↧
Τα είδε όλα ο αγρότης!
↧
Για την Φωκίωνος Νέγρη και όχι μόνον....
Ο ORPHEAS άφησε ένα σχόλιο για την ανάρτησή σας "Η ιστορία της Κυψέλης μέσα από μνήμες":
Σχετικά με τη Φωκ. Νέγρη, που γνώρισα καλά, αφού στην περιοχή της Στάσης Αγγελοπούλου ήταν η δεύτερη οικογενειακή μας κατοικία και πρώτη ιδιόκτητη. Ένα διαμέρισμα με... καλοριφέρ!! Το απωθημένο όνειρο του κάθε ... τουρτουρίζοντα Αθηναίου της εποχής. Όλος ο "πολιτισμός" συμποσούταν τότε στο.... καλοριφέρ!
Η Φωκ. Νέγρη, οφιοειδής δρόμος, (αφού αρχικά ήταν ρέμα που ξεκινούσε από τα Τουρκοβούνια και τράβαγε γιά τον Κηφισό), υπήρξε γιά χρόνια, τη χρυσή δεκαετία του '60, η Via Veneto της Αθήνας. Έχοντας δει και την Ρωμαία οδό, διαβεβαιώ πως δεν είχε τίποτε να ζηλέψει, σε επίπεδο, φώτων, ήχων, glamour και dolce vita, από την πρώτη διδάξασα.
Εκτός από το αυθεντικό ιταλικό εστιατόριο του θηριώδους εξελληνισμένου Ιταλού Παεζάνο, με το μούσι, πασίγνωστο στέκι ήταν και το κλαμπ "Κουϊντα", του Μπάμπη Μουτσάτσου. Ο Μουτσάτσος, παίδαρος και λεβέντης, υπήρξε διάσημος πολίστας του Ολυμπιακού και μέγας γόης της εποχής, ο οποίος χάθηκε ξαφνικά και ως διά μαγείας από την Αθήνα, στις αρχές της δεκαετίας. Λέγεται πως τον "τσίμπησε", μετά από κεραυνοβόλο έρωτα κάποια διάσημη στριπτιζέζ της εποχής κι έφυγαν στο εξωτερικό. Νομίζω πως έμεινε στο Παρίσι, ασχολούμενος με παρεμφερείς επιχειρήσεις.
Στο Σελέκτ "οργίαζε" κάθε βράδυ ο Τσιφόρος, μαζεύοντας γύρω του αμέτρητους "fan" του χιούμορ του και με διηγήσεις και διαλόγους αντιλαλούσε από τα γέλια όλη η περιοχή, μέχρι πρωίας.
Επί της Πατησίων, λίγο πριν την Κοδριγκτώνος, υπήρχε το κατάστημα του πάντοτε σικάτου Μίμη Στεφανίδη, (πατέρα της Τατιάνας), όπου μαζευόταν όλη η ομορφοπαρέα του Πανελληνίου, όταν δεν χαρτόπαιζε ή δεν έπαιζε τένις στο πριβέ κλαμπ του συλλόγου. Και μετά την διασταύρωση, το ζαχαροπλαστείο "Τέλειον", προσέφερε τις ωραιότερες πάστες αμυγδάλου της Αθήνας.
Λίγο πριν από το τέρμα της Γ' Σεπτεμβρίου, δεξιά και περί την Πιπίνου, υπήρχε το μικρό γήπεδο μπάσκετ του Τρίτωνα, της πιό λουσάτης ομάδος μπάσκετ της εποχής. Την "υιοθέτησε" ο τακτικός θαμών της Φωκ. Νέγρη, ο νεαρός και οκτάπαχος (τετράπαχος επί δύο), εφοπλιστής, ο Μανώλης Διακάκης, γνωστός ως "Μπλούης" (και όχι Μπλούμης, όπως διάβασα) και τον ανέβασε στην κορυφή του ελληνικού μπάσκετ. Αγοράζοντας και συντηρώντας παίκτες όπως ο μαέστρος Κ. Μουρούζης, ο πληθωρικός ασπρομάλλης-γόης Γ. Πετράκης, που με τρία βήματα κάλυπτε το μισό γήπεδο, ο ψηλόλιγνος Οικονόμου, ο φίλος μου Βασ. Μαρκολέφας, ο ζογκλέρ Αλ. Κοντοβουνήσιος, ο Αντ. Χρηστέας κι ο μικρός Χρήσιμος, απετέλεσε έναν μαικήνα του αθλήματος και τον προπομπό του επαγγελματικού μπάσκετ. Ο Μπλούης πέθανε νεότατος, προφανώς από το πάχος. Θεός σχωρέστον.
Στην Φωκ. Νέγρη σύχναζε κι ο πολύς Χαραλαμπόπουλος, ο γιατρός-γλεντζές που εισήγαγε τη μέθοδο σπασίματος πιάτων με ενα μικρό.... σφυράκι!! Τσίκι-τσίκι, στη μέση της πίστας, υπό τα θριαμβευτικά ξεφωνητά του Ζαμπέτα:
- Όααααα, μανίτσα!
↧
↧
Πολλά βάζετε...πολλά παίρνετε!
Την παραίτηση της κυβέρνησης και την προσφυγή στις κάλπες ζήτησε ο Αλέξης Τσίπρας ανοίγοντας τις εργασίες της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ......έχει σχέδιο για απεμπλοκή από το μνημόνιο!
↧
Στην Ουρουγουάη χτυπά η καρδιά της Ελλάδας!
Από τον Δημήτρη Παρούση
Στη λατινική Νότιο Αμερική, ζεί και βασιλεύει το Ελληνικό Πνεύμα! Στην Ουρουγουάη δε, υπάρχουν χιλιάδες ουρουγουανοί οι οποίοι ομιλούν...άπταιστα Ελληνικά και πολλοί απο αυτούς...Αρχαία Ελληνικά!
Στην Ουρουγουάη συμβαίνει το παράδοξο φαινόμενο να υπάρχουν πάνω από 3.000 Έλληνες μετανάστες αλλά και διπλάσιος αριθμός Ουρουγουανών που μιλούν ελληνικά. Σε αυτή τη μικρή χώρα της Λατινικής Αμερικής οι πολίτες της δεν είναι απλά φιλέλληνες, είναι ελληνολάτρες.
Σε πρόσφατη έρευνα της Eurostat το μεγαλύτερο ποσοστό των ερωτηθέντων Ουρουγουανών απάντησε ότι πολιτιστικά ταυτίζονται με την Ευρώπη και στην δεύτερη ερώτηση για το ποιά χώρα από την Ευρώπη έρχεται πρώτη στο μυαλό τους, η πλειοψηφία απάντησε: Η Ελλάδα.
Η εκπαίδευση στην Ουρουγουάη είναι σε πολύ υψηλό επίπεδο και από μικρά παιδιά μαθαίνουν για την Ελλάδα. Μάλιστα στο Μοντεβιδέο έρχονται χιλιάδες φοιτητές από άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής τόσο για την ποιότητα των σπουδών, όσο και γιατί η Παιδεία εδώ είναι δωρεάν με πολλές παροχές και κίνητρα για τους φοιτητές.
Σε πρόσφατη έρευνα της Eurostat το μεγαλύτερο ποσοστό των ερωτηθέντων Ουρουγουανών απάντησε ότι πολιτιστικά ταυτίζονται με την Ευρώπη και στην δεύτερη ερώτηση για το ποιά χώρα από την Ευρώπη έρχεται πρώτη στο μυαλό τους, η πλειοψηφία απάντησε: Η Ελλάδα.
Η εκπαίδευση στην Ουρουγουάη είναι σε πολύ υψηλό επίπεδο και από μικρά παιδιά μαθαίνουν για την Ελλάδα. Μάλιστα στο Μοντεβιδέο έρχονται χιλιάδες φοιτητές από άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής τόσο για την ποιότητα των σπουδών, όσο και γιατί η Παιδεία εδώ είναι δωρεάν με πολλές παροχές και κίνητρα για τους φοιτητές.
Έτσι εξηγείται κατά ένα μέρος η ελληνολατρία. Λέξη που την πρωτοάκουσα στην Ουρουγουάη,έναν από τους σταθμούς της περιπλάνησής μου στον κόσμο.
Αγαλμα του Προμηθέα στην παλτεία Avenida Independencia του Μοντεβιδέο |
Οι περισσότεροι Ουρουγουανοί που συνάντησα ήξεραν και κάποιες ελληνικές λέξεις. Κάποιοι μάλιστα αντί να μάθουν αγγλικά επέλεξαν τα ελληνικά (εμείς αντί να μάθουμε ελληνικά, επιλέγουμε τα αγγλικά!). Όπως ο Λουίς, η Ταμπάρε, ο Βαλεντίν.
Ο Valentin Abitante και πολλοί άλλοι δεν γνωρίζουν άλλες γλώσσες. Μόνο τη μητρική τους και ελληνικά.
Η Μαργκαρίτα μιλά άπταιστα ελληνικά. Σπίτι της θα ακούσεις ελληνική μουσική. Ακόμη και βιντεοκασέτες από τις "Τρεις Χάριτες" και τους "Απαράδεκτους". Από το ίντερνετ παρακολουθεί ελληνική τηλεόραση!!!
«Χιλιάδες Ουρουγουανοί, ανάμεσά τους κι εγώ, μάθαμε να μιλάμε την Ελληνική Γλώσσα. Μάθαμε να λατρεύουμε την Ελλάδα και τον Ελληνικό Πολιτισμό. Είχαμε την τύχη να νιώσουμε την ουσία του. Πιστεύω αυτό που είπε ο Νίτσε ότι ο κόσμος μπορεί να είναι όσο θέλει σκοτεινός, όμως αρκεί να παρεμβάλουμε σε αυτόν ένα κομμάτι ελληνικής ζωής για να φωτιστεί αμέσως άπλετα». Κουβέντες της Margarita Larriera.
Η Margarita Larriera είναι σήμερα διευθύντρια του Ιδρύματος «Μαρία Τσάκος» που ιδρύθηκε το 1978 από τον καπετάν Παναγιώτη Ν. Τσάκο με σκοπό τη διάδοση της ελληνικής γλώσσας και του ελληνικού πολιτισμού.
Όσοι Ουρουγουανοί είχαν την τύχη να έλθουν στην χώρα μας και αντίκρισαν τον Παρθενώνα, δάκρυσαν.
«Εσείς οι Έλληνες υποτιμάτε αυτό που έχετε. Όταν πρωτοείδα τον Παρθενώνα στα 50 μου χρόνια, εγώ και ο άντρας μου βάλαμε τα κλάματα. Οι Έλληνες φίλοι μας που ήταν μαζί μας μάς κοίταξαν περίεργα. Δεν μπόρεσαν να καταλάβουν γιατί. Ούτε εμείς περιμέναμε να αντιδράσουμε έτσι. Τα δάκρυα ίσως ήταν ένας τρόπος για να εκφράσουμε όσα αισθανόμασταν και δεν μπορούσαμε να τα εξηγήσουμε με λόγια. Και πίστεψέ με Δημήτρη, ακόμα και σήμερα θεωρώ μεγάλη τιμή μου που είδα με τα μάτια μου και άγγιξα με τα χέρια μου τον Παρθενώνα και όλα όσα συμβολίζει για την Ελλάδα αλλά και για τον κόσμο ολόκληρο». Λόγια της Σίλβιας, μιας ακόμη Ουρουγουανής που συνάντησα στο Μοντεβιδέο.
Ο Κάρλος είναι 28 χρόνων. Πριν δύο χρόνια βρέθηκε στην Ελλάδα. Όταν του είπαν ότι αυτό που βλέπει είναι η Ακρόπολη, απομακρύνθηκε από την παρέα του και κάθισε σε μια γωνιά του δρόμου. Δεν ήθελε να τον δουν να κλαίει.
Επισκέφθηκα τον Sergio William Carzolio. Εμαθε για το www.godimitris.gr από μια συνέντευξή μου σε έναν τοπικό ραδιοφωνικό σταθμό. Ζήτησε να με δει. Βρεθήκαμε στο σπίτι του. Βέρος Ουρουγουανός.
Έμαθε ελληνικά γιατί δούλευε σε ελληνικά καράβια και έκανε πολλούς Έλληνες φίλους. «Οι καλύτεροι μου φίλοι ήταν Έλληνες. Φανταστικοί άνθρωποι. Άρχισα να κάνω μαθήματα στην ελληνική κοινότητα του Μοντεβιδέο και μετά από το 1978 άρχισα να παρακολουθώ τα μαθήματα στο Ιδρυμα Τσάκος. Σιγά-σιγά όταν ήμουν στα βαπόρια άρχισα να καταλαβαίνω τα ελληνικά τραγούδια. Ενδιαφέρθηκα για την ελληνική ποίηση. Ήθελα να μιλώ σωστά ελληνικά. Στα πλοία η γλώσσα των ελλήνων ήταν φτωχή. Ήθελα περισσότερα. Εμαθα περισσότερα. Αυτές τις μέρες ξανάπιασα το Μαραμπού του Νίκου Καββαδία. Μια φορά την εβδομάδα, είμαστε μια παρέα Ουρουγουανών που συναντιόμαστε και μιλάμε ελληνικά για να κάνουμε πρακτική».
Ο Sergio αν και καθολικός εδώ και 30 χρόνια πηγαίνει στην ελληνική ορθόδοξη εκκλησία. Στην ατζέντα του από τη μια πλευρά έχει τα στοιχεία του και τα τηλέφωνα ανάγκης και στην άλλη το Πάτερ Ημών. «Αισθάνομαι πια σαν Έλληνας. Έζησα πολλά χρόνια στα βαπόρια με Έλληνες. Πλέον σκέφτομαι σαν Έλληνας».
«Βλέπω τους Έλληνες σαν να είμαστε αδέλφια. Να ξέρουν ότι σε αυτή τη χώρα υπάρχουν φιλέλληνες που στην ανάγκη είναι έτοιμοι να βοηθήσουν και να τους υπερασπιστούν».
Φεύγοντας μου έδωσε σε ένα κομμάτι χαρτί μια παράγραφο από σημειώσεις του Νίκου Καζαντζάκη.«Πρέπει αλήθεια να είμαστε περήφανοι για τη σύμπτωση αυτή να γεννηθούμε Έλληνες. Και συνάμα να νιώθουμε κάθε στιγμή, σε κάθε μας λόγο, σε κάθε γραμμή και στοίχο που γράφουμε πως έχουμε μεγάλη ευθύνη».
Η Circe Maia, πολύ γνωστή ποιήτρια στην Ουρουγουάη, άκουσε πριν χρόνια την ελληνική εκπομπή του Αλέξανδρου Πανταζόγλου, στο Radio Continente 730 AM όπου εδώ και 35 χρόνια εμπλουτίζει τα ερτζιανά της Ουρουγουάης με ελληνικό λόγο και μουσική. Άκουσε τον Πανταζόγλου να μεταφράζει στοίχους του Ρίτσου. Γοητεύτηκε. Άρχισε να μαθαίνει ελληνικά. Πρόσφατα δημοσίευσε μια εργασία της με τίτλο «Προσεγγίζοντας τον Ρίτσο».
Ο Valentin Abitante και πολλοί άλλοι δεν γνωρίζουν άλλες γλώσσες. Μόνο τη μητρική τους και ελληνικά.
Η Μαργκαρίτα μιλά άπταιστα ελληνικά. Σπίτι της θα ακούσεις ελληνική μουσική. Ακόμη και βιντεοκασέτες από τις "Τρεις Χάριτες" και τους "Απαράδεκτους". Από το ίντερνετ παρακολουθεί ελληνική τηλεόραση!!!
«Χιλιάδες Ουρουγουανοί, ανάμεσά τους κι εγώ, μάθαμε να μιλάμε την Ελληνική Γλώσσα. Μάθαμε να λατρεύουμε την Ελλάδα και τον Ελληνικό Πολιτισμό. Είχαμε την τύχη να νιώσουμε την ουσία του. Πιστεύω αυτό που είπε ο Νίτσε ότι ο κόσμος μπορεί να είναι όσο θέλει σκοτεινός, όμως αρκεί να παρεμβάλουμε σε αυτόν ένα κομμάτι ελληνικής ζωής για να φωτιστεί αμέσως άπλετα». Κουβέντες της Margarita Larriera.
Η Margarita Larriera είναι σήμερα διευθύντρια του Ιδρύματος «Μαρία Τσάκος» που ιδρύθηκε το 1978 από τον καπετάν Παναγιώτη Ν. Τσάκο με σκοπό τη διάδοση της ελληνικής γλώσσας και του ελληνικού πολιτισμού.
Όσοι Ουρουγουανοί είχαν την τύχη να έλθουν στην χώρα μας και αντίκρισαν τον Παρθενώνα, δάκρυσαν.
«Εσείς οι Έλληνες υποτιμάτε αυτό που έχετε. Όταν πρωτοείδα τον Παρθενώνα στα 50 μου χρόνια, εγώ και ο άντρας μου βάλαμε τα κλάματα. Οι Έλληνες φίλοι μας που ήταν μαζί μας μάς κοίταξαν περίεργα. Δεν μπόρεσαν να καταλάβουν γιατί. Ούτε εμείς περιμέναμε να αντιδράσουμε έτσι. Τα δάκρυα ίσως ήταν ένας τρόπος για να εκφράσουμε όσα αισθανόμασταν και δεν μπορούσαμε να τα εξηγήσουμε με λόγια. Και πίστεψέ με Δημήτρη, ακόμα και σήμερα θεωρώ μεγάλη τιμή μου που είδα με τα μάτια μου και άγγιξα με τα χέρια μου τον Παρθενώνα και όλα όσα συμβολίζει για την Ελλάδα αλλά και για τον κόσμο ολόκληρο». Λόγια της Σίλβιας, μιας ακόμη Ουρουγουανής που συνάντησα στο Μοντεβιδέο.
Ο Κάρλος είναι 28 χρόνων. Πριν δύο χρόνια βρέθηκε στην Ελλάδα. Όταν του είπαν ότι αυτό που βλέπει είναι η Ακρόπολη, απομακρύνθηκε από την παρέα του και κάθισε σε μια γωνιά του δρόμου. Δεν ήθελε να τον δουν να κλαίει.
Επισκέφθηκα τον Sergio William Carzolio. Εμαθε για το www.godimitris.gr από μια συνέντευξή μου σε έναν τοπικό ραδιοφωνικό σταθμό. Ζήτησε να με δει. Βρεθήκαμε στο σπίτι του. Βέρος Ουρουγουανός.
Έμαθε ελληνικά γιατί δούλευε σε ελληνικά καράβια και έκανε πολλούς Έλληνες φίλους. «Οι καλύτεροι μου φίλοι ήταν Έλληνες. Φανταστικοί άνθρωποι. Άρχισα να κάνω μαθήματα στην ελληνική κοινότητα του Μοντεβιδέο και μετά από το 1978 άρχισα να παρακολουθώ τα μαθήματα στο Ιδρυμα Τσάκος. Σιγά-σιγά όταν ήμουν στα βαπόρια άρχισα να καταλαβαίνω τα ελληνικά τραγούδια. Ενδιαφέρθηκα για την ελληνική ποίηση. Ήθελα να μιλώ σωστά ελληνικά. Στα πλοία η γλώσσα των ελλήνων ήταν φτωχή. Ήθελα περισσότερα. Εμαθα περισσότερα. Αυτές τις μέρες ξανάπιασα το Μαραμπού του Νίκου Καββαδία. Μια φορά την εβδομάδα, είμαστε μια παρέα Ουρουγουανών που συναντιόμαστε και μιλάμε ελληνικά για να κάνουμε πρακτική».
Ο Sergio αν και καθολικός εδώ και 30 χρόνια πηγαίνει στην ελληνική ορθόδοξη εκκλησία. Στην ατζέντα του από τη μια πλευρά έχει τα στοιχεία του και τα τηλέφωνα ανάγκης και στην άλλη το Πάτερ Ημών. «Αισθάνομαι πια σαν Έλληνας. Έζησα πολλά χρόνια στα βαπόρια με Έλληνες. Πλέον σκέφτομαι σαν Έλληνας».
«Βλέπω τους Έλληνες σαν να είμαστε αδέλφια. Να ξέρουν ότι σε αυτή τη χώρα υπάρχουν φιλέλληνες που στην ανάγκη είναι έτοιμοι να βοηθήσουν και να τους υπερασπιστούν».
Φεύγοντας μου έδωσε σε ένα κομμάτι χαρτί μια παράγραφο από σημειώσεις του Νίκου Καζαντζάκη.«Πρέπει αλήθεια να είμαστε περήφανοι για τη σύμπτωση αυτή να γεννηθούμε Έλληνες. Και συνάμα να νιώθουμε κάθε στιγμή, σε κάθε μας λόγο, σε κάθε γραμμή και στοίχο που γράφουμε πως έχουμε μεγάλη ευθύνη».
Η Circe Maia, πολύ γνωστή ποιήτρια στην Ουρουγουάη, άκουσε πριν χρόνια την ελληνική εκπομπή του Αλέξανδρου Πανταζόγλου, στο Radio Continente 730 AM όπου εδώ και 35 χρόνια εμπλουτίζει τα ερτζιανά της Ουρουγουάης με ελληνικό λόγο και μουσική. Άκουσε τον Πανταζόγλου να μεταφράζει στοίχους του Ρίτσου. Γοητεύτηκε. Άρχισε να μαθαίνει ελληνικά. Πρόσφατα δημοσίευσε μια εργασία της με τίτλο «Προσεγγίζοντας τον Ρίτσο».
Το Αγαλμα του Σωκράτη έξω από τη Εθνική Βιβλιοθήκη του Μοντεβιδέο |
Ένα δημόσιο σχολείο στην Ουρουγουάη ονομάζεται Grecia (Ελλάδα). Οι μαθητές είναι όλοι τους παιδιά Ουρουγουανών. Το ίδιο και οι δάσκαλοί τους. Όμως κάθε 25η Μαρτίου και 28η Οκτωβρίου γιορτάζουν σαν Έλληνες. Τραγούδια, θεατρικά, ποιήματα. Να ακούς από αυτά τα μικρά παιδιά τον εθνικό μας ύμνο. Μάλιστα επειδή ο εθνικός ύμνος της Ουρουγουάης διαρκεί περίπου 6 λεπτά και ο δικός μας ούτε ένα, τα παιδιά αυτά λένε περισσότερους στοίχους του Δ. Σολωμού, έτσι ώστε να υπάρχει μια. . . ισορροπία. Ακόμη και η σημαία είναι σχεδόν ίδια με την ελληνική. Αν δεν κυματίζουν τις μπερδεύεις. Απλά αντί για σταυρό, έχει έναν κίτρινο χαρούμενο ήλιο.
