Quantcast
Channel: Πίσω στα παλιά
Viewing all 12885 articles
Browse latest View live

Εν Αθήναις....άντε και καλά κρασιά

$
0
0



Κίνηση στην γειτονιά εκείνα τα χρόνια τέτοιες ημέρες...
Είχαμε βλέπεις κοντά το καρβουνιάρικο του κυρ Μήτσου.
Η σούστα με το άλογο....η αποθήκη με τα βαρέλια με το κρασί...δίπλα η άλλη με τα κάρβουνα και έξω στην αυλή το μεγάλο ξύλινο ψυγείο που έβαζε τις κολώνες με τον πάγο.
Μπροστά από τα βαρέλια καναδυό τσίγκινα στρογγυλά τραπέζια με καρέκλες
για εκλεκτούς πελάτες όπως έλεγε τους κρασοπατέρες που ήταν όμως και "χημικοί"του για την ποιότητα του κρασιού.
Έβγαζε τα βαρέλια στο πεζοδρόμιο για ξύσιμο με την ξύστρα και πλύσιμο καλό
για να βάλει τις νέες μουστιές από το Λιόπεσι.
Κάθε χρόνο αγόραζε από τον ίδιο αγρότη...
Πού να χωρέσει ο κυρ Μήτσος μέσα στο πλαγιασμένο βαρέλι για να το ξύσει.
Η μαρίδα της γειτονιάς θα βοηθούσε λόγω μεγέθους και φυσικά θα έπαιρνε
το χαρτζιλίκι της για να το δώσει απέναντι στον ψιλικατζή για καραμέλες...χαπαχούπες...σοκολάτες....γκαζάκια.
Οι κρασοπατέρες έκαναν εμφάνιση την ημέρα που ερχότανε το φορτηγό με τον μούστο για να απολαύσουν το θέαμα και να ευχηθούν για την καλή ρετσίνα αλλά και να συμβουλεύσουν τον κυρ Μήτσο.
Καταλάβαιναν με την πρώτη γουλιά για την κατάχρηση ζάχαρης και γύψου
που θα είχε γίνει προκειμένου να ετοιμαστεί πρίν την ώρα της η ρετσίνα
και ανοίξουν τα γιοματάρια.
Υπήρχε ανταγωνισμός μεγάλος για το ποιός θα άνοιγε πρώτος το γιοματάρι.
Ήταν έθιμο με τον ερχομό του μούστου στην γειτονιά να μοιράζει η καβουρνιάρισα
στις γειτόνισες μούστο για να φιάξουν μουσταλευριά.
Φυσικά στα σπίτια των Μικρασιατών υπήρχε συνωστισμός για τους γνωστούς λόγους.
Η κουζίνα τους ήταν άπιαστη και φυσικά η μουσταλευριά δεν ήταν ίδια με τις άλλες.
Αξέχαστη η μυρουδιά στις αυλές τέτοιες ημέρες.
Ο Νίκος Χατζηαποστόλου έγραψε για την ξανθιά θεά...


"Ρετσίνα μου αγνή
αγάπη μου ξανθιά κεχριμπαρένια
σκοτώνεις όλους τους καημούς
και σβήνεις πάντα κάθε έγνοια.
Γι’ αυτό κι’ εγώ δεν θα
τ’ απαρνηθώ το ρετσινάτο χρώμα
και θέλω να με θάψουνε
λόγω τιμής
με κάνουλα στο στόμα..."

πίσω στα παλιά

Ηλικιωμένο ζευγάρι βρήκε το άλμπουμ του γάμου μετά από 61 χρόνια

$
0
0

http://www.newsbeast.gr

Μια συγκινητική ιστορία ενός ζευγαριού από τη Βρετανία είδε το φως της δημοσιότητας, καθώς το ηλικιωμένο αντρόγυνο βρήκε με ένα απρόσμενο τρόπο το φωτογραφικό άλμπουμ του γάμου τους, που είχαν χάσει πριν από σχεδόν 60 χρόνια!

Ο Patrick και η Rose Roach έχασαν το άλμπουμ με τις φωτογραφίες από το γάμο τους, λίγες εβδομάδες μετά την τελετή που έλαβε χώρα το 1952. Δεκαετίες αργότερα και έχοντας πια ξεπεράσει τα 80, το ζευγάρι είχε χάσει κάθε ελπίδα να ξαναβρεί τις φωτογραφικές αναμνήσεις από τη στιγμή της ένωσής τους.

Ωστόσο, μια απρόσμενη έκπληξη τους περίμενε, καθώς το άλμπουμ είχε βρεθεί από ένα χτίστη στο Μπέρμιγχαμ, όπου και διέμεναν παλιότερα.

Ο Tom Bradley βρήκε το λεύκωμα σε ένα κάδο με μπάζα, το μάζεψε και το φύλαξε σπίτι του, μέχρι να μπορέσει να εντοπίσει τους ιδιοκτήτες. Ωστόσο, ο θάνατος τον πρόλαβε και το έργο του ανέλαβε να φέρει εις πέρας η κόρη του, Tina Bradley.

Έστειλε φωτογραφίες από το άλμπουμ σε μια τοπική εφημερίδα. Τις εικόνες είδαν συγγενείς του ζευγαριού, οι οποίοι και τους ειδοποίησαν. Τελικά, οι Roach βρήκαν το πολυπόθητο λεύκωμα.

«Ήταν εκπληκτικό ότι το πήραμε πίσω. Είχαμε μερικές φωτογραφίες, αλλά αυτό ήταν το αυθεντικό. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι επέστρεψε σε εμάς μετά από 61 χρόνια γάμου και μάλιστα σε κατάσταση που δεν ήταν καθόλου άσχημη, οι φωτογραφίες δείχνουν ακόμη καλές», σημείωσε ο Patrick Roach.

«Το δερμάτινο εξώφυλλο έχει καταστραφεί ελαφρά αλλά όχι τελείως. Αν σκεφτεί κανείς πόσο παλιό είναι και πως βρέθηκε σε κάδο με μπάζα, θα περίμενε ότι θα είχε διαλυθεί», συμπλήρωσε η Rose.















Το ΝΕΟΝ της Ομονοίας

$
0
0


“Στην Ομόνοια, η σοβαρότερη ίσως και πιο παραδοσιακή ώς προς την ιστορία της πλατείας γωνία είναι αυτή που βρίσκεται το καφενείο “Νέον”.
Εδώ κυριαρχούν, όπως είπα, οι μεγαλύτερες ηλικίες, όμως ανάμεσά τους φυτρώνουν ωσάν λουλούδια και αρκετοί νεαροί, αδιάφοροι, θαρρεί, ή ανήξεροι για τα όσα συμβαίνουν λίγο παραπέρα. Είναι γνωστό σε μερικούς ότι στα βάθη του τεραστίου και μάλλον ακαλαίσθητου αυτού Λεβιάθαν συχνάζουν μερικοί σπουδαίοι παλαιοί επιστήμονες, παροπλισμένοι τώρα πια, όπου σχεδόν στο ίδιο πάντοτε τραπεζάκι, πίνοντας τον καφέ τους, διαβάζουν με επιμέλεια ξενόγλωσσες εφημερίδες, μελετούν βιβλία ή σημειώνουν διάφορα πράγματα.
Το θελκτικό, ως εικόνα, συνήθειο της συγγραφής και μελέτης σε καφενείο, που το έχουν και αρκετοί νεώτεροι, όπως ένας φίλος μου, μεγάλος κατ’ εμέ σκηνοθέτης, που τον βλέπω συχνά σε μια καφετέρια της πλατείας Εξαρχείων να μελετά και να γράφει και όπως ο μέγας και πολύς Ζαν Πωλ Σαρτρ, που έγραφε μεταπολεμικά σ’ ένα τραπεζάκι του “Καφέ Φλορ”, είναι για μέσα ακατανόητο, εκτός από την περίπτωση των πολύ προχωρημένων σε ηλικία. Είναι μια παρηγοριά, μια ασφάλεια, το γεμάτο καφενείο.
Σε αναζωγονεί και σε προφυλάσσει, θαρρείς, από κάθε τι το ξαφνικό, που σε περιτριγυρίζει και που στο έρημο σπίτι μπορεί απείρως πιο εύκολα να σε αρπάξει και να σε ξεκάνει.
νεον2
Άλλωστε ό,τι ήταν να κάνεις και να γράψεις το έκανες, τώρα πια καλλιεργείς και συνδυάζεις τις συνήθειές σου.
Το καφενείον “Νέον” είχε, όπως και τα άλλα της πλατείας, καρέκλες και στο πεζοδρόμιο, αυτό συντελούσε ίσως στο να είναι ο χώρος περισσότερο ερωτικώς, καθώς στης καρέκλες καθόντουσαν και άνθρωποι, ενδιαφερόμενοι όχι μόνο για της δουλειές τους, αλλά και για την κίνηση. Άλλωστε, το πλήθος και ο ορυμαγδός από το τάβλι, της συζητήσεις και τις παραγγελίες που υπήρχε μέσα είναι για σήμερα κάτι το αδιανόητο.

Οι καλομαθημένοι σε καφενεία νεαροί επαρχιώτες, οι από τις νοικοκυρεμένες μεσαίες πόλεις καταγόμενοι, δεν ήθελαν να μπούνε στην κοιλιά του κήτους, αλλά κάθονταν στις έξω καρέκλες ή περίμεναν εκεί γύρω όρθιοι. Και αυτό ακριβώς ήταν που συντελούσε. Πάνω από το “Νέον” είναι το ξενοδοχείο “Karlton”, όχι σπουδαίας κατηγορίας, όπως θα νόμιζε ένας αδαής, κρίνοντας από το διάσημο διεθνώς όνομά του.”
Χριστούγεννα στην Αθήνα 097Το 1920 οι Περικλής Γκόσιος και Γιάννης Δούκας ιδρύουν στην Ομόνοια το καφενείο “Νέον Βυζάντιον” που τελικά επικράτησε να αποκαλείται το “Νέον”. Βρίσκονταν στην πλατεία Ομονοίας μεταξύ Πανεπιστημίου και 3ης Σεπτεμβρίου κάτω από το Ξενοδοχείο “Κάρλοτ”. Ο χώρος του θύμιζε μέχρι τα τελευταία χρόνια χαρακτηριστικό δείγμα νεοκλασικής αρχιτεκτονικής. Στις οροφές του είχε κλασικά θέματα με απομιμήσεις μαρμάρου και αρκετές ελαιογραφίες στο εσωτερικό του.
Το καφενείο Νέον εκτός από τόπο που γεννήθηκαν πολλοί σκακιστές, ήταν το μέρος που σύχναζαν ο Γιάννης Ρίτσος, ο Ναπολέων Λαπαθιώτης, ο Γιώργος Ιωάννου και ο Γιάννης Τσαρούχης.  Ο τελευταίος μάλιστα έχει απαθανατίσει το Νέον σε δυο ελαιογραφίες του που βρίσκονται σήμερα στην Εθνική Πινακοθήκη της Αθήνας: «Το καφενείο Νέον – ημέρα» (1956-66) και «Το καφενείο Νέον – βράδυ» (1965-66).
Η υποβάθμιση όμως της Πλατείας οδηγούσε σε σταδιακή παρακμή και του Νέον. Ενώ είχε μετατραπεί ήδη σε καφεστιατόριο αναγκάζεται σε ριζική ανακαίνιση το 2009 προκειμένου να αντεπεξέλθει. Δεν κατάφερε όμως να μείνει ανοικτό για παραπάνω από έναν χρόνο, οπότε το περίφημο καφενείο έκλεισε οριστικά και πήρε μαζί του και ένα ιστορικό τοπόσημο για την Ομόνοια.
Οι νέοι ιδιοκτήτες επενδύουν στο κτίριο 3εκ. ευρώ. Η παλιά γωνιά του Νέον ανακαινισμένη και φωτεινή αποκτάει και πάλι λίγο από την αίγλη του παρελθόντος. Σήμερα φιλοξενεί στους χώρους του Νέον μεγάλη αλυσίδα αρτοποιείων.

