράφο. Ο Νίκος Ξανθόπουλος, το παιδί του λαού όπως καταξιώθηκε σε ασπρόμαυρες ταινίες, σήμερα ζει μια ζωή εντελώς έξω από τα media, τη δημοσιότητα, ακόμα και την πόλη.



Σύμφωνα με δημοσίευμα και φωτογραφίες του περιοδικού «Λοιπόν», ο Νίκος Ξανθόπουλος, στα 80 του σήμερα, ζει κοντά στη φύση, στο κτήμα του στην Παιανία, όπου περνά χαλαρές οικογενειακές στιγμές με τα παιδιά και τα εγγόνια του. Καλλιεργεί τα δικά του λαχανικά, έχει ελιές και ντομάτες και κήπο με τριανταφυλλιές, τις οποίες περιποιείται ο ίδιος. Εχει επίσης μάθει και φτιάχνει το δικό του κρασί, ενώ τα τελευταία χρόνια έχει ασχοληθεί και με τη συγγραφή βιβλίων.






"Αν η ψυχή είχε φωνή, αυτή θα ήταν του Καζαντζίδη"

$
0
0


Ο Στέλιος Καζαντζίδης γεννήθηκε στις 29 Αυγούστου του 1931 στη Νέα Ιωνία. Ο πατέρας του ήταν ποντιακής καταγωγής και η μητέρα του προσφυγοπούλα από τα μέρη της Τουρκίας. Από αυτήν και την γιαγιά του άκουγε σαν παιδί όλα τα λαϊκά τραγούδια που έφεραν οι πρόσφυγες . Η γιαγιά του του έλεγε τραγούδια και τον νανούριζε από μωρό. Όπως λέει ο ίδιος, νομίζει ότι από αυτήν πήρε τις τεχνικές, τις αναπνοές, το κλάμα στην φωνή. Ως την στιγμή που τον ανέλαβε ο μεγάλος δάσκαλος Στέλιος Χρυσίνης και του δίδαξε τα λαϊκά.

Απεικονίζεται ο Στέλιος Καζαντζίδης σε νεαρή ηλικία
Λίγο μετά τη γερμανική κατοχή, ο πατέρας του αναγκάστηκε να μετακομίσει στο Μπέλλες και αργότερα στο Κιλκίς. Λόγω των αριστερών του πεποιθήσεων αλλά και της δράσης του την περίοδο της κατοχής, η οικογένεια υπέστη άγριο κυνηγητό ενώ μετά από πολλές περιπλανήσεις επέστρεψε το 1945 στη Ν. Ιωνία. Ο Στέλιος Καζαντζίδης βγήκε στο μεροκάματο από 14 ετών. Η υγεία του πατέρα του είχε κλονιστεί και έπρεπε να αγωνιστεί σκληρά για να ζήσει τη μητέρα και τον μικρό του αδελφό, Στάθη. Έκανε διάφορα επαγγέλματα. Εργάσθηκε στο υφαντουργείο "Έσπερος", σε οικοδομές και εργοστάσια.
Ο Στέλιος Καζαντζίδης τραγουδάει σε μαγαζί με την κιθάρα του
Το εισιτήριο για το πάνθεον του λαϊκού τραγουδιού ήταν η κιθάρα που του χάρισε κάποια μέρα το αφεντικό του στον Έσπερο, ένα εργοστάσιο στον Περισσό. «Πάρ'την, είναι δώρο δικό μου. Να την έχεις, να παίζεις, να μάθεις να τραγουδάς μαζί της. Να τραγουδάς κι εδώ, στη δουλειά. Να τραγουδάς όσο μπορείς. Να τραγουδάς παιδί μου πάντα. Ποτέ να μη σταματήσεις. Εγώ σ'άκουσα πολλές φορές και ξέρω τι αξίζεις. Άντε πήγαινε στο καλό». Κι ενώ το μυαλό του πήγε κατευθείαν στην απόλυση, όταν έμαθε πως ζήτησε να τον δει ο ιδιοκτήτης του εργοστασίου, η χειρονομία, αλλά κυρίως τα λόγια του τελευταίου αποδείχτηκαν, το λιγότερο, προφητικά. Η κιθάρα αυτή, σήμανε το τέλος της βιοπάλης και την απαρχή ενός καινούργιου, εξίσου άγριου, αλλά και ύποπτου, κόσμου.
Ο Στέλιος Καζαντζίδης βρίσκεται σ'ένα στούντιο με την κιθάρα του
Ο Μάνθος Βενέτης, μηχανικός αεροπλάνων που δούλευε στην αεροπορική βάση Φαλήρου, περνούσε τυχαία έξω από το σπίτι του Στέλιου Καζαντζίδη- μόλις είχε γυρίσει από την δουλειά και κλεισμένος στο δωμάτιό του, σιγοτραγουδούσε γρατζουνώντας την κιθάρα του, ενώ η μητέρα του υποδεχόταν τον απρόσμενο επισκέπτη: «Ο γιος σας κυρία μου έχει μια φωνή που δεν πρέπει να υπάρχει άλλη όμοιά της στον κόσμο! Φωνάξτε τον, σας παρακαλώ, να τον γνωρίσω». Εκείνο τον καιρό, ο Μάνθος Βενέτης, για να συμπληρώσει το εισόδημά του, έπαιζε μπουζούκι τα Σαββατοκύριακα σε διάφορες ταβέρνες. Πρότεινε λοιπόν στον δεκαεννιάχρονο πια Στέλιο, να συνεργαστούν κι έτσι το βάπτισμα του πυρός έγινε στην ταβέρνα του Τηλέμαχου. Σύντομα το συγκρότημα αλλάζει στέκι και μεταφέρεται στο υπόγειο του Βουτσά στην Καλογρέζα, με υψηλότερο μεροκάματο. Αλλά κι εκεί δεν έμειναν για πολύ. Η φήμη τους ταξίδευε πλέον πολύ γρήγορα κι έτσι βρέθηκαν σ'ένα μαγαζί στην Κηφισιά, μ'ένα καινούργιο μέλος στην παρέα, τον τυφλό Στελιο Χρυσίνη, συνθέτη και μαέστρου τότε της Columbia. Είναι ο άνθρωπος που δίδαξε στον Στέλιο τα πάντα γύρω από την τέχνη του τραγουδιού. Από την Φωλιά της Κηφισιάς, το συγκρότημα Βενέτη, Χρυσίνη, Καζαντζίδη, επιστρέφει στο Ακρωτήρι της Νέας Ιωνίας κι από κει στο Γαλάτσι, όπου καταφθάνουν πλέον, για να ακούσουν την καινούργια καθαρή λαϊκή φωνή, άνθρωποι απ'όλες τις γειτονιές της Αθήνας.
Ο Στέλιος Καζαντζίδης σε φωτογραφία από τις πρώτες του ηχογραφίσεις, με το χαρακτηριστικό παχύ μουστάκι του
Ο Στέλιος Καζαντζίδης με παχύ μουστάκι την εποχή των πρώτων ηχογραφήσεων.
Είναι κοντά στα είκοσι, ο Στέλιος, όταν νιώθει το άστρο του να δυναμώνει. Στο Ακρωτήρι συχνάζει και ο Νικηφόρος Μανδηλαράς, που εκείνη την εποχή υπηρετούσε την θητεία του στο ναυτικό. Η φιλία τους θα κρατήσει πολλά χρόνια, ως τη δολοφονία του «ναύτη», από το καθεστώς των συνταγματαρχών. Μετά το Γαλάτσι, ακολουθεί η Νέα Φιλαδέλφεια. Στο κέντρο Θείος ο Στέλιος εμφανίζεται μαζί με το διάσημο τότε συγκρότημα του Γεράσιμου Κλουβάτου. Τ'όνομά του συζητιέται παντού. Η απόσταση από την δόξα ολοένα και μικραίνει. Και οι προσφορές για καλύτερο μεροκάματο είναι φυσικά αναμενόμενες. Κάπως έτσι βρίσκεται στη περίφημη Χαβάη του Νέου Ηρακλείου.
Η επαγγελματική, λοιπόν, σχέση του με το τραγούδι ξεκινάει το 1950- 51.

