Quantcast
Channel: Πίσω στα παλιά
Viewing all 12885 articles
Browse latest View live

Μεταξουργείο

$
0
0

 Μεταξουργείο
Το Μεταξουργείο είναι συνοικία στο βορειοδυτικό τμήμα του Ιστορικού Κέντρου της πόλης των Αθηνών. Περίπου στο κέντρο της περιοχής βρίσκεται η ομώνυμη πλατεία, στην οποία υπάρχει μαρμάρινη κρήνη.
Μετά τη σύσταση του Ελληνικού κράτους, η προοπτική ανέγερσης των ανακτόρων στον Κεραμεικό, οδήγησε πολλούς επιφανείς της εποχής, όπως ο αυστριακός πρέσβυς Πρόκες φον Όστεν, η Δούκισσα της Πλακεντίας και oι πρίγκηπες Ιωάννης Καρατζάς και Γεώργιος Καντακουζηνός, να αγοράσουν κτήματα ή να κτίσουν οικίες στην περιοχή. Ο τελευταίος, μάλιστα, ανέγηρε μεγάλη οικοδομή, γνωστή ως Μέγαρο Καντακουζηνού, με την προοπτική της εκμετάλλευσης του κτιρίου ως εμπορικού κέντρου, ένα σχέδιο που ναυάγησε όταν τελικά αποφασίστηκε τα ανάκτορα να κτιστούν στο τότε άλλο άκρο της πόλης, στη σημερινή πλατεία Συντάγματος. Το ημιτελές κτίσμα αγοράστηκε από την εταιρεία του μεταξουργείου και γκρεμίστηκε ώστε να ανεγερθούν οι εγκαταστάσεις του.
H σταδιακή επέκταση του αρχικού εργοστασίου επεξεργασίας μεταξιού σε ολόκληρο συγκρότημα, απέτρεψε για αρκετό χρονικό διάστημα (έως το 1875 περίπου) τη δημιουργία οικιστικών ζωνών στην περιοχή. Σε αυτό συνέβαλε και η ίδρυση του Ορφανοτροφείου Χατζηκώστα το 1856, το οποίο πλαισιώναν εργαστήρια επαγγελματικής κατάρτησης των φιλοξενούμενων παιδιών και, αργότερα, η εγκατάσταση του γειτονικού εργοστασίου παραγωγής φωταερίου (1859-61). Σημαντική ήταν επίσης η παρουσία καταστημάτων σιδηροκατασκευών και αμαξοποιείων, που μεταπήδησαν στο Μεταξουργείο από την όμορη περιοχή της Πλατείας Ελευθερίας (Κουμουνδούρου).
Το τελευταίο τέταρτο του 19ου αι. στο Μεταξουργείο είχε πλέον δημιουργηθεί ένα συνεχές σύστημα δόμησης με τη γειτονική περιοχή της Βάθειας, τη σημερινή Βάθη.


Η ονομασία της συνοικίας και της ομόνυμης πλατείας οφείλεται σε εργοστάσιο επεξεργασίας μεταξιού που λειτουργούσε στην περιοχή στα χρόνια του Όθωνα, με την επωνυμία «Σηρική Εταιρεία της Ελλάδος Αθανάσιος Δουρούτης & Σία». Το εργοστάσιο στεγάζει σήμερα την πινακοθήκη του Δήμου Αθηναίων.


Η περιοχή μεταξύ Μεταξουργείου και Βοτανικού, εξαιτίας των λιμναζόντων εκεί υδάτων, παλαιότερα ονομαζόταν Χεζολίθαρο, ή Χεσμένη Πέτρα και Μπύθουλας (ή Βούθουλας). Έγινε πασίγνωστη από τη Μαντάμ Σουσού, τη μορφή της θρυλικής κοκέτας των διηγημάτων του Δημήτρη Ψαθά.

Η περιοχή που σήμερα βρίσκεται το Μεταξουργείο, στην αρχαιότητα δεν αποτελούσε τμήμα του αστικού ιστού, αλλά το όριο της πόλης. Πιο συγκεκριμένα, ήταν μια αγροτική περιοχή εκτός  των τειχών η οποία όμως βρισκόταν σε άμεση γειτνίαση και σχέση με την πόλη – κράτος της Αθήνας.
Ο Κεραμεικός αναφέρεται ως ο τόπος όπου σύχναζαν εταίρες, όπου συνάπτονταν δάνεια και γίνονταν πωλήσεις κρασιού. Παράλληλα σχετιζόταν άμεσα με μεταφορικές – συγκοινωνιακές λειτουργίες της πόλης καθώς στα νότιά της βρισκόταν το Δίπυλο, το οποίο αποτελούσε βασικό σημείο εισόδου σε αυτήν. Από εκεί περνούσε η Ιερά Οδός, που συνέδεε την Αθήνα με την Ελευσίνα, ενώ εκτός των τειχών της πόλης, ήταν το νεκροταφείο. Στην περιοχή αυτή μάλιστα βρισκόταν το δημόσιο σήμα, δηλαδή ο δημόσιος ταφικός περίβολος των πολιτών που τιμούνταν με δημόσια κηδεία. Περιλαμβάνονται δηλαδή σε αυτή την περιοχή-όριο οι χρήσεις που δε «χωρούσαν» στο άστυ.

Picture0036

Καθοριστικό παράγοντα των εξελίξεων που οδήγησαν στο μετασχηματισμό της περιοχής αποτέλεσαν τα δύο αρχικά σχέδια πόλης. Το σχέδιο των Σταμάτη Κλεάνθη και Eduard Schaubert το 1833 χωροθετούσε τα ανάκτορα στη σημερινή περιοχή της πλατείας Ομονοίας. Ένα χρόνο αργότερα ο Leo von Klenze, προτείνει τη θέση των ανακτόρων κοντά στον Κεραμεικό και το αρχαίο Δίπυλο.
Άμεση συνέπεια των προτάσεων αυτών ήταν η περιοχή του Χεζολίθαρου να αρχίσει να συγκεντρώνει το ενδιαφέρον από πλευράς αγοράς γης, αφού θα αποτελούσε μέρος του διοικητικού κέντρου της πόλεως. Αρκετοί εύποροι ομογενείς αλλά και ξένοι αρχίζουν να αγοράζουν εκτάσεις με σκοπό την ανέγερση πολυτελών αστικών κατοικιών, με άμεσο στόχο τη γειτνίαση της αστικής τάξης με τα κέντρα λήψης αποφάσεων.

Η πορεία εξέλιξης της περιοχής σε αστική ζώνη κατοικίας διακόπτεται όταν το 1836 θεμελιώνονται τα ανάκτορα στην πλατεία Συντάγματος. Άμεση συνέπεια του γεγονότος αυτού ήταν να παγώσει το ενδιαφέρον για αγορά γης στην περιοχή, αν και ορισμένες εύπορες κατοικίες αποπερατώνονται.
Σταδιακά τη δεκαετία του 1850, η περιοχή μετατρέπεται σε ζώνη παραγωγικών λειτουργιών, με τη λειτουργία του μεταξουργείου, του εργοστασίου φωταερίου στο Γκάζι και με τα εργαστήρια επαγγελματικής εκπαίδευσης του ορφανοτροφείου Χατζηκώστα, που αποτέλεσαν τις πρώτες βιομηχανικές μονάδες στην περιοχή. Οι όποιες κατοικίες στην περιοχή είναι πια εργατικές. Η νοηματοδότηση, δηλαδή της περιοχής υφίσταται σχετικό μετασχηματισμό για τους χρήστες της, καθώς η (μεγαλο)αστική χρήση δίνει τη θέση της προς αξιοποίηση για την εργατική και χαμηλότερης οικονομικής ισχύος τάξη, ενώ η περιοχή συνεχίζει να βρίσκεται στις παρυφές της πόλης.


Στη δεκαετία 1875 – 1885 το Μεταξουργείο αποκτά σταδιακά οικιστικό χαρακτήρα, καθώς με την άνοδο του πληθυσμού και τη δημιουργούμενη ανάγκη στέγασης του, οδηγείται η πόλη της Αθήνας σε εξάπλωση προς τα δυτικά. Έτσι η περιοχή φιλοξενεί την εργατική τάξη.


Κατά το μεσοπόλεμο, συγκεκριμένα από το 1930 και έπειτα, και παρά την επιστροφή κάποιων αστών στην περιοχή, η λαϊκή κατοικία παραμένει κυρίαρχη. Η δημιουργία των σιδηροδρομικών σταθμών καθιστά την περιοχή είσοδο στην πόλη ενώ η Ομόνοια γίνεται εμπορικό και πνευματικό κέντρο της πρωτεύουσας. Ειδικότερα στην περιοχή του Μεταξουργείου παρατηρείται εγκατάσταση πολλών θεάτρων. Η φυσιογνωμία της γειτονιάς παγιώνεται, ενώ ο χώρος καθίσταται πλέον πόλος έλξης όχι μόνο για τα λαϊκά στρώματα, αλλά και για τη διασκέδαση των αστών.

Την περίοδο 1950 – 1970, την ιστορία της Αθήνας χαρακτηρίζει το φαινόμενο της αντιπαροχής το οποίο έχει σαν αποτέλεσμα τη «γιγάντωση της οικοδομικής δραστηριότητας στην πόλη». Στην περιοχή του Μεταξουργείου το φαινόμενο της αντιπαροχής εφαρμόζεται περιορισμένα λόγω των στενών δρόμων, των μικρών οικοπέδων, αλλά και την πιθανότητα εύρεσης αρχαιολογικών καταλοίπων. Κατά συνέπεια το κτηριακό απόθεμα ανανεώνεται σε μικρό βαθμό και οι παλιές πλέον κατοικίες αδυνατούν να καλύψουν τις σύγχρονες ανάγκες των ενοίκων και τον αυξανόμενο πληθυσμό.
Γίνεται επομένως φανερό πως η περιοχή μεταπολεμικά αρχίζει να υποβαθμίζεται. Στην κατάσταση αυτή συμβάλλει και η διάνοιξη νέων οδικών αρτηριών, οι οποίες επιβαρύνουν πρόσθετα το συγκοινωνιακό δίκτυο της περιοχής. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η διάνοιξη των λεωφόρων Λένορμαν και Αχιλλέως, με την τελευταία να εξελίσσεται σε κύρια πύλη εισόδου εξόδου της πόλης από τα δυτικά.

23ca9e828d584554aa365110232da600

Παράλληλα στα τέλη της δεκαετίας του ’70 στην περιοχή αρχίζουν να συσσωρεύονται οίκοι ανοχής (περισσότεροι από 60). Το πιθανότερο είναι αυτό να οφείλεται στην ύπαρξη πολλών παλιών και εγκαταλελειμμένων κτηρίων γεγονός που ευνόησε τη μετεγκατάστασή τους από άλλες περιοχές, όπως η Τρούμπα στον Πειραιά.
Την δεκαετία του ’80 στην περιοχή μετεγκαθίστανται μουσουλμάνοι της Θράκης ενώ και την επόμενη δεκαετία το Μεταξουργείο θα αποτελέσει περιοχή κατοίκησης για ένα μεγάλο ποσοστό του έντονου μεταναστευτικού ρεύματος που χαρακτήρισε την περίοδο αυτή.
Την ίδια δεκαετία όμως ξεκινούν και τα μεγάλα έργα ανάπλασης του ιστορικού κέντρου της Αθήνας. Δημιουργείται μια νέα αγορά γης σ’ αυτό, ενώ μακροπρόθεσμα οι επεμβάσεις αυτές έχουν επιπτώσεις και σε γειτονικές περιοχές όπως σε αυτή του Ψυρρή. Παράλληλα παρατηρείται η εισροή νέων χρήσεων στις περιοχές αυτές, που αφορούν κυρίως στη διασκέδαση, όπως είναι θέατρα, εστιατόρια και νυχτερινά κέντρα. Όσον αφορά στην περιοχή του Μεταξουργείου, οι αναπλάσεις περιορίστηκαν σε πεζοδρομήσεις οδών και μελέτες ανάδειξης της άμεσης περιοχής του εργοστασίου.


Σταδιακά μέχρι το 1990, συγκεντρώνονται οι λεγόμενες «μη αποδεκτές» λειτουργίες: πραγματοποιείται εμπορία προσώπων (trafficking), εμπορία ναρκωτικών, εγκατάσταση εσωτερικών και εξωτερικών μεταναστών. Εν ολίγοις η περιοχή αποτελεί καταφύγιο για τους κατοίκους της και ταυτόχρονα «άλλος» τόπος ή «ετεροτοπία», (Foucault 1967) για την κυρίαρχη αστική κοινωνία.


Αυτή η εικόνα του χώρου σε συνδυασμό με την εγκατάσταση οχλουσών δραστηριοτήτων και χρήσεων επιτείνει και επισπεύδει τη διαδικασία υποτίμησης των αξιών γης. Έτσι παρατηρείται η σταδιακή διαφοροποίηση στη νοηματοδότηση και στις προσλαμβάνουσες στο χώρο, με την εγκατάλειψη και την ώθηση προς την υπανάπτυξη, κατάσταση που είναι μάλιστα «μια πολιτική συνειδητά ηθελημένη, προκειμένου να γίνει ζώνη κατοικίας υψηλών εισοδημάτων και άλλων ‘ευγενών’ χρήσεων» στο μέλλον.
Προς την ίδια κατεύθυνση και μάλιστα με εντεινόμενα τα ήδη παρατηρούμενα φαινόμενα, εξελίσσεται το Μεταξουργείο από το 1990 μέχρι και σήμερα. Συγκεκριμένα, εξαιτίας της εφαρμογής σχεδίων “εξευγενισμού” (gentrification) στις γειτονικές περιοχές, ασκούνται πιέσεις στο Μεταξουργείο με αναπόφευκτο αποτέλεσμα τη συνεχή συσσώρευση «παραβατικών» δράσεων και «περιθωριακών» στοιχείων στην περιοχή.

Παράλληλα -αλλά όχι παράδοξα- ωστόσο, εισβάλλουν και εμπορευματικές χρήσεις που προσδίδουν στην περιοχή “νέο” χαρακτήρα και ελκύουν μεσοαστούς και αστούς. Κατασκευάζεται δηλαδή ταυτόχρονα η αύξηση των αξιών της γης και η δημιουργία επενδυτικών ευκαιριών, ενώ το νέο αυτό ρεύμα χρηστών του χώρου συχνά έχει σαν αποτέλεσμα την εκδίωξη των παλαιών κατοίκων.
Η επιφαινόμενη προσπάθεια ανάπλασης συντελεί ουσιαστικά στην όξυνση των αντιθέσεων μεταξύ μόνιμων και περιοδικών κατοίκων, ενώ από περιοχή παραγωγής και κατοικίας, το Μεταξουργείο μετατρέπεται σε περιοχή κατανάλωσης και διασκέδασης.

Εμβαλάγια και γκροζέιγ

$
0
0



Η ΕΛΒΑ ήταν βιομηχανία αναψυκτικών στη Θεσσαλονίκη και είχε πρατήριο εργοστασίου στην Αθήνα. Το 1931 τα αναψυκτικά της πωλούνταν «εντός χαρτίνου εμβαλαγίου».
Όμως, τι ήταν το εμβαλάγιον;


αναψυκτικό Ακρόπολις 6-7-1938
1931

Βρήκα την απάντηση στο ιστολόγιο «Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία». Είναι εξελληνισμένη η γαλλική λέξη emballage, που σημαίνει συσκευασία. Το εμβαλάγιον δεν έμεινε στο παρελθόν μαζί με άλλες αγρίως εξελληνισμένες λέξεις, αλλά χρησιμοποιείται και σήμερα. «Είναι απολύτως επίσημος όρος στη συνταγογραφία και η ένδειξη «ανά εμβαλάγιο» θα προστίθεται στο εξής σε κάθε συνταγή», γράφει ο Νίκος Σαραντάκος.
Η παρακάτω διαφήμιση ξεκαθαρίζει ότι όταν η ΕΛΒΑ έλεγε εμβαλάγιο, εννοούσε φακελάκι.
Αργότερα προτίμησε τις φιάλες και κατάργησε τα φακελάκια. Όσο για το γκροζέιγ, το αντικατέστησε με βυσσινάδες και αργότερα με γκαζόζες.


ΕΛΒΑ μπροστά στο Μπεζεστένι 1962
1962. Τρίκυκλο της ΕΛΒΑ μπροστά στο Μπεζεστένι μεταφέρει αναψυκτικά σε μπουκάλια.

Φαίνεται πως κάποια εποχή προτιμούσαν να λένε το φραγκοστάφυλο με το γαλλικό του όνομα. Το φραγκοστάφυλο έχει πολύτιμες ιδιότητες. Κάτι ήξεραν που έπιναν τον χυμό του. Σήμερα ανακαλύπτουμε ξανά την αξία του. Επίσης έφτιαχναν μαρμελάδες και γλυκά. Χρησιμοποιείται και στη μαγειρική.
Όταν η Ελένη Βλάχου ήταν εσωτερική σε ελβετικό σχολείο, επαναστάτησε αντικρίζοντας στο πιάτο της κουνέλι βραστό με σάλτσα φραγκοστάφυλο.
«Δεν έτρωγα τα φαγιά τους», είπε σε κάποια συνέντευξη. «Αλλά όταν δεν τα έτρωγα, σηκωνόμουνα στο τραπέζι κι έβγαζα λόγο. Κι έλεγα, όταν μου δίνετε –ακόμα το θυμάμαι– λαπά μπουγί σως γκροζέ (κουνέλι βραστό με γλυκιά σάλτσα), αυτό σημαίνει ότι δεν σέβεστε το παιδί. Λοιπόν, εγώ αυτό δεν το τρώω. Έβγαζα λόγους λοιπόν και τελικά είπανε, πάρτε την». Πηγή.
Η συνταγή του lapin bouilli aux groseilles για έξι άτομα απαιτεί ένα ολόκληρο μπουκάλι κόκκινο κρασί. Δικαιολογημένη η οργή της. Δεν είναι αυτό φαγητό για παιδιά.
Στο μεταξύ στην Ελλάδα, την ίδια εποχή, κάποια άλλα παιδιά…


πρόσφυγες στη Θεσσαλονίκη.jpg
Πρόσφυγες στη Θεσσαλονίκη.
Προσφυγόπουλα στην Αθήνα 1923.jpg
1923. Προσφυγόπουλα από την Αρμενία και ντόπια παιδιά στην Αθήνα.
https://tetysolou.wordpress.com/

Η Βασίλω του Μεταξουργείου

$
0
0




Δεκαετία του ΄50 και όταν έμενες στην Ακαδημία Πλάτωνος θα περνούσες και με την τσακαλοπαρέα μια βόλτα από το Μεταξουργείο σκαστά και μυστικά για να μην σου κοκκινίσει
 η μάνα τα μάγουλα αν το μάθαινε.
Κοντοπαντελονάκιας ακόμα.... δεν μεγάλωνες όσο και αν προσπαθούσες για την περίσταση...
Απόγευμα δήθεν για την αλάνα και τρεχάλα για τα διάσημα δρομάκια.
Στα σκαλιά απ΄έξω οι εργαζόμενες μοστράριζαν για το μεροκάματο....
Εκεί έρχεται  στην θύμηση η διάσημη Βασίλω....άντρας στην ταυτότητα και μάλιστα γεροδεμένος δεν έκρυβε τις προτιμήσεις του αλλά δούλευε ως "υπεύθυνος καθαριότητος και τάξης"δηλαδή τσατσά-τσάτσος για το μεροκάματο... έπρεπε να ζήσει.
Τέλος πάντων η τσακαλοπαρέα περνούσε γρήγορα από μπροστά από τα σπίτια με σκουντίματα
και πονηρά υπονοούμενα.
Μόλις έβλεπε την μαρίδα η Βασίλω αμέσως πήγαινε και τους μάλωνε για να γυρίσουν στο σπίτι τους.
Δεν χρειαζότανε δεύτερη κουβέντα τα πόδια στην πλάτη και πρώτη στάση στην αλάνα για να εξιστορίσουμε τις "ανδραγαθείες"μας στους άτολμους που δεν ήρθαν μαζί.
Η Βασίλω ήταν αγαπητή σε όλη την πιάτσα....προστάτευε με την καλή έννοια τις κοπέλες
και αυτές δεν την άφηναν χωρίς δουλειά.
Οι αγαπητικοί την φοβόντουσαν .....
Βοηθούσε τους ανήμπορους στην γειτονιά....
Ήταν αποδεκτή από όλους...συζητούσε με τις γειτόνισες για μαγειρέματα...έπαιρνε
και έδινε συμβουλές.
Την είχαν αποδεχτεί όπως ήταν....είχε μεγάλη καρδιά.
Το τέλος της δεν ήταν καλό....στην συνέχεια βρέθηκε να δουλεύει στην "ξακουστή" Χαβάη των Κατελάνων κάτω από το ΠΕΡΟΚΕ.
Σκοτώθηκε κάτω από άγνωστες συνθήκες ....δεν ασχολήθηκαν και πολύ ....σιγά....ένα ακόμα άτομο του περιθωρίου θα σκέφτηκαν που όμως είχε βοηθήσει πολλούς ανθρώπους
και ήταν και το ίδιο άνθρωπος.