Καθ'οδόν: Στα ... Σεβάσματα Αθηναίων

$
0
0
Μια παλιά αθηναϊκή γειτονιά με σπίτια χτισμένα από πέτρα, αναπνέει ακόμα στο Μεταξουργείο, ανάμεσα στις τσιμεντένιες πολυκατοικίες
Η εκπνοή του 1ου π.Χ. αιώνα σήμανε την έναρξη μιας νέας χιλιετίας. Το έτος 52 μ.Χ. ο απόστολος Παύλος, ήρθε πρώτος να ευαγγελιστεί στη δεισιδαίμονα Αθήνα τον Χριστιανισμό. Εκεί, δηλαδή εδώ, στην Αθήνα του τότε, θα βρεθούμε σήμερα. Ενα οδοιπορικό στο χρόνο και στο χώρο μας, ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον οδοιπορικό.
Ο Μανουήλ Τασούλας στο όμορφο λεύκωμά του«Αθηναίων Σεβάσματα»(Εκδόσεις «Ατραπός») μάς ξεναγεί στους ναούς της Αρχαίας Αγοράς και στα ξεχασμένα εκκλησάκια της Παλαιάς Αθήνας.
Οι σοφοί
«Στην Αθήνα των νομιζόμενων σοφών, των Σοφιστών, οι οποίοι φάσκοντες είναι σοφοί εμωράνθησαν, και ήλλαξαν την δόξαν του αφθάρτου Θεού εν ομοιώματι εικόνος φθαρτού ανθρώπου» (Ρωμ. Α΄-22). Των Σοφιστών που διακόσια χρόνια πριν είχαν παραδώσει στον διά πόσεως κωνείου θάνατο τον Αθηναίο Φιλόσοφο Σωκράτη, γιατί τόλμησε να υψώσει το Μέγα παράστημά του απέναντι στο χθαμαλό και ουσιαστικά ασήμαντο δικό τους, και να τους αποκαλύψει φωτιζόμενος άνωθεν, την μόνη Οντότητα του Ενός. Το αδίκημά του ήταν ότι "ους μεν ή πόλις (η Αθήνα) νομίζει θεούς ου νομίζων, έτερα δε καινά δαιμόνια εισφέρων και ταύτα τους νέους διδάσκων. Τίμησις θάνατος!". Αυτό ήταν το τίμημα της Αλήθειας που δίδασκε: θάνατος! Οπως θάνατος, και μάλιστα ατιμωτικός, διά του σταυρού, ήταν και Εκείνου για τον οποίον μη γνωρίζοντας, αλλά φωτιζόμενος από το φως της θείας γνώσεως, μιλούσε ο Σωκράτης», σημειώνει ο συγγραφέας. Και λίγο παρακάτω συνεχίζει, ακολουθώντας πάντα τα βήματα του αποστόλου Παύλου, καθώς φτάνει με πλοίο στην Αθήνα, για να αποβιβαστεί στο Φάληρο, όπως μας παραδίδει στα «Αττικά» (1, 4) ο Παυσανίας.
Οι Αέρηδες και στο βάθος δεξιά οι θόλοι από το χαμάμ το Ουλά Μπέη, που κατεδαφίστηκε το 1890. (Φωτογραφικό Μουσείο Μπενάκη)
«Εκεί κοντά, πάντα κατά τον Παυσανία, υπήρχαν σε κοντινές αποστάσεις μεταξύ τους τα ιερά της Δήμητρας, της Σκιράδος Αθηνάς και του Δία, αλλά υπήρχαν και βωμοί των θεών που αποκαλούνταν Αγνωστοι.
Για έναν παρόμοιο βωμό που επίσης βρισκόταν στο Φάληρο, αναφέρει ο Αγιος Ιερώνυμος (In Tit. 1, 12) ότι έφερε την αναθηματική επιγραφή: «Στους θεούς της Ασίας, της Ευρώπης και της Αφρικής, στους αγνώστους και ξένους θεούς». Ισως αυτή ήταν η επιγραφή η οποία κέντρισε περισσότερο το βλέμμα του Παύλου. Από μία λέξη της θα στηριζόταν, για να αναπτύξει αργότερα την ομιλία του προς τους επιφανείς Αθηναίους.
Οσο ανέβαινε από Φάληρο προς Αθήνα, τόσο καθαρότερα έβλεπε εμπρός του να διαγράφεται στον ορίζοντα επιβλητικός ο βράχος της Ακρόπολης και στην κορφή να λάμπει σαν διάδημα το λαμπρότερο ίσως μνημείο του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού. Ο Παρθενώνας. Ενα αρχιτεκτονικό επίτευγμα, το οποίο ξεκίνησε να οικοδομείται το έτος 447 π.Χ. και ολοκληρώθηκε το 438 π.Χ., και το οποίο είχαν φέρει εις πέρας δύο λαμπροί Αθηναίοι αρχιτέκτονες, ο Ικτίνος και ο Καλλικράτης. Αυτός ο Παρθενώνας, το κόσμημα του κλεινού Αστεως, ήταν ο τέταρτος κατά σειρά που είχε ανεγερθεί επάνω στον ιερό βράχο, διαδεχόμενος τον πρώτο με τους πλίνθινους τοίχους και τους ξύλινους κίονες, ο οποίος είχε οικοδομηθεί όταν η Ακρόπολη περιτειχίστηκε με κυκλώπεια τείχη πολύ πριν τον 6ο π.Χ. αιώνα. Επί Σόλωνος οικοδομήθηκε νέος Παρθενώνας (580-500 π.Χ.) προς τιμήν της Αθηνάς, προστάτιδος της πόλης, χρησιμοποιώντας ως υλικό πειραϊκό ακτίτη λίθο. Το έτος 508 π.Χ. όταν ο Αθηναίος πολιτικός Κλεισθένης, μετά την πτώση της τυραννίδας των Πεισιστρατιδών, ανέλαβε την εξουσία της Αθήνας και εγκαθίδρυσε τη Δημοκρατία βασιζόμενος στις αρχές της σολώνειας νομοθεσίας, ως ένα από τα πρώτα μελήματα που ανέλαβε να φέρει εις πέρας ήταν η ανέγερση ενός νέου Παρθενώνα γιγάντιων διαστάσεων. Ομως, η περσική επιδρομή, με δύο συνεχόμενες εκστρατείες (492-490 π.Χ.) αναχαίτισε κάθε άλλη μέριμνα, και τα μεγαλεπήβολα σχέδια για την ανέγερση του ναού παρέμειναν στάσιμα. Η θριαμβευτική νίκη των Αθηναίων στον Μαραθώνα το 490 π.Χ. έδωσε την ώθηση για νέα πολιτισμικά και καλλιτεχνικά επιτεύγματα, κορωνίς των οποίων υπήρξε η ανέγερση του νέου Παρθενώνα, σε δωρικό ρυθμό, μαρμάρινου εξ ολοκλήρου, για την οικοδόμηση του οποίου κρίθηκε απαραίτητη, για πρώτη φορά, η εξόρυξη μαρμάρου από την Πεντέλη.
Ο ναός του Αγ. Δημητρίου στην οδό Επιμενίδου στην Πλάκα
Ομως, το 480 π.Χ. η νέα περσική εκστρατεία, υπό τον Ξέρξη τον Α', άφησε ημιτελές το μεγαλόπνοο έργο. Η Ακρόπολη καταλήφθηκε από τους Πέρσες και πυρπολήθηκε. Τελικώς, μετά την μάχη των Θερμοπυλών, τις ναυμαχίες στο Αρτεμίσιο και τη Σαλαμίνα, με επιστέγασμα την νικηφόρα κατά των Περσών μάχη στις Πλαταιές (479 π.Χ.) οι εισβολείς υποχώρησαν κατατροπωμένοι».
Πέρασαν τριάντα δύο χρόνια από τότε. Το αθηναϊκό Αστυ, η πόλη του ξακουστού μυθικού ήρωα και βασιλέα της Θησέα, γνώριζε μία από τις λαμπρότερες περιόδους της ιστορίας της. Επάνω από την Αθήνα έπνεε ένα αναζωογονητικό ρεύμα πολιτισμικής και καλλιτεχνικής δημιουργίας. Είχε ανατείλει ο αιώνας ενός ανδρός, ο οποίος κόσμησε με το όνομά του την ιστορία των Αθηνών και χαρακτήρισε με το πολύπλευρο έργο του ολόκληρη την εποχή του. Ηταν ο, δικαίως αποκαλούμενος, Χρυσός Αιώνας του Περικλή.
Ο Παρθενώνας, ο οποίος οικοδομήθηκε στην εποχή του (το 450 π.Χ.), γιγάντιος δωρικός ναός από πεντελικό μάρμαρο, ήταν κατάκοσμος από γλυπτά στις μετόπες και στην ιωνική ζωφόρο του. Μέσα από την σειρά των γλυπτών αυτών περνούσε παραστατικά η ιστορία της πόλεως των Αθηνών και τα επιτεύγματά της μέσα στο κύλισμα των αιώνων, συνδυάζοντας θέματα από τη μυθολογία και την ιστορία, τα οποία αποδίδονταν με συμβολικό και μνημειακό χαρακτήρα».
Θα συνεχίσουμε το ευχάριστο ταξίδι μας στα χρόνια της Αθηναϊκής Δημοκρατίας την επόμενη Κυριακή.


Το Τετράκογχο. Ο πρώτος χριστιανικός ναός της Αθήνας

Ο ναός του Θησείου. Εσωτερικά διακρίνεται το ιερό του Αγ. Γεωργίου. Υδατογραφία του Χρ. Χάνσεν το 1833 περίπου

Εν Αθήναις....στην ουρά για ρουχισμό

$
0
0



φωτο


Αν κάνεις μια βόλτα στην Αθήνα θα δείς σκηνές από τα παλιά και εννοώ αυτούς που τις θυμούνται.
Άστεγοι και στεγασμένοι περιμένουν στην σειρά για να τους δώσουν μεταχειρισμένα ρούχα γι αυτούς για την οικογένειά τους.
Μωρέ ευτυχώς που υπάρχουν κι αυτοί που νοιάζονται θα σκεφτείς και σωστά.
Ποιός θα φανταζόταν ότι θα ξαναέβλεπε τις ίδιες εικόνες.
Ας γυρίσουμε πίσω λοιπόν...
Έφυγαν οι Γερμανοί  ήρθε ο εμφύλιος και στις γειτονιές της Αθήνας προσπαθούσε
 ο κοσμάκης να μαζέψει τα κομμάτια του.
Δεν ήταν λίγες οι οικογένειες που είχαν χάσει ανθρώπους τους...χήρες...
ορφανά.
Άλλοι ξαναπήραν το όπλο και έφυγαν από τα σπίτια τους.
Οι σύμμαχοι έστελναν σε τσουβάλια μεταχειρισμένα ρούχα και οι Αρχές 
(τέλος πάντων) τα μοίραζαν στον κοσμάκη.
Έβγαιναν με ντουντούκες και ενημέρωναν για τα σημεία διανομής...έξω από τα νεκροταφεία κ.λ.π.
Για γέλια και για κλάμματα οι εικόνες...
Μπακανιάρηδες οι περισσότεροι έμπαιναν στις ευρύχωρες χλαίνες των καλοταϊσμένων συμμάχων και χανόντουσαν.
Άσε την μυρουδιά από το αντιψυρικό ψέκασμα...
Ουρές και άντε και τελείωνε περιμένουν κι άλλοι...
Γυναικεία ρούχα γυαλιστερά...ταφτάδες με βάτες και πού να το φορέσει η φουκαριάρα κυρία της αυλής που θα την έπαιρναν στον μεζέ.
Δεν βαριέσε μάζευαν ότι τους έδιναν και το έριχναν στην πλάκα...
Μπορούσαν να κάνουν κάτι άλλο;
Το πρόβλημα ήταν τα παπούτσια...τα καινούργια ακριβά τα άτιμα.
Ποιός πέταγε τα παλιά...είχαν καινούργια;
Τα απογεύματα μαζευότανε η συμμορία στο τσαγκαράδικο του παππού για να ακούσει ιστορίες που δεν πρόκανε από την πολύ δουλειά όπως έλεγε.
Αν έβγαζε λεφτά;
Όχι ίσα ένα μικρό μεροκάματο...
Oι περισσότεροι στην γειτονιά ήταν σε άθλια κατάσταση...έβαζαν χαρτόνι κάτω από την κάλτσα για να μπαλώσουν την τρύπα στην σόλα.
Δεν θυμάμαι όμως να διαμαρτύρονται .....όλοι έβραζαν στο ίδιο καζάνι...τα ρούχα περνούσαν από οικογένεια σε οικογένεια.
Οι κατσαρόλες με το φαϊ ήταν κοινόχρηστες...ακόμα και το τεφτέρι του μπακάλη.
Αυτός που είχε μούρη ακόμα να ψωνίζει αγόραζε και κάτι για τον γείτονα που δεν μπορούσε ούτε απ΄έξω από το μπακάλικο να περάσει.
Ποιός θα μπορούσε να φανταστεί ότι μετά από τόσα χρόνια θα ξαναβλέπαμε παρόμοιες εικόνες αλλά με "περισσότερο πολιτισμό";

πίσω στα παλιά

Ο ΤΑΦΟΣ ΤΗΣ ΑΜΦΙΠΟΛΗΣ – ΓΙΑΤΙ Η ΣΠΑΣΜΕΝΗ ΘΥΡΑ ΑΠΟΔΕΙΚΝΥΕΙ ΟΤΙ Ο ΤΑΦΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΣΥΛΗΤΟΣ

$
0
0




Η εύρεση της σπασμένης θύρας στον τρίτο διαφραγματικό τοίχο σε μερικούς προξένησε την  αίσθηση ότι αυτό αποτελεί ένδειξη  σύλησης.
Κατά την  άποψη μου, συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο αν συνυπολογίσουμε και κάποια άλλα δεδομένα.

Οι όποιοι επίδοξοι τυμβωρύχοι για να την διαρρήξουν θα προσπαθούσαν να την σπάσουν, 
 ΧΤΥΠΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΣΑ,  με αποτέλεσμα 
αν η προσπάθεια τους  πετύχαινε   τα οποιαδήποτε σπασμένα κομμάτια της θύρας να τα βρίσκαμε στον ΤΡΙΤΟ  ΘΑΛΑΜΟ (Θ3).

Αντίθετα, όπως προκύπτει από την ανακοίνωση του υπουργείου «Με την αφαίρεση των χωμάτων, χτες, αποκαλύφθηκαν τμήματα από μαρμάρινη θύρα, της τυπικής μορφής των μακεδονικών τάφων» , που από όσον γνωρίζουμε ο θάλαμος στον οποίο  δούλευε η ανασκαφική ομάδα   ήταν ο δεύτερος  θάλαμος  Θ2
 (με πρόσφατη δήλωση της  κας Περιστέρη  δεν έχουν μπει ακόμα να αποχωματίσουν στον τρίτο θάλαμο).