Έξω από τη Εθνική Βιβλιοθήκη του Μοντεβιδέο, δίπλα στην είσοδο, βρίσκεται το άγαλμα του Σωκράτη.
Έξω από τη Εθνική Βιβλιοθήκη του Μοντεβιδέο, δίπλα στην είσοδο, βρίσκεται το άγαλμα του Σωκράτη.
Στην παραλιακή ένα πάρκο ονομάζεται Αθήνα και έχει την προτομή του Ομήρου. Ο κεντρικότερος δρόμος της παλιάς πόλης κάτω από το λόφο ονομάζεται Grecia. Ενα από τα ομορφότερα νεοκλασικά κτίρια στο κέντρο της πόλης στην πρόσοψή του γράφει: Αθηναίος. Σε όλα τα βιβλιοπωλεία θα βρεις βιβλία ελλήνων συγγραφέων και ποιητών. Ακόμη και στα πολύ μικρά.
Πρόσφατα με πρωτοβουλία της ελληνικής πρεσβείας, στο υπουργείο Εξωτερικών της Ουρουγουάης πραγματοποιήθηκε έκθεση φωτογραφίας με βυζαντινές εικόνες. Η συμμετοχή ήταν τόσο μεγάλη που διήρκεσε διπλάσιο χρόνο από τον προγραμματισμένο. Δεκάδες τα σχολεία που την επισκέφθηκαν.
Όταν έρχονται Έλληνες καλλιτέχνες ή ανεβαίνουν ελληνικά έργα στο θέατρο, οι αίθουσες είναι γεμάτες από κόσμο.
Η ελληνική κοινότητα έχει συνδράμει πολλά για να στηριχτεί ο φιλελληνισμός. Είναι από τις παλαιότερες ελληνικές κοινότητες στη Λατινική Αμερική. Στην αυλή της υπάρχει η μοναδική ελληνική ορθόδοξη εκκλησία της Ουρουγουάης.
Πάρα πολλά έχει προσφέρει και το Ίδρυμα Μαρία Τσάκος το οποίο εδώ και σχεδόν 30 χρόνια παρέχει δωρεάν μαθήματα σε όσους θέλουν να μάθουν ελληνικά. Μέχρι σήμερα από τις αίθουσές του έχουν περάσει περισσότεροι από 4.000 μαθητές. Πολλοί από αυτούς κατέχουν υψηλές θέσεις. Όπως ο διοικητής της Τράπεζας της Ουρουγουάης, συνεργάτες υπουργείων, διπλωμάτες, διευθυντές δημόσιων υπηρεσιών.
Στην Ουρουγουάη είδα για πρώτη φορά ένα πραγματικό καρπό της απλόχερης διασποράς του ελληνικού πολιτισμού. Γνώρισα Έλληνες συγγενείς εκ πνεύματος.
Πρόσφατα με πρωτοβουλία της ελληνικής πρεσβείας, στο υπουργείο Εξωτερικών της Ουρουγουάης πραγματοποιήθηκε έκθεση φωτογραφίας με βυζαντινές εικόνες. Η συμμετοχή ήταν τόσο μεγάλη που διήρκεσε διπλάσιο χρόνο από τον προγραμματισμένο. Δεκάδες τα σχολεία που την επισκέφθηκαν.
Όταν έρχονται Έλληνες καλλιτέχνες ή ανεβαίνουν ελληνικά έργα στο θέατρο, οι αίθουσες είναι γεμάτες από κόσμο.
Η ελληνική κοινότητα έχει συνδράμει πολλά για να στηριχτεί ο φιλελληνισμός. Είναι από τις παλαιότερες ελληνικές κοινότητες στη Λατινική Αμερική. Στην αυλή της υπάρχει η μοναδική ελληνική ορθόδοξη εκκλησία της Ουρουγουάης.
Πάρα πολλά έχει προσφέρει και το Ίδρυμα Μαρία Τσάκος το οποίο εδώ και σχεδόν 30 χρόνια παρέχει δωρεάν μαθήματα σε όσους θέλουν να μάθουν ελληνικά. Μέχρι σήμερα από τις αίθουσές του έχουν περάσει περισσότεροι από 4.000 μαθητές. Πολλοί από αυτούς κατέχουν υψηλές θέσεις. Όπως ο διοικητής της Τράπεζας της Ουρουγουάης, συνεργάτες υπουργείων, διπλωμάτες, διευθυντές δημόσιων υπηρεσιών.
Στην Ουρουγουάη είδα για πρώτη φορά ένα πραγματικό καρπό της απλόχερης διασποράς του ελληνικού πολιτισμού. Γνώρισα Έλληνες συγγενείς εκ πνεύματος.
από τον Τάκη
↧
Ο Πόλεμος της Κορέας
Οι έλληνες βετεράνοι της Κορέας θυμούνται
Καθώς το καθεστώς της Βόρειας Κορέας εμμένει στις απειλές και την πολεμική ρητορεία, Ελληνες που συμμετείχαν στις συγκρούσεις του ’50 περιγράφουν στα «ΝΕΑ» τις ριψοκίνδυνες αποστολές τους σε μια περιοχή που δεν έχει πάψει να μυρίζει μπαρούτι
Φωτογραφία, από το προσωπικό αρχείο του Ακριβού Τσολάκη, από κηδεία έλληνα στρατιώτη στην Κορέα κατά τη διάρκεια του πολέμου. Μαζί με το ελληνικό εκστρατευτικό σώμα είχε ταξιδέψει και ορθόδοξος ιερέας
Ο Ακριβός Τσολάκης ξέρει τι θα πει πόλεμος στην Κορέα. Τον είδε, τον έζησε, συμμετείχε σε αυτόν. Στα 83 του χρόνια, διατηρεί ακόμη τη στρατιωτική κοψιά στο ευθύ βλέμμα και στον τρόπο με τον οποίο ορθώνει το κορμί. Εδώ και ημέρες παρακολουθεί από το σπίτι του στη Βούλα Αττικής την κλιμάκωση της έντασης στη διχοτομημένη χερσόνησο της Ανατολής. Γνώριμο το σκηνικό. Κάποτε, ο ίδιος προσπαθούσε να επιβιώσει σε αυτήν τη μακρινή γη.
Μετά τη λήξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, την ήττα της Ιαπωνίας και την είσοδο των σοβιετικών στρατευμάτων στην Κορέα, η χώρα κόπηκε στη μέση. Πριν από την αποχώρησή τους, όσα ιαπωνικά στρατεύματα κατοχής βρίσκονταν βορείως του 38ου παραλλήλου παρέδωσαν τον οπλισμό τους στους Σοβιετικούς, όσα βρίσκονταν νοτίως των συνόρων τα έδωσαν στις αμερικανικές δυνάμεις. Στον Βορρά εγκαταστάθηκε κομμουνιστικό καθεστώς, το οποίο μέχρι σήμερα τηρεί ευλαβικά την απομόνωσή του από τη Δύση. Στις 25 Ιουνίου 1950 οι Βορειοκορεάτες εισέβαλαν αιφνιδιαστικά στον Νότο. Ο πόλεμος διήρκεσε τρία χρόνια. Σε αυτόν, έπειτα από έκκληση των Ηνωμένων Εθνών πήρε μέρος ένα τάγμα του Ελληνικού Στρατού και ένα σμήνος από επτά αεροπλάνα της Ελληνικής Αεροπορίας. Ανάμεσά τους βρισκόταν και ο Ακριβός Τσολάκης, φρέσκος απόφοιτος τότε της Σχολής Ικάρων.
«Ετυχε η ζωή μου να με πάει εκεί. Δεν το περίμενα» λέει. Οταν τον συναντάμε έχει συμπληρωθεί πάνω από μία εβδομάδα συναγερμού στην Κορεατική Χερσόνησο. Οι Αρχές της Πιονγκγιάνγκ έχουν συμβουλεύσει εδώ και καιρό ξένους διπλωμάτες και πολίτες να εγκαταλείψουν τη χώρα. Η Σεούλ φοβάται πυραυλική επίδειξη δύναμης των γειτόνων της. Οι χώρες βλέπουν τον πόλεμο επί θύραις. «Ο μικρός (σ.σ.: ο ηγέτης της Β. Κορέας Κιμ Γιονγκ Ουν) μάλλον θέλει να δείξει ότι έχει πυγμή. Δεν νομίζω να το ρισκάρουν γιατί σε χρόνο μηδέν θα πάψουν να υφίστανται. Μάλλον είναι σαν τον μύθο του Αισώπου με τον βοσκό και τα πρόβατα» αναφέρει ο Α. Τσολάκης.
Την ίδια γνώμη μοιράζεται και ο Στυλιανός Δράκος, υποστράτηγος εν αποστρατεία και πρόεδρος του Πανελληνίου Συνδέσμου Παλαιμάχων Πολεμιστών Κορέας. «Δεν πιστεύω ότι θα υπάρξει πόλεμος, εκτός και αν επικρατήσει ο παραλογισμός. Σε παράφρονες δεν μπορείς να αντιπαραβάλεις τη λογική» υποστηρίζει όταν τον συναντάμε στα γραφεία του συνδέσμου, σε δύο μικρά δωμάτια στην οδό Ερμού. Εκεί έχει φωλιάσει η Ιστορία. Ανάμεσα σε σημαίες της Ελλάδας και της Κορέας, θα βρεις εικόνες από παράσημα και φωτογραφίες πεσόντων. Οι έλληνες νεκροί του πολέμου ήταν 186. Οι τραυματίες είχαν ξεπεράσει τους 500. Πάνω από 4.000 έλληνες στρατιώτες πέρασαν από την Κορέα με την τακτική ανακύκλωση του προσωπικού. Πριν από λίγες ημέρες χτύπησε το τηλέφωνο στα γραφεία του συνδέσμου. Ενας βετεράνος από την Κρήτη ρωτούσε τον Δράκο εάν θα πάνε ξανά στην Κορέα, τώρα που υπάρχει ο κίνδυνος σύρραξης.
ΝΕΟΙ ΣΤΗ ΜΑΧΗ. Οι περισσότεροι Ελληνες που πολέμησαν εκεί το '50 ήταν νέοι και άπειροι από μάχες. Ο Ακριβός Τσολάκης θυμάται ότι βρισκόταν σε ένα κέντρο διασκέδασης στο Πανόραμα Θεσσαλονίκης με μια φιλενάδα του όταν τον ενημέρωσαν για την αποστολή. «Τότε πετάγαμε καταδιωκτικά. Μας ήρθε ταμπλάς όταν μάθαμε πως θα πάμε στα μεταφορικά αεροσκάφη. Το είχαμε καμάρι ότι ήμασταν μάχιμοι» λέει. «Εκεί κάναμε το καθήκον μας. Πολεμήσαμε για έναν λαό που μια δύναμη ήθελε να του στερήσει τη δημοκρατία και την ελευθερία του».
Ο Τσολάκης έμεινε στην Κορέα 23 μήνες. «Με παρηγορούσε τουλάχιστον που η οικογένειά μου εισέπραττε στην Ελλάδα χρήματα από τον μισθό μου. Είχαμε ρημάξει από τη γερμανική κατοχή και αυτή η βοήθεια ήταν σημαντική» τονίζει. Συμπλήρωσε 160 αποστολές στην Κορέα. Από τα επτά αεροπλάνα τύπου Ντακότα που έστειλε τότε η Ελλάδα, τέσσερα επέστρεψαν. Τα υπόλοιπα έπεσαν αύτανδρα.
Οι πρώτοι έλληνες αεροπόροι που έφτασαν εκεί κλήθηκαν να απαγκιστρώσουν το 10ο Σώμα Στρατού των Αμερικανών που είχε εγκλωβιστεί στην περιοχή Βονσάν μετά την επέλαση των κινεζικών δυνάμεων. Εκτέλεσαν την αποστολή τρεις ημέρες μετά την άφιξή τους στην Κορέα. «Δεν είχαν προλάβει να δουν από πού ανατέλλει ο ήλιος και όμως ανταποκρίθηκαν» παρατηρεί ο Στυλιανός Δράκος. Και αυτός βρέθηκε στον πόλεμο 20άρης, στο τάγμα του Πεζικού. «Ηταν ένας σκληρός αλλά τίμιος πόλεμος» λέει. «Δεν είχε βρωμιές, όπως λέγεται για το Βιετνάμ. Διεξαγόταν σύμφωνα με τους κανόνες. Δεν μπορείς να σκοτώσεις έναν αιχμάλωτο. Είναι έγκλημα. Το είχαμε εμπεδώσει όλοι μας. Συμπεριφερόμασταν στους αιχμαλώτους με ανθρωπιά» σημειώνει.
ΤΑ ΣΗΜΑΔΙΑ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ. Για τον Δράκο, όπως και για τους περισσότερους βετεράνους, η εμπειρία στην Κορέα λειτούργησε ως διαδικασία απότομης ωρίμασης. «Διαπίστωσα ότι ο πόλεμος είναι η έσχατη λύση για να ξεπερνιούνται οι διακρατικές διαφορές. Θα πρέπει να αποφεύγεται, μέχρις ενός σημείου όμως. Οταν απειλείται η ελευθερία σου θα πρέπει να πολεμήσεις γιατί αλλιώς θα γίνεις σκλάβος» τονίζει.
Ο Τσολάκης αναγνωρίζει ότι η συμμετοχή του στον πόλεμο τον προήγαγε μετέπειτα και επαγγελματικά. Οταν γύρισε από την Κορέα, αν και υποσμηναγός, πετούσε με συγκυβερνήτη σμήναρχο. Παράλληλα η εμπειρία της μάχης υποστηρίζει ότι του χάραξε «ρυτίδες στην ψυχή». «Με έφαγε εσωτερικά όλη αυτή η ιστορία. Αλλά διαπίστωσα ότι τίποτα δεν με θάμπωνε πια. Ετσι, το 2005 άντεξα...» τονίζει. Τότε συνέβη το δυστύχημα με το αεροσκάφος της αεροπορικής εταιρείας Helios. Ο Τσολάκης ήταν πρόεδρος της επιτροπής διερεύνησης ατυχημάτων του υπουργείου Μεταφορών (θέση που διατήρησε έως το 2011). Είχε βρεθεί αμέσως στο σημείο της συντριβής. «Αντεξα...» επαναλαμβάνει, «όταν αντίκρισα τα 121 πτώματα στο Γραμματικό και είδα τους πυροσβέστες να προσπαθούν να σβήσουν τις φωτιές, κάποιοι με πικροδάφνες στα χέρια».
Πετώντας χωρίς πιστόλιαΟι βετεράνοι του πολέμου Ακριβός Τσολάκης και Στυλιανός Δράκος βρέθηκαν τελευταία φορά στη Νότια Κορέα το 2010. Κάθε τόσο, εκεί, τιμούν ως ήρωες τους παλαιμάχους του '50. Κατά καιρούς, με αφορμή κάποια επέτειο ή συνάντηση, οι έλληνες βετεράνοι της Κορέας παρατηρούν με πικρία ότι στη δική τους χώρα έχει ξεχαστεί από πολλούς η ιστορία τους.
Το 2005, με αφορμή τη συμπλήρωση 50 ετών από τη λήξη του πολέμου, ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Βετεράνων Αεροπορίας εξέδωσε λεύκωμα για τη δράση του 13ου Σμήνους Μεταφορών στην Κορέα. Κάθε αεροσκάφος Ντακότα μετέφερε 30-40 τραυματίες μακριά από τον κλοιό των Κινέζων (οι οποίοι συμμετείχαν στον πόλεμο ως σύμμαχοι της Β. Κορέας).
Οι πιλότοι αναγκάζονταν να τα προσγειώνουν σε μικρούς και πρόχειρα κατασκευασμένους διαδρόμους. Σε κάθε αποστολή ρίσκαραν τον θάνατο. «Συνειδητοποίησα τον βαθμό επικινδυνότητας της αποστολής όταν ένας αμερικανός ταξίαρχος ρώτησε ποιος από τους χειριστές ήταν παντρεμένος. ''Εγώ'', του είπα. Τότε με διέταξε να συντάξω αμέσως μια πρόχειρη διαθήκη για τη γυναίκα μου, σε περίπτωση που δεν επέστρεφα», είχε πει το 2002 στο περιοδικό «Αεροπορική Ιστορία» ο υποσμηναγός Χαρίλαος Παρασχάκης.
«Εκείνο το θέαμα των τραυματιών, οίτινες ήρχοντο κατ' ευθείαν από το μέτωπον, απέχον εκ του αεροδρομίου περίπου τρία μίλια, ήτο άνευ προηγουμένου τραγικόν», έγραψε στο ημερολόγιό του ο υποσμηναγός Ευθύμιος Τζαμτζής. Το απόσπασμα, το οποίο παραχωρήθηκε από την οικογένειά του στον Σύνδεσμο Βετεράνων, είναι ενδεικτικό των τότε συνθηκών: «Ολλανδοί, Αμερικανοί, Νοτιοκορεάτες προσεκομίζοντο βαρέως τραυματισμένοι, άλλοι με κομμένα χέρια και άλλοι με κομμένα πόδια, χωρίς μάτια, άλλοι νεκροί, άλλοι ετοιμοθάνατοι. (...) Πολλοί από αυτούς πέθαιναν στον αέρα λόγω αιμορραγίας».
Ο Ακριβός Τσολάκης έζησε παρόμοιες σκηνές. Θα προτιμούσε να πετάει στην Κορέα τα μαχητικά τζετ F-86 παρά τα μεταφορικά Ντακότα. «Θα ήταν πιο επικίνδυνο, αλλά πιο ενδιαφέρον», λέει. Ωστόσο ακόμη θυμάται τα λόγια ενός αμερικανού εκπαιδευτή του: «Γενναιότερος είναι αυτός που πετάει χωρίς πιστόλια».
Το ελληνικό εκστρατευτικό Σώμα στην Κορέα σε αριθμούς:
Το ελληνικό εκστρατευτικό Σώμα στην Κορέα σε αριθμούς:
851 άνδρες η αρχική δύναμη του ενισχυμένου τάγματος πεζικού
186 νεκροί
2.787 αεροπορικές αποστολές
17.532 ώρες πτήσεις
9.256 οι τραυματίες που μετέφεραν τα αεροπλάνα
1955 η χρονιά επιστροφής του τελευταίου έλληνα στρατιώτη, δύο χρόνια μετά την ανακωχή
↧
↧
Το Μανδρόσκυλον και ο τηγανητός Παστουρμάς...
Οδηγίες ασφαλείας από το εκπαιδευτικό εγχειρίδιο με τίτλο «Αστυνομία Πόλεων» του 1949
Το εξώφυλλο της δεύτερης έκδοσης του βιβλίου (η πρώτη έκδοση τυπώθηκε το 1949)
Το εκπαιδευτικό εγχειρίδιο «Αστυνομία Πόλεων» του Αστυνομικού Διευθυντού Α' Νικολάου Κατραμπάσα, εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1949 και πρέπει να έγινε ανάρπαστο μεταξύ των ενστόλων της τότε Αστυνομίας Πόλεων. Το '50 το εγχειρίδιο ξανατυπώθηκε σε δεύτερη έκδοση.
7 φωτογραφίες
Στις κιτρινισμένες σελίδες του υπάρχουν αρκετά στοιχεία που βοηθούν τον ιστορικό μελετητή να κατανοήσει καλύτερα τις συνθήκες ζωής και τις μικρολεπτομέριες την καθημερινότητας μιάς εποχής δύσκολης για τη χώρα (στο τέλος του Εμφυλίου). Αλλά και να... γελάσει με την καρδιά του.
Το βιβλιαράκι μπορεί να διαβαστεί και ως διασκεδαστικό «αστυνομικό ρεπορτάζ» της εποχής, αφού ο συγγραφέας ξεκινά με βασικές πληροφορίες ασφαλείας και νομοθετικού πλαισίου και έπειτα χτίζει το εκπαιδευτικό υλικό πάνω σε πραγματικά περιστατικά εκείνων των ετών.
Για παράδειγμα, στο κεφάλαιο της προστασίας από κλοπές και διαρρήξεις, μαθαίνουμε για την αξία του... Μανδρότοιχου (με κεφαλαίο το πρώτο γράμμα, όπως γράφουν τα ουσιαστικά τους οι Γερμανοί - τακτική που ακολουθείται σε όλο τοι εγχειρίδιο) ως βασικού μέτρου προστασίας από τους κλέφτες: «Ο Μανδρότοιχος μάλιστα υφίσταται ακόμα και σήμερον τόσον εις τας πόλεις, εις απομακρυσμένας του Κέντρου Οικίας, όσον και εις την ύπαιθρον γενικώτερον, ενισχυμένος μάλιστα πολλάκις και με Μανδρόσκυλον» (sic).
Τα σημάδια στις πόρτες
Ο «αστυνομικός της γειτονιάς» πάντως, που έγιναν προσπάθειες να αναβιωθεί πρόσφατα, τότε ήταν η κύρια (αν και όχι η πιο φιλική) μέθοδος αστυνόμευσης. Ετσι κάθε αστυφύλακας, σύμφωνα με τον συγγραφέα, θα έπρεπε να γνωρίζει τα καταστήματα και τα σπίτια της περιοχής του, ώστε όταν περιπολεί να μπορεί να αναγνωρίζει αμέσως ύποπτα πρόσωπα και δραστηριότητες, ενώ βάζοντας ο ίδιος κρυφά σημάδια σε κλειστές πόρτες και παράθυρα, να μπορει να αντιλαμβάνεται εάν κάποιος μπήκε ή βγήκε από κάποιο κλειστό κατάστημα!
Ιδιαίτερη βαρύτητα δινόταν και τότε στην πρόληψη των δυστυχημάτων, τροχαίων αλλά και κάθε άλλου είδους, αφού ο συγγραφέας την ορίζει ως τη δεύτερη σημαντική δράση της Αστυνομίας μαζί με την πρόληψη των αδικημάτων, τονίζοντας ότι «η Αστυνομία οφείλει να ενδιαφέρεται ζωηρώς και δια τα δυστυχήματα και να επιμελήται δια την πρόληψη αυτών εξ ίσου, όσον επιμελείται και ενδιαφέρεται δια τα αδικήματα».
Διδάσκοντας τον σωστό τρόπο δράσης σε διάφορα περιστατικά ο συγγραφέας επικαλείται μεταξύ άλλων και την ακόλουθη ιστορία από το αστυνομικό δελτίο του 1940 με πρωταγωνιστές έναν γεωργό και έναν θυρωρό ξενοδοχείου. «Ο Γ.Π. διαμένων εις το Ξενοδοχείον Δ. κατήλθεν εκ του δωματίου του και ιδών τον θυρωρόν του ξενοδοχείου τηγανίζοντα Παστουρμάν δια να φάγη, όλως αιφνιδίως και άνευ ουδεμιάς αφορμής επετέθη κατ' αυτού, ήρπασε το Τηγάνι, το εξφενδόνισεν εναντίον του και ακολούθως τον εκτύπησεν δια της ράβδου του εις την κεφαλήν».