Ναρκωτικά και ναρκομανείς στην Αθήνα του Μεσοπολέμου

$
0
0

Presentatioaaaaaaaaaaaaan1narkotikaΓράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Την εποχή του Μεσοπολέμου η Ελλάδα αντιμετώπισε την πρώτη μεγάλη «επίθεση» του φαινομένου των ναρκωτικών στην πρωτεύουσά της, όπου το 1932 υπήρχαν «τριάντα πέντε χιλιάδες τοξικομανών εις τας Αθήνας και τον Πειραιά»! Δημοσιογραφικές έρευνες κατέγραφαν τους χώρους και τους τρόπους διακίνησης και αγοραπωλησίας των ναρκωτικών –λίγο απέχουν από τη σημερινή πραγματικότητα–, την αντίδραση της Αστυνομίας και τις πρώτες προσπάθειες για επιστημονική αντιμετώπιση του προβλήματος. Είχε δημιουργηθεί ένας «δίαυλος θανάτου» με την Αίγυπτο, όπου πηγαινοέρχονταν έμποροι ναρκωτικών δημιουργώντας ισχυρό δίκτυο στη Μεσόγειο, και στο Δρομοκαϊτειο Ψυχιατρείο –το 1931– εισάγονταν περισσότερα περιστατικά «ηρωινομανών» και λιγότερα ψυχοπαθών! Οι ουσίες που κυκλοφορούσαν ήταν το όπιο, η μορφίνη, η ηρωίνη, η κοκαΐνη, η ευκοδάλη, η δικωδίδη, η διλωδίδη, η ινδική κάνναβις κ.ά. Η προσπάθεια να δημιουργηθούν κέντρα φιλοξενίας προσέκρουσε στις τοπικές αντιδράσεις, ενώ το φαινόμενο αντιμετωπίσθηκε συστηματικά στα χρόνια της δικτατορίας του Ι. Μεταξά.
Σκίτσο εποχής που απεικόνιζε το εσωτερικό των Φυλακών Συγγρού.
Σκίτσο εποχής που απεικόνιζε το εσωτερικό των Φυλακών Συγγρού.
Το πρόβλημα
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της εποχής, όπως καταγράφηκαν στις μελέτες του γιατρού Σπυρίδωνα Βάμβα, οι χρήστες στην Αθήνα και το επίνειό της, τον Πειραιά,
Ο ιατρός Σπύρος Βάμβας. Φωτογραφικό τεκμήριο.
Ο ιατρός Σπύρος Βάμβας. Φωτογραφικό τεκμήριο.
υπολογίζονταν το 1932 σε 35.00
0. Το πρόβλημα είχε πλήξει ιδιαίτερα τους προσφυγικούς πληθυσμούς. Δηλαδή, ούτε λίγο ούτε πολύ, ένας στους είκοσι στην Αθήνα και τον Πειραιά ήταν χρήστης κάποιας ουσίας! Όσο για την πιο προωθημένη θεραπεία που εφαρμοζόταν, προέβλεπε τις πρώτες 72 ώρες, τα τρία πρώτα 24ωρα, να δέχεται ο ασθενής ενέσεις σκοπολαμίνης και μορφίνης, μία ένεση κάθε 6-7 ώρες. Ο ασθενής έπεφτε σε νάρκη και όταν αφυπνιζόταν εισερχόταν «εις το στάδιον της μεταμελείας»!
Με αυτή τη μέθοδο ο Βάμβας υποστήριζε ότι είχε θεραπεύσει «320 αλήτας τοξικομανείς», εκ των οποίων το 40% είχε ξαναπέσει στα ναρκωτικά διότι δεν είχε τη δυνατότητα να συντηρηθεί και είχε βρεθεί με τις ίδιες παρέες. Έδινε, μάλιστα, στοιχεία για το προφίλ των ναρκομανών αφού επισήμαινε ότι από τους 320 που είχε «θεραπεύσει» οι 144 ήταν έγγαμοι, ενώ από αυτούς οι 108 διατελούσαν σε χηρεία ή διαζύγιο. Κατέληγε δε στο συμπέρασμα ότι «η τοξικομανία καταστρέφει τον έρωτα»!
Τοξικομανείς στη στοά Πάππου. Σκίτσο Φωκίωνα Δημητριάδη.
Τοξικομανείς στη στοά Πάππου. Σκίτσο Φωκίωνα Δημητριάδη.
Οι χώροι διακίνησης
Ποια ήταν τα στέκια τους; Στην πλατεία Βαρβακείου, κοντά στο περίφημο «ΣΥΣΣΙΤΙΟ», φιλανθρωπική προσπάθεια που στεγαζόταν στη συμβολή των οδών Σωκράτους και Αριστογείτονος, στο κτίριο που σώζεται μέχρι σήμερα. Σύχναζαν στα διάφορα γιαπιά κοντά στην οδό Αθηνάς και κάτω από το Εργατικό Κέντρο, όπου κούρνιαζαν τις νύχτες. Εξάλλου, τους γνώριζαν όλοι οι επαγγελματίες της οδού Αθηνάς, ιδιαίτερα δε όσοι διατηρούσαν ψαράδικα στην οδό Βαρβάκη. Το εμπόριο ναρκωτικών διεξαγόταν στο κέντρο της πόλης, με επίκεντρο μάλιστα τη Στοά Πάππου, και ξεκινούσε στις έξι το πρωί.
«Παιδί που στρίβει τσιγάρο». Έργο του Νικηφόρου Λύτρα.
«Παιδί που στρίβει τσιγάρο». Έργο του Νικηφόρου Λύτρα.
Επίσης γινόταν στις παρόδους γύρω από το Βαρβάκειο –τότε σωζόταν ακόμη το Σχολείο–, στη Λαχαναγορά –η οποία βρισκόταν στη συμβολή της Ιεράς Οδού με την οδό Πειραιώς–, στα τέρματα των τραμ, στα καταγώγια που είχαν φυτρώσει στην περιοχή του Δέλτα του Φαλήρου, στην πλατεία Καραϊσκάκη στον Πειραιά και σε μικρά καφενεία, τα οποία επιβίωναν χωρίς να έχουν πελατεία. Τα καφενεία αυτά ανήκαν σε αποφυλακισμένους, διαρρήκτες που ήταν γνωστοί στην Αστυνομία. Οι μεγαλέμποροι παρέμεναν πάντα «ασύλληπτοι και αόρατοι».
Το Δρομοκαϊτειο στα μέσα του 20ού αιώνα.
Το Δρομοκαϊτειο στα μέσα του 20ού αιώνα.
«Να περισυλλεγούν το ταχύτερον»
Το καλοκαίρι του 1932 φαίνεται πως η κατάσταση στην Αθήνα είχε γίνει αφόρητη. Οι καταστηματάρχες της οδού Αθηνάς και των κάθετων δρόμων ζητούσαν να ληφθούν μέτρα για την αντιμετώπιση της «πληγής των κοκαϊνομανών και μορφινομανών», οι οποίοι λυμαίνονταν τα μέρη τους. Η απάντηση δημοσιευόταν σύντομα στις εφημερίδες: «Συνεστήθη επιτροπή (που) θα τους περισυλλέξη όλους, θα τους κλείση σε κάποιο απομακρυσμένο μοναστήρι-ιατρείο και εκεί θα τους αρχίση συστηματική θεραπεία». Αλλά όσα μέτρα και αν λάμβανε η Αστυνομία ο αριθμός των τοξικομανών –κυρίως μορφίνης και κοκαΐνης– αυξανόταν. Αρκετοί συλλαμβάνονταν αλλά συνέχιζαν αμέσως μόλις ελευθερώνονταν. Άλλοι ζητιάνευαν στους δρόμους και άλλοι έκλεβαν, κάνοντας ό,τι είναι δυνατόν «για να ικανοποιήσουν το πάθος των».
Εντύπωση προκαλεί το γεγονός πως η Αστυνομία ήξερε «όλη την οργάνωσι καθώς και τα πρόσωπα που την απαρτίζουν, από των μεγαλόσχησμων ιδρυτών των τραστ μέχρι των μικροπρακτόρων και μεταπρατών»! Αλλά δήλωνε πως δεν μπορούσε να αντιδράσει «διότι αντιβαίνει η επέμβασίς της στα δικαιώματα του ανθρώπου και του πολίτου». Επίσημα δηλωνόταν πως δεν υπήρχε νομικό οπλοστάσιο και δεν ήταν εύκολο να συλληφθεί ο έμπορος με τα ναρκωτικά στα χέρια. Και όταν συλλαμβανόταν η ποινή ήταν εξαιρετικά μικρή, οπότε κάποιος αντικαταστάτης ή η γυναίκα του συνέχιζε την πώληση μέχρι ο ίδιος να βγει από τη φυλακή!
Η περιοχή του Βαρβακείου.
Η περιοχή του Βαρβακείου.
Οι «χώροι φιλοξενίας»
και το περίεργο «Μουσείον»
Ο μόνος ειδικευμένος επιστήμονας της εποχής, ο γιατρός Σπ. Βάμβας, πρότεινε να περισυλλεγούν οι χρήστες και να κλειστούν σε Μοναστήρι του Ωρωπού. Τα χρήματα έδινε το Υπουργείο Πρόνοιας, αλλά η Εκκλησία φοβόταν μήπως δημιουργηθεί προηγούμενο με τη διάθεση των μοναστηριών. Σημειώθηκαν αντιδράσεις, όπως έγινε και στην Αίγινα όταν προτάθηκε να φιλοξενήσει τους ναρκομανείς η ιστορική Μονή της. Οι κάτοικοι του νησιού ξεσηκώθηκαν και το κοινοτικό συμβούλιο σήκωσε «επανάσταση», στάση που διατήρησε και κάθε περιοχή στην οποία προτεινόταν για να φιλοξενήσει εξαρτημένους. Οπότε το εγχείρημα εγκαταλείφθηκε…
Η οδός Αθηνάς. Φωτογραφία Fred Boissonas.
Η οδός Αθηνάς. Φωτογραφία Fred Boissonas.
Εν τω μεταξύ, το 1932, στις Φυλακές Συγγρού αναπτυσσόταν ένα πρωτότυπο Μουσείο με τις συσκευασίες με τις οποίες συγγενείς και φίλοι των κρατουμένων για ναρκωτικά επιχειρούσαν να τους προμηθεύσουν ουσίες. Κουτιά γλυκισμάτων, ταψιά, πάσης φύσεως μαγειρικά σκεύη και αγγεία, ειδικά διασκευασμένα με τρόπο ώστε κατά τη μεταφορά του φαγητού ή γλυκισμάτων στους κρατουμένους να μεταφέρονται και ναρκωτικά για να «μη στεναχωρείται ο κρατούμενος»! Ειδικά συσκευασμένα πακέτα τσιγάρων, γραβάτα με ειδική εσοχή, ειδική κρύπτη στην κορδέλα του καπέλου, ειδικά φτιαγμένες επιστολές ήταν μερικά από τα περιεχόμενα του ιδιότυπου εκείνου Μουσείου.
Iωάννης Μεταξάς.
Iωάννης Μεταξάς.
Φυλακίσεις και εκτοπισμοί
από τη δικτατορία Ι. Μεταξά
Τον Ιούνιο του 1936 η Ελλάδα κύρωσε τη Σύμβαση «προς καταστολήν του παρανόμου εμπορίου των ναρκωτικών φαρμάκων», την οποία το δικτατορικό καθεστώς του Ιωάννη Μεταξά κύρωσε με αναγκαστικό το νόμο το 1937. Από τότε εξαπολύθηκε ένα ανελέητο κυνηγητό, ενώ οργανώθηκαν ειδικές υπηρεσίες στην Ασφάλεια και στο Υπουργείο Πρόνοιας. Οι ποινές για τους εμπόρους ναρκωτικών έγιναν εξοντωτικές, όπως και οι χρηματικές ποινές. Από το 1938 οι λαθρέμποροι ναρκωτικών εκτοπίζονταν και οι ελληνικές διωκτικές υπηρεσίες ανέπτυξαν συνεργασία με τις αντίστοιχες υπηρεσίες των ευρωπαϊκών χωρών και της Τουρκίας. Το φαινόμενο σχεδόν εξαφανίσθηκε για να επανέλθει με σφοδρότητα τις τελευταίες δεκαετίες.

«Δεσποινίς. Από την πρώτην στιγμήν που σας είδον, η καρδιά μου ήρχισε να πάλλη παραδόξως!»

$
0
0

«Δεσποινίς. Από την πρώτην στιγμήν που σας είδον, η καρδιά μου ήρχισε να πάλλη παραδόξως!»
Για να εκτιμήσετε καλύτερα πόσο απλόχερη είναι η εποχή μας στους αδιόρθωτα ερωτευμένους, θα ξεκινήσουμε το σημερινό μας σημείωμα με μια μικρή αναφορά στο τι υπέφεραν οι ερωτευμένοι μιας άλλης εποχής. Αντιλαμβάνεστε βέβαια, ότι όσο πιο μικρή ήταν κάποτε η Αθήνα μας, όσο πιο πολύ οι κάτοικοί της γνωρίζονταν μεταξύ τους, τόσο περισσότερο πρόσεχαν και σεβόντουσαν τις ντόπιες γυναίκες και προπάντων τα κορίτσια. Πριν από το 1890, ελάχιστοι θα σκέφτονταν να πειράξουν Αθηναία στο δρόμο. Οι συνέπειες ενός τέτοιου τολμήματος θα ήταν τρομερές. Δανδήδες και λιμοκοντόροι περιοριζόντουσαν σε γλυκοκοιτάγματα, ενώ μόνο ξετσίπωτοι προχωρούσαν σε εκδηλώσεις θαυμασμού, του τύπου: «Δεσποινίς, είστε ωραία».
Η πιο συνηθισμένη αναιδής τέτοια έκφραση ήτανε το: «Φτου να μη βασκαθήτε, δεσποινίς» και αναφερότανε βεβαίως ως έκφραση θαυμασμού στο πάχος της μικρής, αφού ακόμη τότε το ευτραφές του σώματος ήταν της μόδας. Φυσικά τέτοια πειράγματα θεωρούνταν προσβλητικές εκδηλώσεις.
Το κορίτσι της Παλιάς Αθήνας αντιδρούσε σε αυτές τις ανήθικες επιθέσεις με δύο τρόπους: Υστερικά κλάματα και γοερή έκκληση σε βοήθεια! Συνήθως θα βρισκόταν πάντα εκεί κοντά ένας χωροφύλακας, που θα οδηγούσε τον αυθάδη νέο στο τμήμα για να αξιολογηθεί η αναίσχυντη πράξη και τα περαιτέρω...
valentin2
Ο Αθηναιογράφος Βασίλης Αττικός αναφέρει την περιπέτεια ενός νεαρού υπαλλήλου του Υπουργείου Εξωτερικών, ο οποίος είχε το «θράσος» να κοιτάξει κάπως ερωτιάρικα μια όμορφη δεσποινίδα στο Φάληρο. Ίσως δε να της πέταξε και κάποιο γλυκόλογο. Τρέμοντας από θυμό, ο πατέρας της μικρής δεν περιορίστηκε μονάχα στο να βάλει αμέσως στη θέση του τον «κορτάκια», αλλά έγραψε ο αθεόφοβος τρισέλιδη αναφορά στον Υπουργό Εξωτερικών, όπου φυσικά όλη η «ανοίκειος συμπεριφορά» του υπαλλήλου και τα «έκτροπα» που δημιούργησε εξιστορούνταν με κάθε λεπτομέρεια και δραματικότατο τόνο.
Ο υπουργός ασχολήθηκε αμέσως με την απρεπή κι ανάρμοστη συμπεριφορά του νεαρού υπαλλήλου του και τον κάλεσε σε γραπτή απολογία!
Ακόμη σώζεται στο Υπουργείο Εξωτερικών η απολογία του άτυχου νεαρού: «Ητένιζον την Δεσποινίδα, ουχί όμως ερωτικώς και με ασεβή προδιάθεσιν, αλλ'απλώς και μόνον προς θεαματισμόν»!
valentin3
Επειδή όμως η σημερινές γενιές σκέπτονται πιο πρακτικά, σας δίνω αμέσως γραπτές οδηγίες για το πώς θα προσεγγίσετε το έτερον ήμισυ, μέρες που είναι. Όπως θ'αντιληφθείτε, οι οδηγίες αυτές απευθύνονται κυρίως στο ανδρικό φύλο, που πρέπει βέβαια να πάρει τις πρέπουσες πρωτοβουλίες:

Ατάκα 1η: 
«Δεσποινίς. Λαμβάνω τον κάλαμον ανά χείρας με τρέμουσαν την δεξιάν διά να αποτολμήσω να σας ειπώ ότι από την πρώτην στιγμήν που σας είδον, η καρδιά μου ήρχισε να πάλλη παραδόξως!»
Με τέτοια φοβερή εισαγωγή ότι και ν'ακολουθήσει θα δημιουργήσει φοβερή εντύπωση.
Βαθμός επιτυχίας: 100%

Ατάκα 2η:
«Μια τέχνη ξέρω: ν'αγαπώ, κι αν θέλης το καλό σου, να μη διστάσης, κόρη μου: Πάρε με δάσκαλό σου».
Άλλη φοβερή εισαγωγή που δείχνει ταυτόχρονα και πόσο καλλιεργημένο χαρακτήρα έχετε, αφού χειρίζεσθε με σπάνια ικανότητα τον έμμετρο λόγο.
Βαθμός επιτυχίας: 110%
valentin4
Ατάκα 3η:
Για όσους έχουν περάσει το στάδιο των σαλιαρισμάτων και σκέπτονται πιο πρακτικά, προτείνουμε μια προσγειωμένη προσέγγιση που δεν επιδέχεται παρανοήσεις, του τύπου π.χ. «Τη γυναίκα μου τη θέλω νάναι ώμορφη πολύ νάχη και κοντή τη γλώσσα όχι απαιτητική νάναι άθικτη και τέλος να με αγαπά πολύ».
Εδώ ο έμμετρος λόγος αναδεικνύει υποδειγματικά τον πλούσιο ψυχικό σας κόσμο και βάζει υγιείς βάσεις για την μελλοντική συμβίωση.
Βαθμός επιτυχίας: Δεν υπάρχουν αδιαμφισβήτητα στατιστικά στοιχεία.

Ατάκα 4η:
Εδώ όπως βλέπετε και στη φωτογραφία θα χρειαστούμε κάποια υλικά ώστε να κάμψουμε και τις τελευταίες αντιστάσεις. Πρόταση για ιδιαίτερα τολμηρούς!
Βαθμός επιτυχίας: Άγνωστος...
valentin5


Ο ηλεκτρικός

$
0
0




  • Σταθμός Κάτω Πατησίων 1956....έβλεπες μεσοτοιχία αυλές με μπουγάδες αλλά και κοτέτσια με την μάντρα του ηλεκτρικού.
    Ξύλινα τα βαγόνια και όταν περνούσε έτριζαν τα πάντα...
    Ήταν όμως επίτευγμα της εποχής...από Κηφισιά στον Πειραιά και έκανες χάζι το τοπίο σε όλη την διαδρομή.
    Συγγενής είχε σπίτι δίπλα στον παραπάνω σταθμό και όταν βρισκόμαστε σε τσιμπούσι σε κάποια γιορτή κρατούσαμε τα ποτήρια για να μην λερώσουν το τραπεζομάντηλο από το κούνημα.
    Απλά γελούσαν όλοι και ρωτούσαν τι ώρα περνάει το επόμενο...
    Από Άνω Πατήσια προς Περισσό περνούσες από το Β΄νεκροταφείο ...
    εκεί έκανες τον σταυρό σου έχοντας δίπλα τους γονείς σου που μουρμούραγαν...."...εδώ θα είναι το τελευταίο σπίτι μας...".
    Τους αγριοκοιτάζαμε αλλά τελικά είχαν δίκιο....βιζαβί και απεναντίας
    και οι δύο εκεί που κοιτάζαμε οικογενειακώς.
    Μελαγχόλησα...
    Στην συνέχεια το γήπεδο του Απόλλωνα Ριζούπολις....κορόϊδευαν τους οπαδούς του και τους έλεγαν Ιεχωβάδες επειδή το νοίκιαζαν σε δαύτους για τις "βαφτίσεις"τους προκειμένου να βγάλει κανένα φράγκο η ομάδα.
    Σταθμός Νέα Ιωνία στην συνέχεια....εκεί υπήρχε συνωστισμός επιβατών...φτωχομάνα...
    έτσι έλεγαν την λαϊκή αυτή συνοικία με τα πολλά φθηνά μαγαζιά.
    Από Μαρούσι και μετά θύμιζε εξοχή η διαδρομή....η Κηφισιά ήταν το τέρμα...
    η αίγλη υπήρχε από τότε....
    Βολτάριζες θαυμάζοντας τα υπέροχα σπίτια με τους μεγάλους κήπους...τα μεγάλα
    Αμερικάνικα αυτοκίνητα....τις άμαξες με τα άλογα.
    Από Άνω Πατήσια προς Ομόνοια και ανάποδα τις ώρες αιχμής γινότανε το έλα να δείς στον ηλεκτρικό.
    Γεμάτα όλα τα βαγόνια και για τους ΚΑΠΝΙΖΟΝΤΕΣ και για τους ΜΗ....
    Στην σκευοφόρο το δράμα αφού ήταν ελάχιστες οι χειρολαβές γιατί το βαγόνι αυτό ήταν για επιβάτες με ογκώδη αντικείμενα.
    Ο ένας στηριζότανε στο σώμα του άλλου με τα γνωστά αποτελέσματα....
    "...να για να μάθεις ανώμαλε..."...και το χαστούκι ακουγότανε με τον δράστη
    να κάνει τον Κινέζο.
    Επιτέλους...ΟΜΟΝΟΙΑ...εκεί ξεμπουκάρανε οι περισσότεροι για να συνεχίσουν
    οι άλλοι μέχρι τον Περαία.