Συνεπώς, αν η ερμηνεία που δίνω είναι σωστή,  τα κομμάτια του θυρόφυλλου βρέθηκαν στον Δεύτερο Θάλαμο (Θ2), το οποίο σημαίνει ότι η όποια πίεση που υπήρξε πάνω σε αυτά ήταν από τον τρίτο  θάλαμο με κατεύθυνση προς τον δεύτερο, η οποία μπορεί να αιτιολογηθεί είτε από κάποιον μεγάλο σεισμό είτε από κάποια ισχυρή έκρηξη πολύ κοντά  (η κα Περιστέρη αναφέρθηκε σε εκρήξεις βομβών των Βουλγάρων)  η οποία προκάλεσε σημαντική  δόνηση του σημείου αυτού του τύμβου, με αποτέλεσμα να υπήρξε μια βίαιη ταλάντωση  των χωμάτων  των θαλάμων Θ2 και Θ3, την οποία η πόρτα δεν μπόρεσε να ακολουθήσει με αποτέλεσμα να σπάσει.

Φαντάζομαι ότι κατά την ταλάντωση αυτή τα θυρόφυλλα μετακινήθηκαν λίγο προς τα μέσα κατά την «υποχώρηση» του χώματος στον τρίτο θάλαμο  (ας φανταστούμε κύματα στην επιφάνεια της θάλασσας)  και όταν μετά η ταλάντωση ακολούθησε την αντίστροφη πορεία, στα θυρόφυλλα έπεσε μεγάλος όγκος χώματος σε αυτά  με κατεύθυνση προς τον δεύτερο  θάλαμο, ο οποίος συμπίεσε τα θυρόφυλλα πάνω στο κούφωμα της πόρτας με πορεία αντίθετη προς την κίνηση τους και να τα σπάσει.

Άλλωστε πως είναι δυνατόν να γίνει απόπειρα σύλησης από τυμβωρύχους σε χώρο όπου είναι καλυμένος με χώμα μέχρι επάνω ;

Απόδειξη αυτού είναι ότι στον τρίτο χώρο, σύμφωνα με την ανακοίνωση του υπουργείου(αλλά και από την ψηφιακή αναπαράσταση του κ. Λεφαντζή) η στάθμη του χώματος δεν είναι οριζόντια («10. Έχω αναφερθεί ότι η επίχωση έχει κλίση από Νότο προς Βορρά, με υψομετρική διαφορά πάνω από ένα μέτρο») που σημαίνει ότι κάποτε υπήρξε βίαιη μετακίνηση/ταλάντωση των χωμάτων , από φυσική αιτία προφανώς, που είχε σαν αποτέλεσμα την θραύση των  θυροφύλλων.

Το ότι η μετακίνηση αυτή έγινε πολύ αισθητή στον τρίτο διαφραγματικό τοίχο (μεταξύ δευτέρου και τρίτου θαλάμου) είναι διότι η επιχωμάτωση του τρίτου θαλάμου δεν ήταν μέχρι πάνω, άρα υπήρχε χώρος για κίνηση/ταλάντωση των χωμάτων, σε αντίθεση με τον δεύτερο διαφραγματικό τοίχο (μεταξύ πρώτου και δευτέρου) όπου τα ύψη των χωμάτων και από τις δύο πλευρές ήταν μέχρι την θόλο.

Έτσι λοιπόν ακόμα και η σπασμένη αυτή πόρτα αποδεικνύει ότι ο τάφος είναι ασύλητος , με αποτέλεσμα να αναμένουμε ακόμα μεγαλύτερες εκπλήξεις όσο προχωράει η ανασκαφή.

Κρίση στην ΔΗΜΑΡ...

$
0
0
"Ανταρσία της ΚΟ της ΔΗΜΑΡ καθώς εννέα βουλευτές του κόμματος ζητούν την αντικατάσταση του Φώτη Κουβέλη ενώ βρίσκεται σε εξέλιξη το συνέδριο του κόμματος."

Η απάντηση Κουβέλη....



"Δεν πάω πουθενά, πουθενά, πουθενά
εδώ θα μείνω
δεν πάω πουθενά 
η καρέκλα μου είναι εδώ

δεν την αφήνω..."


Μηχανή του Χρόνου: Πλάκα ώρα μηδέν: Πεταλούδες, Ναρκωτικά και Φτηνός Έρως

$
0
0

60ς. Οι τουρίστες από τη δύση φθάνουν στην Αθήνα, στην οποία κατοικούν οι εσωτερικοί μετανάστες από την ελληνική επαρχία και το σοκ είναι μεγάλο, από τον τρόπο που ντύνονται και διασκεδάζουν οι ξένοι επισκέπτες της πόλης. Η ανησυχία είναι ότι θα μολύνουν και την ελληνική νεολαία! Η νεολαία «παρασύρεται» και «ολισθαίνει» σε ένα τρόπο ζωής και σε συνήθειες, κοινωνικά απαράδεκτες και επικίνδυνες, όπως επισημαίνει το ρεπορτάζ της εποχής. Μερίδα του Τύπου αναλαμβάνει να «επαναφέρει την τάξη» με ρεπορτάζ λίβελους για όσα συμβαίνουν στην Αθήνα τη νύχτα.
Από τις καντάδες και την «ανθισμένη αμυγδαλιά», στα στρηπ-τιζ
Η «ΑΚΡΟΠΟΛΗ» γράφει στις 22 Μαΐου του 1966: «Μπήτνικς που περιφέρονται ξυπόλυτοι και βρώμικοι, ελαφρές γυναίκες άσχημες, «φτηνές» που προξενούν τον οίκτο, τουρίστριες με μακριά μαλλιά, μπλου –τζιν και «αρχαϊκά» σανδάλια και ακόμη κάποιο σέικ που ακούγεται από κάποιο νάιτ κλαμπ, όπου το τολμηρό στριπ-τηζ είναι το σόου της βραδιάς, συνθέτουν τη «μοντέρνα» εικόνα μιας περιοχής που χιλιοτραγουδήθηκε για τον ρομαντισμό της. Της ανθοστόλιστης με τις γαζίες και τους βασιλικούς Πλάκας του 1966.» Το σκηνικό της ανομίας περιγράφεται στο ρεπορτάζ με τους σχετικούς μεσότιτλους: Πλάκα ώρα μηδέν, Πεταλούδες, Ναρκωτικά και Φτηνός Έρως.
Το περιεχόμενο περιλαμβάνει ιστορίες παρακμής, κατά τον συντάκτη, όπως το περιστατικό δύο ανδρών που μαλώνουν και βγαίνουν τα μαχαίρα, αλλά είναι τέτοια η «σούρα» τους που στο τέλος τα πίνουν μαζί. Η διακίνηση των ναρκωτικών γίνεται από τον «τύπο» που τραγουδάει νέγρικα τραγούδια και μετά πηγαίνει στο τραπέζι ενός ζευγαριού και τους δίνει ένα διπλωμένο χαρτάκι. Όσο για την πορνεία, το ρεπορτάζ λέει ότι η πιάτσα γίνεται στο Σύνταγμα. Ο συντάκτης καταλήγει ότι η κατάσταση πρέπει να ελεγχθεί από την Αστυνομία με μία παρακολούθηση.

Οι απειλές της νεολαίας εκ Δυσμών
Ο κίνδυνος από τη Δύση δεν έχει σφυροδρέπανο, αλλά ναρκωτικά. Το ρεπορτάζ προειδοποιεί τους αναγνώστες ότι στα κακόφημα κλαμπ της Αμερικής, η νεολαία κατρακυλά με τη χρήση μαριχουάνας και άλλων παραισθησιογόνων ουσιών. «Τα νευροκαταλυτικά φάρμακα έχουν καταστεί η μεγαλύτερη πληγή της αμερικανικής νεολαίας», γράφει το άρθρο. Συνοδεύεται από φωτογραφίες που δείχνουν νέα αγόρια και κορίτσια να χορεύουν αλλά και να πέφτουν…σε άλλη διάσταση. Πέρα από τον τρόμο, στη λεζάντα υπάρχει και η ειρωνεία: «Η άλλη γυναίκα ξανοίγεται σε φανταστικά διαπλανητικά ταξίδια και νομίζει πως οι ηλεκτρικοί γλόμποι …είναι πλανήτες!».

Στην πυρά και το μίνι από τον Βορρά
Η απρεπής εμφάνιση είναι αναπόσπαστο στοιχείο αυτής της νέας μόδας που οδηγεί τη νεολαία στην παρακμή. Το ξενόφερτο στυλ με τα ξεφτισμένα μπλου –τζιν ενοχλεί την αισθητική της κοινωνίας, μα πάνω απ΄ όλα το μίνι, που φορούν με θράσος οι τουρίστριες από τη βόρεια Ευρώπη. Ενοχλεί και σκανδαλίζει ταυτόχρονα, εισάγοντας νέα ανεπίτρεπτα πρότυπα ενδυμασίας. Η λεζάντα της φωτογραφίας είναι χαρακτηριστική: «Με σχεδόν μπικίνι». Ο συντάκτης αναγνωρίζει τα κάλλη της τουρίστριας, αλλά επισημαίνει την «αδιαφορία» της για την ταραχή που προκαλεί στους περαστικούς και σημειώνει: «Συνηθισμένο φαινόμενο στην πατρίδα της.
 Εδώ όχι όμως!».