Ο Στέλιος Καζαντζίδης ερμηνεύει το τραγούδι "Για μπάνιο πάω και αν θέλεις έλα"
Τον Ιούνιο του 1952 ηχογραφεί τον πρώτο του δίσκο, απογοητεύεται όμως γρήγορα από την απήχησή του. Ηταν το κομμάτι του Απόστολου Καλδάρα, "Για μπάνιο πάω κι αν θέλεις έλα". «Ούτε άρεσε, ούτε πουλήθηκαν δίσκοι. Ο καιρός περνούσε, ο δίσκος δεν πουλιότανε. Πέρασα τη μεγαλύτερη απογοήτευση της ζωής μου».
Απεικονίζονται οι Στέλιος Καζαντζίδης και Παπαϊωάννου με τα μουσικά τους όργανα
Με το δεύτερό του όμως δισκάκι και το τραγούδι του Γιάννη Παπαϊωάννου, "Οι Βαλίτσες", αρχίζει να χτίζεται ο θρύλος. «Τα έξι πρώτα τραγούδια που τραγούδησε ο Καζαντζίδης είναι δικά μου. Μα οι Βαλίτσες έχουν μια ιστορία. Επαιζα τότε το 1949 με 1950, στην Τριάνα του Χειλά» θυμάται ο Γιάννης Παπαϊωάννου. «Κάποιος από την κομπανία είχε προηγούμενα με τον Χειλά. Δεν τα πήγαινε καλά. Ενα βράδυ πριν αρχίσει η δουλειά παρεξηγηθήκανε. Ολο το βράδυ που παίζαμε στο πάλκο, έλεγε αυτός ότι, «θα πάρω τις βαλίτσες και θα φύγω από το μαγαζί». Το είπε πενήντα φορές μέχρι να σκολάσουμε. Μου μπήκε μια ιδέα για τις βαλίτσες που έλεγε αυτός. Εγραψα μόνο μια λέξη. Εγραψα στο πακέτο με τα τσιγάρα «Βαλίτσες». Το έδωσα στον στιχουργό Μάνεση και το'φτιαξε. Αλλο θέμα. Από τις βαλίτσες ξεκίνησε αυτό το τραγούδι και μ'αυτό ήταν τυχερό να ξεκινήσει και ο Καζαντζίδης». Τα τραγούδια του γνωρίζουν μεγάλη επιτυχία κι όπου κι αν εμφανίζεται δημιουργείται το αδιαχώρητο: "Θείος", "Μπερτζελέτος", "Ζέφυρο"ς, "Ροσινιόλ".
Απεικονίζεται ο Στέλιος Καζαντζίδης να χαμογελάει
Την τριετία 1953-1956, τον συνοδεύουν στους δίσκους και στα κέντρα, η Ρένα Στάμου, η Βιολέτα, η Μαίρη Γρίλλη και η Καίτη Γκρέυ. Η τελευταία, παρά τις πρόσφατες τηλεοπτικές υστερίες που προκάλεσε το βιβλίο του Βασίλη Βασιλικού με τις περίφημες ηχογραφημένες συνομιλίες της Θάσου, έχει σίγουρα κρατήσει άσβεστες τις μνήμες από την εποχή του μεγάλου τους έρωτα. Ενας δίσκος της μάλιστα, από την τελευταία κι όχι ιδιαίτερα επιτυχημένη φάση της καριέρας της, τιτλοφορείται: Οταν ακούω Καζαντζίδη.
Απεικονίζεται το εξώφυλλο του περιοδικού "Οικογενειακός Θησαυρός" με εικόνες από τον Στέλιο Καζαντζίδη, την Καίτη Γκρέϋ και την Χάρις Αλεξίου
Ο αρραβώνας τους με την Καίτη Γκρέυ (είχαν γνωριστεί στο μαγαζί του Κλουβάτου κι ο έρωτας ήταν ακαριαίος), διαλύθηκε το 1956, μόλις είχαν ηχογραφήσει το προφητικό για τη σχέση τους κομμάτι του Μανώλη Χιώτη, "Απόψε φίλα με". Το άστρο του όμως έχει αρχίσει να κινείται με ταχύτητα φωτός, οι επιτυχίες διαδέχονται η μία την άλλη: Βύθισέ μου το μαχαίρι (Κλουβάτου), Επεσα έξω (Μητσάκη), Εχτές αργά το δειλινό (Παπαϊωάννου). «Τα τραγούδια τότε ήταν αληθινές ιστορίες των ανθρώπων, γιατί οι στιχουργοί γράφανε με βάση την καθημερινότητα, τα προβλήματα του τόπου, ενώ τώρα δεν ξέρω με ποια κριτήρια γράφονται τα σημερινά τραγούδια, γι'αυτό και δε μένουν». (Οκτώβριος 1992, στην εκπομπή του Πάνου Γεραμάνη, Λαϊκοί Βάρδοι- ΕΡΑ 2)