Εντόσθια στο τηγάνι
Ο θυρωρός προσπάθησε να φύγει, όμως ο δράστης «εξαγωγών σουγιάν, του επετέθη εκ δευτέρου και τον ετραυμάτισεν εισ την χείρα». Την ίδια τύχη είχε και ο αστυφύλακας που εκλήθη, και μόνο με την βοήθεια αρκετών περαστικών ο δράστης αφοπλίστηκε και συνελήφθη.
Τι είχε συμβεί; «Εκ της ανακρίσεως διαπιστώθη ότι ο ανωτέρω γεωργός, πάσχων εκ μανίας καταδιώξεως, είχεν εγκαταλείψει προ ημερών το Χωρίον του και είχεν έλθει ενταύθα, προς αναζήτηση του εξαφανισθέντος υιού του, εγκατασταθείς εις το ανωτέρω Ξενοδοχείον. Όταν δε είδε τον θυρωρόν του Ξενοδοχείου να τηγανίζη τον Παστουρμάν, εφαντάσθη, ότι ούτος είχε σφάξει τον υιόν του και ετηγάνιζε τα εντόσθιά του».
Τέλος, στα κεφάλαια που αναφέρονται στην ιστορία και τον θεσμό της Αστυνομίας Πόλεων, υπάρχουν και πληροφορίες σχετικά με την καταγωγή της ΑΠ (από τη Μητροπολιτική Αστυνομία του Λονδίνου) - παρότι η ελληνική απόδοση δεν απέφυγε τον... πομπώδη πλεονασμό. Και για κατακλείδα η επισήμανση του συγγραφέα:«Αλλοίμονον εις τους Πολίτας, την Δημοσίαν Ασφάλειαν, το Κράτος και αυτά τα Πολιτικά Κόμματα, εάν η Αστυνομία καταστή κομματική». Εκείνη την εποχή!
(σημ.: σε όλα τα αποσπάσματα έχει διατηρηθεί η ορθογραφία και η σύνταξη του πρωτοτύπου)
↧
Αθηναϊκή φιλοξενία έναν αιώνα πριν
Όταν στρέφω το βλέμμα στα έργα των ανθρώπων και βλέπω πόλεις να έχουν χτιστεί παντού, όλα τα στοιχεία να έχουν χρησιμοποιηθεί κάπου, τις γλώσσες να έχουν πάρει συγκεκριμένη μορφή, τότε αναρωτιέμαι… «Ο περασμένος αιώνας δεν άφησε καμιά δουλειά στο δικό μας;».
30.01.2013. Ώρα 11:00 το μεσημέρι. Ομόνοια. Έχοντας βάλει στοίχημα με τον εαυτό μου, να ξεγελάσω το έπος της συνήθειας, άφησα την Πόλη μου να με πάρει άγαρμπα από το χέρι, να με οδηγήσει στα στενά δρομάκια της και να με παρατήσει εκεί. Εκεί που ξαφνικά ο «Εντουάρ» σωριάστηκε στο πεζοδρόμιο. Η «Μαρία» διαφήμιζε τα στήθη της. Ο «Σωτήρης» στόλιζε με χρώματα τα καφάσια του. Ο «Εμίρ» ούρλιαζε στο κινητό σε μια ακαταλαβίστικη αθηναϊκή διάλεκτο. Εκεί όπου ένας υπέροχα χαμογελαστός κύριος μου χάρισε μια γεμάτη καλημέρα. Εκεί που ένα ξανθό αγόρι με μπότες με ρώτησε: «Ήρθατε για να γλεντήσετε;».
«Ακριβώς!» του απάντησα. Και τότε, λες και ξεστόμισα την κρυφή συνθηματική φράση, δειλά-δειλά, ένα-ένα μου εμφανίστηκαν. Και το βλέμμα καρφώθηκε αναγκαστικά πάνω τους, έκπληκτο από τη βουβή απορία για τα έσχατα όρια της ομορφιάς τους. Τα εγκαταλελειμμένα ξενοδοχεία μιας περασμένης Αθήνας, που πεισματικά οι ταμπέλες τους ακόμα συλλαβίζουν το όνομά τους. Και ξεκινάει μια μέθη χωρίς ανάπαυλα…
Σωκράτους & Βερανζέρου, μου σκάει χαμόγελο το «Hotel Mediteranee». Ένας απίστευτος συνωστισμός στα πόδια του, αλλά η σκουριασμένη μεταλλική επιγραφή όμοια με «μαρκίζα» cinema του broadway, τα σκούρα καφέ ξύλινα παντζούρια, η χρυσή ταμπέλα με το γαλάζιο τίτλο ακόμα ικανή να σε ταξιδέψει σε θάλασσες και η βαριά ξύλινη εξώπορτα ερμητικά κλειστή αλλά με ένα γραμμικό λαμπτήρα φθορίου πάντα να καίει μέρα-νύχτα, μεταμορφώνονται σε γέρο σοφό. Σκύβουν και μου ψιθυρίζουν στο αυτί: «Για να βγεις από έναν αδιέξοδο δρόμο πρέπει να πάρεις έναν άλλο».
Με αυτή τη συμβουλή να χτυπάει ρυθμικά στο τύμπανο, κατηφόρισα Σατωβριάνδου & Μάρνης. Δύο φίλοι, τα ξενοδοχεία «Μυκήναι» και «Eπτάνησος», αντικριστά το ένα από το άλλο, κάθε μέρα ξεχνούν τις ανοιχτές πληγές τους λέγοντας ιστορίες. Και είναι φορές που από τα νεύρα τους, σηκώνουν τόσο τον τόνο της φωνής τους, και ξάφνου εκτιμάς και λατρεύεις τις κοινοτυπίες. Βλέπεις, όταν οι δυο φίλοι νευριάζουν, γίνονται γονιός και σκύβουν χαμηλά, σε ακουμπούν στην πλάτη και σου θυμίζουν: «Οι κοινοτυπίες, όταν είναι ταπεινές, μπορούν να εξουσιάσουν την καρδιά».
Ήθελα κι άλλους ψιθύρους στα αυτιά μου ή μάλλον να αισθανθώ την Πόλη μου στο ρόλο του γονέα. Και τότε συνάντησα στη γωνία Μαιζώνος & Ακομινάτου το «Hotel Paradise». Ακριβώς απέναντι είναι ένα δημοτικό σχολείο. Στην αρχή οι φωνές των παιδιών με ενοχλούσαν, νόμιζα ότι με εμπόδιζαν να δω. Μα αμέσως κατάλαβα, πως το νεοκλασικό κτήριο, με τους μαρμάρινους εξώστες διακοσμημένους με ανθέμια και τα ξύλινα παραθυρόφυλλα σε φωτεινό πράσινο χρώμα, ανασαίνει ακόμα λόγω των παιδιών και έχει μάθει κάτι από αυτά: «Πως εννέα φορές πέφτουν και δέκα σηκώνονται. Πως δεν το βάζουν κάτω, πως όλη μέρα διεκδικούν αυτό που θέλουν».
Και σαν μικρό παιδί βρέθηκα μπροστά σε μια Μάνα στη διασταύρωση των οδών Φαβιέρου & Ψαρρών. Το όνομά της «Hotel Corfu». Αν μπω στη διαδικασία να κατασκευάσω απόφθεγμα για αυτήν, θα μοιάζω με πλασιέ που έχει χάσει το τρένο του. Είναι μια Μάνα πολύ προστατευτική, με γαλάζια μάτια πάντα ορθάνοιχτα, με ροδακινί ξεβαμμένο κεντητό φουρό. Πήγα κι έκατσα στα σκαλιά που οδηγούν στις υπόγειες στοές της, και ένα από τα παιδιά της βγήκε από τα έγκατά της «απλά για να δει το φως της ημέρας»… μου είπε.
Νευρίασα. Νευρίασα με εμένα. Είμαι ένας ακόμα τουρίστας για την Πόλη μου; Είμαι ένας ένοικος ανίκανος να συνειδητοποιήσω πως όλη αυτή η υγιεινή του αποκλεισμού της ελπίδας είναι τόσο γελοία; Και τα νεύρα μου σκόνταψαν πάνω της στην οδό Λιοσίων. Kαι αμέσως έκανα ευχή να μπορούσαν τα μάτια μου να βγάζουν φωτογραφίες!! «Sans Rival». Στη ξεχασμένη Πλατεία Βάθη κάθισα στο καφέ που συνορεύει με το Δημαρχείο και την κοίταγα. Υπέροχη γυναίκα, με αισθησιακές καμπύλες και ρομαντικά σκουλαρίκια στα αυτιά της. Στέκεται εκεί από τις αρχές του αιώνα. Και με κάθε γουλιά καφέ πάντα η ίδια ερώτηση: «Είναι δύσκολο να φανταστούμε μια μητέρα χωρίς μητρική αγάπη όσο ένα φως χωρίς θερμότητα. Πως μπορούμε και φανταζόμαστε αυτό το θηλυκό αποκομμένο απο τις ηδονές της Πόλης;»
Hotel Mediteranee. Μυκήναι. Hotel Επτάνησος. Hotel Paradise. Hotel Corfu. Sans Rival, και άλλα. Mε αυτά τα κουφάρια από άλλη εποχή, συμβαίνει κάτι σαν έκρηξη στο νόημα των λέξεων που χρησιμοποιείς για να τα περιγράψεις: αξίζουν περισσότερο από ότι σημαίνουν στο λεξικό. Σήμερα «λειτουργούν» ως γλυπτικές μορφές επιφορτισμένες να μαζεύουν τα λείψανα μιας ημέρας από τη ζωή της πρωτεύουσας. Μαζεύουν ακόμα ιστορίες, όπως ο φιλάργυρος το θησαυρό του.
Καταφύγια ιδεών, μνημών, γεύσεων, αισθήσεων. Ανθρώπων.
Κτήρια που διαθέτουν εκείνο το στοιχείο που εκτιμώ απεριόριστα στους ανθρώπους. Γενναιοδωρία, υλική και πνευματική. Κτήρια που φαντάζουν με μια ελπίδα που περιπλανιέται δεξιά κι αριστερά άστεγη, άνεργη, αποπροσανατολισμένη. Μήπως να τη στεγάσουμε εντός μας και να τη βάλουμε να μας κάνει καμιά δουλειά;
Μαρία Σφυράκη
↧
Εν Αθήναις....οι Κωνσταντινουπολίτες
Ο διωγμός των Ελλήνων της Πόλης το 1955 έφερε πολλούς στην Αθήνα.
Θα θυμηθώ μια οικογένεια που ήρθε στην γειτονιά....
Καλοσυνάτοι άνθρωποι όλοι με το χαμόγελο....ανοιχτή η πόρτα τους για όλους.
Τα παιδιά τους να προσπαθούν να ενσωματωθούν με τα άλλα στην αλάνα
στο σχολείο.
Μάστορας ο πατέρας σε μεγάλο ζαχαροπλαστείο της Πόλης....ειδικός
στην σοκολάτα.
Και βέβαια άνοιξαν οι πόρτες αμέσως γι αυτόν σε κεντρικό ζαχαροπλαστείο
της Αθήνας.
Αλλά και στο σπίτι δεν καθότανε να ξεκουραστεί....
Όταν έμπαινες μέσα μοσχοβολούσε η κουζίνα ....και η παρέα γυρόφερνε
απ΄έξω τα απογεύματα.
Έβγαινε η Πολίτισα με την φοντανιέρα με τα σοκολατάκια και τα μοίραζε.
Ένα για το στόμα και ένα για την τσέπη ...
Η αλήθεια είναι ότι οι γειτόνισες δεν την καλοβλέπανε γιατί το σπίτι της
έλαμπε από πάστρα...... η ίδια πάντα περιποιημένη χωρίς φακιόλι
στο κεφάλι....και το κυριότερο με χαμόγελο...με καλό λόγο.
Την κουτσομπολεύανε για την περίεργη προφορά της.
Γρήγορα ενσωματώθηκαν οι Κωνσταντινουπολίτες....προόδευσαν....
έφιαξαν τους συλλόγους τους και ποτέ δεν ξέχασαν τον τόπο που γεννήθηκαν.
Αρκετοί είχαν το κουράγιο να ξαναγυρίσουν πίσω σαν τουρίστες....
άλλοι όχι και άλλοι δεν το έκαναν γιατί δεν θα άντεχαν να δούν τα σπίτια που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν να κατοικούνται από άλλους.
πίσω στα παλιά
↧
Ημέρες Κατοχής στην Μυτιλήνη (3ο)
Μια μοναδική περιγραφή από τον ηγούμενο της Φραγκοκλησιάς Εσπεντίτο Ντανκά
1942
1η Φεβρουαρίου.
Σχεδόν ο μεγαλύτερος αριθμός εστιατορίων είναι κλειστά από έλλειψη τροφίμων. Αρκέστηκα σε μερικές ελιές, ένα μανταρίνι και καλή χώνεψη. Δεν έχω χρήματα να πάω στη μαύρη αγορά των κερδοσκόπων, όπου μπορείς να αγοράσεις τα πάντα, συμπεριλαμβανομένου και του κρέατος. Φανταστείτε! Ο γιος του Νομάρχη ο κ. ….ιλίας είναι ένας από τους αρχηγούς των κερδοσκόπων! Ουδέν σχόλιο…
6 Φεβρουαρίου.
Οι γερμανικές αρχές συγκέντρωσαν όλους τους Έλληνες αξιωματικούς του διαλυμένου στρατού, που τους έστειλαν στη Θεσσαλονίκη σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης. Σώφρον μέτρο.
Φτωχοί γυρίζουν στους δρόμους της πόλης, χτυπούν τις πόρτες των σπιτιών και φωνάζουν «πεινάω, δώστε μου να φάω». Περίπου στις ίδιες συνθήκες είμαι κι εγώ.
Έγινε διανομή, με βάση το Δελτίο, των πορτοκαλιών νούμερο 2 και ένα λεμόνι - μικρά, μισοσάπια και χωρίς χυμό. Οι πλούσιοι αγοράζουν όσα θέλουν, ο περιορισμός ισχύει για τους φτωχούς και περιθωριακούς. Γενικά, λείπουν τα πάντα, εκτός από τα χόρτα που πουλιούνται για 100 δρχ. και πάνω η οκά.
Δε βρίσκεται όμως ούτε αλάτι για την κουζίνα - κάρβουνα κ.λπ..
Μάρτιος 1942
1- Πήρα από το εστιατόριο δύο βραστά ψαράκια με μια κουταλιά ψαρόσουπα, πληρώνοντας δρχ. 120.
3- Αφισοκολλήθηκε μια ειδοποίηση που λέει ότι όσοι έχουν στο σπίτι περισσότερες από 5 οκάδες τροφίμων, είναι υποχρεωμένοι να το δηλώσουν. Ζήσε, Μάη μου, να φας τριφύλλι!
8- Έλαβα από τη Νομαρχία 5 οκάδες φασόλια - δρχ. 900.
12- Αφισοκολλήθηκε μια ειδοποίηση, ότι δεδομένης της δυσκολίας να εισαχθούν τρόφιμα απ’ έξω, όλοι θα πρέπει να (…) ελιές, κ.λπ..
21 Μαρτίου. Εξωτερική θερμοκρασία ώρα 8 το πρωί, βαθμοί 3 πάνω από το μηδέν.
22 Μαρτίου. Ημέρα (…) εξωτερική θερμοκρασία 0 - νερό παγωμένο.
23- Τουφέκισαν 4 άτομα γιατί είχαν στο σπίτι τουφέκια για το κυνήγι.
26- Είχα 5 οκάδες ρύζι από τους Γερμανούς. Ευτυχώς ζω…
27- Έγραψα στον Πρόεδρο της Βουλής στην Αθήνα ότι ο κ. Νομάρχης δε μου χορηγεί τα απαραίτητα για να ζήσω.
Το «ως εδώ και μη παρέκει» της ακρίβειας - λείπουν αλάτι, λάδι, σαπούνι, ντόπια προϊόντα. Ψάρια που λέγονται μπαρμπούνια κοστίζουν δρχ. 900 η οκά μέχρι 1.800. Μαρίδες 900 - (…) 1.000, σαρδέλες 1.200, γάλα 400, αυγά 120 το ένα, κάστανα 260, τυρί 1.400, αλεύρι 2.000, μερίδες κρέας 180, ψάρι 140, χόρτα 50 έως 80, ρώσικη σαλάτα 50.
Ο υποπρόξενος της Γερμανίας στη Μυτιλήνη Μίτσας Κουρτζής
Απρίλιος 1942
Τουφεκίσθηκαν από τους Γερμανούς δύο Έλληνες, που κατηγορήθηκαν για κλοπή.
4- Για τις γιορτές του Πάσχα δόθηκαν στους κατοίκους τα εξής: 560 γραμμάρια αλεύρι ανακατεμένο με πίτουρα, 320 γρ. λάδι, 320 γρ. σουσάμι και 320 γρ. σαπούνι. Ιδού το δώρο για τις γιορτές τού Πάσχα τού 1942!
5- Πάσχα ισχνό. Τη συνηθισμένη ώρα διαβάστηκε η Θ. Λειτουργία. Η χορωδία εκτέλεσε διάφορα κομμάτια… παντελής απουσία των στρατιωτικών Τευτόνων, όπως άλλωστε από όλες τις γιορτές. Το μεσημέρι με κάλεσε ο κ. Γ. Ντε Πόρτου. Οι περισσότερες ταβέρνες έχουν κλείσει λόγω ελλείψεως πρώτης ύλης.
9- Κατά τις 9 το πρωί πέρασε ένα αεροπλάνο σε μεγάλο ύψος, μάλλον εχθρικό, ήσυχα.
Οι Γερμανοί κόλλησαν στην είσοδο των καφενείων, στις ταβέρνες και άλλων δημόσιων χώρων, την απαγόρευση για τους στρατιώτες τους να εισέρχονται σ’ αυτά.
Σήμερα έκοψα το ηλεκτρικό γιατί οι κύριοι με έβαζαν να πληρώνω και τα κιλοβάτ που δεν κατανάλωνα - κατά τον Αύγουστο θα το επαναφέρω - τώρα δεν χρειάζεται.
14- Στις 5 το πρωί πέρασαν δύο αεροπλάνα που πολυβολήθηκαν χωρίς αποτέλεσμα.
15- Έκανα διαβήματα για να πάω στη Σμύρνη να προμηθευτώ τρόφιμα, οι Γερμανοί ήταν ευνοϊκοί, αλλά ο Τούρκος πρόξενος είπε ότι θα έπρεπε να ανανεώσω το διαβατήριο - περιμένουμε!
17- Είχα από τον κ. Ελένερ 15 οκάδες ρυζιού, μια αληθινή πρόνοια που ήρθε από τον ουρανό. Έχουν διακοπεί όλες οι τηλεφωνικές επικοινωνίες με τον κόσμο.
18- Έγραψα στον τοπικό πατέρα Ηγούμενο της Σμύρνης, που δεν τον γνωρίζω προσωπικά, αν μπορούσε να μου στείλει λίγα τρόφιμα, διαμέσου (...), όπως μου υπέδειξε ο Τούρκος Πρόξενος.
24- Είμαστε χωρίς λάδι, στη μαύρη αγορά κοστίζει δρχ. 400 η οκά…
25- Χθες και σήμερα οι γυναίκες πήγαν στη Νομαρχία για να ζητήσουν τρόφιμα - οι άνδρες δεν μπορούν να το κάνουν γιατί θα τους κατηγορούσαν και θα τους καταδίκαζαν για επαναστάτες, και έστειλαν τις γυναίκες τους.
26- Ο Μητροπολίτης (…) είχε μεγαλόπρεπα ανακοινώσει στην εφημερίδα ότι σήμερα θα λάβαινε χώρα η συνηθισμένη περιφορά στους δρόμους της πόλης της εικόνας που περιέχει τα λείψανα ενός υποτιθέμενου νεομάρτυρα, που οι Τούρκοι σκότωσαν τα παλιά χρόνια. Την τελευταία στιγμή οι Γερμανοί απαγόρευσαν την εκδήλωση και όλα έγιναν στην εκκλησία. Πάρα πολύ καλά.
27- Σήμερα στις 5 η ώρα το πρωί δόθηκε συναγερμός με τις σειρήνες. Επρόκειτο μόνον για στρατιωτικές ασκήσεις, που διαρκούν μέχρι τις 9 π.μ..
27- Το λάδι κοστίζει 525 δρχ. στη μαύρη αγορά - εμπρός Σαβόια - Η λίστα της ακρίβειας ανεβαίνει και πάντα ανεβαίνει (…)
EmprosNet.gr
↧
↧
Μια ημέρα από την ζωή ενός Αρχαίου Αθηναίου
Ο Αθηναίος θα περάσει από τις κιονοστοιχίες που στολίζονται με τα αγάλματα των επιφανών ανδρών της πόλης και θα φτάσει μπροστά στην αγορά τροφίμων. Στις ελληνικές πόλεις η αγορά δεν ήταν ένας τόπος αποκλειστικά για τους εμπόρους. Στην αγορά της Αθήνας Βρίσκονταν τα κύρια δημόσια καταστήματα: η Βουλή, τα δικαστήρια, οι ναοί, το αρχείο, καθώς και δενδροστοιχίες από πλατάνια και λεύκες. Οι αγρότες της Αττικής πάνε στην αγορά πριν ξημερώσει σαλαγώντας γίδια και κατσίκια, ή κουβαλώντας σ' ένα ξύλο στηριγμένο στον ώμο λαγούς και τσίχλες με τις φτερούγες γυρισμένες προς το ράμφος. Οι ιδιοκτήτες των αγροκτημάτων που ήταν γύρω από την πόλη, έστελναν τα προϊόντα τους για ανταλλαγή. Από τον Πειραιά και το Φάληρο έφταναν ψαράδες. στα καλάθια τους έφερναν τόνο, από τον Εύξεινο Πόντο χέλια, που τα αγαπούσαν πάρα πολύ οι Αθηναίοι, και μπαρμπούνια από το Αρχιπέλαγος. Από τα μικρομάγαζα και τα μαγειρεία των πραματευτάδων σκορπάει στον καθαρό πρωινό αέρα το άρωμα των ώριμων φρούτων, η οσμή του θυμιάματος, η μυρωδιά από τα δέρματα, το τουρσί, την ώριμη μελιτζάνα, το πηγμένο αίμα, το κρασί, την πρασινάδα, κι απ' τις αρμάθες των ζεστών κουλουριών, που τραβούν τη ματιά των πεινασμένων αγοραστών. Ο θόρυβος σε ξεκουφαίνει. το πλήθος κινείται προς όλες τις κατευθύνσεις. Ο Αριστοφάνης μάς παρουσιάζει μέσα σ' αυτό το πλήθος έναν αλλαντοπώλη που πουλάει ζεστά λουκάνικα με την τάβλα κρεμασμένη από το λαιμό και μερικούς "επόπτες" της αγοράς, τους ονομαζόμενους αγορανόμους, που παρακολουθούν αν τηρούν οι έμποροι τις διατάξεις του νόμου. Αυτοί φροντίζουν τα ψωμιά να είναι όσο χρειάζεται μακριά και να μην καταβρέχουν οι έμποροι τα ψάρια με νερό. Οι φτωχές γυναίκες ήρθαν με φύλλα για πίτες ή με στεφάνια από λουλούδια.