Δεκεμβριανά 1944: Tο χρονικό του αίματος

$
0
0

Άρθρο του Πιέρρου Τζανετάκου
Το βράδυ της 16ης Δεκεμβρίου και ενώ οι μάχες μεταξύ των ανταρτών του ΕΛΑΣ και των κυβερνητικών δυνάμεων συνεπικουρούμενων από τα βρετανικά στρατεύματα εξελίσσονταν πλέον εις βάρος του ΕΑΜ, ο άγγλος στρατηγός και διοικητής όλων των ένοπλων δυνάμεων που δραστηριοποιούνταν μετά την Απελευθέρωση στην Ελλάδα Ρόναλντ Σκόμπι πραγματοποίησε τη δεύτερη, εν μέσω της εμφύλιας σύρραξης, επαφή με την ηγεσία του ΚΚΕ.

Πρότεινε στον γραμματέα του Γ. Σιάντο εκεχειρία με τους εξής όρους: Την υποχώρηση του ΕΛΑΣ εκτός του λεκανοπεδίου της Αττικής και τον αφοπλισμό των ανταρτικών στρατιωτικών δυνάμεων που συμμετείχαν στην μάχη της Αθήνας.

Ο Σιάντος αρνήθηκε, αντιπροτείνοντας μάλιστα την παράδοση των όπλων των κυβερνητικών δυνάμεων, πλην της Ορεινής Ταξιαρχίας. Το ίδιο είχε συμβεί και τέσσερις μέρες νωρίτερα, όταν η πολεμική αναλογία δεν ήταν ακόμα τόσο επαχθής για τις δυνάμεις του Μετώπου.

Αυτή ήταν η δεύτερη και τελευταία ευκαιρία του ΚΚΕ να δώσει τέλος στην ήδη πολύνεκρη εμφύλια διαμάχη και να διαπραγματευθεί με τους Βρετανούς και την κυβέρνηση Παπανδρέου τους πολιτικούς όρους σύμφωνα με τους οποίους θα διαμορφωνόταν η κυριαρχία στη μεταπολεμική Ελλάδα.

Άλλωστε τη στιγμή εκείνη το ΕΑΜ, ως πρωταγωνιστική δύναμη στην αντίσταση εναντίον των κατακτητών, έχαιρε ευρείας λαϊκής υποστήριξης και θα μπορούσε ακόμα να διεκδικήσει ρυθμιστικό ρόλο στην ελληνική πολιτική σκηνή.

Όμως, οι βλέψεις της κομμουνιστικής ηγεσίας- η οποία φοβόταν ότι επέρχεται η παλινόρθωση του προπολεμικού δικτατορικού καθεστώτος- ήταν εξ αρχής άλλες και συνοψίζονταν ως εξής: Ένοπλη αντίσταση στα σχέδια των Βρετανών και της ελληνικής αστικής τάξης και κατάληψη της εξουσίας με τα όπλα, υπό τις ευλογίες της Σοβιετικής Ένωσης.

Η στρατηγική του ΚΚΕ, με κύρια χαρακτηριστικά την άγνοια του διπλωματικού γίγνεσθαι στο ευρωπαϊκό πεδίο, την ελλειμματική ανάλυση των στρατιωτικών συσχετισμών εντός κι εκτός Ελλάδας και την αδυναμία κατανόησης των πραγματικών βλέψεων του Στάλιν λειτούργησε τελικά εις βάρος του συνόλου του αντιστασιακού κινήματος και υπέρ των καλοσχεδιασμένων βρετανικών ιμπεριαλιστικών συμφερόντων.

Ποια ήταν αυτά; Ο ΕΛΑΣ αφοπλίστηκε, οι υποστηρικτές του ΕΑΜ και δη του ΚΚΕ περιορίστηκαν εξοντωτικά σε πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο και τα Δεκεμβριανά έγιναν η αιτία να ορθωθεί ένα σκληρό δεξιό και με σαφή αντικομμουνιστικό χαρακτήρα, μετεμφυλιακό κράτος.

Στο παρόν άρθρο επιχειρείται μια συνοπτική πολιτική προσέγγιση της δεκεμβριανής σύγκρουσης του 1944, και όσων προηγήθηκαν, κυρίως δια της ανάδειξης των διακριτών στρατηγικών που ακολούθησαν τα εμπλεκόμενα μέρη: Αφενός η διττή- και κατά τεκμήριο λανθασμένη- τακτική της ηγεσίας του ΚΚΕ και η εντέχνως διφορούμενη στάση του Στάλιν στο ελληνικό ζήτημα. Αφετέρου η επιθετική πολιτική του Τσόρτσιλ στην Ελλάδα και η συμπαράταξη της αστικής πολιτικής τάξης της χώρας με τα βρετανικά συμφέροντα.

Οι πόλοι εξουσίας και τα πολιτικά διακυβεύματα στην προ-δεκεμβριανή Ελλάδα 
Όταν στις 18 Οκτωβρίου 1944 η κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας με πρωθυπουργό τον Γεώργιο Παπανδρέου έφτανε στην απελευθερωμένη Αθήνα, πλήθος κόσμου διαδήλωνε στους δρόμους της πρωτεύουσας, πανηγυρίζοντας την οριστική αποτίναξη του γερμανικού ζυγού.
Τα πρώτα μηνύματα της- έστω επιφανειακής- πολιτικής ενότητας ως αποτέλεσμα των συμφωνιών του Λιβάνου και της Καζέρτας, επέτρεπαν στον ήδη βαριά δοκιμασμένο ελληνικό λαό να ελπίζει, έστω αμυδρά, ότι οι αντίρροπες δυνάμεις που αναμειγνύονταν στη διαμόρφωση του μεταπολεμικού πλέγματος εξουσίας , θα συνέκλιναν ακόμα περισσότερο.

Όμως, η σκληρή σύγκρουση, που είχε προηγηθεί κατά τη διάρκεια της κατοχικής περιόδου στην ύπαιθρο, μεταξύ των ανταρτικών οργανώσεων- με υπαίτια και κυρίαρχη δύναμη τον ΕΛΑΣ- η αιματηρή ένοπλη διαμάχη μεταξύ των δοσιλόγων των Ταγμάτων Ασφαλείας και των υποστηρικτών του ΚΚΕ (ΟΠΛΑ- εαμική Πολιτοφυλακή) στα αστικά κέντρα, αλλά και τα συνεχή κινήματα στο ελληνικό στράτευμα της Μέσης Ανατολής προμήνυαν ότι η διαδρομή για την όρθωση της μετακατοχικής Ελλάδας θα ήταν ιδιαιτέρως δύσβατη.

Από τις αρχές του 1944 και όταν πλέον η ήττα του Άξονα διαφαινόταν στον πολεμικό ορίζοντα, επί ελληνικού εδάφους είχαν ήδη διαμορφωθεί οι δύο δυναμικοί πόλοι εξουσίας που θα πρωταγωνιστούσαν στη νομή της εξουσίας την «επόμενη μέρα» της Απελευθέρωσης.

Βρετανοί και αστική πολιτική τάξη από τη μία πλευρά και ΕΑΜ- ΚΚΕ από την άλλη. Στους πολέμιους του κομμουνιστικού στρατοπέδου εντάσσονταν και οι δοσίλογοι των Ταγμάτων Ασφαλείας.

Οι πρώην αξιωματικοί και οι οπλίτες που στελέχωσαν τα Τάγματα, όντες οι περισσότεροι οπαδοί του προπολεμικού καταναγκαστικού καθεστώτος Μεταξά είχαν εξοπλιστεί από τους γερμανούς για την καταπολέμηση του ΕΑΜ, αλλά κατακρίνονταν σε έντονο βαθμό για την τότε δράση τους, τόσο από τους Βρετανούς, όσο και από τον αστικό κόσμο.

Τα κύρια διακυβεύματα για τους συμμετέχοντες στα ελληνικά πολιτικά πράγματα τους μήνες πριν από την Απελευθέρωση ήταν τα εξής: Πρώτον, ο καθορισμός των όρων σύμφωνα με τους οποίους θα γινόταν η συγκρότηση του εθνικού στρατού και της αστυνομίας.

Δεύτερον, η διεξαγωγή εκλογών για πρώτη φορά μετά το 1936 και η προσφυγή σε δημοψήφισμα για το πολιτειακό ζήτημα. Τρίτον, το μέλλον των δοσιλόγων και των ανά την επικράτεια συνεργατών των Γερμανών.

Η ρύθμιση των τριών αυτών θεμάτων ήταν εξαιρετικά καθοριστική για τη διαμόρφωση των πολιτικών δομών της μεταπολεμικής Ελλάδας και ήδη από την άνοιξη του 1944 και με την υστερόβουλη πρωτοβουλία των Βρετανών είχαν ξεκινήσει οι πολιτικές διαπραγματεύσεις ανάμεσα στους δυο πόλους εξουσίας.

Η γεφύρωση, όμως, των διαφορών αποτελούσε εξαρχής μια δυσχερέστατη υπόθεση, καθώς τα εμπλεκόμενα μέρη, παρά τη φαινομενική διάθεση συμβιβασμού, διεκδικούσαν επί της ουσίας την απόλυτη κυριαρχία στην μεταπολεμική Ελλάδα, ενώ ταυτοχρόνως διακατέχονταν από έντονα συναισθήματα καχυποψίας για τις προθέσεις του αντιπάλου.

Η στρατηγική των δύο πόλων εξουσίας την περίοδο πριν από τη σύγκρουση
Αντιλαμβανόμενοι οι Βρετανοί και ο αστικός κόσμος ότι είχαν απολέσει τον πολιτικό και στρατιωτικό έλεγχο στην Ελλάδα, καθώς λίγους μήνες πριν από την Απελευθέρωση το ΕΑΜ κυριαρχούσε τόσο στην ύπαιθρο, όσο και στην Αθήνα, έθεσαν ως πρωταρχικό στόχο τους τον περιορισμό του αντιστασιακού κινήματος, μέσω καταρχήν της πολιτικής περιχαράκωσής του και σε δεύτερη φάση δια του αφοπλισμού του ΕΛΑΣ.

Έπρεπε πάση θυσία ν’ εξασφαλίσουν ότι ο γιγαντωμένος αντάρτικος στρατός δεν θα έστρεφε τα όπλα εναντίον τους, όταν θα ερχόταν η ώρα της αποβίβασης στην απελευθερωμένη Ελλάδα.

Το εγχείρημα αυτό ήταν ιδιαιτέρως δύσκολο, καθώς οι «σκληροί του βουνού» ουδεμία διάθεση επεδείκνυαν να παραδοθούν στον Τσόρτσιλ. Ο οξυδερκής βρετανός πρωθυπουργός δεν ήθελε σε καμία περίπτωση να τεθεί υπό αμφισβήτηση η αποικιοκρατικού χαρακτήρα κυριαρχία της χώρας του στην Ελλάδα, για την οποία έλεγε χαρακτηριστικά ότι οι συμπατριώτες του «είχαν ήδη κάνει πολλές θυσίες».

Γνωρίζοντας τη δυναμική επιρροή του ΚΚΕ και μέσω αυτού της Σοβιετικής Ένωσης στο ΕΑΜ, όντας θορυβημένος από την επέλαση του Κόκκινου Στρατού στα Βαλκάνια και θέλοντας να εξασφαλίσει τον πρωταρχικό ρόλο της Βρετανίας στη Μεσόγειο, ο Τσόρτσιλ πραγματοποίησε τον Μάιο 1944 την πρώτη διπλωματική κρούση προς τον Στάλιν, ζητώντας του συμφωνία για τη βρετανική κυριαρχία στην Ελλάδα. Το «αντάλλαγμα» ήταν η παραχώρηση του ελέγχου της Ρουμανίας στη Σοβιετική Ένωση, πρόταση που έγινε κατ’ αρχήν αποδεκτή.

Διαθέτοντας από το σημείο εκείνο και στο εξής τη σιωπηρή συναίνεση του Στάλιν, οι Βρετανοί ανέλαβαν την πρωτοβουλία σύστασης κυβέρνησης εθνικής ενότητας και με τη συμμετοχή στελεχών του ΕΑΜ. Αυτό κατέστη δυνατό- ως αποτέλεσμα σειράς ενεργειών και διαπραγματεύσεων- στις αρχές Σεπτεμβρίου 1944, όταν έξι στελέχη του Μετώπου ενσωματώθηκαν στην ήδη σχηματισμένη από τον Μάιο του ίδιου έτους κυβέρνηση υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου.

Η αποδοχή του ΕΑΜ να συμμετάσχει στο εθνικό σχήμα υπό τους επαχθείς όρους που είχαν τεθεί στο Συνέδριο του Λιβάνου και σύμφωνα με τους οποίους ο ΕΛΑΣ υπαγόταν στις διαταγές της κυβέρνησης και οι Βρετανοί αναλάμβαναν κυρίαρχο ρόλο στη συγκρότηση του εθνικού στρατού, έγινε μόνο κατόπιν των σχετικών μηνυμάτων από τη Μόσχα, τα οποία υπεδείκνυαν στο ΚΚΕ το δρόμο της- προσωρινής τουλάχιστον- συναίνεσης.

Επόμενο- και κρισιμότερο βήμα- στη στρατηγική των Βρετανών ήταν η θεσμική υπαγωγή του ΕΛΑΣ απευθείας στον έλεγχό τους και όχι μέσω της ελληνικής κυβέρνησης. Κι ενώ η Σοβιετική Ένωση τηρούσε δια των αντιπροσώπων της την ίδια στάση, σεβόμενη προς το παρόν τη συμφωνία με τους Βρετανούς, στις 26 Σεπτεμβρίου 1944 ο στρατηγός Σαράφης υπέγραψε τη συμφωνία της Καζέρτας, θέτοντας τον ΕΛΑΣ υπό τις διαταγές του ανώτατου διοικητή των βρετανικών στρατευμάτων που θα αποβιβάζονταν στην Ελλάδα Ρόναλντ Σκόμπι.

Ο τελευταίος οριοθέτησε όχι μόνο το είδος των εφεξής επιχειρήσεων του ΕΛΑΣ στην ελληνική επικράτεια- δηλαδή αποκλειστικά την παρενόχληση των Γερμανών κατά την αποχώρησή τους από την Ελλάδα- αλλά περιόρισε ταυτόχρονα και το χώρο δράσης του: Βάσει της σχετικής διαταγής απαγορεύθηκε στους αντάρτες η είσοδος στην Αθήνα, γεγονός καθοριστικό για τη μελλοντική εξέλιξη των πραγμάτων.

Λίγες μέρες μετά, στις 9 Οκτωβρίου 1944 ο Τσόρτσιλ συναντήθηκε με τον Στάλιν στην περίφημη πλέον διάσκεψη της Μόσχας και συμφώνησαν ότι η επιρροή στην Ελλάδα θα διαμοιραστεί κατά 90%-10% υπέρ των Βρετανών, στη Ρουμανία 90% και στη Βουλγαρία 75% υπέρ των Σοβιετικών, ενώ «εξ ημισείας» χωρίζονταν Ουγγαρία και Γιουγκοσλαβία. Πρόκειται για τη συμφωνία των «ζωνών επιρροής», το κομβικότερο σημείο αναφορικά με τις μετέπειτα εξελίξεις στην Ελλάδα.

Ο Τσόρτσιλ είχε θέσει τα θεμέλια για την πολιτική (επανα)κυριαρχία της Βρετανίας στην Ελλάδα με τη σύμφωνη γνώμη του Στάλιν. Βέβαια, παρά τις αποφάσεις στη Διάσκεψη της Μόσχας, ο βρετανός πρωθυπουργός αφενός δεν εμπιστευόταν το σοβιετικό ηγέτη, αφετέρου πίστευε ότι το ΚΚΕ θα διεκδικούσε εν τέλει την εξουσία δια των όπλων, καθώς αυτό όριζε η επαναστατική φύση του.

Έτσι, ο Τσόρτσιλ κατέστρωνε παράλληλα και πολεμικό σχέδιο αντιμετώπισης του ΕΛΑΣ, πρώτο σκέλος του οποίου ήταν η επιχείρηση ΜΑΝΝΑ, η αποβίβαση δηλαδή βρετανικών στρατευμάτων στην απελευθερωμένη Αθήνα.

Το ΚΚΕ από την άλλη πλευρά, αφενός διακατεχόταν από τον έντονο φόβο ότι πρωταρχικός στόχος των Βρετανών προς επικύρωση της κυριαρχίας τους στην Ελλάδα ήταν η πραξικοπηματική επιστροφή του Γεωργίου Β’, η οποία θα είχε ως αποτέλεσμα την εκ νέου καταναγκαστική περιθωριοποίηση του λαϊκού κινήματος.

Αφετέρου, η κομμουνιστική ηγεσία, διαθέτοντας σαφέστατα τον στρατιωτικό έλεγχο επί της ελληνικής επικράτειας, γνώριζε ότι ήταν σε θέση να έχει τον πρώτο λόγο στη διαμόρφωση των μεταπολεμικών συσχετισμών, περιορίζοντας τόσο τους Βρετανούς, όσο και τον αστικό πολιτικό κόσμο. Αυτό που ανέμενε το ΚΚΕ για να προχωρήσει στο σχεδιασμό του ήταν η έγκριση της Μόσχας.

Ο Στάλιν, όμως, είχε προς τον παρόν άλλες προτεραιότητες. Έδινε όλο το βάρος στην ολοκλήρωση του συμμαχικού αγώνα και το οριστικό ξερίζωμα του ναζισμού, ενώ ταυτόχρονα μέσω της Διάσκεψης της Μόσχας διασφάλιζε την κυριαρχία στα βόρεια Βαλκάνια, στο μαλακό υπογάστριο της Σοβιετικής Ένωσης.

Το ΚΚΕ είτε αγνοούσε είτε δεν μπορούσε να αντιληφθεί την ευρύτερη συγκυρία και τις προτεραιότητες του Στάλιν, ενώ το ηγετικό κλιμάκια του Κόμματος αρνούνταν να πιστέψει την ύπαρξη της συμφωνία Μόσχας- Λονδίνου για τις ζώνες επιρροής. Χαρακτηριστική είναι, μάλιστα, η μαρτυρία του καθηγητή Αγγ. Αγγελόπουλου, μετριοπαθούς στελέχους του ΕΑΜ και μέλους της κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας, ο οποίος προειδοποίησε τον γραμματέα του ΚΚΕ Γ. Σιάντο, ότι οι Σοβιετικοί έχουν παραχωρήσει την Ελλάδα στη Βρετανία.

Ο Σιάντος ήταν κατηγορηματικός: «Μην τα πιστεύεις αυτά Άγγελε. Αυτά τα διαδίδουν οι Άγγλοι για να μας επηρεάζουν. Δεν είναι δυνατόν οι Ρώσοι να παραχωρήσουν, δίχως να το ξέρουμε, την Ελλάδα στους Άγγλους. Αν υπήρχε μια τέτοια συμφωνία θα είχα ενημερωθεί»…

Βάσει αυτού του σκεπτικού, αλλά και αναλογιζόμενη τους φόβους και τις επιθυμίες της η κομμουνιστική ηγεσία είχε καταστρώσει τη λεγόμενη «διπλή στρατηγική» της: Το πρώτο σκέλος της τακτικής ήταν η συμμετοχή στην κυβέρνηση και κατ’ επίφαση διάθεση συναίνεσης μέσω της υπογραφής των Συμφωνιών Λιβάνου και Καζέρτας.