Στα αριστερά της φωτογραφίας βρίσκεται η Μαρινέλλα και στα δεξιά ο Στέλιος Καζαντζίδης
Το 1957 γνωρίζει στη Θεσσαλονίκη τη Μαρινέλλα και γίνονται καλλιτεχνικό ζευγάρι. Γνωρίζουν τεράστια απήχηση από τις πρώτες κιόλας ηχογραφήσεις τους
("Η πρώτη σου αγάπη είμαι εγώ"και "Νίτσα, Ελενίτσα"του Γιώργου Μητσάκη) και καθιερώνεται στη συνείδηση του κοινού. Μαζί μεγαλούργησαν καλλιτεχνικά στη δισκογραφία και σε διάφορες ζωντανές εμφανίσεις.

Το 1961 συμμετέχει στις μουσικές θεατρικές παραστάσεις των Μάνου Χατζιδάκι και Μίκη Θεοδωράκη ερμηνεύοντας ζωντανά - και αργότερα σε δίσκους- τα τραγούδια τους. Τον Ιανουάριο του 1964, ο Καζαντζίδης αφήνει την Κολούμπια και πηγαίνει στις εταιρίες του Μίνου Μάτσα "Odeon-Parlophone". Τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς παντρεύεται την Μαρινέλλα. Ηχογραφούν την "Καταχνιά", σε μουσική Χρήστου Λεοντή και στίχους Κώστα Βίρβου.
Απεικονίζονται οι Παπαϊωάννου, Γεραμάνης και Καζαντζίδης καθισμένοι σε ένα τραπέζι
Μίμης Παπαϊωάννου - Γεραμάνης - Καζαντζίδης προβάρουν τον ύμνο της ΑΕΚ
Το 1965 εμφανίζεται για τελευταία φορά σε λαϊκό μαγαζί, στο "Φαληρικόν"του Μαργωμένου στην οδό Ηπείρου, εγκαταλείποντας ουσιαστικά το πάλκο, σε ηλικία μόλις 34 ετών. Το 1966 χωρίζει με την Μαρινέλλα και την επόμενη χρονιά πραγματοποιούν τις τελευταίες ηχογραφήσεις τους στην εταιρεία Philips ("Μη μου λέτε γι'αυτήν", "Απόψε σ'έχω στην αγκαλιά μου", "Η καρδιά της μάνας"κ.λ.π.).

Το 1968 αρχίζει η συνεργασία του με το Χρήστο Νικολόπουλο  ερμηνεύοντας το πρώτο του τραγούδι "Νυχτερίδες κι αράχνες", σε στίχο Κώστα Βίρβου, που γνωρίζει μεγάλη επιτυχία. Το 1971 κυκλοφορεί ο δίσκος 33 στροφών, "Καζαντζίδης Νο3", που δίνει τη δυνατότητα στο νεαρότερο κοινό να γνωρίσει τις κλασικές ερμηνείες του, στα τέλη του '50 και στις αρχές του '60. Το 1973 ηχογραφεί έξι δημιουργίες του Ακη Πάνου ("Η ζωή μου όλη", "Το θολωμένο μου μυαλό", "Μίσος", "Οι μισοί καλοί", "Αντε να περάσει η μέρα", "Τα όνειρα που χτίζονται"). Το 1974 ηχογραφεί το άλμπουμ "Στην Ανατολή"σε μουσική Μίκη Θεοδωράκη. Την επόμενη χρονιά όλη η Ελλάδα τραγουδά το "Υπάρχω", σε στίχους Πυθαγόρα.
Ο Χρήστος Νικολόπουλος έχει αγκαλιά τον Στέλιο Καζαντζίδη
Μαζί με τους μόνιμους συνεργάτες του, Χρήστο Νικολόπουλο και Πυθαγόρα, δημιουργούν το Υπάρχω. Και τα 12 τραγούδια του δίσκου έγιναν επιτυχίες- Υπάρχω, Κάτω απ'το πουκάμισό μου, Οι αισθηματίες. Εκείνο το σαββατόβραδο του 1975, ολόκληρη η Ελλάδα ήταν καθηλωμένη μπροστά στην τηλεόραση, για να παρακολουθήσει τους δημιουργούς του δίσκου να μιλούν για τη συνεργασία τους. Ο Καζαντζίδης είχε κλείσει μια δεκαετία αποχής από τα νυχτερινά μαγαζιά κι ο κόσμος διψούσε για το τραγούδι και την παρουσία του. Η απήχηση του Υπάρχω ήταν συγκλονιστική λες κι επρόκειτο για μια καινούργια λαϊκή επανάσταση. Εγινε σύνθημα, αφορμή για να ονομαστούν μαγαζιά, ταβέρνες, καφετερίες, έγινε φίρμα σε εταιρεία παραγωγής αλκοολούχων, έγινε ροκ διασκευή, δημιούργησε ένα μύθο μοναδικό κι αξεπέραστο. Ισως γιατί αποτελεί και την τελευταία δισκογραφική παρουσία του Καζαντζίδη στη δεκαετία του 70. Θα επιστρέψει στο στούντιο το 1987, δώδεκα χρόνια μετά για να ηχογραφήσει ένα τελευταίο άλμπουμ στη ΜΙΝΟΣ.

