Quantcast
Channel: Πίσω στα παλιά
Viewing all 12885 articles
Browse latest View live

Δεκεμβριανά, η εμφύλια παραζάλη, Σεπόλια 1944.

$
0
0




Γράφει ο Δηµοσθένης Κούρτοβικ


Στην Ελλάδα, επτά εβδοµάδες µετά το τέλος της Κατοχής και την Απελευθέρωση (Οκτ. 1944), οι διεργασίες για την οµαλή λειτουργία της κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου φτάνουν σε αδιέξοδο.
Η έµµεση διεκδίκηση της Αριστεράς για βελτίωση της θέσης της στο πολιτικό σκηνικό έρχεται σε σύγκρουση µε τον αστικό κόσµο, που έχει ήδη αναδιοργανωθεί µετά την Κατοχή.
Με κύρια αιτία την άρνηση της κυβερνητικής πλειοψηφίας να διαλύσει τις µονάδες του τακτικού στρατού στις οποίες είχε τον έλεγχο, οι ΕΑΜικοί υπουργοί (Σβώλος, Πορφυρογένης, Τσιριµώκος) παραιτούνται.
Την επόµενη ηµέρα πραγµατοποιείται στο Σύνταγµα το µεγαλύτερο ΕΑΜικό συλλαλητήριο παρά την ανάκληση της άδειάς του.
Η Αστυνοµία ανοίγει πυρ προκαλώντας θύµατα µεταξύ των διαδηλωτών και στην κηδεία τους, που γίνεται δηµόσια, ο ΕΛΑΣ µετέχει πλέον ένοπλος.
Τότε ανοίγει η εµφύλια σύρραξη στην Αθήνα και ξεκινούν τα Δεκεµβριανά.

Ο Δηµοσθένης Κούρτοβικ «παρακολουθεί» τα γεγονότα από µια απόκεντρη συνοικία που βρίσκεται στα χέρια του ΕΛΑΣ, αναδεικνύοντας το στοιχείο της σύγχυσης που κυριαρχούσε στον απλό λαό.

Το έζησα πριν ακόµη γεννηθώ.



Γεννήθηκα µε τη µνήµη του, µε τις εικόνες και τις µυρωδιές του. Οι δικοί µου, όπως και όλοι στη γειτονιά, µιλούσαν γι’ αυτό µε κοφτές φράσεις, γεµάτες λέξεις και αποσιωπητικά που το πλήρες νόηµά τους καταλάβαιναν µόνον εκείνοι. Κίνηµα το έλεγαν.

Οχι Δεκεµβριανά. Κίνηµα. Για την Κατοχή µιλούσαν σχεδόν ουδέτερα, σαν για κάτι που ήρθε και πέρασε οριστικά, µ’ ένα ύφος ήρεµης ανακούφισης που το τέλος της τους βρήκε ζωντανούς. Τη λέξη Κίνηµα όµως την πρόφεραν πάντα µε δέος, σαν ν’ αναφέρονταν σε µια ακαθόριστη, αλλά φοβερή εκκρεµότητα.

Αυτό το δέος το αισθανόµουν παντού. Η φτωχή συνοικία µας, τα Σεπόλια, δεν είχε αλλάξει σχεδόν καθόλου από τότε. Τα πολυβοληµένα σπίτια κουβαλούσαν τις τρύπες και τις ρωγµές στην πρόσοψή τους όπως οι παραµορφωµένοι άνθρωποι τις από παλιά µονιµοποιηµένες και αφοµοιωµένες κακώσεις τους: αδιάφορα και γι’ αυτό τροµακτικά. Στους ασβεστωµένους προπολεµικά µαντρότοιχους των περιβολιών, των µηχανουργείων, των εργοστασίων έβλεπα, µισοξησµένα ή ξεθωριασµένα, τεράστια σφυροδρέπανα και τις λέξεις ΕΑΜ και ΕΛΑΣ, ζωγραφισµένες µε κόκκινη µπογιά και χοντρά γράµµατα.
Οι γραµµές του τρένου έκοβαν στα δυο τη γειτονιά µας και ανάµεσα στις πικροδάφνες που τις περιστοίχιζαν ανακαλύπταµε, όταν παίζαµε, κάλυκες από σφαίρες, κουρέλια από στρατιωτικές στολές µισοθαµµένα στο χώµα και, σπανιότερα, σκουριασµένες χειροβοµβίδες, που είχαµε µάθει να µη τις αγγίζουµε.

Στην άλλη άκρη της συνοικίας, τη δυτική, στον ανοιχτό υπόνοµο που διέσχιζε περιβόλια και χυνόταν στον Κηφισό, βρήκαµε κάποτε µια νεκροκεφαλή µε σµπαραλιασµένο το ένα βρεγµατικό. Ο κιτρινωπός καπνός που έβγαζε το εργοστάσιο Φελιζόλ, λίγο βορειότερα, είχε µια µυρωδιά ανάµεσα σε µπαγιάτικο καβουρδισµένο καφέ και ψοφιµίλα, που απλωνόταν µερικές φορές σ’ ολόκληρη τη συνοικία.

Υπήρχαν στην περιοχή πολλές µάντρες χωρίς χρήση, µισοξέφραγες, χορταριασµένες, γεµάτες παλιά σιδερικά και κιτρινισµένες, ξυλιασµένες µε τον καιρό εφηµερίδες από τα χρόνια του ’40.

Μύριζαν απόβροχο, σήψη, µυστήριο και τρόµο. Υπήρχαν επίσης κάτι λίγες διώροφες µονοκατοικίες, στοιχειωµένες, όπως µας φάνταζαν, µε κήπο και αναρριχητικά στην πρόσοψη, πάντα σκοτεινές και ακατοίκητες. Σε κάποια άλλα εγκαταλειµµένα σπίτια βλέπαµε χαραγµένο στον τοίχο µε µολύβι ένα µεγάλο Χ µέσα σε κύκλο. Οι µεγάλοι άλλοτε µας έλεγαν ότι εκεί έµεναν παλιογυναίκες και άλλοτε ότι αυτό ήταν το σήµα της ορ γάνωσης Χ. Δεν ξέραµε τι ήταν ούτε το ένα ούτε το άλλο. Και τα δύο όµως µας φόβιζαν.
Ο Θοδωράκης, ο γιος του επιπλοποιού της γειτονιάς, ήταν Χίτης. Καθώς µας µάθαινε αργότερα, σ’ εµένα και τον ξάδελφό µου, πώς να δένουµε την πρώτη µας γραβάτα κι εµείς βλέπαµε από κοντά τα πεταχτά δόντια του, το φευγαλέο πιγούνι του, τα εµπύρετα µάτια του στο χρώµα του σχιστόλιθου, µας εξηγούσε πώς πέρασε τις εξετάσεις για απολυτήριο γυµνασίου: έβγαλε το πιστόλι του, το άφησε πάνω στο θρανίο και είπε «Αυτό είναι το γραπτό µου, κύριε καθηγητά».

Τις µέρες του Κινήµατος οι Ελασίτες (από µικρός αισθάνοµαι πως όλες οι λέξεις σε -ίτης έχουν κάτι το δυσοίωνο) έρχονταν κάθε τόσο και χτυπούσαν το παράθυρο του σπιτιού µας. Οι δικοί µου έµεναν τότε σε τρία συνεχόµενα δωµάτια, που έπιαναν τη µία πλευρά µιας µικρής, µακρόστενης αυλής βυθισµένης κάτω από το επίπεδο του δρόµου. ΄Ετσι, το πρώτο δωµάτιο φαινόταν από τη µεριά του δρόµου σαν ηµιυπόγειο και το παράθυρό του ήταν ισόγειο. Χτυπούσαν, λοιπόν, οι Ελασίτες αυτό το παράθυρο και ρωτούσαν τη γιαγιά µου «Πού είναι οι γιοι σου;»
Η γιαγιά µου απαντούσε πως δεν ήξερε. Ο ένας θείος µου είχε πάει στα Τρίκαλα να φέρει τρόφιµα, ο άλλος ήταν αποκλεισµένος στο κέντρο της Αθήνας µε τους ΄Αγγλους, διερµηνέας.

Η συνοικία ήταν στα χέρια του ΕΛΑΣ.

Τα βράδια ακούγαµε (άκουγαν οι δικοί µου) να βροντοκυλάνε στην οδό Δυρραχίου, λίγους δρόµους πιο πάνω, κάρα φορτωµένα µε πτώµατα Ελασιτών. Τα πήγαιναν οι συναγωνιστές τους να τα θάψουν σε µια κοντινή αλάνα, που αργότερα έγινε Παιδική Χαρά και πήγαινα συχνά εκεί για να παίξω, µέχρι που έµαθα σε τι χρησίµευε πριν.

Η απέναντι από τη δική µας πλευρά της αυλής ήταν ο πλαϊνός τοίχος ενός σπιτιού όπου έµενε µε την οικογένειά του κάποιος Μάντζαρης, που είχε διατελέσει πριν από τον πόλεµο κρατικός αξιωµατούχος κάπου στη Μακεδονία.

Αγιος άνθρωπος, έλεγαν οι δικοί µου, δεν έβλαπτε ούτε µυρµήγκι. Τον πήρανε οι Ελασίτες από το σπίτι του και τον εκτελέσανε στο Περιστέρι µαζί µε άλλους. Το πτώµα του βρέθηκε µε το δεξιό χέρι σηκωµένο και τα τρία πρώτα δάχτυλα ενωµένα στις άκρες: δεν είχε προλάβει ν’ αποσώσει το σταυροκόπηµά του, όταν τον τρύπησε η σφαίρα.

Η συνοικία µας ήταν ανταρτοκρατούµενη, όπως είπα, αλλά το µέτωπο δεν ήταν σταθερό. Αλλαζε από µέρα σε µέρα και τα σύνορα της κάθε επικράτειας ήταν πορώδη. Στην πραγµατικό τητα, δηλαδή, δεν υπήρχε µέτωπο. Οι πολίτες έπρεπε να περνούν καθηµερινά ανάµεσα από τις γραµµές των αντιµαχόµενων για τα ψώνια τους ή για να επισκεφθούν φοβισµένους συγγενείς, φοβισµένοι και οι ίδιοι και αβέβαιοι αν θα επέστρεφαν ζωντανοί. Κάτω από τις γραµµές του τρένου ήταν ο ΕΛΑΣ. Πάνω από τις γραµµές η περιοχή άλλαζε συνεχώς χέρια: τη µια ο ΕΛΑΣ, την άλλη η Εθνοφυλακή, άλλοτε πάλι συγχρόνως και οι δύο, ένα τετράγωνο ο ένας, ένα ο άλλος, στη µία πλευρά του δρόµου ο ένας, στην απέναντι ο άλλος. Σε σταµατούσαν για έλεγχο οι εθνοφύλακες και λίγο πιο κάτω οι Ελασίτες. Αν δεν είχες ιδέα από πολιτικά, όπως η µητέρα µου, δεν µπορούσες να καταλάβεις σε ποια παράταξη ανήκαν αυτοί που σου έκαναν έλεγχο. Πολλοί αντάρτες έµοιαζαν στο ντύσιµο µε τους εθνοφύλακες, πολλοί εθνοφύλακες µε τους αντάρτες. Υπήρχαν και ένοπλοι µε πολιτικά ρούχα, που δεν ήξερες µαζί µε ποιους πολεµούσαν.

Ακουγόταν ότι ήταν ποινικοί, που είχαν σκορπίσει δεξιά κι αριστερά µετά την παραβίαση των φυλακών Αβέρωφ σε µια φάση των µαχών.

Συχνά εισέδυαν στη συνοικία µας εθνοφύλακες και τσολιάδες, που ταµπουρώνονταν πίσω από γωνίες κι έριχναν από εκεί. ΄Ενας τσολιάς είχε ξεκάνει κάµποσους µε αυτό τον τρόπο. ΄Εβγαζε αστραπιαία το κεφάλι του και πυροβολούσε µ’ εντυπωσιακή ευστοχία, λες και τα µάτια του ήταν περισκόπιο που έστριβε γύρω από το γωνιακό σπίτι. Αµέσως έπειτα κρυβόταν πάλι πίσω από τη γωνία. Ο διοικητής του ΕΛΑΣ σ’ εκείνη την περιοχή ήταν ένας έξυπνος και πρακτικός άνθρωπος. Είχε κι ένα χρονόµετρο. Μέτρησε µε ακρίβεια το χρονικό διάστηµα ανάµεσα σε δύο βολές του εχθρού και είδε ότι ήταν σταθερό. Διέταξε τότε τον καλύτερο σκοπευτή ανάµεσα στους άνδρες του να ετοιµαστεί για βολή, αλλά να µη ρίξει πριν του πει ο ίδιος. Ενα κλάσµα του δευτερολέπτου πριν ο τσολιάς ξεµυτίσει πάλι από τη γωνία ο διοικητής, κοιτάζοντας το χρονόµετρο, έδωσε το σύνθηµα και το κεφάλι του τσολιά έγινε θρύψαλα.

Τα εγγλέζικα αεροπλάνα πετούσαν χαµηλά και πολυβολούσαν κάθε κτήριο που ήταν ύποπτο για φωλιά Ελασιτών. Μια µέρα η µητέρα µου πήγε να δει την παντρεµένη αδελφή της, που έµενε στον λόφο του Σκουζέ, µια συνοικία που συνορεύει µε τα Σεπόλια.

Ξαφνικά ακούστηκε ο στριγκός βόµβος και σαν από το πουθενά εµφανίστηκε απέναντί της ένα αεροπλάνο, σε µικρό ύψος. Στον λόφο υπήρχε µια µεγάλη αποθήκη της Εθνικής Τράπεζας, που οι αντάρτες είχαν µετατρέψει σε στρατηγείο τους. Η µητέρα µου ζάρωσε στον τοίχο ενός σπιτιού. Το αεροπλάνο χαµήλωνε ολοένα, ώσπου η µητέρα µου µπορούσε να δει τον πιλότο, κατάφατσα. Τα δύο βλέµµατα, το ερευνητικό του πιλότου και το αλαφιασµένο της µητέρας µου, έµειναν καρφωµένα το ένα στο άλλο για ένα-δυο αιώνια λεπτά. ΄Επειτα το αεροπλάνο ξαναπήρε ύψος και χάθηκε. Προφανώς ο πιλότος είχε κρίνει ότι το σχετικά καλοντυµένο κορίτσι µε το καθαρό πρόσωπο δεν ήταν σύνδεσµος των ανταρτών.

Την έναρξη του Κινήµατος την έζησε η µητέρα µου (την έζησα κι εγώ µαζί της) λίγο πιο κάτω από την Οµόνοια, στην αρχή της οδού Πειραιώς. Ξαφνικά ακούστηκε από τη µεριά της πλατείας το κροτάλισµα πολυβόλων και αυτόµατων, ένα πανδαιµόνιο από άτακτες ριπές. Ο κόσµος άρχισε να τρέχει πανικόβλητος. Η µητέρα µου κατέφυγε µαζί µε πολλούς άλλους στο εκκλησάκι του Αγίου Γερασίµου, που βρίσκεται στο ισόγειο του κτηρίου της Πολυκλινικής. Το εκκλησάκι γέµισε ασφυκτικά. Ο παπάς, όρθιος µπροστά στην Ωραία Πύλη, κοίταζε το εκκλησίασµα της ανάγκης και του τρόµου αµίλητος, µε ύφος µελαγχολικό, απελπισµένο και κάπως σαν προφήτη που βλέπει να επαληθεύεται µια θλιβερή προφητεία του.

Η συνοικία µας ήταν λαϊκή, προλεταριακή. Οι περισσότεροι κάτοικοι ήταν φτωχοί µεροκαµατιάρηδες, στην καλύτερη περίπτωση µικροϋπάλληλοι και µικροµαγαζάτορες (αρχαϊκά µπακάλικα, κουρεία, ψιλικατζίδικα, µαγειρεία, βρόµικα όλα, αλλά µε ευφραντικές, ξεχασµένες σήµερα µυρωδιές). Το ΚΚΕ είχε σηµαντική υποστήριξη εκεί. Τις µέρες του Κινήµατος έγιναν στη γειτονιά πολλά ξεκαθαρίσµατα λογαριασµών, για τα οποία δεν αντέχω να µιλήσω. Δεν ήταν όλα ταξικά, δεν ήταν πάντα οι φτωχοί που εκδικούνταν την «πλουτοκρατία».

Ο σπιτονοικοκύρης µας, για παράδειγµα, που εισέπραττε νοίκια για αρκετά χαµόσπιτα σαν αυτό όπου µέναµε, ήταν µε την Αριστερά και οι δικοί µου, που είχαν προστριβές µαζί του, όχι όµως πολιτικές, έµαθαν αργότερα ότι αυτός είχε καρφώσει στους αντάρτες τους δυο γιους της γιαγιάς µου. Όταν, λίγο πριν από το τέλος, έφτασαν στα Σεπόλια τα πρώτα εγγλέζικα τανκς, ο κόσµος ξεχύθηκε στους δρόµους να τα υποδεχτεί. Ποιος κόσµος όµως; Εκείνοι που λούφαζαν τον ένα µήνα της ανταρτοκρατίας και που ήταν περισσότεροι απ’ όσο θα νόµιζε κανείς για µια τέτοια συνοικία; ΄Η µήπως και πολλοί από εκείνους που την ίδια περίοδο εκδηλώνονταν µε διάφορους τρόπους υπέρ της λαοκρατίας; Και πού κρύβονταν τώρα οι άλλοι; Πού να ξέρεις. Εµφύλιες καταστάσεις. Εµφύλια ανεµοζάλη.

Πριν από λίγα χρόνια ανακάλυψα σ’ ένα παλιό σπίτι στο Παγκράτι, δίπλα στον Αγιο Σπυρίδωνα, µια τρύπα από σφαίρα στο σκονισµένο τζάµι ενός παράθυρου.Ηταν από το Κίνηµα. Σκέφτηκα ότι, αν κάτι τόσο λεπτό και εύθραυστο όσο ένα απλό τζάµι κουβαλάει εξήντα τόσα χρόνια τη µνήµη εκείνων των γεγονότων, ίσως το δέος που ένιωθαν τότε οι δικοί µου για µια φοβερή εκκρεµότητα δεν ήταν εντελώς αδικαιολόγητο.

 Οι πολίτες έπρεπε να περνούν καθηµερινά ανάµεσα από τις γραµµές των αντιµαχόµενων για τα ψώνια τους ή για να επισκεφθούν φοβισµένους συγγενείς, φοβισµένοι και οι ίδιοι και αβέβαιοι αν θα επέστρεφαν ζωντανοί.

ΟΙ ΦΡΙΧΤΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΗΣ ΔΕΚΑΕΤΙΑΣ ΤΟΥ 90 ΠΟΥ ΜΑΣ ΓΕΜΙΣΑΝ ΕΦΙΑΛΤΕΣ!