Υπόκοσμος: Η Άλλη όψη της Αρχαιότητας

$
0
0


Δεν είναι οι πόλεις αλλά η ύπαιθρος και η θάλασσα που εγκυμονούν κατά την αρχαιότητα κινδύνους για τους ταξιδιώτες. Σίγουρα είναι ριψοκίνδυνο να περνάει κανείς χωρίς ένο­πλη συνοδεία από απομονωμένες περιοχές, ακόμα και σύντομες δια­δρομές, πολύ λιγότερο πάντως είναι να τριγυρνάει στους δρόμους της Αθήνας. Οπωσδήποτε ο μοναχικός διαβάτης εκτίθεται σε πιθανές επιθέσεις με στόχο τα ρούχα του ή το πορτοφόλι του. Συχνά η περί­σταση κάνει κάποιον λωποδύτη και καμιά μαρτυρία δε μας βεβαιώνει μια οργανωμένη εγκληματικότητα όπως στην περίπτωση της Ρώμης.
Ο λόγος είναι απλός: η Αθήνα κατά την κλασική εποχή γνωρίζει ελάχιστες σημαντικές δημογραφικές ανακατατάξεις ή ξαφνικές εισ­ροές πληθυσμών, εκτός ίσως κατά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο. Κα­τά συνέπεια οι πολιτικοί άρχοντες της πόλης δεν έχουν να λύσουν το πρόβλημα που θέτει ένας κινούμενος και χωρίς προσόδους πληθυ­σμός. Πράγματι η ατιμία εμφανίζεται πολύ πιο συχνά στην πολιτική αθηναϊκή ζωή παρά στις πολυάνθρωπες συνοικίες του Κεραμεικού ή του Πειραιά!
Εξάλλου στην Αθήνα υπάρχουν λίγοι πειρασμοί για τους εγκλη­ματίες, όποιοι κι αν είναι αυτοί. Οι Αθηναίοι ζουν μια πολύ ταπεινή ζωή κι ακόμα κι εκείνοι των οποίων η σπατάλη έμεινε μνημειώδης δεν έχουν πολλά παραπάνω απ’ τα απολύτως αναγκαία προς το ζην. Ο Αλκιβιάδης, που η πολυτέλειά του φαντάζει σκανδαλώδης στους συγ­χρόνους του, έχει σαν επίπλωση στο σπίτι του στην Αθήνα μερικά κι­βώτια και διάφορα σκεύη απαραίτητα στην καθημερινή ζωή. Μια επι­γραφή μας δίνει τις λεπτομέρειες και όλος ο εξοπλισμός αυτού του διάσημου άσωτου μόλις που θα αρκούσε για το σπίτι ενός πάμπτω­χου Ρωμαίου. Στην Αθήνα η ταπεινότητα των αποκτημάτων δεν τρα­βάει σχεδόν καθόλου τους διαρρήκτες!
Ωστόσο αυτοί υπάρχουν: είναι οι κλέφτες ή «τοιχωρύχοι», στην κυριολεκτική έννοια του όρου, αφού φτάνει να ανοίξουν μια τρύπα στους τοίχους από αχυρόπλινθο για να μπούν και να κάνουν τις κλο­πές τους. Η αθηναϊκή νομοθεσία είναι εξάλλου πολύ αυστηρή για τους κλέφτες που συλλαμβάνονται επ’ αυτοφώρω: κινδυνεύουν να πεθάνουν με το μαρτύριο της «σανίδας», ενός τρόπου εκτέλεσης σχε­δόν συγκρίσιμου με τη σταύρωση. Εξαιτίας της ταπεινότητας αυτών που μπορούν να κλαπούν απ’ τις κατοικίες, ακόμα και απ’ των πιο πλουσίων πολιτών, εύκολα υποθέτουμε ότι αυτοί οι διαρρήκτες ανή­κουν στα αθλιότερα στρώματα του πληθυσμού. Οι περισσότεροι απ’ αυτούς σίγουρα σπρώχνονται στην κλοπή όχι για να πλουτίσουν, αλ­λά για να επιβιώσουν, είναι δε τόσο φτωχοί που δεν εμφανίζονται καν στους δικανικούς λόγους που έχουμε στη διάθεση μας.
Η ψυχαγωγία της νεολαίας: Αντίθετα τη νύχτα οι δρόμοι της Αθήνας κάθε άλλο παρά ασφα­λείς είναι. Οι διαβάτες συχνά πέφτουν θύματα ομάδων γλεντοκόπων που, βγαίνοντας απ’ τα συμπόσια, βρίσκουν οποιαδήποτε πρόφαση για να πέσουν πάνω τους, να τους ξυλοκοπήσουν και ενδεχόμενα να τους ληστέψουν. Αυτή η συμφορά βρήκε κάποιο βράδυ το 343 π.κ.ε. κοντά στην Αγορά έναν ήσυχο νέο, τον Αρίστωνα:
«Όπως συνηθίζω, περπατούσα το βράδυ στην Αγορά με ένα συμ­μαθητή μου, το Φανόστρατο. Ο γιος του Κόνωνα, ο Κτησίας, εντε­λώς μεθυσμένος, μας συνάντησε έξω από το ναό του Λεωκόριου, κοντά στο σπίτι του Πυθόδωρου. Βλέποντάς μας, βάλθηκε να κραυγάζει και σαν τους μεθύστακες να λέει τελείως ακατάληπτα πράγματα. Κατόπιν κατευθύνθηκε στη συνοικία της Μελίτης όπου ήταν μαζεμένοι στο σπίτι του Πάμφιλου του ξάντη για να πιουν, όπως μάθαμε αργότερα, ο Κόνων, κάποιος Θεότιμος, ο Αρχεβιά- δης, ο Σπίνθαρος, ο Θεογένης και πολλοί άλλοι. Σηκώθηκαν, όπως τους ζήτησε ο Κτησίας, και ήρθαν μαζί του στην Αγορά. Ο Φανό- στρατος κι εγώ, αφού φτάσαμε στο ιερό της Περσεφόνης, ξαναγυ­ρίζαμε προς τα πίσω, προς το ναό του Λεωκόριου, και τότε μας επιτέθηκαν».
Για να καταλάβουμε καλύτερα τα συμφραζόμενα του αποσπά­σματος, πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι ο νεαρός Αρίστων είχε ήδη πέ­σει θύμα κακομεταχείρισης από τους γιους του Κόνωνα με τους οποί­ους ήταν συστρατιώτες για κάποια περίοδο. Ήδη εκείνη την εποχή η κακή διαγωγή του Κτησία και του αδελφού του είχε επιφέρει μεγάλη ταραχή στη φρουρά. Όταν επιστρέφουν στην Αθήνα, φτιάχνουν με φίλους τους μια συμμορία με κύρια δράση της τη διασκέδαση και τη βία.
Πρόκειται για μια σχετικά συχνή συνήθεια των νεαρών γόνων των πλούσιων αθηναϊκών οικογενειών και τα επωνύμιά τους αποκα­λύπτουν με γλαφυρό τρόπο τις ενασχολήσεις τους: ο Κόνων, ο αντί­παλος του Αρίστωνα, ανήκε στα νιάτα του στη συμμορία των «Τρι- βαλλών» που δανείστηκε το όνομά της από τα θρακικά στίφη που ήταν ιδιαίτερα φημισμένα για τα τραχιά και ακόλαστα ήθη τους. Άλλοι βαφτίστηκαν «Ιθυφαλλικοί» ή «Λάγνοι».
Τέτοια προκλητικά επωνύμια δείχνουν αναμφισβήτητα ότι αυτή η χρυσή αθηναϊκή νεο­λαία, στην οποία ενήλικοι όπως ο Κόνων δε διστάζουν να προσχωρή­σουν, συγκεντρώνεται κυρίως για να γλεντήσει. Συμπόσια και οινο­ποσίες αποτελούν την καθημερινή διασκέδαση των αντρών αυτών. Δε φοβούνται να προβούν σε ιεροσυλίες, βεβηλώνοντας τα άδυτα και κα­τασπαράζοντας τα αφιερωμένα κρέατα, από καθαρή πρόκληση ενά­ντια σε θεϊκούς κι ανθρώπινους νόμους. Ο Κόνων και οι φίλοι του κατηγορούνται από το Δημοσθένη ότι άρπαζαν τα αφιερώματα στη φοβερή Εκάτη, προστάτιδα των υποχθόνιων δυνάμεων. Το περίφημο επεισόδιο του ακρωτηριασμού των Ερμείων στηλών πριν την αναχώ­ρηση για την εκστρατεία στη Σικελία είναι έργο της συμμορίας του Αλκιβιάδη, που θα επιδοθεί και σε βλάσφημες παρωδίες των σεβά­σμιων Ελευσίνιων Μυστηρίων.
«Είμαστε η συμμορία των Ιθυφαλλικών, κάνουμε έρωτα, χτυπάμε και στραγγαλίζουμε όποιον μας αρέσει». Αυτό είναι, κατά το Δημοσθένη, το έμβλημα των συντρόφων του Κόνωνα. Εκτός από τις βέβηλες προκλήσεις, οι συμμορίες αυτές επι­δίδονταν και σε ακόμα πιο επικίνδυνες για τους συμπολίτες τους δια­σκεδάσεις. Η συνέχεια της ιστορίας του Αρίστωνα μας δίνει ένα καλό παράδειγμα αυτών των νυχτερινών επιθέσεων που ενθουσιάζουν τους νέους που παρεκτρέπονται:
«Μου επιτέθηκαν ο Κόνων, οι γιοι του και ο Θεογένης που στην αρχή μου άρπαξαν το μανδύα, μου έβαλαν τρικλοποδιά και με έρι­ξαν στις λάσπες. Με κλωτσούσαν ασταμάτητα και με χτύπησαν σε τέτοιο σημείο που μου έσκισαν τα χείλια και μου μελάνιασαν τα μάτια. Με άφησαν σε κατάσταση τέτοια που δεν μπορούσα ούτε να σηκωθώ ούτε να πω λέξη. Ξαπλωμένος στη λάσπη, τους άκουγα να λένε φριχτά πράγματα που δεν θα μπορούσα να επαναλάβω εδώ. Αυτό που θα σας πω θα σας αποδείξει ότι ο Κόνων είναι ο υπεύ­θυνος όλης αυτής της υπόθεσης: παρίστανε τον κόκορα που νικά­ει κι οι υπόλοιποι τον παρότρυναν να χτυπάει τα πλευρά του με τους αγκώνες του σαν να είχε φτερά. Ύστερα οι διαβάτες με βρή­καν ολόγυμνο, χωρίς το μανδύα που αυτοί οι αλήτες μου είχαν κλέψει, και με οδήγησαν στο σπίτι μου πάνω σε φορείο».
Σίγουρα η κλοπή του μανδύα του Αρίστωνα είναι μόνο η αφορ­μή της επίθεσης. Η συμμορία των Ιθυφαλλικών δεν έχει ανάγκη από ένα μανδύα· μάλλον η απόλαυση της βίας για τη βία είναι ο λόγος της επίθεσης. Θα συναντήσουμε, αρκετούς αιώνες αργότερα, ένα νεαρό αυτοκράτορα, το Νέρωνα, να επιδίδεται στην ίδια νυχτερινή διασκέ­δαση στους δρόμους της Ρώμης. Όπως εξυπακούεται, ο Κόνων και οι φίλοι του ανήκουν σε οικογένειες αρκούντως αξιοσέβαστες ώστε να αποφύγουν τις τιμωρίες που εφαρμόζονται για τους λωποδύτες. Αυ­τή η σχεδόν ατιμωρησία τους τους κάνει επικίνδυνους καθώς δεν υπόκεινται σε δικαστικές διώξεις παρά μόνο όταν η διασκέδασή τους ξεπερνά κατά πολύ τα όρια.
Αυτές τις αγριότητες, που αποτελούν για ένα τμήμα της νεολαί­ας διασκέδαση γεμάτη ζωηράδα, τις ξαναβρίσκουμε και στα αποσπά­σματα ενός λόγου του Λυσία εναντίον κάποιου Τίσι. Όλα αρχίζουν με έναν καυγά στην παλαίστρα ανάμεσα σε δυο νεαρούς, τον Αρχιππο και τον Τίσι· οι τόνοι ανεβαίνουν γρήγορα και οι βρισιές διαδέχο­νται τις κοροϊδίες. Όλα θα σταματούσαν εκεί αν ο Τίσις δεν είχε έναν κηδεμόνα, τον Πυθέα, που ήταν και εραστής του. Για να γίνει αρεστός στον πολυαγαπημένο του προστατευόμενο, ο Πυθέας στήνει μια ενέ­δρα για να παγιδέψει τον Άρχιππο.
Με πρόφαση τη συμφιλίωση μια μέρα γιορτής, καλούν τον Άρχιππο σε νυχτερινή οινοποσία. Με το που μπαίνει στο σπίτι του Τισία, δένουν τον Άρχιππο σε μια κολόνα, τον χτυπούν αλύπητα και τον κλείνουν σ’ ένα δωμάτιο. Την επομένη, από την αυγή, καινούργια μαστιγώματα κι ο Άρχιππος σοβαρά τραυ­ματισμένος. Κι όλα αυτά, μας λέει ο Λυσίας, επειδή ο Τίσις, νεό­πλουτος αστός, θέλει να μιμηθεί τους πλούσιους νεαρούς αλήτες της πόλης και να συμπεριφερθεί σαν τους άεργους νέους που οι κακές πράξεις τους απασχολούν τα τοπικά χρονικά.

Βρέθηκε ποιοι μένουν στα όμορφα σπίτια της Πλάκας!

$
0
0



Υπάλληλοι του υπ. Πολιτισμού έχουν καταπατήσει ακίνητα στην Πλάκα και διαμένουν παράνομα σε αυτά, προφασιζόμενοι ότι τα συντηρούν για να μην καταρρεύσουν!

Στην Ελλάδα του 2014 συνέβη και αυτό. Ο λόγος για τα 12 ακίνητα στην περιοχή της Πλάκας, τα οποία το ΤΑΙΠΕΔ παραχωρεί με ηλεκτρονική δημοπρασία, η οποία επρόκειτο να διεξαχθεί στις 23 Σεπτεμβρίου.

Τελικά ο διαγωνισμός, ένας ακόμη, πήρε παράταση για τα τέλη Οκτωβρίου. Το ενδιαφέρον ωστόσο βρίσκεται στην αιτία της παράτασης.

Σύμφωνα με πληροφορίες από υψηλόβαθμο στέλεχος του υπουργείου Πολιτισμού, κάποιοι υπάλληλοί του που έχουν στη δικαιοδοσία τους τα συγκεκριμένα ακίνητα, αρνήθηκαν να… παραδώσουν τα κλειδιά των ακινήτων στην ΕΤΑΔ, που έχει αναλάβει να διοργανώσει επισκέψεις σε αυτά ενδιαφερόμενων επενδυτών.

Προέβαλλαν σύμφωνα με πληροφορίες ως επιχείρημα το γεγονός ότι “είτε τα κλειδιά έχουν χαθεί, είτε ότι τα κτίρια δεν είναι επισκέψιμα”.

Στην πραγματικότητα, όπως λέει το ίδιο στέλεχος που… γνωρίζει το θέμα (άρα το ερώτημα είναι τι έχει κάνει τόσο καιρό γι’ αυτό), οι συγκεκριμένοι υπάλληλοι είτε “θεωρούν ως… ξεπούλημα την παραχώρηση των συγκεκριμένων ακινήτων, είτε έχουν καταπατήσει πολλά από αυτά και διαμένουν μέσα εδώ και καιρό, φυσικά παράνομα”.

Το επιχείρημά τους μάλιστα είναι ότι “τα κτίρια βρίσκονται σε άθλια κατάσταση, πολλά απ’ αυτά καταρρέουν (πράγματι έτσι είναι), και άρα η παρουσία τους σημαίνει ότι υπάρχει κάποιος που τα συντηρεί όσο μπορεί”.

Συμβαίνει καιρό

Η απίστευτη αυτή ιστορία, που αποκαλύφθηκε πριν από μερικές εβδομάδες, με αφορμή τον διαγωνισμό του ΤΑΙΠΕΔ, συμβαίνει εδώ και καιρό.

Κύκλοι του υπουργείου διαβεβαιώνουν ότι η επίλυση του θέματος είναι ζήτημα χρόνου, φωτογραφίζοντας ως υπεύθυνες τις Εφορίες Αρχαιοτήτων όπου και υπάγονται τα συγκεκριμένα ακίνητα.

Σύντομα, απ’ ότι λένε οι ίδιες πηγές, η δικαιοδοσία των 12 ακινήτων θα μεταφερθεί από τις Εφορίες Αρχαιοτήτων στη Διεύθυνση Απαλλοτριώσεων του υπουργείου. Οσοι, δε υπάλληλοι έχουν καταλάβει κτίρια θα εκδιωχθούν με διοικητικά πρωτόκολλα!

Το ερώτημα φυσικά είναι τι έκανε τόσους μήνες το αρμόδιο υπουργείο, αφού η απίστευτη αυτή ιστορία προφανώς κρατάει καιρό.