Ο Στέλιος Καζαντζίδης τραγουδάει στο μικρόφωνο
Ελεύθερος πια από τη συγκεκριμένη εταιρεία ηχογραφεί το δίσκο ο "Δρόμος της επιστροφής" , ο οποίος πούλησε πάνω από 200.000 αντίτυπα. Από τότε, σε αραιά διαστήματα, μας χαρίζει δείγματα από το σπάνιο ταλέντο του μέσα από δίσκους που γίνονται χρυσοί από τη πρώτη κιόλας μέρα της κυκλοφορίας τους στη δισκοπωλεία ("Βραδιάζει", "Βιώματα", "Αφιέρωμα", "Τραγουδώ", "Ερχονται χρόνια δύσκολα"κ.α.). Ανάμεσα τους ξεχωρίζουν η ζωντανή ηχογράφηση "Ενα γλέντι με τον Στελλάρα"και οι πετυχημένες συμμετοχές του σε 4 δίσκους με Ποντιακά τραγούδια. Μοναδικές, επίσης, στιγμές η ερμηνεία του στο τραγούδι "Πέτρινα χρόνια"του Σταμάτη Σπανουδάκη, η συμμετοχή του στη σύνθεση του Αντώνη Βαρδή "Στην Ελλάς του 2000", με τους Χάρη και Πάνο Κατσιμίχα και τον Αντώνη Βαρδή, και η επανεκτέλεση παλιών τραγουδιών των Τσιτσάνη, Τζουανάκου, Μητσάκη, Παπαιωάννου κ.α.

Ο Στέλιος Καζαντζίδης με την γυναίκα του Βάσω σε φωτογραφία του γάμου τους

Ξαναπαντρεύτηκε τον Απρίλιο του 1982 την Βάσω Κολοβού-Κατσαβού κι έζησε μαζί την ως το τέλος, στο σπίτι τους, στον Αγιο Κωνσταντίνο, με τις άλλες μεγάλες του αγάπες, την θάλασσα και το ψάρεμα: «Σε πολύ σκληρές ώρες το ψάρεμα μου γαλήνευε την ψυχή, περισσότερο απ'το τραγούδι. Για πρώτη φορά ψάρεψα στο Μακρονήσι. Οταν ήμουν κρατούμενος. Κάποιες στιγμές ξέφευγα. Στράβωνα καρφίτσες και τις έκανα πρόχειρο αγκίστρι. Ενωνα δυο τρεις τρίχες από ουρά αλόγου και τις χρησιμοποιούσα για πετονιά. Ετσι άρχισα να ψαρεύω. Κι όταν έπιανα κάμποσα ψάρια, τα λυπόμουν και τα ξαναπετούσα στην θάλασσα».

Ο Στέλιος μαζί με την μητέρα του Γεσθημανή
Αδυναμία όμως είχε και στην μητέρα του Γεσθημανή, η οποία είχε σαν τελευταία επιθυμία της να βάλει ο Στέλιος την φωτογραφία της στο δίσκο του . Η επιθυμία της εκπληρώθηκε και ο δίσκος "Ελεύθερος"αφιερώθηκε σε εκείνη.
Στις 14 Σεπτεμβρίου 2001 πέθανε, σε ηλικία 70 ετών, νικημένος από την επάρατη νόσο.