Στο μέρος πάλι που πουλούν τα οπωρικά και τα λαχανικά μπορεί να δει κανείς τη μάνα του Ευριπίδη, που, όπως μας διαβεβαιώνει ο Αριστοφάνης, ήταν μια απλή λαχανοπώλισσα. Πουλούσε σουσάμι, κρεμμύδια, όσπρια και σύκα. Η αγορά είναι τακτοποιημένη με ένα ορισμένο σχέδιο. Για κάθε λογής προϊόντα είχαν καθορίσει ειδικούς χώρους. Ο αγοραστής ξέρει πού ακριβώς θα βρει ψωμί και ψάρια, τυρί σε πλεχτά καλαθάκια, λαχανικά και λάδι, ξέρει πού θα βρει να συμφωνήσει μια χορεύτρια ή μάγειρα για ένα συμπόσιο. Αν θέλει να συναντηθεί με τους φίλους του στην αγορά, θα τους πει με βεβαιότητα: "στο ιχθυοπωλείο" "στο τυροπωλείο" "στα σύκα". Οι πωλητές κι οι πραματευτάδες άπλωναν το εμπόρευμά τους στο ύπαιθρο ή σε μερικές παράγκες από κλαδιά ή καλάμια πλεχτά, που το απόγευμα τις χαλούσαν. Γύρω από την αγορά ήταν πολλά καταστήματα που κατείχαν ειδικά κουρείς, αρωματοπώλες, σαγματοποιοί και οινοπώλες. Πολύ κοντά σ' αυτά βρίσκονταν κάθε λογής εργαστήρια. Οι αργυραμοιβοί, που τους ονόμαζαν τραπεζίτες, στέκονταν στην αγορά μπροστά σε ένα ειδικό τραπέζι. Προς την πλευρά του Κολωνού συγκεντρώνονταν άνθρωποι ελεύθεροι που ασκούσαν διάφορα επαγγέλματα και ήθελαν να συμφωνήσουν για μερικές ώρες δουλειά, το περισσότερο για μια μέρα ή ως τη δύση του ήλιου. Αργότερα (αρχίζοντας από τον 5ο αιώνα) στις ελληνικές πόλεις οικοδομήθηκαν ειδικά κτίρια για αγορές. Τον καιρό του Περικλή υπήρχε στην Αθήνα μια αίθουσα για αλεύρι στον Πειραιά, ένα κτίριο όπου είχαν εκτεθειμένα δείγματα εμπορευμάτων. Η γυναίκα, αν ήταν πλούσια ή και απλώς εύπορη, δεν πήγαινε ποτέ στην αγορά ούτε έστελνε τις υπηρέτριές της. Όλα τα ψώνια τής τα έκανε ο άντρας. Συχνά μπορούσε να δει κανείς έναν στρατιώτη, πάνοπλο, να αγοράζει σαρδέλες ή σύκα. Δεν συναντήθηκε η Λυσιστράτη με μερικούς αξιωματικούς του ιππικού, που είχαν γεμίσει τις περικεφαλαίες τους με βραστά λαχανικά; Όπως είπαμε, στη ζωηρή αγορά της Αθήνας μπορούσαν να συναντηθούν κάθε λογής άνθρωποι, πλούσιοι και φτωχοί. Να ένας ανάπηρος, πελάτης του ρήτορα Λυσία που ζει με τη σύνταξη που του πληρώνει το κράτος. Γύρω του έχουν μαζευτεί μερικοί πλούσιοι νέοι. Τα καυστικά, τα δηκτικά του αστεία τούς διασκεδάζουν. Ένας χωριάτης κουβαλάει στην πλάτη ένα σακί, μέσα από το οποίο ακούονται να γρυλίζουν μερικά γουρουνάκια. τώρα παραμέρισε από το δρόμο για να περάσει ένας στρατηγός. Δαμαστές φιδιών συναγωνίζονται με τους ιδιοκτήτες άλλων εξημερωμένων ή άγριων ζώων. μια ομάδα εύθυμων θεατών πηγαίνουν από τους θαυματοποιούς και τους ταχυδακτυλουργούς σ' αυτόν που καταπίνει σπαθιά και αναμμένα ξύλα. Τα αγαλματάκια από οπτή γη (τερακότα) μας παρουσιάζουν ορισμένους συνηθισμένους τύπους των ελληνικών δρόμων: Ένας μάγειρας δούλος με ξυρισμένο κεφάλι κρατάει με το ένα χέρι ένα πινάκιο και με το άλλο βάζει κάτι στο στόμα. Άλλοι μάγειροι φορτώνουν από την αγορά κουνέλια και καλάθια με σταφύλια. Ένας χωριάτης κατέβηκε στην πόλη. Ο δρόμος είναι μακρύς, γεμάτος σκόνη, ο ήλιος καίει αλύπητα κι ο προβλεπτικός οδοιπόρος πήρε μαζί του ένα αγγείο με νερό. Τυλιγμένο με φροντίδα με τη χλαμύδα, ένα παιδάκι κάνει περίπατο κρατώντας το χέρι μιας γριάς και καμπούρας παραμάνας. Ένα κοριτσάκι βαδίζει μαζί με τη μητέρα του. σηκώνει το κεφάλι προς αυτήν και τη ρωτάει για όλα όσα βλέπει γύρω του. Για να μη χαθεί κρατιέται από την άκρη του ιματίου της μητέρας του. Πηγαίνοντας από τον ένα έμπορο στον άλλο, ο Αθηναίος διαλέγει τα τρόφιμα και τα στέλνει στην κατοικία του με το δούλο. Ο αέρας είναι γεμάτος από τις φωνές των πραματευτάδων που διαλαλούν τα εμπορεύματά τους: "άιντε στο ξίδι", "αγοράστε λάδι!", "ξεχάσατε να πάρετε κάρδαμο!", "νέε μου, ορκίζομαι στην Αφροδίτη πως η αγαπημένη σου στολισμένη με το στεφανάκι αυτό, θα γίνει ακόμα ομορφότερη!", "κρέας ψητό, μισός οβολός το κομμάτι!". Κάθε πράγμα και κάθε άνθρωπος έχουν τιμή. Σε μερικές συνοικίες μπορείς να βρεις ό,τι υπάρχει για πούλημα στην Αθήνα: "Σύκα, συκοφάντες, σταφύλια κι αχλάδια, γογγύλια, τριαντάφυλλα, εφευρέσεις, μούσμουλα και μήλα. Κοιλιά βραστή φρέσκο τυρί και μέλι, γλυκό, μπιζέλια και ψηφοδόχες, μύρτο, υάκινθο και μάρτυρες για δίκη". Όποιος επιθυμεί μπορεί να ντυθεί από το κεφάλι ως τα πόδια και μάλιστα εδώ, στην αγορά. Ο έμπορος των έτοιμων ενδυμάτων πουλάει για δώδεκα δραχμές (το πιο μικρό ασημένιο νόμισμα στην Αθήνα ήταν ο οβολός. Έξι οβολοί έκαναν μια δραχμή. Μια μνα είχε εκατό δραχμές. Εξήντα μνες κάναν ένα τάλαντο, που δεν ήταν πια νόμισμα αλλά μονάδα μέτρησης και υπολογισμού) το ιμάτιο και για οκτώ δραχμές ο υποδηματοπώλης προσφέρει κάθε χρώματος σανδάλια. Ο πιο ενδιαφέρων όμως κι ο πιο ελκυστικός τομέας της αγοράς ήταν τα ιχθυοπωλεία. Η αδυναμία των Αθηναίων ήταν το ψάρι, όχι το κρέας. Απ' όλους τους πραματευτάδες, οι πιο ανεξάρτητοι ήταν οι ιχθυοπώλες, για να μην πούμε οι πιο αυθάδεις. Ένας κωμωδιογράφος τους ονομάζει "ληστές", ένας άλλος "λωποδύτες της νύχτας"... Ζητούν για το εμπόρευμά τούς όσα θέλουν. Αν τους απαντήσεις ότι είναι πολύ ακριβά, ακούς να σου λένε κοφτά: "Αυτή είναι η τιμή, αν δεν σου αρέσει, δρόμο!". Δεν θα δίσταζαν να ζητήσουν ακόμα πιο μεγάλη Τιμή αν κατάφερναν να κρατήσουν τα ψάρια φρέσκα. Αλλά οι προνοητικοί αγορανόμοι δεν τους επιτρέπουν να τα Βρέξουν με νερό. Όταν όμως φοβάται μη του χαλάσει το ψάρι, ο ψαράς Βιάζεται να το πουλήσει και δεν ζητάει εξαιρετικά μεγάλη Τιμή. Μια μέρα ένας Αθηναίος ζαλίστηκε και λιποθύμησε στην αγορά. 'Ένας ιχθυοπώλης ήθελε να τον Βοηθήσει για να συνέλθει κι έχυσε απάνω του ένα αγγείο με νερό. Πράγματι ο διαβατής συνήλθε, αλλά όταν ο έμπορος άδειασε το αγγείο με το νερό, ράντισε όλους τους γειτόνους κι όλους όσοι Βρέθηκαν εκεί τυχαία. Οι αγορανόμοι που ήρθαν τρέχοντας διαπίστωσαν ότι και το δοχείο με τα ψάρια γέμισε ως τη μέση νερό και τα ψάρια ζωντάνεψαν κι άρχισαν να κουνούν τις ουρές τους. Αυτή τη φορά η παράβαση των νόμων είχε ελαφρυντικά και στους αγορανόμους δεν έμεινε τίποτε άλλο να κάνουν, παρά μόνο να τον διατάξουν να αδειάσει αμέσως το νερό από το δοχείο, πράγμα που έκανε. ο έμπορος είχε πετύχει άλλωστε το σκοπό του! Ο περαστικός που είχε λιποθυμήσει τα 'χε συμφωνήσει για δύο οβολούς! Για να πουλιέται όσο το δυνατόν πιο φρέσκο το ψάρι, ο ερχομός στην αγορά ενός κάρου φορτωμένου ψάρια γινόταν γνωστός στους Αθηναίους με το χτύπημα μιας ειδικής καμπάνας. Διηγούνται πως την ώρα που ένας μουσικός έπαιζε ορισμένα τραγούδια για μια ομάδα φίλων που είχαν συγκεντρωθεί στο σπίτι του, το οποίο Βρισκόταν κοντά στην αγορά, ακούστηκε ο ήχος της καμπάνας του ψαράδικου. .Όλοι οι φίλοι σηκώθηκαν ευθύς και τρέξαν για την αγορά, εκτός από ένα μισόκουφο γέρο. Ο μουσικός πλησίασε τον γέροντα τότε και του είπε: "Σε ευχαριστώ. Σε ευχαριστώ, είσαι ο μόνος άνθρωπος που τηρείς τους κανόνες της καλής συμπεριφοράς και δεν με εγκατέλειψες στο άκουσμα της καμπάνας". "Τι είναι;" του απάντησε ο γέρος. "Είπες ότι ακούστηκε η καμπάνα του ψαράδικου; Ευχαριστώ! Καλή αντάμωση". Κι έφυγε βιαστικός, ακολουθώντας τα ίχνη των άλλων. Τις πρώτες ώρες του πρωινού ο Αθηναίος λογάριαζε ότι δεν έπρεπε να λείψει από την αγορά. Αν δεν περίμενε ξένους, περιοριζόταν να αγοράσει τα συνηθισμένα τρόφιμα που ο δούλος τα πήγαινε στο σπίτι. Αν όμως είχε καλεσμένους τα πράγματα μπερδεύονταν. Τα ψάρια, το κρέας, τα λαχανικά έπρεπε να διαλεχτούν με ξεχωριστή φροντίδα.
↧
Γερμανοί οι εξαπανέκαθεν "φίλοι" μας!
Γ. Σουρής, 1886. "Οι καιροί αναπλάθουν αλλήλους."
Σπέσιαλ αφιέρωση και με πολλή αγάπη.
Στην Ευρώπη
Απόστασε το χέρι μου από το να μουντζώνω
και σάλιο δεν μου έμεινε από το φτύσε φτύσε,
αλλ' έως τώρα τίποτε μ' αυτά δεν κατορθώνω,
και σύ, Ευρώπη, μας γελάς και πάντα ίδια είσαι.
και σάλιο δεν μου έμεινε από το φτύσε φτύσε,
αλλ' έως τώρα τίποτε μ' αυτά δεν κατορθώνω,
και σύ, Ευρώπη, μας γελάς και πάντα ίδια είσαι.
Και απορώ, μα το σταυρό, πώς ως αυτή την ώρα
και άλλα δεν μας έστειλες εδώ Θωρακοφόρα.
και άλλα δεν μας έστειλες εδώ Θωρακοφόρα.
Προθύμως σας εκάμαμεν εκείνο που ζητείτε
και άν δεν μας πιστεύετε, κοπιάσετε να δήτε
ποία ειρήνη κατ' αυτάς στο κράτος βασιλεύει
και πώς καθένας ήσυχα γλεντά και χουζουρεύει.
και άν δεν μας πιστεύετε, κοπιάσετε να δήτε
ποία ειρήνη κατ' αυτάς στο κράτος βασιλεύει
και πώς καθένας ήσυχα γλεντά και χουζουρεύει.
Ήλθε το άντε στάτους κβο με τόσας αναπαύσεις
και άρχισαν να γίνονται διορισμοί και παύσεις.
και άρχισαν να γίνονται διορισμοί και παύσεις.
-Λοιπόν, τί άλλο από μας, Ευρώπη, απαιτείς
κι ακόμη από το λαιμό πιασμένους μας κρατείς;
κι ακόμη από το λαιμό πιασμένους μας κρατείς;
Θέλεις λοιπόν να ζήσωμε χωρίς πολιτικήν
και ως στρατόν να έχωμε την χωροφυλακήν
κι ουδέ ο ρήτωρ Κωνσταντής ν' ακούγεται παρλάρων
διά το πραξικόπημα εκείνο των Βουλγάρων;
και ως στρατόν να έχωμε την χωροφυλακήν
κι ουδέ ο ρήτωρ Κωνσταντής ν' ακούγεται παρλάρων
διά το πραξικόπημα εκείνο των Βουλγάρων;
Εσύ, βρε καγκελλάριε των σαχλο-Γερμανών
σύ εναντίον μας κινείς και γην και ουρανόν
εσύ, διαόλου αλεπού, που ψόφος δεν σε πιάνει
εσύ κρατάς κατάκλειστο το κάθε μας λιμάνι,
και όλα τα καράβια σου εις τα νερά μας στέλλεις,
διότι έτσι αγαπάς, διότι έτσι θέλεις.
σύ εναντίον μας κινείς και γην και ουρανόν
εσύ, διαόλου αλεπού, που ψόφος δεν σε πιάνει
εσύ κρατάς κατάκλειστο το κάθε μας λιμάνι,
και όλα τα καράβια σου εις τα νερά μας στέλλεις,
διότι έτσι αγαπάς, διότι έτσι θέλεις.
Εσύ, βρε καγκελλάριε, εσύ, βρε Μαμελούκε,
εσύ, πανευγενέστατε της Δύσεως Τραμπούκε,
παίζεις και πάλι πρόστυχο και βρώμικο παιχνίδι
και του κυρίου Γλάδστωνος του πάει ριπιτίδι
κι αισθάνεται το βάρος σου ο σβέρκος κάθε ράχης.
αλλ' έστι δίκης οφθαλμός, που κακό ψόφο νάχεις.
εσύ, πανευγενέστατε της Δύσεως Τραμπούκε,
παίζεις και πάλι πρόστυχο και βρώμικο παιχνίδι
και του κυρίου Γλάδστωνος του πάει ριπιτίδι
κι αισθάνεται το βάρος σου ο σβέρκος κάθε ράχης.
αλλ' έστι δίκης οφθαλμός, που κακό ψόφο νάχεις.
Γ. Σουρής, 1886
(ΑΠΑΝΤΑ ΣΟΥΡΗ εκδ. Γιοβάνη, Δ' Τόμος)
*Αναφέρεται στον αποκλεισμό της Ελλάδας από τους Γερμανούς το 1886
(ΑΠΑΝΤΑ ΣΟΥΡΗ εκδ. Γιοβάνη, Δ' Τόμος)
*Αναφέρεται στον αποκλεισμό της Ελλάδας από τους Γερμανούς το 1886
↧
Οι μάγκες, οι «δοτήδες» και οι φαβέλες
Το λιμάνι της μεταπολεμικής περιόδου αναβιώνει μέσα από τις αναμνήσεις του συγγραφέα Διονύση Χαριτόπουλου. «ΤΑ ΝΕΑ» εξασφάλισαν την προδημοσίευση μερικών αποσπασμάτων του «Εκ Πειραιώς» και ζήτησαν τα σχόλιά του για την εποχή
Της Μικέλας Χαρτουλάρη | ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: 20/10/2012 ΤΑ ΝΕΑ
Αποψη του λιμανιού του Πειραιά, όπως αποτυπώνεται σε φωτογραφίες της δεκαετίας 1950 - 1960
Ο πιο τσαμπουκαλής και τζαναμπέτης γραφιάς, ο αληταράς των ελληνικών γραμμάτων που γνώρισε από μικρός τις λούμπεν πτυχές της ελληνικής κοινωνίας ώσπου να γίνει μεγαλοδιαφημιστής και να τα παρατήσει για να αναστήσει τον Αρη Βελουχιώτη, επιστρέφει στο προσκήνιο έπειτα από έξι χρόνια σιωπής, υμνώντας τον Πειραιά, έτσι όπως δεν τον έχει υμνήσει κανείς μέχρι τώρα. «Στη γειτονιά μου απαγορευόταν να πατήσει αστυφύλακας. Ακόμη και να γινόταν φονικό, έπρεπε να μεσολαβήσουν κάποιοι γεροντότεροι για να παραδοθεί ο φταίχτης και να εξασφαλιστεί ότι οι μπάτσοι θα τον σεβαστούν και δεν θα πέσει βούρδουλας…».
Ο 65χρονος σήμερα Διονύσης Χαριτόπουλος γεννήθηκε και μεγάλωσε στα Μανιάτικα του Πειραιά. Μια συνοικία-φαβέλα, απροσπέλαστη εκείνα τα μετεμφυλιακά χρόνια, που δεν επέτρεπε ούτε στα παιδιά να είναι αθώα και που ήλεγχε το Λιμάνι στέλνοντας εκεί τους άντρες της να πιάσουν τα πόστα των χαμάληδων. Με τρεις-τέσσερις ώρες χαμαλίκι έβγαζαν διπλάσιο και βάλε μεροκάματο από του εργάτη που δούλευε οκτάωρο στις φάμπρικες. Και μαθημένοι καθώς ήταν στα ζόρικα, τακίμιασαν με την παλιά μαγκιά και πήραν το κουμάντο.
«Αγρια ράτσα, σκληρή και ανελέητη και πρώτα με τον εαυτό της», γράφει ο Χαριτόπουλος για τους Μανιάτες. Και μ' αυτούς ανοίγει το «Εκ Πειραιώς», που θα κυκλοφορήσει την ερχόμενη εβδομάδα από τις εκδόσεις Τόπος. Είναι η αυτοβιογραφία του μέχρι τα είκοσί του στα κρίσιμα χρόνια της διαμόρφωσής του 1947-1967 και παράλληλα η βιογραφία τού Πειραιά όταν αρχίζει να εκσυγχρονίζεται αλλά διατηρεί ακόμη ζωντανό τον μύθο του. Παρακολουθώντας σαν τρίτος το «παιδί» - δηλαδή τον εαυτό του - από τα οκτώ έως τα δεκαοκτώ του, ο συγγραφέας αναβιώνει την καθημερινότητα στον Πειραιά με αλλεπάλληλα πηγαινέλα στον χώρο και στον χρόνο και χρησιμοποιώντας πολλές λέξεις της αργκό. Ετσι ξεπροβάλλουν μπροστά στον αναγνώστη οι γειτονιές και οι συγκρούσεις τους, τα στέκια και τα μυστικά τους, οι μάγκες, οι νταήδες, οι σέρτικοι και οι χλεχλέδες, οι «δοτήδες» (ρουφιάνοι) και οι θεές του πεζοδρομίου, οι νόμοι της πιάτσας και η αλληλεγγύη της, ο Θρύλος και το εργοστάσιο του Παπαστράτου, ο τζόγος και το κατς με τους ήρωές του (τον Μανιάτη Μεϊντάνη, τον Γίγαντα Καρπόζηλο κ.ά.), τα στέκια και οι κακόφημοι δρόμοι, οι αμερικανοί πράκτορες, οι ανερχόμενοι εφοπλιστές, τα όμορφα κορίτσια από το Γυμνάσιο στα Ταμπούρια, οι λαϊκοί μουσικοί που πήραν μεταπολεμικά τη σκυτάλη από τους ρεμπέτες και ο Μπιθικώτσης, τα πρώτα κέρματα και η πρώτη κόκα κόλα… Πάνω απ' όλα ξεπροβάλλει το ήθος εκείνου που θα ονομάζαμε σήμερα «υπόκοσμο», ο οποίος συχνά είχε μια βαθιά ριζωμένη αξιοπρέπεια. Φυσικά, σε ένα τέτοιο βιβλίο χωράει και η αγιογραφία όπως χωράει και ο ναρκισσισμός, ενώ η πολιτική πτυχή ίσως να είναι υποφωτισμένη. Ωστόσο ο Χαριτόπουλος, που έκανε μια μεγάλη έρευνα (με τη βοήθεια της Κατερίνας Θανοπούλου) προκειμένου να τεκμηριώσει με ντοκουμέντα τις αναμνήσεις του, συνδυάζει το ταλέντο του παραμυθά με εκείνο του κοινωνιολόγου και ξέρει να γίνεται πειστικός και να συνεπαίρνει. …Σε πείσμα των συγγραφέων που δεν θέλησαν να τον κάνουν μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Συγγραφέων και σε πείσμα των φεμινιστριών που τον καταδίκασαν έπειτα από το βιβλίο του «Ο άνεμος κουβάρι» (που επανεκδίδεται) για την τρικυμιώδη σχέση του με τη Μαλβίνα Κάραλη.