Το άλλο θέμα είναι ότι το παραπάνω περιστατικό δείχνει τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει μια μερίδα του Δημοσίου τη δημόσια περιουσία, και φυσικά το κεφάλαιο «ιδιωτικοποιήσεις», ακόμη και σε χαμηλότερης σημασίας διαγωνισμούς, όπως τα ακίνητα της Πλάκας.

Σύμφωνα με τον αρχικό σχεδιασμό του ΤΑΙΠΕΔ τα ακίνητα θα παραχωρηθούν για 99 χρόνια (πιθανώς αυτό να αλλάξει και το διάστημα να πέσει στα 50 χρόνια), και η αξιοποίησή τους θα γίνει με το θεσμό των δικαιωμάτων επιφανείας ώστε μετά το τέλος της συγκεκριμένης περιόδου η κυριότητα των ακινήτων να επιστρέψει στο ελληνικό Δημόσιο.

Και το σπίτι του «Αντωνάκη»

Ανάμεσα στα 12 αυτά ακίνητα υπάρχουν κάποια μεγάλα. Οπως για παράδειγμα το κτίσμα 539 τ.μ. σε οικόπεδο 346 τ.μ. επί της οδού Πρυτανείου, το διατηρητέο κτίριο 528 τ.μ στην οδό Θέσπιδος και Ραγκαβά, τρία ακίνητα στην οδό Θέσπιδος 16,17 και 20 επιφάνειας 90, 85 και 341 τ.μ. αντίστοιχα, κτίσμα 419 τ.μ. στην οδό Ραγκαβά 3-5, και ακίνητο 512 τ.μ. σε οικόπεδο 583 τ.μ. επί της Στράτωνος 15-25.

Αλλά αυτό που έχει τη πιο γνωστή ιστορία απ” όλα είναι το σπίτι του “Αντωνάκη” από την διάσημη ασπρόμαυρη ελληνική ταινία.

Βρίσκεται στην οδό Τριπόδων 32, (266 τ.μ. σε οικόπεδο 411 τ.μ.), και έγινε γνωστό από την κινηματογραφική του ιστορία, καθώς σε αυτό γυρίστηκε η διάσημη ταινία: «Η δε γυνή να φοβήται τον άνδρα» με τον Γιώργο Κωνσταντίνου και τη Μάρω Κοντού.

Τόσο στην αυλή του σπιτιού (κτίσθηκε στις αρχές του 1800 και στέγαζε την τουρκική στρατιωτική διοίκηση) καθώς και στο οικόπεδο έχουν γίνει εκτεταμένες αρχαιολογικές ανασκαφές. Στη νοτιοδυτική γωνία η σκαπάνη ανακάλυψε ότι παλιά λειτουργούσαν δημόσια ουρητήρια.

Το ενδιαφέρον είναι ότι στο ίδιο ακριβώς σημείο, αλλά πιο βαθιά, ανακαλύφθηκε ότι λειτουργούσαν αρχαίες βεσπασιανές (δημόσιες τουαλέτες). Επί αιώνες δηλαδή γινόταν η ίδια χρήση, όπως αποδεικνύουν τα κανάλια αποχέτευσης που διασχίζουν το οικόπεδο.

24 βουλευτές της ΝΔ στον Καμίνη: "Τοποθέτησε τώρα τον ανδριάντα του Μεγάλου Αλεξάνδρου"

$
0
0

















«Μη ανεκτή» χαρακτηρίζουν την όποια ολιγωρία επιδείξει ο Δήμος Αθηναίων για την τοποθέτηση ανδριάντα του Μεγάλου Αλεξάνδρου σε κεντρικό σημείο της πρωτεύουσας 24 βουλευτές της ΝΔ. 

Με ερώτησή τους προς τους υπουργούς Εσωτερικών Αργύρη Ντινόπουλο και Πολιτισμού Κώστα Τασούλα ζητούν απαντήσεις για «την επί 21 χρόνια ολιγωρία ή και σκόπιμη κωλυσιεργία», επισημαίνοντας πως «ο χάλκινος ανδριάντας του στρατηλάτη, έργο του αείμνηστου γλύπτη Γιάννη Παπά, αγοράστηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού, επί υπουργίας Ντόρας Μπακογιάννη το 1993 και παραχωρήθηκε στο Δήμο Αθηναίων, προκειμένου να τοποθετηθεί σε κατάλληλο κεντρικό σημείο». 

Σημειώνουν δε ότι η αδυναμία του Δήμου να βρει ένα κατάλληλο σημείο για να τοποθετήσει τον ανδριάντα, προκαλεί «θλίψη, θυμό και οργή», ενώ τονίζουν πως «την στιγμή που η εθνικιστική έξαρση των Σκοπίων γιγαντώνεται και η οικειοποίηση της Ελληνικής ιστορίας και Ελληνικών Συμβόλων συνεχίζεται, οποιαδήποτε ολιγωρία και κωλυσιεργία είναι μη ανεκτή».

Εν Αθήναις....με την σέσουλα όπως παλιά

$
0
0



Έξυπνη ιδέα σε γνωστό σούπερ μάρκετ...όσπρια σε τσουβάλια και από πάνω
 η σέσουλα και βάζεις μόνος σου όσα θέλεις.
Έχει και κάποια μπακάλικα στην Βαρβάκειο επίσης....
Πίσω στα παλιά η σέσουλα ήταν συνδεδεμένη με την οκά...μονάδα μέτρησης φυσικά τουρκικής καταγωγής που είχε τα δράμια της τα ωραία τα τσίγκινα και ήταν βαρύτερη από το κιλό κατά 280 γραμμάρια.






Και εκεί μας κλέψανε όταν έβαλαν στην ναφθαλίνη την ωραία μας οκά φέρνοντας 
το μοντέρνο κιλό.
Οι τιμές έμειναν οι ίδιες ...
Η οκά ήταν συνδεδεμένη με το μπακάλικο το παντοπωλείον ή Εδώδιμα και Αποικιακά όπως έγραφαν οι πινακίδες ανάλογα με την περιοχή...
Εδώδιμα καθαρευουσιάνικο από το έδομαι (τρώγω) και  αποικιακά επειδή πουλούσε και  προϊόντα εισαγωγής από Ευρώπη κ.λ.π.
Τα περισσότερα προϊόντα του μπακάλικου ήταν χύμα εκτός από τα κονσερβοποιημένα όπως κομπόστες κ.λ.π.
Τα όσπρια η ζάχαρη το αλεύρι το ρύζι ήταν σε τσουβάλια...





Το λάδι σε λαδούσες με βρυσάκι και πήγαινες το μπουκάλι για να το γεμίσει
 ο μπακάλης αφού το ζύγιζε πρώτα άδειο για το απόβαρο.
Οι περισσότεροι μπακάληδες ήταν οικονομικά πιασμένοι γιατί πουλούσαν "ξίγκικα"..."χάσικα"...στα Ελληνικά έκλεβαν στο ζύγι.
Πώς να μετρήσει τα δράμια ο πελάτης ή την ζυγαριά που έγερνε άσε που
αποστόμωνε ο επαγγελματίας την ώρα που ζύγιζε τα όσπρια....
"...μισή οκά βαριά-βαριά..."
Για το τελευταίο δεν δεχότανε αντίρρηση!
Σήμαινε και αφθονία το εργαλείο του μπακάλη...του έρχονται τα λεφτά με
την σέσουλα άκουγες.




Στα χρόνια μας η εμφάνιση της σέσουλας σημαίνει φθηνότερα προϊόντα
για τους παλιούς και κυρίως ότι αγοράζεις την ποσότητα που θέλεις
χωρίς να κινδυνεύεις να παρεξηγηθείς.

πίσω στα παλιά


Ο Αντώνης Σαμαράς ακολουθεί την μέθοδο του Κηλαηδόνη....

$
0
0





...προκειμένου να υπολογίσει τους βουλευτές που θα ψηφίσουν
υπέρ της εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας τον Μάρτη και είναι
σε καλό δρόμο......





"10 5 5, 6/2+8
20 φορές το 15, 11+7 18
σύνολο 16, πρέπει να `ναι εντάξει
λες να `χω λάθος, ας τα ξαναδώ


Λέγαμε λοιπόν πως 5, 6/2+8
20 φορές το 15, 11+7 18
10 5, 3 παρά 5
άστα και σπίτι, θα τα ξαναδώ

10 5 5, 6/2+8
20 φορές το 15, 11+7 18
σύνολο 16, όλα είν’ εντάξει
ώρα να φάω και να κοιμηθώ


Έχουμε και λέμε 5, 6/2+8
20 φορές το 15, 11+7 18
σύνολο 16, σίγουρα είν’ εντάξει
δεν έχω λάθος μ’ ας τα ξαναδώ

10 5 5, 6/2+8
20 φορές το 15, 11+7 18
κι όμως κατά βάθος κάπου υπάρχει λάθος "

Έχουσι γνώσιν οι φύλακες;

$
0
0

Τα ακροβατικά τους έριξαν μεσαιωνικό τοιχίο του Παρθενώνα ...

 Τα ακροβατικά τους έριξαν μεσαιωνικό τοιχίο του Παρθενώνα
Στην αστυνομία βρίσκονται δύο 23χρονοι από τη Ρωσία που έκαναν ακροβατικά στον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης και προκάλεσαν...

φθορές στο μνημείο.
Οι δύο νεαροί ανέβηκαν στον Παρθενώνα και αφού έκαναν τις απαραίτητες για αυτούς διατάσεις άρχισαν να εκτελούν το πρόγραμμα τους στο μνημείο, παρά τις συστάσεις του αρχαιοφύλακα.
Οι συλληφθέντες όμως δεν πτοήθηκαν και προκάλεσαν φθορές σε ένα μεσαιωνικό τοιχίο καθώς αρκετές πέτρες έπεσαν. Οι δύο νεαροί συνελήφθησαν και αναμένεται να οδηγηθούν στον εισαγγελέα.

Μια εικόνα χίλιες λέξεις!


Πώς να τα καταλάβω όλα αυτά;

$
0
0
φωτο

Άγγλος αλεξιπτωτιστής ...Δεκέμβριος 1944 ταμπουρωμένος στον Ιερό Βράχο...
Τρομάξαμε να φύγουν οι Γερμανοί που τον είχαν καταλάβει και ήρθαν οι σύμμαχοι
να τον καταλάβουν για να μην τον αφήσουν να τον καταλάβουν οι κομμουνιστές
Έλληνες.

Η «μπελ επόκ» της Πειραϊκής μπακαλοταβέρνας

$
0
0



      Πασίγνωστη μπακαλοταβέρνα ήταν η ταβέρνα  του Μοίρα, στην οδό    Καραολή  - Δημητρίου  και Καραϊσκου,  όπου στις 10 Μαρτίου 1925  ιδρύθηκε   ο  Ολυμπιακός   από τη συγχώνευση του «Πειραϊκού Ποδοσφαιρικού Ομίλου» και του Ομίλου Φιλάθλων Πειραιά. Η απόφαση ελήφθη από επιφανείς Πειραιώτες στην ταβέρνα  αυτή  και  για κάποιο καιρό στέγασε το σωματείο. Ανάδοχος ήταν ο αξιωματικός του Ναυτικού και αεροπόρος Νότης Καμπέρος, που θέλησε ο τίτλος του νέου συλλόγου να υποδηλώνει τη δύναμη, την αθλητική ισχύ, την ευγενή άμιλλα, την επικράτηση και εν τέλει το ολυμπιακό ιδεώδες. Ο βιομήχανος και μετέπειτα Δήμαρχος Πειραιά Μιχάλης Μανούσκος πρόσθεσε στο επίθετο Ολυμπιακός τις λέξεις Σύνδεσμος Φιλάθλων Πειραιώς κι έτσι ο πλήρης τίτλος του Πειραϊκού συλλόγου ήταν και παραμένει Ολυμπιακός Σύνδεσμος Φιλάθλων Πειραιώς (ΟΣΦΠ).

    Στα 1950 ονομαστές ταβέρνες ήταν του Γιώργη Καμαράδου ψηλά στη Σωτήρος που έφτιαχνε τα νοστιμότερα  παϊδάκια, του Σπύρου Μήτση χαμηλά στη Σωτήρος που υπάρχει  και σήμερα αλλά τότε ήταν στην απέναντι γωνία, του Βασίλαινα στην Αγία Σοφία και άλλες που αναφέρονται στις σελίδες των διαφόρων συνοικιών.
    Του ΒΑΣΙΛΑΙΝΑ ήταν στη γωνία ΑΙΤΩΛΙΚΟΥ και ΒΙΤΩΛΙΩΝ στην Αγ. Σοφία. Συνεχίζει σήμερα ο γιος του. Έλεγαν ότι ο Βλάχος ο δημοσιογράφος και εκδότης, πατέρας της ΕΛΕΝΗΣ ΒΛΑΧΟΥ, ήταν κουμπάρος του ΒΑΣΙΛΑΙΝΑ. Ο ΒΑΣΙΛΑΙΝΑΣ ξεκίνησε ως μπακαλοταβέρνα.Κάποια βράδια απ έξω περιπολούσαν διακριτικά αστυνομικοί, γιατί κάποιος επίσημος ήταν μέσα.

     Στα 1965, ο αείμνηστος χρονογράφος του Πειραιά  Θεόδωρος Βλάσσης έγραφε στη «ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ».