Το δεύτερο και ισχυρότερο σκέλος ήταν η παραμονή σε πολεμική εγρήγορση και η αναμονή έγκρισης από τη Μόσχα για στρατιωτική επέμβαση και κυριαρχία. Κρίσιμος άξονας του όλου σκεπτικού ήταν ν’ αναδειχθεί ότι υπαίτιοι για την επερχόμενη σύγκρουση ήταν αποκλειστικά οι Βρετανοί και η αστική τάξη. Έτσι από το σημείο εκείνο κι έπειτα το ΚΚΕ σχεδίαζε ν’ αφήσει την πρώτη πολεμική κίνηση στον Τσόρτσιλ και ν’ ανταπαντήσει ως δήθεν διωκόμενο.

Ο κρίσιμος Νοέμβριος
Ενώ η κυβέρνηση διήγαγε τον πρώτο μήνα του βίου της, προσπαθώντας να λύσει το οικονομικό και επισιτιστικό πρόβλημα της χώρας, Βρετανοί, Παπανδρέου και ΕΑΜ διαπραγματεύονταν το κρίσιμο ζήτημα της διάλυσης των ανταρτικών οργανώσεων και της συγκρότησης εθνικού στρατού.

Στις 5 Νοεμβρίου 1944 ο Έλληνας πρωθυπουργός και ο βρετανός αρχιστράτηγος Σκόμπι εξέδωσαν διαταγή σύμφωνα με την οποία: α) Ο ΕΛΑΣ και ο ΕΔΕΣ θα έπρεπε να διαλυθούν έως τις 10 Δεκεμβρίου και η Πολιτοφυλακή την 1η Δεκεμβρίου. β) Οι μόνιμοι αξιωματικοί των αντάρτικων σωμάτων θα επανέρχονταν στον τακτικό στρατό όταν αυτός θα συγκροτείτο. γ.) Θα συνίστατο Σώμα Προσωρινής Εθνοφυλακής με πρόσκληση της κλάσης του 1936, με ημερομηνία κατάταξης την 24η Νοεμβρίου.

Το νέο σώμα θα αναλάμβανε υπηρεσία την 1η Δεκεμβρίου αντί της Πολιτοφυλακής. Οι υπουργοί του ΕΑΜ ενέκριναν την εν λόγω διαταγή, καθώς στο στρατό θα κατατάσσονταν τουλάχιστον 1. 500 αξιωματικοί του ΕΛΑΣ, ενώ εκ των πραγμάτων προέκυπτε ότι ο κύριος όγκος των νεοσύλλεκτων της κλάσης του 1936 θα ήταν εαμικής προέλευσης.

Το ΚΚΕ, όμως, δυσπιστούσε. Ο προβληματισμός της ηγεσίας του εστίαζε στο γεγονός ότι στη διαταγή Παπανδρέου- Σκόμπι δεν υπήρχε αναφορά στη διάλυση της φιλομοναρχικής Ορεινής Ταξιαρχίας, η οποία τις μέρες εκείνες βρισκόταν ακόμα στην Ιταλία.

Ο Σιάντος, όντας καχύποπτος για το ρόλο που θα διαδραμάτιζε το συγκεκριμένο σώμα στις μετέπειτα εξελίξεις, αλλά και αναζητώντας αφορμή για να προκαλέσει εμπλοκή στις διαπραγματεύσεις αξίωσε καταρχάς τη διάλυση και της Ορεινής Ταξιαρχίας, ενδεχόμενο το οποίο απέκλειε ρητά ο Τσόρτσιλ.

Ο γενικός γραμματέας του ΚΚΕ κατέθεσε νέα πρόταση στις 19 Νοεμβρίου σύμφωνα με την οποία δεν θα έπρεπε να διαλυθεί καμία από τις αναγνωρισμένες ένοπλες δυνάμεις της χώρας, αλλά υπό κοινή διοίκηση να πολεμήσουν τον εχθρό μέχρι το τέλος του αντιφασιστικού αγώνα στην Ευρώπη. Επρόκειτο για έναν τακτικό ελιγμό του Κόμματος, ο οποίος ήταν βέβαιο ότι δεν θα γινόταν αποδεκτός από τους Βρετανούς, αλλά εντασσόταν στη στρατηγική της επίρριψης των ευθυνών για την επερχόμενη σύγκρουση στον Τσόρτσιλ και τους εγχώριους υποστηρικτές των Βρετανών.

Όπως συμπεραίνουν με μεγάλη ακρίβεια οι ιστορικοί Baerentzen και Close στη μελέτη τους για τα αίτια των Δεκεμβριανών (The British Defeat of EAM 1944- 45) «οι ελάχιστες απαιτήσεις της μίας πλευράς υπερέβαιναν τις μέγιστες παραχωρήσεις που η άλλη πλευρά ήταν διατεθειμένη να κάνει».

Εν τω μεταξύ, ήδη από τις 7 Νοεμβρίου ο Τσόρτσιλ, προσηλωμένος μεν στην αρχική στόχευση για πολιτική λύση στο ελληνικό ζήτημα, αλλά και όντας βέβαιος για τον απώτερο σκοπό του ΚΚΕ έγραφε στον υπουργό Εξωτερικών Ήντεν: «Λαμβανομένου υπόψιν του τιμήματος το οποίον κατεβάλομεν δια να επιτύχομεν από την Ρωσίαν να έχομεν ελεύθερας τας χείρας εις την Ελλάδα, δεν θα έπρεπε να διστάσομεν να χρησιμοποιήσομεν βρετανικά στρατεύματα δια να υποστηρίξομεν την ελληνικήν βασιλικήν κυβέρνησιν του κ. Παπανδρέου (…) Είμαι απολύτως πεπεισμένος ότι θα έχομεν σύγκρουσιν μετά του ΕΑΜ και ότι δεν πρέπει να προσπαθήσομεν να την αποφύγομεν, υπό τον όρον να εκλέξομεν καλώς το έδαφος».

Κατά τη διάρκεια του κρίσιμου Νοέμβριου, στελέχη του ΚΚΕ ταξίδεψαν στη Γιουγκοσλαβία προκειμένου να συζητήσουν με τον Τίτο το ενδεχόμενο ενίσχυσης του ένοπλου αγώνα κατά των Άγγλων. Ο γιουγκοσλάβος ηγέτης απάντησε τότε θετικά.

Πίσω στην Αθήνα, ο αρχηγός της σοβιετικής αποστολής Γριγκόρι Ποπόφ συνάντησε στα μέσα του μήνα το ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ Γιάννη Ιωαννίδη προκειμένου να πληροφορηθεί το σχεδιασμό του Κόμματος.

Ο Ιωαννίδης ενημέρωσε τον Ποπόφ ότι ο στενός πυρήνας της ηγεσίας έχει αποφασίσει να μην παραδώσει τα όπλα και εν ανάγκη να συγκρουστεί με τους Βρετανούς. Όλα τα στοιχεία συνηγορούσαν ότι η ένοπλη διαμάχη ήταν πλέον προ των πυλών.

Στις 30 Νοεμβρίου ο Σιάντος παραβιάζοντας τη Συμφωνία της Καζέρτας ανασυστήνει την Κεντρική Επιτροπή του ΕΛΑΣ, προχωρώντας ουσιαστικά σε μια κίνηση άνευ επιστροφής.

Είχε προηγηθεί στις 27 Νοεμβρίου η υπογραφή διαταγής από τον υφυπουργό Στρατιωτικών Λαμπριανίδη, χωρίς την έγκριση του Παπανδρέου για την τοποθέτηση 250 αξιωματικών στα συγκροτούμενα Τάγματα Εθνοφυλακής.

Κανένας από αυτούς τους αξιωματικούς δεν ανήκε στον ΕΛΑΣ, γεγονός που εξόργισε τα κορυφαία κλιμάκια του ΕΑΜ. Παρά την προσπάθεια του Παπανδρέου να αποκλιμακώσει την κατάσταση με την τοποθέτηση στη θέση του υφυπουργού Στρατιωτικών τον ελασίτη στρατηγό Σαρηγιάννη, η ηγεσία του ΚΚΕ θεώρησε την κίνηση Λαμπριανίδη ως απτή απόδειξη της πραξικοπηματικής διάθεσης της «Αγγλοδεξιάς».

Όταν έφτασε η 1η Δεκεμβρίου, η ημέρα δηλαδή που η εαμική Πολιτοφυλακή έπρεπε να διαλυθεί, οι υπουργοί του ΕΑΜ δεν παρέστησαν στο προγραμματισμένο Υπουργικό Συμβούλιο και στις 2 Δεκεμβρίου παραιτήθηκαν από την κυβέρνηση.

Η Πολιτοφυλακή δεν παρέδωσε τα όπλα. Το ΕΑΜ κάλεσε σε παλλαϊκό συλλαλητήριο στο Σύνταγμα στις 3 Δεκεμβρίου, το οποίο ως γνωστόν διαλύθηκε ενόπλως από τις κυβερνητικές δυνάμεις, με τουλάχιστον 30 νεκρούς και πάνω από 120 τραυματίες. Ο πόλεμος είχε ουσιαστικά αρχίσει.

Η μάχη της Αθήνας: Ο Τσόρτσιλ σε εγρήγορση- Το ΚΚΕ αναζητεί εναγωνίως βοήθεια- Ο Στάλιν αδιαφορείΣτις 4 Δεκεμβρίου 1. 200 άνδρες της ΙΙ Ταξιαρχίας του ΕΛΑΣ Αθηνών εξαπέλυσαν σφοδρή επίθεση εναντίον των αστυνομικών τμημάτων στις βόρειες και δυτικές περιοχές της πρωτεύουσας και της Οργάνωσης Χ, η οποία στεγαζόταν στην περιοχή του Θησείου.

Την ημέρα έναρξης της αιματηρής εμφύλιας μάχης οι κυβερνητικές δυνάμεις αριθμούσαν περίπου 11. 500 άνδρες, μεταξύ των οποίων οι 2. 500 ετοιμοπόλεμοι στρατιώτες της Ορεινής Ταξιαρχίας.



Το Α’ Σώμα του ΕΛΑΣ που βρισκόταν ήδη στην Αθήνα αποτελούνταν από 6. 300 άνδρες. Οι βρετανικές δυνάμεις υπολογίζονταν σε περίπου 11. 000 άνδρες. Παρά τον αρχικό ενθουσιασμό των ανταρτών, ήδη από την έναρξη της σύγκρουσης ο ΕΛΑΣ είχε ν’ αντιμετωπίσει δύο σοβαρότατα μειονεκτήματα: Πρώτον υστερούσε τεχνολογικά σε πολεμικό εξοπλισμό σε σχέση με τους Βρετανούς και την κυβερνητική Ορεινή Ταξιαρχία. Δεύτερον, οι αξιωματικοί του δεν διέθεταν καθόλου εμπειρία σε πόλεμο εντός του αστικού ιστού. Η «επιλογή του κατάλληλου εδάφους» για τη διεξαγωγή της μάχης αποτελούσε ήδη μια πρώτη νίκη για τον Τσόρτσιλ.

Ο βρετανός πρωθυπουργός, όμως, δεν αισθανόταν ιδιαιτέρως ανήσυχος για την έκβαση της αναμέτρησης. Με συνεχή τηλεγραφήματά του προς τους ιθύνοντες των στρατευμάτων στην Αθήνα και την ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου τους εφιστούσε την προσοχή για την αναγκαιότητα συντριβής του ΕΛΑΣ.

Την ίδια ώρα επανέφερε με σκληρό τρόπο στην τάξη τους εκπροσώπους του αστικού πολιτικού κόσμου που βρίσκονταν στην κυβέρνηση, εντός της οποία είχε ξεσπάσει κρίση. Ο Παπανδρέου παρέμεινε εκών άκων πρωθυπουργός και η μάχη στους δρόμους της Αθήνας κλιμακώθηκε. Ο ΕΛΑΣ σημείωσε τις πρώτες νίκες του καταλαμβάνοντας αστυνομικά τμήματα και σταθμούς Χωροφυλακής.



Όμως, το πολεμικό σχέδιο της Κεντρικής Επιτροπής του ΕΛΑΣ για την επικράτηση στην πρωτεύουσα ήταν τουλάχιστον ασύνδετο και σε πολλές εκφάνσεις του παράλογο.

Ο συντονισμός των δυνάμεων ήταν ανεπαρκής και κύρια χαρακτηριστικό της στρατιωτικής δράσης ήταν η προχειρότητα εν μέσω ετερόκλητων αυτοσχεδιασμών.

Εν τω μεταξύ, ο ΕΛΑΣ είχε καταμετρήσει σημαντικές απώλειες στις τάξεις του, συμπεριλαμβανομένων εκατοντάδων νεκρών και χιλιάδων αιχμαλώτων.

Παρά το γεγονός αυτό, έως τις 11 Δεκεμβρίου οι αντάρτικες δυνάμεις διέθεταν ακόμα την πρωτοβουλία στην Αθήνα, προκαλώντας στον Σκόμπι σημαντικότατα προβλήματα.

Ο βρετανός αρχιστράτηγος, περικυκλωμένος στην ευρύτερη περιοχή του Κολωνακίου από τον ΕΛΑΣ, σκεπτόταν ακόμα και τη σύμπτυξη των δυνάμεών του στο Φάληρο και το Ελληνικό.

Ενώπιον αυτού του ενδεχομένου, εκπρόσωποι της κυβέρνησης αναζήτησαν εναγωνίως τον Τσόρτσιλ, προκειμένου να τον ενημερώσουν για τα εις βάρος τους τεκταινόμενα.

Η σοβαρότητα της κατάστασης αποδεικνύεται από την άφιξη στην Αθήνα του βρετανού αρχιστράτηγου της Μεσογείου Χάρολντ Αλεξάντερ, πρώτη κίνηση του οποίου ήταν ν’ αποτρέψει την οπισθοχώρηση του Σκόμπι.

Μαζί με τον Αλεξάντερ κατέφθασαν μέσω του Πειραιά σημαντικές στρατιωτικές ενισχύσεις, ανεβάζοντας τον συνολικό αριθμό των βρετανών ανδρών περίπου στους 22. 000.



Ταυτοχρόνως η αγγλική διοίκηση αποφάσισε να εξοπλίσει και τους άνδρες των πρώην Ταγμάτων Ασφαλείας, προκειμένου να μεγεθύνει τη δύναμη πυρός της.

Παρότι κι ο Σιάντος είχε αυξήσει την παρατακτή δύναμη του ΕΛΑΣ στην πρωτεύουσα κατά 10. 000 άνδρες, η αντίστροφη μέτρηση για την ήττα του αντάρτικου κινήματος είχε αρχίσει.

Μοναδική ελπίδα για την ηγεσία του ΚΚΕ ήταν η στήριξη των δυνάμεων της από τα αδελφά κομμουνιστικά κόμματα και δη από τη Μόσχα. Προς την κατεύθυνση αυτή, ήδη από τις 5 Δεκεμβρίου, ο Σιάντος είχε επικοινωνήσει μέσω ασυρμάτου- ο οποίος είχε τοποθετηθεί στη βόρειο Ελλάδα- με τον πρώην γ. γ. της Γ’ Διεθνούς βούλγαρο Γκεόργκι Δημητρόφ και τον γ. γ. του ΚΚ Βουλγαρίας Τράικο Κοστόφ, αναφέροντας την κατάσταση στην Ελλάδα και κάνοντας παράλληλα την πρώτη μνεία για βοήθεια. Ματαίως.

Την ίδια μέρα υπήρξε και δια ζώσης επαφή υψηλόβαθμου στελέχους του ΚΚΕ και με τον Τίτο. Οι θέσεις και των δύο ως προς την έξωθεν ενίσχυση του ΕΛΑΣ ήταν ταυτόσημη και περικλείεται στο μήνυμα του Δημητρόφ μέσω του ΚΚ Βουλγαρίας στον Σιάντο, στις 14 Δεκεμβρίου: «Εννοείται ότι οι Έλληνες σύντροφοι πρέπει να συνεχίσουν τον αγώνα, όμως προς το παρόν δεν μπορούν να υπολογίζουν σε βοήθεια απ’ έξω».



Ο Σιάντος απάντησε στις 16 Δεκεμβρίου- μέρα κατά την οποία, όπως σημειώθηκε και στον πρόλογο του παρόντος, αρνήθηκε την πρόταση για συνθηκολόγησης του Σκόμπι- ότι «συνεχίσωμεν παλλαϊκό πόλεμο δια ελευθερίαν λαού και ανεξαρτησίαν χώρας μας». Στις 19 Δεκεμβρίου ο Κοστόφ τηλεγραφεί με τη σειρά του στον Σιάντο: «(…) προς το παρόν παροχή βοήθειας δεν είναι δυνατή. Έχετέ το και αυτό υπόψη για τις αποφάσεις σας».

Οι κατευθύνσεις Δημητρόφ, Κοστόφ και Τίτο στα αιτήματα του ΚΚΕ προέκυπταν φυσικά κατόπιν ενδελεχούς συνεννόησης με τον Στάλιν. Εν τω μεταξύ, κάθε μέρα που περνούσε και πλησιάζοντας προς το τέλος Δεκεμβρίου η στρατιωτική πλάστιγγα στην Αθήνα έγερνε υπέρ των Βρετανών και των κυβερνητικών δυνάμεων.

Ενόσω η οριστική ήττα και διάλυση του ΕΛΑΣ πλησίαζαν αποδεικνυόταν ότι το ΚΚΕ είχε στηρίξει τη στρατηγική του σε τρεις παντελώς σαθρούς άξονες: Αμφισβήτησε καταρχάς την ύπαρξη της συμφωνίας Βρετανών- Σοβιετικών για τις ζώνες επιρροής. Πίστεψε δεύτερον ότι σε περίπτωση έναρξης ένοπλου αγώνα θα έχει τη βοήθεια των αδελφών κομμουνιστικών κομμάτων κατόπιν εντολής του Στάλιν. Θεώρησε τρίτον ένας αντάρτικος στρατός με όπλα των αρχών του αιώνα θα μπορούσε να επικρατήσει εντός του αστικού ιστού στη μάχη εναντίον των σύγχρονα εξοπλισμένων βρετανικών και κυβερνητικών δυνάμεων.

Στο σημείο αυτό, όμως, προκύπτουν σημαντικά ερωτήματα και για τη σοβιετική ηγεσία, τα οποία ακόμα αναζητούν ολοκληρωμένες απαντήσεις. Γιατί ο Στάλιν συμφώνησε εν μέσω του Πολέμου στο διαμοιρασμό των Βαλκανίων με τον Τσόρτσιλ; Γιατί δεν κοινοποίησε στις λοιπές κομμουνιστικές δυνάμεις τις αποφάσεις της Διάσκεψης της Μόσχας για τις ζώνες επιρροής; Γιατί δεν απέτρεψε εξ αρχής το ΚΚΕ από το να ξεκινήσει τη μάχη της Αθήνας; Γιατί παρότρυνε εν συνεχεία το ΚΚΕ να συνεχίσει την εμφύλια σύρραξη, αλλά δεν το ενίσχυσε στρατιωτικά, επιτρέποντας στους Βρετανούς να το συντρίψουν;

Ήταν φανερό, ότι ο Στάλιν είχε αποφασίσει να τηρήσει μια διφορούμενη στρατηγική. Προτεραιότητά του ήταν η συντριβή του ναζισμού και πριν οριστικοποιηθεί αυτός ο στόχος δεν ήταν διατεθειμένος να κλονίσει τη συμμαχία με τους Βρετανούς.

Γι’ αυτό και συμφώνησε με τις προτεινόμενες από τον Τσόρτσιλ ζώνες επιρροής. Δεν κοινοποίησε τη συμφωνία του με τον βρετανό πρωθυπουργό, διότι ήταν βέβαιος ότι συγκεκριμένα κράτη- με προεξάρχουσα την Γιουγκοσλαβία του Τίτο- θα αντιδρούσαν σφοδρά στο διαμοιρασμό, εν μέσω μάλιστα του συμμαχικού αγώνα.

Δεν απέτρεψε το ΚΚΕ από την έναρξη της εμφύλιας σύρραξης διότι αυτή λειτουργούσε ως «μήνυμα- προειδοποίηση» για τις πιθανές βλέψεις των Βρετανών στα υπόλοιπα Βαλκάνια.

Με λίγα λόγια, οι Σοβιετικοί ήθελαν μεν την σύγκρουση στην Ελλάδα, απλώς δεν την ενθάρρυναν και αν την ενθάρρυναν το έκαναν μόνο μέσω τρίτων, προκειμένου να μην κατηγορηθούν ότι αθετούν όσα συμφωνήθηκαν στη Διάσκεψη της Μόσχας και ρισκάρουν την έκβαση του Πολέμου εναντίον των Γερμανών (σημειώνεται ότι παραλλήλως με τα Δεκεμβριανά, στις 17 Δεκεμβρίου, οι Γερμανοί εξαπέλυσαν στο δυτικό μέτωπο την αντεπίθεση των Αρδεννών, κατά τη διάρκεια της οποίας παραλίγο ν’ αντιστρέψουν την κατάσταση εισβάλλοντας ξανά στο Παρίσι).

Αποδείχτηκε, τέλος, ότι οι Σοβιετικοί προκειμένου να εδραιώσουν την κυριαρχία τους στην ευρύτερη περιοχή των πολύπαθων Βαλκανίων ήταν διατεθειμένοι να θυσιάσουν σημαντικό μέρος του κομμουνιστικού κινήματος στην Ελλάδα. Όπως τελικά συνέβη.