Η Τρούμπα, φόβητρο και φάκα
Αν το Λιμάνι «είναι το βασίλειο των Μανιατών» και η Ακτή Μιαούλη «είναι η βιτρίνα μας», τότε τα πέριξ της Δραπετσώνας (που δηλητηριάζεται από το τσιμεντάδικο του Ηρακλή) «είναι το βασίλειο των τεκέδων» και το Πέραμα «είναι το Χονγκ Κονγκ του Πειραιά». Ο Χαριτόπουλος γράφει πως «το Πέραμα έγινε η Γη Χαναάν των αστέγων και κατέληξε εμπόλεμος ζώνη», με τους μικρασιάτες πρόσφυγες να αγωνίζονται να σώσουν τα χαμόσπιτά τους από τους εκσκαφείς και να νικούν τους μπάτσους και τα συνεργεία κατεδάφισης στην περίφημη «μάχη της παράγκας» του 1960.
Οταν όμως φτάνεις στην Τρούμπα, καταλαβαίνεις ότι αυτή είναι «η Κάσμπα του Πειραιά», μια περιοχή «απαγορευμένη και φόβητρο κόλασης», όπου επικρατεί η… «ανεξιθρησκία». Οι νταήδες και τα μούτρα αλωνίζουν ασύδοτοι, «κάργα ο τζόγος, το λαθρεμπόριο, τα μαχαιρώματα, οι πιστολιές, οι σκοτωμοί και οι απαγωγές κοριτσιών, ακόμα και πάνω από την εξέδρα…». Μια περιοχή που ήταν και «μεγάλη φάκα». Εκεί αλώνιζε ο μεγαλύτερος «δοτής της Αστυνομίας» που κανένας δεν τον είχε πάρει χαμπάρι. Ηταν «ένα καλοκάγαθο ψηλό γεροντάκι με άσπρα μακριά μαλλιά και κάτασπρη πατριαρχική γενειάδα, σαν φιγούρα της Αγίας Γραφής» που «κοίμιζε τους κοκωβιούς και τα λιμά της πιάτσας με συμβουλές και ιστορίες μπαρμπούτσαλα, του εμπιστεύονταν τα κατορθώματά τους κι εκείνος έδινε δελτίο στους μπάτσους».
Στα χρόνια της Κατοχής τα μαγαζιά ήταν λιγοστά, με κορίτσια από το γκέτο των Βούρλων, και σύχναζαν εκεί γερμανοί αξιωματικοί, οι ρουφιάνοι τους, νταβατζήδες και μαυραγορίτες. Μετά τον πόλεμο, όμως, η περιοχή «πήρε πάλι ν' ανθίζει», γράφει ο Χαριτόπουλος. «Ολες οι φυλές και οι θρησκείες του κόσμου είναι εδώ. (…) Παντζαρομούρηδες, ντερέκια, σχιστομάτηδες, σκερβελέδες, κακομούτσουνοι, χαμαντράκια, ομορφόπαιδα, ντροπαλοί, πονηρεμένοι, μπερμπάντηδες, πίτουρες, χάχες, σκυλόμαγκες, μοσχόμαγκες, ναύτες, φαντάρια, αεροπόροι, μαθητές, αλάνια, τσογλάνια, νταβάδες, λεμέδες, λαθρέμποροι, πρεζάκια, πουστρόνια, αρπάχτρες, επαρχιώτες, αδέσποτα, μπατίρια, σοβαροί και ελαφρόμυαλοι, στριμώχνονται και ανακατεύονται σε χρωματιστά φώτα και φωτεινές επιγραφές που αναβοσβήνουν, μουσικές, κορίτσια, φωνές, γέλια, παρέες, τρεξίματα, σπρωξίματα, βρισίδια, αγκαλιές, τράμπες, αλισβερίσια στο πόδι, κράχτες»...
«Θεωρώ τεράστιο λάθος που έκλεισαν την Τρούμπα», υπογραμμίζει σήμερα στα «ΝΕΑ» ο συγγραφέας. «Ολα τα επιχειρήματα που προβλήθηκαν ήταν ηθικοπλαστικά και δεν είχαν καμία σχέση με τις υπαρκτές ανάγκες του λιμανιού. Αφού εντρυφούμε τόσο στους αρχαίους, έπρεπε να ξέρουμε ότι στην ίδια ακριβώς θέση ήσαν και τα αρχαία πορνεία. Δεν νοείται μεγάλο λιμάνι χωρίς καμπαρέ, μπαρ, ποτά και γυναίκες, και μάλιστα συγκεντρωμένα όλα σε μια ελεγχόμενη περιοχή, όπως η Τρούμπα, που υπήρξε μεγάλη πηγή εσόδων για όλο τον Πειραιά και συνακόλουθα τη χώρα».
Μάγκες
και ξεφτίλες
και ξεφτίλες
Εκείνη την εποχή, όπως αποκαλύπτει στο «Εκ Πειραιώς», ένας από τους ήρωές του ήταν ο ταβερνιάρης ο Τσέχας, από τους δυο-τρεις μεγάλους «αντάμηδες» (φίνους μάγκες) που είχε ο Πειραιάς και τον σέβονταν ακόμα κι οι Μανιάτες. Ηταν «ομορφάντρας, λιγόλογος, δίκαιος, μπεσαλής και θανατηφόρος αν του βγεις στραβά. Αληθινός σερέτης (άψογος σε παλικαριά), πάντα ευγενικός και σένιος (κομψός)».
Ελεγαν πολλά γι' αυτόν, «ότι δεν τα παίρνει από γυναίκες γιατί τα παίρνει από αυτούς που τις έχουν, ότι δεν παίζει τζόγο γιατί του τ' ακουμπάνε οι λεσχιάρχες, ότι ακόμα κι οι Τσιγγάνοι της Δραπετσώνας δουλεύουν για πάρτη του». Είχε κάνει στις Αγροτικές της Κασσάνδρας όπου κουβαλούσε τσουβάλια για να κάνει «τη μια μέρα δυο», κι αν σε γουστάριζε επέμενε να σε σερβίρει ο ίδιος στο μαγαζί του, σαν να είχες μπει σπίτι του.
Εκείνοι οι μάγκες δεν έχουν καμία σχέση με τους σημερινούς, σχολιάζει ο Χαριτόπουλος. «Ο σημερινός μάγκας είναι ο χτεσινός ξεφτίλας. Δηλαδή ο κομπιναδόρος, η αρπάχτρα, ο ψεύτης και αναξιοπρεπής που τώρα παριστάνει τον μάγκα επειδή τα "κονόμησε", άσχετα με ποιον τρόπο. Παλιά που ο κόσμος έδινε μεγάλη σημασία στην τιμή και την αξιοπρέπεια του άντρα, αυτός ο τωρινός σαλταδόρος με την κουστουμιά και το πούρο δεν θα μπορούσε να κυκλοφορήσει από το φτύσιμο».
Γήπεδα
και κηδείες
και κηδείες
Σήμερα ο Χαριτόπουλος κατοικεί στο Κολωνάκι και μοιράζει τη ζωή του ανάμεσα στο σπίτι του στο Βελούχι και στον πύργο του στη Μάνη. Αλλά ακόμα θεωρεί πατρίδα του τον Πειραιά. Στις αρχές του '60 έπαιζε δεξί μπακ (και ήταν «τσεκούρι») στην ποδοσφαιρική ομάδα των Μανιάτικων και έγινε αμετανόητος οπαδός του Θρύλου...
Σήμερα θυμάται πώς γιόρταζαν οι Ολυμπιακοί τις νίκες τους με «τις καθιερωμένες κηδείες της Κυριακής». Με αφετηρία το γήπεδο ξεκινούσε ένα φέρετρο τυλιγμένο κορδέλες με τα χρώματα του αντιπάλου, ακούγονταν «γαμησοψαλμωδίες» και κλάματα «με αισχρά υπονοούμενα» και η μαρίδα ξεσκιζόταν στα γιούχα μέχρι τη Λέσχη του Ολυμπιακού στο Πασαλιμάνι…
Ο μύθος της εποχής ήταν φυσικά ο ούγγρος προπονητής Μάρτον Μπούκοβι, που τα 'σπασε με τους μάνατζερ, έγινε τραγούδι και το 1989 τίτλος διηγήματος του Χαριτόπουλου.
«Οι συνήθεις βλάκες λένε ότι με το ποδόσφαιρο ναρκώνεται ο κόσμος και δεν αντιδράει στην εκάστοτε εξουσία, λες και αυτοί είναι επαναστάτες με το τουφέκι στο χέρι», τονίζει στα «ΝΕΑ» ο συγγραφέας. «Το ποδόσφαιρο είναι ένα λαϊκό θέαμα, όπως ο Καραγκιόζης, η επιθεώρηση, η πάλη κ.λπ., αλλά για τους θεατές ενέχει πολύ έντονο και το προσωπικό στοιχείο, π.χ. η ομάδα της γειτονιάς, της πόλης, τα δικά τους παιδιά. Τώρα βέβαια εξελίχθηκε σε παγκόσμιο σόου και τζόγο δισεκατομμυρίων, αλλά τι έμεινε αμόλυντο στην εποχή της εμπορευματοποίησης; Και απ' τον καρκίνο λεφτά βγάζουν. Η επιτυχία του Ολυμπιακού, πέρα από τις αγωνιστικές του επιδόσεις, είναι ότι είχε ανέκαθεν κινηματικό χαρακτήρα καθώς αντιπροσώπευε τα φτωχότερα κοινωνικά στρώματα έναντι των πλούσιων Αθηναίων που κυβερνούσαν τον τόπο, γι' αυτό απόκτησε γρήγορα πανελλήνια εμβέλεια».
↧
Πόθοι και πάθη στην παλιά Αθήνα
Ενα βιβλίο που με ξεκαρδιστικό τρόπο παρουσιάζει τα ήθη της σκαμπρόζικης Αθήνας από του Οθωνα τα χρόνια έως και τα μισά του περασμένου αιώνα
Προσοχή, κορίτσια! «Πώς οι έκφυλοι γλεντζέδες διαφθείρουν τις αθώες μικρές. Τις ποτίζουν με κανθαρίνη κι έτσι ερεθίζονται οι άμοιρες».
Τίτλος εφημερίδας του 1934 ο παραπάνω, για πικάντικη «κοινωνική έρευνα», της οποίας ο συγγραφέας δεν ήξερε ότι ύστερα από τουλάχιστον εβδομήντα χρόνια θα μιλούσαμε για το πιο εξελιγμένο χάπι του βιασμού. Ηταν όμως άλλη πόλη τότε η Αθήνα, τουλάχιστον όπως περιγράφεται στο βιβλίο του Θωμά Σιταρά «Πόθοι και πάθη στην Παλιά Αθήνα, 1834-1938» (εκδόσεις Ωκεανίδα).
Ο Σιταράς χωρίζει τη δουλειά του σε τρία μέρη, τα «Αγουρα χρόνια», «Ωριμα χρόνια» και «Αμαρτωλά χρόνια», και σε δεκάδες υποκεφάλαια. Τη φωτογραφίζει, δε, εξαιρετικά με σκίτσα, γελοιογραφίες και γυμνά εποχής. Το αποτέλεσμα είναι πως το βιβλίο προσφέρεται και ως οδηγός σε άλλες εποχές, αλλά και βγάζει συχνά τρελό γέλιο.
Παραδείγματος χάριν, ποιος θα ξεκινούσε μια επιστολή, ή μάλλον ένα e-mail σήμερα, με τους ακόλουθους στίχους: «Φως μου! / Βουνόν του έρωτός μου! / Μακρόθεν τα προπύλαια της καλλονής σου είδα / κι επήδησα εις πέλαγος τυφλός χωρίς πυξίδα». Ή: «Δεσποινίς. Λαμβάνω τον κάλαμον ανά χείρας με τρέμουσαν την δεξιάν, διά να αποτολμήσω να σας ειπώ ότι από την πρώτην στιγμήν που σας είδον, η καρδιά μου ήρχισε να πάλλη παραδόξως». Κι αν το έκανε, θα είχε ανταπόκριση; Πιθανότατα μόνο αν το κορίτσι είχε χιούμορ.
Τα περιγραφόμενα ως άγουρα χρόνια αν μη τι άλλο αποτελούν αντρικό παράδεισο. Είναι η εποχή που ο κύρης ήταν και αφέντης, η δε σύζυγος -πόσω μάλλον η κόρη- βρισκόταν στη γωνία. Και ήταν απαραιτήτως παχουλές, έως χοντρές, διότι «τα πάχη τους, τα κάλλη τους». Τι να σου έκαναν οι έρημες, κλεισμένες στο σπίτι; Απλώς έτρωγαν!
Το εξάστιχο τα λέει όλα: «Τη γυναίκα μου τη θέλω / να 'ναι όμορφη πολύ / να 'χει και κοντή τη γλώσσα / όχι απαιτητική / να 'ναι άθικτη και τέλος / να με αγαπά πολύ».
Κάπου λίγο μετά τα μέσα του προπροηγούμενου αιώνα, όταν η θέα ενός αστραγάλου λειτουργούσε ερεθιστικά, η Φωφώ αναστάτωσε το Διαβολίτσι. Η διαφήμιση για την εμφάνισή της ήταν η εξής: «Η διάσημος χορέφτρια Φωφώ θα χορέφσει διάφορους εβρωπαϊκούς χορούς και τσιφτιτέλι εις το καφενίον». Η Φωφώ «χόρεφσε», αλλά όταν έβγαλε δίσκο, έφαγε τόσες (άγριες) τσιμπιές, που πέταξε τις πεντάρες που είχε μαζέψει κι έφυγε κακήν κακώς.
Αν θέλετε μια προ γάμου συμβουλή, ιδού: «Η γυναίκα πρέπει να είναι ανεπτυγμένη, δεν συμφέρει όμως να υπερτερεί του συζύγου της κατά το πνεύμα και τας γνώσεις. Πολύ επικίνδυνον το τοιούτον. Το ολιγότερον θα τον σέρνει από τη μύτη».
Ο Λελές...
Εννοείται πως όλα τα δημοσιεύματα είναι από εφημερίδες και περιοδικά της εποχής. Σ' ένα από αυτά, στον «Πειρασμό» του 1922, περιγράφεται μοναδικά η πρώτη νύχτα γάμου του Λελέ με την Αθηναΐδα, η οποία διασώζεται λόγω της ξεβγαλμένης νύφης. Η αυτοκτονία του Μιμίκου και της Μαίρης επίσης αποθησαυρίζεται και ο σημερινός αναγνώστης έκπληκτος μαθαίνει πως η Μαίρη δεν έπεσε από το βράχο της Ακρόπολης, αλλά από τον Παρθενώνα, ανεβαίνοντας στο αέτωμα από μια σκάλα που είχε χτιστεί μεταγενέστερα του ναού - και υπάρχει ακόμα.
Στα «Ωριμα χρόνια», το παιχνίδι του έρωτα αρχίζει να ξεφεύγει, όπως φαίνεται και από το ακόλουθο ραβασάκι: «Γώγο μου, έλα απόψε! Κείνος ο σιχαμένος ο άντρας μου απόψε πάει ταξίδι στη Θεσσαλονίκη για εμπορικές του υποθέσεις. Θα 'μαι μόνη σπίτι μου, μόνη. Και θα σε περιμένω με λαχτάρα, χρυσέ μου, για να τον απατήσουμε όλη νύχτα, όσο μπορούμε. Ελα, τύραννε! Ελα, κακούργε! Σε θέλω όλον! Νίνα».
Πώς περιγράφεται μια ερωτική σκηνή; Ως εξής: «Παρατεταμένοι σπασμοί ανετίνασσον αυτούς, τα σώματά των εταλαντεύτησαν. Υπήρξαν ευτυχείς».
Και το φλερτ: «Στα παγκάκια του Ζαππείου τα βραδάκια τα γλυκά / πάνε για να κάνουν κόρτε προκομμένα θηλυκά / αγκαζέ με κάτι νέους που 'ναι όλο προκοπή / μα δεν έχουνε ντροπή».
Και Ροΐδης...
Θέλετε και μια συμβουλή, εσείς οι άντρες, από τον Εμμανουήλ Ροΐδη; Να την: «Απαραίτητος όρος αρμονικής συμβιώσεως με γυναίκα φιλάρσεκον είναι ν' αποκρύπτει τις επιμελώς δύο τινά: τα εννένα δέκατα της αγάπης του και το ήμισυ τουλάχιστον της περιουσίας του».
Δεν λείπουν οι διαφημίσεις. Μία εξ αυτών αφορά την κακοσμία του ιδρώτα, που μπορεί να οδηγήσει σε διαζύγιο. Ως αντίδοτο προτείνεται το αποσμητικό «Ομνιδρόλ»!
Οι Αθηναίες του 1930, δηλαδή των αμαρτωλών χρόνων, αγαπούν έτσι: «Είναι τρε σικ πολύ, αν βογκ κι απλούστερα της μόδας / τα σύγχρονα τα θηλυκά που 'χουν γυμνούς τους πόδας / και τρέμοντα τα θέλγητρα, σεισμογενή τουτέστιν / παρ' όλη την αβάσταχτη του Ιουλίου ζέστην».
Σταχυολογούμε από τις προσφωνήσεις ανά επάγγελμα προς το ευαίσθητο φύλο: «Ο ζαχαροπλάστης: κουφέτο μου. Ο φούρναρης: τσουρέκι μου. Ο κυνηγός: πέρδικά μου. Ο παπουτσής: λουστρίνι μου. Ο παππάς: ευλογημένη μου. Ο κηπουρός: φιντανάκι μου. Ο στραβός: ματάκια μου. Ο τραπεζίτης: θησαυρέ μου».
Πάμε στα πρωτοσέλιδα: «Εξηκονταετής γέρων τραυματίζει την νεαράν ερωμένην του και αυτοκτονεί. Ο αυτόχειρ έγγαμος και πατήρ πέντε τέκνων». Κι άλλο: «Ερωτευθείσα τον ανθοπώλην που της έδιδε άνθη διά τον τάφον του συζύγου της, τον εσκότωσε. Επειδή την εγκατέλειψε». Κι άλλο, με υπέρτιτλο «Ερως και υπνοβασία»: «Ο κρυφός έρως μιας μητέρας προς τον μνηστήρα της κόρης της. Την εστραγγάλισε στον ύπνον της». Κι ακόμα ένα: «Ενώ ο σάτυρος της έβαζε ένα μεγάλο θερμόμετρον... Το χθεσινόν δράμα τιμής».
Και πάει κορδόνι! Χαριτωμένα και απρόοπτα. Μια αποθησαύριση που θέτει τον αναγνώστη ενώπιον των ευθυνών του ως άντρα και την αναγνώστρια στις δικές της ως γυναίκα. Μια αποθησαύριση που δεν χαρίζεται και που το γούστο της είναι πως παραμένει επίκαιρη, διότι από τότε -από το όποιο τότε- δεν έχουν αλλάξει και πολλά πράγματα.
Μπεμπεκούλες
Δείγμα γραφής το κομμάτι με τίτλο «Προσοχή, μπεμπεκούλες! Οχι γλυκά από τους θείους!». Αντιγράφουμε: «Μπροστά στο Αρσάκειο και σε πολλά άλλα εκπαιδευτήρια και παρθεναγωγεία της Πρωτευούσης, συνηθίζουν πάντοτε να συχνάζουν πολλοί γέροι διεφθαρμένοι, ως επί το πλείστον ανίκανοι, με το σκοπόν να μπανίσουν τις ωραίες θελκτικές μαθήτριες. Οταν δε τους δοθή η ευκαιρία, βαράνε στο ψαχνό. Κατορθώνουν δηλαδή με διαφόρους υποσχέσεις και πολλά σατανικά σχέδια, να παρασύρουν στις γκαρσονιέρες τους ή σε απόκεντρα σεπαρέ, μικρές και αθώες υπάρξεις, για να κορέσουν τις διεστραμμένες ορέξεις τους». Ορίστε και στατιστικές σχετικές με τη διαφθορά ανά επάγγελμα: «Μοδίστραι 25%, φοιτήτριαι 20%, δημ. υπάλληλοι 20%, δακτυλογράφοι 20%, μαθήτριαι 12%, σερβιτόραι 2%. Αι δε αποπλανήσεις γίνονται συνήθως από ηλικίας 15 - 17 ετών 20%, από 17 - 19 ετών 30%, από 19 - 23 ετών 50%».
Και μία ειδοποίησις: «Νέα κυρία, έγγαμος, καλού χαρακτήρος, αρκετά ωραία και ευπρόσωπος υφ' όλας τα απόψεις, πολύ καλώς ανεπτυγμένη, επιθυμούσα δε ταξείδιον δι' οιονδήποτε μέρος της Ευρώπης, ζητεί κύριον του κόσμου και ευχάριστον, όστις να τη συνοδεύση πληρώνων άπαντα τα έξοδα του ταξειδίου. Ως αντάλλαγμα δε υπόσχεται να καταστήσει δι' αυτόν το ταξείδιον την σπανιοτέραν απόλαυσιν ως γνωρίζουσα όλην την Ευρώπην καθ' όλα τα καθέκαστα και υφ' όλας τας απόψεις».
↧
↧
Εν Αθήναις...δεσποινίς ετών 39
Θυμήθηκα αυτή την ταινία του ΄54 σε σενάριο των Σακελλάριου-Γιαννακόπουλου
με τον αξέχαστο Βασίλη Λογοθετίδη να προσπαθεί να παντρέψει την μεγαλοκοπέλα
αδερφή του Σμάρω Στεφανίδου προκειμένου να παντρευτεί κι αυτός την καλή του Ίλια Λιβυκού.
Το δεσποινίς εκείνα τα χρόνια το χρησιμοποιούσαν για όλες τις ανύπαντρες
γυναίκες ανεξαρτήτου ηλικίας.
Ήταν ντροπή να προσφωνήσεις κυρία μια άγαμη ανεξαρτήτου ηλικίας.
Ερχότανε ο γυμνασιάρχης στην τάξη και ρωτούσε.....
"....τι μάθημα έχετε την επόμενη ώρα;"
"...αρχαία με την δεσποινίς Αγόρογλου....κύριε γυμνασιάρχα..."
"....με την δεσποινίδα....αγράμματε....η δεσποινίς της δεσποινίδος..."
Γέλια....από κάτω.
Η καθηγήτρια ήταν άνω των πενήντα.
Όσο περνάγανε τα χρόνια και η δεσποινίς έμενε στους γονείς
δυσκολεύανε τα πράγματα.
Οι αναστεναγμοί έδιναν και έπαιρναν ....
