Quantcast
Channel: Πίσω στα παλιά
Viewing all 12885 articles
Browse latest View live

Εν Αθήναις....με το μέτρο και φθηνά

$
0
0
"Καλημερα σας, ειδα στο blog οτι εχετε κανει ενα ποστ για μαγαζια με υφασματα, προσφατα 
(1 εβδομαδα) εχω ανοιξει και εγω ενα καταστημα στην Αθηνα 
συγκεκριμενα στην οδο Νικιου 15 στον 4ο οροφο με υφασματα 
απο 1 ευρω...."

Έλαβα αυτό το μήνυμα από φίλο της ιστοσελίδας ο οποίος είδε την παρακάτω παλιά ανάρτηση του 2011....



Η οδός Νικίου.....




"Αν χωθείς εκεί στα στενά της Μητροπόλεως πίσω από το Σύνταγμα
και ψάχνεις για υφάσματα να περάσεις από την οδό Νικίου.
Υφάσματα με λιγότερο από ένα ευρώ το μέτρο.
Αν έχεις και κυρά ή μάνα που γνωρίζει ένα εργαλείο που λέγεται
ραπτομηχανή (άγνωστο για τις νέες κοπέλες)....μπορεί να φιάξεις
καλύμματα για το καθιστικό σου με λίγα χρήματα....
Έχει όμως κι άλλες ευκαιρίες....
Παλιά μαγαζιά από τον πατέρα στον γυιό με αποθήκες και υπόγεια
γεμάτα εμπόρευμα.
Δυστυχώς δουλεύουν ελάχιστα και οι έμποροι τρώνε από τα έτοιμα.
Μπαίνοντας όμως μέσα σε ένα τέτοιο μαγαζί γυρίζεις πίσω
στα παλιά με την μυρουδιά από τα τόπια με τα υφάσματα.
Εμπορικά τα έλεγαν τότε και πήγαιναν οι νοικοκυρές και ψώνιζαν
με τον πήχυ για να αλλάξουν τις κουρτίνες τους τα καλύμματα....
να φιάξουν τις προίκες για τις θυγατέρες τους με σεντόνια κ.λ.π.
Τότε τα κορίτσια οι γαμπροί τα έπαιρναν μαζί με τα μπαούλα τους
που είχαν τα λευκά τους είδη κ.λ.π.
Σήμερα είναι πολύ ....μα πολύ διαφορετικά."



Και τώρα σωτήριον έτος 2014 με την γνωστή οικονομική κατάσταση...
Υπάρχουν νοικοκυρές  που έβγαλαν τις ραπτομηχανές των μανάδων τους
από την αποθήκη.
Τι σημαίνει αυτό για το οικογενειακό ταμείο είναι γνωστό...
Υπάρχουν όμως και μοδίστρες που δουλεύουν όπως παλιά...
Η μια πελάτισα  φέρνει την άλλη...
Και αυτές έριξαν νερό στο κρασί τους όσον αφορά το μεροκάματό τους.
Υφάσματα από ένα ευρώ το μέτρο....γιατί όχι....

πίσω στα παλιά

Όοοοξω ρεεεεεε!!!!!!

$
0
0



"Σύμφωνα με τον Γιάννη Μπουτάρη, η μάχη κατά των ναρκωτικών στη Θεσσαλονίκη μπορεί να δοθεί με ένα πρωτοποριακό τρόπο. Αξιοποιώντας εθελοντικά μέλη των ΚΑΠΗ, τα οποία λειτουργώντας ως ιδιότυπες «ομάδες κρούσης» θα αναλάβουν τη φύλαξη της παιδικής χαράς στην πλατεία Αριστοτέλους. Δύο-δύο ή τρεις-τρεις θα περπατούν και θα λένε στους ναρκομανείς «μαζέψτε τα και φύγετε, αλλιώς παίρνω την αστυνομία τώρα», όπως εξηγεί σε συνέντευξή του στα «Νέα». iefimerida.gr