Αντί επιλόγου: Τα Δεκεμβριανά γυρνούν μπούμερανγκ εναντίον του εαμικού κινήματος
Έως την 11η Ιανουάριου, όταν δηλαδή ο ΕΛΑΣ υπέγραψε ηττημένος την ανακωχή με τον Σκόμπι, το ΚΚΕ είχε ακόμα δύο ευκαιρίες να τερματίσει την αιματηρή εμφύλια αναμέτρηση. Η πρώτη ήταν ανήμερα των Χριστουγέννων, παρουσία του Τσόρτσιλ στο ξενοδοχείο Μεγάλη Βρετανία.

Η δεύτερη στις 31 Δεκεμβρίου με μοναδικό όρο ν’ αποσυρθούν τα ανταρτικά στρατεύματα εκτός Αττικής. Εντός όμως του πρώτου δεκαήμερου του 1945 ο συσχετισμός έγινε ακόμα επαχθέστερος για τον ΕΛΑΣ, ο οποίος σύμφωνα με τη διαταγή της 11ης Ιανουαρίου ήταν πλέον υποχρεωμένος να εγκαταλείψει όχι μόνο την Αθήνα, αλλά όλα τα αστικά κέντρα και τα χωριά ανατολικώς και νοτίως της γραμμής Ιτέας- Άμφισσας, Λαμίας, Δομοκού, Φαρσάλων, την Πελοπόννησο, καθώς και την πόλη της Θεσσαλονίκης.

Παρά το γεγονός ότι οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ στην ύπαιθρο παρέμεναν σχεδόν ανέπαφες και οι Βρετανοί βρίσκονταν στα όρια της εξάντλησης σε υλικό και ανθρώπινο δυναμικό, η ηγεσία του ΚΚΕ δεν τόλμησε να ανακινήσει νέα στρατιωτική διαμάχη.

Προφανώς είχε πλέον εμπεδώσει ότι οι βλέψεις της Μόσχας δεν κινούνταν προς αυτήν την κατεύθυνση. Όμως οι επιπτώσεις για το αντιστασιακό κίνημα ήταν ήδη τεράστιες.

Η επιλογή του ΕΛΑΣ κατά τη διάρκεια εκκένωσης της Αθήνας να πάρει μαζί του σημαντικό αριθμό ομήρων, πολλοί από τους οποίους είτε εκτελέστηκαν, είτε πέθαναν από τις κακουχίες, σε συνδυασμό με την ιδιαίτερη αγριότητα που επέδειξαν οι αντάρτες στη μάχη της Αθήνας, κατέστησαν συνολικά το αντιστασιακό κίνημα μισητό σε ευρεία στρώματα της ελληνικής κοινωνίας.


Η ογκώδης υποστήριξη που διέθετε το ΕΑΜ λίγες μέρες πριν από τον Δεκέμβριο, δεν υπήρχε πια. Όσοι υποστηρικτές του Μετώπου έμειναν πίσω στην Αθήνα δέχθηκαν βάναυσες επιθέσεις, ενώ οι συλληφθέντες από τους Βρετανούς και τις κυβερνητικές δυνάμεις εξορίστηκαν πάραυτα, κυρίως σε στρατόπεδα ελληνικής διοίκησης στη Μέση Ανατολή.

Στο πολιτικό επίπεδο, το ΚΚΕ είχε πλέον απολέσει τη νομιμοποίησή του, σε αντίθεση με τους δοσίλογους συνεργάτες των Γερμανών, οι οποίοι επικαλέστηκαν τη συμμετοχή τους στον αντικομμουνιστικό αγώνα ως επιχείρημα για να «ξεπλυθούν» από τις αμαρτίες του πρόσφατου παρελθόντος.

Κατά τη διάρκεια των επομένων δύο ετών και μετά την υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας πάνω από 1. 200 μέλη του εαμικού κινήματος δολοφονήθηκαν από ένοπλες παρακρατικές οργανώσεις, ενώ την ίδια στιγμή από τους 2. 773 νόμιμα καταδικασθέντες μόνο οι 279 ήταν πρώην συνεργάτες των Γερμανών. Η πλειοψηφία των υπολοίπων ήταν μέλη του ΕΑΜ- ΕΛΑΣ.

Ταυτοχρόνως ο θεσμός της βασιλείας, ενώ τα προηγούμενα έτη είχε επιτιμηθεί εξαιτίας της συμμετοχής του Γεωργίου Β’ στην επιβολή της δικτατορίας Μεταξά, φάνταζε πια- μαζί με τον στρατό- ως ο σταθερότερος θεσμικός αντικομμουνιστικός πυλώνας. Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο καθηγητής Ηλ. Νικολακόπουλος «τα Δεκεμβριανά λειτούργησαν εκτός των άλλων και ως μια μηχανή παραγωγής βασιλοφρόνων».

Συμπερασματικά προκύπτει, ότι οι αναλύσεις και οι επιλογές του ΚΚΕ πριν από και κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών ήταν τουλάχιστον ατυχείς. Τα ηγετικά κλιμάκια του κόμματος δεν μπόρεσαν να αξιολογήσουν την παγκόσμια συγκυρία.

Δεν κατάφεραν να αποκωδικοποιήσουν τις πραγματικές βλέψεις του Στάλιν, ενώ δεν αξιολόγησαν σωστά το μέχρι που ήταν διατεθειμένος να φτάσει ο Τσόρτσιλ για να εξασφαλίσει την επιρροή της Βρετανίας στην Ελλάδα.

Αντί το ΚΚΕ να κεφαλαιοποιήσει την αντιστασιακή δράση του, διεκδικώντας πρωταγωνιστικό ρόλο στη μετακατοχική πολιτική σκηνή, επέλεξε τον ένοπλο αγώνα, με αποτέλεσμα να βρεθεί για χρόνια περιορισμένο και διωκόμενο από ένα σκληρό, αντικομμουνιστικό κράτος.

Το απόσπασμα από το σημείωμα της Χρύσας Χατζηβασιλείου, μέλους του Π. Γ. του ΚΚΕ στην 11η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής που έγινε στην Αθήνα από τις 5 έως τις 15 Απριλίου είναι αφοπλιστικό.

«Ο προσανατολισμός μας έπρεπε να είναι να βρούμε μια πολιτική λύση, καλύτερη ή χειρότερη ανάλογα πάλι με το συσχετισμό των δυνάμεων, πάντα μια πολιτική λύση συμβιβαστική. Έπρεπε να μας είχε διδάξει ο Λίβανος. Αυτό όμως το πράγμα μας έφυγε ολότελα από τα μάτια. Μας έπιασε η ψύχωση του πολέμου και της επικράτησης και έτσι αφήσαμε ολότελα παιδιακίστικα, ανόητα, να μας διαφύγουν ευκαιρίες στις 18, στις 25 και το χειρότερο στις 31 Δεκεμβρίου. Εν τω μεταξύ είχαμε πάρει τόσο ψηλά τον αμανέ και διακηρύσσαμε ‘’40 χρόνια πόλεμο’’ και με τη Μεγάλη Βρετανία και δεν είχαμε προετοιμαστεί ούτε ιδεολογικά, ούτε εσωκομματικά, ούτε στρατιωτικά. Κάναμε εγκλήματα».

Αναδημοσίευση από www.ert.gr

Όταν η ξακουστή κυρά-Παλούκαινα άνοιξε καφέ-σαντάν στην παλιά Αθήνα με αρτίστες &λιμοκοντόρους!

$
0
0

Μια από τις πρώτες πατρόνες της Παλιάς Αθήνας, προς το τέλος του 1878, ήταν και η ξακουστή κυρά-Παλούκαινα. Μαζί με το γιο της, άνοιξαν ένα από τα πρώτα καφέ-σαντάν της Αθήνας στην αρχή της οδού Προαστείου (σημερινή Εμμ. Μπενάκη), το «Γκαιτέ». (προσοχή στον τονισμό: Άλλο η γαλλική λέξη για την ευθυμία κι άλλο ο Γερμανός φιλόσοφος!) Με «περπατημένες» αρτίστες από Ιταλία, Γερμανία και Ουγγαρία έκανε τη διαφορά στο σκηνικό της νύχτας.
Το καφωδείο, το ανέλαβε βεβαίως ο γιος. Μια περίεργη κι επιβλητική φυσιογνωμία με μακριά γενειάδα που, με τη ρεντιγκότα και το γιλέκο με τη χρυσή αλυσίδα που φορούσε, θύμιζε μάλλον αυλικό παρά παράγοντα του υποκόσμου. 
Όπως γράφει και ο Βασίλης Αττικός στην «Εύθυμη ηθογραφία της Παληάς Αθήνας, τόμος Β´»:
«Η Αρτίστες του “Γκαιτέ” έβγαιναν σε ένα παληοπαλκοσένικο της κακιάς ώρας, τραγούδαγαν και χόρευαν, σηκώνοντας κάπως την άκρη της φούστας τους. Μετά δε από κάθε τραγούδι τους, κατέβαιναν και γύριζαν με το δίσκο στο χέρι ανάμεσα στους θαμώνες.
»Μερικοί τους ρίχναν χάλκινες πεντάρες, επωφελούμενοι δε της ευκαιρίας τούς έκαναν κι “απλοχεριές”. Άλλοι πάλι αντί για πεντάρα τις φιλοδωρούσαν, τις δύστυχες, με ερωτική εκδήλωση θαυμασμού. Με μια άγρια τσιμπιά στις σωματικές τους καμπυλότητες!
»Η ξένες εκείνες Αρτίστες φαίνεται ότι ήταν ασυνήθιστες σε τέτοιες αισθηματικές “φιλοφρονήσεις”. Πονούσαν απ’ τις τσιμπιές, μαύριζε το κορμί τους, και δυσανασχετώντας, αναγκάζονταν πολλές φορές να χειροδικήσουν κατά των “ευγενικών” θαμώνων.
»Πρέπει επίσης να σημειωθή ότι γενικά όλες αυτές η Αρτίστες των καφέ σαντάν ήξεραν περίφημα τη δουλειά τους. Ειδικά δε του “Γκαιτέ”, δασκαλεμένες κατάλληλα απ’ τον πολύπειρο Διευθυντή τους, ήταν μεγάλες “κόφτρες”. Πουλούσαν τα θέλγητρά τους σε υπέρογκες τιμές. Για να ενδώσουν δε σε κάποιoν εραστή, έπρεπε πρώτα να του αδειάσουν εντελώς το πορτοφόλι και να τον γδάρουν κυριολεκτικά.
»Η διαβολικές όμως “Συλφίδες” των καφέ σαντάν έφθαναν στην Αθήνα φορτωμένες και με διαφόρων ειδών δώρα. Φιλοδωρούσαν στους “άβγαλτους” Αθηναίους με το “Μεγαλόσταυρο” κι άλλα μικρότερα παράσημα. Απ’ την εποχή εκείνη, εξαπλώθηκε στην Πρωτεύουσα η συφιλίδα κι η λοιπές αφροδίσιες αρρώστιες. Τότε, δεν είχε ακόμα εφευρεθή ούτε φάρμακο για την σύφιλη.
»Στα χρόνια εκείνα, υπήρχε στην Αθήνα ένας ιδιόρρυθμος τύπος νέων, οι “Λιμοκοντόροι”. Οι νεαροί αυτοί ανήκαν σε καλές αθηναϊκές οικογένειες. Οι γονείς τους όμως δεν τους έδιναν χαρτζιλίκι, παρά μόνον μία δεκάρα την ημέρα, από φόβο μήπως μπερμπαντέψουν. Έτσι βρίσκο-νταν διαρκώς απένταροι. 
»Κάποια παρέα άψιλων Λιμοκοντόρων, βλέποντας ότι τους ήταν αδύνατον να απολαύσουν τα θέλγητρα των γυναικών του “Γκαιτέ”, πήρε τη μεγάλη απόφαση. Τα οικονομικά τους δεν τους επιτρέπανε να πλησιάσουν από κοντά τις προκλητικές εκείνες Σειρήνες. Αποφάσισαν λοιπόν οπωσδήποτε να τις κατακτήσουν μ’ άλλου είδους μέσα, με “Δούρειο” σύστημα. 
»Κάναν σύσκεψη μεταξύ τους και “ρεφενέ”. Συγκεντρώσανε κάπου δέκα δραχμές τις οποίες παραδώσανε στον Αρχηγό της παρέας. Αυτός, εφαρμόζοντας το σχέδιο, μπήκε το βράδυ στο “Γκαιτέ” σοβαρός και με πόζα Αμερικάνου Κροίσου. Πήρε ένα ποτό, κι όταν μετά το τραγούδι τους η δύο Γερμανίδες γύρισαν να μαζέψουν χρήματα με τον δίσκο, τους έρριξε μέσα από μια χάρτινη δραχμή. 
»Το κόλπο πέτυχε. Εκείνες κυριολεκτικά τα χάσανε. Φαντάστηκαν ότι ο απεσταλμένος των Λιμοκοντόρων ήταν κανένας ζάπλουτος Αθηναίος. Στο τέλος της παράστασης, ο Λιμοκοντόρος μας τους πρότεινε “για βολ σπατσίρεν;” (Είχε μάθει πως έτσι λένε στα γερμανικά το “Θέλετε να κάνουμε έναν περίπατο;”).
»Οι δυο Γερμανίδες ευχαρίστως δεχτήκανε την πρότασή του. Τις έμπασε σε κλειστό αμάξι “λαντώ” και τις παράσυρε σε κάποια απόμερη μπύρα. Εκεί, αφού τις μέθυσε, εμφανίστηκαν κ’ οι υπόλοιποι Λιμοκο-ντόροι της παρέας του κ’ επωφελήθηκαν της ευκαιρίας. Και τα ευκόλως εννοούμενα παραλείπονται. Φυσικά, όπως ήταν απένταροι, δεν τους έδωσαν κανένα χρηματικό αντάλλαγμα. Η τελευταία αυτή παράλειψη των Λιμοκοντόρων τις έκανε έξω φρενών. Την άλλη μέρα, συνοδευόμενες απ’ το μεγαλόπρεπο Διευθυντή του “Γκαιτέ” πήγαν και κάναν παράπονα στην Πρεσβεία τους.
»Σε λίγο ο Γερμανός Πρεσβευτής διαμαρτυρήθηκε στον Υπουργό μας των Εξωτερικών. Ευτυχώς που η Γερμανική Πρεσβεία δεν ζήτησε να πληρώση το Κράτος μας στις “Παρθένες” του “Γκαιτέ” τα... χρωστήμια των Λιμοκοντόρων». 
Βεβαίως, αν οι Γερμανίδες τούμπλες είχαν ακούσει το σχετικό σύνθημα της εποχής... 
Κορίτσια μην πιστεύετε εις τους λιμοκοντόρους
Γιατί τα ρούχα που φορούν χρωστούν εις τους εμπόρους
...θα ήταν πολύ πιο προσεκτικές.

Γειτονιές της Αθήνας

$
0
0



Από τον Άλιμο ως την Κηφισιά και από το Θησείο έως τον Λυκαβηττό, οι γειτονιές της Αθήνας στο παρελθόν είχαν εντελώς διαφορετικά ονόματα από αυτά με τα οποία εμείς τις γνωρίσαμε και εξακολουθούμε να τις αποκαλούμε σήμερα.
Και αν σε όλες αυτές τις περιοχές βρισκόμαστε όλοι καθημερινά, λίγοι είναι αυτοί που γνωρίζουν τα ονόματα που είχαν οι περιοχές αυτές μερικά χρόνια πριν.
  • Αγά Βρύση: Η πλατεία Αγίου Παντελεήμονα
  • Αγάμων (πλατεία): Η πλατεία Αμερικής
  • Αγελάδες : Σημείο του κήπου του Ζαππείου προς το τέρμα της οδού Ηρώδου του Αττικού.
  • Αγιότρηση : Περιοχή στα Νέα Λιόσια
  • Αγχεσμός : Μέχρι το 1832 ο Λυκαβηττός, μετά τα Τουρκοβούνια
  • Αέρηδες : Τέρμα της Αιόλου
  • Αλώνια : Πλατεία Θησείου
  • Αλωνάρα: Κηφισιά
  • Αμπατζήδικα : Τσαρουχάδικα, ονομασία της οδού Πανδρόσου στο Μοναστηράκι
  • Αναφιώτικα : Συνοικία της Αθήνας στη βορειανατολική πλευρά του βράχου της Ακρόπολης στα όρια της συνοικίας της Πλάκας
  • Ανθόκηπος: Νέο Ψυχικό
  • Ασπροχώματα : Νότια της Πέτρου Ράλλη, από την Αγία Αννα μέχρι τη Νίκαια
  • Βαριές : Κάτω Κηφισιά
  • Βατραχονήσι : Τμήμα μεταξύ του Παναθηναϊκού Σταδίου και του Παγκρατίου
  • Βοϊδολίβαδο : Περιοχή της φαληρικής παραλίας στο τέρμα της λεωφόρου Συγγρού
  • Βουρλοπόταμος : Η Αμφιθέα
  • Βοϊδοπνίχτης : Χείμαρρος που κατέβαινε από το Λυκαβηττό
  • Βρωμολίμνη : Λίμνη Βουλιαγμένης
  • Γούβα : Αθηναϊκή συνοικία που εκτείνεται από το Α’ Νεκροταφείο ως την περιοχή της Δάφνης
  • Δαρδανέλια : Τοπωνύμιο περιοχής του κέντρου της Αθήνας στη συμβολή των οδών Πανεπιστημίου, Βουκουρεστίου και Κριεζώτου
  • Δεκοχτούρα : Ονομασία υψώματος απέναντι από το Γηροκομείο στη λεωφόρο Κηφισίας
  • Δικηγορικά : Περιοχή στη Γλυφάδα
  • Δουργούτι : Νέος Κόσμος
  • Δράκος : Το λιμάνι του Πειραιά
  • Ελαιοτριβεία : Περιοχή στη συμβολή των λεωφόρων Κωνσταντινουπόλεως και Αθηνών και της οδού Σερρών
  • Εφοριακά : Οικισμός του Δήμου Αλίμου
  • Ζωοδόχος Πηγή: Μελίσσια
  • Θεόσπιτα : Ονομασία της περιοχής της πειραϊκής χερσονήσου μεταξύ της Νέας Καλλίπολης και της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων
  • Θων : Ονομασία της περιοχής του τέρματος των λεωφόρων Βασιλίσσης Σοφίας και Αλεξάνδρας, στους Αμπελοκήπους, όπου υπήρχε η έπαυλη του Θων, επιμελητή των ανακτόρων επί Γεωργίου Α”
  • Καρβουνιάρικα : Το βορειοδυτικό άκρο του λιμένος Πειραιώς
  • Κατσικάδικα : Γύρω από την εκκλησία της Αγίας Αικατερίνης στα Κάτω Πετράλωνα δηλ. η περιοχή μεταξύ της οδού Πειραιώς και της γραμμής του τρένου των ΗΣΑΠ
  • Κατσιπόδι : Δάφνη
  • Κερατόπυργος : Γειτονιά του Κερατσινίου
  • Κλωναρίδη : Περιοχή στα Κάτω Πατήσια
  • Κουκουριάνοι : Περιοχή από τα Νέα Λιόσια μέχρι το Καματερό στους πρόποδες του Αιγάλεω
  • Καράουσι: Τουρκική ονομασία της δυτικής πλευράς του Αρείου Πάγου
  • Κόκκινα Χώματα : Περιοχή στους Αμπελοκήπους
  • Κουκουβάουνες : H Μεταμόρφωση
  • Κουτσικάρι: Κορυδαλλός
  • Λαδοξύστης : Η Αγίας Άννης και η γύρω περιοχή, στα όρια του Αιγάλεω
  • Λεβίδη : Η περιοχή της οδού Πατησίων, μεταξύ των οδών Κεφαλληνίας και Αγ. Μελετίου
  • Λυκότρυπα : Η Λυκόβρυση
  • Μαγκουφάνα : Ανάμεσα Πεύκη και Μαρούσι
  • Μουνιχία : Το Τουρκολίμανο
  • Νέαι Κυδωνίαι: Το Αιγάλεω
  • Νέα Αλεξάνδρεια: Φιλοθέη
  • Νέα Σφαγεία: Ταύρος
  • Ποδαράδες: Νέα Ιωνία
  • Χαλκωματάδες: Νέο Ηράκλειο
  • Χασάνι: Ελληνικό
Φωτογραφίες: Wikipedia, Wikimedia Commons
Πηγή: iefimerida.gr

Όμορφα χρόνια

$
0
0


Πανεπιστημίου και Σίνα εκείνα τα χρόνια υπήρχαν οι στιλβωτές υποδημάτων...
Γυάλιζες τα παπούτσια χάζευες και τα λαϊκά λαχεία στο κοντάρι και έπαιρνες
και ένα ελπίζοντας στο αμορτί...στην χειρότερη....
Οι βούρτσες στα χέρια τους πετάγανε...στο τέλος και με το βελούδινο πανί
και έβλεπες το πρόσωπό σου μέσα.
Ήταν αλλιώς όμως εκείνη την εποχή....ένοιωθες κοκέτης με το καλογυαλισμένο
παπούτσι...είχες την διάθεση....δεν είχες το σημερινό άγχος...δεν φοβόσουνα
περπατώντας στο Κέντρο μην σου την πέσουν πολλοί και πολλές για διαφορετικούς λόγους.
Το αστραφτερό παπούτσι και η τσάκιση στο παντελόνι σε συνδυασμό
με το καλοκολλαρισμένο πουκάμισο λουλακιασμένο για να αστράφτει με τον
προσεχτικό κόμπο στην γραβάτα ήταν στην καθημερινότητα πολλών αντρών.
Όσο για το κοστούμι όταν άρχιζε να γυαλίζει από την χρήση και το σίδερο
υπήρχαν και οι ραφτάδες που το...γύριζαν για οικονομία.
Μην ξεχάσω και την μανταρίστρα που κάλυπτε την ζημιά του άτιμου
σκώρου που δεν υπολόγιζε  ούτε την λεβάντα μέσα στην ντουλάπα.
Όλα αυτά στους σημερινούς νέους φαίνονται αστεία....
Είπαμε άλλα χρόνια που για να τα θυμόμαστε με χαμόγελο σημαίνει πολλά!