"....πού θα την αφήσουμε όταν πεθάνουμε...."
Και δώστου τα προξενιά και τα ταξίματα στις προξενήτρες και προσπαθούσαν
να πείσουν την θυγατέρα τους να ρίξει νερό στο κρασί της και να παντρευτεί
κάποιον και ας είναι αρκετά μεγαλύτερος.
Το θέμα ήταν από δεσποινίς να γίνει κυρία....τα υπόλοιπα λεπτομέρειες.
Η προξενήτρα εκτός από την προίκα της κοπέλας διαφήμιζε και την αγνότητά της.
"....θα την πάρεις όπως την γέννησε η μάνα της...."
πίσω στα παλιά
↧
Γεννήθηκε το 1924 απεβίωσε 14/4/2013!
↧
Σκάσε και τρώγε!
φωτο ROCK CATS
↧
"Έφυγε" η τραγουδίστρια Νινή Ζαχά
↧
↧
Μια πρώην μυστική αυλή
Μια (πρώην) μυστική αυλή. Είναι ένα από τα εναπομείναντα αθηναϊκά riad (τα μαροκινά σπίτια με τις εσωτερικές αυλές) του Ψυρρή, αυτά τα «συγκροτήματα» κατοικιών που χτίστηκαν κυρίως στα τέλη του 19ου αιώνα και φιλοξενούσαν καμιά δεκαριά (ανάλογα με το μέγεθος) οικογένειες (χαρακτηριστικό παράδειγμα και υπόδειγμα αναστήλωσης είναι το taf της Νορμανού). Σε πολλές περιπτώσεις (όπως της Αυλής εδώ) στα ισόγεια των κτιρίων αυτών υπήρχαν μαγαζιά, ένας τσαγκάρης, ένας που πουλούσε μπουκάλες φωταερίου, ένα μικρό μπακάλικο με σακιά με όσπρια κι ένα καφενείο που εξυπηρετούσε τόσο τις ανάγκες των κατοίκων όσο και των γύρω μαγαζιών. Το σκηνικό θυμίζει ελληνική ταινία της δεκαετίας του '50: μια μακρόστενη αυλή, ένα ισόγειο κτίσμα αριστερά κι ένα διώροφο δεξιά, μπλε παραθυρόφυλλα, γλάστρες, ασβεστωμένες σκάλες, γάτες, καρέκλες φύρδην μίγδην (πλαστικές, του «γύφτου» και ξύλινες), πλαστικά καρό τραπεζομάντιλα, λαϊκά στα ηχεία από ραδιοφωνικό σταθμό, ένα κουζινάκι με δύο εστίες και γκάζι, τσίκνα και ξύλινες ταμπέλες με ατάκες όπως «όλος ο κόσμος είναι ένα τρελοκομείο, αλλά εδώ είναι τα κεντρικά». Η Αυλή, το καφενείο της Αγίου Δημητρίου, αντιπροσωπεύει τέλεια τη χαμένη λαϊκότητα του αθηναϊκού downtown, που την προηγούμενη δεκαετία (ειδικά στου Ψυρρή και στο Γκάζι) αντικαταστάθηκε είτε με glamo-kitch καφετέριες και μπαρ, είτε με ανθυπο-ρεμπετάδικα με κράχτες στον δρόμο, ενισχυτές τσίτα στα πρίμα και κατεψυγμένα κεφτεδάκια στα πιάτα. Ευτυχώς που η κρίση έφερε τουλάχιστον μια διόρθωση και το Φρανκενστάιν Ψυρρή, έστω με τις εναπομείνασες παρασπονδίες, απέκτησε ξανά λίγο από τον παλιό του χαρακτήρα. Έγραψα και σε προηγούμενο σημείωμα ότι διαβλέπω μια δεύτερη «ανάσταση» της περιοχής, αυτήν τη φορά σε πιο underground βάση, όπως ακριβώς ταιριάζει σε αυτή την υπέροχη γειτονιά, την οποία για κάποιον λόγο τελευταία την προτιμούν όσοι ακούν darkwave (και τα παρακλάδια του), αφού εκεί βρίσκονται ήδη τρία μπαρ/κλαμπ του είδους (SecondSkin, TeddyBoy, DeathDisco). Πηγή: www.lifo.gr
Η Αυλή υπήρξε καφενείο από την Κατοχή. Ο (πάντα χαμογελαστός) Τάκης που το έχει τώρα το ανέλαβε το 1985 και το κράτησε όπως ήταν, με μερικές διακοσμητικές προσθήκες (όπως το κασκόλ και τα αυτοκόλλητα της ΑΕΚ). Είχε προλάβει μερικές οικογένειες να κατοικούν στα λιγοστά τετραγωνικά των «διαμερισμάτων». Μέχρι και πριν από 2-3 χρόνια σέρβιρε μόνο καφέ ελληνικό και φραπέ. Είχα περάσει μερικές φορές. Ο κόσμος ήταν λιγοστός, ένα τραπέζι με μερικούς παππούδες που πρέπει να ήταν «αιώνιοι» θαμώνες και διάσπαρτοι άλλοι στα υπόλοιπα τραπεζάκια, ενώ έκλεινε καθημερινά μετά τη δύση του ήλιου. Μια Κυριακή πριν από τρία χρόνια βρέθηκα ξανά εκεί σε ένα dance party (!). Μια παρέα παιδιών είχε εγκαταστήσει στην αυλή μηχανήματα ήχου και μια ψησταριά με σουβλάκια και είχε στήσει ένα καταπληκτικό DIY πάρτι. Οι παππούδες έτρωγαν σουβλάκια μαζί με τους όψιμους ravers και όλοι έδειχναν να απολαμβάνουν εκείνη την γκροτέσκα βραδιά. Έκτοτε, η Αυλή απέκτησε και φαγητό. Λίγα πιάτα, όλα στο τηγάνι (ωραίο συκώτι και χοιρινή τηγανιά), που παρασκευάζονται στην «ανοιχτή» του κουζίνα (δηλαδή έξω, μπροστά σου, πάνω σε ένα τραπεζάκι στο οποίο βρίσκονται οι εστίες) από έναν συμπαθέστατο Πακιστανό, ένα ψυγείο γεμάτο μπίρες και γυάλινες κανάτες με νερό (μου αρέσει πολύ αυτή η λεπτομέρεια), τιμές προ-περασμένης δεκαετίας και ένα αναπάντεχο hype τους τελευταίους μήνες, σε σημείο που να δυσκολεύεσαι πια να βρεις τραπέζι. Μάλιστα, το εξαιρετικό βρετανικό περιοδικό «Boat», που αφιέρωσε όλο του το τελευταίο τεύχος στην Αθήνα, έχει στο εξώφυλλό του μια φωτογραφία από την Αυλή κι ένα δισέλιδο θέμα. Και δεν θα τα έγραφα όλα αυτά, αν δεν είχα ανοίξει ένα βράδυ κατά τις 3 τα ξημερώματα τη μικροσκοπική πόρτα που βρίσκεται ανάμεσα σε μια αποθήκη ψιλικών και μια βιοτεχνίας επαγγελματικών ρούχων, για να διαπιστώσω ότι εκείνη τη στιγμή είχε περισσότερο κόσμο από άλλα μπαρ του κέντρου και ότι το παλιό, κατοχικό καφενείο του σενιόρ Τάκη δείχνει τον δρόμο στη νέα (που είναι παλιά) αφήγηση της πόλης.
lifo.gr
↧
Oι επτά νάνοι του Αουσβιτς που σώθηκαν από τα κρεματόρια
H ιστορία μιας οικογένειας νάνων που έσωσε την τελευταία στιγμή από τον θάλαμο αερίων ο Γιόζεφ Μένγκελε μοιάζει απίστευτη. Δύο συγγραφείς, ο Γιεχούντα Κορέν και ο Εϊλάτ Νεγκέβ, πραγματοποίησαν μια ενδελεχή έρευνα για να εξακριβώσουν την πραγματική ιστορία της μοναδικής 12μελούς οικογένειας που γλίτωσε από το Αουσβιτς, την οποία κατέγραψαν στο βιβλίο «Γίγαντες:
Οι επτά νάνοι του Αουσβιτς».
«Σώθηκα χάρη στον διάβολο», λέει η Πέρλα Οβιτζ. Ξανά και ξανά περιγράφει πώς εκείνη και η οικογένειά της οδηγήθηκαν σε θάλαμο αερίων όπου διετάχθησαν να βγάλουν τα ρούχα τους. Μια βαριά πόρτα άνοιξε και τους έσπρωξαν μέσα.
«Ηταν σχεδόν σκοτάδι και βρισκόμασταν σε κάτι που έμοιαζε με μεγάλο μπάνιο. Κοιτάξαμε στο ταβάνι να δούμε γιατί δεν έπεφτε νερό. Ξαφνικά μυρίσαμε γκάζι. Αρχίσαμε να βήχουμε και κάποιοι λιποθύμησαν. Βάλαμε τις φωνές. Ξαφνικά ακούσαμε μια άγρια φωνή απέξω: «Πού είναι
η οικογένεια των νάνων μου;». Η πόρτα άνοιξε και είδαμε τον δρα Μένγκελε. Διέταξε να μας βγάλουν και μας έριξαν κρύο νερό για να συνέλθουμε».
Η οικογένεια Οβιτζ, από το χωριό Ροζαβλέα της Τρανσυλβανίας, ήταν η μεγαλύτερη καταγεγραμμένη οικογένεια νάνων: με νάνο πατέρα, τα 7 από τα 10 παιδιά γεννήθηκαν και αυτά νάνοι. Η Πέρλα, γεννημένη το 1921, ήταν η νεότερη. Σε αυτό το απομακρυσμένο μέρος της Ρουμανίας, στις αρχές του 20ού αιώνα, ήταν δύσκολο για όλους να ζουν από τη γη και τα ζώα, και σχεδόν αδύνατον για κάποιον που δεν έφθανε ούτε το ένα μέτρο ύψος.
Η μητέρα τους, ανήσυχη για το μέλλον των παιδιών της, βλέποντας ότι οι πέντε αδελφές και οι δύο αδελφοί ήταν όμορφοι και διέθεταν μουσικό ταλέντο, αποφάσισε να φτιάξει έναν θίασο. Ονόμασαν το μουσικό τους σύνολο Λιλιπούτειος Θίασος και για 15 χρόνια έδιναν παραστάσεις στην Κεντρική Ευρώπη. Το δίωρο σόου τους αποτελείτο από δημοφιλή τραγούδια της εποχής, σκετσάκια και μουσική. Η Πέρλα είχε μια μικρή ροζ κιθάρα που έμοιαζε με παιχνίδι, οι αδελφές της Ροζίκα και Φραντσίσκα έπαιζαν βιολί, η Φρίντα κύμβαλο, ο Μίκι τσέλο και ακορντεόν, ενώ η Ελίζαμπεθ ντραμς. Ο μεγαλύτερος αδελφός, ο Αβραάμ, έγραφε τα σενάρια, έπαιζε και είχε χρέη μάνατζερ. Τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας εργάζονταν στα παρασκήνια.
Οταν οι Ναζί ήρθαν στην εξουσία, οι Οβιτζ έμοιαζαν καταδικασμένοι: σύμφωνα με το πρόγραμμα ευθανασίας Aktion T-4 οι Γερμανοί είχαν αποφασίσει να σκοτώσουν τους σωματικά ή διανοητικά αναπήρους, όσους αποτελούν βάρος για την κοινωνία. Και ως Εβραίοι ήταν στον στόχο της Τελικής Λύσης.
Στις 19 Μαΐου 1944 τους μετέφεραν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Αουσβιτς - Μπιρκενάου επειδή ήταν Εβραίοι. Ομως τελικά το μειονέκτημά τους αποδείχθηκε ότι τους έσωσε τη ζωή. Ηταν σπάνιο να επιβιώσει έστω και ένα μέλος μιας οικογένειας από το Αουσβιτς, πόσω μάλλον δύο, όμως και τα 12 μέλη της οικογένειας Οβιτζ - από το μωρό των 18 μηνών έως τη μεγαλύτερη θεία, ηλικίας 58 ετών - επέζησαν.
Σύμφωνα με την έρευνα της «Γκάρντιαν» και τη μελέτη της διαδικασίας που ακολουθείτο στο Αουσβιτς,
η οικογένεια μεταφέρθηκε σε θάλαμο απολύμανσης όπου το νερό που έπεφτε σε ζεστές πέτρες δημιουργούσε ατμούς, με αποτέλεσμα η υψηλή θερμοκρασία
να προκαλεί ιλίγγους.
Οσο για τον Μένγκελε, είχε πολλούς νάνους στη διάθεσή του για να πραγματοποιεί τα φρικαλέα πειράματά του που οδήγησαν σε αναρίθμητους θανάτους. Είχε όμως μόνο μία οικογένεια νάνων, που αποτελούσαν πολύτιμα πειραματόζωα. Τους έδωσε ξεχωριστό κατάλυμα, περισσότερο φαγητό και τους επέτρεψε να φορούν τα ρούχα τους. Τους υπέβαλλε όμως σε επώδυνες εξετάσεις. Τους έπαιρνε συνεχώς αίμα, μυελό, τους έβγαζε υγιή δόντια, μαλλιά και βλεφαρίδες και πραγματοποιούσε ψυχολογικές και γυναικολογικές εξετάσεις. Εκείνο που έψαχνε ο Μένγκελε ήταν να επιβεβαιώσει τη θεωρία του - όχι μόνο να ανακαλύψει τα παθολογικά αίτια του νανισμού, αλλά να αποδείξει τη ρατσιστική θεωρία ότι στη διάρκεια της Ιστορίας η εβραϊκή φυλή είχε εκφυλισθεί σε έναν λαό νάνων και αναπήρων. Τα ιατρικά αρχεία του Αουσβιτς, όλα με την υπογραφή του Μένγκελε, ξεκαθαρίζουν τι έψαχνε: σημάδια για προβλήματα στα νεφρά, στο συκώτι και ασθένειες όπως ο τύφος και
η σύφιλη.
Οι επτά νάνοι του Αουσβιτς».
«Σώθηκα χάρη στον διάβολο», λέει η Πέρλα Οβιτζ. Ξανά και ξανά περιγράφει πώς εκείνη και η οικογένειά της οδηγήθηκαν σε θάλαμο αερίων όπου διετάχθησαν να βγάλουν τα ρούχα τους. Μια βαριά πόρτα άνοιξε και τους έσπρωξαν μέσα.
«Ηταν σχεδόν σκοτάδι και βρισκόμασταν σε κάτι που έμοιαζε με μεγάλο μπάνιο. Κοιτάξαμε στο ταβάνι να δούμε γιατί δεν έπεφτε νερό. Ξαφνικά μυρίσαμε γκάζι. Αρχίσαμε να βήχουμε και κάποιοι λιποθύμησαν. Βάλαμε τις φωνές. Ξαφνικά ακούσαμε μια άγρια φωνή απέξω: «Πού είναι
η οικογένεια των νάνων μου;». Η πόρτα άνοιξε και είδαμε τον δρα Μένγκελε. Διέταξε να μας βγάλουν και μας έριξαν κρύο νερό για να συνέλθουμε».
Η οικογένεια Οβιτζ, από το χωριό Ροζαβλέα της Τρανσυλβανίας, ήταν η μεγαλύτερη καταγεγραμμένη οικογένεια νάνων: με νάνο πατέρα, τα 7 από τα 10 παιδιά γεννήθηκαν και αυτά νάνοι. Η Πέρλα, γεννημένη το 1921, ήταν η νεότερη. Σε αυτό το απομακρυσμένο μέρος της Ρουμανίας, στις αρχές του 20ού αιώνα, ήταν δύσκολο για όλους να ζουν από τη γη και τα ζώα, και σχεδόν αδύνατον για κάποιον που δεν έφθανε ούτε το ένα μέτρο ύψος.
Η μητέρα τους, ανήσυχη για το μέλλον των παιδιών της, βλέποντας ότι οι πέντε αδελφές και οι δύο αδελφοί ήταν όμορφοι και διέθεταν μουσικό ταλέντο, αποφάσισε να φτιάξει έναν θίασο. Ονόμασαν το μουσικό τους σύνολο Λιλιπούτειος Θίασος και για 15 χρόνια έδιναν παραστάσεις στην Κεντρική Ευρώπη. Το δίωρο σόου τους αποτελείτο από δημοφιλή τραγούδια της εποχής, σκετσάκια και μουσική. Η Πέρλα είχε μια μικρή ροζ κιθάρα που έμοιαζε με παιχνίδι, οι αδελφές της Ροζίκα και Φραντσίσκα έπαιζαν βιολί, η Φρίντα κύμβαλο, ο Μίκι τσέλο και ακορντεόν, ενώ η Ελίζαμπεθ ντραμς. Ο μεγαλύτερος αδελφός, ο Αβραάμ, έγραφε τα σενάρια, έπαιζε και είχε χρέη μάνατζερ. Τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας εργάζονταν στα παρασκήνια.
Οταν οι Ναζί ήρθαν στην εξουσία, οι Οβιτζ έμοιαζαν καταδικασμένοι: σύμφωνα με το πρόγραμμα ευθανασίας Aktion T-4 οι Γερμανοί είχαν αποφασίσει να σκοτώσουν τους σωματικά ή διανοητικά αναπήρους, όσους αποτελούν βάρος για την κοινωνία. Και ως Εβραίοι ήταν στον στόχο της Τελικής Λύσης.
Στις 19 Μαΐου 1944 τους μετέφεραν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Αουσβιτς - Μπιρκενάου επειδή ήταν Εβραίοι. Ομως τελικά το μειονέκτημά τους αποδείχθηκε ότι τους έσωσε τη ζωή. Ηταν σπάνιο να επιβιώσει έστω και ένα μέλος μιας οικογένειας από το Αουσβιτς, πόσω μάλλον δύο, όμως και τα 12 μέλη της οικογένειας Οβιτζ - από το μωρό των 18 μηνών έως τη μεγαλύτερη θεία, ηλικίας 58 ετών - επέζησαν.
Σύμφωνα με την έρευνα της «Γκάρντιαν» και τη μελέτη της διαδικασίας που ακολουθείτο στο Αουσβιτς,
η οικογένεια μεταφέρθηκε σε θάλαμο απολύμανσης όπου το νερό που έπεφτε σε ζεστές πέτρες δημιουργούσε ατμούς, με αποτέλεσμα η υψηλή θερμοκρασία
να προκαλεί ιλίγγους.
Οσο για τον Μένγκελε, είχε πολλούς νάνους στη διάθεσή του για να πραγματοποιεί τα φρικαλέα πειράματά του που οδήγησαν σε αναρίθμητους θανάτους. Είχε όμως μόνο μία οικογένεια νάνων, που αποτελούσαν πολύτιμα πειραματόζωα. Τους έδωσε ξεχωριστό κατάλυμα, περισσότερο φαγητό και τους επέτρεψε να φορούν τα ρούχα τους. Τους υπέβαλλε όμως σε επώδυνες εξετάσεις. Τους έπαιρνε συνεχώς αίμα, μυελό, τους έβγαζε υγιή δόντια, μαλλιά και βλεφαρίδες και πραγματοποιούσε ψυχολογικές και γυναικολογικές εξετάσεις. Εκείνο που έψαχνε ο Μένγκελε ήταν να επιβεβαιώσει τη θεωρία του - όχι μόνο να ανακαλύψει τα παθολογικά αίτια του νανισμού, αλλά να αποδείξει τη ρατσιστική θεωρία ότι στη διάρκεια της Ιστορίας η εβραϊκή φυλή είχε εκφυλισθεί σε έναν λαό νάνων και αναπήρων. Τα ιατρικά αρχεία του Αουσβιτς, όλα με την υπογραφή του Μένγκελε, ξεκαθαρίζουν τι έψαχνε: σημάδια για προβλήματα στα νεφρά, στο συκώτι και ασθένειες όπως ο τύφος και
η σύφιλη.
Πηγή Τα Νέα από τον βρετανικό Guardian
↧
Πλατεία Ομονοίας
Κείμενα για την ιστορία της περιοχής
Σύμφωνα με το αρχικό πολεοδομικό σχέδιο των Κλεάνθη και Ζάουμπερτ (1834), ο χώρος προοριζόταν για την ανέγερση των Ανακτόρων. Στη συνέχεια αποφασίστηκε η ανέγερση του Ναού του Σωτήρος, προκειμένου το έθνος να εκφράσει την ευγνωμοσύνη του προς το θείο για την απελευθέρωση. Ο έρανος δεν απόδωσε τα αναμενόμενα και το ποσό που συγκεντρώθηκε διατέθηκε για την ανέγερση του ναού της Μητροπόλεως. Ο χώρος διαμορφώθηκε σε πλατεία το 1846 και αρχικά πήρε το όνομα πλατεία ανακτόρων και στη συνέχεια πλατεία Όθωνος, προς τιμή του Βασιλιά. Αποτελούσε το βορειότερο σημείο της πόλης και το τέρμα του εξοχικού περιπάτου των Αθηναίων της εποχής. Το 1862 ονομάστηκε σε Πλατεία Ομονοίας, όταν στο χώρο αυτό συγκεντρώθηκαν και έδωσαν όρκο «ομόνοιας» οι αρχηγοί των αντιπάλων πολιτικών μερίδων, οι οποίες είχαν προκαλέσει λόγω του δυναστικού αιματηρές ταραχές στη χώρα. Ηταν αποσήμερο της 14ηςΟκτωβρίου όταν πλήθος Αθηναίων συγκεντρώθηκε στην πλατεία για να γιορτάσει την έξωση του Όθωνα.
Μετά τη δοξολογία ο πρόεδρος της προσωρινής κυβέρνησης μεταξύ άλλων είπε «ας ορκισθούμε σε αυτή εδώ την πλατεία που φέρει ήδη το ωραίο όνομα Ομονοία και ας πει ο καθένας εξ ημών «Ορκίζομαι πίστη εις την Πατρίδα και υπακοή στις εθνικές αποφάσεις».
Μετά τη δοξολογία ο πρόεδρος της προσωρινής κυβέρνησης μεταξύ άλλων είπε «ας ορκισθούμε σε αυτή εδώ την πλατεία που φέρει ήδη το ωραίο όνομα Ομονοία και ας πει ο καθένας εξ ημών «Ορκίζομαι πίστη εις την Πατρίδα και υπακοή στις εθνικές αποφάσεις».
Κατά την περίοδο του Γεωργίου Α’ η πλατεία δενδροφυτεύθηκε με φοινικιές
και ευπρεπίστηκε, απέκτησε παγκάκια ενώ στήθηκε και μαρμάρινη αποβάθρα όπου κάθε Κυριακή παιάνιζε μια στρατιωτική μπάντα προ τέρψη των θαμώνων. Φιλοξενούσε μάλιστα και αγάλματα που απεικόνιζαν τις 8 από τις 9 μούσες.