    «Από κάτι στοιχεία που αναφέρονται  στην προ τεσσαρακονταετίας εποχή, αποδεικνύεται ότι, όχι μόνον η  πόλη μας άλλαξε μορφή, αλλά  και οι συνθήκες ζωής των κατοίκων  της έχουν αλλοιωθεί.
    Γεγονός είναι, ότι από την μεταμόρφωση αυτή, από την εξελικτική πρόοδο, χάνεται εκείνο το γνωστό, το μοναδικό πειραιώτικο χρώμα  που τόσο συγκινούσε εμάς  τους  παλιούς  Πειραιώτες.    
    Εντυπωσιακή είναι η αλλαγή  στον βραδινό Πειραιά. Το παλιό πειραιώτικο σοκάκι, έχει πάρει άλλη όψη. Στη θέση των μονώροφων η το πολύ διώροφων κατοικιών, στους χώρους που άλλοτε κατελάμβαναν οι μάντρες  με τις  τεράστιες   ξύλινες πόρτες τσιμεντένια μεγαθήρια έχουν υψωθεί. Πλάϊ στα πεζοδρόμια που κάποτε κάποιο δίτροχο καρότσι μπακάλη   άραζε,   σήμερα   πυκνή   σειρά  από αυτοκίνητα έχουν πάρει θέση.
      Οι  παλιοί   Πειραιώτικοι   νυκτερινοί  δρόμοι έχουνε χάσει τις δύο τα­κτικές παρουσίες τους.  Τους κανταδόρους και τους  μπεκρήδες.  Και οι      δύο  αυτές παλιές  και   απαραίτητες εμφανίσεις, ήσαν παράγωγα του  πιοτού. Από τα κρασοπουλιά  ξεκινούσαν και οι δύο. Στα  μεράκια τους οι πρώτοι, πιο «πατημένοι»  οι  δεύτεροι.
      Τί έγιναν αυτές οι δύο μορφές της παλιάς νυκτερινής πειραιώτικης ζωής; Γιατί   χάθηκαν;  Αφού  και  σήμερα το κρασί υπάρχει άφθονο, γιατί να λείψουν αυτές οι δύο παρουσίες;                        
      Την απάντηση θα την βρούμε στα στοιχεία.  Σύμφωνα λοιπόν μ'αυτά, πριν σαράντα χρόνια στον  Πειραιά (1930-1940),  λειτουργούσαν 41   ποτοπωλεία  (ουζάδικα),  48 ζυθεστιατόρια.,  47 ζυθοπωλεία,  23 καφεζυθοπωλεία, 77 μαγέρικα, 273  οινομαγειρεία, 330  οινοπαντοπωλεία και   344 παντοπωλεία.
       Οποιος έζησε εκείνη την  εποχή,  θα   θυμάται,   ότι,  σπάνια, εύρισκες μπακάλικο  που να  μην σερβίρει,   έστω στα όρθια, ρετσίνα. Με λίγο τυρί στο χαρτί, με μια σαρδέλα,  θα κατέβαζε ο πελάτης τα ποτήρια του.    
       Συνολικώς, λοιπόν, στον τότε Πειραιά  υπήρχαν   1.183   μαγαζιά  που  πουλούσαν  πιοτό,  υπό    διαφόρους μορφάς.
       Αλλά κι'αν ακόμα θελήσουμε να σταθούμε στα μαγαζιά και στις μπακαλοταβέρνες  ο αριθμός εντυπωσιά­ζει. Οπου μάντρα, εκείνα τα χρόνια,  εκεί και  το τηγάνι, και το βαρέλι.  Οπου υπόγειο τα ίδια. Οπου μπακάλικο και τσούρμο__για ρούφα.
      Τώρα, ο σημερινός Πειραιάς  στερήθηκε και τα δυο του εκείνα αγαθά.  
       Με το κερί, ψάχνουνε οι Πειραιώτες να 6ρούνε ταβερνάκι. Πρόβλημα  για τις συντροφιές η ανεύρεσις με λίγο χρώμα. Ακόμα και στους γύρω Δήμους επιχειρείται η έρευνα.

 Από τις τελευταίες ταβέρνες της Δραπετσώνας.
                                                                          (Φωτό Μάκης Σταματάκης)
      Οι λίγες στον Πειραιά υπάρχου­σες ταβέρνες, έχουν μεταβληθεί σε εστιατόρια ή κοσμικά κέντρα. Αφορ­μή η οικοδομική δραστηριότης. Πώς να χωρέσει στην πολυκατοικία το κουτούκι και πώς να διατεθεί χώρος για μπόλικα τραπέζια; Πάει λοιπόν το πρώτο αγαθό.
        Την πιο μεγάλη ζημιά την εδημιούργησε το κλείσιμο της μπακαλοταβέρνας από τις 81/2 το βράδυ. Το κρασί δεν προσφέρεται για... απογευματινές εκδηλώσεις. Η ρετσίνα είναι βραδυνό ρόφημα. Την πίνει κανείς  για ξεκούρασμα, την θέλει ο μεροκαματιάρης, ο δουλευτής για καταστάλαγμα, να κάνη κεφάκι, να ξεχάση, να φιλοσοφήση και να πάρη κουράγιο για το αβόζο  μινοράκι του.
      Που να γίνουν αυτά; Στην αίθουσα τη φωτισμένη με απλίκες, στα τραπέζια με το άσπρο τραπεζομάντηλο, με γκαρσόνι παπιονάτο; Αυτά  θέλουν ορατή  κάνουλα που να γουργουράη, τηγάνι που να μουρμουράη και κάπελλα με ποδιά,  που να φέρνη και το ποτήρι του στο τραπέζι. Αυ­τά θέλουνε γκιουβέτσι, θέλουνε  μαριδάκι, θέλουνε συκωταριά της ώρας.
      Για  την εποχή που μιλάμε, τα προαναφερθέντα τάβρισκε κανείς σε πρώτη ζήτηση όχι μόνο στις τα­βέρνες, μα και στα μπακάλικα. Κά­ποια παράμερα στημένη γκαζιέρα θα στα ετοίμαζε. Και κάποια κρεμασμένη κιθάρα, θα έκανε νόημα στους κανταδόρους.
      Σ  αυτού του είδους τα κρασοπουλιά ξέρανε και να μιλήσουνε και να φερθούνε οι ρετσινοδίαιτοι. Ανε­πηρέαστη τότε η ταβέρνα από τις θηλυκές παρουσίες. Μαζί λοιπόν με τσν οικοδομικό οργασμό, μαζί με την έλλειψη χώρου, μαζί με τις δια­κοσμήσεις, εισήλασε στην ταβέρνα και το γυναικείο στοιχείο  με το παρλαμέντο του, με το σταυροπόδι του και με το αρωματάκι του.
       Κι'η παληά ταβέρνα χάθηκε. Μα­ζί με τ'άλλα ξεθώριασε και το χρω μα της.
                                                         Θ.   ΒΛΑΣΣΗΣ»
   Χοροεσπερίδα  στην αίθουσα Βαρόνου Κίμωνος Ράλλη του "Πειραϊκού Συνδέσμου"  στις αρχές της δεκαετίας του 1930 (αρχείο Βασίλη Π.Κουτουζή).

                                      Τα  Εστιατόρια του Πειραιά

     Όπως γράφει στο «ΠΕΙΡΑΙΚΟ ΛΕΥΚΩΜΑ»  2010 του Σταύρου  Καραμπερόπουλου ο  Γεράσιμος Μαζαράκης:
      «Ο Πειραιάς είχε πολλά και εξαιρετικά εστιατόρια. Το «ΛΙΟΠΕΣΙ» των Αφών ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΟΥ αριστερά στην είσοδο της II Μεραρχίας από το λιμάνι και σχεδόν απέναντι το «ΑΙΓΑΙΟΝ» του ΚΩΣΤΑ ΠΑΝΤΕΛΙΟΥ (αυτό μάλιστα έβγαινε και στη Φίλω­νος), το «ΜΕΛΙΣΣΑ» του Ν. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ, εκεί που είναι σήμερα η ΝΟΜΑΡΧΙΑ. Μάλιστα, ήταν και ιδιοκτησία του. Αργότερα το εστιατόριο το πήρε ο ΚΩΣΤΑΣ ΛΥΚΟΥΡΑΣ που τον είχε αρχιμάγειρα ο ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ. Ο ΛΥΚΟΥΡΑΣ έκανε αρ­γότερα, σχεδόν δίπλα, την μικρή «ΜΕΛΙΣΣΑ» - τα παιδιά του ΛΥΚΟΥΡΑ συνέχισαν δίπλα στο «ΚΟΝΤΙΝΕΝΤΑΛ». Το Ξενοδοχείο που εσώζετο το ισόγειο μόνο διότι είχε πέσει βόμβα στον μεγάλο βομβαρδισμό του Πειραιά.
       Δίπλα από την μικρή «ΜΕΛΙΣΣΑ» στην ακτή Ποσειδώνος ήταν το «ΜΥΤΙΛΗΝΗ» των Αφώ ΙΩΑΚΕΙΜ, στη γωνία με τη ΔΗΜΟΣΘΕΝΟΥΣ ήταν το «ΣΑΛΑΜΙΣ» του ΛΑΖΑΡΟΥ ΛΑΤΑΝΙΩΤΗ, ο οποίος ήταν Κουλουριώτης. Αργότερα μετά το γκρέμισμα της Αγοράς, ο γιος του ΛΑΖΑΡΟΣ συνέχισε στην αρχή της ΜΠΟΥΜΠΟΥΛΙΝΑΣ, απέναντι από την είσοδο του Με­γάρου ΒΑΤΤΗ Στην αρχή της ΛΥΚΟΥΡ­ΓΟΥ από το λιμάνι και αριστερά ήταν του ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗ, εκεί εσΰχναζε τα πρωινά ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΠΟΓΡΗΣ, ο συγγραφέ­ας. Στην πλατεία Καραϊσκάκη ήταν του ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ ΚΟΝΤΟΜΗΝΑ όταν γκρεμίστηκε μεταφέρθηκε στην ΠΛ. ΛΟΥ­ΔΟΒΙΚΟΥ στον ηλεκτρικό σταθμό. Επίσης, του ΔΡΑΚΟΠΟΥΛΟΥ, το μεγαλύτερο πατσα­τζίδικο του Πειραιά που έκανε πατσά σαν το Θεσσαλονικιώτικο, πουλούσε δε εκατό οκάδες πατσά την ημέρα (σε ένα μεγάλο καζάνι - τουσλαμά και ψηλό, έτσι έλεγαν τότε τον πατσά). Ο κουνιάδος του ΔΡΑΚΟΠΟΥΛΟΥ, ο μά­γειρας, ήταν ο νονός του μακαρίτη αδελφού μου ΔΙΟΝΎΣΗ. Αγιος άνθρωπος.
      Στην πλατεία ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΥ εκτός του ΚΟΝΤΟΜΗΝΑ είχε και άλλα δύο εστια­τόρια, το ένα ήταν του πατέρα του ΔΗ­ΜΗΤΡΗ ΒΕΡΓΟΥ που συνεχίζει με επιτυχία την παράδοση στην Αλκιβιάδου πί­σω από τον ΑΠΟ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟ, του ΘΑΝΑΣΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΕΛΛΟΥ στην Μ. ΣΤΟΑΣ δίπλα από την Εθνική Τράπεζα, η «ΠΙΠΕΡΙΑ» του ΣΠΑΝΟΥ γωνία ΣΩΤΗΡΟΣ και ΝΟΤΑΡΑ. Αργότερα ο ΣΠΑΝΟΣ αγόρασε και το «ΑΙΓΑΙΟ» του Κ. ΠΑΝΤΕΛΙΟΥ στη 2ας ΜΕΡΑΡΧΙΑΣ. Εκεί έχασε πολλά χρήματα. Ο ΣΠΑΝΟΣ και ο ΧΡ. ΛΑΤΑΝΙΩΤΗΣ είχαν και λεωφορεία δικά τους.
      Επίσης, του ΚΑΤΣΙΚΑ, του ΠΕΠΠΑ στην ΤΣΑΜΑΔΟΥ. Εκεί τα πρωινά σύχναζαν οι περισσότεροι ρεμπέτες, ήταν δίπλα στο κατά­στημα των Αφών ΛΟΥΜΙΔΗ. Του ΜΑΝΩΛΗ ΑΓΓΕΛΙΔΑΚΗ στη ΔΗΜ. ΓΟΥΝΑΡΗ σχεδόν γωνία με τη ΝΑΥΑΡΧΟΥ ΜΠΥΤΉ, σημερινή ΚΑΡΑΟΛΗ-ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ.
       Χορτοφαγία στου ΜΠΟΥΤΟΥ στη γωνία ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ και ΠΡΑΞΙΤΕΛΟΥΣ.
      Ακόμη του ΤΖΙΤΖΗ γωνία ΣΩΤΗΡΟΣ και ΛΟΥΚΑ ΡΑΛΛΗ, - σήμερα Αφών ΝΤΑΛΤΑ.
       Εστιατόριο ήταν ακόμη και η «ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ» του  ΜΙΛΤΙΑΔΗ  ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ   στη ΝΟΤΑΡΑ 56. Αργότερα το αγόρασε ο ΚΩΣΤΑΣ ΞΕΡΑΚΙΑΣ που ήταν μάγειρας στου ΣΠΑΝΟΥ. Τον διαδέχτηκε ο γιος του ΔΗΜΗΤΡΗΣ για αρκετά χρόνια. Τα εγγόνια του ΚΩΣΤΑΣ και ΝΙΚΟΣ συνεχίζουν την παράδοση του κλασικού μαγέρικου στη ΝΟΤΑΡΑ 126. Άφησα τελευταίο το πιο αρχοντικό με την εκλεκτότε­ρη πελατεία, το «ΠΟΣΕΙΔΩΝΕΙΟ» του ΚΩΣΤΑ ΡΗΓΟΠΟΥΛΟΥ στη γωνία ΝΙΚΗΤΑ και ΓΟΥΝΑΡΗ παλαιότερα που ήταν στον πρώτο όροφο. Αγόραζε ό,τι εκλεκτότερο από την Αγορά. Είχε και βελούδινες κουρτίνες. Έμοιαζε πραγματικά με εκκλησία. Παιδιά του ΡΗΓΟΠΟΥΛΟΥ ήταν ο ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ που έφθασε Γενικός Οικονομικός Διευθυντής σιη ΔΕΗ και ο αδελφός του που ήταν άνδρας της ΤΖΕΝΗΣ ΒΑΝΟΥ.
        Μπυραρίες: Η Κεντρική Αγορά είχε τις μεγαλύτερες μπυραρίες της χώρας. Μακράν όλων του ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΚΑΛΟΞΥΛΟΥ στην είσοδο της Αγοράς από την ΤΣΑΜΑΔΟΥ απέναντι, εντός της Αγοράς του ΘΑΝΑΣΗ ΤΖΑΤΟΠΟΥΛΟΥ. Στην ΤΣΑ­ΜΑΔΟΥ δίπλα από το παλιό του ΛΟΥΜΙΔΗ του ΚΡΗΤΙΚΟΥ, ο οποίος ήταν και συνέταιρος  του ΚΑΛΟΞΥΛΟΥ.
       Εξαιρετικά ουζοπωλεία με πολύ μεγάλη ποικιλία μεζέδων - όπως ήταν του ΤΖΑΓΓΟΥΡΗ –πήγαινα εκεί το 1972 - προς τον ΑΓ. ΝΙΚΟΛΑΟ απέναντι από το παλαιό Λιμεναρχείο. Υπήρχαν και ονομαστά ποτοπωλεία. Όπως των Αφών ΚΟΥΤΣΟΥΛΕΝΤΗ στην οδό ΔΗΜΟ­ΣΘΕΝΟΥΣ προς το λιμάνι, στη μέση της ΔΗΜΟ­ΣΘΕΝΟΥΣ, του ΑΡΤΕΜΗ (υπάρχει και σήμερα σε άλλη μορφή και προς την ΤΣΑΜΑΔΟΥ), στην ίδια οδό των Αφών ΚΑΛΟΓΙΑΝΝΗ των μετέπειτα βιομη­χάνων του ΟΥΖΟΥ 12.
      Σ'αυτά τα ποτοπωλεία οι πελάτες έπιναν το ούζο σκέτο, ξεροσφύρι, ή αγόραζαν μεζέδες από τα παντοπωλεία.
       Επίσης, η Κεντρική Αγορά είχε και τρία μεγάλα παστουρματζίδικα - στις δύο άκρες των δρόμων ήταν των αδελφών ΑΠΤΟΣΟΓΛΟΥ και στη μέση του ΓΙΩΡΓΟΥ - δεν θυμάμαι το επώνυμο του - υπάρχει σήμερα με αλ­λαντικά στη στοά ΠΟΛΙΤΟΥ στη ΓΟΥΝΑΡΗ.
       Η Αγορά ξεκινούσε από τις 5 το πρωί. Πρώτα τα ψαράδικα - από εκεί αγόραζαν όλοι οι πλανόδιοι ψαράδες με το ψάθινο καλάθι στο κεφάλι και την κρεμαστή ζυγαριά στον ώμο. Γύριζαν δε όλο τον Πειραιά.
        Η ψαραγορά είχε την μεγαλύτερη ποικιλία από ψά­ρια. Εξάλλου η ιχθυόσκαλα ήταν τότε στην αρχή του λιμανιού δηλαδή πολύ πλησίον. Όλες δε οι ψαροτα­βέρνες, από την Σχολή Δοκίμων έως τη Βάρκιζα αγό­ραζαν από τον Πειραιά.
        Μεγάλο ψητοπωλείο ήταν   η «ΡΟΥΜΕΛΗ» (Το ψητοπωλείο «ΡΟΥΜΕΛΗ» ήταν των Αφών ΤΡΑΥΛΟΥ, του Μή­τσου και του Στάθη. Ο Στάθης ήταν ο καλύτερος ψήστης του Πειραιά) - εκεί που σήμερα είναι το άγαλμα του Παλαιών Πατρών Γερμανού, απέναντι από το πρώην υπουργείο ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ (εκεί  στο υπουργείο ήταν πρώτα   ένα καλοκαιρινό θέατρο, το «ΜΙΣΟΥΡΙ» που την ονομασία του την πήρε από ένα Αμερικανικό αεροπλανοφόρο που είχε αράξει ανοι­κτά από το Τουρκολίμανο μετά την κατοχή)».