Κατοχή – 27 απριλίου 1941

$
0
0

Αποφράς ημέρα. Οι Γερμανοί μπαίνουν στην Αθήνα. Οι δρόμοι είναι άδειοι. Οι άνθρωποι είναι κλεισμένοι στα σπίτια των, με κλειστά παντζούρια. Από πού έρχονται αυτές οι μεραρχίες δεν ξέρω, αλλά σε 48 ώρες δεν υπάρχει πια ούτε ένα νεράντζι στα δένδρα των δρόμων και του κήπου. Τα κατεβρόχθισαν όλα.
     Αρχίζουν να επιτάσσουν τα κτίρια. Μερικοί κατασκηνώνουν στην πλατεία Συντάγματος και απλώνουν την μπουγάδα των, κάτι περίεργα ροζ κουφετί και πορτοκαλιά πουκάμισα. Απορούμε. Ανοίγουν τις αποθήκες με ρουχισμό που άφησαν οι Άγγλοι και βάζουν τα χακί. Εμείς έχομε ακόμη αρκετή αναίδεια και αυτοί όχι ακόμη πάρα πολλή. Ένας φίλος μας, ο Μανόλης Ροδοκανάκης, φοράει μία αγγλική σημαιούλα στο πέτο του. Τον σταματά ένας Γερμανός και του λέει αγγλικά: «Εγγλέζικο, βγάλε το» και ο Μανόλης τραβώντας το short του Γερμανού του απαντά: «Εγγλέζικο, βγάλε το». Αυτά είναι τα αστεία της αρχής που δεν πρόκειται να διαρκέσουν. Όλοι είναι τόσο φανατισμένοι που είναι ριψοκίνδυνοι. Η μητέρα και εγώ γράφομε με κιμωλία το γράμμα V (το σήμα της νίκης, V για Victory) επάνω στα σταματημένα γερμανικά αυτοκίνητα έως ότου μας πει ο πατέρας να παύσωμε πριν καταλήξωμε στην φυλακή.
     Αφού επέταξαν τα μεγάλα κτίρια τοποθετούν αξιωματικούς στα σπίτια. Όταν έρχονται σε μας μαζί με έναν Έλληνα διερμηνέα βάζω τα παιδιά να τσακωθούν στο χωλ· θεωρούν ότι δεν είναι κατάλληλη
 η κατοικία μας και γλυτώνομε. Δύο τρία χρόνια αργότερα
ο Στέφανος με ρωτά:
     «― Γιατί δεν έχομε και μεις Γερμανό στο σπίτι;
     ― Θα ήθελες να έχωμε; του απαντώ.
     ― Ναι, γιατί αν δεν έχομε ποιον θα πετάξωμε από το μπαλκόνι άμα θα τελειώσει ο πόλεμος;»
     Αυτό ήταν το θέμα της κουβέντας των παιδιών στον Εθνικό Κήπο όπου παίζουν.
     Ο παππούς μου, ο Δημήτρης Δραγούμης, κάθεται στην απέναντι πολυκατοικία. Του έχουν βάλει έναν Αυστριακό. Μια μέρα γυρίζει η Αριέττα από κει και ξέροντας πόσο φανατισμένη είμαι κρύβει πίσω από την πλάτη της μία πλάκα σοκολάτα και λέει «Δεν είναι Γερμανός, δεν είναι Γερμανός, είναι Αυστριακός». Βεβαίως την άφησα να φάει την σοκολάτα.
     Περνά μία εβδομάδα. Μέσα από τις σκοτεινές μου αναμνήσεις ξεπροβάλλει η πιο λαμπερή μέρα της ζωής μου. Η χαρά μας είναι απερίγραπτη. Η Αριέττα, αν και πολύ μικρή, θυμάται καθαρά ότι εκείνη την ώρα τρώγαμε σούπα ντομάτα και ακούμε την κόρη του θυρωρού να φωνάζει: «Ήλθε ο κύριος Ζάννος». Ο Κλεάνθης καταφθάνει γερός και καλά. Μας διηγείται ότι σε ένα δυνατό βομβαρδισμό στο μέτωπο είχαν βρεθεί σε ένα χαμόσπιτο που γκρεμίστηκε και τους πλάκωσε. Ήταν όμως κτισμένο από χωμάτινες πλίνθους και κανείς δεν έπαθε τίποτε. Καθώς υπηρετούσε σε μηχανοκίνητη μονάδα μπόρεσε να έλθει με αυτοκίνητο, κουβαλώντας μαζί του ένα τενεκέ φέτα, ένα τενεκέ μέλι και ένα τενεκέ ταχίνι που αγόρασε περνώντας από τους Δελφούς.