Η πλατεία με την πάροδο των χρόνων αποτέλεσε το κέντρο της κοσμικής ζωής της Αθήνας μέχρι το 1930, οπότε και σκάφτηκε το υπέδαφος της για να γίνει ο υπόγειος σταθμός του ηλεκτρικού σιδηρόδρομου. Κατά καιρούς φιλοξένησε έργα τέχνης όπως τον «Δρομέα» του Βαρώτσου, την «Πεντάκυκλο» του Ζογγολόπουλου, και τέλος κάτι ταλαίπωρα παρτέρια που αποσύρθηκαν, αφού άφηναν το νερό να περνά στον σταθμό του ηλεκτρικού. Από το 1930 και μετά άρχισε να αποκτά περισσότερο εμπορικό χαρακτήρα και να αποτελεί το πιο αναγνωρίσιμο σημείο για τους κατοίκους της επαρχίας που επισκέπτονταν την Αθήνα. Την δεκαετία του 1960 η επιφάνεια της πλατείας στολιζόταν από τεχνητή λίμνη με συντριβάνια, στα νερά των οποίων βουτούσαν οι Αθηναίοι κατά τους μεγάλους καύσωνες καθώς και οι φίλαθλοι μετά την επιτυχία των ομάδων τους. Στην συνέχεια υπέστη διάφορες μεταμορφώσεις μέχρι και σήμερα που στην ουσία έχει χάσει τον χαρακτήρα της πλατείας και λειτουργεί κυρίως ως οδικός κόμβος.
και ευπρεπίστηκε, απέκτησε παγκάκια ενώ στήθηκε και μαρμάρινη αποβάθρα όπου κάθε Κυριακή παιάνιζε μια στρατιωτική μπάντα προ τέρψη των θαμώνων. Φιλοξενούσε μάλιστα και αγάλματα που απεικόνιζαν τις 8 από τις 9 μούσες.
Η πλατεία με την πάροδο των χρόνων αποτέλεσε το κέντρο της κοσμικής ζωής της Αθήνας μέχρι το 1930, οπότε και σκάφτηκε το υπέδαφος της για να γίνει ο υπόγειος σταθμός του ηλεκτρικού σιδηρόδρομου. Κατά καιρούς φιλοξένησε έργα τέχνης όπως τον «Δρομέα» του Βαρώτσου, την «Πεντάκυκλο» του Ζογγολόπουλου, και τέλος κάτι ταλαίπωρα παρτέρια που αποσύρθηκαν, αφού άφηναν το νερό να περνά στον σταθμό του ηλεκτρικού. Από το 1930 και μετά άρχισε να αποκτά περισσότερο εμπορικό χαρακτήρα και να αποτελεί το πιο αναγνωρίσιμο σημείο για τους κατοίκους της επαρχίας που επισκέπτονταν την Αθήνα. Την δεκαετία του 1960 η επιφάνεια της πλατείας στολιζόταν από τεχνητή λίμνη με συντριβάνια, στα νερά των οποίων βουτούσαν οι Αθηναίοι κατά τους μεγάλους καύσωνες καθώς και οι φίλαθλοι μετά την επιτυχία των ομάδων τους. Στην συνέχεια υπέστη διάφορες μεταμορφώσεις μέχρι και σήμερα που στην ουσία έχει χάσει τον χαρακτήρα της πλατείας και λειτουργεί κυρίως ως οδικός κόμβος.
Τα καφενεία συνδέονται στενά με τη ζωή του νεοέλληνα και έπαιξαν ρόλο σημαντικό στη νεότερη κοινωνική και πολιτισμική ιστορία της Αθήνας, λειτουργώντας ως χώροι ευρέσεως εργασίας, χώροι όπου διαμορφώνονταν καλλιτεχνικές παρέες και ανταλλάσσονταν ιδέες, ακόμη και ως κέντρα πολιτικών συζητήσεων. Γνωστά καφενεία της εποχής ήταν το Νέον, το Καφενείο του Χάφτα, το Καφενείο Ζαχαράτου και το Καφενείο Μπάγκειον. Τα καφενεία της εποχής, αποτέλεσαν «χώρο ζυμώσεων, αναζητήσεων και διαμόρφωσης πνευματικών συζητήσεων», της επισημαίνει ο ερευνητής και καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Γιάννης Παπακώστας στο βιβλίο του «Φιλολογικά Σαλόνια και Καφενεία της Αθήνας».
Το 1920 ο Περικλής Γκόσιος και ο Γιάννης Δούκας ιδρύουν στην Ομόνοια το καφενείοΝέονΒυζάντιον και τελικά από τον τίτλο επικράτησε μόνο το ΝΕΟΝ. Στεγάστηκε στο ισόγειο του ξενοδοχείου «Carlton». Ο χώρος του θύμιζε μέχρι και τα τελευταία του χαρακτηριστικό δείγμα νεοκλασικής αρχιτεκτονικής καθώς έφερε κλασικά θέματα στις οροφές, απομιμήσεις μαρμάρου και αρκετές ελαιογραφίες. Αποτέλεσε χώρο που σύχναζαν εκτός από τους ανθρώπους της εργατιάς και ο Γιάννης Ρίτσος, ο Ναπολέων Λαπαθιώτης, ο Γιώργος Ιωάννου, ο Μπάλης Κατσαρός και ο Γιάννης Τσαρούχης. Ο Τσαρούχης μάλιστα έχει απαθανατίσει το «ΝΕΟΝ» σε δυο ελαιογραφίες του που βρίσκονται σήμερα στην Εθνική Πινακοθήκη της Αθήνας: «Το καφενείο Νέον – ημέρα» (1956-66) και «Το καφενείο Νέον – βράδυ» (1965-66). Αν και ανακαινίστηκε το 2009 δεν άντεξε πλέον του ενός έτους. Το Νέοναπό τον Νοέμβριο θα στεγάσει κατάστημα των Φούρνων Βενέτη.
Πρώηνκαφενείο Ζαχαράτου-Καπερώνηεπί της οδού Ομονοίας 6, που αποτελεί διατηρητέο κτίριο
Στο σημείο που βρίσκεται σήμερα το καφεκοπτείο Λουμίδη, ο αγωνιστής Γιάννης Χάφτας λαμβάνει μετά την απελευθέρωση ως αποζημίωση για τις υπηρεσίες του προς την πατρίδα μια αδιαμόρφωτη έκταση στην τότε πλατεία Όθωνος, παλαιότερη ονομασία της Πλατείας Ομονοίας. Μέσα σε ένα δρομάκι στήνει το καφενείο του και συγκεντρώνει πολλούς θαμώνες ρομαντικούς. Ο ανταγωνισμός δυστυχώς κλείνει το καφενείο του Χαφτά το 1880, αλλά το τοπωνύμιο Χαφτεία διατηρείται ακόμη και μέχρι σήμερα. Στις μέρες μας την αίγλη από την παλιά γειτονιά των Χαυτείων θυμίζει το Καφεκοπτείο Λουμίδη που λειτουργεί στην ίδια γωνιά ανακαινισμένο. Το πατάρι του που λειτουργούσε και ως καφέ που εξυπηρετούσε τις συγκεντρώσεις λογοτέχνων και ποιητών θα αποτελέσει τον τόπο δημιουργίας του περιοδικού «Τετράδιο». Σε μια διήγηση του μάλιστα ο Οδυσσέας Ελύτης αναφέρει ότι στο πατάρι αυτό γνωρίστηκε με τον Μάνο Χατζηδάκη και εντυπωσιάστηκε από τη συνομιλία που είχανε, ενώ θεώρησε μοναδικό ότι ένας άνθρωπος μπορούσε να συνδέσει τόσο καλά τη σύγχρονη ποίηση με τη μουσική σύνθεση.
Το κεφέ Μπαγκείον που λειτουργούσε στο ισόγειο του Ξενοδοχείου Μπαγκείον, έργο του αρχιτέκτονα Ερνέστου Τσίλερ που χτίστηκε την περίοδο 1889-1894 , κατόπιν δωρεάς του Ιωάννη Μπάγκα (ή Πάγκα). Λειτούργησε για πρώτη φορά το 1894. Δεσπόζει στην ανατολική γωνία της διασταύρωσης της οδού Αθηνάς με την πλατεία Ομονοίας Στο σημείο εκείνο προϋπήρχε οικία, στην οποία διέμενε η οικογένεια του Χαρίλαου Τρικούπη, μέχρι το 1883. Η ανέγερσή του “Μπαγκείου” (μαζί με το δίδυμό του “Μέγας Αλέξανδρος”, λίγο νωρίτερα) εγκαινίασε, κατά κάποιο τρόπο μια νέα εποχή για τα αθηναϊκά ξενοδοχεία, από πλευράς μεγέθους, εσωτερικής διάταξης και εξωτερικής μορφής (χαρακτηριστική η διακόσμηση της ζώνης του τελευταίου ορόφου με τις κόκκινες ορθογώνιες επιφάνειες). Βασικό νέο στοιχείο αποτελεί η ύπαρξη κεντρικού υαλοσκεπούς αιθρίου, πέριξ του οποίου αρθρώνονται το κτίριο και οι λειτουργίες του. Αρχικά ήταν τριώροφο και ο τέταρτος όροφος προστέθηκε στις αρχές του 20ού αιώνα, εποχή κατά την οποία είχε αποκτήσει και παράρτημα στο διαγωνίως απέναντι κτίριο της πλατείας (στη γωνία με την οδό Γ’ Σεπτεμβρίου, επάνω από το ζυθοπωλείο Ζαχαράτου-Καπερώνη). Σε αντίθεση με τα περισσότερα ξενοδοχεία της ευρύτερης περιοχής της Ομόνοιας, που παρήκμασαν μεταπολεμικά, το “Μπάγκειον” παρουσίασε μια αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα, καθώς λειτουργούσε ακόμη τουλάχιστον μέχρι το 1969 (ως Γ’ κατηγορίας).
Ξενοδοχείο Μέγας Αλέξανδρος. Θεωρείται δίδυμο του Μπαγκείου , που δεσπόζει στη δυτική γωνία της διασταύρωσης της οδού Αθηνάς με την πλατεία Ομονοίας, οικοδομήθηκε το έτος 1889, βάσει σχεδίων του αρχιτέκτονα Ernst Ziller(1837-1923), κατόπιν δωρεάς του Ιωάννη Μπάγκα (ή Πάγκα). Η ανέγερσή του (μαζί με το δίδυμό του “Μπάγκειο”, λίγο αργότερα) εγκαινίασε, κατά κάποιο τρόπο μια νέα εποχή για τα αθηναϊκά ξενοδοχεία, από πλευράς μεγέθους, εσωτερικής διάταξης και εξωτερικής μορφής (χαρακτηριστική η διακόσμηση της ζώνης του τελευταίου ορόφου με τις βαθυκόκκινες ορθογώνιες επιφάνειες). Βασικό νέο στοιχείο αποτελεί η ύπαρξη κεντρικού υαλοσκεπούς αιθρίου, πέριξ του οποίου αρθρώνονται το κτίριο και οι λειτουργίες του. Αρχικά ήταν τριώροφο, με αγάλματα στη στέψη, τα οποία αφαιρέθηκαν όταν προστέθηκε ο τέταρτος όροφος (μετά το 1920), ενώ για ένα διάστημα, στις αρχές του 20ού αιώνα, είχε αποκτήσει και παράρτημα σε άλλο κτίριο της πλατείας. Όπως και τα περισσότερα ξενοδοχεία της ευρύτερης περιοχής της Ομόνοιας, παρήκμασε μεταπολεμικά (το συγκεκριμένο λειτουργούσε πάντως ακόμη κατά τη δεκαετία του 1950, ενώ το ομώνυμο καφενείο-γαλακτοπωλείο του ως τα τέλη του 20ού αιώνα).
Το κτίριο του Χόντουκατασκευάστηκε το 1961 σε σχέδια του Αντώνη Κιτσίκη μεταφέροντας στην όψη του λίγο από την ακμάζουσα αρχιτεκτονική της Αθήνας εκείνη την εποχή. Το 1998 το εννιαόροφο κτίριο μετασκευάστηκε πλήρως για να στεγάσει το κατάστημα του Χόντου. Ήταν μια κίνηση ματ για την περιοχή και το κατάστημα έγινε το σημείο αναφοράς για την περιοχή. Μια τεράστια ελληνική σημαία καταλαμβάνει την πρόσοψη φέροντας τον γνωστό στίχο του Μανώλη Ρασούλη «Αχ Ελλάδα σε αγαπώ».
Το κτίριο στο οποίο στεγάζεται η Εθνική Τράπεζα κατασκευάστηκε το 1880 από τον αρχιτέκτονα Ερνέστο Τσίλερ και στέγασε το ξενοδοχείο «Βικτώρια» το οποίο μετονομάστηκε σε «Εξσέλσιορ».
Σαρόγλειο Μέγαρο: επί της πλατείας Ομονοίας και Σταδίου 65. Εννιαόροφο κτίριο ιδιοκτησίας του μετοχικού ταμείου στρατού. Αρχιτέκτονες Λεμπέσης και Ζαχόπουλος
Φαρμακείο Μπακάκου (Μέγαρο Ανδρικίδη) επί της πλατείας ομόνοιας 21 και Αγίου Κωνσταντίνου. Πρόκειται για επταώροφο κτίριο, χαρακτηριστικό δείγμα της εμπορικής αρχιτεκτονικής του μεσοπολέμου. Χτίστηκε το 1938 με σχέδια του αρχιτέκτονα Ρένου Κουτσούρη στη θέση παλιού διώροφου κτιρίου. Ως το 1950 ήταν το μόνο πολυώροφο κτίριο της πλατείας. Στο ισόγειο του παλαιού κτιρίου στεγαζόταν το φαρμακείο του Μπακάκου, τόπος συνάντησης των Αθηναίων από το 1917.
Επί της οδού Δώρου 4 βρισκόταν η οικία Σκουζέ που μετατράπηκε σε ξενοδοχείο Κλάριτζ.
Το ξακουστό θέατρο Κοτοπούληβρισκόταν επί της οδού Κοτοπούλη. Το εμφανίζεται πρώτη φορά ο θίασος Μαρίκα Κοτοπούλη και το 1912 το Θέατρο ομονοίας, το παλαιότερο εν λειτουργία θέατρο της Αθήνας, που είχε στεγάσει τόσο τον θίασο Πρόοδο όσο και τη Νέα Σκηνή, εκμισθώνεται για δέκα χρόνια από τη Μαρίκα Κοτοπούλη και μετονομάζεται σε θέατρο Κοτοπούλη. Από το 1936 το θέατρο Κοτοπούλη μετακομίζει στο ΡΕξ που θα της παραδοθεί λαμπρό και ολοκαίνουργιο. Το πέρασμα από το θίασο και το θέατρο της Μαρίκας Κοτοπούλη υπήρξε σταθμός για τους πρωταγωνιστές και τους θιασάρχες της μεταπολεμικής γενιάς και πέρασαν από εκεί: Βασίλης Αργυρόπουλος, Βασίλης Λογοθετίδης, Αλέξης Μινωτής, Μαίρη Αρώνη, Έλλη Λαμπέτη, Λάμπρος Κωνσταντάρας, Δημήτρης Μυράτ, Μίμης Φωτόπουλος, Ντίνος Ηλιόπουλος, Ελένη Παπαδάκη, Άννα Συνοδινού, η Ειρήνη Παππά και πολλοί άλλοι. Η προσφορά της στην σκηνική κληρονομιά είναι τεράστια και για πολύ θα αποτελεί παράδειγμα μεγάλης καλλιτεχνικής αξίας. Η απήχηση της ως σήμερα αντανακλάται στον ετήσιο θεσμό απονομής του επάθλου Κοτοπούλη σε αξιόλογες ελληνίδες ηθοποιούς (η Μελίνα Μερκούρη, η Έλλη Λαμπέτη και η Άννα Συνοδινού ήταν από τις πρώτες που πήραν το βραβείο αυτό). Η Μαρίκα Κοτοπούλη είχε θυελλώδη προσωπική ζωή που περιελάμβανε τόσο άνδρες όσο και γυναίκες. Η πολύκροτη σχέση της με τον Ίωνα Δραγούμη, πολιτικό και στοχαστή, υπήρξε σκανδαλώδης για τα δεδομένα της εποχής καθώς συζούσαν χωρίς την επισημοποίηση ενός γάμου και ο μεγάλος έρωτας έληξε άδοξα με την δολοφονία του Ίωνα Δραγούμη.
Εθνικό Τυπογραφείο: Όλες σχεδόν οι κυβερνήσεις του αγωνιζόμενου για την ανεξαρτησία Έθνους, κατέβαλαν ήδη από το 1825 προσπάθειες οργάνωσης τυπογραφικών μονάδων προκειμένου να δημοσιοποιούν τις πράξεις τους, όμως οι αντίξοες συνθήκες και οι ανάγκες του αγώνα δυσχέραιναν και τις περισσότερες φορές ματαίωναν την οποιαδήποτε προσπάθεια. Γίνεται λοιπόν κατανοητό το γεγονός, ότι μόλις το 1825 οργανώθηκε και λειτούργησε στο Ναύπλιο με τα τότε υπάρχοντα και υποτυπώδη τεχνικά μέσα η πρώτη δημόσια τυπογραφική μονάδα που ονομάστηκε «Τυπογραφία της Διοικήσεως». Το 1833 ιδρύεται η «Εφημερίς της Κυβερνήσεως». Το 1835 εγκαθίσταται για πρώτη φορά στην Αθήνα με την ονομασία «Βασιλικό Τυπογραφείο». Το 1862 μετονομάζεται σε εθνικό τυπογραφείο. Η έδρα του Τυπογραφείου από την ίδρυσή του μετατίθεται ανάλογα με τις εξελίξεις στο εσωτερικό πολιτικό πεδίο.Η έδρα του οριστικοποιείται και παραμένει ως σήμερα με την μετεγκατάσταση του Εθνικού Τυπογραφείου το καλοκαίρι του 1907, στο κτίριο της Οδού Καποδιστρίου. Είναι τεχνική παραγωγική μονάδα γραφικών τεχνών και η γενική του αρμοδιότητα συνίσταται στην έκδοση και κυκλοφορία της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως καθώς και στην κάλυψη των εκτυπωτικών αναγκών των Δημοσίων
Ειδικότερα είναι αρμόδιο για:
- Την παραγωγή και κυκλοφορία της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως.
- Την παραγωγή των κειμένων της νομοθετικής λειτουργίας.
- Την εκτύπωση γενικού τύπου εντύπων που χρησιμοποιούνται από τις Δημόσιες Υπηρεσίες.
- Την παραγωγή εντύπων και εκδόσεων που ζητούνται από τους αρμόδιους Υπουργούς για την εξυπηρέτηση των αναγκών των Υπουργείων ή Υπηρεσιών που εποπτεύουν.
- Την εκτύπωση και βιβλιοδεσία του Διαρκούς Κώδικα Νομοθεσίας.
- Την παραγωγή εκδόσεων διδακτικού ή εκπαιδευτικού χαρακτήρα.
- Την επιμέλεια και παραγωγή εκδόσεων που κρίνεται ότι εξυπηρετούν εθνικούς σκοπούς ή κοινωνικούς σκοπούς.
- Τη διάθεση ΦΕΚ στις Νομαρχίες
Σινεμά Στάρ: σπάνιο δείγμα αρτ ντεκό αρχιτεκτονικής με μαρμάρινα δάπεδα, φουαγιέ, εξώστες. Σχεδιάστηκε από τον εβραϊκής καταγωγής Ζακ Μωσέ και ενώ ξεκίνησε ως οικογενειακός κινηματογράφος με ενδιαφέρουσα αρτ ντεκό πρόσοψη , λόγω της ραγδαίας υποβάθμισης της Ομόνοιας κατά τη δεκαετία του 70 μετατράπηκε αρχικά σε κινηματογράφο με καράτε, καουμπόικα και αισθησιακές ταινίες και στη συνέχεια σε προπύργιο πορνογραφικών θεαμάτων.
Ιστορικό Κτίριο του Ρομάντσο Βεντέτα Πάνθεονεπί της οδού Αναξαγόρα. Θα στεγαστούν οι νέες θεατρικές δραστηριότητες του Bios. Οι ταμπέλες, οι οποίες είναι μνημειώδεις δεν θα πειραχτούν από τους νέους ιδιοκτήτες.
Μέγαρο Εϋνάρδου: πρόκειται για νεοκλασικό κτίριο που έχει χαρακτηριστεί από το Υπουργείο Πολιτισμού ως «έργο τέχνης χρήζον κρατικής προστασίας». Το κτίριο ονομάστηκε έτσι προς τιμή του Ελβετού οικονομολόγου/τραπεζίτη Ιωάννη Γαβριήλ Εϋνάρδου, θερμού Φιλέλληνα, φίλου και υποστηρικτή του Ιωάννη Καποδίστρια. Κατά την επανάσταση του 1821 ο Εϋνάρδος διέθεσε τεράστια ποσά υπέρ των Ελλήνων και παρενέβη επανειλημμένα στην ευρωπαϊκή διπλωματία υπέρ των ελληνικών δικαίων. Μετά την απελευθέρωση εργάστηκε ως άτυπος σύμβουλος του Καποδίστρια σε οικονομικά θέματα. Μετά τη δολοφονία του Καπποδίστρια επέδειξε προσωπικό ενδιαφέρον για τη συγκρότηση της ελληνικής εθνικής οικονομίας και συνέβαλε καταλυτικά στην ίδρυση της Εθνικής Τράπεζας αποστέλλοντας σημαντικά κεφάλαια στην Ελλάδα για τον σκοπό αυτό. Το 1847 αντιμετώπισε με σθένος τις υπερβολικές απαιτήσεις των Άγγλων Τραπεζιτών για το δάνειο τους προς την Ελλάδα και πλήρωσε ο ίδιος μισό εκατομμύριο φράγκα για να τους ικανοποιήσει. Το οικόπεδο στο οποίο έχει κτιστεί επάνω το εν λόγω κτίριο αγοράστηκε αρχικά από τον κτηματία Χρήστο Αντωνόπουλο το 1876, ο οποίος έχτισε και το κτίριο. Εν συνεχεία στα τέλη της δεκαετίας του 1920 έγιναν ορισμένες προσθήκες στο αρχικό σχέδιο του κτιρίου και το 1942 μεταβιβάστηκε στην Εθνική Τράπεζα από τους απόγονους του Αντωνόπουλου. Από τη δεκαετία του 1950 μέχρι και τις αρχές τις δεκαετίας του 1990, η Τράπεζα μίσθωνε το ισόγειο σε εμπορικές επιχειρήσεις και σε εταιρείες, ενώ στον πρώτο και στον δεύτερο όροφο λειτουργούσε το ξενοδοχείο Πατρίς. Το 1992 αποφασίστηκε η ιδιόχρηση του κτιρίου με σκοπό να χρησιμοποιηθεί ως πολιτιστικό κέντρο, το 1993 έγιναν οι εργασίες αποκατάστασης του κτιρίου και από το 1998 παραχωρήθηκε στο Μορφωτικό Ίδρυμα της Εθνικής Τράπεζας και στεγάζει το αρχείο χαρτογραφίας και το Μουσείο Κατίνας Παξινού-Μινωτή. Το Μουσείο φιλοξενεί ενθυμήματα από την κοινή ζωή της μεγάλης ηθοποιού Κατίνας Παξινού με τον Αλέξη Μινωτή καθώς και από την λαμπρή θεατρική της σταδιοδρομία. Σε αυτό θα δείτε έπιπλα από το σπίτι τους, το καμαρίνι της Παξινού με τους καθρέπτες του, τα πινέλα του μακιγιάζ, κοσμήματα από ρόλους στο θέατρο, κουστούμια, φωτογραφίες και πίνακες από παραστάσεις. Ιδιαίτερα άξια λόγου είναι το πορτραίτο της Κατίνας Παξινού δια χειρός Τσαρούχη, εμπνευσμένο από τον Ματωμένο Γάμο, η Βεντάλια που φιλοτέχνησε ο Τσαρούχης για το Σπίτι της Μπερνάντα Άλμπα, κεντήματα που κέντησε η ίδια η Παξινού καθώς και το αγαλματίδιο Όσκαρ που κέρδισε η ηθοποιός για τον ρόλο της Πιλάρ στην χολιγουντιανή ταινία εποχής «Για ποιον χτυπά η Καμπάνα».