 http://www.ekriti.gr

Σκατά Χριστούγεννα

$
0
0



Τη Δευτέρα το απογευματάκι, παίδες, ένιωσα την επείγουσα ανάγκη να πάω να δω τον ξάδερφό μου τον Σάκη. Κάτι οι μπάτσοι-μανάρια-δολοφόνοι (όπως φώναζε μια πανέξυπνη τραβεστί στην Βαλτετσίου), κάτι το χημικό που μου διέλυσε τους φακούς επαφής και το πνευμόνι, κάτι μια ηλίθια αναπάντητη που έκανα στον Τζίζας, κάτι τα κινήματα «φάε κάτι πουλάκι μου» εναντίον των «Δεν θα φάει ρε συμβιβασμένοι τζουτζέδες», κάτι ο προϋπολογισμός, την Κυριακή το βράδυ σερνόμουν στα πατώματα. Και αυτό το παιδί, παίδες μου αγαπημένοι, το πυροβολημένο ξαδερφάκι μου, είναι το πρώτων βοηθειών μου. Αραχτό στον καναπέ, αρνητής της αναγκαστικής καριέρας και της νευρωσικής επικαιρότητας, οπαδός της αντίστροφης σκέψης, του εκφραστικού μινιμαλισμού και της πίτσας greek lover, πήρε μεν κιλά αλλά και τη σοφία της βραδύτητας. Όταν με βλέπει να μπαίνω μπαρουτοκαπνισμένη, εκνευρισμένη, να 'χω βαρέσει φτερούγα χτυπώντας από τον ένα παράλογο τοίχο στον άλλον, μου κάνει χώρο στο καναπεδάκι του, απλώνει την κουβερτούλα ΣΝΑΓΚΙ πάνω στα πόδια μου και επειδή αρνείται να ενοχλεί τις λέξεις με ρωτάει μονολεκτικά:
ΣΑΚΗΣ =Πες. Τι;
ΕΓΩ =Δεν ξέρω. Άσε με.
ΣΑΚΗΣ=Καλά. Tea?
ΕΓΩ= Πας καλά;
(χάδι στα μαλλιά)
ΣΑΚΗΣ= Κατάλαβα.
ΕΓΩ= Ναι. Σκατά. (του παίρνω το χέρι απ'τα μαλλιά. Μ'εκνευρίζει να μου πειράζουν τα μαλλιά όταν είμαι εκνευρισμένη)
ΣΑΚΗΣ= Α, οκ…
ΕΓΩ= (ξαφνικά τύψεις) Εσύ;
ΣΑΚΗΣ= Ε…
ΕΓΩ= Τι ε;
ΣΑΚΗΣ= Ξέρεις…
ΕΓΩ= Ξέρω…
ΣΑΚΗΣ= Ε… αυτό.
ΕΓΩ= Ναι μωρέ…
ΣΑΚΗΣ= (με κοιτάει στα μάτια που καλμάρουν σιγά-σιγά) Καλύτερα τώρα;
ΕΓΩ= (αρνάκι πλέον μέσα στην κουβερτούλα του) Ναι. Ζεστούλα ε;
ΣΑΚΗΣ=  Πεινάς;
ΕΓΩ= Λίγο…
ΣΑΚΗΣ= (ανοίγει το κουτί πρώτων βοηθειών που είναι πάντα δίπλα του) Πίτσα;
ΕΓΩ= Αμέ!
(σιωπή λόγω καταβρόχθισης παρηγορητικής πίτσας)
ΕΓΩ= τα Χριστούγεννα;
ΣΑΚΗΣ= Εδώ.
ΚΟΡΙΤΣΙ= Σκατά δηλαδή
ΣΑΚΗΣ= (απαθής) Ε, ναι, ρε.
ΕΓΩ= Κι εγώ εδώ.
ΣΑΚΗΣ= (τεράστιο χαμόγελο) γαμώ!
ΕΓΩ= (μου ρχεται το κέφι) Ρε συ, στολίζουμε δέντρο;
ΣΑΚΗΣ= Με τι;
ΕΓΩ= Ξέρω γω;
ΣΑΚΗΣ= Εχω post it κόκκινα!
ΕΓΩ= γαμώ!
ΣΑΚΗΣ= να γράψουμε;
ΕΓΩ= Αμέ!
ΣΑΚΗΣ= Τι;
ΕΓΩ= Ευχές ρε!
ΣΑΚΗΣ= Σωστή!
ΕΓΩ= Γράφε πρώτος. Εγώ είμαι σκατά.
Και τότε με κοιτάει, παίρνει το μαρκαδοράκι και γράφει στο πρώτο κόκκινο χαρτάκι
 «Να σε έχω δίπλα μου».
Τον αγκάλιασα σφιχτά, που πάει να πει στη γλώσσα των χαδιών: Θα με έχεις χοντρούλη. Και θα σε έχω. Και γι'αυτό τα Χριστούγεννά μας δεν θα είναι ποτέ στ'αλήθεια σκατά.

Εν Αθήναις...μην πας Πεδίον του Άρεως

$
0
0


Διαβάζω....

"Ο μεγαλύτερος κήπος στο κέντρο της Αθήνας όπου συνυπάρχουν αρμονικά η τέχνη και η φύση 

"Με έκταση 230 στρεμμάτων, είναι ένας πνεύμονας ανάλογος του Εθνικού κήπου 

"Πήρε το όνομά του από το Ρωμαϊκό Campus Martius 

"Στα χρόνια του Όθωνα φιλοξένησε τους στρατώνες του ιππικού 

"Μέχρι το 1880, τα Κυριακάτικα μεσημέρια και τις γιορτές αποτελούσε χώρο περιπάτου για τους Αθηναίους και τους Βασιλείς 

"Στη πλατεία του ναού των Ταξιαρχών υπήρχε στημένη μια εξέδρα μουσικής σε σχήμα πολυγώνου, όπου παιάνιζε η φιλαρμονική. Από εκεί προήλθε και το όνομα της όμορης γειτονιάς «Πολύγωνο» 

"Στις 23 Ιουλίου 1887, η έκταση του πεδίου του Άρεως εντάσσεται με Βασιλικό Διάταγμα στο σχέδιο πόλεως και χαρακτηρίζεται κήπος 

"Το 1927 συγκροτήθηκε η Επιτροπή Δημοσίων Κήπων και Δενδροστοιχιών και δόθηκε προτεραιότητα στη διαμόρφωση του Πεδίου του Άρεως, αφού το διεκδικούσαν για κατασκευή Δικαστικού Μεγάρου και Εθνικού Θεάτρου, ενώ η αγγλική εταιρία ηλεκτροφωτισμού και ηλεκτρικής συγκοινωνίας «Power» χρησιμοποιούσε το χώρο για να πετάει τα προϊόντα εκσκαφής από τη σήραγγα του ηλεκτρικού σιδηροδρόμου Αθηνών-Πειραιώς 

"Το 1934, με τη συμβολή του εκδότη της εφημερίδας «Έθνος» Σπύρου Νικολόπουλου και του μηχανικού Πέτρου Καλλιγά, το πάρκο σώθηκε από διεκδικήσεις με τη διαμόρφωση του κοινόχρηστου άλσους ( Ν.6171/1934) επί υπουργίας Πέτρου Ράλλη. Το 1935, το τότε Υπουργείο Συγκοινωνιών διέθεσε 7 εκατομμύρια Δραχμές έναντι της προϋπολογισθείσας δαπάνης 30 εκατομμυρίων για την αποπεράτωση του πάρκου 

"Το 1935 ανατίθεται στα μέλη του Σωματείου Ελλήνων Γλυπτών η φιλοτέχνηση των προτομών των ηρώων του 1821 που κοσμούν τη Λεωφόρο των Ηρώων 

"Το 1938 στήθηκε ο έφιππος Βασιλιάς Κωνσταντίνος στην κεντρική είσοδο 

"Το 1952 στήθηκε το άγαλμα της Προμάχου Αθηνάς για το ηρώο των πεσόντων στην Ελλάδα Βρετανών, Αυστραλών και Νεοζηλανδών στις μάχες 1941-45 

"Από το 1950 ξεκινάει τη σταδιοδρομία του στο Θέατρο Άλσος ο θηρευτής «νέων ταλέντων» Γιώργος Οικονομίδης ενώ στο Green Park κυριαρχούσε ο Όμηρος Αθηναίος. Αργότερα τα καλοκαίρια το Θέατρο Αλίκη πρόσφερε ψυχαγωγία στους Αθηναίους 

"Από τη μεταπολίτευση μέχρι σήμερα το πεδίο του Άρεως αποτελεί σημείο αναφοράς για μεγάλες πολιτικές και εργατικές συγκεντρώσεις."
Αυτά για την ιστορία και τους ρομαντικούς....
Σήμερα το παραπάνω πάρκο συγκεντρώνει τον μισό Ποινικό Κώδικα με κυρίαρχους
τους Νόμους περί ναρκωτικών...πορνείας κ.λ.π.