     Τώρα όμως αρχίζουν τα πολύ δύσκολα και μάλιστα τα πάρα πολύ δύσκολα.
     Πριν εξακολουθήσω θα ήθελα να πω δύο λόγια για τα χρηματικά. Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος εξεμηδένισε τα τρία τέταρτα της αρκετά μεγάλης περιουσίας της γιαγιάς μας, της Ιουλίας Δραγούμη.
Ο Δεύτερος μας κατέστρεψε ολοσχερώς. Μόλις είχαμε φέρει στην Ελλάδα το υπόλοιπο της περιουσίας αυτής που ήταν σε «τραστ» στην Αγγλία και που με τις διάφορες διαδικασίες μετά τον θάνατο της νόνας άργησε πολύ να ξεμπλοκαρισθεί. Επρόκειτο η μητέρα να αγοράσει ένα ή ίσως και δύο διαμερίσματα. Οι τράπεζες έκλεισαν και τα χρήματα έγιναν μαρουλόφυλλα. Παν αυτά.
     Το κράτος είχε επιτάξει τα τέσσερα καινούργια ανατρεπόμενα φορτηγά αξίας ενός εκατομμυρίου (ήταν πολλά χρήματα τότε) που μόλις είχε αγοράσει ο Κλεάνθης πριν ξεσπάσει ο πόλεμος. Του τα αποζημίωσαν μετά από χρόνια και τα εξευτελισμένα πλέον λεπτά έφθασαν για την αγορά τριών οκάδων κρεμμυδιών.
     Επίσης δεν του πληρώθηκε ποτέ η τελευταία πιστοποίησις, ύψος δραχμών 800.000, για τον δρόμο που είχε κατασκευάσει στην Κοζάνη.
     Για να δώσω μία ιδέα της αξίας της δραχμής τότε, θα πω ότι το ενοίκιον που πληρώναμε άμα πρωτομπήκαμε στο διαμέρισμα της οδού Πλουτάρχου (τέσσερα δωμάτια σε ένα καλό δρόμο του Κολωνακιού που θεωρείτο μία από τις ακριβές συνοικίες των Αθηνών) ήτο 1500 δραχμές τον μήνα.
     Και ως κορύφωμα, στο τέλος του 1944, μετά την καταστολή του κομμουνιστικού κινήματος, ο Πλαστήρας προσέφερε εις τους Άγγλους που είχαν βοηθήσει και σκοτωθεί κατά την διάρκεια του Εμφυλίου, το κτήμα μας στην Πικροδάφνη του Φαλήρου, για να το κάνουν κοιμητήριο. Μετά από 12 χρόνια δικών μάς έδωσαν ψιχία. Πάει και αυτό.
     Έτσι μόνον η Γαλήνη περίσσεψε και αυτή κόντεψε να γκρεμισθεί όταν τα ιταλικά αεροπλάνα βομβάρδισαν και βούλιαξαν το κόττερο του Φιξ που ήταν αραγμένο λίγες εκατοντάδες μέτρα μπροστά. Είχαμε την τύχη να σπάσουν μόνον τα τζάμια του σπιτιού.
     Ήταν τέτοια η έννοια μας πώς να βρούμε φαγητό που μέρα νύκτα μόνο αυτό σκεπτόμεθα και έτσι πρέπει να ομολογήσω ότι ορισμένα πράγματα είναι κάπως θολά στην μνήμη μου. Π.χ. πώς βρεθήκαμε με χρήματα στα χέρια και προμηθευθήκαμε όσες περισσότερες χρυσές λίρες μπορέσαμε; Πότε βγήκαν αυτές οι λίρες στην αγορά;