$
0
0

 ΟΙ ΕΞΩΓΗΙΝΟΙ, ΟΙ ΠΑΙΔΕΡΑΣΤΕΣ, ΟΙ ΣΑΤΑΝΙΣΤΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΔΟΛΟΦΟΝΟΙ 


ET

Από τον Θεόφιλο Σεχίδη και τους σατανιστές της Παλλήνης στην τραγωδία Σορίν Ματέι ήταν στα σίγουρα ειδήσεις που μας γέννησαν τους περισσότερους εφιάλτες στα 90s!
Διαβάστε μερικές ιστορίες που σίγουρα θα θυμάστε:

Οι Σατανιστές της Παλλήνης
satanistes
Αύγουστος 1992. Οι παιδικοί φίλοι Ασημάκης Κατσούλας και Μανώλης Δημητροκάλης, 21 και 19 αντίστοιχα, που για καιρό κάνουν τελετές μαύρης μαγείας στο Κορωπί και την Παλλήνη, οδηγούν την 14χρονη Θεοδώρα Συροπούλου στη θέση Σέσι στο Κορωπί. Με το πρόσχημα της λευκής μαγείας, τη γδύνουν, τις κλέβουν τα κοσμήματα, τη χτυπούν με ένα ξύλο στο κεφάλι και τη στραγγαλίζουν. Στη συνέχεια καίνε το πτώμα της με βενζίνη.

Οκτώ μήνες αργότερα, τον Απρίλιο του 1993, απαγάγουν την υπάλληλο του ‘Μ. Βρετανία’, Γαρυφαλλιά Γιούργα, ενώ επέστρεφε στο σπίτι της στα Γλυκά Νερά. Παριστάνοντας τους αστυνομικούς, την οδηγούν σε ένα ερημικό σημείο στο Κορωπί, τις περνούν χειροπέδες, τη γδύνουν, τη βιάζουν και αμέσως μετά ο Κατσούλας της πολτοποιεί το κεφάλι με μια πέτρα για να μην αναγνωρίζεται. Η αστυνομία συνέλαβε και τη 18χρονη φίλη του Κατσούλα, Δήμητρα Μαργέτη, με την κατηγορία της συνέργειας.
GAROYFALIA
Η υπόθεση προκάλεσε δικαστικά θρίλερ, ενώ τα κανάλια, σε εποχές σχετικά πρωτόγονης κατάστασης χωρίς πολλά γραφικά και μοντερνιές στα δελτία, έκαναν το παν να μας τρομάξουν ακόμα περισσότερο με ρεπορτάζ για τη μαύρη μαγεία, το heavy metal, το Σατανά.
Ο Ασημάκης Κατσούλας ήταν με διαφορά ο μεγαλύτερος εφιάλτης κάθε παιδιού στο πρώτο μισό των 90s. Όνομα χαραγμένο με τον πιο απόκοσμο τρόπο στο μυαλό μας. Κάποιος προκλητικός θα έλεγε “δεν γίνονται τέτοια εγκλήματα σήμερα”. Θα είχε δίκιο.


Ο Θεόφιλος Σεχίδης
seixidis3
Στις 19 και 20 Μαΐου 1996, ο 24χρονος φοιτητής Νομικής, Θεόφιλος Σεχίδης, σκοτώνει τον πατέρα, τη μητέρα, την αδελφή, το θείο και τη γιαγιά του στον Λιμένα Θάσου. Στη συνέχεια, τεμαχίζει τα πτώματα -εκτός από αυτό του θείου του- και τα μεταφέρει σε σακούλες στη χωματερή της Καβάλας.
seixidis2
“Ήταν άρρωστοι και ήθελα να τους λυτρώσω”, ήταν η βασική δήλωση του δράστη που έπαιζαν τα κανάλια στην εισαγωγή του για το ‘έγκλημα που έχει συγκλονίσει το πανελλήνιο’. Ο Σεχίδης είπε κι άλλα. “Ήθελαν να με βγάλουν από τη μέση και πρόλαβα να τους σκοτώσω πρώτος. Υπήρχε συνωμοσία σε βάρος μου. Βρισκόμουν εν αμύνη. Μου έκαναν ψυχολογικό πόλεμο επειδή ήξερα ότι ήμουν άλλης μάνας παιδί. Τους ξέκανα, για να μην με ξεκάνουν”.
Ο Σεχίδης μονοπώλησε το ενδιαφέρον των media με την άκρως εμπορική -τότε και πάντα- σχιζοειδή του προσωπικότητα και τα ευρήματα της αστυνομίας που γέμιζαν δελτία ολόκληρα.
SEXIDIS
Κόσμος έμεινε άυπνος φοβούμενοι μια πιθανή απόδραση του Σεχίδη από το Ψυχιατρείο Κρατουμένων των Φυλακών Κορυδαλλού που κρατείται μέχρι σήμερα ήταν κάτι ανατριχιαστικές λεπτομέρειες όπως το τεράστιο ‘Λάθος’ που βρέθηκε γραμμένο με μπογιά στο σπίτι του.
SEXIDIS1
Η απόλυτη ανατριχίλα (μέχρι τρέμουλου και δακρύων) είναι η επιστολή που δημοσιεύτηκε λίγες εβδομάδες μετά στις εφημερίδες. Ήταν μια επιστολή που είχε στείλει ο Σεχίδης στον θείο του Βασίλη, ένα χρόνο πριν τον δολοφονήσει (σ.σ. ο θείος του διέμενε μόνιμα στο Βέλγιο).
seixidis1
Μεταξύ άλλων, η επιστολή έγραφε:
“Μην έχεις ποτέ σου τύψεις για το ότι με χτύπησες. Έτσι ΕΠΡΕΠΕ να γίνει. Εγώ ο ίδιος το προκάλεσα επίτηδες και σου ζήτησα συγνώμη που σε χρησιμοποίησα μ’ αυτόν τον τρόπο αλλά ήταν κι αυτό μέσα στο σχέδιό μου(…) Μην σε ανησυχεί λοιπόν, και σου ζητώ ΣΥΓΓΝΩΜΗ για τους λόγους που θα σου ήταν αδύνατο να κατανοήσεις. Και όμως το παρατράβηξες. Σου έλεγα ‘φτάνει τώρα, εντάξει’ καθώς είχε επιτευχθεί ο σκοπός ΜΟΥ αλλά εσύ συνέχιζες. Δεν μπορεί, κάποιο σφάλμα θα έγινε στα άστρα που κυβερνάω, κάποια επιπλοκή. Με ΑΓΑΠΗ ο ανεψιός σου. Στον αγαπημένο μου θείο τον παλληκαρά που τα βάζει με τους υποσιτιζόμενους. Εγώ όμως σε ΑΓΑΠΩ. (το περίστροφο της φωτογραφίας είναι ψεύτικο, μη φοβάσαι)”.
SEXIDIS2
Μαζί με την επιστολή, ο Θεόφιλος είχε στείλει μια παιδική του φωτογραφία, όπου κρατούσε ένα πιστόλι και ήταν ντυμένος καουμπόης.

Ο εξωγήινος του Roswell
ET
Την εποχή που στον Παναθηναϊκό (και την Ελλάδα) παραμιλούσαν και τα παγκάκια για τον ερχομό του Ντομινίκ Ουίλκινς (καλοκαίρι 1995), κάποια πανέξυπνοι διευθυντές ειδήσεων θυμήθηκαν το Roswell incident του 1947. Σε περίπτωση που δεν ξέρεις, το 1947 σε ένα ράντσο κοντά στο Roswell του New Mexico, συνετρίβη ένα ΑΤΙΑ. Οι άνθρωποι της περιοχής, πανούργοι και πανέξυπνοι, έφτιαξαν γρήγορα-γρήγορα ένα μουσείο σχετικά και το Roswell κόβει ένα σωρό εισιτήρια κάθε χρόνο.

Το θέμα είναι ένα απεχθές βίντεο που τραβήχτηκε (υποτίθεται) μετά τη συντριβή του ΑΤΙΑ μου στέρησε τον ύπνο για ολόκληρο το καλοκαίρι του 1995. Στο βίντεο αυτό, κάτι επιστήμονες(;) έχουν βάλει στο χειρουργικό τραπέζι έναν εξωγήινο και έχουν ξεκινήσει την Ανατομία.

Οι θεωρίες σχετικά με το τι βλέπουμε στο τραπέζι είναι περισσότερες και από τις γνώμες (και ξέρεις τι λένε για τις γνώμες).

Ο Μανώλης Δουρής
doyris2
Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς του 1994, ο Μανώλης Δουρής προσέρχεται στο Α.Τ. της Ερμιόνης και δηλώνει την εξαφάνιση του 6χρονου γιου του Νίκου. Η τηλεόραση βάζει την αγωνία σε όλα τα ρεβεγιόν της χώρας, ενώ η πρώτη μέρα του 1994 βρίσκει τους τηλεθεατές σε πένθος, καθώς ο πατέρας βρίσκει νεκρό το παιδί σε έναν μαντρότοιχο πίσω από το σπίτι της οικογένειας. Ο μικρός Νίκος ήταν κακοποιημένος σεξουαλικά.
doyris3
Τα κανάλια στέλνουν τα συνεργεία τους στην Ερμιόνη ώσπου να εξιχνιαστεί το έγκλημα, οι γονείς δεν αφήνουν τα παιδιά τους να κυκλοφορούν μόνα στους δρόμους, ενώ ο Δουρής πέφτει σε απανωτές αντιφάσεις στις καταθέσεις του. Με τα πολλά, ομολογεί ότι βίασε και σκότωσε το παιδί του. Η ατάκα που έκοψε τα πόδια του πλήθους: “Με έπιαναν κρίσεις και δεν έβλεπα μπροστά μου. Ο καθένας στη θέση μου μπορεί να έκανε το ίδιο”.
doyris1
Η λαϊκή οργή για τον Δουρή είναι τόσο διάχυτη που ακόμα και άλλοι φυλακισμένοι του επιτίθενται σε κλούβες, στη φυλακή, σε κάθε ευκαιρία. Κανείς δεν συγχωρεί έναν πατέρα που βίασε και σκότωσε το παιδί του.
Όταν ξεκινάει η δίκη, ο Μανώλης Δουρής αρνείται την ενοχή του και κατονομάζει τη σύζυγο του και τον εραστή της ως δράστες. Ο Δουρής δεν ζητά πια από τους αστυνομικούς να τον βασανίζουν μέχρι να πεθάνει.
DOYRIS
Σύμφωνα με δηλώσεις του καθηγητή Εγκληματολογίας Γιάννη Πανούση στην ‘Ελευθεροτυπία’ (σ.σ. θα τον συναντούσα αργότερα ως φοιτητής στο τμήμα ΕΜΜΕ του Καποδιστριακού, αλλά δεν θα τον ρωτούσα σχετικά), “η πραγματογνωμοσύνη των εγκληματολογικών εργαστηρίων θέτει εν αμφιβόλω την ταυτότητα του δολοφόνου του παιδιού. Μπορεί να είναι άλλος ο βιαστής και άλλος ο δολοφόνος”.

Ο Δουρής δεν έπεισε, καταδικάστηκε σε ισόβια και στις 25 Φεβρουαρίου 1996 αυτοκτόνησε με ένα καλώδιο τηλεόρασης που είχε κρύψει στα ρούχα του στις εξωτερικές τουαλέτες των φυλακών Τρίπολης.

Η ‘φαρμακούλα’ Μαρία Σαμπανιώτη
farmako4
“Μου έκανε εντύπωση που το χρώμα του ψωμιού ήταν μπλε και φούσκωσε πάρα πολύ. Ήθελε να μας δηλητηριάσει γιατί δεν θέλαμε την κόρη της για νύφη”, δήλωνε η Ελένη Μουστοπούλου στο δικαστήριο, κατά τη διάρκεια της δίκης της Μαρίας Σαμπανιώτη, η οποία πρόσφερε ζύμη για τηγανόψωμα, ποτισμένη με παραθείο σε δυο γειτόνισσες. Η μία ήταν η Ελένη Μουστοπούλου, η άλλη ήταν η Ειρήνη Κληματσά.
farmako
Το φονικό ‘δώρο’ της Σαμπανιώτη οδήγησε σε 7 δηλητηριάσεις, οι 3 εκ των οποίων είχαν τραγικό τέλος. Σύμφωνα με τις αστυνομικές έρευνες, η ‘φόνισσα με τα τηγανόψωμα’ (όπως οργίασαν οι εφημερίδες της εποχής) ήθελε να εκδικηθεί τις δύο οικογένειες, γιατί ήθελε να παντρέψει την κόρη της με τους γιους των Μουστοπούλου και Κληματσά και εκείνες αρνήθηκαν.
farmako1
(η Ελένη Μουστοπούλου στο νοσοκομείο μετά τη δηλητηρίαση)
farmako6
(Ο σύζυγός της Μουστοπούλου, Θόδωρος, άφησε την τελευταία του πνοή στην εντατική μονάδα του Γενικού Κρατικού. Στις 6 Μαΐου, τη μάχη με το θάνατο έχασε, επίσης, η Ειρήνη Κληματσά και έναν μήνα αργότερα -στις 7 Ιουνίου- ο 24χρονος γιος της Αντώνης. Και οι δύο ήταν ομογενείς από το Καζακστάν και είχαν έρθει οικογενειακώς στην Ελλάδα, λίγο καιρό πριν. Τα θύματα της δηλητηριασμένης ζύμης είχαν φτάσει, πλέον, τα τρία)…
farmako3
Το προσωνύμιο ‘φαρμακούλα’ κατοχυρώθηκε ήδη από την πρώτη δίκη της υπόθεσης, όταν το ακροατήριο άρχισε να τη φωνάζει έτσι με το που μπήκε στην αίθουσα του δικαστηρίου. Με ψήφους 6-1, η Σαμπανιώτη κρίθηκε ένοχη και καταδικάστηκε σε τρεις φορές ισόβια και επιπλέον 25 χρόνια κάθειρξη για τέσσερις απόπειρες ανθρωποκτονιών.
farmako2
Εδώ και δύο χρόνια, η Μαρία Σαμπανιώτη έχει αποφυλακιστεί μετά από 19 χρόνια κάθειρξης. Λίγες μέρες μετά την αποφυλάκιση, σε συνέντευξή της  υποστήριξε ξανά ότι κάποιος πότισε τη ζύμη με δηλητήριο ενώ έλειπε από το σπίτι.
farmako5
Στην ερώτηση αν τη φοβούνταν οι κρατούμενες στις γυναικείες φυλακές του Κορυδαλλού, η ίδια απάντησε: “Α πα πα πα! Ποια να φοβηθεί εμένα; Εγώ όταν ήμουν καλά, τους μαγείρευα εκεί πέρα. Εμένα όχι μόνο δεν με φοβούνταν, αλλά έτρωγαν από το φαγητό μου. Ακόμα και αντίδωρο από την εκκλησία να έπαιρνα, μου το ζητούσαν και εκείνο. Οτιδήποτε”.


Ο Σορίν Ματέι
SORIN
Σεπτέμβριος 1998. Ο Ρουμάνος δραπέτης Σορίν Ματέι εισβάλλει στο διαμέρισμα της οδού Νιόβης στα Κάτω Πατήσια και κρατά ομήρους τους τέσσερις ενοίκους με την απειλή χειροβομβίδας. Στις 7, ο Ματέι τηλεφωνεί στον ΣΚΑΪ και ζητά να συνδεθεί με τον Νίκο Ευαγγελάτο. Για τέσσερις ώρες, όλη η Ελλάδα (ΟΛΗ Η ΕΛΛΑΔΑ) παρακολουθεί τη δραματική συνομιλία.
sorin3
Η τραγική κατάληξη (λάθος χειρισμός της αστυνομίας, που εισέβαλε στο σπίτι πεπεισμένη ότι η χειροβομβίδα που κρατούσε ο Ματέι ήταν ψεύτικη) είχε ως αποτέλεσμα το θάνατο της Αμαλίας Γκινάκη και τον τραυματισμό του Ματέι, που είχε απελευθερώσει νωρίτερα τον αδερφό της, Βαγγέλη και τη μητέρα της Σουλτάνα. Ο αρραβωνιαστικός της Αμαλίας Γκινάκη, Απόστολος Μακρινός, πρόλαβε να διασωθεί από την αστυνομία πριν εκραγεί η χειροβομβίδα.
sorin2
Δεν υπάρχουν πολλά πιο θλιβερά και σοκαριστικά βίντεο από το παρακάτω. Για πρώτη φορά στα χρονικά, μια τόσο σημαντική αστυνομική υπόθεση έγινε στον τηλεοπτικό ‘αέρα’.
Ειδικοί αναλυτές εξήραν την ψυχραιμία και τους χειρισμούς του Νίκου Ευαγγελάτου, καθ’ όλη τη διάρκεια της συνδιάλεξης με τον δραπέτη.

Ο κατά παραγγελία δολοφόνος Ματθαίος Μονσελάς
mathaios2
19 χρόνια πριν, σε μια υπόθεση που ‘γονάτισε’ τα δικαστήρια, ο Ματθαίος Μονσελάς δολοφονεί την 40χρονη οδοντίατρο Γεωργία Βαγενά μετά από παράκληση της ίδιας, επειδή δεν μπορούσε να διαχειριστεί την εξωσυζυγική σχέση του άντρα της.

Ο Μονσελάς δούλευε σε ένα πάρκινγκ απέναντι από το οδοντιατρείο της Βαγενά, στο οποίο άφηνε το αυτοκίνητό της. Οι δυο τους γνωρίστηκαν και δέθηκαν με μια περίεργη φιλία και συνήθιζαν να κάνουν βόλτες με το αυτοκίνητο, με τη Βαγενά να του μιλά συνέχεια για το πόσο αγαπά τον άντρα της και για την απόφασή της να σκοτωθεί.
mathaios1
“Μια μέρα μου έδειξε και ένα περίστροφο με σφαίρες. Της το πήρα για να μην κάνει κανένα κακό. Είχα κουραστεί να την ακούω να μου μιλά για τον άντρα της”, είπε στην απολογία του.
Στις 11 Ιανουαρίου 1994, ο Μονσελάς πυροβόλησε τρεις φορές τη Βαγενά, η μία σφαίρα βρήκε το σώμα της και ο ίδιος καταδικάστηκε σε κάθειρξη 12 ετών και 6 μηνών, αναγνωρίζοντας του το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου.


Η Κάτια Γιαννακοπούλου
katia3
Κατακαλόκαιρο του 1997 και η είδηση ότι ‘γυναίκα δολοφόνησε αρχιμανδρίτη’ έξω από το σπίτι του στη Νέα Σμύρνη προκαλεί μεγάλη αίσθηση στην κοινή γνώμη. Μετά από μια 7χρονη σχέση απόλυτου πάθους, 42χρονη Κάτια Γιαννακοπούλου, παντρεμένη και με έναν γιο 18 ετών, δολοφονεί τον 59χρονο εραστή της, αρχιμανδρίτη Άνθιμο Ελευθεριάδη.