Εθνικό Θέατρο: το κτίριο στο οποίο στεγάζεται το Εθνικό Θέατρο αποτελεί μελέτη του γερμανού αρχιτέκτονα Ερνέστου Τσίλερ, το οποίο κατασκευάσθηκε κατά το διάστημα 1895-1901. Πρότυπο για τη σύνθεση της πρόσοψης του μνημείου ήταν η Βιβλιοθήκη του Αδριανού στην Αθήνα. Η πρόσοψη αποτελείται από ένα κεντρικό τμήμα πολύ πλούσιο σε διακοσμητικά στοιχεία, με κιονοστοιχεία κορινθιακού ρυθμού και από δύο πλευρικά τμήματα με τυπική νεοκλασική σύνθεσή. Είναι φανερή η επιρροή από κτήρια της Αναγέννησης. Μέχρι το 1908 το κτίριο λειτουργούσε ως Βασιλικό Θέατρο με προσκλήσεις, οπότε δόθηκε σε κοινή χρήση και το 1924 μετονομάστηκε σε Εθνικό Θέατρο. Οι αρχικές εσωτερικές εγκαταστάσεις σκηνής, φωτισμού και θέρμανσης ήταν οι τελειότερες στο είδος τους την εποχή εκείνη, μελετημένες από Βιενέζους μηχανικούς και κατασκευασμένες σε εργοστάσια του Πειραιά. Το κτίριο κατασκευάστηκε με δωρεά κυρίως του Στέφανου Ράλλη, ομογενή από το Λονδίνο καθώς και άλλων ομογενών του Λονδίνου του Κοριαλένη, του Ευγενίδη καθώς και με χορηγίες του δημόσιου ταμείου με πρωτοβουλία του βασιλιά Γεώργιου του Α. Το κτίριο ανακαινίστηκε αρχικά το 1930-31 υπό την εποπτεία του σκηνογράφου Κλεόβουλου Κλεώνη. Το 1970 έγινε μελέτη διαμόρφωση πειραματικής και μετατρεπόμενης αίθουσας του αρχιτέκτονα Μ. Περράκη, η οποία εφαρμόστηκε, αφού πρώτα κατεδαφίστηκε το ξενοδοχείο «Μεσσήνη» και κτίστηκε η νέα πτέρυγα. Στο εσωτερικό του κτιρίου έχουν γίνει ανακαινίσεις και εκσυγχρονισμός στις εγκαταστάσεις της σκηνής, αποκαταστάθηκε η όψη και διαρρυθμίστηκε η Νέα Σκηνή που ολοκληρώθηκαν τον Οκτώβριο του 2009 και επανέφεραν το κτίριο στην αρχική του λαμπρότητα. Πρώτος Διευθυντής ορίστηκε ο Φώτος Πολίτης και στην συνέχεια ο Δημήτρης Ροντήρης το 1934, ο σκηνοθέτης ο οποίος θα συνδέσει περισσότερο το όνομα του με το Εθνικό Θέατρο υπηρετώντας το μέχρι το θάνατό του (1981)
Σκοπός του Εθνικού Θεάτρου είναι η προαγωγή της πνευματικής καλλιέργειας του λαού και η διαφύλαξη της εθνικής πολιτιστικής ταυτότητας μέσω της θεατρικής τέχνης. Στον ρόλο αυτό συνεισέφεραν οι σημαντικότεροι καλλιτέχνες μεταξύ των οποίων Βεάκης, Νέζερ, Μαμίας, Μινωτής, Παξινού, Παπαδάκη, Ροζάν, Κατράκης
Υπό την εποπτεία του Καλλιτεχνικού Διευθυντή του Εθνικού θεάτρου λειτουργεί η Δραματική Σχολή που στεγάζεται στην οδό Πειραιώς και η οποία τροφοδοτεί τα θέατρα με μερικούς από τους αξιώτερους έλληνες ηθοποιούς.
Το Εθνικό Θέατρο έχει συμβάλει σημαντικά και στην αναβίωση του αρχαίου δράματος ζωντανεύοντας –υπό την καθοδήγηση του Ροντήρη- τα αρχαία θέατρα του Ηρωδείου και της Επιδαύρου και υπογραμίζοντας την ανάγκη δημιουργίας ενός θεατρικού φεστιβαλ αφιερωμένου στο αρχαίο δράμα. Πράγματι το 1955 το Εθνικό καθιέρωσε το Φεστιβαλ Επιδαύρου με τις παραστάσεις «Εκάβη», «Οιδίπους Τύρανος» και Ιππόλυτος. Αποτελεί ζωντανό θεατρικό μουσείο με βιβλιοθήκη, εξαιρετικά πλούσιο φωτογραφικό αρχείο, ηχογραφήσεις, μακέτες, σκηνογραφικά σχέδια και τεράστιο βεστιάριο με 20.000 κοστούμια. Σήμερα υπό την καλλιτεχνική διεύθυνση του Γιάννη Χουβαρδά έχει προσφέρει στο φιλοθεάμον κοινό της Αθήνας υπέροχες παραστάσεις που αποτέλεσαν μεγάλες εισπρακτικές και καλλιτεχνικές επιτυχίες τόσο στην κεντρική, όσο και στις μικρότερες,νέα και πειραματική, σκηνές.
Ναός Αγίου Κωνσταντίνου: Είναι έργο του θεσσαλονικιού αρχιτέκτονα Λύσανδρου Καυταντζόγλου, λάτρη της αρχαίας ελληνικής τέχνης προσκολλημένο στον ρομαντικό κλασικισμό και ευαίσθητο απέναντι στη βυζαντινή αρχιτεκτονική. Διατέλεσε πρώτος έλληνας πρύτανης του σχολείου των τεχνών, μετέπειτα Πολυτεχνείου και κορυφαίος αρχιτέκτονας της εποχής του με διεθνείς διακρίσεις. Μεταξύ άλλων έχει κατασκευάσει το Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο, τον Ναό της Αγίας Ειρήνης, το Οφθαλμιατρείο, τον Ναό του Αγίου Διονυσίου Καθολικών, τον Άγιο Ανδρέα Πατρών, το Αρσάκειο Μέγαρο και τον Άγιο Γεώργιο Καρύτση.
Οδός Σατωβριάνδου πήρε την ονομασία της από τον Φρανσουά ντε Σατωμπριάν, γνωστό και ως Σατωβριάνδο, ένθερμο φιλέλληνα, περιηγητή και συγγραφέα. Υπηρέτησε στην Αθήνα ως διπλωμάτης και πρέσβης της Γαλλίας και χρημάτισε Υπουργός Εξωτερικών κατά την περίοδο 1823-1824. Υποστήριξε σθεναρά την Ελλάδα κατά την επανάσταση του 1821. Στο βιβλίο του «Οδοιπορικό από το Παρίσι στην Ιερουσαλήμ» που δημοσιεύτηκε το 1811 αναφέρεται εκτενώς στην Ελλάδα, δίνοντας εξαίσιες περιγραφές της φυσικής ομορφιάς της, των παραμελημένων ιστορικών μνημείων που μαρτυρούσαν το μεγαλείο του ελληνικού πολιτισμού αλλά και ρεαλιστικές εικόνες από τις απαίσιες συνθήκες ζωής των υπόδουλων Ελλήνων. Το 1825 εξέδωσε το πόνημα «Υπόμνημα περί της Ελλάδος», το οποίο αποτέλεσε φιλελληνικό μανιφέστο κατά τη διάρκεια της ελληνικής επανάστασης και του κέρδισε τον τίτλο του Φιλέλληνα.
Θέατρο Αγγέλων Βήμα:
Το διατηρητέο κτίριο της οδού Σατωβριάνδου 36, στην Ομόνοια, αγοράσθηκε το 2000 για να γίνει ακριβώς αυτό που βλέπουμε σήμερα: ένας Τόπος Συνάντησης Ανατολής-Δύσης μέσα από τον πολιτισμό. Η αποκατάστασή του έγινε με τρυφερότητα και γνώση από τους αρχιτέκτονες Γιώργο Τουμπάνο και Λητώ Τσουκαλά. Η μισή γειτονιά εργάσθηκε στο κτίριο κατά την αποκατάσταση αυτή. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι, από όπου γης, το αγάπησαν, το αγαπούν και το προστατεύουν με τρόπο συγκινητικό. Πρωτοάνοιξε την πόρτα του στις 13 Οκτωβρίου 2005 παίρνοντας το όνομα ΑΓΓΕΛΩΝ ΒΗΜΑ, γιατί θέλει να δώσει βήμα σε όσους έχουν κάτι να αγγείλουν πάνω στην τέχνη και τον πολιτισμό. Εκτοτε, φιλοξενεί θεατρικές και μουσικές παραστάσεις, εκθέσεις, παρουσιάσεις βιβλίων, μικρά συνέδρια. Διοργανώνει διαγωνισμούς και φεστιβάλ, και φιλοξενεί παραγωγές ομάδων από την Ελλάδα και το εξωτερικό.Το ΑΓΓΕΛΩΝ ΒΗΜΑ το ενέπνευσε και το εμψύχωσε από εκεί που βρίσκεται εδώ και χρόνια, ο Λάμπρος Καλογήρου. Γι’ αυτό είναι δικό του. Είναι το σπίτι του μετά το θάνατό του. Περιηγηθείτε στην Έκθεση Σκίτσων και Μακετών των αποφοίτων του Κολεγίου Βακαλό «Μία παράσταση Δέκα + 1 Σκηνογραφικές παραστάσεις» αναφορικά με το έργο του Ντάριο Φο «Ελισσάβετ-Γυναίκα από Σύμπτωση». Ανακαλύψτε ποια σκηνογραφική πρόταση επιλέχτηκε για την ομότιτλη παράσταση που ανεβάζει αυτή την περίοδο το Θέατρο Αγγέλων Βήμα. | |
Καφενείο των Μουσικών: αποτελεί ακόμη και σήμερα χώρο συνάντησης των μουσικών λαϊκού δημοτικού ρεπερτορίου. Στο καφενείο αυτό ανακάλυψε η Καίτη Γκρέυ τον Χρήστο Νικολόπουλο. Επίσης συχνή θαμώνας του ήταν η Ρόζα Εσκενάζυ.
Μπαράκι του Μάριου: σημείο συνάντησης των μουσικών της ρεμπέτικης μουσικής. Συνήθιζαν να λένε ότι αν δεν έχεις περάσει από εκεί δεν θα έπρεπε να λέγεσαι ρεμπέτης. Σε αυτό σύχναζαν ο Βασίλης Τσιτσάνης, ο Απόστολος Καλδάρας, η Μαρίκα Νίνου, ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης, η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου και άλλοι πολλοί. Μάλιστα κατά τις εννιά ερήμωνε γιατί όσοι είχαν δουλειά φεύγανε και οι υπόλοιποι πηγαίναν στα σπίτια τους γιατί δεν είχαν παρέα. Εκεί μέσα κανείς δεν φώναζε τον άλλο με το όνομα του αλλά με παρατσούκλια. Ο «βλάχος» (Τσιτσάνης), ο «Βραχνός» (ο Βαμβακάρης), ο Αριστοκράτης (ο Χιώτης) και η Όμορφη (Σεβάς χανούμ), ο ντροπαλός (Καζαντζίδης), ο «γεωπόνος» (Καλδάρας) περνούσαν την ώρα τους εκεί.
Το Καφενείο Στέμμα: το στέκι των θεατρίνων. Σε αυτό πήγαιναν οι ηθοποιοί που έψαχναν για δουλειά στα μπουλούκια δηλαδή στους περιοδεύοντες θιάσους, Στον δημοφιλή για την εποχή χώρο ο Αλέκος Σακελάριος εντόπισε την Γεωργία Βασιλειάδου δίνοντας της την πρώτη της δουλειά. Δεκάδες ηθοποιοί περίμεναν στα τραπεζάκια του μια ευκαιρία. Το μόνο που απομένει είναι μια πινακίδα.
Θέατρο Άλμα: Το καλλιτεχνικό τέκνο της Κατερίνας Μαραγκού και του Βίλλη Ανδρέου, το οποίο άνοιξε τις πόρτες του για πρώτη φορά το 2004 και έκτοτε έχει προσφέρει στο θεατρόφιλο κοινό αξιόλογες παραστάσεις μεταξύ των οποίων η πρόσφατη εμπορική και καλλιτεχνική επιτυχία Φθινοπωρινή Ιστορία, Ο Χορός του Θανάτου και Τζών Γαβριήλ Μπόργκμαν. Σύμφωνα με δήλωση των συντελεστών του: Το θέατρο είναι μια προσωπική ιδεολογική υπόθεση που δεν θα ξεπεράσουμε ποτέ. Είναι η ανάγκη μας για επεξεργασία αξιών. Είναι η αντίσταση σε μια πραγματικότητα, που οδηγεί τη σκέψη μας σε λάθος βάσεις. Είναι ένας τόπος που δίνει το δικαίωμα στο όνειρο. Από το 1990 που ξεκινήσαμε την προσπάθειά μας στο θέατρο ΑΘΗΝΩΝ, ονειρευόμαστε να βρούμε τον γνήσιο καλλιτεχνικό παλμό που γεννάει την εξαίσια στιγμή συνύπαρξης ηθοποιού – θεατή. Μάθαμε πολλά στα χρόνια που μεσολάβησαν και το 2004 συνεχίζουμε στο θέατρο ΑΛΜΑ τη θεατρική μας διαδρομή, με οδηγό μια φράση του Ο’Νηλ… «Το θέατρο για μένα είναι η ζωή, η ουσία και η ερμηνεία της. Το θέατρο θα πρέπει να είναι η πηγή της έμπνευσης που θα μας εξυψώσει πέρα από τα γνωστά όρια του εαυτού μας και θα μας ταξιδέψει βαθιά στο άγνωστο που βρίσκεται μέσα και πίσω μας. Το θέατρο οφείλει να μας αποκαλύπτει αυτό που πραγματικά είμαστε.»
Πλατεία Βάθη: Βρισκόμαστε σεμια από τις παλιές συνοικίες της Αθήνας, που στις αρχές του περασμένου αιώνα ήταν ακόμα εκτός σχεδίου πόλης ειναι η Βάθεια ή Βάθη. Ο περίφημος χείμαρρος του Κυκλοβόρου κατέβαινε κάποτε την σημερινή οδό Μάρνη. Εκεί το σημείο ήταν χαμηλό δημιουργώντας κοίλο στο έδαφος. Έτσι τα νερά μετά τις βροχές λίμναζαν στην ανοικτή έκταση. Όπως ήταν λογικό το βαθούλωμα άφησε στην περιοχή το προσωνύμιο «στη Βάθη».Από την Βάθη ο δρόμος που έβγαινε από την πόλη σχημάτιζε δυο κλάδους. Ο ένας δρόμος οδηγούσε στο Μενίδι, η σημερινή οδός Αχαρνών και ο άλλος στα Λιόσια η αποκαλούμενη οδός Λιοσίων. Μετέπειτα η Βάθη απετέλεσε την αφετηρία για τα λεωφορεία των Δυτικών Συνοικιών.Σταδιακά άρχισε να δημιουργείτε οικισμός από μικρά σπίτια γύρω από τη Βάθεια. Το κοίλο σημείο της περιοχής αποξηράνθηκε και έτσι δημιουργήθηκε ένας μεγάλος ανοικτός χώρος για πλατεία και έτσι δημιουργήθηκε και επίσημα η Πλατεία Βάθη (και όχι Βάθης). Οι λεύκες που υπήρχαν γύρω στη Βάθη βοηθήθηκαν να αναπτυχθούν από τα νερά των ρεμάτων που άφθονα έρεαν.
Η μεγαλύτερη από αυτές, η περίφημη Λεύκα της Βάθης κόπηκε το 1926. Πολλοί θρύλοι συνδέονται με την περιοχή. Οι παλαιότεροι Αθηναίοι ασφαλώς θα έχουν ακούσει την ιστορία με τον μονόχειρα και πιθανότατα να θυμούνται τη χαρακτηριστική φιγούρα του, που περιφερόταν στην περιοχή της Πλ. Βάθης γύρω στα 1920. Ο μονόχειρας με την αγριωπή όψη, ζούσε σε ένα από τα παλαιότερα σπίτια, στον πύργο της οδού Αλκιβιάδου και αποτελούσε φόβο και τρόμο για τους πιτσιρίκους της γειτονιάς. Η ιστορία με τον μονόχειρα πέρασε από στόμα σε στόμα, 60 περίπου χρόνια μετά τον θάνατό του και έγινε θρύλος. Ένας θρύλος που λέει ότι ο μονόχειρας έγινε φάντασμα και εξακολουθεί να κόβει την ανάσα στους κατοίκους της περιοχής και σε όσους τύχει να περάσουν νύχτα έξω από τον πύργο της οδού Αλκιβιάδη.
Στην πλατεία ευρισκόταν το πρώτο αμιγές συνεργείο μοτοσυκλέτας της Ελλάδας που φαίνεται να άνοιξε το 1919 στην Αθήνα, κι έμελλε να διατηρηθεί ως το καλύτερο της χώρας για σχεδόν μισόν αιώνα. ‘Ηταν το συνεργείο της οικογένειας Δημήτρη Παπουτσά, στη γωνία των οδών Μενάνδρου και Βερανζέρου, γνωστό ως ο «Ναός της μοτοσυκλέτας», όπως το θυμάται η γενιά του μεσοπολέμου των Ελλήνων μοτοσυκλετιστών.
Από τα περίφημα κτίσματα της συνοικίας μεταξύ άλλων ήταν εκείνο του ηγεμόνα της Μολδοβλαχίας Μιχαήλ Βόδα Σούτσουπου βρίσκονταν μέσα σε ένα τεράστιο κήπο και που αργότερα μετατράπηκε σε Άσυλο, καθώς επίσης και η βίλα του Γερμανού φιλέλληνα και γιατρού του Ελληνικού στρατου κατα την διάρκεια της επανάστασης,Έρικ Τράιμπερ, στου οποίου τα χέρια πέθανε ο αρχιστράτηγος Καραισκάκης. Η Βίλα Τράιμπερ ένα νεοκλασοκό διατηρητέο στεγάζει σήμερα το Μουσείο Σκίτσου.
Εθνικό Ωδείο: Ιδρύθηκε το 1926 από τον μουσουργό Μανώλη Καλομοίρη και μια ομάδα προσωπικοτήτων από τον ευρύτερο μουσικό και καλλιτεχνικό χώρο μεταξύ των οποίων η Χαρίκλεια Καλομοίρη, η Μαρίκα Κοτοπούλη, ο Διονύσιος Λαυράγκας, Σοφία Σπανούδη, Φρειδερίκος Βολωνίνης και άλλοι. Σκοπός του Εθνικού Ωδείου δεν είναι μόνο η κατάρτιση μουσικών αλλά και η προσέλκυση και καλλιέργεια νέου και ενημερωμένου ακροατηρίου. Για το λόγο αυτό οργανώθηκαν ποικίλες συναυλίες και μελοδραματικές παραστάσεις που αποτέλεσαν θεσμό. Υπήρξε ο πρώτος ελληνικός εκπαιδευτικός και πολιτιστικός φορέας που ίδρυσε παραρτήματα στην ελληνική επαρχία και στην Αίγυπτο, την Κύπρο και τον Καναδά. Μεγάλες προσωπικότητες δίδαξαν ή συνεργάστηκαν κατά καιρούς με το Εθνικό Ωδείο, όπως ο Δημήτρης Μητρόπουλος και η Αύρα Θεοδωροπούλου. Αξίζει να σημειωθεί ότι η Μαρία Κάλλας, όντας μαθήτρια του Εθνικού Ωδείου, στην τάξη της Μαρίας Τριβέλα, έκανε την πρώτη της εμφάνιση στη σκηνή στην παράσταση «Καβαλερία Ρουστικάνα» που ανέβασε το Εθνικό Ωδείο στις 2 Απριλίου 1939. Την ηγεσία του ωδείου έχει στα χέρια της η κα Χαρά Καλομοίρη, εγγονή του αείμνηστου Μανώλη Καλομοίρη. Καλλιτεχνικός διευθυντής διατελεί ο καταξιωμένος συνθέτης Περικλής Κούκος. Από τη χρονιά της ιδρύσεως του το 1926 μέχρι το 1935 στεγάστηκε στη οδό Δώρου 3, στην συνέχεια μεταφέρθηκε στη γωνία Γ’Σεπτεμβρίου και Σολωμού μέχρι το 1936, μετά στην οδό Αριστοτέλους και Σολωμού, ενώ μεταφέρθηκε το 1969 στην σημερινή τοποθεσία. Το τετραώροφο αυτό κτίριο διαθέτει αίθουσες συναυλιών, μελοδραματικής, χορωδίας και βιβλιοθήκη. Ενώ στεγάζει και τον σύλλογο Μανώλη Καλομοίρη, το Σύλλογο αποφοίτων του Εθνικού Ωδείου και το καλλιτεχνικό καφενείο Concertoστη στοά.
↧