     Στην αρχή της Κατοχής περνούσαν γράμματα –μάλλον πολύ σύντομα σημειώματα– μέσω του Ερυθρού Σταυρού. Σε ένα από αυτά η αδελφή της μητέρας μου, στην Αγγλία, η Λεία Ράλλη, μήνυσε στον εξάδελφό της Νίκο Πασπάτη, έναν από τους ιδιοκτήτες και διευθυντής της Τραπέζης Χίου: «Παρακαλώ βοήθησε την οικογένεια». Αυτό ήταν οι περίφημες «αναγνωρίσεις» στις οποίες κατέφυγαν πολλοί. Εγίνοντο βεβαίως μεταξύ ανθρώπων που είχαν εμπιστοσύνη
 ο ένας στον άλλον. Έπαιρναν χρήματα εδώ και τα πλήρωναν μετά τον πόλεμο σε πολύ μεγαλύτερη τιμή. Εμείς επωφεληθήκαμε της προσφοράς αυτής όσο το δυνατόν λιγότερο· άλλωστε τα βοηθήματα ήταν πολύ περιορισμένα.
     Οι Γερμανοί δεν βρήκαν τον χρυσό της Τραπέζης της Ελλάδος που είχε φυγαδευθεί από την κυβέρνηση. Έζησαν όμως όλη την Κατοχή εις βάρος της Ελλάδος. Η χώρα εληστεύθη μέχρι της τελευταίας δραχμής. Τύπωναν συνέχεια χαρτονομίσματα η αξία των οποίων έπεφτε κάθε λεπτό. Ο τότε Γερμανός επίσημος αντιπρόσωπος στην Ελλάδα του Υπουργού Οικονομικών της Γερμανίας και εξουσιοδοτημένος απ’ αυτόν υπέγραψε συμφωνία δανείου το οποίον θα επέστρεφε η Γερμανία μετά τον πόλεμο. Προσφάτως που η Ελλάδα ανέφερε το θέμα του δανείου, ζητώντας την επιστροφή του όπως είχε συμφωνηθεί, ο «χαριτωμένος» κύριος Kohl απήντησε τραχύτατα: «Αυτό να το ξεχάσετε». Αξιοθαύμαστοι Γερμανοί!!
 Ούτε υπογραφές ούτε συμφωνίες σέβονται! Έτσι ξέρω και εγώ να προκόψω.
     Κούτσα κούτσα προσπαθεί ο καθένας να εξακολουθήσει τον ρυθμόν της ζωής του. Στις 10 Μαΐου 1941 ένα γερμανικό στρατιωτικό αυτοκίνητο κτυπά και τραυματίζει σοβαρά τον αδελφό της μητέρας, Νέλλο Δραγούμη, καθώς κατέβαινε πεζή από το Ψυχικό για να πάει στο γραφείο του, στο Χρηματιστήριο.
     Θα πεθάνει 15 μέρες μετά από μόλυνση. Αν υπήρχε η πενικιλλίνη θα είχε σωθεί. Χάθηκε ένας εξαίρετος άνθρωπος. Είμεθα κατακεραυνωμένοι. Ο καημένος ο παππούς μου, από τον οποίο δεν μπορέσαμε να κρύψωμε το γεγονός, πεθαίνει και αυτός στις 26 Οκτωβρίου 1941. Ίσως καλύτερα διότι οι μήνες που θα ακολουθήσουν θα είναι πάρα πολύ σκληροί.
     Αργότερα τα μηνύματα του Ερυθρού Σταυρού δεν έρχονται πια με σημειώματα, αλλά μέσω του ραδιοφώνου (πριν μας το σφραγίσουν γιατί κι αυτό έγινε). Η θεία Λεία, στέλνει χαιρετίσματα σε όλους μας, με τα μικρά μας ονόματα, μην ξέροντας ότι δύο από μας δεν ζουν πια, και μεις δεν ξέραμε, ότι είχε πεθάνει προ ενός έτους και
ο άνδρας της, ο θείος Άλεκ.
(Άλεξ Ζάννου, Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος στην Ελλάδα. 1940-1944. Αναμνήσεις. Αδημοσίευτο) http://www.snhell.gr