Βασίλης  Κουτουζής

             http://www.koutouzis.gr                                                                          

Article 8

$
0
0


Στα καταγώγια του ρεμπέτικου...

Μια αναδρομή στην ιστορία του τραγουδιού που αποτέλεσε συνώνυμο του μάγκα

Το ρεμπέτικο τραγούδι, που πλέον έχει καταχωριθεί στη συνείδηση του Έλληνα, ανεξαρτήτως τάξης και μόρφωσης, δεν ήταν πάντα δεδομένο ως αυτονόητη ελληνική παράδοση, Χωρίς να αποτελεί πάντα το δημοφιλές αυτό είδος που σήμερα αναγνωρίζουν όλοι, τα πρώτα χρόνια της δημιουργίας, εναντίον του είχε ξεσπάσει ένας σφοδρός πόλεμος, ο οποίος διήρκεσε σχεδόν έναν ολόκληρο αιώνα…

Γράφει η Νίκη Παπάζογλου

Με διάφορους παράγοντες να συμβάλλουν στη δημιουργία του και στην διαμόρφωση του, όπως τα δημοτικά τραγούδια, η Βυζαντινή και Βαλκανική μουσική, η Τούρκικη και ανατολίτικη μουσική είναι ένα είδος που επηρεάστηκε έντονα και από κοινωνικού περιεχομένου παράγοντες, όπως ο τρόπος ζωής (τεκέδες, φυλακές , παρανομία) και μεγάλα ιστορικά γεγονότα (καταστροφή της Σμύρνης το 22 και το κύμα της προσφυγιάς, η βιομηχανική επανάσταση και η άνοδος -και αργότερα κάθοδος- της αστικής τάξης, οι διάφοροι πόλεμοι -1897, Β'παγκόσμιος, εμφύλιος)…

Οι απαρχές του φαίνεται να συνδέονται με τα τραγούδια των φυλακών στα τέλη του 19ου αιώνα. Ήδη από το 1850, όταν ο Γάλλος ευγενής Αππέρ επισκέφτηκε την Ελλάδα για να μελετήσει το πρόβλημα των οθωνικών φυλακών, αναφέρθηκε στα τραγούδια που ακούγονταν σ'αυτές. Βέβαια ο Αππέρ δεν ήταν ο μόνος, ο Παπαδιαμάντης, ο Δάφνης και ο Καρκαβίτσας, ο οποίος επισκέπτεται το Μοριά το 1890, καταγράφουν στα χειρόγραφά τους αρκετά από αυτά.



Από όταν ιδρύεται το νεοελληνικό κράτος έως περίπου το 1880 στη Αθήνα κυριαρχεί το ιταλικό μελόδραμα, αφού τα «ελληνικά» τραγούδια της εποχής βασίζονταν πάνω σε μελωδίες από τις ιταλικές όπερες. Η πρώτη προσπάθεια για τη δημιουργία ελληνικού τραγουδιού ξεκινάει με την επτανησιακή καντάδα και το αθηναϊκό τραγούδι, με έντονη βέβαια την επίδραση του ιταλικού μελοδράματος.

Την περίοδο εκείνη άλλωστε λειτουργούν στην Αθήνα δύο ειδών καφέ, τα καφέ-σαντούρ μετέπειτα καφέ-αμάν, το πρώτο άνοιξε το 1873, και τα καφέ σαντάντ. Έτσι η Αθήνα χωρίζεται στα δύο. Από τη μία μεριά βρίσκονται οι «εραστές της ασιάτιδος μούσης» και από την άλλη όσοι απορρίπτουν τους αμανέδες θεωρώντας πως δεν έχουν κάτι το ελληνικό και προσκολλούνται στη δύση.

Μετά από δέκα χρόνια κυριαρχίας, τα καφέ αμάν γνωρίζουν πτώση για να επανέλθουν κατά την μικρασιατική καταστροφή μαζί με την οπερέτα που κυριαρχεί επίσης, της οποίας η μουσική είναι ελληνική και δεν έχει καμία σχέση ούτε με την επιθεώρηση ούτε με τα «αμανετζίδικα». Εκείνα τα πρώτα χρόνια της οπερέτας γεννούνται και τα τραγούδια του κρασιού, τα οποία φτάνουν στο ζενίθ τους τη δεκαετία του 1930. Όμως το έδαφος φαίνεται να χάνεται με την εμφάνιση της δισκογραφίας...

Σε όλη αυτή την περίοδ, η ζωή στην Ελλάδα, καθορίζεται από παράγοντες όπως η εσωτερική και η εξωτερική μετανάστευση, ο διπλασιασμός του ελλαδικού εδάφους το 1912 και η Μικρασιατική καταστροφή του 1922.

Όλοι αυτοί οι παράγοντες δημιουργούν κατά ένα τρόπο το κατάλληλο υπόστρωμα για τη δημιουργία των ρεμπέτικων. Τα τραγούδια των προσφύγων, οι οποίοι ήλθαν με την Μικρασιατική Καταστροφή συνδυαζονταισμό με το είδος που είχε αρχίσει να αναπτύσσεται για να μας δώσουν το είδος μουσικής που θα σημαδέψει για τα επόμενα χρόνια τη χώρα.

Ως κατεξοχήν τραγούδια των πόλεων και ιδιαίτερα των λιμανιών,όπως η Σμύρνη, η Πόλη, ο Πειραιάς, η Αλεξάνδρεια, τα ρεμπέτικα, κατά την πρώτη εμφάνισή τους, τραγουδιούνται από ανθρώπους του περιθωρίου και έχουν χαρακτήρα και περιεχόμενο καθαρά κοινωνικό.

Περίοδοι του Ρεμπέτικου

Ο διαχωρισμός που συνηθέστερα γίνεται σ’ αυτό το είδος τραγουδιού με τα έντονα κοινωνικά στοιχεία, ακολουθεί εν μέρει την ιστορία του τόπου και τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν. Έτσι οι περισσότεροι μιλούν για τις τρεις περιόδους του ρεμπέτικου.

Ως το τα τέλη της δεκαετίας του 30.



Στην πρώτη περίοδο, κυριαρχεί το Σμυρναίικο και ανατολίτικο στυλ στο ρεμπέτικο τραγούδι. Η καταστροφή της Σμύρνης και η προσφυγιά από την Μικρά Ασία εμπλουτίζουν το Ελληνικό τραγούδι με αμανέδες και ταξίμια, Σμυρνιές τραγουδίστριες και ανατολίτικα όργανα όπως σάζι, σαντούρι, ούτι, κανονάκι.

Οι στίχοι στα πρώτα ρεμπέτικα μιλούν για παραβατικές πράξεις και για ερωτικές σχέσεις, ενώ το κοινωνικό στοιχείο στην θεματική είναι περιορισμένο.

Στην περίοδο αυτή κυριαρχεί το πειραιώτικο στυλ με κυριότερο εκφραστή τον Μάρκο Βαμβακάρη. Παράλληλα αρχίζουν να γράφουν ρεμπέτικα και οι Σμυρνιοί συνθέτες. Το 1937 πρωτοεμφανίζεται ο Βασίλης Τσιτσάνης ενώ την ίδια περίπου περίοδο εμφανίζεται και ο Μανώλης Χιώτης. Σε εκείνα τα χρόνια όμως είναι που ξεκινά και η λογοκρισία των ρεμπέτικων τραγουδιών, των τραγουδιών αυτών που εκφράζουν τον τρόπο ζωής ενός ολόκληρου κοινωνικού στρώματος. Το 1936 λογοκρίνεται το τραγούδι του Τούντα «Βαρβάρα» ενώ ένα χρόνο αργότερα, το 1937, επιβάλλεται από το καθεστώς Μεταξά γενικευμένη λογοκρισία. Το περιεχόμενο αλλάζει αναγκαστικά. Οι αναφορές στο χασίσι, στους τεκέδες και στους ναργιλέδες πρέπει να εκλείψουν.

1938 εως περίπου το 1950



Στην δεύτερη περίδο, οι μάγκες των μεγάλων αστικών κέντρων έχουν αντικαταστήσει τα ανατολίτικα οργάνα με μπουζούκι, μπαγλαμά και κιθάρα. Η ρεμπέτικη μουσική έχει μετατραπεί σε τρόπο ζωής για τους ανθρώπους του περιθωρίου, της φτώχιας , τους αδικημένους από την κοινωνία, τους ναρκομανείς, τους φυλακισμένους.