Το όπλο του εγκλήματος το είχε αγοράσει έναν μήνα πριν από την Ομόνοια και ο λόγος του φονικού ήταν η απόφαση του αρχιμανδρίτη να διακόψει τις ερωτικές (και αργότερα οικονομικές) σχέσεις του μαζί της. Η ίδια, το πρωινό της δολοφονίας, τον περίμενε δύο ώρες έξω από το σπίτι του. Μόλις βγήκε ο Ελευθεριάδης , η Γιαννακοπούλου τον πλησίασε, προσπάθησε να του μιλήσει, αλλά εκείνος της γύρισε την πλάτη. Τον πυροβόλησε οκτώ φορές.
katia2
Συνελήφθη δύο μέρες μετά έξω από μοναστήρι στη Μάνδρα Αττικής, φορώντας ξανθιά περούκα και μεγάλα μαύρα γυαλιά. Μετά από 13 χρόνια εγκλεισμού στις φυλακές της Θήβας, η Κάτια Γιαννακοπούλου αποφυλακίστηκε ακριβώς πριν ένα μήνα (13 Αυγούστου 2013) και επέστρεψε στον σύζυγο και το παιδί της.

“Αν ήταν δυνατόν να τον αναστήσω με πέντε φιλιά ποτισμένα από το αίμα της μετανιωμένης μου καρδιάς θα το είχα ήδη κάνει”, ήταν τα πρώτα της λόγια στον ανακριτή.

Του Ηλία Αναστασιάδη

Εν Αθήναις....μια βόλτα με λιακάδα

$
0
0





Πλατεία Αγίων Θεοδώρων δηλαδή πήρα την Ευριπίδου από την αρχή της
με ωραία λιακάδα.
Κρατάει ακόμα Θερμοπύλες γιατί είναι κοντά στην Βαρβάκειο την φτωχομάνα
όπως από παλιά είναι γνωστή.
Κοιτάζοντας δεξιά αριστερά και πηγαίνοντας πίσω στα παλιά μόνο ένα
πικρό χαμόγελο τίποτα άλλο.
Πόσο άλλαξε...πόσο άλλαξε...
Δεξιά ένα παλιό μαγαζάκι με πυζάμες αντρικές άλλης εποχής και σχετικά
άλλα.
Στην γωνία με την Αιόλου από την μια ένα μεγάλο μαγαζί κενό που δεν
λέει να στεριώσει νοικάρει.
Μπροστά εκεί το στέκι του Αντρέα του φτερά που έχω όμως καιρό
να τον δω ή καλύτερα να ακούσω "φτεράααα"....εύχομαι να είναι καλά.
Στην άλλη γωνία παλιά ήταν το μαγαζί του Μαύρου νεωτερισμοί στις δόξες
του κάποτε.
Περνάω βιζαβί και απεναντίας την Αθηνάς για να συνεχίσω την Ευριπίδου
και μια φουκαριάρα κάποιας ηλικίας περιμένει "το μεροκάματο"¨.
Ότι βγεί δεν βαριέσε το μεσημέρι θα κατηφορίσει για τα συσσίτια του Δήμου
στον παράλληλο δρόμο ....ευτυχώς που υπάρχουν και αυτά.
Από εκεί πρέπει να περνούν μια φορά την ημέρα οι πολιτικοί
 χωρίς μεταμφίεση αν το λέει η καρδούλα τους.
Το εκκλησάκι παρακάτω ο Άγιος Γιάννης στην κολώνα....
Πόσοι το γνωρίζουν αλήθεια ;
Στην κολώνα....γιατί ένας Κορινθιακός κίονας κολώνα δηλαδή έχει την βάση του
στο Ιερό Βήμα και διαπερνά την ξύλινη στέγη της εκκλησίας.
Θρύλοι πολλοί....
Η κολώνα είναι συνδεδεμένη με θρύλους για ιαματικές και θαυματουργικές
ιδιότητες .
Γι αυτό και οι παρακλήσεις στον Άη Γιάννη τον "θερμαντή".
Άφησα για το τέλος τα μαγαζιά με τα μπαχαρικά και τα βότανα δια πάσαν νόσον.

Πού να το πείς και να σε πιστέψουν ;

Ο Παλιατζής Που Έσωσε την Πατησίων

$
0
0


Ειρήνη Σαγιά, Photo: Νίκος Τσίρος





Η οδός Πατησίων, ο αλλοτινός πολυσύχναστος δρόμος με τα δεκάδες καταστήματα, δεν φημίζεται πλέον για τα αξιοθέατά της. Σε ώρες αιχμής θα τη βρεις μονίμως πηγμένη, οι οδηγοί και επιβάτες Ι.Χ και λεωφορείων έχουν βλέμμα που θυμίζει ζώα φυλακισμένα σε κλουβιά που ο κακός φύλακας έχει πολύ καιρό να καθαρίσει.
Εκεί όμως, εξακολουθεί να φαίνεται το πραγματικό πρόσωπο της Αθήνας: αμακιγιάριστο, με ένα σωρό ψεγάδια, χωρίς trendy μπαράκια να καμουφλάρουν τη φτώχεια, τη μοναξιά, αλλά και τους κινδύνους που γεννούν αυτά τα δύο. Και ξαφνικά, ένα χειμωνιάτικο βράδυ, εκεί που κοιτάς ανόρεχτα έξω από το παράθυρο του ταξί και σκέφτεσαι «τι θέλαμε και στρίψαμε εδώ…», βλέπεις μια μαγεμένη πολιτεία στη μέση της Πατησίων, που τον τελευταίο καιρό ισοδυναμεί με τη μέση του πουθενά.
Στο νούμερο 181, στον χώρο ενός τεράστιου γκαράζ αυτοκινήτων, λίγο πιο πέρα από την πλατεία Κολιάτσου και απέναντι από ένα αυτονομημένο πάρκο που προσφέρει υπαίθρια στέγη σε αστέγους, ο Βασίλης Σπανόπουλος, παλιά καραβάνα στο εμπόριο αντίκας, έχει στήσει το βασίλειό του. Και κάπως έτσι, η Πατησίων μοιάζει να γεννιέται από τις στάχτες της, προσφέροντας σε ντόπιους και επισκέπτες μια αλλιώτικη περιπλάνηση σε χιλιάδες παλιά αντικείμενα.
Ο κύριος Βασίλης με περιμένει ένα απόγευμα Πέμπτης στην αγαπημένη του θέση. Καθισμένος έξω από το μαγαζί, δίπλα σε ένα τραπεζάκι με το τηλέφωνο να χτυπά διαρκώς για παραγγελίες και το ραδιόφωνο να παίζει σε ενισχυμένη ένταση ελληνικά τραγούδια. Φοράει ένα κοτλέ καπέλο τζόκεϊ, δερμάτινο μπουφάν κι ένα κασκόλ που θυμίζει κομμάτι από γούνα. Στα δεξιά του, ένας τεράστιος μπρούτζινος Ατλας, να κουβαλάει στις πλάτες του την Υδρόγειο. Το βλέμμα μου πέφτει μηχανικά στα χέρια του. Δυνατά και δουλεμένα, έχουν κουβαλήσει τόσα πράγματα μέσα στα χρόνια, που αν τα έβαζες το ένα πλάι στο άλλο, θα έφταναν για να περικυκλώσουν την Υδρόγειο.

«Καθίστε, θα σας πω ό,τι θέλετε να μάθετε», μου λέει ενώ περαστικοί του δίνουν συγχαρητήρια γιατί «συνέβη κάτι  καλό στην περιοχή τους». Έχει παράλληλα το νου του και στους εργάτες, νευραλγικούς μετανάστες που κουβαλούν διαρκώς πράγματα, πακετάρουν, δίνοντάς σου την εντύπωση ότι ξέρουν ακριβώς πού βρίσκεται το καθετί, όσο συναρπαστικά χαοτικό κι αν φαίνεται αυτό το παλαιοπωλείο.
«Ξεκίνησα να ασχολούμαι με τις αντίκες το 1964. Ανοιξα το πρώτο κατάστημα στην Ερμού και έφτιαξα άλλα πέντε μαγαζιά στην Ερμού και στην Πειραιώς. Τότε είχα πάρα πολλή δουλειά. Το γκαράζ που βλέπεις το έχω 42 χρόνια. Επειδή είχε πέσει πολύ η ζήτηση για βενζίνη, έφερα εδώ τις αντίκες μου πριν από ενάμιση χρόνο. Εδώ μέσα μπορείς να βρεις τα πάντα. Πωλούνται αναμνήσεις σε πολύ καλές τιμές. Φτιάξαμε ένα άλλο Μοναστηράκι σε 3.000 τετραγωνικά μέτρα, η αποθήκη μας έχει πάνω από 50.000 αντικείμενα», λέει και χαμηλώνει τη μουσική καθώς η συζήτηση ζωηρεύει.
Μου δείχνει τη σχετική ταμπέλα: «Ανοιχτό καθημερινά 9 π.μ-8 μ.μ. Σάββατο και Κυριακή κλειστά λόγω ψαρέματος». Αλλά κι όταν ακόμη το βενζινάδικο-παλαιοπωλείο έχει κατεβασμένα ρολά, δίνει το στίγμα του στην περιοχή: μπροστά από την κεντρική είσοδο, κρεμασμένα τόσο ψηλά ώστε να μπορείς να τα θαυμάσεις χωρίς να μπορείς να τα κατεβάσεις, μουσικά όργανα, φιγούρες του Καραγκιόζη, βινύλια και πολυέλαιοι που δίνουν τα φώτα τους στο λιγότερο φωτογενές κομμάτι της Αθήνας. Ο χώρος φυλάσσεται 24 ώρες το 24ωρο επτά ημέρες την εβδομάδα.
Μπάρμπεκιου για αστέγους
Και αυτό κατά έναν παράξενο τρόπο, δίνει στους κατοίκους της περιοχής μια αίσθηση ασφάλειας «Όλο αυτό που συμβαίνει βοηθάει την περιοχή που ήταν υποβαθμισμένη. Εχουμε πολλά φώτα, οι κάτοικοι χαίρονται. Μέχρι και ο διοικητής του Αστυνομικού Τμήματος στην οδό Θήρας ήρθε να με συγχαρεί προσωπικά». Πώς να μην χαρεί και να μην συγχαρεί ο διοικητής, αφού μια τέτοιου είδους «αστυνόμευση» αποδεικνύεται και πιο αποτελεσματική και πιο ευχάριστη από την πατροπαράδοτη.

Εχει όμως και τα παράπονά του από τα όργανα της τάξης.  «Για πολύ καιρό, κάθε μέρα, εφτά με εννιά το βράδυ, ψήναμε εδώ έξω και δίναμε σουβλάκια στους αστέγους. Στο πάρκο απέναντι μένουν εβδομήντα άνθρωποι που δεν έχουν πού αλλού να πάνε, έτρωγαν εδώ δωρεάν κάθε μέρα, έρχονταν κι από άλλες περιοχές, τεράστιες ουρές μέσα στο κρύο. Δεν ξέρεις τι θα πει πείνα, ώσπου να δεις κάποιον που ενώ στέκεται στην ούρα για να φάει, αρπάζει το σουβλάκι από το χέρι του μπροστινού του. Ημουν πολύ χαρούμενος γι’ αυτό το μπάρμπεκιου-συσσίτιο, ως τη στιγμή που ήρθε ένας αστυνομικός και μου είπε ότι δεν μπορούσε να συνεχιστεί, επειδή έκαναν παράπονα τα διπλανά σουβλατζίδικα ότι τους έκοβα την πελατεία-λες και οι άστεγοι θα είχαν λεφτά για να αγοράσουν σουβλάκια από τα μαγαζιά τους. Τώρα τα ψυγεία μου είναι γεμάτα από χοιρινά καλαμάκια. Και αυτά έχουν ημερομηνία λήξης. Δεν είναι σαν τις αντίκες».
Ο Βασίλης θεωρεί ότι η ασχολία με το παλιό είναι το επάγγελμα του μέλλοντος. «Το παλιό έχει μέλλον. Μακάρι να το καταλάβουν οι νέοι και να ασχοληθούν με αυτό που κάνω. Εγώ είμαι 70 χρονών, σε λίγο θα βγω στη σύνταξη. Οικονομικό πρόβλημα δεν έχω. Ζω από τη δουλειά μου. Θα μπορούσα να κάθομαι στο σπίτι μου, αλλά προτιμώ να κάθομαι κάθε μέρα εδώ, μες στο κρύο. Είναι το μεράκι μου, η ζωή μου. Η κόρη μου δεν θέλει να ασχοληθεί με αυτό, δεν την τραβάει. Πρέπει να το αγαπάς για να το κάνεις».
Σε αυτή τη συναρπαστική πολιτεία παλιών αντικειμένων, μπορείς να βρεις τα πάντα. Από τιμόνια καραβιών περασμένων δεκαετιών, φωτιστικά που δίνουν άλλη βαρύτητα στην έκφραση «σιγά τον πολυέλαιο» και κάποτε φώτιζαν τα σπίτια πολιτικών, μπρούτζινα αρχαιοελληνικά αγάλματα δύο φορές στο μέγεθός σου, τζουκμποξ σε εξαιρετική κατάσταση από 1.000-5.000 ευρώ, μουσικά όργανα σε προσφορά, την πρώτη λατέρνα που έκανε τσάρκες στην Αθήνα το 1942 στην προνομιακή τιμή των 20.000 ευρώ, την πρώτη ταμειακή μηχανή που ήρθε στην Ελλάδα (2.500 ευρώ), χιλιάδες βιβλία και κόμικς, δίσκους και δισκάκια, ραδιόφωνα, γραμμόφωνα, τηλέφωνα, έπιπλα, ρούχα και παπούτσια.

Ακόμα και να σε έκλειναν ένα βράδυ εκεί μέσα, κάποια στιγμή θα σε έπαιρνε γλυκά ο ύπνος πάνω σε ένα περσικό χαλί, αγκαλιά με έναν πορσελάνινο σκύλο με φόντο μια αφίσα της Μέριλιν, χωρίς να έχεις το κουράγιο να τα ψαχουλέψεις όλα. Τα βράδια που το κρύο είναι τσουχτερό πάντως, το airconditionδουλεύει στο fullκαι στον χώρο φιλοξενούνται άστεγοι. Εκεί, τριγυρισμένοι από πράγματα άλλων εποχών, βρίσκουν τη χαμένη τους αξιοπρέπεια και μια ζεστή γωνιά να κοιμηθούν.
Ο Βασίλης γεννήθηκε στο Αγρίνιο και μεγάλωσε στο Πεδίο του Αρεως. «Η Αθήνα έχει αγριέψει, το νιώθεις πια και μέρα μεσημέρι. Δεν χρειάζεται να πέσει η νύχτα. Αυτό που κάνω μου δίνει ελπίδα, με κρατά στη ζωή. Κάτσε ένα λεπτό να σου δώσω και την κάρτα μου»: Στα αριστερά της επαγγελματικής του κάρτας, μια φωτογραφία του από τότε που ήταν νέος και πρωτοξεκινούσε τη δουλειά. «Δεν μπορώ να σου εξηγήσω γιατί από μικρός αγαπούσα τόσο πολύ τις αντίκες. Αυτό ή το χεις ή δεν το χεις. Για μένα έχει να κάνει με τις χαμένες αναμνήσεις. Ερχεται μια στιγμή στη ζωή του κάθε ανθρώπου, που όσα λεφτά κι αν έχει, ή όσο τέλειο κι αν είναι το σπίτι του, υπάρχει ένα τεράστιο κενό μέσα του που πολύ δύσκολα γεμίζει. Αυτό το κενό είναι το παιδί που έχεις μέσα σου και δεν λέει να μεγαλώσει. Φωνάζει, κλαίει, χτυπιέται, κάνει σαματά, σου σπάει τα νεύρα, σε κάνει ρεζίλι και ο μόνος τρόπος για να κάτσει ήσυχο είναι όταν του φέρεις τα παλιά παιχνίδια του. Ερχονται πενηντάρηδες και εξηντάρηδες και μου ζητούν συγκεκριμένα τεύχη από Λούκυ Λουκ, Γκαούρ Ταρζάν, Μικρό Ηρωα. Αν δεν τα έχω χαλάνε τον κόσμο. Τότε τους υπόσχομαι ότι θα τα φέρω μέσα σε τρεις μέρες και βρίσκουν την υγειά τους».
Οι δουλειές πάνε καλά: την ημέρα της επίσκεψης ετοίμαζε να στείλει έπιπλα και αντικείμενα σε μία Μονή στο Αργος, έχει πολλούς και πιστούς πελάτες της ελληνικής διασποράς σε Αμερική και Καναδά, ετοιμάζεται να διοργανώσει και δημοπρασίες για έλληνες και ξένους συλλέκτες. Είναι όμως και ορισμένα αντικείμενα, που «όσα εκατομμύρια κι αν μου δώσεις, δεν τα πουλάω. Τα έχω σαν παιδιά μου. Να, βλέπεις αυτόν τον πίνακα εκεί πάνω με τις κοτούλες; Δεν τον πουλάω με τίποτα. Τον έχω από τότε που πρωτοξεκίνησα».

Οι ζωές των άλλων
Για τον ίδιο και το μαγαζί του, «έγραψαν ακόμη κι οι Times του Λονδίνου. Εσύ που θα γράψεις; Σε σάιτ ε; Δεν έχω ιδέα από αυτά τα πράγματα, δεν τα πάω καλά με την τεχνολογία. Αλλά να μου φέρεις να δω. Πάρε κι αυτή τη μπαλαρίνα, σου την κάνω δώρο. Είναι ασημένια, αλλά δεν είναι εκεί η αξία της. Φέρνει τύχη σε όποιον την έχει, θα δεις πόσο θ’ αλλάξει η ζωή σου προς το καλύτερο από δω και πέρα».
Εβαλα την πολύτιμη μπαλαρίνα στην τσάντα μου και αποχαιρέτισα το Μοναστηράκι της Πατησίων και τον πιο μοντέρνο παλιατζή που γνώρισα ποτέ. Αυτό που σου προσφέρει η πρώτη σου επαφή με το συγκεκριμένο κρησφύγετο αναμνήσεων, ισοδυναμεί με ένα εισιτήριο διαρκείας στα παιδικά σου χρόνια, αλλά και στα παιδικά χρόνια των γονιών και των παππούδων σου.
Πολύ μακριά από τη λογική «θέλω τα πάντα να είναι του κουτιού», σε μια εποχή που επιτρέπει αν όχι επιβάλλει τις ατέλειες, ψάχνουμε στα απομεινάρια από τις ζωές των άλλων τη χαμένη μας ταυτότητα και αθωότητα. Κι όπως ένας βετεράνος παλιατζής νεκρανάστησε την άχρωμη και ώρες ώρες απειλητική Πατησίων, έτσι κι εσύ, κοιτάζοντας κατάματα το παιδί που έχεις μέσα σου, αντί να του πεις να σταματήσει να φωνάζει, μπορείς να του αγοράσεις ένα παιχνίδι.

Σεπόλια

$
0
0

 http://53gym-athin.att.sch.gr

Τα Σεπόλια είναι συνοικία της Αθήνας, που ορίζεται από τις γραμμές του τρένου του ΟΣΕ, την Εθνική οδό Αθηνών-Λαμίας στα βορειοδυτικά και τη συνοικία του Κολωνού στα νότια.

Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας και τα πρώτα χρόνια μετά την Ελληνική Επανάσταση η περιοχή ήταν γνωστή ως «Μύλοι των Αθηνών» γιατί εκεί άλεθαν το σιτάρι οι Αθηναίοι. Η περιοχή ήταν γεμάτη νερόμυλους και μεγάλα κτήματα.

Το 19ο αιώνα τα Σεπόλια ήταν χωριό της Αττικής, διακριτό γεωγραφικά από την Αθήνα. Το 1879 είχε πληθυσμό 278 κατοίκους.   

Στα τέλη του 19ου αιώνα ήταν σημαντικός χώρος καλλιεργειών της αγροτικής παραγωγής της πρωτεύουσας. Το όνομα Σεπόλια βγήκε από τη φράση «έξω από την πόλη», γιατί η περιοχή δεν ήταν στο σχέδιο πόλεως και δεν είχε ασφαλτόστρωση. Καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση και οικιστική εξέλιξη της περιοχής έπαιζε η κατασκευή των σιδηροδρόμων Λαρίσης κ΄ Πελοποννήσου (1882-1892), η κατασκευή των σιδηροδρομικών γραμμών της Αττικής για Λαύριο και Κηφισιά (1885) καθώς και η εγκατάσταση εργοστασίων στην ευρύτερη περιοχή. Η πρώτη ένταξη στο σχέδιο πόλεως έγινε το 1893. Για πολύ καιρό όμως τα Σεπόλια εξακολουθούσαν να είναι σαν χωριό μέσα στην Αθήνα. Είχε πολλά περιβόλια και λαχανόκηπους, καθώς επίσης και πολλά ρέματα και μικρά ποταμάκια που έβγαιναν από τον Κηφισό και τους παραποτάμους του. Ανάμεσα στα περιβόλια υπήρχαν πολλοί ανοιχτοί χώροι που έπαιζαν και αθλούνταν τα παιδιά. Η οδός Δυρραχίου ήταν κεντρικός δρόμος που οδηγούσε στο ποτάμι, τον Κηφισό, και έρχονταν οι Αθηναίοι με άμαξες για περίπατο. Υπήρχαν κέντρα διασκέδασης, όπως αυτό στη γέφυρα Ροσινιόλ και αρκετοί θερινοί κινηματογράφοι.

Στην τοποθεσία που είναι σήμερα χτισμένο το 54ο Γυμνάσιο και Λύκειο Αθηνών ήταν το εργοστάσιο Άτλας, που ξεκίνησε να λειτουργεί το 1920, όταν η περιοχή ήταν σχεδόν ακατοίκητη. Ήταν εργοστάσιο τσιμέντου και δημιουργούσε μεγάλο πρόβλημα ρύπανσης, και οι κάτοικοι δεν μπορούσαν να αναπνεύσουν, τα σπίτια τους και τα ρούχα τους γέμιζαν σκόνη και σκουριά. Με κινητοποίηση των κατοίκων και του συλλόγου Αναγέννηση το εργοστάσιο τελικά έκλεισε το 1962 και αργότερα κτίστηκε το σχολείο, ένα πάρκο και αθλητικοί χώροι. Υπήρχαν και άλλα εργοστάσια, όπως το Βότρυς και το Κοροπούλη, που ήταν πιο παλιά από τον Άτλαντα. Σήμερα δεν λειτουργούν, έχουν κριθεί διατηρητέα και προτείνεται η διαμόρφωσή τους σε κέντρα πολιτισμού και πρασίνου. Στις γραμμές του τρένου υπήρχε και το εργοστάσιο φαρμάκων Δαμβέργη, που λειτουργούσε και πριν τη γερμανική κατοχή και σήμερα συνεχίζει τη λειτουργία του με την ονομασία ΜΕΝΑΡΙΝΙ. Στην τοποθεσία που είναι σήμερα χτισμένο το 53ο Γυμνάσιο και Λύκειο Αθηνών ήταν ένα άλσος σε μικρογραφία του βασιλικού κήπου στο οποίο μαζί με τον Τρίτωνα, αθλητικό χώρο σήμερα, καλλιεργούσαν λουλούδια. Ανήκε στον Καντόρο, που είχε μεγάλο ανθοπωλείο στο Σύνταγμα. Αυτός μετά από παράκληση των κατοίκων, όταν άρχισε να πυκνοκατοικείται η περιοχή, το παραχώρησε μισοτιμής στον ΟΣΚ για να γίνει σχολείο.

Η περιοχή είχε συγκεντρώσει πολλούς πρόσφυγες μετά τη Μικρασιατική καταστροφή το 1922, που ζούσαν πολλές φορές σε δύσκολες συνθήκες. Στα Σεπόλια άρχισαν να κατοικούν σιγά σιγά άνθρωποι από διάφορες περιοχές της Ελλάδας, κυρίως από την Πελοπόννησο. Από τις καλύτερες περιοχές της γειτονιάς εθεωρείτο ο Λόφος Σκουζέ, στα όρια με τον Κολωνό, που παλιά ήταν ιδιόκτητος, κλεισμένος γύρω γύρω και δεντροφυτεμένος και ανήκε στον επιφανή Αθηναίο Σκουζέ. Η περιοχή των Σεπολίων δοκιμάστηκε σκληρά από τη γερμανική κατοχή. Στον Άγιο Μελέτιο, από τις παλαιότερες εκκλησίες της περιοχής, υπάρχει μια πλάκα με τα ονόματα των πεσόντων από τους Γερμανούς.Μέχρι τη δεκαετία του '50 η περιοχή επικοινωνούσε με το κέντρο της Αθήνας με άμαξες, με το τραμ 8 και ένα λεωφορείο, τη Σεπολιώτισσα όπως το ονόμαζαν οι παλιοί κάτοικοι.

Από τις δεκαετίες '60 και '70 κατασκευάστηκαν πολυκατοικίες με το σύστημα της αντιπαροχής και έτσι διαμορφώθηκε μια μεγάλη ποικιλία κτιριακού αποθέματος που έφερε πολλούς κατοίκους στην περιοχή. Οι συγκοινωνίες βελτιώθηκαν, οι δρόμοι ασφαλτοστρώθηκαν και από τη δεκαετία του '90 άρχισαν να κατοικούν στην περιοχή και πολλοί οικονομικοί μετανάστες κυρίως από τις βαλκανικές χώρες.

Ηκατασκευή του μετρό των Σεπολίων έδωσε νέες δυνατότητες πρόσβασης στην περιοχή και υπάρχουν αρκετοί που επιλέγουν τη συνοικία αυτή για κατοικία λόγω της εγγύτητάς της με το κέντρο, την ύπαρξη συγκοινωνιών και τη σχετικά χαμηλή αξία της γης σε σχέση με άλλες γειτονιές. Τα προβλήματα της περιοχής βέβαια είναι αρκετά: η έλλειψη πράσινου και αρκετών αθλητικών χώρων, το κυκλοφοριακό πρόβλημα στην οδό Δυρραχίου και τους γύρω δρόμους, η πυκνή δόμηση και οι υψηλές πολυκατοικίες που κατέστρεψαν το φυσικό περιβάλλον και η κατάλληλη αξιοποίηση των χώρων των παλιών εργοστασίων Βότρυς και Κοροπούλη. Μπορούν όμως να λυθούν με τη συνεργασία όλων των κατοίκων και την κατάλληλη μέριμνα από την πλευρά της Πολιτείας.


Το παλαιότερο σπίτι των Αθηνών

$
0
0

Το παλαιότερο σπίτι των Αθηνών
Η παλαιότερη σωζόμενη κατοικία της Αθήνας μετατρέπεται σε μουσείο, με στόχο να προσφέρει μία βιωματική γεύση για την αστική κατοικία. Στην "καρδιά"της πρωτεύουσας, στη σκιά της Ακρόπολης, η οικία επί της οδού Αδριανού 96, θα αποτελέσει έναν χώρο περιήγησης στην αθηναϊκή κοινωνία του 18ου αιώνα με την αξιοποίηση σύγχρονων οπτικοακουστικών μέσων.
Πρόκειται για το ιστορικό κτίριο της οικογένειας Μπενιζέλων-Παλαιολόγων, το οποίο βρίσκεται στην Πλάκα και ένα αρχικό τμήμα του ανάγεται στον 16ο αιώνα. Μέλος της ίδιας οικογένειας με βυζαντινές καταβολές ήταν και η Ρηγούλα Μπενιζέλου. Πρόκειται για τη μετέπειτα μοναχή, γνωστή ως Αγία Φιλοθέη η Αθηναία, η οποία έζησε στην προγονική της κατοικία.
Μετά τα έργα αποκατάστασης, τα οποία ολοκληρώθηκαν πριν από δύο χρόνια, το Συμβούλιο Μουσείων ενέκρινε τη διαμόρφωση και τη μουσειολογική μελέτη.
Το έργο είναι ήδη υπό δημοπράτηση και έχει ενταχθεί στο ΕΣΠΑ υπό τη σκέπη της Αρχιεπισκοπής Αθηνών στην οποία έχει δοθεί ως παραχώρηση από το υπουργείο Πολιτισμού.
«Θα αποκαλυφθεί ένα αθηναϊκό αρχοντικό αστικού τύπου του 1750, το παλαιότερο κτίριο-κατοικία που διασώζεται σήμερα στην Αθήνα. Είναι η ατμόσφαιρα μέσα στην οποία μεγάλωσε και η Αγία Φιλοθέη στο πλαίσιο μίας αστικής πνευματικής ακμής», λέει ο αρχιτέκνων Γιάννης Κίζης, ο οποίος ασχολήθηκε πρώτη φορά με την οικία Μπενιζέλων το 1980 ως συμβασιούχος συνεργάτης του υπουργείου Πολιτισμού.
Το μνημείο ήταν γνωστό από τη μελέτη του Αν. Ορλάνδου το 1940 και ήταν ήδη αλλοιωμένο από παρεμβάσεις που είχαν γίνει στο πέρασμα του χρόνου, είχε διχοτομηθεί σε δύο ιδιοκτησίες και το χαγιάτι είχε κλείσει με ανασυρόμενα τζαμιλίκια, κλπ.
«Ήταν εγκαταλελειμμένο για πολύ καιρό και είχε μισογκρεμιστεί. Τα χρόνια πέρασαν και τη δωδεκάτη ώρα… περιήλθε το 2000 στην Αρχιεπισκοπή», λέει ο κ. Κίζης. «Σε πρώτη φάση κάναμε την αποκατάσταση μαζί με την κ. Χρ. Πινάτση, τον κ. Κλ. Ασλανίδη και την πολιτικό μηχανικό κ. Ελ. Τσακανίκα. Σε δεύτερη φάση ανέλαβα τη μουσειογραφική μελέτη σε συνεργασία με τον αρχιτέκτονα Θύμη Δούγκα και τη μουσειολόγο  Παρή Καλαμαρά και με το ιδιαίτερο ενδιαφέρον που έδειξε ο Αρχιεπίσκοπος κ. Ιερώνυμος το έργο προχώρησε».
Ο νέος μουσειακός χώρος στο ιστορικό κέντρο της Αθήνας θα αποτελεί ένα ιδιαίτερο μνημείο για την ιστορία της πόλης από τον 16ο έως τον 18ο αιώνα. Ένα μικρό παζλ της Αθήνας μέσω μίας κατοικίας της οθωμανικής περιόδου στην οποία ξετυλίγονται η αρχιτεκτονική, η ζωή μέσα σε αυτό και μία ολόκληρη εποχή.
Πηγή: Έθνος

Εν Αθήναις....μια άλλη πλευρά του Κολωνού

$
0
0




Θα γυρίσω πίσω στον παλιό Κολωνό...
Πού μένεις σε ρωτούσαν και απαντούσες με καμάρι σήμερα θα λέγαμε
με μαγκιά.
Κάτοικοι και οι ψευτόμαγκες....και τα κουτσαβάκια...και οι αετονύχηδες
και οι αγαπητικοί και οι μισότριβες όπως έλεγαν τις γυναίκες ελευθερίων ηθών.
Οι σημερινοί νέοι θα γελάνε με αυτόν τον προσδιορισμό και φυσικά
δεν τον καταλαβαίνουν.
Άκουγες κάποιους να καμαρώνουν για την φυλακή που έκαναν...
"....έβγαλα ένα χρόνο..."
Κάτι σαν μεταπτυχιακό ....
Και όμως όλοι ζούσαν αρμονικά και υπήρχε αλληλεγγύη...
Έπαιζες μπάλα στα αρχαία ανάμεσα στις σαρκοφάγους ...δίπλα ένα ύψωμα
με ελιές ....παρακάτω άλλη αλάνα άλλη γειτονιά.
Και λαχανόκηποι παρακαλώ με τους μανάβηδες να φορτώνουν χαράματα
τα λαχανικά για να προλάβουν να τα πουλήσουν μέχρι το μεσημέρι.
Ο Κολωνός είχε πολλούς νοικαρέους....
Ο κάθε ιδιοκτήτης σπιτιού φρόντιζε να έχει ένα έξτρα εισόδημα
νοικιάζοντας ένα δωμάτιο του σπιτιού του.
Δεν υπήρχαν και πολλές διατυπώσεις...τόσο το ενοίκιο...ο βόθρος...το νερό...
το ηλεκτρικό.
Αυτό το μετρούσαν με ενδιάμεσο ρολόϊ.
Τα παιδιά έβλεπαν και άκουγαν πολλά οπότε "ξυπνούσαν"γρηγορότερα
από άλλα.
Τι να θυμηθείς...τον παπατζή τον γείτονα που καθότανε και αυτός στο πεζοδρόμιο
με τα παιδιά για να τους δείξει τις δαχτυλήθρες με την φακή ...και κάποια
μάνα που τον έπαιρνε χαμπάρι να τον βρίζει.
Γελούσε η παρέα....
Ακόμα χειρότερη η κατάσταση όταν η ελαφρών ηθών της γειτονιάς πλησίαζε
τα παιδιά που έπαιζαν και τους έδινε λεφτά για να πάνε στον ψιλικατζή.
Οι φωνές των μανάδων ακουγόντουσαν στην Ομόνοια.
Σαββατόβραδα και Κυριακές μεσημέρια οι γείτονες μαζευόντουσαν
σε ένα σπίτι για να φάνε και να πιούνε ένα κρασί πάντα ρεφενέ
και με την κατσαρόλα του ο καθένας αναμάσχαλα.
Ο Κολωνός ήταν μια γειτονιά που έμεινε αξέχαστη για αυτούς
που γεννήθηκαν και έζησαν κάποια χρόνια εκεί.

Πίσω στα παλιά !


Ενθουσιασμός στην Κυβέρνηση μετά την συνάντηση Τσίπρα-Μέρκελ !

$
0
0


Σκίτσο του Ηλία Μακρή (24.03.15)

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

"Άστα να πάνε στο διάλο
Κάθε καρέκλα και χάχας
Όλα πηγαίνουν στο φούντο
Κι αυτοί εκεί τη λιλής το χαβά

Να δεις που κάποτε
Θα μας πούνε και μαλάκες
Να δεις που κάποτε
Θα μας πούνε και χαζούς..."


Ο άστεγος που ζει στον κήπο του Ζαππείου για 25 χρόνια!

$
0
0

http://www.newsbeast.gr/



Η ιστορία ενός συμπολίτη μας

Όσο δύσκολο και να είναι να πιστέψει κάποιος ότι ο κήπος του Ζαππείου φιλοξενεί παράγκες με άστεγους, η αλήθεια είναι πως λίγα μέτρα μετά από την είσοδο, από την πλευρά του Καλλιμάρμαρου, συναντά κανείς δύο παραπήγματα.

Ρεπορτάζ / Φωτογραφίες: Γιάννης Κέμμος

Εκεί γνωρίσαμε τον κύριο Διονύση 65 ετών. Και αντίθετα στην άποψη που θέλει τους άστεγους να είναι μια πραγματικότητα που προέκυψε από την οικονομική κρίση των τελευταίων ετών, ο κύριος Διονύσης βρίσκεται σε αυτό το σημείο επί περίπου 25 χρόνια. Το τελευταίο διάστημα μόλις προστέθηκε δίπλα του ένας ακόμα άστεγος ηλικίας περίπου 70 ετών.

Στο ερώτημα πως ένας άνθρωπος καταλήγει να μένει στις παρυφές του κήπου του Ζαππείου, η απάντηση που δίνει με αφοπλιστική ειλικρίνεια δίνει μία εξήγηση πολύ πιο απλή και πιο καθημερινή από ότι πολλοί φαντάζονται: Άτυχες επιλογές στη ζωή.

Ο κ. Διονύσης, τουλάχιστον όπως ο ίδιος λέει, ήταν θύμα τέτοιων επιλογών. Ένας άτυχος γάμος - από τον οποίο προέκυψαν τρεις κόρες και πέντε εγγόνια - και βρέθηκε από τη μία μέρα στην άλλη να ψάχνει μέρος να μείνει. Η κανονική του δουλειά (ήταν μπογιατζής), όμως τώρα πλέον φροντίζει την καθαριότητα τμήματος του κήπου καθώς και το πότισμα. Τα χρόνια που πέρασαν, κατάφερε να οργανώσει τη ζωή του μαζεύοντας διάφορα κομμάτια που τον βοήθησαν να στήσει την παράγκα του.

Χωρίς κάποια σύνταξη να τον στηρίζει οικονομικά, η καθημερινότητά του περιλαμβάνει τη συλλογή μεταλλικών κατασκευών από διάφορους κάδους ή όπου αλλού μπορεί να τις βρει και η πώλησή τους για λίγα ευρώ. Για συντροφιά του έχει ένα παλιό ραδιόφωνο που δουλεύει με μπαταρίες. Καφέ καταφέρνει να προμηθεύεται από γειτονικό μαγαζί και για φαγητό όταν δεν έχει να αγοράσει, θα ψάξει να βρει από οπουδήποτε.

Έχοντας μείνει, από επιλογή, μακριά από κάθε είδους ενημέρωση γύρω από την καθημερινότητα του υπόλοιπου κόσμου, λίγο τον αφορά ποιος κυβερνά ή αν η Ελλάδα θα μείνει στο ευρώ ή θα γυρίσει στην δραχμή. Όπως μας είπε, άλλωστε, γι’ αυτόν δεν πρόκειται να αλλάξει τίποτα ότι κι αν γίνει.

Τις φορές που αρρώστησε, μας είπε πως έχει πάει στα νοσοκομεία όπου ευτυχώς όταν τους λέει πως είναι άστεγος δεν του ζητάνε τίποτα περισσότερο.

Τα χρόνια που πέρασαν ουσιαστικά αποκόπηκε από την οικογένειά του, παρά το γεγονός ότι η μικρή του κόρη κατάφερε κάποια στιγμή να τον βρει και προσπάθησε να τον πείσει και να τον βοηθήσει να αφήσει αυτή τη ζωή, αλλά τελικά δεν βγήκε αποτέλεσμα.