Ο μεθύστακας 1950

Από το Θησείο στο Μουσείο της Ακρόπολης

$
0
0


ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

ΕΤΙΚΕΤΕΣ:
Είναι ωραίο και δίκαιο που αισθανόμαστε ικανοποίηση από την ολοήμερη λειτουργία των βασικών μουσείων και αρχαιολογικών χώρων (έως ότου έρθει πάλι το φθινόπωρο), αλλά για σκεφτείτε... Εχουμε φθάσει στο σημείο να θεωρούμε «μεταρρύθμιση» τη δυνατότητα που έχει ένας τουρίστας να επισκεφθεί τους Δελφούς, π.χ., ή την Ολυμπία τις απογευματινές ώρες, το κατακαλόκαιρο, όταν ο ήλιος είναι ακόμη ψηλά. Το γεγονός, όμως, ότι αυτό δεν συνέβαινε, ενώ τώρα μπορεί, αποτελεί σαφώς πρόοδο. Αυτό που δεν είναι πρόοδος είναι η παρακμή της βιτρίνας της τουριστικής Αθήνας.

Εκανα πρόσφατα τον κλασικό περίπατο από τον σταθμό του ηλεκτρικού στο Θησείο μέχρι το Μουσείο της Ακρόπολης. 
Τι καλύτερο; Τι πιο αυτονόητο για μία τουριστική χώρα να έχει αυτήν τη διαδρομή –την όχι τυχαία, δηλαδή την απολύτως μοναδική– στην καλύτερη δυνατή κατάσταση; Σας προτρέπω να ακολουθήσετε το περίφημο πεζοδρομημένο «δαχτυλίδι» και να αναλογισθείτε αν δικαιούμαστε να είμαστε περήφανοι για τη διαχείριση αυτού του χρυσοπληρωμένου έργου.

Από την αρχή ώς το τέλος της διαδρομής ήθελα να γεμίζω από την ομορφιά και το μεγαλείο του Ιερού Βράχου, να έχω πλήρη συνείδηση του πού περπατάω και τι αντικρίζω, αλλά... Στο Θησείο και για πολλά μέτρα, οι μικροπωλητές που κέρδισαν τον χώρο (αυτόν από όλη την Αθήνα) απλώνουν την πραμάτεια τους δίνοντας στο περιβάλλον την αίσθηση που έχουν τα πανηγύρια όταν γιορτάζει ο άγιος της ενορίας. Αφού περάσεις τις χάντρες και τα κομπολόγια, πρέπει να προσέχεις τα μηχανάκια και όταν προσπεράσεις και τις καφετέριες, δύσκολο να μη δεις ότι τα γκράφιτι έχουν λερώσει και τον πέτρινο φράκτη προς τον Ιερό Βράχο. Σκασμένο το τσιμέντο δίπλα στο χαμηλό τείχος, απορείς πώς είναι δυνατόν να είναι αυτή η «βιτρίνα» μας. Στη στροφή προς τη Διονυσίου Αρεοπαγίτου αρχίζουν οι λακκούβες από τους ξηλωμένους κυβόλιθους, τα σήματα της Τροχαίας που έχουν γείρει κατά 45 μοίρες, οι πινακίδες προς Ηρώδειο καλυμμένες με αυτοκόλλητα, οι άχρηστες επιγραφές της Α΄ Εφορείας Αρχαιοτήτων γυμνές από πληροφορίες πλέον, αλλά χρήσιμες 
ως πίνακας για «καλλιγραφίες». Στην ευθεία προς το Μουσείο, αρχίζουν ο καημός του κάθε πικραμένου πλανόδιου μουσικού, οι κάδοι ανακύκλωσης και τα παρκαρισμένα αυτοκίνητα. Εως ότου φθάσεις στο Μουσείο, έχεις ξεχάσει ότι βρίσκεσαι εκεί όπου βρίσκεσαι.