Ακόμα και πρωϊ να περάσεις κινδυνεύεις από γιούργια τοξικομανών ...να πατήσεις
καμμιά σύριγγα....
Το βράδυ δεν το συζητώ ...
Σε κάποια παλιά χτίσματα μένουν ανθρώπινοι σκελετοί ενώ στις γύρω φυλλωσιές
η αντρική και γυναικεία πορνεία καλά κρατεί με ελάχιστα ευρώ.
Όλες αυτές οι εικόνες δεν φαίνεται να ενοχλούν τους "αρμόδιους"...
Είχε κοστίσει η ανάπλαση κάπου 6 εκατ. παλιά ευρώ 
(προσπαθώ να εξοικειωθώ έρχονται εκλογές).
Δεν νομίζω να φανταζότανε ποτέ ο Γιώργος Οικονομίδης την σημερινή κατάντια
του αγαπημένου του χώρου.
Θα μου πείς εδώ τώρα καιγόμαστε το Πεδίον του Άρεως μας μάρανε και αν θα
ξαναγίνει πνεύμονας των Αθηναίων;

πίσω στα παλιά

Σεπόλια - Η πόλη μας

$
0
0

 

Τα Σεπόλια είναι συνοικία της Αθήνας, που ορίζεται από τις γραμμές του τρένου του ΟΣΕ, την Εθνική οδό Αθηνών-Λαμίας στα βορειοδυτικά και τη συνοικία του Κολωνού στα νότια.

Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας και τα πρώτα χρόνια μετά την Ελληνική Επανάσταση η περιοχή ήταν γνωστή ως «Μύλοι των Αθηνών» γιατί εκεί άλεθαν το σιτάρι οι Αθηναίοι. Η περιοχή ήταν γεμάτη νερόμυλους και μεγάλα κτήματα.

Το 19ο αιώνα τα Σεπόλια ήταν χωριό της Αττικής, διακριτό γεωγραφικά από την Αθήνα. Το 1879 είχε πληθυσμό 278 κατοίκους.   

Στα τέλη του 19ου αιώνα ήταν σημαντικός χώρος καλλιεργειών της αγροτικής παραγωγής της πρωτεύουσας. Το όνομα Σεπόλια βγήκε από τη φράση «έξω από την πόλη», γιατί η περιοχή δεν ήταν στο σχέδιο πόλεως και δεν είχε ασφαλτόστρωση. Καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση και οικιστική εξέλιξη της περιοχής έπαιζε η κατασκευή των σιδηροδρόμων Λαρίσης κ΄ Πελοποννήσου (1882-1892), η κατασκευή των σιδηροδρομικών γραμμών της Αττικής για Λαύριο και Κηφισιά (1885) καθώς και η εγκατάσταση εργοστασίων στην ευρύτερη περιοχή. Η πρώτη ένταξη στο σχέδιο πόλεως έγινε το 1893. Για πολύ καιρό όμως τα Σεπόλια εξακολουθούσαν να είναι σαν χωριό μέσα στην Αθήνα. Είχε πολλά περιβόλια και λαχανόκηπους, καθώς επίσης και πολλά ρέματα και μικρά ποταμάκια που έβγαιναν από τον Κηφισό και τους παραποτάμους του. Ανάμεσα στα περιβόλια υπήρχαν πολλοί ανοιχτοί χώροι που έπαιζαν και αθλούνταν τα παιδιά. Η οδός Δυρραχίου ήταν κεντρικός δρόμος που οδηγούσε στο ποτάμι, τον Κηφισό, και έρχονταν οι Αθηναίοι με άμαξες για περίπατο. Υπήρχαν κέντρα διασκέδασης, όπως αυτό στη γέφυρα Ροσινιόλ και αρκετοί θερινοί κινηματογράφοι.

Στην τοποθεσία που είναι σήμερα χτισμένο το 54ο Γυμνάσιο και Λύκειο Αθηνών ήταν το εργοστάσιο Άτλας, που ξεκίνησε να λειτουργεί το 1920, όταν η περιοχή ήταν σχεδόν ακατοίκητη. Ήταν εργοστάσιο τσιμέντου και δημιουργούσε μεγάλο πρόβλημα ρύπανσης, και οι κάτοικοι δεν μπορούσαν να αναπνεύσουν, τα σπίτια τους και τα ρούχα τους γέμιζαν σκόνη και σκουριά. Με κινητοποίηση των κατοίκων και του συλλόγου Αναγέννηση το εργοστάσιο τελικά έκλεισε το 1962 και αργότερα κτίστηκε το σχολείο, ένα πάρκο και αθλητικοί χώροι. Υπήρχαν και άλλα εργοστάσια, όπως το Βότρυς και το Κοροπούλη, που ήταν πιο παλιά από τον Άτλαντα. Σήμερα δεν λειτουργούν, έχουν κριθεί διατηρητέα και προτείνεται η διαμόρφωσή τους σε κέντρα πολιτισμού και πρασίνου. Στις γραμμές του τρένου υπήρχε και το εργοστάσιο φαρμάκων Δαμβέργη, που λειτουργούσε και πριν τη γερμανική κατοχή και σήμερα συνεχίζει τη λειτουργία του με την ονομασία ΜΕΝΑΡΙΝΙ. Στην τοποθεσία που είναι σήμερα χτισμένο το 53ο Γυμνάσιο και Λύκειο Αθηνών ήταν ένα άλσος σε μικρογραφία του βασιλικού κήπου στο οποίο μαζί με τον Τρίτωνα, αθλητικό χώρο σήμερα, καλλιεργούσαν λουλούδια. Ανήκε στον Καντόρο, που είχε μεγάλο ανθοπωλείο στο Σύνταγμα. Αυτός μετά από παράκληση των κατοίκων, όταν άρχισε να πυκνοκατοικείται η περιοχή, το παραχώρησε μισοτιμής στον ΟΣΚ για να γίνει σχολείο.