Ο κ. Διονύσης θεωρεί πλέον σπίτι του τον κήπο του Ζαππείου. Και το μόνο που τον απασχολεί είναι πως τα χρόνια περνούν και οι δυνάμεις του τον εγκαταλείπουν. Παρόλα αυτά δεν δείχνει ούτε στιγμή να μετανιώνει για τις αποφάσεις και τις επιλογές του με μία στάση που δεν επιτρέπει αμφισβήτηση.














Η υγεία των Ελλήνων το 1821. Οι επιδημίες της πανώλης, του τύφου, της χολέρας. Ο Καποδίστριας και η δημόσια υγεία της εποχής.

$
0
0


Επιμέλεια Αλέξανδρος Γιατζίδης, M.D., medlabnews.gr
Η απουσία ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και κοινωνικής πρόνοιας ασθενών και τραυματιών έγινε ιδιαίτερα αισθητή στον ελλαδικό χώρο κατά τη διάρκεια της Επανάστασης. Οι Έλληνες από τις πρώτες κιόλας μέρες του αγώνα της Ανεξαρτησίας είχαν να αντιμετωπίσουν εκτός από τους τραυματίες των μαχών και τους νοσούντες από επιδημικές και όχι μόνο ασθένειες. Αναπόφευκτα δηλαδή επακόλουθα των ανύπαρκτων μέτρων υγιεινής που χαρακτήριζαν τα στρατόπεδα των μαχητών και τις πόλεις που συγκεντρώνονταν οι πρόσφυγες.
Το Παλαμήδι και αριστερά κάτω,
τμήμα του παλαιού Στρατιωτικού Νοσοκομείου, δεκαετία 1930.
Σε κείμενα της εποχής συχνές είναι εξάλλου οι αναφορές για την εμφάνιση επιδημιών στην Πελοπόννησο, όπως η πανώλη, ο εξανθηματικός τύφος, η δυσεντερία, η χολέρα, η ευλογιά, οι οποίες στο πέρασμά τους προκαλούσαν περισσότερα θύματα ακόμα και από τις πολεμικές αναμετρήσεις. Παρά τη λήψη εκτάκτων μέτρων που έλαβαν οι προσωρινές κυβερνήσεις (1821-1827) και ο Ιωάννης Καποδίστριας (1828-1831), τα καταστρεπτικά αποτελέσματα των επιδημιών δεν έλειψαν καθ’ όλη τη διάρκεια των συγκρούσεων. Ο Καποδίστριας, έχοντας σπουδάσει την ιατρική επιστήμη οργάνωσε τον τομέα της υγείας και δημιούργησε το πρώτο σύγχρονο λοιμοκαρθατήριο για τις κοινότητες που πλήττονταν από επιδημίες, όπως τύφο, ελονοσία, δυσεντερία. Έτσι κατόρθωσε και αντιμετώπισε με επιτυχία την πανώλη που έπληξε το Ναύπλιο, τις Σπέτσες και την Ύδρα, λαμβάνοντας επείγοντα και αποτελεσματικά μέτρα. Μερίμνησε και ιδρύθηκαν στον Πόρο το πρώτο ναυτικό νοσοκομείο (25-11-1829) με πρώτο διευθυντή τον αρχίατρο Χρονία Δροσινό το 1828 στις εγκαταστάσεις της Ιεράς Μονής Ζωοδόχου Πηγής Πόρου, το πρώτο ορφανοτροφείο του έθνους για τα ορφανά των πολεμιστών του αγώνα. Ίδρυσε τον πρώτο προσφυγικό καταυλισμό της χώρας στον οικισμό Πρόνοια στο Ναύπλιο για να στεγάσει τους πρόσφυγες που συνέρρεαν σ΄αυτό όταν απελεθευρώθηκε από τους Τούρκους. Τον οικισμό σχεδίασε ο αρχιτέκτονας Στ. Βούλγαρης. Σκοπός του Καποδίστρια ήταν ν'αξιοποιήσει το ιατρικό δυναμικό, να είναι αποτελεσματική η περίθαλψη των πληγωμένων και των άλλων ασθενών αλλά και ο επισιτισμός του λαού: «Τούτο το παξιμάδιον φαίνεται μεν άσχημον, είναι όμως καλόν, το εδοκίμασα ο ίδιος, και δύναται να χρησιμεύση ως αρίστη τροφή εις ανθρώπους παντάπασιν ατρόφους». Ο Ιωάννης Καποδίστριας προσπάθησε να ενημερώσει τους Έλληνες και να τους μεταφέρει τις ιατρικές γνώσεις της εποχής του με όρους εκλαϊκευμένης ιατρικής για τους κίνδυνους και την αποτελεσματική αντιμετώπιση των μεγάλων λοιμωδών νόσων. Περιέγραψε πως έγινε η πρώτη αποτελεσματική εκστρατεία εμβολιασμού του νεωτέρου Ελληνικού κράτους. Έγραψε ιατρικό άρθρο σχετικά με τον συνολικό αριθμό των εκφορητικών πόρων των ιδρωτοποιών αδένων. Μετέφρασε το γαλλικό έργο με τον τίτλο «Ιστορία της εισδρομής της χολέρας εις την Ευρώπη» που αφορούσε τις τρεις έως τότε γνωστές επιδημίας χολέρας, εξορμούμενης από Ινδίες στην Ευρώπη. Στο άρθρο του τονίστηκε η μεταδοτικότητα της νόσου, η παροδική της υποχώρηση με το ψύχος και η συμβολή των μεταφερόμενων στρατευμάτων στην εξάπλωσή της.
Από τις πλέον ευάλωτες στις λοιμικές νόσους περιοχές ήταν το Ναύπλιο, εξαιτίας των στρατευμάτων που στρατοπέδευαν στην πόλη και του άμαχου πληθυσμού που καθημερινά συνέρρεε εκεί επιζητώντας ασφάλεια. Η πόλη ως έδρα της Κυβέρνησης λογικό ήταν να τραβήξει την προσοχή των ιθυνόντων για τη λήψη κατάλληλων υγειονομικών μέτρων και νοσηλευτικής φροντίδας από την αρχή κιόλας του Αγώνα. Στο πλαίσιο αυτό κρίθηκε αναγκαίο να ιδρυθούν εθνικά νοσηλευτικά ιδρύματα – αρχικά στο Ναύπλιο- και να συγκροτηθούν υγειονομεία.
Η ίδρυση νοσοκομείου στο Ναύπλιο για την ίαση ασθενών και τραυματιών σημειώνεται από τους πρώτους κιόλας μήνες της απελευθέρωσης της πόλης (Μάρτιος 1823). Για να καλυφθούν μάλιστα οι ανάγκες – που συνεχώς αυξάνονταν- το εν λόγω ίδρυμα λειτουργούσε ως «κοινό», δηλαδή στους χώρους του συνυπήρχαν πολίτες και στρατιωτικοί. Η κοινή χρήση του νοσοκομείου προκύπτει από διάφορα έγγραφα, όπως το μηνιαίο οικονομικό απολογισμό για το μήνα Οκτώβριο (11.11.1825). Σύμφωνα με τον οποίο το ίδρυμα αποτελείτο από δύο τμήματα, το «νοσοκομείον των πληγωμένων» και το «νοσοκομείον των ασθενών». Από σχετική αλληλογραφία του Εκτελεστικού προς το Βουλευτικό γίνεται γνωστό πως το νοσοκομείο εξυπηρετούσε και τις ανάγκες του Τακτικού Σώματος.
Η νοσηλευτική κατάσταση στην πόλη διαφοροποιείται την καποδιστριακή περίοδο, αφού μέσα στο 1828 ο Κυβερνήτης δημιούργησε ξεχωριστά νοσοκομεία για τους πολίτες και τους στρατιωτικούς. Τα δύο νοσηλευτικά ιδρύματα που λειτούργησαν στο Ναύπλιο από το 1828 έως το 1832 ήταν το Α’ Εθνικόν Νοσοκομείον Ναυπλίας ή Νοσοκομείον του Κανονοστασίου των Πέντε Αδελφών και το Εθνικόν Στρατιωτικόν Νοσοκομείον Ναυπλίας. Η ύπαρξή τους στην πόλη, σε συνδυασμό με τα υγειονομεία αποτελούν δείγματα της υγειονομικής πολιτικής που ο Καποδίστριας σκόπευε να εφαρμόσει σ’ ολόκληρη τη χώρα. Η παρούσα μελέτη ασχολείται με τα ανωτέρω ιδρύματα, καθώς δε θα πρέπει να μας διαφεύγει πως αυτά ήταν τα πρώτα κρατικά νοσοκομεία στον ελλαδικό χώρο.
Πρώτος γιατρός του πολιτικού νοσοκομείου, ήταν ο Γερμανός φιλέλληνας Φρειδερίκος Βολόης, ο οποίος μας πληροφορεί πως κατά τη διάρκεια της παρουσίας του στο νοσοκομείο (1823) περιέθαλψε περισσότερους από 400 ασθενείς.
Το κτίριο που στεγάστηκε το νοσηλευτικό ίδρυμα φαίνεται πως ήταν μικρό και σε περιοχή ακατάλληλη, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις ενός νοσοκομείου. Τον επόμενο χρόνο (1825) η ανάγκη για άμεση μεταστέγαση του ιδρύματος έγινε επιτακτική, καθώς λόγω «επιδημικής και ολέθριας νόσου εζητήθη υπό της Κυβερνήσεως αντί της μέχρι τότε ως νοσοκομείον χρησιμευούσης οικίας να παραχωρηθεί ετέρα εις θέσιν καταλληλοτέραν και υγειοτέραν, ως τοιαύτη δε παρεχωρήθη η εις ην ήδη διατελεί το Νοσοκομείον, αναγνωρισθείσα ως ιδιοκτησία δημοτική υπό της Κυβερνήσεως».
Το 1825 γιατρός του νοσοκομείου διορίστηκε ο Γερμανός φιλέλληνας Η. Treiber, ο οποίος αργότερα (1828) έγινε διευθυντής στο στρατιωτικό νοσοκομείο της πόλης. Στη συνέχεια προσλήφθηκε και δεύτερος γιατρός, ο Ηπειρώτης Λουκάς Βάγιας, γιατρός του Αλή Πασά και του Βύρωνα. Υπολογίζεται πως το έτος αυτό νοσηλεύονταν καθημερινά στο νοσοκομείο περισσότεροι από 40 ασθενείς.
Η Πύλη του Στρατιωτικού Νοσοκομείου
πάνω από τον Ψαρομαχαλά, δεκαετία 1930.
Για τη συντήρηση του ιδρύματος και κατ’ επέκταση της εξασφάλισης της βιωσιμότητας του, η Κυβέρνηση επέβαλε ειδικούς φόρους. Στην οικονομική ενίσχυση του ιδρύματος συνέβαλλαν επίσης διάφορες συνδρομές πολιτών και έκτακτες εισφορές από την περιφορά ειδικού δίσκου βοηθείας στους ναούς της πόλης κατά τις εορτάσιμες ημέρες. Επειδή όμως οι παραπάνω πόροι θεωρήθηκαν ανεπαρκείς, με πρόταση του επιτρόπου του νοσοκομείου Πέτρου Περόγλου, προστέθηκε και ειδικός φόρος, ο οποίος επιβλήθηκε στους βιοτέχνες, στα μέλη του Βουλευτικού και Εκτελεστικού και στους υπουργούς. Αργότερα παραχωρήθηκαν για την οικονομική του ενίσχυση και έσοδα από την εκμίσθωση του δημοσίου στατήρα του Ναυπλίου και των Μύλων.
Στη διάρκεια της διακυβέρνησης της χώρας από τον Καποδίστρια το νοσοκομείο ονομάστηκε Α’ Εθνικόν Νοσοκομείον Ναυπλίου. Στα χρόνια της αρτιότερης οργάνωσης και λειτουργίας του νοσηλευτικού ιδρύματος (1827-1833) γιατρός – διευθυντής και επιστάτης του ήταν ο Λευκαδίτης χειρουργός Πέτρος Στεφανίτσης. Το νοσοκομείο χρησιμοποιήθηκε έως το Μάιο του 1832 για τη νοσηλεία φτωχών, ορφανών, καταδίκων, υποδίκων, πορνών, ξένων και αιχμαλώτων πολέμου. Παράλληλα με το κρατικό αυτό ίδρυμα στην πόλη υπήρχαν και γιατροί οι οποίοι επισκέπτονταν ιδιωτικά τους ασθενείς στα σπίτια τους, όταν οι τελευταίοι διέθεταν τα ανάλογα οικονομικά μέσα.
Το 1832 το νοσοκομείο παραχωρήθηκε – ή καλύτερα επιτάχθηκε- από τα γαλλικά συμμαχικά στρατεύματα για την κάλυψη των αναγκών του, τα οποία μετά την αναχώρηση τους το παράδωσαν στο Β. Φρουραρχείο. Έκτοτε το νοσοκομείο και έως το 1836 έπαυσε να λειτουργεί ως κρατικό νοσηλευτικό κατάστημα. Πρόβλημα ακόμη παραμένει ο προσδιορισμός της ακριβούς θέσης της πρώτης οικίας-νοσοκομείου, καθώς και οι επόμενες μεταστεγάσεις του. Περισσότερη σιγουριά υπάρχει για το κτίριο του Α’ Νοσοκομείου, το οποίο τοποθετείται έξω από τα όρια της τότε πόλης – στη σημερινή συνοικία του Ψαρομαχαλά- στους ΒΔ πρόποδες της Ακροναυπλίας και πάνω από τον προμαχώνα των Πέντε Αδελφών
ΠΗΓΗ: Νίκος Φ. ΤόμπροςΔιδάκτωρ Ιστορίας, Επίκουρος ΚαθηγητήςΠαν/μίου Πελοποννήσου Τμήμα Ιστορίας, Ναυπλιακά Ανάλεκτα VI, Έκδοση Δήμου Ναυπλιέων, 2007.


Read more: http://medlabgr.blogspot.com/2014/03/1821.html#ixzz3VJtS9Mth

Η Ταχύπτερος Φήμη

$
0
0





Η Ταχύπτερος Φήμη κυκλοφόρησε στην Αθήνα, ήταν 4ου σχήματος και εκδιδόταν δύο φορές την εβδομάδα, κάθε Πέμπτη και Δευτέρα. Τυπωνόταν στο τυπογραφείο Ν. Παππαδοπούλου, ενώ τα γραφεία της βρίσκονταν στην οδό Αγίου Νικολάου Ραγκαβά. Στη βιβλιοθήκη του Ελληνικού Λογοτεχνικού και Ιστορικού Αρχείου υπάρχει μόνο το τετρασέλιδο τεύχος αρ. 275 του Ζ'έτους (Δευτέρα 8 Φεβρουαρίου 1843).
Το φύλλο αυτό πάντως έχει ιδιαίτερη ιστορική αξία, καθώς αναγγέλλει τον θάνατο του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και περιγράφει την τελετή της κηδείας του. Διαβάζουμε ότι «ο Σύμβουλος της Επικρατείας και Αντιστράτηγος»παρευρέθη σε βασιλικό χορό στα ανάκτορα, στις 3 Φεβρουαρίου, και επέστρεψε, στις 11 το βράδυ, στο σπίτι του, όπου, ύστερα από τέσσερις ώρες, «[...] ευρέθη προσβεβλημένος από αποπληξίαν». Οι οικείοι του κάλεσαν γιατρούς, το πλήγμα όμως ήταν θανατηφόρο και «ο γέρος του Μοριά» ξεψύχησε ύστερα από λίγο. Μόλις κυκλοφόρησε η είδηση του θανάτου του πλήθος Αθηναίων έσπευσαν στο σπίτι του για να συμπαρασταθούν στην οικογένειά του. Στην περιγραφή σημειώνεται ότι το Συμβούλιο της Επικρατείας διέκοψε τη συνεδρίασή του και «[...] επεσκέφθη εις την οικίαν τον νεκρόν», ενώ το υπουργικό συμβούλιο εκπόνησε αμέσως πρόγραμμα επικήδειας τελετής και το υπέβαλε για βασιλική έγκριση.
Την ημέρα της κηδείας η σορός του Κολοκοτρώνη, ντυμένη με τη στολή του αντιστρατήγου, το ξίφος και την περικεφαλαία του και συμβολικά μια τουρκική σημαία κάτω από τα πόδια, πέρασε από τις οδούς Ερμού και Αιόλου και κατέληξε στον τότε μητροπολιτικό ναό της Αθήνας, την Αγία Ειρήνη. Πρωτοφανές πλήθος (περίπου δέκα χιλιάδες) ακολούθησε στη συνέχεια την εκφορά μπροστά από τα τότε ανάκτορα και τέλος στο νεκροταφείο. Συγκινητική είναι και η περιγραφή των αντιδράσεων των γιων του Κολοκοτρώνη: «Οι φίλτατοι υιοί του συνησθάνθησαν θλίψην απαρηγόρητον διά την στέρησιν τοιούτου περιωνύμου πατρός. Και ο μεν νεώτερος Κ. Κωνστ. πρώτην ίσως φοράν αισθανόμενος πικρότητα λύπης εφάνη καταπονούμενος υπ'αυτής,ώστε και επί του νεκρού κατά τον τελευταίον ασπασμόν απεσπάσθη λυποθημμένος».
Η περιγραφή της κηδείας καταλαμβάνει δύο από τις τέσσερις σελίδες του φύλλου. Στην τρίτη σελίδα δημοσιεύεται διάταγμα του Οθωνα που αφορά την κήρυξη τριήμερου πένθους στον Στρατό και ακολουθεί το πλήρες πρόγραμμα «περί της εκφοράς του νεκρού του αοιδίμου Θ. Κολοκοτρώνη». Στην τελευταία σελίδα υπάρχουν ανακοινώσεις («ειδοποιήσεις»), διαφημίσεις της εποχής («Το Ξενοδοχείον της Ολυμπιάδος πλησίον εις το Σχολείον του Γυμνασίου έκαμεν έναρξιν [...] εκτελεί όλα με μεγίστην καθαριότητα και αφθονίαν [...]», διορθώσεις σε προηγούμενα φύλλα, αλλά και απώλειες («[...] εχάθη έν πιστοποιητικόν αγωνήσεως [...]» ή «[...] εδόθη κατά λάθος εις τινα επανωφόρι ευρωπαϊκόν. Ο κατέχων τούτο ή γνωρίζων τι περί τούτου ας ειδοποιήση τον συντάκτην της Φήμης, παρ'ου θέλει λάβει δραχμάς δέκα».
ΝΙΚΟΣ ΚΟΥΤΣΟΥΜΠΟΣ


ΤΟ ΒΗΜΑ , 25-08-2002
Κωδικός άρθρου: B13646S202
http://www.elia.org.gr

Εν Αθήναις....Ζήτω η 25η Μαρτίου !