Αχόρταγες μαντάμ και οφθαλμοπόρνοι

$
0
0

Οι ερωτικές αντιλήψεις και πρακτικές των παλιών Αθηναίων μέσα από «πικάντικα» δημοσιεύματα και χρονογραφήματα της εποχής
Αχόρταγες μαντάμ και οφθαλμοπόρνοι
Ημίγυμνη γυναίκα ρεμβάζει ξαπλωμένη, σε έντυπο του Μεσοπολέμου

«Ερωτευθείσα τον ανθοπώλην που της έδιδε άνθη διά τον τάφον του συζύγου της τον εσκότωσε επειδή την εγκατέλειψε!» διάβαζαν στην εφημερίδα τους οι Αθηναίοι το 1938. Το κείμενο που ακολουθεί είναι αντάξιο του κραυγαλέου τίτλου: ζουμερό και πλήρες τραγικών λεπτομερειών, συνοδεύεται από τον δραματικό υπέρτιτλο «Ερως και ρεβόλβερ». Μερικές σελίδες πιο κάτω ιατροί συφιλιδολόγοι σπουδαγμένοι εν Παρισίοις διαφημίζουν τις υπηρεσίες τους,
 με τις ρεκλάμες των ανθεκτικών προφυλακτικών «Μπεμπέκα» παραδίπλα.
Οι χρονογράφοι της «Ακροπόλεως» και του «Μπουκέτου» περιγράφουν πώς εκτυλίσσεται ένα ερωτικό ραντεβού σε κοσμικά μπεν-μιξτ και στο Τέρμα Πατησίων, ενώ οι σοφέρ των πρώτων αυτοκινήτων της Αθήνας προσφέρουν τις μαρτυρίες τους για τα ερωτικά ήθη των Αθηναίων σε αποκλειστικά ρεπορτάζ.
 Το πικάντικο περιοδικό «Φρου-Φρου» πληροφορεί τους αναγνώστες του για τα τεκταινόμενα εντός του φημισμένου οφθαλμοπορνείου της κυρίας Μαρίκας με τα ερωτικά περισκόπια. Οι συντάκτες του «Πειρασμού» αναφέρουν λεσβιακά όργια σε μοδιστράδικα και οι ρεπόρτερ της «Χρεωκοπίας» δημοσιεύουν καυτά ρεπορτάζ, άλλοτε για χαμαιτυπεία με αγοράκια για αχόρταγες μαντάμ και άλλοτε για «αξιότιμες» δεσποινίδες του καλού κόσμου που διατηρούν 
«κοριτσιέρες», ή γαλλιστί «φιγιέρες» κατά το «γκαρσονιέρες»,
 όπου επιδίδονται σε σαδομαζοχιστικές λαγνουργίες.
Αυτά συμβαίνουν στην ηδονική μεσοπολεμική Αθήνα, όπως διαβάζουμε στο βιβλίο Πόθοι και πάθη στην παλιά Αθήνα, 1834-1938 (εκδ. Ωκεανίδα) του Θωμά Σιταρά. Ο νεότερος μιας μακράς σειράς αθηναιογράφων, ο συγγραφέας στον τόμο Η παλιά Αθήνα ζει, γλεντά, γεύεται, 1834-1938 (εκδ. Ωκεανίδα, 2011) μας ξενάγησε στις μπιραρίες του Οθωνα, στα αστικά ζαχαροπλαστεία, στις λαϊκές ταβέρνες και στα νυχτερινά κέντρα, στη δημόσια ζωή μιας Αθήνας που χάθηκε. Στο νέο του βιβλίο ανοίγει την πόρτα της κρεβατοκάμαρας των Αθηναίων, παρουσιάζει το πώς ερωτεύονταν, πώς παντρεύονταν και πώς διαχειρίζονταν την ερωτική επιθυμία τους άνδρες και γυναίκες συμπληρώνοντας το πορτρέτο ενός αιώνα αθηναϊκής καθημερινότητας με τις πιο προσωπικές όψεις του ιδιωτικού βίου.