Η περιοχή είχε συγκεντρώσει πολλούς πρόσφυγες μετά τη Μικρασιατική καταστροφή το 1922, που ζούσαν πολλές φορές σε δύσκολες συνθήκες. Στα Σεπόλια άρχισαν να κατοικούν σιγά σιγά άνθρωποι από διάφορες περιοχές της Ελλάδας, κυρίως από την Πελοπόννησο. Από τις καλύτερες περιοχές της γειτονιάς εθεωρείτο ο Λόφος Σκουζέ, στα όρια με τον Κολωνό, που παλιά ήταν ιδιόκτητος, κλεισμένος γύρω γύρω και δεντροφυτεμένος και ανήκε στον επιφανή Αθηναίο Σκουζέ. Η περιοχή των Σεπολίων δοκιμάστηκε σκληρά από τη γερμανική κατοχή. Στον Άγιο Μελέτιο, από τις παλαιότερες εκκλησίες της περιοχής, υπάρχει μια πλάκα με τα ονόματα των πεσόντων από τους Γερμανούς.Μέχρι τη δεκαετία του '50 η περιοχή επικοινωνούσε με το κέντρο της Αθήνας με άμαξες, με το τραμ 8 και ένα λεωφορείο, τη Σεπολιώτισσα όπως το ονόμαζαν οι παλιοί κάτοικοι.

Από τις δεκαετίες '60 και '70 κατασκευάστηκαν πολυκατοικίες με το σύστημα της αντιπαροχής και έτσι διαμορφώθηκε μια μεγάλη ποικιλία κτιριακού αποθέματος που έφερε πολλούς κατοίκους στην περιοχή. Οι συγκοινωνίες βελτιώθηκαν, οι δρόμοι ασφαλτοστρώθηκαν και από τη δεκαετία του '90 άρχισαν να κατοικούν στην περιοχή και πολλοί οικονομικοί μετανάστες κυρίως από τις βαλκανικές χώρες.

Ηκατασκευή του μετρό των Σεπολίων έδωσε νέες δυνατότητες πρόσβασης στην περιοχή και υπάρχουν αρκετοί που επιλέγουν τη συνοικία αυτή για κατοικία λόγω της εγγύτητάς της με το κέντρο, την ύπαρξη συγκοινωνιών και τη σχετικά χαμηλή αξία της γης σε σχέση με άλλες γειτονιές. Τα προβλήματα της περιοχής βέβαια είναι αρκετά: η έλλειψη πράσινου και αρκετών αθλητικών χώρων, το κυκλοφοριακό πρόβλημα στην οδό Δυρραχίου και τους γύρω δρόμους, η πυκνή δόμηση και οι υψηλές πολυκατοικίες που κατέστρεψαν το φυσικό περιβάλλον και η κατάλληλη αξιοποίηση των χώρων των παλιών εργοστασίων Βότρυς και Κοροπούλη. Μπορούν όμως να λυθούν με τη συνεργασία όλων των κατοίκων και την κατάλληλη μέριμνα από την πλευρά της Πολιτείας.