$
0
0



Παλιά τα δημοτικά σχολεία είχαν στους τοίχους αφίσες με τους ήρωες του 1821...
Η σχολική παρέλαση για την 25η Μαρτίου ....
Μπλέ παντελόνι σακάκι επίσης και άσπρο πουκάμισο...
Δεν ήταν εύκολο να έχουν όλοι αυτά οπότε η γειτονιά θα φρόντιζε για αυτό....
Δανεικό και αν το σακάκι ήταν μεγάλο η πατέντα θα βρισκότανε με καμμιά βάτα ή και κανένα ρούχο παραπάνω από μέσα.
Και τώρα το μεσημεριανό τραπέζι ανήμερα του Ευαγγελισμού στην αυλή των θαυμάτων με το ραδιόφωνο στην διαπασόν με τα δημοτικά τραγούδια και φυσικά με την παρέλαση και την γνώριμη φωνή του εκφωνητή.
"....και τώρα περνούν μπροστά από την εξέδρα των επισήμων ...."





Ο βακαλάος μέσα σε σκάφη για ξαλμίρισμα ....ήταν αγορασμένος ρεφενέ 
και σε ποσότητα γιατί οι νοματαίοι ήταν πολλοί.
Οι γκαζιέρες αγκομαχούσαν με τα τηγάνια και με τον μπακαλιάρο στο κουρκούτι
να τσιτσιρίζει.
Την προηγούμενη ημέρα στο μπακάλικο ουρά για μπακαλιάρο που ήταν
στιβαγμένος σε τσουβάλια και μέσα στην μέση του μαγαζιού.
Υπήρχαν και αυτοί που τον δοκιμάζανε...ωμό για να εγκρίνουν την φρεσκάδα του
όπως έλεγαν και να ανάβουν τα γλομπάκια του μπακάλη.
Άλλοι προτιμούσαν την Βαρβάκειο...και εκεί συνωστισμός....
Είχε καλύτερες τιμές από το μπακάλικο της γειτονιάς αλλά δεν είχε τεφτέρι.
Η σκορδαλιά ήταν δουλειά της γιαγιάς της αυλής της Μικρασιάτισας
φιαγμένη με καρύδι...αλιάδα την έλεγε και δοκίμαζε πρώτα το σκόρδο
ώστε να είναι "θανατηφόρο".
Σκόρδο...σκορδαλιά κάνουν καλό στην υγεία έλεγαν ....
Φυσικά η ρετσίνα στην νταμιτζάνα ρεφενέ και αυτή και όλοι οι καλοί χωρούσαν.
Η γιαγιά φρόντιζε να κρατάει κουρκούτι για να φιάχνει μετά στα παιδιά
τηγανίτες με μπόλικη ζάχαρη επάνω γιατί το μέλι τα είχε τα λεφτά του
και το χρησιμοποιούσαν...για φάρμακο.
Στην αλάνα τα παιδιά και οι μεγάλοι να συνεχίζουν την γιορτή για την Εθνική
Παλιγενεσία και η μυρουδιά του σκόρδου να γίνεται αντιληπτή έξω στον δρόμο.
Μεταξύ τους οι σκορδοφάγοι δεν είχαν πρόβλημα 
οι έξω θα είχαν αργότερα  οπότε η γιαγιά θα έβαζε στην μέση στο τραπέζι
ένα μάτσο μαϊντανό για να πάρει την μπόχα όπως έλεγε.
Δεν έκανε πολλά πράγματα.

Πίσω στα παλιά !

Ντάισελμπλουμ....

$
0
0




 ...«Η Ελλάδα μπορεί ακόμη να αναχρηματοδοτηθεί μόνη της»

Τι να σκέπτονται ;


Αυτό το σπίτι …ποιος θα το πάρει;!…

$
0
0

 