Ρομάντζα και καπρίτσια
Η ιστορική αναδρομή στις ερωτικές αντιλήψεις και πρακτικές των Αθηναίων είναι ο πιο εύγλωττος μάρτυρας για την ταξική διαστρωμάτωση και την εξέλιξη
 της θέσης της γυναίκας στην αθηναϊκή κοινωνία. Καθώς ο ρόλος της αναπροσδιορίζεται και διεκδικεί βαθμηδόν την ανεξαρτησία της από τον τύραννο πατέρα, σύζυγο ή αδελφό, αρχίζει να διεκδικεί και την ικανοποίηση των αισθηματικών και των σαρκικών επιθυμιών της. Εντυπωσιακή είναι η αντίθεση ανάμεσα στις αφράτες και καλλιπάρειες χαμηλοβλεπούσες Ατθίδες των χρόνων της απελευθέρωσης - που είναι αμπαρωμένες στο σπίτι τους και δεν γνωρίζουν άλλο από τον σύζυγο-αφέντη, τα παιδιά και την κουζίνα τους - και την τολμηρή έγγαμο κυρία που ζητεί το 1938, δι'αγγελίας, συνοδό σε ταξίδι στην Ευρώπη υποσχόμενη να το καταστήσει δι'αυτόν «την σπανιωτέραν απόλαυσιν υφ'όλας τας επόψεις».
Ανάμεσα στα δύο άκρα βρίσκονται τα ρομαντικά χρόνια, οι έρωτες που γεννιούνται από κρυφές ματιές πίσω από το παραθυρόφυλλο, οι πολιορκίες μηνών και τα φευγαλέα αγγίγματα των χεριών. Καμαριέρες μεταφέρουν καθ'ημέραν πολυσέλιδα ραβασάκια, οι υπάλληλοι των ταχυδρομείων δεν προλαβαίνουν να εξυπηρετούν όσους αλληλογραφούν με ποστ ρεστάντ 
και η «Χρεωκοπία» δημοσιεύει υποδείγματα επιστολών και ευτράπελα φανταστικά γράμματα. Τα πρωτοσέλιδα του Τύπου μονοπωλεί η τραγική ιστορία του Μιμίκου και της Μαίρης, της γερμανίδας γκουβερνάντας των ανακτόρων που αυτοκτόνησε πέφτοντας από την Ακρόπολη και του αγαπημένου της γιατρού που, απαρηγόρητος, την ακολούθησε στον θάνατο σαν άλλος Ρωμαίος.
Καταλύτες των εξελίξεων στον ερωτικό τομέα είναι βέβαια το χρήμα - διαχρονικός διαφθορέας - και ο πόλεμος. Στην ερειπωμένη Αθήνα
 του 1834 η ανοικοδόμηση και ο βιοπορισμός είναι προτεραιότητες. Ο έρωτας και η απόλαυση έρχονται μετά. Η κοινωνία είναι πιο συντηρητική. Οι ενθοαπελευθερωτικοί πόλεμοι που ακολουθούν, ο Μεγάλος Πόλεμος και
 η Μικρασιατική Καταστροφή φέρνουν στερήσεις και ωθούν τους φτωχούς και τους νεόπτωχους στην εκπόρνευση. Εμφανίζονται οι προαγωγοί, πληθαίνουν
 οι «παρδαλές» και οι «παστρικές», ντόπιες ή προσφυγοπούλες.
Ως το 1930 έχει επικρατήσει ο κυνισμός και ο υπολογισμός. Οι Αθηναίες της ανωτέρας τάξεως «καταγίνονται με τον έρωτα αλλά δεν ερωτεύονται», η αγάπη γίνεται παιγνιδάκι και καπρίτσιο, γράφει ρεπορτάζ της «Ακροπόλεως». 
Τα κορίτσια της μεσαίας και της λαϊκής τάξης φλερτάρουν και βγαίνουν ραντεβού έχοντας στο μάτι την «καλή αποκατάσταση», έναν άνδρα που θα τους προσφέρει λούσα, πολυτελή σπίτια, καλή ζωή. Τα παράνομα ραντεβουδάκια στην Κολοκυνθού, στον Βοτανικό, στο Φάληρο ή στην εξοχική Κηφισιά εντάσσονται απαρέγκλιτα στην ατζέντα του καθημερινού κουτσομπολιού αστών και πληβείων.
Οπως και στο προηγούμενο βιβλίο του, ο συγγραφέας ανθολογεί αποσπάσματα του Βασίλη Αττικού, του Δημήτριου Καμπούρογλου και άλλων γνωστών αθηναιογράφων, αποδελτιώνει πλήθος εφημερίδων και περιοδικών και τα συναρμόζει με αυθεντικές αγγελίες, διαφημίσεις, γελοιογραφίες, ανέκδοτα και χιουμοριστικά σχόλια σε μια γοργή και άκρως διασκεδαστική αφήγηση που αναπαριστά το ύφος και το ήθος κάθε εποχής.
Οσοι εκτός από τις καταστάσεις αγαπούν και τις λέξεις θα ευχαριστηθούν διαβάζοντας στον τόμο πώς προήλθε η φράση «ας πάει και το παλιάμπελο»,
 τι σχέση έχει το «της νύχτας τα καμώματα τα βλέπει η μέρα και γελάει» με τις άσχημες γυναίκες και ποιος βάφτισε έτσι τις θρυλικές «παξιμαδοκλέφτρες» των ρεμπέτικων τραγουδιών.