Κατά την κατοχή γράφονται τραγούδια τα οποία δεν περνάνε στη δισκογραφία γιατί τα εργοστάσια παραμένουν κλειστά μέχρι το 1946. Την περίοδο αυτή κυριαρχούν ο Βασίλης Τσιτσάνης μαζί με την Μαρίκα Νίνου, ο Μανώλης Χιώτης, ο Γιώργος Μητσάκης, ο Γιάννης Παπαϊωάννου. Οι πιο παλιοί ρεμπέτες μένουν όμως στο περιθώριο.

Στην κατοχή άλλωστε, πεθαίνουν αρκετοί από τους Σμυρνιούς συνθέτες. Βέβαια κάποιοι άλλοι, εκείνοι του πειραιώτικου, είναι εν ζωή και με δυσκολία προσπαθούν να συντηρηθούν. Όπως αναφέρει ο Μάρκος Βαμβακάρης στην αυτοβιογραφία του«έτρεχα στα νησιά και στα πανηγύρια». 

Στην δεκαετία του 1940 εμφανίζεται η Σωτηρία Μπέλλου ενώ στην δεκαετία του 1950 εμφανίζονται δύο πολύ σημαντικοί νέοι τραγουδιστές, ο Στέλιος Καζαντζίδης και ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης.

Σταδιακά το ρεμπέτικο βρίσκει απήχηση σε όλο και μεγαλύτερα στρώματα του πληθυσμού, επεκτείνεται η θεματολογία του με την εμφάνιση των αρχοντορεμπέτικων και περνά από τα καταγώγια στις οικογενειακές ταβέρνες.

Από το 1950 και έπειτα



Αν και σύμφωνα με πολλούς μουσικούς ερευνητές στα μέσα της δεκαετίας του '50 φαίνεται ο πρόσκαιρος θάνατος του ρεμπέτικου, στη δεκαετία του 1960 πραγματοποιείται η νεκρανάστασή του. Τα άρθρα που γράφονται, οι φιλότιμες προσπάθειες αρκετών φοιτητών, ο κορεσμός του κόσμου από τα ινδικά, η ηχογράφηση του Επιτάφιου του Θεοδωράκη το 1960, έχουν ως αποτέλεσμα οι δισκογραφικές εταιρείες να αρχίσουν να ηχογραφούν εκ νέου ρεμπέτικα, κυρίως μερικά παλιά με τις φωνές του Γρηγόρη Μπιθικώτση και της Σωτηρίας Μπέλλου. Έτσι ρεμπέτες όπως ο Μάρκος και ο Στράτος ξαναβρίσκουν δουλειά στα μαγαζιά. Παράλληλα μέσα από ρεμπέτικες μουσικές βραδιές που διοργανώνονται ο νέος κόσμος, κυρίως φοιτητές, έχει την ευκαιρία να γνωρίσει τους παλιούς ρεμπέτες. 

Σε εκείνη την περίοδο, συγκεκριμένα το 1961, ο Χριστιανόπουλος κυκλοφορεί ένα δοκίμιο και διεκδικεί γι'αυτό τον τριπλό τιμητικό τίτλο: της πρώτης ρεμπέτικης βιβλιογραφίας, της πρώτης ανθολογίας ρεμπέτικης στιχουργίας και, ως προς την ανατυπωμένη του μορφή, της πρώτης μονογραφίας επί του αντικειμένου. Επτά χρόνια μετά, το 1968, κυκλοφορεί το βιβλίο του Ηλία Πετρόπουλου "Ρεμπέτικα Τραγούδια", το βιβλίο που σύμφωνα με πολλούς, καθιέρωσε τον όρο «ρεμπέτικα» για τα τραγούδια αυτά. 

Από τη στιγμή εκείνη αρχίζουν να δισκογραφούν οι περισσότεροι ρεμπέτες, εκδίδονται βιογραφίες (Βαμβακάρης 1973, Ροβερτάκης 1973, Ρούκουνας 1974, Τσιτσάνης 1979, Μουφλουζέλης 1979 κ.λ.π) και εμφανίζονται πολλές ρεμπέτικες κομπανίες. Ταυτόχρονα ιδρύονται κέντρα για την μελέτη του ρεμπέτικου τραγουδιού και οι πανεπιστημιακοί λαογράφοι αρχίζουν να μνημονεύουν το προσφιλές πλέον είδος

Τη δεκαετία του 1980 γυρίζονται ταινίες όπως το «Ρεμπέτικο» του Κ. Φέρρη με τραγούδια των οποίων η θεματολογία και η μουσική προσομοιάζουν σε αυτά των ρεμπέτικων, τηλεοπτικές σειρές όπως το Μινόρε της Αυγής ακόμα και  επιθεωρήσεις όπως το Μινόρε της Αλλαγής.

Πλέον το ρεμπέτικο καταχωρίζεται ως έγκυρο μουσικό είδος σε έγκυρα διεθνή εγχειρίδια μουσικολογίας.

Οι κουτσαβάκηδες, οι μάγκες, οι ρεμπέτες

Τα αρχικά χρόνια η ρεμπέτικη μουσική αποτελεί τρόπο ζωής για τους ανθρώπους του περιθωρίου, της φτώχιας , τους αδικημένους από την κοινωνία, τους ναρκομανείς, τους φυλακισμένους. Μια ομάδα τέτοιων ανθρώπων ήταν και οι κουτσαβάκηδες που έδρασαν στου Ψυρρή από το 1867 έως το 1897 και στη συνέχεια μετονομάστηκαν σε μάγκες.Τα ρεμπέτικα τραγούδια είναι εκείνα των κατώτερων κοινωνικών ομάδων των μεγάλων αστικών κέντρων και των λιμανιών και εξελίσσονται, παράλληλα με τους ανθρώπους του περιθωρίου στο πλαίσιο της αστικοποίησης που ακολουθεί, και της εισβολής των δυτικών συμφερόντων στον Ελληνικό χώρο. 

Ποιος ήταν όμως ο μάγκας ή ο κουτσαβάκης; Στα σημερινά λεξικά ανάμεσα σε άλλους ορισμούς που αποδίδονται στη λέξη συνυπάρχει και ο παλαιότερος, που προσδιορίζει τον τύπο των λαϊκών αστικών στρωμάτων των αρχών του 20ου αιώνα με χαρακτηριστικό ντύσιμο και συμπεριφορά.



Πράγματι η ενδυμασία του κουτσαβάκη ήταν καθορισμένη ειδικά τα πρώτα χρόνια. Το σακάκι ήταν μαύρο, κοντό με αρκετά κουμπιά στα μανίκια. Το παντελόνι , «τρόμπα» ήταν φαρδύ επάνω και στενό στους αστραγάλους, συνήθως τζογέ, σε σχέδιο ριγέ ή καρώ. Τα υποδήματα ήταν πάντα ψιλοτάκουνα, «τριζάτα στιβάλια», - χωρίς κορδόνια, όπου συνήθως είχαν δυο φέτες πετσί βουτηγμένο σε πετρέλαιο ανάμεσα στον πάτο και τη σόλα για να προκαλείται ο απαραίτητος θόρυβος. Την αμφίεση συμπλήρωνε η ρεπούμπλικα, με 2-3 βουλιάγματα, ή το «καβουράκι» με δυο δάχτυλα «χλίψη» ή «θλίψη», όπως ονόμαζαν τη μαύρη περιμετρική ταινία πένθους. Οι δευτεράντζες φορούσαν τραγιάσκα. Απαραίτητο ήταν και το γιλέκο «μεϊντανογέλεκο», με κρυφή τσέπη «γκαρδιακιά» για τη «δίκοπη», το μαχαίρι. Άλλες φορές είχαν και «σίδερο» ή «κούφιο» ή «κουμπούρι».

Οι κουτσαβάκηδες που στη συνέχεια μετονομάζονται σε μάγκες ,βλάμηδες, τσίφτηδες , αλάνια για να ονομαστούν εν τέλει ρεμπέτες, είχαν αναπτύξει ένα δικό του τρόπο ζωής (αργκό, τραγούδια , συνήθειες , ενδιαφέροντα) που δεν συμβάδιζε με τον νέο αστικό πρότυπο, που εισήγαγε η νέα ανερχόμενη αστική τάξη.

Οι ρεμπέτες, ονομασία με καταγωγή από την τούρκικη λέξη «ρεμπετ» που σημαίνει άτακτος, αλανιάρης, χαρακτηρίζονται από το είδος μουσικής που παίζουν στα καταγώγια που συχνάζουν. Άνθρωποι κατατρεγμένοι, με βάσανα και με καημούς, απέχουν από τους ρυθμούς της ζωής της πολιτισμένης κοινωνίας και αναπτύσσουν τις δικές τους συνήθειες που έρχονταν συνήθως σε σύγκρουση με τους νόμους του κράτους.



Κουτσαβάκηδες, μάγκες και ρεμπέτες κατά κανόνα τραγουδούν τα βάσανα και τους καημούς τους. Οι πρώτες μελωδίες, αυτές των φυλακών παίζονται αρχικά με αυτοσχέδια όργανα που μοιάζουν με μικρά μπαγλαμαδάκια και κρύβονται εύκολα και έχουν στίχους πονεμένους, όπως το παλιό μουρμούρικο τραγούδι «Η φυλακή είναι σχολείο».

Τα επόμενα τραγούδια γράφονται από τους μάγκες των τεκέδων, οι οποίοι αυτοοσχεδιάζουν καπνίζοντας χασίς, όπως ο Μάρκος Βαμβακάρης, ο οποίος στην αυτοβιογραφία του εξηγεί πως άρχισε να παίζει μπουζούκι και να γίνεται γνωστός μέσα σε τεκέδες.

Σε κάθε περίοδο πάντως, οι ρεμπέτες αναπτύσσουν την δική τους κοινωνία μέσα στην κοινωνία. Συγκεκριμένο ντύσιμο, ιδιαίτερη διάλεκτο, αισθηματική πολυτάραχη ζωή. Η μουσική αποτελεί γι αυτούς μέσο έκφρασης των συναισθημάτων τους, τρόπο να μοιραστούν ή και να ξεχάσουν τα προβλήματά τους.

Στα τραγούδια όμως αποτυπώνονται και τα ιδανικά τους. Ιδανικά διαφορετικά από τον λοιπό κόσμο, στα οποία όμως μένουν πάντα πιστοί. Πρωταρχικό ρόλο γι αυτούς παίζει η αξιοπρέπεια και η τιμή. Μετά ακολουθεί η αγάπη προς την γυναίκα και ιδιαίτερα προς την μάνα, η φιλία, η αλληλεγγύη και η αλληλοβοήθεια, στοιχεία που παρά την παρακμή που συνόδευε τον κοινωνικό αποκλεισμό τους, μαρτυρούσε ίσως και την μεγαλοψυχία τους....
http://www.newsbeast.gr

Εν Αθήναις....πουλάω παλιά

$
0
0



Στην Πλατεία Αβησσυνίας στο Δημοπρατήριο στο Γιουσουρούμ στο Μοναστηράκι...
Πολλά ονόματα για την παλιά φτωχομάνα της Αθήνας.
Εύρισκες και βρίσκεις ότι μπορείς και δεν μπορείς να φανταστείς...
Η εφημερίδα ΣΚΡΙΠ έγραφε το 1898
«Φοβερόν αδίκημα […] προσγίγνεται εις μέγιστον αριθμόν των εμπόρων μας. Πρόκειται περί των εν τω Δημοπρατηρίω καταστηματαρχών ετοίμων ενδυμάτων, οίτινες αδυνατούντες οι ατυχείς να συναγωνισθώσι προς τα παρατεταγμένα εν τη πλατεία του Δημοπρατηρίου δίκην καλυβών άπειρα καροτσάκια και τραπέζια, εφ’ ων πωλούνται έτοιμα επίσης ενδύματα, ευρίσκονται εις την φρικώδη θέσιν, λόγω της αστυνομικής ανοχής, να κλείσωσι τα καταστήματά των»
Για αθέμιτο ανταγωνισμό δηλαδή...
Είχαν πρόβλημα τα μαγαζιά της περιοχής ....
Ο κοσμάκης πήγαινε στα μεταχειρισμένα και ντυνότανε...
Και όχι μόνο...
Άνοιγε καινούργιο σπιτικό δηλαδή νοίκιαζε ένα δωμάτιο σε μια αυλή
μιας συνοικίας της Αθήνας και πήγαινε μαζί με τον οδηγό και την τρίκυκλη
μοτοσυκλέτα του που έγραφε ΕΚΤΕΛΟΥΝΤΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΑΙ και αγόραζε
από το Γιουσουρούμ ένα κρεβάτι...μια ντουλάπα...καναδυό καρέκλες και ένα
μικρό τραπέζι...ελαφρώς μεταχειρισμένα σε πολύ καλή κατάσταση όπως διαφήμιζε
ο παλαιοπώλης.
Δυστυχώς και στις ημέρες μας τα μεταχειρισμένα παπούτσια και ρούχα
ξαναγύρισαν πάνω στα σεντόνια της Πλατείας Αβησσυνίας με πολλούς
πρόθυμους αγοραστές.
Το παράπονο των παλιατζήδων είναι ότι δύσκολα βρίσκουν στους
κάδους από αυτά.

πίσω στα παλιά



Σαν τον διάολο το λιβάνι

Viewing all 12885 articles
Browse latest View live


<script src="https://jsc.adskeeper.com/r/s/rssing.com.1596347.js" async> </script>