-«Αυτό το σπίτι …ποιος θα το πάρει;!…»
Μοιράζει κανείς σπίτια; Όχι, βέβαια. Ένας λαχειοπώλης προσπαθεί να ξεγελάσει τους περαστικούς. Για να βγάλει: αυτός τον άρτον τον επιούσιον και ορισμένοι μεγαλόσχημοι της «Ενώσεως Συντακτών» το χαβιάρι τους το επιούσιο.
Και γιατί σπίτια κι όχι – ας πούμε – αποθήκες χρωμάτων; Αποθήκες χρωμάτων υπάρχουν αρκετές. Σε μια τέτοια αποθήκη, στον Κολωνό, τον περασμένο μήνα, κοιμόνταν δυο μικρά παιδιά. Η αποθήκη πήρε φωτιά. Τα δυο μικρά παιδιά κάηκαν ζωντανά. Και γιατί κοιμόνταν στην αποθήκη; (τι είναι αυτό που κάνει νιάου-νιάου στα κεραμίδια;…) Κοιμόνταν στην αποθήκη γιατί δεν είχαν σπίτι. Δεν τους είχε τύχει ποτέ το λαχείο Συντακτών. Και κάηκαν ζωντανά. Ωστόσο, δεν αποκλείεται, στο μέλλον, να κέρδιζαν κι αυτά κάποτε ένα διαμέρισμα ….
Αποθήκες χρημάτων, λοιπόν, υπάρχουν αρκετές. 
Σπίτια δεν υπάρχουν;
Τόση πολυκατοικία, τόσο κακό ….
Ας μας το πει η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία, που είναι Εθνική και δεν έχει φόβο να της βγει το όνομα – πως είναι τάχα αντεθνική: «73.000 νοικοκυριά (250-350 χιλιάδες Έλληνες), στεγάζονται εντός κτιρίων μη αποτελούντων κανονικήν κατοικίαν (καταστήματα, αποθήκαι, αχυροκαλύβαι, σκηναί, σπήλαια, κλπ)».
Η είδηση βγαίνει από το τεύχος που έκδοσε η εν λόγω Εθνική Στατιστική Υπηρεσία για τις συνθήκες στέγασης του Ελληνικού λαού. Τα στοιχεία προέκυψαν από τη γενική απογραφή του 1961. Εκεί μέσα είμαστε χωρισμένοι σε νοικοκυριά και ανήκουμε όλοι σε «τοις εκατό». Εγώ ανήκω στο 61,4% του συνόλου των νοικοκυριών της χώρας που «στεγάζεται εις κατοικίας διαθετούσας δύο το πολύ δωμάτια». Ανήκω επίσης στο 29,3% των νοικοκυριών στα οποία «η πυκνότης οικήσεως είναι από δύο έως τέσσερα άτομα κατά δωμάτιον».
Η κυρά-Λένη η Καμά είναι σ’ άλλη κατηγορία. Για να την ξετρυπώσεις και να μάθεις την κατηγορία της πρέπει να ρωτήσεις πολλές φορές το δρόμο. Παίρνεις απ’ τον Πειραιά το λεωφορείο για τα Λιπάσματα. Κατεβαίνεις σε μια πλατεία. Ρωτάς. Ρωτάμε ένα γεράκο:
-«Πού είναι η Δραπετσώνα, παππούλη;»
-«Τι τη θέλετε τη Δραπετσώνα;» κάνει ο γέροντας με τη βαθειά ουλή στο μάγουλο. Κοιτάει το φωτορεπόρτερ με τα σύνεργά του. «Τέλος πάντων, ελάτε κοντά μου …», λέει.
Ανεβαίνουμε κάτι σκαλιά. Περνάμε μια γέφυρα στρωμένη με χοντρές λαμαρίνες. Από κάτω περνάει το τρένο για τη Λάρισα – Θεσσαλονίκη – Γερμανία. Κατεβαίνουμε τα σκαλιά απ’ την άλλη. Περνάμε ένα δρόμο. Δεξά-ζερβά, μικρομάγαζα και μικροπωλητές.
-«Δε μας αφήνετε στην ερημιά μας; συνεχίζει μόνος ο περίεργος γέρος.Όλο ερχόσαστε, ερχόσαστε …. Τι θέλετε από μας; Πότε η αστυνομία. Πότε οι δημοσιογράφοι. Πότε το Υπουργείο. Πότε οι εργολάβοι. Σαράντα χρόνια κακό. Αντήτε στην ευχή του Θεού, βλογημένοι μου. Αντήτε …. Στις παράγκες δεν πηγαίνετε; Εμπάτε από δω. Αντήτε, γεια σας …», λέει ξαφνικά.
Και φεύγει. Τον κοιτάμε για λίγο. Κοιτάμε την «Πύλη» που οδηγεί στον κόσμο της παράγκας. Στην είσοδο, ένα γυμνό παιδί έχει πέσει σε μια σουπιέρα και τρώει σαν τρελό. Κοιτάμε στη σουπιέρα. Μακαρονάκι κοφτό με ντομάτα. Κοιτάμε πίσω απ’ το παιδί. Δυο ξύλινα «σπίτια» που έχουν κάνει ενάμισι μέτρο χώρο για να περνάει ο κόσμος. Δυο σπίτια κουρελιασμένα, θα ‘λεγα.
Μπαίνουμε στον άλλο κόσμο. Δεξιά χτίζονται κυκλώπειες πολυκατοικίες. Αριστερά, ένα τσούρμο λιλιπούτεια χαμόσπιτα παρακολουθούν την ανοικοδόμηση χτισμένα σφιχτά το ένα κόντρα στο άλλο. Στην πόρτα του καθενός συνωστίζονται γλάστρες και ασβεστωμένοι ντενεκέδες με φυτά. Μέσα στα σπιτάκια συνωστίζονται, δεκαετίες τώρα, οι πρόσφυγες του έπους της Μικρασίας.
Μπαίνουμε στης κυρα-Λένης. Σ’ ένα τοίχο παρατηράω ένα λαϊκό ζωγραφικό πίνακα. Η Ελλάς δαφνοστεφανωμένη κρατάει τη σημαία μας. Ένας Έλληνας φαντάρος μπροστά της, της παρουσιάζει το όπλο. Ένας άγγελος έρχεται ολοταχώς απ’ τον ουρανό να στεφανώσει και τον φαντάρο. Στο βάθος ο Βόσπορος που τον διασχίζουν τα καράβια μας του Βασιλικού Ναυτικού. Στις στεριές, από κει κι από δω, μπουλούκια από οπλισμένους φαντάρους μας. Η Ελλάς δείχνει στο στρατιώτη ανατολικά. Από κάτω έχει μια επεξηγηματική λεζάντα. «Η Πατρίδα στα παιδιά της: Στον τρούλο της Αγια-Σοφιάς Να στήσεις το σταυρό μας …».
Από την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία διευκρινίζεται ότι: «ως κανονική κατοικία ελήφθη κατά την απογραφήν η ευρισκομένη εντός μιας μονίμου κατασκευής με τοίχους και στέγην, η οποία διαθέτει ένα τουλάχιστον δωμάτιον ελαχίστης επιφανείας τεσσάρων τετραγωνικών μέτρων (δύο μέτρα επί δύο), προοριζόμενον διά κατοικίαν».
Το δωμάτιο της κυρα-Λένης είναι οπωσδήποτε μεγαλύτερο από δύο μέτρα επί δύο. Πρόκειται, δηλαδή, για κανονική κατοικία. Ζει μέσα σ’ αυτό κανονικά με τον σύζυγο, το γιο, ένα παληκάρι μέχρι δεκαοκτώ χρονών που δουλεύει σιδηρουργός, και το εγγόνι της. Που το φυλάει για να μπορεί η κόρη της να δουλεύει. Μέχρι πριν παντρευτεί, έμενε κι η κόρη της μαζί τους – πάντα κανονικά.
Οι δυο τοίχοι είναι γεμάτοι με φωτογραφίες και κάντρα. Από έναν ραγισμένο καθρέφτη κρέμεται μια κόκκινη φούντα. Στη φούντα είναι πιασμένη μια γερή τσατσάρα. Δεξιά υπάρχει μια έγχρωμη φωτογραφία του «Ολυμπιακού» σε κορνίζα. Από πολλές μεριές οι σουβάδες έχουν πέσει. Η σκεπή καλύπτεται με χαρτί. Ένα «μπαλωμένο» μπαούλο στηρίζεται σε τέσσερα τούβλα. Πάνω του, μισοκρυμμένα πίσω από ένα χρωματιστό σεντόνι, τα παπλώματα κι οι κουβέρτες φτιάχνουν το γιούκο. Πλάι, σ’ ένα σιδερένιο κρεβάτι κοιμάται ένας πιτσιρίκος.
-«Όταν μας κυνήγησαν απ’ τα μέρη μας κι ήρθαμε ‘δω, το εικοσιδύο, εγώ δεν το θυμάμαι», μας λέει η κυρά-Λένη. «Οι δικοί μου χτίσανε αυτό το καλύβι, όπως το βλέπεις, και μπήκαμε μέσα. Εγώ ήμουνα δυόμισι χρονών. Μετά μεγάλωσα. Παντρεύτηκα. Έκανα κόρη. Η κόρη μου έγινε δυόμισι χρονών. Μετά μεγάλωσε κι αυτή. Παντρεύτηκε. Έκανε γιο κι εγώ αγγόνι. Να ‘τονε που κοιμάται. Κι έγινε κι αυτός δυόμισι χρονών. Και τι θα γίνει δεν το ξέρω. Ξέρω να κάνω αιτήσεις. Ό,τι αίτηση να ‘ναι ξέρω και τήνε κάνω. Έχω γίνει ειδική από το φτιάξε αιτήσεις, φτιάξε αιτήσεις. Να δούμε κι αυτή τη φορά. Πλάι χτίζουμε τις πολυκατοικίες. Να δούμε …».
Περνάμε στην «κουζίνα». Μια τρύπα γεμάτη κατσαρόλια, μπουκάλια, κουτιά. Δεξιά, μια γκαζιέρα «Πίτσος». Αριστερά, στη γωνία, μια πλεξίδα σκόρδα. Πλάι, ένα μάτσο ρίγανη. Πάνω σε μια αθλητική εφημερίδα, ένα λεμόνι και ξεροκόμματα. Χώρος, ίσα να μπορείς να στέκεσαι και να γυρίζεις γύρω απ’ τον άξονά σου. Καθαριότητα όση δεν λέγεται.
«Αυτή τη φορά, τι λέτε κι εσείς, αυτή τη φορά θα μας δώσουνε σπίτι – έτσι δεν είναι;»
-«Υπομονή, κυρία μου. Όλα θα πάνε καλά», με προφταίνει ο φωτογράφος.
-«Δε μου λες, πού το ξέρεις;» τον ρωτάω βγαίνοντας.
-«Δεν το ξέρω, αλλά έτσι το ‘πα. Τι να πεις; Το αντίθετο; Πως, αν της μπαίνει μια αγκίθα στο νύχι, να λέει: Πάλι καλά που δεν μου μπήκε στο …μάτι;…»
Απέναντι, ένας λόχος από λαμαρινένια σπίτια. Ο ήλιος του μεσημεριού χτυπάει πάνω στις λαμαρίνες και σκορπίζεται εκτυφλωτικός. Λέμε λόχος γιατί τα ‘χουν στρατιωτικά παρατεταγμένα σε δυο μακριές σειρές. Είναι η στρατώνα των «λυομένων». Οχτακόσιοι περίπου άνθρωποι ζουν μέσα σ’ αυτά. Αυτοί οι άνθρωποι είχαν σπίτια σαν της κυρα-Λένης στη μεριά που χτίζουν τις πολυκατοικίες. Πριν από τρία χρόνια τους έβγαλαν από εκεί, τους τα γκρέμισαν και τους χώσανε σ’ αυτά εδώ.
Χτυπάμε μια πόρτα. Μπαίνουμε. Μια ανυπόφορη ζέστη μας υποδέχεται αυθόρμητα. Μια γριά γυναίκα με υποψία:
-«Τι συμβαίνει;…»
-«Δημοσιογράφοι. Να κάτσουμε; …. Δε σκάτε εδώ μέσα μ’ αυτή τη ζέστη;»
-«Εδώ, παιδί μου, το καλοκαίρι γενόμαστε σαπούνι σαν τους Οβραίους και το χειμώνα παγωτό της ΕΒΓΑ».
Ένας άνθρωπος κάθεται αμίλητος σε μια καρέκλα. Γύρω-γύρω κρέμεται η περιουσία των νοικοκυραίων, τα ρούχα και τα τετζερέδια τους.
-«Άκου ‘δω, δημοσιογράφο…» αρχίζει ο άντρας.
-«Πάψε, γείτονα, να πω εγώ», τον κόβει η γερόντισσα.
Εκείνος σταματάει. Την κοιτάζει που θα μιλήσει. Το πρόσωπό της είναι ένα έργο τέχνης. Βαθειά και πυκνά χαραγμένο απ’ τα βάσανα και τον πόνο. Τριγυρισμένο από ένα στεφάνι ολόασπρα μαλλιά. Με μια ματιά που τρυπάει σα σφήνα. Με μια περηφάνια και μια αρχοντιά! Σα γερακίνα σκαλισμένη σε ξύλο ….
-«Άκου ‘δω, γιε μου. Πριν από τρία χρόνια είχαμε ακόμα τα σπίτια μας, τις ποντικοφωλιές μας. Δε θέλαμε να βγούμε. Τσακωθήκαμε, μαλώσαμε. «Σε λίγους μήνες θα σας βάλουμε σε πολυκατοικίες», μας λέγανε. Ποιος τους πίστευε; «Αλλού αυτά!», τους είπαμε. Πόλεμος έγινε. Μετά φέρανε τις μπουλντόζες και μας βγάλανε απ’ τα κονάκια μας με τη βία και με τη νοθεία, που λένε. Μας χώσανε ‘δω να τυραννιόμαστε σαν τους αμαρτωλούς στον κάτω κόσμο. Μην τα ρωτάς. Να. Μούσκεμα έχεις γίνει, στάζεις νερό απ’ τη ζέστα με μια στιγμούλα που μπήκες. Βάλε με το νου σου σ’ εμάς, τώρα ….
»Και πούντοι, για, οι λίγοι μήνες που λέγανε; Κακό μεγάλο μας ήβρε. Τρία χρόνια περάσανε κι ακόμα είμαστε στους «λίγους μήνες». Όλο ‘τοιμάζουνε τις πολυκατοικίες, όλο ‘τοιμάζουνε, κι όλο ανετοίμαστες είναι. Πότε θα μας βάνουνε μέσα, να δούμε μια στάλα δροσιά; Ο Θεός κι η ψυχή τους. Κανείς δεν το ξέρει….»
-«Άμα δεν αλλάξουν τα πράγματα, δεν αλλάζουμε κατοικία κυρα-Καλλιόπη. Αυτό να το ξέρεις», λέει ο μεσόκοπος άντρας. Και σε μένα: «Εμένα που με βλέπεις, εγώ, παλιά, ήμουνα παλικάρι, που λες. Εγώ ήμουνα….»
Στην πόρτα έχουν μαζευτεί πέντε-έξι γειτόνισσες και παρακολουθούν. Παρακολουθούν αμίλητες, τρία χρόνια τώρα, και τις πολυκατοικίες. Τρία χρόνια …. Το Γενάρη του 1959, στο Δουργούτι, παραδόθηκε στους δικαιούχους της μια προσφυγική πολυκατοικία σαν αυτές εδώ. Που χτιζόταν όμως επί είκοσι ακριβώς χρόνια. Η θεμελίωσή της είχε γίνει το 1939 ….
Μουσκεμένοι κυριολεκτικά απ’ τον ιδρώτα βγαίνουμε ν’ ανασάνουμε. Προχωράμε. Φτάνουμε στη μέση της γραμμής. Μια βρώμα ξεχύνεται γύρω. Εδώ,δεξιά κι αριστερά, είναι τα αφοδευτήρια. Τα ομαδικά αποχωρητήρια του «στρατώνα». Νερό δεν υπάρχει. Μύγες τριγυρίζουν παντού. Ένα κοριτσάκι κοιτάζει απ’ την άλλη γωνιά. Πίσω του και δεξιά, μέσα στις αναθυμιάσεις, είναι απλωμένα σεντόνια, πετσέτες και μωρουδίστικα ρούχα.
Δυστυχώς, φοβάμαι πως μπορεί κάποιες από τις συνθήκες αυτές να επιστρέψουν για κάποιους συνανθρώπους μας….Να, σήμερα ακούω για μια πολυκατοικία, που ετοιμάζονται να τη χρησιμοποιήσουν, για να στεγάσουν τους άστεγους που πολλαπλασιάζονται επικίνδυνα….
Και πήρε το αυτί μου και για το κέντρο μεταναστών στο Λαύριο….Ούτε χλωρίνη δεν διαθέτουν, για τη στοιχειώδη απολύμανση και καθαριότητα!….
Πόσα χρόνια γυρνάμε πίσω! Μην μας ξενίσει, λοιπόν, η περιγραφή με την οποία ξεκινά το δεύτερο μέρος της ανταπόκρισης. Τουαλέτες, που οι νεότεροι, ίσως, δεν έχουν ακούσει να μιλούν γι’ αυτές….Κι αν δεν παρακολουθούν ντοκιμαντέρ αφιερωμένα στις συνθήκες ζωής του παρελθόντος ή των χωρών του λεγόμενου τρίτου κόσμου, ίσως πιστέψουν ότι όλα αυτά είναι παραμύθια….
Κι όμως ήταν μια σκληρή πραγματικότητα, που οι παλιότερες γενιές το έχουμε ζήσει, άλλοι σε μεγαλύτερο κι άλλοι σε μικρότερο βαθμό. Φυσικά, εννοώ τις οικογένειες που δεν αποτελούσαν την άρχουσα τάξη του τόπου μας ….
Προχωράμε να ξεφύγουμε απ’ τους καμπινέδες. Η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία λέει πως καμπινέδες «με υδραυλικήν εγκατάστασιν διαθέτουν τα 14,5% του συνόλου των νοικοκυριών». Εδώ η κάθε οικογένεια έχει από ένα δωμάτιο. Η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία λέει πως «465.400 νοικοκυριά, ήτοι το 19,6% του συνόλου των νοικοκυριών στεγάζονται εις ένα δωμάτιον». Επίσης, «χίλια νοικοκυριά διαμένοντα εις ένα δωμάτιον έχουν δέκα και άνω μέλη». Κι ακόμα, «71.500 οικογένειες με πέντε έως εννέα μέλη στεγάζονται ομοίως εις ένα δωμάτιον»….
—«Ελάτε κι από δω, σας παρακαλώ…», μάς φωνάζει κάποιος τρέχοντας.
Γυρνάμε. Τον ζυγώνουμε. Αξύριστος, μουτζουρωμένος, συμπαθής.
—«Εγώ, εμένα με λένε Τσιβγούλη. Έχω συνεργείο. Δηλαδή έχω άδεια συνεργείου και πληρώνω φόρο συνεργείου. Αλλά συνεργείο δεν έχω. Είχα και μου το γκρέμισαν το εξήντα μαζί με το σπίτι μου. Με φέρανε εδώ στα «λυόμενα». «Για λίγους μήνες», λέγανε. Τέλος πάντων. Ήρθαμε. Τους λέω, λοιπόν: «Εγώ είχα και μαγαζί. Είχα συνεργείο. Να μου δώσετε εδώ μια γωνιά να βάλω μέσα τα μοτοσακά μου και να δουλεύω για το φαΐ». «Εδώ απαγορεύεται», λένε. «Να μου δώσετε», εγώ. «Απαγορεύεται», εκείνοι. Τρία χρόνια τσακωμός. Τι έγινε; Τώρα μόνο μού δώσανε μια τρύπα. Να, τη βλέπεις; Τρύπα σου λέω…»
Ανοίγει το «μαγαζί». Ποδήλατα και εργαλεία το ‘να πάνω στο άλλο. Μια πρόστυχη ταμπέλα πάνω απ’ την πόρτα γράφει:
ΣΗΝΕΡΓΕΙΟ ΠΟΔΗΛΑΤΟΝ
ΕΠΥΣΚΕΒΑΖΟ
ΚΓΑΖΙΕΡΕΣ ΚΑΙ
ΤΡΟΜΠΕΣ
ΤΣΙΒΓΟΥΛΗΣ
Το σπίτι μου είναι εκεί. Θα σας πήγαινα αλλά πλένεται η γυναίκα μου τώρα. Είναι όπως όλα. Δεν έχει ντους και τέτοια. Πλενόμαστε στη σκάφη…»
Η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία: «Λουτρά ή ντους διαθέτουν τα 10,4% του συνόλου των νοικοκυριών της χώρας. Οι 90, δηλαδή, στους 100 Έλληνες πλένονται στη σκάφη, στα ποτάμια, στις θάλασσες. Στις θάλασσές μας..
Ένας ασπρομάλλης γέρος μάς τραβάει στο δωμάτιό του, απ’ την άλλη πλευρά της γραμμής. Ίδιο με τ’ άλλα. Απαράλλαχτο, τρία επί τέσσερα. Όχι. Κάτι περίεργο υπάρχει εδώ. Το τραπέζι είναι γεμάτο φρούτα. Καρπούζι, μπανάνες, σύκα, πορτοκάλια… Όλα τα καλά του κόσμου. Τα ζυγώνω σκουπίζοντας τον ιδρώτα που κατηφορίζει στα μάτια μου. Συνηθίσαμε και στη σκιά. Βλέπω καλύτερα. Αυτά τα καλά του κόσμου δεν τρώγονται. Είναι ψεύτικα. Φτιαγμένα με πηλό και βαμμένα με τα σωστά τους χρώματα. Τα φτιάχνει ο γέρος και τα πουλάει για να ζει τη φαμίλια. Ο γέρος λέγεται Στέλιος Καραπιπέρης.
Η γυναίκα του φίλου μας είναι μια εύθυμη νοικοκυρά. Οργισμένη όμως. Όχι οργισμένη νέα. Οργισμένη νοικοκυρά.
-«Είναι ντροπή. Ντροπή μας, καλό παιδί. Τα παιδιά μας μεγαλώσανε. Ο Σιδέρης μου έγινε δεκαοχτώ χρονών. Ο Νίκος μου δεκατεσσάρων. Δεν ξέρουμε πού να μαγειρέψουμε. Πού να φάμε. Πού να κοιμηθούμε. Δεν μπορώ να δω τον άντρα μου. Ντροπή μας. Ντροπή μας…»
-«Δηλαδή, όχι ντροπή μας, εμάς. Ντροπή τους, εκεινούς…», λέει μια γερόντισσα που ήρθε από δίπλα.
Παίρνουμε το λεωφορείο της «Χαραυγής» και κατεβαίνουμε σε μια στάση τυχαία. Παίρνουμε κι ένα δρόμο που κοιτάει προς τη θάλασσα, επίσης τυχαία. Ο δρόμος βγάζει σε μια κατηφόρα. Η κατηφόρα κατεβαίνει σε μια μεγάλη άσπρη λακκούβα. Δρόμοι, αυλές, κεραμίδια, όλα έχουν ένα χρώμα από άσπρη σκόνη.Από πάνω τα εργοστάσια λιπασμάτων. Κάτω, η άσπρη σκόνη στα σπίτια και στις παράγκες είναι λίπασμα. Έτσι, τα φυτά στις γλάστρες είναι εύρωσταΕπίσης, έτσι, τα παιδιά στους δρόμους δεν είναι καθόλου εύρωστα.
Στο Γηροκομείο, η Ρούλα και ο Νίκος Μ. θέλουν σώνει και καλά να παντρευτούν. Αν παντρευτούν, όμως, πρέπει – επίσης σώνει και καλά, – να μείνουν σ’ ένα σπίτιΗ κοπελιά είναι κόρη πρόσφυγα απ’ τη Μικρασία. Μένει με την αδερφή και τους γονείς της στα παραπήγματα. Που, όπως όλες οι δεκατρείς χιλιάδες οικογένειες προσφύγων Αθήνας – Πειραιά -Θεσσαλονίκης, είχαν φτιάξει για προσωρινά το σωτήριο έτος 1922 και που όμως, τελικά, δεν κατάφεραν να τα εγκαταλείψουν και να πάνε πρόσφυγες αλλού. Ο Νίκος, απ’ την άλλη, είναι «πρόσφυγας» απ’ την Πελοπόννησο. Η οικογένειά του ανήκει στο 7,7% που «η πυκνότης οικήσεως κατά δωμάτιον είναι τεσσάρων και άνω ατόμων». Τί γίνεται; Θα παντρευτούν; Δε θα παντρευτούν; Στο Βέλγιο ή στη Σ. Ένωση θά έπαιρναν σπίτι απ’ το κράτος. Εδώ, τέτοιες σκέψεις θεωρούνται αντεθνικές. Κατεύθυνση: το μέλλον. Ορατότης: μηδέν…
Εθνική Στατιστική Υπηρεσία: «4.200 νοικοκυριά δεν εδήλωσαν τρόπον, στεγάσεως». «Το 5,1% του συνόλου των νοικοκυριών στεγάζεται εις κατοικίας διαθετούσας πέντε δωμάτια». «Τα 2,2% των νοικοκυριών των διαμενόντων εις κανονικάς κατοικίας, δεν εδήλωσαν αριθμόν κατεχομένων δωματίων και πυκνότητα κατά δωμάτιον». «Τα 3,7% των νοικοκυριών διαμένουν εις κατοικίας διαθέτουσας εξ και άνω δωμάτια».
Η Μαρία και ο Άρης Μαν… γνωρίστηκαν στο Πανεπιστήμιο. Παραγνωρίστηκαν μάλιστα. Αγαπήθηκαν, που λένε. Στο τέλος είπαν «ή τάν ή επί τάς» και παντρεύτηκαν. Έπιασαν ένα μικρό διαμέρισμα στη μέση της οδού Ιπποκράτους. Δουλεύουν και οι δύο. Ο ένας για τα απαραίτητά τους. Ο άλλος για τα περιττά του σπιτονοικοκύρη. Για το νοίκι.
-«Ο γάμος είναι πολύ ωραίο πράγμα», λέει η Μαρία. «Αλλά όταν υπάρχει σπίτι. Όταν δεν υπάρχει, είναι και κρέμασμα, καθώς τον λένε».
Μιλάμε τόση ώρα για σπίτι, στην Αθήνα κυρίως. Κι ωστόσο, μια τελευταία έκθεση του Ο.Η.Ε. μάς πληροφορεί ότι «Αι Αθήναι έχουν τα 2/3 των ανεγερθεισών μετά τον πόλεμον νέων κατοικιών εν Ελλάδι».
Το κράτος προχώρησε δραστήρια στην ανοικοδόμηση των σεισμόπληκτων περιοχών. Τα τελευταία χρόνια καταστράφηκαν από σεισμούς 73.592 σπίτια. Το κράτος ξανάχτισε τα 70.539. Έχτισε, επίσης, πολλά ξενοδοχεία – χρήσιμα και άχρηστα (Σερρών, Μόν Παρνές και λοιπά). Έφτιαξε πλατείες – που μερικές απ’ αυτές τις χάλασε για να τις ξαναφτιάξει. Μελέτησε και το θέμα της στέγασης. Αλλά, το μελέτησε μόνο.
Μια επίσημη έρευνα της Α.Τ.Ε. το 1960 αναφέρει πως «στερούνται παντελώς στέγης 105.000 οικογένειες, ενώ έτεραι 109.200 διαβιούν εις ανεπαρκείς και ανθυγιεινάς κατοικίας». Περισσότερο, ίσως, ερευνητικός ο Σύλλογος Αρχιτεκτόνων, βρίσκει πως: «υπολογίζονται σε 300 χιλιάδες οι καλύβες – τρώγλες της υπαίθρου που αποτελούν παρωδία στέγης».
Από μια Έκθεση του Διευθυντή των Τεχνικών Υπηρεσιών της Αγροτικής Τράπεζας κ. Χρ. Βασματζίδη, κατά το 1960, παίρνουμε μερικά στοιχεία:
«…Το στεγαστικό πρόβλημα δημιουργείται εκ των εξής αιτίων:
α) Εκ της δημιουργίας νέων οικογενειών και της αδυναμίας των πατρικών οικογενειών όπως αποκαταστήσουν ταύτας στεγαστικώς.
β) Εκ της φθοράς και ενίοτε αχρηστεύσεως μεγάλου αριθμού οικιών, λόγω της προχείρου κατασκευής των, της πολυετούς χρήσεως και της μη συντηρήσεως τούτων.
γ) Εκ της αδυναμίας των παραγωγών όπως αντικαθιστούν εξ ιδίων, τας με την πάροδον του χρόνου φθειρομένας οικίας των, καθ’ όσον τα εισοδήματά των μόλις επαρκούν διά την συντήρησιν των οικογενειών των.
δ) Εκ της αποκαταστάσεως ακτημόνων εξ ορεινών χωρίων ή νομάδων κτηνοτρόφων εις μεταπολεμικώς απαλλοτριωθείσας εκτάσεις πεδινών περιοχών, διά τους οποίους δεν έχουν κατασκευαστεί οικήματα.
Το αποτέλεσμα των αιτίων αυτών είναι ότι εις όλας γενικώς τας περιπτώσεις ταύτας, είτε λαμβάνει χώραν στέγασις των νεοσυνιστωμένων οικογενειών με τας πατρικάς τοιαύτας, είτε συνεχίζεται η στέγασις εις ανεπαρκή οικήματα και υπό ανθυγιεινάς εν γένει συνθήκας, είτε, το και συνηθέστερον, λαμβάνουν χώραν ταυτοχρόνως συστέγασις οικογενειών περισσοτέρων της μιας υπό ανθυγιεινάς συνθήκας, είτε τέλος, εξασφαλίζεται η στέγασις εις πρόχειρα και ανθυγιεινά στέγαστρα και καλύβας.
…Εξ άλλου η έλλειψις ανέτου κατοικίας οδηγεί τους αγρότας εις την ανίαν του καφενείου και δεν είναι υπερβολή να σημειώσωμεν ότι τα περισσότερα των οικογενειακών δραμάτων της υπαίθρου, εκ των οποίων μόνον ολίγα έρχονται εις την δημοσιότητα διά των εφημερίδων, οφείλονται εις το ότι εις εν δωμάτιον ενδιαιτώνται και κοιμώνται αναμίξ όλα τα μέλη της αγροτικής οικογενείας.
Το πρόβλημα της κατοικίας των αγροτών αποτελεί εν δυσάρεστον γεγονός, το οποίον μέχρι τούδε ηγωνιζόμεθα να μη βλέπωμεν. Το κακόν είναι ότι ενώ υπάρχει η δυνατότης επιλύσεως του ζητήματος τούτου, εντούτοις, δεν υπάρχει εις τον αυτόν βαθμόν και η κοινωνική θέλησις προς αντιμετώπισιν του προβλήματος».
Κι αλήθεια. Το σωτήριο έτος 1939, αντιστοιχούσαν κατά μέσον όρο σε κάθε σπίτι 3,94 άτομα. Το ακόμα πιο σωτήριο – καθώς φαίνεται – έτος 1962, αντιστοιχούσαν κατά μέσον όρο σε κάθε σπίτι 4,19 άτομα…
Ανεβαίνω στο γραφείο ενός φίλου μου Ιπποκράτους 1…, Γιώργος κι αυτός.
Συζητάει μ’ ένα δικό του φίλο.
-«Ξέρεις Γιώργο, παντρεύομαι….» του λέει ο άλλος.
Και ο φίλος μου:
-«Τί λες ρε παιδάκι μου! Δε μου λες… σπίτι παίρνεις;


Του ανταποκριτή των «ΔΡΟΜΩΝ ΤΗΣ ΕΙΡΗΝΗΣ», Γιώργου Μανιάτη (1963)

Η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη στην διάρκεια του αγώνα του 1821