http://53gym-athin.att.sch.gr

Δημόσιο Καπνεργοστάσιο

$
0
0

Διασχίζουμε τη Λενορμάν και αναγκαστικά σταματάμε στο κόκκινο φανάρι της διασταύρωσης με την οδό Κρέοντος. Ενα φευγαλέο και αφηρημένο βλέμμα στο ανακαινισμένο κτίριο του Δημόσιου Καπνεργοστασίου. Αφηρημένη ματιά, σίγουρα άγνοιας, για ένα κτίριο που στέκεται σε συνολικό εμβαδόν 9.085 τ.μ., σε ένα τεράστιο οικοδομικό τετράγωνο μεταξύ των οδών Λενορμάν, Αμφιάραου, Λέανδρου και Κρέοντος. Τεράστιο σε διαστάσεις και επιβλητικό. Η ιστορία της κατασκευής του γνωστή. Το 1903 ψηφίστηκε και εγκρίθηκε στη Βουλή των Ελλήνων η ανέγερση του νέου καπνοκοπτήριου στην Αθήνα. Το 1927 αγοράστηκε το οικόπεδο για να χτιστεί το δεύτερο Δημόσιο Καπνοκοπτήριο, όπως το ονόμαζαν, προτού γραφτεί με τεράστια γράμματα στην είσοδο η τελική, σύγχρονη της εποχής του 1930, ονομασία του.
ΔΗΜΟΣΙΟ ΚΑΠΝΕΡΓΟΣΤΑΣΙΟ
Το 1989, το καπνεργοστάσιο χαρακτηρίστηκε ιστορικό διατηρητέο μνημείο, με απόφαση του υπουργείου Πολιτισμού. Στο διώροφο με ημιυπόγειο κτίριο, συστεγάστηκαν στα 60 χρόνια λειτουργίας του 25 συνολικά βιομηχανίες. Πρώτη εγκαταστάθηκε η Καπνοβιομηχανία Λέρτα και τελευταία αποχώρησε η Καπνοβιομηχανία Αφοί Κωνσταντίνου (SANTE). Στο ημιυπόγειο τοποθετήθηκαν οι αποθήκες των καπνοβιομηχάνων, στο ισόγειο γινόταν η κατασκευή των τσιγάρων και στον πρώτο όροφο η συσκευασία. Κάθε καπνέμπορος μπορούσε να ενοικιάζει μέχρι δύο αίθουσες για την αποθήκευση των καπνών του. Στους ορόφους υπήρχαν τρεις αίθουσες των 600 τ.μ. η καθεμία, οι οποίες μπορούσαν να ενώνονται σε μια κοινή αίθουσα, ανάλογα με τις ανάγκες.
Πόσα άραγε κρυμμένα μυστικά να βρίσκονται εδώ, πίσω από τη μεγάλη σιδερένια πόρτα, που όμως οδηγεί, μέσω μιας μικρής στοάς, σε αόρατο για τους περαστικούς του πολύβουου δρόμου τζαμωτό στέγαστρο με μεταλλικό σκελετό αίθριο; Οι τοίχοι όμως πολλές φορές αποκτούν μιλιά και λειτουργούν σαν καθημερινή εφημερίδα  παλαιότερων χρόνων για τους σημερινούς επισκέπτες. Η ζωή των καπνεργατών στο Δημόσιο Καπνεργοστάσιο της οδού Λενορμάν, τα ατέλειωτα καθημερινά 12ωρα με έναν αυστηρό εργοδότη, ήταν πολύ δύσκολη. Δεν προλαβαίνουν να πάρουν αναπνοή. Από την υπερεντατικοποίηση της δουλειάς έχουν καταντήσει εξαρτήματα των μηχανών. Μόλις πατήσεις στο καπνεργοστάσιο, σου κόβεται η ανάσα, νιώθεις ένα τσούξιμο στον λαιμό, αναπνέεις νικοτίνη, που προέρχεται από την κατεργασία του καπνού. Στο τμήμα της τσιγαροποίησης, ο θόρυβος που κάνουν οι μηχανές ξεπερνά κατά πολύ το επιτρεπόμενο όριο αντοχής. Το χειρότερο τμήμα, από άποψη συνθηκών δουλειάς, είναι η αποθήκη. Βρίσκεται στο υπόγειο του εργοστασίου και είναι  «ιδανικός» χώρος για τις εργάτριες που κόβουν τα σχοινιά από τα δέματα του καπνού. Εκεί μαραζώνουν τα κορίτσια· κορίτσια από τον Κολωνό, το Περιστέρι, τα Πετράλωνα, το Μπαρουτάδικο. Αν και η δουλειά τους είναι ιδιαίτερα ανθυγιεινή, δεν έχουν ενταχθεί στα ανθυγιεινά επαγγέλματα. Το κράτος, ο άμεσος εργοδότης, το Δημόσιο, μόνο γάλα μπορεί να προσφέρει. Η φυματίωση είναι η σκληρή αρρώστια που βασανίζει τους εργάτες. Τους βασανίζει και τους πεθαίνει. Το 1934, οι φυματικοί καπνεργάτες της Αθήνας κατέβηκαν σε απεργία πείνας, αφού από το υπουργείο Εργασίας υπήρχε η τέλεια εγκατάλειψη.
Κατά την περίοδο της Κατοχής, οι Γερμανοί κατακτητές χρησιμοποίησαν τους χώρους του κτιρίου. Κάποιοι έλεγαν  φυλακές τα μπουντρούμια των υπογείων και άλλες μαρτυρίες αναφέρονται σε κάποια γερμανική υπηρεσία μεταγωγών. Ισως αυτός να είναι και ο λόγος των ζημιών που προκλήθηκαν μετά την αποχώρηση των γερμανικών δυνάμεων κατοχής από τους εξαγριωμένους πολίτες. Στις 4 Ιανουαρίου του 1945, ο Σκόμπι βομβαρδίζει τις λαϊκές συνοικίες της Αθήνας μέχρι τον Κηφισό. Το 4ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ έδινε μάχη από Λένορμαν, Ευκλείδου, Αίμωνος. Η συνοικία μας δοκιμάστηκε σκληρά – και φυσικά το καπνεργοστάσιο δεν θα γλίτωνε από τις εγγλέζικες βόμβες.
Το 1948 ξεκινάει μια άλλη θλιβερή ιστορία, που «φιλοξενήθηκε» αναγκαστικά στο Κέντρο Περιθάλψεως Προσφύγων Κολοκυνθούς. Από τους στρατώνες του Σταθμού Λαρίσης μεταφέρθηκαν 52 οικογένειες Ελλήνων, άπορες και ανήμπορες. Μεταξύ αυτών και οικογένειες Ελλήνων από τη Ρουμανία και τη Ρωσία. Οι πρόσφυγες Ελληνες πήραν σπίτια στον Καρέα και στο καπνεργοστάσιο παρέμειναν οι άποροι Ελληνες, οι οποίοι δεν είχαν ποτέ σπίτια ή είχαν, αλλά καταστράφηκαν στον πόλεμο. Τα βοηθήματα και τα συσσίτια του Ερυθρού Σταυρού στο στενό του προαύλιο του καπνεργοστασίου, που χωρίζεται με συρματόπλεγμα και που πάνω του τεντώνονται πλυμένα ρούχα, σεντόνια, ένα πλήθος από μωρουδιακά, χωρίς διάκριση, παιδικό παιχνίδι και αρρώστιες, αχώριστα. Ηταν χάος και το χάος οι παλαιοί κάτοικοι το ονόμαζαν Δημόσιο Καπνεργοστάσιο. Πέρα από το συρματόπλεγμα λειτουργεί το καπνεργοστάσιο. Πριν από το συρματόπλεγμα λειτουργεί σκοτάδι ή το Κέντρο Περιθάλψεως Προσφύγων Κολοκυνθούς.
Τον Ιανουάριο του 1964 ήλθε και η οριστική απόφαση για την αποχώρηση «εκ του Κέντρου Περιθάλψεως Προσφύγων Κολοκυνθούς και των υπολοίπων φτωχών οικογενειών». Υπήρχε ελπίδα άραγε;
Ναός ανθρώπινων ιστοριών. Ιστορίες που πια κανείς δεν θυμάται ή, αν τις θυμάται, είναι πολύ ηλικιωμένος για να τις διηγηθεί. Ενα κτίριο που δεν θα λυγίσει ποτέ από το βάρος της Ιστορίας αμέτρητων χρόνων και αναμνήσεων.
kapnergostasio
Viewing all 12885 articles
Browse latest View live