Ο Σπίρτζης απαγορεύει την μούτζα...έρχονται εκλογές !

Ο μεγαλύτερος ανθοπώλης της Παλιάς Αθήνας

Το Κολωνάκι μιας άλλης εποχής

$
0
0

Μαρτυρίες για την παλιά γειτονιά που ξεκίνησε ως βοσκοτόπι και συνδύαζε για χρόνια τις αστικές κατοικίες με τις προσφυγικές παράγκες ενώ οι πραματευτάδες έφερναν με τα γαϊδουράκια τους ψάρια, φρούτα και τα παιδιά έπαιζαν «κλέφτες κι αστυνόμους» στους χωματόδρομους της Πλουτάρχου, της Πατριάρχου Ιωακείμ και της Αναγνωστοπούλου

 Οταν έπεφτε η νύχτα, όσοι κοιμούνταν κοντά στην πλατεία άκουγαν το τραμ να περνά από τη Βασιλίσσης Σοφίας. Ηταν ήσυχη γειτονιά το Κολωνάκι. Οι μονοκατοικίες του είχαν κήπους με λουλούδια και πιπεριές. Η οδός Σκουφά λεμονιές. Οταν πια έγινε προνόμιο να ζει κάποιος σε πολυκατοικία, στα διαμερίσματά του έμειναν ο Κουν, ο Εγγονόπουλος, ο Εμπειρίκος, ο Μινωτής, η Παξινού, ο Αλέκος Αλεξανδράκης, η Γεωργούλη.
Οι πραματευτάδες έφερναν με τα γαϊδουράκια τους ψάρια, φρούτα και λαχανικά, οι νερουλάδες ξεκινούσαν από τα βόρεια για να φτάσουν στο κέντρο, ομάδες κοριτσιών στους δρόμους έκαναν έρανο για την προίκα της Σοφίας. Η Πλουτάρχου, η Πατριάρχου Ιωακείμ, η Αναγνωστοπούλου, χωματόδρομοι που σήκωναν σκόνη απ'τα παιδιά που έπαιζαν «κλέφτες κι αστυνόμους».
Το ζαχαροπλαστείο του Μπόκολα με τους θρυλικούς λουκουμάδες επί της οδού Κανάρη, τα στέκια του Σεφέρη, του Γκάτσου, του Ελύτη, του Χατζιδάκι, η Δεξαμενή του Βάρναλη. Ο γερμανικός φούρνος στην πλατεία που έβγαλε το γερμανικός κι έμεινε σκέτο φούρνος μετά την Κατοχή. Το ιστορικό καφέ Βυζάντιο. Το Πειραματικό Σχολείο και το ιδιωτικό του Μακρή, από όπου πέρασαν ως δάσκαλοι ο Ι.Μ Παναγιωτόπουλος κι ο Ρένος Αποστολίδης. Εκεί όπου έμαθαν τα πρώτα τους γράμματα ο Αξελός, ο Βίκτωρ Μελάς, ο Αδωνις Κύρου, που θα γίνονταν αργότερα μερικοί από τους πρώτους επονίτες του Κολωνακίου.
Το Κολωνάκι μιας άλλης εποχής, η γειτονιά που ξεκίνησε ως βοσκοτόπι, που στα Δεκεμβριανά θα γινόταν η «Σκομπία», που θα συνδύαζε για χρόνια τις αστικές κατοικίες με τις προσφυγικές παράγκες, χρώματα, αρώματα και ήχοι από το παρελθόν ζωντάνεψαν πριν από λίγες ημέρες σε μια μοναδική συνάντηση κατοίκων της περιοχής που διοργάνωσε η εταιρεία Monumenta για να συλλέξει προφορικές μαρτυρίες σε σχέση με τα κτίρια που χάθηκαν από τη γειτονιά. Η συνάντηση πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια του προγράμματος «Καταγραφή και ανάδειξη κτηρίων του 19ου και 20ού αιώνα στην Αθήνα» και «ΤΑ ΝΕΑ» παρουσιάζουν μερικές από τις εικόνες του Κολωνακίου των δεκαετιών του '40, του '50 και του '60 που βγήκαν από το σεντούκι των αναμνήσεων.  
Ιωάννα Μαγγανάρα
Οι πολυκατοικίες είχαν καταφύγια που έγιναν αποθήκες
«Ολες οι πολυκατοικίες στο Κολωνάκι είχαν καταφύγια. Αυτά έγιναν με τα χρόνια αποθήκες. Οι μονοκατοικίες είχαν κήπους με δέντρα και λαχανικά. Είχαν και πέργκολες με σταφύλια. Η Σκουφά είχε πολλές λεμονιές. Το Κολωνάκι είχε επίσης πηγάδια. Βέβαια, όλη η ζωή του Κολωνακίου βρισκόταν στην πλατεία του». Οι αναμνήσεις της κυρίας Ιωάννας Μαγγανάρα, κατοίκου της οδού Σκουφά από τη δεκαετία του '50 και προέδρου του Κίνησης Πολιτών Κολωνακίου, είναι ανεξάντλητες. «Αρχικά η οικογένειά μου έμενε στην οδό Πατησίων 89, σε μία από τις πρώτες πολυκατοικίες της Αθήνας. Εκεί ζούσαν πολλοί δικηγόροι, γιατροί, διπλωμάτες, ο δημοσιογράφος Πετιμεζάς κ.ά. Στο Κολωνάκι ήρθαμε μετά την Κατοχή με ανταλλαγή με τον νοικάρη που έμενε ώς τότε σε αυτό το σπίτι. Βέβαια, οι γονείς μου μού είχαν περιγράψει το πώς έζησαν την Κατοχή και τα Δεκεμβριανά στην Πατησίων. Επειδή η κρεβατοκάμαρα ήταν μπροστά στον δρόμο, κοιμούνταν κάτω από το κρεβάτι για να μην τους βρουν οι σφαίρες ενώ κάποιες φορές η πόρτα της πολυκατοικίας δεν άνοιγε γιατί φράκαρε από τα πτώματα. Η οικογένειά μου είχε ρίζες από τη Σπάρτη και την Κεφαλονιά. Πέρασε πολλά χρόνια στη Ρουμανία και επειδή ο παππούς μου είχε κάνει περιουσία, επένδυσε σε κτήματα στην Καρδίτσα. Επί Βενιζέλου αυτό δεν τους συνέφερε, έδιναν το μεγαλύτερο ποσοστό κέρδους στο κράτος. Ετσι ήρθαν στην Αθήνα», εξηγεί. «Τα χρόνια πέρασαν, υπήρχαν δυσκολίες κι όμως, παρά τα προβλήματα, η ζωή τα παλιά χρόνια περνούσε με πάρτι». 
Γιάννης Φραγκιάδης
Θυμάμαι τον παγοπώλη και τους τσαγκάρηδες
Μεγαλωμένος σε ένα αρχοντόσπιτo της οδού Νεοφύτου Βάμβα, που έχτισε ο παππούς του το μακρινό 1900, ο κ. Γιάννης Φραγκιάδης, 86 ετών σήμερα, περιγράφει το Κολωνάκι των παιδικών του χρόνων.
«Το Κραχ του '28 έφερε αλλαγές στη ζωή της οικογενείας μας, η οποία συγκεντρώθηκε όλη μαζί σε ένα πολύ μεγάλο σπίτι στην οδό Νεοφύτου Βάμβα 4. Εκεί μεγάλωσα. Το σπίτι αυτό είχε χτιστεί σε σχέδια ενός γερμανού αρχιτέκτονα, είχε ημιυπόγειο και τρεις ορόφους, με ζωγραφισμένα ταβάνια και αυτοματισμούς απίστευτους για την εποχή. Είχε καλοριφέρ και αιρκοντίσιον, ένα σύστημα που διοχέτευε ζεστό αέρα σε όλα τα δωμάτια. Κατεδαφίστηκε το 1949. Ηταν από τα πρώτα σπίτια του Κολωνακίου που δόθηκαν για αντιπαροχή», διηγείται. Είναι η εποχή που στην περιοχή ξεκινά το πρώτο μεγάλο κύμα κατεδαφίσεων. Θα συνεχιστεί τα επόμενα χρόνια και θα κορυφωθεί την περίοδο της χούντας, όταν σπάνια αρχιτεκτονικά στολίδια γκρεμίζονται κατά εκατοντάδες στην Αθήνα και χιλιάδες οικοδομικές άδειες εκδίδονται καθημερινά. «Εχω αμυδρή την εικόνα του γαλατά που περνούσε πριν τον πόλεμο από τη γειτονιά, θυμάμαι όμως τον παγοπώλη, τους τσαγκάρηδες, τις μικρές βιοτεχνίες, το φαρμακείο του Μαλλούτα στην Πατριάρχου Ιωακείμ…», λέει.
Μαθητής του Πειραματικού επί της οδού Σκουφά ο κ. Φραγκιάδης θα ζήσει τις περιπέτειες της γειτονιάς στους δρόμους του Κολωνακίου. «Το 1940, με την έναρξη του πολέμου, ο δάσκαλός μας σκοτώθηκε στην Αλβανία. Το σχολείο μετατράπηκε σε καταφύγιο και στη συνέχεια επιτάχθηκε από τα γερμανικά στρατεύματα. Κάναμε πλέον μάθημα στην εκκλησία του Αγίου Διονυσίου και σε ένα κτίσμα που μας παραχώρησε η οικογένεια Αραβαντινού στην οδό Τσακάλωφ. Θυμάμαι τον Διαμαντόπουλο, έναν θαυμάσιο δάσκαλο που μια μέρα μπήκε στην τάξη κι ενώ κάναμε φασαρία μάς είπε: «Σας παρακαλώ, κάνετε ησυχία γιατί δεν έχω φάει τίποτε, είμαι νηστικός». Πώς να το ξεχάσω αυτό; Στα Δεκεμβριανά η γειτονιά είχε κεντρικό ρόλο. Επειδή ήταν μεγάλο το σπίτι μας, επιτάχθηκε από τους Αγγλους. Αδειάσαμε τον τελευταίο όροφο από τις λινοθήκες, το σιδερωτήριο και τα δωμάτια του προσωπικού και έμεινε εκεί ένα σμήνος αεροπόρων», λέει ο κ. Φραγκιάδης. «Ηταν μια διαφορετική ζωή. Ενα άλλο Κολωνάκι. Για εμάς τα παιδιά δεν υπήρχε κανένας κίνδυνος. Πηγαίναμε με τα πόδια στο σχολείο, θυμάμαι τις πλάκες που κάναμε ως μαθητές».  
Θυμάμαι την κ. Εριφύλη, την επιστάτισσα. Το καφενείο της Λυκόβρυσης υπήρχε από την δεκαετία του ‘60 στην πλατεία. Για γλυκό πηγαίναμε στο Παραδοσιακό. Ψωνίζαμε από το μπακάλικο του Λάμπρου. Στο Λυκαβηττό έμεναν διάφοροι επαγγελματίες που εξυπηρετούσαν το Κολωνάκι, μανάβηδες και άλλοι». Ο κ. Φραγκιάδης παρά τα χρόνια που πέρασαν, θυμάται μία μία τις οικογένειες που ζούσαν τις δεκαετίες του ΄50 και του ΄60 στη Νεοφύτου Βάμβα και στους γύρω δρόμους. 
«Την εποχή εκείνη άλλαζαν όλα. Το Κολωνάκι είχε γίνει ένα μεγάλο εργοτάξιο. Θυμάμαι επίσης τις βόλτες μας. Για κινηματογράφο πηγαίναμε στο σινέ Κολωνάκι στην Καρνεάδου και Ηροδότου που το λέγαμε Σινέ Κολό για να γελάμε. Θέατρο δεν υπήρχε. Λίγο παραπέρα, κοντά στον Περιφερειακό του Λυκαβηττού, ήταν «τα προσφυγικά του Κολωνακίου», μέρος απαγορευμένο για τα παιδιά. Εκτός του ότι δεν είχε ακόμη σκεπαστεί η κοίτη του Ιλισσού και όταν έβρεχε, γινόταν μεγάλη καταστροφή, θεωρείτο υποβαθμισμένη γειτονιά και δεν μας άφηναν να πάμε...». 






Αννίτα Μακρή - Δεμίρη
«Ο Κουν έκανε μαθήματα αγγλικών στη μητέρα μου»
Μια εικόνα της γειτονιάς τελείως διαφορετική από τη σημερινή φέρνει στον νου της και η κυρία Αννίτα Μακρή - Δεμίρη, το πατρικό της οποίας βρισκόταν στην οδό Κανάρη 5. «Θυμάμαι το βενζινάδικο του Κορακιανίτη στην οδό Σκουφά, ήταν η μοναδική βενζίνα του Κολωνακίου. Επίσης, την ταβέρνα που βρισκόταν στην αρχή του δρόμου, εκεί έτρωγαν οι αρχιτέκτονες που έφτιαχναν τις πολυκατοικίες της περιοχής. Εκεί όπου είναι ο Αεράκης βρισκόταν τότε το ψιλικατζίδικο του Δελέζιου… Εχω πολλές αναμνήσεις αλλά και ακούσματα από την παλιά εποχή. Θυμάμαι τη μητέρα μου να μου διηγείται το εξής: Ο παππούς μου αγαπούσε τον Κουν και τον ενίσχυε οικονομικά όσο εργαζόταν ως καθηγητής Αγγλικών στο Κολλέγιο. Κι εκείνος σε αντάλλαγμα έκανε λίγα μαθήματα στη μητέρα μου. Μου έλεγε, λοιπόν, εκείνη πως καταλάβαινε τι παρέα είχε το προηγούμενο βράδυ απ'τα ποτήρια και τα τασάκια που έβλεπε 
στο σπίτι του».

Ο χορευτής

$
0
0



  • Πρίν από κάμποσα χρόνια περπατούσα ένα πρωϊ  στα στενά της Πλάκας παρατηρώντας τα παλιά σπίτια που δεν είχαν αναπαλαιωθεί .

    Σε ένα ημιϋπόγειο το κουδούνι έγραφε το όνομα ενός πολύ γνωστού παλιού χορευτή...
    Τότε σε πολλές Ελληνικές ταινίες ήταν απαραίτητο το τραγούδι 
    και η χορογραφία....
    Πρέπει να με είδε από το ημιπαράθυρο και άνοιξε την πόρτα και ανέβηκε
    για να με καλημερίσει....
    Τα χρόνια δεν τον είχαν λυπηθεί....δύσκολα τον αναγνώριζες....
    "....είσαστε ο γνωστός...."
    "....ναι σας ευχαριστώ που με θυμηθήκατε..."
    Περνούσε δύσκολα...ήταν μόνος.....τον είχαν ξεχάσει....
    Δεν είχε σκεφτεί ποτέ το αύριο ....μου είχε πει....αλλά και να το είχε κάνει
    δεν ήταν και πολλά τα λεφτά που έπαιρνε....ζούσε αξιοπρεπώς όμως.
    Τον προσκαλούσαν εκείνα τα χρόνια τα λαμπερά ονόματα ...γνωστοί εφοπλιστές στις βίλες τους στα πάρτυ και χόρευε γι αυτούς....
    Όλη αυτή η εξομολόγηση στα σκαλοπάτια του παλιού ημιϋπόγειου .....
    ντράπηκε να με καλέσει μέσα ....
    "....ξέρετε δεν είναι και στην καλύτερη κατάσταση το δωμάτιο αλλά ευχαριστώ τον κύριο που μου το παραχώρησε μέχρι να αναπαλαιωθεί...."
    Ευτυχώς φάνηκε τυχερός.....πρόλαβε να "φύγει"πρίν να αναπαλαιωθεί.

Εξαφανίσεις λόγω οικονομικής κρίσης και έρωτα

$
0
0



  • Ανάμεσα στα εντυπωσιακά γεγονότα της προηγούμενης μεγάλης κρίσης, στις αρχές της δεκαετίας 1930, πρέπει να καταγραφούν και οι «εξαφανίσεις». Ιδιαιτέρως δε οι εξαφανίσεις συζύγων που οφείλονταν στην οικονομική κρίση και μόνον στην Αθήνα έφθασαν τις 620. Όπως κατέγραψε ο έγκριτος Κ. Βοβολίνης, οι μεν άνδρες σύζυγοι που δεν μπορούσαν να τα βγάλουν πέρα εγκατέλειπαν τις γυναίκες τους και κατευθύνονταν στις επαρχίες αναζητώντας καλύτερη τύχη. Αντίθετα, οι γυναίκες εγκατέλειπαν τις εστίες τους για να βρουν εργασία, αλλά και την τύχη τους στην αγκαλιά κάποιου οικονομικά ανεξάρτητου εραστή!
    Το θέμα απασχόλησε βεβαίως τις Αρχές, οι οποίες ατύπως χαρακτήριζαν το 1932 ως «έτος αθρόων εξαφανίσεων» αφού σε όλη την Ελλάδα καταγράφηκαν 1.420 περιστατικά. Εξ αυτών η Γενική Ασφάλεια κατέγραψε 800 περιστατικά στην επαρχία και τα υπόλοιπα στην Αθήνα. Στην πραγματικότητα έγινε μόδα της εποχής. Το μεγαλύτερο μέρος των κρουσμάτων αφορούσε άτομα ηλικίας 17-20 ετών και σημαντικός ήταν ο αριθμός εκείνων που «εξαφανίζονταν» επειδή τους κυνηγούσαν οι τράπεζες ή άλλες οικονομικές υποχρεώσεις. Επίσης, σε μεγάλο αριθμό περιπτώσεων οι εξαφανιζόμενοι άφηναν επιστολές απειλώντας ότι θα αυτοκτονήσουν. Ελάχιστοι όμως πραγματοποίησαν την απειλή τους.
    Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του υπαλλήλου εισπρακτικής εταιρείας Δημητρίου Σχοινά, ο οποίος αφού υπεξαίρεσε σημαντικό ποσόν μεταχειρίσθηκε τη μέθοδο της εξαφανίσεως και της απειλής αυτοκτονίας. «Με περιέθαλψες και εγώ φέρθηκα σαν παλιάνθρωπος. Πάω ν’ αυτοκτονήσω, πρόσεξε τη γυναίκα μου», έγραψε στο αφεντικό του. Ωστόσο, εντοπίσθηκε λίγες ημέρες αργότερα σε καφενείο της Λιβαδειάς και πήρε την άγουσα για να εκτίσει την ποινή του. Και ενώ δεκάδες τέτοια περιστατικά κατέγραφε η ειδησεογραφία, το δικό του μεγάλο ποσοστό στις εξαφανίσεις κατείχε, όπως πάντα, ο φτερωτός θεός του έρωτα, ιδιαίτερα στις εξαφανίσεις νεανίδων.