$
0
0

Τυφλός τραυματίας, [1850], Εθνική Πινακοθήκη
του Αλέξανδρου Γιατζίδη, M.D, medlabnews.gr
Οι συνεχείς, προσπάθειες και πρωτοβουλίες στήριξης της επανάστασης με τη δημιουργία οργανωτικών δομών και την εξασφάλιση πόρων και εφοδίων δεν περιελάμβαναν ιδιαίτερη μέριμνα για την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη των μαχητών και την ιατροκοινωνική προστασία των αμάχων.
Κατά τα τελευταία χρόνια της προεπαναστατικής περιόδου ο αριθμός των ιατρών, που εξυπηρετούσε τις ανάγκες 1.000.000 περίπου κατοίκων, δεν υπερέβαινε τους 90. Μετά την επανάσταση και με την άφιξη στην Ελλάδα Ελλήνων και φιλελλήνων ιατρών από το εξωτερικό ο συνολικός αριθμός τους ουδέποτε υπερέβη τους 500, ενώ οι υπάρχουσες ανάγκες λόγω του πλήθους των τραυματιών από τις πολεμικές διενέξεις και των ασθενών από την εκδήλωση επιδημιών υπήρξαν τεράστιες. Τα δεδομένα αυτά, τα οποία είναι άξια κριτικής προσέγγισης και ανάλυσης, αναδεικνύουν τις τραγικές συνθήκες κάτω από τις οποίες διεξήχθη ο απελευθερωτικός αγώνας του 1821 και αποδεικνύουν το μεγαλείο της ψυχής και την πίστη στην ελευθερία του σκλαβωμένου έθνους.
Οι συνθήκες υγιεινής διαβίωσης, ένδυσης και διατροφής, της συντριπτικής πλειοψηφίας των υπόδουλων Ελλήνων, θα μπορούσαν να αξιολογηθούν ως υποβαθμισμένες και να χαρακτηριστούν ως άθλιες την περίοδο της διεξαγωγής του αγώνα για την ελευθερία.
Οι παράγοντες, που συνεισέφεραν στη συνεχή υποβάθμιση της δημόσιας υγείας στα χρόνια της εθνικής παλιγγενεσίας αφορούσαν στις απρογραμμάτιστες και αλλεπάλληλες μετακινήσεις των αγωνιστών, στον αναγκαστικό συνωστισμό πληθυσμιακών ομάδων σε αστικά κέντρα, στις συχνές πολιορκίες πόλεων και οχυρών και στις συνεχείς πολεμικές αντιπαραθέσεις, που συνεπάγονταν αφενός ταλαιπωρίες, σε βαθμό ψυχοσωματικής εξόντωσης και αφετέρου έλλειψη πόσιμου νερού, τροφίμων, φαρμάκων και άλλων εφοδίων. Επιπρόσθετα, σε ορισμένες περιοχές της χώρας το υγρό κλίμα και το γεωφυσικό περιβάλλον ευνοούσαν την εκδήλωση επιδημιών, που επιβάρυναν ακόμη περισσότερο την ήδη δυσμενή κατάσταση των αγωνιστών και των οικογενειών τους. Η διατροφή των αγωνιζομένων Ελλήνων περιλάμβανε κυρίως ψωμί, παξιμάδια, βρασμένο καλαμπόκι και σπανιότερα κρέας και ψάρια. Περιελάμβανε, επίσης, κρασί και ρακή, ενώ το λάδι, φαίνεται, ότι ήταν το μόνο προϊόν διατροφής, που υπήρχε σε επάρκεια καθ’ όλη τη διάρκεια του αγώνα.
Η ακατάλληλη διατροφή προκαλούσε δυσεντερία, που εξαντλούσε ακόμη περισσότερο τους αποδυναμωμένους οργανισμούς των αγωνιστών του 1821, ενώ έκδηλα ήταν τα συμπτώματα αβιταμινώσεων, κυρίως από την έλλειψη της βιταμίνης C, που προκαλούσε σκορβούτο.
Η πρόσβαση σε αποθέματα υγιεινού πόσιμου νερού ήταν συχνά προβληματική, είτε γιατί δεν επαρκούσαν οι διαθέσιμες ποσότητες για τις υφιστάμενες ανάγκες, είτε γιατί ο εχθρός κυρίευε τις πηγές υδροδοσίας και ανέκοπτε την ύδρευση πόλεων και περιοχών, που τελούσαν υπό τον έλεγχο των Ελλήνων.
Τα νερά των πηγαδιών μολύνονταν είτε προσχεδιασμένα από τους μαχητές της ελευθερίας, για να μη χρησιμοποιούνται από τους Τούρκους, είτε με τα χάλκινα σκεύη, τα οποία έρριπταν οι Έλληνες στα πηγάδια για να τα κρύψουν, ιδιαίτερα την περίοδο της εκστρατείας του Δράμαλη. Συχνά, τα διάφορα λάφυρα και ιδιαίτερα τα ενδύματα που έπαιρναν οι ρακένδυτοι αγωνιστές από τους νεκρούς αντιπάλους τους αποτελούσαν αιτίες σοβαρών λοιμώξεων που εξελισσόταν σε θανατηφόρες.
Κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας αρκετοί νέοι από διάφορες περιοχές της υπόδουλης Ελλάδος, προερχόμενοι σχεδόν αποκλειστικά από εύπορες αστικές οικογένειες, έσπευδαν σε πανεπιστήμια ευρωπαϊκών πόλεων για να σπουδάσουν, κατά προτίμηση Ιατρική, διότι κατά τον Κοραή «...θηριώδες έθνος εις μόνους τους ιατρούς αναγκάζεται να υποκρίνεται κάποιαν ημερότητα».
Τα πανεπιστήμια επιλογής των Ελλήνων για ιατρικές σπουδές ήταν κυρίως της Πάδοβας, της Παβίας, της Πίζας και της Βιέννης.
Οι πρακτικοί ή εμπειρικοί ιατροί ασκούσαν τη λεγόμενη «Δημώδη Ιατρική», κυρίως, στις ορεινές περιοχές της χώρας. Ήταν ιδιαίτερα επιδέξιοι στην ανάταξη εξαρθρημάτων και καταγμάτων, στην περιποίηση τραυμάτων και στην πραγματοποίηση μικροεπεμβάσεων, με συνέπεια να καλούνται και «ιατροχειρουργοί». Τους αποκαλούσαν, επίσης, «ιατρο- φαρμακοποιούς», γιατί, εκτός των ιατρικών πράξεων που επιτελούσαν, παρασκεύαζαν φάρμακα και συνέλεγαν βότανα, τα οποία χορηγούσαν, κατά περίπτωση, σε ασθενείς και τραυματίες.
Παράλληλα με τους επιστήμονες και τους πρακτικούς ιατρούς ασκούσαν ιατρικές πράξεις και χορηγούσαν φαρμακευτικά παρασκευάσματα, κατά τη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα, κομπογιαννίτες και τσαρλατάνοι.
Οι κομπογιαννίτες και οι τσαρλατάνοι ήταν ψευτογιατροί με ενδιαφέρον αποκλειστικά επικεντρωμένο στο οικονομικό όφελος και με τάση να περιαυτολογούν για τις θεραπευτικές τους επιτυχίες σε βαθμό τερατολογίας. Έφεραν ειδική ένδυση και κάλυπταν το κεφάλι τους με σαμαροκάλπακο στο οποίο τοποθετούσαν, εμφανώς, φάρμακα πρώτης ανάγκης.
Η παρεχόμενη υγειονομική φροντίδα και περίθαλψη, κατά την περίοδο της εθνικής παλιγγενεσίας, ήταν ανάλογη με το υφιστάμενο επίπεδο των ιατρικών γνώσεων της εποχής. Ιατρικές πράξεις και διαδικασίες, όπως είναι η χορήγηση αναισθησίας, η μετάγγιση αίματος, η ασηψία, η αντισηψία και άλλες, ήταν παντελώς άγνωστες και η συνεισφορά του υγειονομικού προσωπικού στην περίθαλψη των τραυματιών και των ασθενών υποτυπώδης.
Στα πεδία των μαχών οι ελαφρά τραυματισμένοι ετύγχαναν φροντίδας, επί τόπου, από τους συμπολεμιστές τους, ενώ οι φέροντες βαριά τραύματα διακομίζονταν προς νοσηλεία σε μοναστήρια και αργότερα σε υποτυπώδη νοσοκομεία, τα οποία εν τω μεταξύ είχαν αρχίσει να συγκροτούνται.
Η φροντίδα των τραυμάτων περιλάμβανε καθαρισμό της εξωτερικής τους επιφάνειας με ρακή και εισαγωγή στο εσωτερικό τους αλοιφής παρασκευασμένης από λεύκωμα αυγού αναμεμιγμένου με κοινό λάδι και ρακή. Στη συνέχεια ετίθετο επί του τραύματος αλοιφή παρασκευασμένη από σαπούνι και ρακή και ακολουθούσε, κατά διαλείμματα η επίβρεξή του με ρακή, που φαίνεται ότι ήταν θεραπευτικό μέσο συνεχούς χρήσης. Η επίδεση του τραύματος, ανεξάρτητα του βαθμού της σοβαρότητάς του, πραγματοποιείτο με ταινίες υφάσματος και μικρά καλάμια ή νάρθηκες κατασκευασμένους από ξύλο ή ναστόχαρτο.
Για την αιμόσταση των μεγάλων αγγείων χρησιμοποιείτο πυρακτωμένο σίδερο, για την αιμόσταση των τριχοειδών οινόπνευμα, ενώ για τον έλεγχο των αιμοπτύσεων λόγω τραυμάτων του θώρακα χορηγείτο ζεσταμένο κρασί αναμεμιγμένο με κοινό βούτυρο. 
Τα φάρμακα, τα οποία χρησιμοποιούσαν οι επιστήμονες ιατροί και πολλοί από τους εμπειρικούς, ήταν κυρίως δρόγες (αλόη, θεριακή, κάρδαμο, κίνα, πιπερόριζα, σαμπούκο, σαρκοτρόφι, σίλφιο κ.ά.), η χρήση των οποίων ανάγεται στην εποχή του Διοσκουρίδη και η εντόπισή τους είναι εύκολη στη χλωρίδα της ελληνικής υπαίθρου. Ήταν, επίσης, ορισμένες φαρμακευτικές και χημικές ουσίες (άλας αψινθίας, βόραξ, γόμμα Αραβική, εμετική τρυξ, μίνιον, νίτριον, οξύμελι κ.ά.) και διάφορα σκευάσματα (balsamo di Tolu, elixir propriepatis, laudano di Barbaro κ.ά.), τα οποία προμηθεύονταν, όταν είχαν τη δυνατότητα, από την Κωνσταντινούπολη, τη Σμύρνη, τα Επτάνησα και την Τεργέστη.
Ολα τα παραπάνω αναδεικνύουν τις συνθήκες που επικρατούσαν κατά την περίοδο της επανάστασης του 1821 στο πεδίο της υγειονομικής περίθαλψης και φροντίδας των αγωνιστών της ελευθερίας. Για το λόγο αυτό η ευχή «Καλό βόλι» εξέφραζε, συν τοις άλλοις, και την επιθυμία για ένα γρήγορο, ανώδυνο και ηρωικό θάνατο.
Πηγές:

Χ. Βυζάντιος, Ιστορία των κατά την Ελληνικήν Επανάστασιν εκστρατείαν και μαχών, ων συμμετέσχεν ο τακτικός στρατός από του 1821 μέχρι του 1833, Αθήνα 1956.
Α. Αθανασόπουλος, Πελοποννήσιοι ιατροί κατά τον Ιερόν Αγώνα του 1821, Πελοποννησιακή Πρωτοχρονιά (1965).
Ε. Εμμανουήλ, Ιατροσόφια και Τσαρλατάνοι, Αρχεία Φαρμακευτικής (1938).


Read more: http://medlabgr.blogspot.com/2013/03/1821_25.html#ixzz3VJspjY76

Δελτίον γάλακτος την περίοδο της Γερμανικής Κατοχής στην Κρήτη, 1943.

$
0
0


Παπαδάκης  Μιχάλης  (Δάνδολος).

Δελτίον  γάλακτος
την  περίοδο
της  Γερμανικής  Κατοχής
στην  Κρήτη, 1943.
σάρωση0019.jpg
Την  διάρκεια  της  Γερμανικής  Κατοχής  στην  Κρήτη,
ο  Διεθνής  Ερυθρός  Σταυρός,
είχε  αναλάβει  διάφορες  δραστηριότητες.
Μια  απ'αυτές  ήταν  και  η  χορήγηση  γάλακτος,
σε  παιδιά  που  το  είχαν  άμεσα  ανάγκη  για  την  επιβίωσή  τους.
Η  Κεντρική  Επιτροπή  Διανομών  (του)  Διεθνούς  Ερυθρού  Σταυρού,
με  πρόεδρο  τον  τότε  Δήμαρχο  της  κάθε  περιοχής,
τύπωνε  δελτία  γαλακτος, τα  οποία  διένειμε  στους  δικαιούχους.
Το  εικονιζόμενο  δελτίο  γάλακτος,
με  αριθ. δελτίου  33,
που  φέρει  την  σφραγίδα    με  τον  σταυρό  του  Κ.Ε.Δ.Ε.Σ.  Χανίων 
και  την  υπογραφή  του  Δημάρχου  Χανίων, 
έχει  εκδοθεί  στα  Χανιά  στις  7  Ιουνίου  1943,
αφορά  το  μικρό  Αντώνη  Καραμαρίδη,
που  ήταν  μόλις  17  μηνών,
όταν  οι  γονείς  του  πήγαν  για  να  πάρουν  το  δελτίο
από  την  αρμόδια  υπηρεσία  των  Χανίων,
και  κατοικούσαν  στην  οδό  Βρυσών  18, στα  Χανιά. 
Το  συγκεκριμένο  δελτίο  έχει  τυπωθεί
στο  τυπογραφείο  Αλεξ. Μαθιουδάκη. 

Αρχείο -Συλλογή : Δανδόλειος  Βιβλιοθήκη.
(υπάρχει  φωτοτυπία  του  πρωτότυπου). 

Εν Αθήναις....όταν κοιτάζω από ψηλά

$
0
0



Σε ένα κτίριο κάπου στην Σοφοκλέους ....
Υπάρχουν ακόμα  λίγα γραφεία εν ενεργεία....τα περισσότερα είναι ξενοίκιαστα...
Παλιά έπρεπε να είχες μέσον να βρείς και να νοικιάσεις...
Τέλος πάντων στον τελευταίο όροφο για να δω ένα παλιό γνωστό που κρατάει Θερμοπύλες και βγήκα στο μπαλκόνι...
Η Ακρόπολη στο βάθος  η πρώτη εικόνα....
Οι ταράτσες των γύρω κτιρίων και σε κάποιες απλωμένα ρούχα μπουγάδες...
Δεν είναι αστείο γιατί υπάρχουν φύλακες των κτιρίων που έχουν κάποιο κατάλυμα και μένουν μέσα.
Γλάστρες με "ζωντανά"φυτά και μια ταράτσα της Αριστείδου σωστός κήπος....
Η Σοφοκλέους από την μεριά του παλιού χρηματιστηρίου έρημη...απέναντι κάποια μαγαζιά την κρατάνε στην ζωή.
Οι στοές τριγύρω πολλές όπως και τα υπόγεια κάποτε με ζωή ....
Τι να πρωτοθυμηθείς...
Τα μαγερειά...τα καφενεδάκια που έφιαχναν και τα γιγαντιέα σάντουϊτς ...εργατικά τα έλεγαν.
Μισή φρατζόλα "σφαγμένη"στην μέση και γέμιση με ντομάτα...φέτα...μουρταδέλα.
Οι στοές σαν σήραγγες και υπόγειες όπου συναντιόντουσαν τα πρωϊνά
 οι επαγγελματίες της περιοχής να πιούν ένα καφέ.
Το μεσημέρι που έκλειναν τα μαγαζιά για να ανοίξουν το απόγευμα βρισκόντουσαν και πάλι εκεί στα μικρά μαγερειά.
Το Ριβολί το σινεμά γωνία ...με ουρές παλιά...δεν υπάρχει....
Η Αριστείδου και αυτή νεκρή εμπορικά....η ΔΕΗ συγκεντρώνει μόνο κόσμο που σχηματίζουν ουρές....στους διακανονισμούς.
Το ευχάριστο είναι ότι ανακαινίζουν το παλιό κτίριο Σοφοκλέους και Πεσμαζόγλου ...ένα υπέροχο κτίσμα.
Τα περισσότερα κτίρια της περιοχής έγιναν αμέσως μετά τον εμφύλιο...
Η κίνηση ήταν μεγάλη κάποτε....
Κόσμος πηγαινοερχότανε....η αγορά κοντά ...το Χρηματιστήριο.....και κυρίως πολλά μαγαζιά με τιμές για όλα τα βαλάντια.
Ανθούσε και το λαθρεμπόριο βέβαια....
Ρούχα αμερικάνικα...καλλυντικά....τράπουλες πολυτελείας Αμερικάνικες....λίρες χρυσές....
και φυσικά η παράνομη μεταφορά συναλλάγματος σε τράπεζες εξωτερικού.
Απέναντι η στοά Πάππου τα παλιά χρόνια ήταν στέκι χασικλήδων.
Και άφησα για το τέλος κοιτώντας από εκείνο το μπαλκόνι την ιστορία ενός ιερωμένου εκείνων των χρόνων...καλογερόπαπας δήλωνε.
Άγαμος και οικονομικά ανεξάρτητος οπότε εύρισκε εύκολα κοπελιές...κατ΄οίκον.
Τους έκανε και δώρα ...
Ψώνιζε από το μαγαζί που δούλευα τα δωράκια και είχε πολύ καλή σχέση με τους ιδιοκτήτες.
Έλεγε τα πάντα ....
Ένα πρωϊ μπήκε στο μαγαζί έξαλλος...ζαλισμένος και με το καλιμαύκι μέχρι τα αυτιά.
Περνούσε από την Σοφοκλέους έξω από την στοά και του έπεσε στο κεφάλι από κάποιο παράθυρο ένας τηλεφωνικός κατάλογος.
"Θεία Δίκη "του είπαν και γελούσαν.

Πίσω στα παλιά !



Πέθανε ο συνθέτης του «Χάλι γκάλι» Γεράσιμος Λαβράνος

$
0
0

Σε ηλικία 80 ετών

Πέθανε ο συνθέτης του «Χάλι γκάλι» Γεράσιμος Λαβράνος
O Γεράσιμος Λαβράνος έγραψε το πρώτο του τραγούδι to 1958  

Αθήνα
Πέθανε σε ηλικία 80 ετών ο Γεράσιμος Λαβράνος, ο συνθέτης του γνωστού «Χάλι γκάλι» που τραγούδησε η Αλίκη Βουγιουκλάκη στην ταινία «Η σοφερίνα» και έγινε τεράστια επιτυχία. 


Η κηδεία του θα γίνει την Παρασκευή στις 15:00 από το Α’ Νεκροταφείο Αθηνών.

Ο Λαβράνος γεννήθηκε στην Κέρκυρα το 1935 και από μικρό παιδί ξεκίνησε τη μουσική του εκπαίδευση με εξαιρετικούς δασκάλους. Στα 11 χρόνια του έπαιζε κόρνο στη φιλαρμονική Εταιρεία «Ν. Μάντζαρος». Στη συνέχεια πήρε θεωρητικά μαθήματα και μαθήματα πιάνου. Κι ενώ όλα έδειχναν ότι θα αφιερωνόταν στην κλασική μουσική, ανακάλυψε στο σπίτι του δασκάλου του, Σπύρου Μεταλληνού, κάποιες παρτιτούρες του Γκέρσουιν και του Κόουλ Πόρτερ και άρχισε να συναρπάζεται από τη τζαζ.

Το 1958 έγραψε το πρώτο του τραγούδι, «Χέρι χέρι», σε στίχους Κώστα Πρετεντέρη, το οποίο γυρίστηκε σε δίσκο (1959) κάνοντας μεγάλη επιτυχία. Μέχρι το 1968 ο Γεράσιμος Λαβράνος γνώρισε μεγάλη επιτυχία.

Ερμηνευτές, όπως ο Σώτος Παναγόπουλος, ο Τζίμης Μακούλης, η Τζένη Βάνου, η Γιοβάνα, η Μπελίντα, το Τρίο Καντσόνε, η Νάνα Μούσχουρη, η Μαρινέλλα, με την οποία έδωσε και συναυλίες στη Βραζιλία το 1968, ο Γιάννης Βογιατζής, η Πόπη Αστεριάδη, η Καίτη Χωματά και πολλοί άλλοι ακόμα διακεκριμένοι τραγουδιστές, αξιοποίησαν και έκαναν γνωστές τις συνθέσεις του.

Μάλιστα το όνομα «Τζένη Βάνου» ήταν ψευδώνυμο που επινόησε ο Γεράσιμος Λαβράνος για να μην γίνει αντιληπτή από τον πατέρα της, όταν ξεκίνησε να τραγουδά στο κρατικό ραδιόφωνο.

Στον κινηματογράφο επένδυσε με τη μουσική του 25 περίπου ταινίες, επτά της Φίνος Φιλμ, με τελευταία την «Αγώνα Χωρίς Τέλος» το 1979. Το 2007 το περιοδικό «Jazz & Jazz» τον συμπεριέλαβε στους κορυφαίους μουσικούς της exotica mood.

Viewing all 12885 articles
Browse latest View live


<script src="https://jsc.adskeeper.com/r/s/rssing.com.1596347.js" async> </script>