«Προσφυγική απειλή» για την ηθική τάξη: «Φιλήδονη ανατολίτισσα»

$
0
0





Η Μικρασιατική Καταστροφή και η αθρόα άφιξη των προσφύγων στην Ελλάδα από τον Σεπτέμβριο του 1922, δοκίμασε τις δομές του ελληνικού κράτους ως προς τις δυνατότητες αποκατάστασής των ξεριζωμένων, εν μέσω μίας ήδη τεταμένης πολιτικής και οικονομικής κατάστασης. Όσο για την κοινωνία που τους υποδέχτηκε, ήρθε αντιμέτωπη με την κατασκευή του «άλλου», του «ανεπιθύμητου». Ίσως για πρώτη φορά σε τέτοιο βαθμό, βρέθηκε να είναι ο εκφραστής της προκατάληψης και του ρατσισμού. Για τους γηγενείς, οι πρόσφυγες δεν ήταν πραγματικοί Έλληνες. Σχεδόν 90 χρόνια μετά, μετανάστες και πρόσφυγες αντιμετωπίζονται ως παράσιτα, επειδή επίσης δεν είναι… Έλληνες. Τι μπορεί να μας διδάξει το προσφυγικό ζήτημα, σήμερα;
Το 3ο μέρος του αφιερώματος με την υπογραφή του Μενέλαου Χαραλαμπίδη 
Οι πρόσφυγες ως απειλή για την ηθική τάξη
Δεν ήταν όμως τόσο οι πράξεις αυτές που ανησυχούσαν τους γηγενείς της πόλης, τουλάχιστον όπως η ανησυχία αυτή καταγράφονταν στις εφημερίδες της εποχής. Οι προσφυγικοί συνοικισμοί, πέρα από τους κινδύνους που αναφέρθηκαν παραπάνω, αποτελούσαν απειλή για την υπάρχουσα ηθική τάξη. Αν οι πρόσφυγες μέσα από την έντονη κοινωνικότητα και την καθημερινή εκδήλωση των διαφορετικών πολιτισμικών τους χαρακτηριστικών, προσπαθούσαν να ενισχύσουν τη συνοχή των τοπικών κοινωνιών και να «διασκεδάσουν» τις δυσκολίες και τα αδιέξοδα της νέας τους ζωής, οι γηγενείς έβλεπαν στην κοινωνικότητα αυτή μια σειρά από κινδύνους που αφορούσαν τη διασάλευση της ηθικής τάξης. Η διαφορετική μουσική, η «εξωτική» κουζίνα, η ανατολίτικη θηλυκότητα και η χρήση της τουρκικής γλώσσας, από τουρκόφωνους αλλά και ελληνόφωνους πρόσφυγες, υπήρξαν τα κύρια γνωρίσματα της καθημερινότητας στους προσφυγικούς συνοικισμούς που «τρομοκρατούσαν» κάποιους από τους γηγενείς, όπως κατέγραφαν οι σύγχρονοι αρθογράφοι.
Όπως προκύπτει από πολλές μαρτυρίες, η μουσική και το τραγούδι υπήρξαν από τις κυριότερες «ιεροτελεστίες» μέσω των οποίων τα μέλη της κοινότητας επαναβεβαίωναν την κοινή τους ταυτότητα. Ο Γιάννης Κακουλίδης θυμάται τη μεγάλη εντύπωση που του έκανε μια σκηνή κατά τη διάρκεια ενός γάμου στην Καισαριανή το 1930. Μετά από ατελείωτο χορό και τραγούδι κάποια στιγμή ο επικεφαλής της κομπανίας βιολιστής Αναστάσης Μπαλτάς, «κάνει νόημα να σταματήσουν όλοι και αρχίζει ο τραγουδιστής της κομπανίας έναν αμανέ στα τούρκικα, με συνοδεία τον Μπαλτά με το βιολί του, και βλέπω όλα τα μάτια να τρέχουν δάκρυα. Τα έχασα κυριολεκτικά. Κοίταζα από ‘δω κι από ‘κει· όλοι κλαίγανε. Ρωτώ τη μητέρα μου: “Γιατί κλαίνε;”. “Θα σου πω στο σπίτι” μου απαντά και βέβαια σπίτι δεν μου είπε τίποτα.»[1]
Η μουσική και το τραγούδι που έκανε τους πρόσφυγες να κλαίνε από συγκίνηση, τραγουδημένο μάλιστα στα τούρκικα, για κάποιους άλλους αποτελούσε δείγμα υπανάπτυξης και παρακμής. Σε άρθρο της πειραιώτικης εφημερίδας Θάρρος, καταγράφεται το άγχος του συντάκτη για την τύχη των δημοτικών τραγουδιών, της «εθνικής» μουσικής των Ελλήνων, καθώς η δισκογραφία είχε στραφεί προς τους ανατολίτικους αμανέδες: «Απλούστατα, οι βρωμεροί αμανέδες εξορισθέντες από τον τόπον τους ευρήκαν εις την Ελλάδα μίαν δευτέραν πατρίδα, ενώ η εθνική μουσική των Ελλήνων πηγαίνει περίπατον».[2]
Οι φόβοι των ανθρώπων για τους οποίους ο αμανές ήταν ξένος, είτε διότι ήταν παλαιοελλαδίτες, είτε ακόμη και πρόσφυγες που ανήκαν στην αστική τάξη και έβλεπαν τον αμανέ ως στοιχείο πολιτισμικής παρακμής, καθησυχάστηκαν όταν τον Νοέμβριο του 1937 η δικτατορία της 4ης Αυγούστου απαγόρευσε τους αμανέδες ως «αναχρονιστικά άσματα». Αυτό που «τρόμαζε» τους γηγενείς και τους προσφυγικής καταγωγής αστούς της Αθήνας, ήταν ότι διέβλεπαν όχι μόνο στον αμανέ αλλά γενικότερα στην έντονη κοινωνικότητα των λαϊκών στρωμάτων τον κίνδυνο ανατροπής της ηθικής τάξης. Οι νέοι της «καλής τάξης» που ελκύονταν από τη μόδα του αμανέ και των «ντάνσιγκ» της Κοκκινιάς, όπου ο αμανές και το ρεμπέτικο αναμιγνύονταν με το φοξ-τροτ και το τσάρλεστον, υπήρχε κίνδυνος να «παρασυρθούν» από τις «φιλήδονες ανατολίτισσες» οι οποίες προσδοκούσαν μ’ ένα επιτυχημένο γάμο να «αποδράσουν» από την αθλιότητα των προσφυγικών συνοικισμών, θέμα για το οποίο θα γίνει αναφορά στη συνέχεια.
Μπορεί λοιπόν αυτού του είδους η αρθογραφία να διαμόρφωνε τις απόψεις ανθρώπων που δεν συγχρωτίζονταν με τους πρόσφυγες, τα πράγματα όμως ήταν διαφορετικά για όσους είχαν αναπτύξει σχέσεις με το προσφυγικό στοιχείο. Οι κίνδυνοι που διέβλεπαν κάποιοι στις εκδηλώσεις του προσφυγικού λαϊκού πολιτισμού, δεν φαίνεται να ίσχυαν για ορισμένα γηγενή λαϊκά στρώματα. Σε πλήρη αντίθεση με την επιχειρηματολογία των άρθρων που παρουσιάζονταν στις εφημερίδες της εποχής, έρχονται τα λόγια του Μάρκου Βαμβακάρη αλλά και πολλών άλλων μη προσφυγικής καταγωγής δημιουργών του ρεμπέτικου. Ο Βαμβακάρης «έβλεπε» το διαφορετικό τρόπο διασκέδασης και την έντονη κοινωνικότητα των προσφύγων ως ιδιαίτερα θετικό στοιχείο, γεγονός που καταδεικνύει τους ποικίλους τρόπους προσέγγισης του «προβλήματος» της πολιτισμικής ετερότητας των προσφύγων: «Αυτοί οι ανθρώποι ήτανε μαθημένοι να δουλεύουνε και να γλεντάνε. Όλοι οι πρόσφυγες μηδενός εξαιρουμένου. Μπορεί να δούλευε όλη τη βδομάδα σα σκύλος αλλά το Σαββατοκύριακο πήγαινε να γλεντήσει. Να βγει, να πάει, να δείξει, να κάνει […] Όπως μέχρι τώρα από τους πρόσφυγες, και κοντά στους πρόσφυγες μάθαν και οι δικοί μας τώρα.»[3]
Ο Βαμβακάρης διέκρινε στην καθημερινότητα των προσφύγων ένα πολιτισμικό πλούτο, ένα διαφορετικό τρόπο ζωής, που έλκυε όσους γηγενείς ξεπερνούσαν τις στερεοτυπικές απεικονίσεις των προσφύγων ως «αρπακτικών» των περιουσιών τους ή «ανήθικων τουρκομεριτών» που απειλούσαν τα ήθη της Παλαιάς Ελλάδας. Σε αντίθεση με τον αρθογράφο της εφημερίδας Θάρρος, ο οποίος προειδοποιούσε για τους κινδύνους που διέτρεχε το δημοτικό τραγούδι από τη «μόδα» των αμανέδων, ο Βαμβακάρης αναφέρεται στον εμπλουτισμό της ελληνικής μουσικής που προκλήθηκε από την άφιξη μεγάλων μικρασιατών μουσικών, γεγονός που «έσπασε» τη μονοκρατορία του δημοτικού τραγουδιού ανοίγοντας το δρόμο για το ρεμπέτικο: «Πρώτα είχαμε δω πέρα, οι δικοί μας οι μουσικοί επαίζανε σχεδόν μόνο τα δημοτικά. Ποτέ κανένα μανεδάκι. Ενώ αυτοί εδώ όταν ήρθαν αρχινήσανε τσιφτετέλια, συρτά, πολλά, πολλά πράγματα. Μανέδες, τζιβαέρια, αϊβαλιώτικα, πολλά.»[4]
Η μεγάλη επιτυχία της μουσικής των προσφύγων, που τόσο πολύ ανησύχησε κάποιους από τους παλιούς κατοίκους της πρωτεύουσας, εντοπίζεται τόσο στην ποικιλία των ήχων και των ρυθμών της, όσο και στη σαφώς μεγαλύτερη εξοικείωση των μουσικών της με τους κανόνες της αγοράς. Αυτό συνέβη διότι στην πλειοψηφία τους οι μικρασιάτες μουσικοί «προέρχονταν από ένα γνησίως αστικό περιβάλλον», γνώριζαν πως «να ανιχνεύουν τη ζήτηση ώστε να προσανατολίζουν την παραγωγή τους» και να εκμεταλλεύονται «τις τεχνικές της διαφήμισης».[5] Τα προβλήματα που δημιουργούσε η μουσική των προσφύγων δεν αφορούσαν μόνο τους ακροατές, αλλά και τους ίδιους τους μουσικούς. Η άφιξη σπουδαίων μουσικών από τη Μ. Ασία και η κυριαρχία τους στην αγορά της εποχής, έθετε στο περιθώριο τους «παλαιοελλαδίτες» δημιουργούς και ερμηνευτές, συγκροτώντας ένα ακόμη πεδίο αντιπαράθεσης προσφύγων και γηγενών. Όπως επισημαίνει ο Μανόλης Αθανασάκης:
«Στους ρυθμούς των μικρασιατικών τραγουδιών συναντάμε το συρτό, τον μπάλο, το τσιφτετέλι, τον καλαματιανό, τα ζεϊμπέκικα, τους καρσιλαμάδες, το χασάπικο και το χασαποσέρβικο. Ακόμη, έχουν καταγραφεί πολλά τραγούδια με δυτικούς ρυθμούς, όπως ταγκό, βαλς, εμβατήρια κ.α. […] Για τους λόγους αυτούς ελάχιστοι απ’ τους “Παλαιοελλαδίτες” συνθέτες, μουσικούς και τραγουδιστές μπορούσαν να επιβιώσουν και να διακριθούν σ’ αυτό το ανταγωνιστικό περιβάλλον».[6]
Η «προκλητικότητα» της ανατολίτισσας
Η μεγαλύτερη όμως πρόκληση για τα χρηστά ήθη των γηγενών πήγαζε από τον έκδηλο «ηδονισμό» των «γυναικών της Ανατολής». Το αρνητικό στερεότυπο της «φιλήδονης» προσφυγοπούλας, ανεξάρτητα από την οικονομική της επιφάνεια και την κοινωνική της καταγωγή, υπήρξε δημοφιλές ανάμεσα στους γηγενείς. Οι αναφορές στις εφημερίδες και τα περιοδικά του Μεσοπολέμου, συγκρότησαν την εικόνα της προσφυγοπούλας των λαϊκών συνοικιών, η οποία μέσα από τη σύναψη σχέσεων με γηγενείς νέους επεδίωκε την εξασφάλιση μιας καλλίτερης ζωής μακριά από την αθλιότητα των προσφυγικών συνοικισμών.
Σε αυτά τα άρθρα αποτυπώνονταν εικόνες γυναικών που κάπνιζαν επιδεικτικά, φορούσαν ρούχα που αποκάλυπταν τους ώμους και τις γάμπες τους, χόρευαν προκλητικά με διάφορους άνδρες και τραγουδούσαν άσεμνα τραγούδια. Η έντονη κοινωνικότητα των προσφύγων γινόταν αντιληπτή από τους γηγενείς, σε ότι είχε να κάνει με το γυναικείο προσφυγικό πληθυσμό, ως στοιχείο ηθικής έκπτωσης. Η κοινωνικότητα των προσφύγων, ο διαφορετικός τρόπος διασκέδασης και η βαρύτητα που αυτή είχε για την οργάνωση της καθημερινότητάς τους, αποτυπώνεται παραστατικά στην αφήγηση μιας Αρμένισσας που επισκέφτηκε τη συνοικία της Κοκκινιάς:
«Μας έκανε μεγάλη εντύπωση. Δεν έμοιαζε ούτε στην Αθήνα ούτε στον Πειραιά. Λες και ήταν πανηγύρι. Πολύς κόσμος κυκλοφορούσε χαρούμενος. Ταβέρνες, καφενεία γεμάτα κόσμο. Ορχήστρες ανατολίτικες. Κορίτσια τραγουδούσαν στη σειρά καθισμένες με τους οργανοπαίκτες. Τα πεζοδρόμια μέχρι και το δρόμο γεμάτα τραπεζάκια. Τα ούζα, τα σις κεμπάπ, τα τζατζίκια, οι παστουρμάδες και τα σαγανάκια μοσκοβολούσαν».[7]
Η περιγραφή της «διαφορετικής» Κοκκινιάς ολοκληρώνονταν με την αναφορά στις σχέσεις ανάμεσα στους γηγενείς νέους και τις προσφυγοπούλες. Οι νέοι αυτοί που ελκύονταν από τη ζωή μιας συνοικίας, η οποία δεν «έμοιαζε ούτε στην Αθήνα ούτε στον Πειραιά», «παρασύρονταν» από τα «θέλγητρα» των «γυναικών της ανατολής», σ’ ένα «εξωτικό» περιβάλλον όπου η μουσική, το ποτό, ο χορός και το φαγητό, συνέθεταν το «σκηνικό». Η αντίληψη των γηγενών για τις προσφυγοπούλες που προσπαθούσαν να «τυλίξουν» τα αγόρια τους, καταγράφεται παραστατικά στη συνέχεια της περιγραφής για τη ζωή στην Κοκκινιά, η οποία είχε μετατραπεί σε κέντρο διασκέδασης όχι μόνο του Πειραιά αλλά και της Αθήνας:
«Εδώ […] πέφτει πολύ χρήμα. Όλοι οι νέοι της Αθήνας και του Πειραιά έρχονται για να διασκεδάσουν. Έχουν ξετρελαθεί με τα κορίτσια, τις προσφυγοπούλες. Τις βρίσκουν πιο όμορφες και πιο εξελιγμένες. Στην αρχή ήρθαν για διασκέδαση και να βρουν καμία καμωματού. Όμως γρήγορα του τυλίγει κάποια και παντρεύονται. Οι ντόπιοι έχουν κατατρομάξει για τα παιδιά τους. Τα χάνουν από το δικό τους περιβάλλον. Κάθε γονιός φοβάται μην τυχόν πάρει ο γιος του καμία προσφυγοπούλα δίχως προίκα».[8]
Το στερεότυπο για τη «φιλήδονη ανατολίτισσα» δεν περιορίζονταν στην περίπτωση των κοριτσιών από τις φτωχές προσφυγικές συνοικίες. Για διαφορετικούς λόγους, στο «στόχαστρο» των επικρίσεων βρέθηκαν και οι εύπορες γυναίκες προσφυγικής καταγωγής. Στη δική τους περίπτωση το πρόβλημα δεν εντοπίζονταν στην προσπάθειά τους να «παρασύρουν» τους νέους γηγενείς σε ένα «κερδοφόρο» γάμο, αλλά στο «νεοπλουτισμό» τους, στη διεκδίκηση δηλαδή μιας θέσης στην αθηναϊκή αστική τάξη. Μια από τις χαρακτηριστικότερες και πλουσιότερες σε εικόνες καταγραφές αυτού του στερεοτύπου προσφέρει μακροσκελές άρθρο του «δυτικοτραφή» αστού συγγραφέα Κώστα Ουράνη στην εφημερίδα Ελεύθερος Λόγοςστις 10 Ιουλίου 1923. Σε αυτό το άρθρο ο Ουράνης προσπαθούσε να θέσει τις διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στα «νεόπλουτα θηλυκά» και τις «κυρίες» που προέρχονταν από την παλαιά αθηναϊκή αστική τάξη. Παρ’ όλα αυτά, σε μια δεύτερη ανάγνωση, τα λόγια του αντανακλούν μια διττή αίσθηση απώθησης και παράλληλα γοητείας που προκαλούσε η παρουσία τους, οι «χυδαίοι» αλλά και ταυτόχρονα ελκυστικοί τρόποι τους:
«Είναι γυναίκες που αρέσκονται πολύ να προκαλούν. Έχουν λευκή και απαλή επιδερμίδα, είναι όλες με υποβλητικές καμπυλότητες […] και μάτια […] γεμάτα ηδονισμό […] Αρέσκονται […] σε μια πολυτέλεια νεοπλουτική, στα φαγητά με παχιές σάλτσες, […] στις πολύ δυνατές μυρωδιές και στις θορυβώδεις διασκεδάσεις, τις γεμάτες σπατάλη και χυδαία χαρά […] καπνίζουν με ηδονή και αγαπούν να είναι διαρκώς άνεργες και να φλυαρούν. Δεν έχουν πάνω τους καμία αρχοντιά […] Δεν είναι “κυρίες”. Είναι θηλυκά. Το κλίμα της Ανατολής τις έκανε μαλθακές, σαρκώδεις και φιλήδονες […] Πολλές, υπό το πρόσχημα της ζέστης, έχουν καταργήσει το μεσοφόρι, όταν δε περπατούν μέσα στον ήλιο οι γραμμές του σώματός των διαγράφονται καθαρά μέσα από τα φουστάνια. Με γυμνούς λαιμούς, με γυμνά μπράτσα […] προκαλούν την προσοχή που ανοίγει το στόμα και ξυπνούν αιφνίδιους πόθους […] Κάπου κάπου βλέπει κανείς μερικές νεαρές γυναίκες ντυμένες με διακριτική κομψότητα, με βλέμμα που κοιτάζει από ψηλά, με βάδισμα αργό και περήφανο […] είναι αυτές, οι Αθηναίες. Αλλά εκτοπισμένες.»[9]
Τα λόγια του Ουράνη αντανακλούσαν το φόβο των γηγενών – και αυτός ήταν ένας διαταξικός φόβος από την εργατική έως την αστική τάξη – για τη μορφή που θα έπαιρνε η πρωτεύουσα μετά την άφιξη των προσφύγων, για το ποιος τρόπος ζωής, ποια ήθη, θα επικρατούσαν. Η απογοήτευση, ιδιαίτερα της αστικής τάξης των παλαιών κατοίκων της πόλης, καταγράφονταν με τον πλέον χαρακτηριστικό τρόπο στα περίφημα λόγια του εκδότη της Καθημερινής Γεωργίου Βλάχου: «Το σύμβολο της Παλαιάς Ελλάδος εκπορθείται και βεβηλώνεται από την “προσφυγικήν αγέλην”. Η Αθήνα δεν είναι πια η πόλη μόνο των “καθαρών” Ελλήνων, αλλά και πόλη των προσφύγων».[10]
Ο κεντρικός ρόλος που είχαν οι γυναίκες στη δημόσια ζωή των προσφυγικών συνοικισμών, δεν υπήρξε αποτέλεσμα μιας διαδικασίας χειραφέτησής τους. Οι ανάγκες της επιβίωσης «αναβάθμισαν» το ρόλο της γυναίκας στις προσφυγικές συνοικίες. Ήταν αυτές οι ανάγκες που «ώθησαν» μαζικά τις γυναίκες προς την εργασία και την «έξοδο» στο δημόσιο χώρο. Ανεξάρτητα από το μεγάλο ποσοστό οικογενειών ορφανών από πατέρα, οι μητέρες και οι κόρες τους ανέλαβαν ένα μεγάλο κομμάτι για το βιοπορισμό κάθε προσφυγικής οικογένειας.
Είναι χαρακτηριστικά όσα αναφέρονται σε πίνακα της Κοινωνίας των Εθνών που συντάχθηκε τον Ιούνιο του 1926, για την αναλογία των κατοίκων σε σχέση με το φύλλο και την ηλικία στις τέσσερις μεγάλες προσφυγικές συνοικίες. Στις ηλικίες άνω των 16 ετών, καταγράφηκαν 2.392 άνδρες και 4.479 γυναίκες στο Βύρωνα, 2.367 άνδρες και 4.268 γυναίκες στην Καισαριανή, 4.030 άνδρες και 6.360 γυναίκες στη Νέα Ιωνία και 7.240 άνδρες και 11.068 άνδρες στην Κοκκινιά.[11] Έτσι στους τέσσερις παραπάνω μεγαλύτερους προσφυγικούς συνοικισμούς της Αθήνας, είχαν εγκατασταθεί το 1926, συνολικά 16.029 άνδρες και 26.175 γυναίκες άνω των 16 ετών, γεγονός που πιστοποιεί τη μεγάλη ανισοκατανομή ανάμεσα στα δύο φύλλα και τον εκ των πραγμάτων σημαντικό ρόλο που καλούνταν να διαδραματίσουν οι γυναίκες στην προσπάθεια των προσφύγων να ανασυγκροτηθούν οικονομικά και κοινωνικά.
Η μαζική γυναικεία εργασία, η έντονη κοινωνικότητα των προσφύγων, αλλά και πιθανότατα τα χαμηλότερα ποσοστά αναλφαβητισμού που κατέγραφαν οι γυναίκες προσφυγικής καταγωγής σε σχέση με τις γηγενείς – σύμφωνα με τον Α. Αιγίδη, η απογραφή πληθυσμού του 1928 αποδείκνυε «ότι η γυναικεία παίδευσις είχε προοδεύσει μεταξύ του υποδούλου Ελληνισμού πολύ ενωρίτερον από τον ελεύθερον, διότι εκείνος είχεν εγκαταλείψει εγκαιρότερον τας οπισθοδρομικάς περί γυναικός αρχάς του παρελθόντος αιώνος και ίδρυσεν ενωρίτερον ανώτερα εκπαιδευτήρια της θηλείας νεότητος»[12] – παρουσίαζαν μια «απειλητική» εικόνα για την επικρατούσα ηθική τάξη.
Οι επιπτώσεις του «προσφυγικού πολιτισμικού σοκ» στην αθηναϊκή και γενικότερα ελληνική κοινωνία δεν ήταν μονοσήμαντες. Η εισαγωγή πολλών νέων και διαφορετικών «τρόπων ζωής» δημιούργησε αντιδράσεις που πολλές φορές ξεπερνούσαν το δίπολο πρόσφυγες – γηγενείς. Πίσω από τις αντιδράσεις του αστικού κόσμου, μέσω των εφημερίδων και των περιοδικών της εποχής, μπορεί κανείς να διακρίνει τη διαμάχη ανάμεσα στον «ανώτερο» πολιτισμό της αστικής τάξης και τον «ευτελή» των λαϊκών στρωμάτων. Ανεξάρτητα λοιπόν από τη γηγενή ή προσφυγική καταγωγή της – π.χ. στο «μέτωπο»
http://constantinoupoli.com/

Ο περιπτεράς της Ομόνοιας

$
0
0



  • Όταν περνούσαμε από την Ομόνοια εκείνα τα χρόνια χαζεύαμε τα περίπτερα....
    Και τι δεν είχαν.....από κολώνιες...πινέλα ξυρίσματος....επισκευάζανε στυλό αλλά γεμίζανε και τα διαρκείας....τα big δηλαδή που αντικαταστήσανε το μελάνι και την πέννα...τον κοντυλοφόρο.
    Σήμερα ακούγεται αστείο να γεμίσεις ένα στυλό διαρκείας.
    Ο περιπτεράς της Ομόνοιας τότε δεν φοβότανε μήπως τον κλέψουν...
    δεν είχε κάμερες ασφαλείας και "σεκιουριτάδες"όπως σήμερα.
    Αρκούσε ο πολιτσμάνος της βάρδιας που έκοβε βόλτες στην περιοχή.
    Στην μόστρα έβλεπες φυσικά και τον ΚΟΛΥΝΟ την οδοντόπαστα και αργότερα
    την κρέμα ξυρίσματος που μέχρι να βγεί η σκόνη σαπούνι του ΑΛΕΠΟΥΔΕΛΗ
    και του ΠΑΠΟΥΤΣΑΝΗ είχαν τα πρωτεία.
    Έριχνες λίγο στο πλαστικό ή σιδερένιο μπωλάκι και έκανες σαπουνάδα με το κλασικό πινέλο.
    Θα έβλεπες επίσης και πινακίδα να γράφει ΜΑΝΤΑΡΟΝΤΑΙ ΚΑΛΤΣΕΣ....
    γυναικείες νάϋλον που δεν πετούσαν οι γυναίκες όταν έφευγαν οι πόντοι.
    Η γυναίκα του περιπτερά δούλευε στο σπίτι ....μανταρίστρα.
    Από περιοδικά ΡΟΜΑΝΤΣΟ ΘΗΣΑΥΡΟΣ  με μεγάλη κυκλοφορία....το ΕΡΓΟΧΕΙΡΟ
    επίσης για πλέξιμο ...κέντημα....
    Πλέκανε και κεντάγανε οι γυναίκες στις γειτονιές της Αθήνας....στην Αγίου Μάρκου είχε μαγαζιά με κλωστές...μαλλιά κ.λ.π.
    Επίσης έβλεπες και τεύχη από εγκυκλοπαίδειες....αγοράζανε για τα παιδιά
    τους οι γονείς ....τους ερχόταν οικονομικά τεύχος-τεύχος.
    Τα μαζεύανε και πηγαίνανε στον εκδοτικό οίκο να τα δώσουν και να πάρουν
    τον δεμένο τόμο.
    Να μη ξεχάσω και τα κομπολόγια που πουλούσαν τα περίπτερα απαραίτητο
    αξεσουάρ των θαμώνων στα καφενεία με τον βαρύ γλυκό δίπλα ...το άφιλτρο....
    τα κιτρινισμένα δάχτυλα από την νικοτίνη και φυσικά το ντουμάνι στην αίθουσα.
    Τα περίπτερα της Ομόνοιας πουλούσαν και χύμα τσιγάρα για τους άφραγκους
    αλλά και για τους πιτσιρικάδες που μόλις έβλεπαν την πρώτη τρίχα στο σώμα τους αγοράζανε τα πρώτα προκειμένου να νοιώσουν άντρες.

Απίθανες αγγελίες της περιόδου 1833-1940

$
0
0

Ακολουθούν δύο πολύ σύντομες αγγελίες από εφημερίδες αλλοτινών εποχών. Ιδού η πρώτη: «Εδραπέτευσεν ο Κίτσος ο λεβέντης, η έλαφος του κ. Παρασκευαΐδου. Ο συλλαβών αυτήν παρακαλείται να την παραδόση τω ιδιοκτήτη», «Εφημερίς», έτος Ε΄, αριθ. 19, Πέμπτη 19 Ιανουαρίου 1878.
Και η δεύτερη: «Επιθυμών να έλθω εις πνευματικήν επικοινωνίαν με την μητέρα μας Ελλάδα, ζητώ αλληλογραφία με μορφωμένας παρθένους της γλυκειάς πατρίδος. Διευθύνεις Gh M rue Oitug 3 Braila, Roumanie», «Σφαίρα», έτος ΣΤ΄, αριθ. 296, Σάββατον 4 Οκτωβρίου 1924.
Και οι δύο προέρχονται από το βιβλίο «Ο Κίτσος ο λεβέντης και άλλες αγγελίες» των Θανάση Γιοχάλα και Ζωής Βαΐου, το οποίο κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Εστία.
Η έκδοση περιλαμβάνει περίπου 2.600 αγγελίες της περιόδου 1833-1940, ερανισμένες από 142 εφημερίδες και περιοδικά της Αθήνας, ενώ αναφορές γίνονται και σε πολλές άλλες ελληνικές αλλά και ευρωπαϊκές πόλεις. Οπως σημειώνουν και οι συγγραφείς, «πρόκειται για αγγελίες ιδιωτικού κυρίως αλλά και δημοσίου ενδιαφέροντος, οι οποίες προβάλλουν τη σχέση ατομικού και συλλογικού.
Οι διαφημιστικές καταχωρίσεις, οι υποχρεωτικές δημοσιοποιήσεις (πλειστηριασμοί), οι αγορές και οι πωλήσεις, τα συγχαρητήρια αλλά και τα απειλητικά αγγελτήρια, οι δηλώσεις απώλειας ή εξαφάνισης, η προσφορά ή η αναζήτηση εργασίας αποτελούν ένα υλικό που αποδίδει την κοινωνική ατμόσφαιρα της μακράς αυτής περιόδου. (…)
Ως προς τη θεματολογία των κειμένων, έχουμε πολλά και διάφορα: «Διαφημιστικές αγγελίες που ωθούν σε απόκτηση υλικών αγαθών συνοδοιπορούν με αγγελτήρια απώλειας προσφιλών προσώπων. Ειδοποιήσεις γάμου ή αρραβώνων συμπορεύονται με το μακάβριο και τον θάνατο. Απειλητικές αγγελίες στεγάζονται στον ίδιο χώρο με τις ευχετήριες. Χιουμοριστικές αγγελίες έχουν όμορές τους άλλες που σχετίζονται με τον ανθρώπινο πόνο.


Στο βιβλίο, οι αγγελίες είναι χωρισμένες ανά κατηγορίες και συνοδεύονται από κατατοπιστικά –και χιουμοριστικά– εισαγωγικά σημειώματα. Η «Κ» προδημοσιεύει μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα.
«Νεάνις Κυρία Μικρούλα»…
•Απωλέσθη δηλητήριον. Ο ευρών παρακαλείται να το φέρη εις τον κ. Φώτον Πολίτην και αμειφθήσεται γενναίως, διά της συγγραφής μιας κριτικής του τελευταίου.
«Λοβιτούρα», έτος Α’, αριθ. 8, 13 Ιανουαρίου 1929.
•Η χαριεστάτη και αξιέραστος νεάνις Κυρία Μικρούλα, ετών 39, τίθεται εις λαχείον διά μόνον τους αγάμους προς 1 λεπτόν το όνομα. Ο κερδίσων υποχρεούται να λάβη αυτήν εις σύζυγον. Ο δε προς εγγραφήν κατάλογος εδόθη εις τον κ. Βοϊκόπουλον.
Εκ του Τυπογραφείου της «Πούδρας, Ο Αριστοφάνης και η Μαγνητιζομένη», Τόμος Β΄, 15 Νοεμβρίου 1859.
•Νέος εκ του εξωτερικού, ηλικίας 32 ετών, χήρος άνευ τέκνου, αλλά μονόφθαλμος, έχων δε μηνιαίον εισόδημα δρ 170, επιθυμεί να νυμφευθή γυναίκα έχουσαν ανάλογον εισόδημα και ανάλογον ελλάττωμα.
Πληροφορίαι δι’ επιστολών προς τον κ. Σ. Φ. γραφείον «Θορύβου», έτος Α΄, αριθμ. 3, 7 Ιουλίου 1898.
•Ενας συμπολίτης μας προσπαθεί να νυμφευθή, αλλά να είναι η νέα έως 15 ετών, ας είναι και μικράς καταστάσεως. Η ηλικία του ανθρώπου προβαίνει ήδη εις τους 85 χρόνους.
Η «Φήμη», έτος Α΄, αριθ. 54, Σάββατον 4 Σεπτεμβρίου 1837.
• Οσοι δεν επιθυμούν να γενούν συνδρομηταί, παρακαλούνται να μας επιστρέψουν το φύλλον, διότι αλλέως θεωρούνται συνδρομηταί δι’ εξ τουλάχιστον μήνας, και θέλουν ζητηθή νομίμως διά να πληρώσουν.
«Νέα Ελλάς», έτος Α΄, αριθ. 6, 14 Αυγούστου 1848.
•Κάτω η οδονταλγία, Κάτω η τερηδών. Ο πτυχιούχος οδοντοϊατρός κ. Ιω. Πηλός, άρτι αφικόμενος, εφεύρε και υπέβαλεν εις το ιατροσυνέδριον ασφαλέστατον της τερηδόνος φάρμακον. Αποτελέσματα απίστευτα. Θεραπεία του σκουρβούτο των ούλων. […] Εν τω ξενοδοχείω της Πόλεως, πλατεία Ομονοίας. Οι πτωχοί δωρεάν.
«Νέα Εφημερίς», έτος Ι΄, αριθ. 50, Τρίτη 19 Φεβρουαρίου 1891.
•Τα μαλλιά σας σώσατε με το Σωζότριχον. Το Σωζότριχον, το μοναδικώτερον των μέχρι τούδε εφευρεθέντων, ως σωστικόν της κόμης, είνε το μόνον διά του οποίου απαλάττεσθε της πιτυρίδος. Προλαμβάνει την πτώσιν και αναγεννά νέας τρίχας. Δοκιμάσατε, δεν είνε ρεκλάμα.Αι μέχρι τούδε επιτυχίαι υπερβαίνουσι τας 90%. Το κατάστημα αναλαμβάνει την χρήσιν δωρεάν. Εκάστη φιάλη δραχ. 3, διά τας επαρχίας 5, εξωτερικόν φράγκα 5.
Αγγελόπουλος και Μποτσαράκος, οδός Κοραή, αριθ. 5.
«Καιροί», έτος ΙΓ΄, αριθ. 4.691, Τρίτη 7 Ιανουαρίου 1903.
•Γυναικείον φύλον αλτ! Ηγουν κοράσια, χήραι, κυρίαι· το οποίον στραβωμάρα έχετε γραψήναι και προς εμέ. Γράψασθε «Νέον Αγαθάγγελον», 44ον Σύν/μα Ι Πολ/χία, Τ.Τ. 927.
«Σφαίρα», έτος Δ΄, αριθ. 157, Σάββατον 1 Ιανουαρίου 1922.
​​Το βιβλίο «Ο Κίτσος ο λεβέντης και άλλες αγγελίες» των Θανάση Γιοχάλα και Ζωής Βαΐου κυκλοφορεί στα βιβλιοπωλεία από τις εκδόσεις της Εστίας.
Έντυπη Καθημερινή

Οι νοικοκυρές-ζαχαροπλάστισσες και τα σπίτια-γλυκατζίδικα!

$
0
0


Όταν αι νοικοκυράδες της Παλιάς Αθήνας μεταβαλλόντουσαν εις ζαχαροπλάστισσες και όλα τα σπίτια εις γλυκατζίδικα!

Και ποιος δεν θυμάται με νοσταλγία τα παιδικά χρόνια πασπαλισμένα με τις Χριστουγεννιάτικες προετοιμασίες. Βασιλόπιτα, κουραμπιέδες, μελομακάρονα… όλος ο «θίασος» επί σκηνής!

«Κατά τας ημέρας αυτάς των εορτών η Αθήνα απ'άκρου εις άκρον είνε μέγα ζαχαροπλαστείον.

Όλαι αι νοικοκυράδες μετεβλήθησαν εις ζαχαροπλάστας και όλα τα σπίτια εις γλυκατζίδικα. Η ζάχαρι και το μέλι και τα μπαχαρικά είνε τα μόνα εξοδευόμενα εμπορεύματα. Η δε πωλουμένη με την οκάν γλύκα κατά τας 10-15 αυτάς ημέρας υπερτερεί την γλύκαν των ερωτικών λόγων όλου του χρόνου.

Όλαι αι ζαχαροπλάστισσες εργάζονται προς το συμφέρον των στομαχιάστρων. Και είνε φοβερά εγωίστριαι δια την επιτυχίαν των κουραμπιέδων των. Δύναται μία γυναίκα να διακόψη τας σχέσεις μαζί σας, αν της πήτε ότι της φίλης της τα γλυκά ήσαν μάλλον επιτυχημένα. Πολλαί δε, ιδίως της μεσαίας κοινωνικής τάξεως, φθάνουν μέχρι ανοησιών. Να μη κακομελετήσης την ώραν που ζυμώνουν, να μη τα ματιάσης, να μην είσαι κακοπόδαρος.

Αν δε, αφού ληφθούν όλαι αυταί αι προφυλάξεις, τύχη να κάψη τα γλυκά ο φούρναρης, τότε είνε απόδειξη ότι δεν την... αγαπά ο άνδρας της. Και αν είχαν και οι άνδρες το μυαλό των γυναικών των, φαντασθήτε τι θα ετραβούσε η ράχη των φουρνάρηδων. Τέλος πάντων, η αποτυχία των γλυκισμάτων δι'αυτάς είνε τρομερόν δυστύχημα.

Εννοείται ότι τα σπιτικά γλυκίσματα δεν έχουν καμμίαν σχέσιν με τα των ζαχαροπλαστείων. Μόνον οι κουραμπιέδες είναι κοινόν κατασκεύασμα. Τα σπιτικά είνε δίπλες, φοινίκια, κατημέρια, καλτσούνια, μελομακάρονα και τα τοιαύτα.

Χάριν αυτών, λοιπόν, το σπίτι θα είνε ανάστατον 2-3 ημέρες. Γουδιά, ταψιά, σοφράνες, λεκάνες, τετζερέδες, όλα στη μέση. Εδώ βράζει το λάδι, εκεί ζυμώνεται η πρώτη ύλη, παρέκει πλάθεται και φορμάρεται, παρακάτω... δέρνεται ένα μικρό, γιατί βούτηξε το δάκτυλό του στο μέλι. Δεν λείπουν, εννοείται, και οι καυγάδες και οι διαχύσεις και τα κομπλιμέντα.

Τα δυστυχέστερα πλάσματα, όμως, εις όλην αυτήν την γλυκοκατασκευήν, είνε τα μπακαλόπουλα. Τα οποία έχουν τον πρώτον λόγον εις τους κόπους και βωβόν πρόσωπον εις το φάγωμα.

-Μπακάλη καρύδια, μπακάλη κάρβουνα, κανέλλα, γαρύφαλα κτλ..

-Μα έλα γρήγορα βρε στργγλιάρικο, εχρόνιασες, που να μη σε εύρη ο χρόνος, πάρ'τα πόδια σου, κακόν καιρόν νάχης.

Το μπακαλόπουλο θα πάη και θα έρθη 20 φορές εις το κάθε σπίτι και εκατό φορές εις το φούρνο. Το μπακαλόπουλο θα φάη τους δρόμους, τα κρύα, της βρισιές, θα φάη και ξύλο από τ'αφεντικό, γιατί αργεί. Και το μόνο πράγμα που δεν θα φάη το μπακαλόπουλο είνε τα γλυκά...».

Άστυ, 1885

Σας εύχομαστε  ΚΑΛΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ ΜΕ ΥΓΕΙΑ και αν ζούσαμε εκείνα τα χρόνια τα παλιά, θα συμπληρώναμε:

«Ευχές, η σούπα σας να είνε θρεπτική, ο γάλος σας να είνε παχύς και τρυφερός και να μη τον κάψη ο φούρναρης, ο κοραμπιές σας να είνε εύγευστος και η ρετσίνα σας άδολη και αρωματώδης»!

Οι μάντρες

$
0
0










  • Εκείνα τα χρόνια μετά τον εμφύλιο έβλεπες μάντρες στα σπίτια

    με σπασμένα γυαλιά να εξέχουν.
    Μέτρα ασφαλείας της εποχής για να μην τις καβαλάνε ....
    Σε μια από τις γειτονιές είχαμε ένα περίεργο ή καλύτερα μοναχικό γείτονα
    με ένα μικρό σπίτι σε μεγάλο οικόπεδο δίπλα στο ρέμα γεμάτο με οπωροφόρα
    δέντρα.
    Αδερφός ενός σημαντικού ανθρώπου της τέχνης....
    Έπαιζε βιολί τα απογεύματα στο μπαλκόνι του....δεν τον έβλεπες από τα πολλά
    δέντρα.....
    Η μάντρα του με γυαλιά και η αυλόπορτα με αλυσίδα από μέσα.
    Έβγαινε για λίγο τα πρωϊνά και τότε η συμμορία πήγαινε σε ένα σημείο
    της μάντρας όπου είχε σπάσει τα γυαλιά με πέτρα.
    Ο αρχηγός  πήδαγε μέσα ....άλλος κρατούσε τσίλιες
    και άλλος μάζευε τα κορόμηλα που πέταγε από μέσα ο αρχηγός.
    Τα άγουρα  έμπαιναν στις τσέπες για την σφεντόνα.
    Όπου υπήρχε μάντρα με σπασμένα γυαλιά προκαλούσε το ενδιαφέρον....
    Άκουγες διάφορες ιστορίες για το τι μπορεί να κρύβεται πίσω από αυτές.
    Μια από τις ιστορίες....
    Ζούσε με τον άντρα της σε μονοκατοικία με  μεγάλη ψηλή μάντρα
    με  σπασμένα γυαλιά.
    Ήταν μαυραγορίτης στην Κατοχή αυτός και κανένας δεν τους μιλούσε.
    Όταν έφυγαν από την ζωή μπήκαν οι συγγενείς και πήγαν κατευθείαν
    στο υπόγειο όπου βρήκαν ένα μπαούλο γεμάτο από....δισεκατομμύρια.

    Κατοχικά όμως.
Viewing all 12885 articles
Browse latest View live


<script src="https://jsc.adskeeper.com/r/s/rssing.com.1596347.js" async> </script>