Εν Αθήναις....οι τζαμαρίες των εστιατορίων

$
0
0




Κατοχή το Εστιατόριον Αβέρωφ στην  Σταδίου  και Αμερικής με τα λουστράκια να προσπαθούν να πείσουν περαστικούς για να τους γυαλίσουν τα παπούτσια
και να πάρουν κανένα εκατομμύριο (Κατοχικό νόμισμα).
Η τζαμαρία του εστιατορίου ήταν βαμμένη με άσπρη μπογιά μέχρι την μέση
για να μην κοιτάζουν οι πεινασμένοι τους τυχερούς που τρώνε.
Απ΄έξω υπήρχε και χώρος για το μενού της ημέρας αλλά ήταν κενό
 γιατί ο μάγειρας έβαζε στην κατσαρόλα ότι εύρισκε  από την μαύρη αγορά.
Τα ασπρισμένα τζάμια στα φαγάδικα υπήρχαν και μετά τον εμφύλιο τότε
που προσπαθούσαν όλοι να σταθούν στα πόδια τους.
Για τον ίδιο λόγο ή από συνήθεια.
Το μενού το έλεγε ο σερβιτόρος-ιδιοκτήτης-μάγειρας...όσπριο...λαδερό...
μακαρονάδα με σάλτσα...πατάτες φούρνου με σάλτσα ψητού 
(το ψητό ολίγο για ολίγους).
Ζυθεστιατόριον-εστιατόριον-μαγειρείον ...έγραφαν οι ταμπέλες και από κάτω
διάφορα όπως...οι φίλοι...η καλή καρδιά...η Τρίπολη κ.λ.π.
Υπήρχαν αρκετά γύρω από την Ομόνοια...δούλευε κοσμάκης εκεί...
Για όλα τα βαλάντια και χωρίς ντροπή οι παραγγελίες...
Σκέτη μακαρονάδα...φασολάδα και το πιάτο άδειαζε αμέσως και έφευγαν
και ξαναγύριζαν στο μεροκάματο.
Οι βαμμένες τζαμαρίες στα εστιατόρια με τα χρόνια δεν είχαν νόημα να υπάρχουν.
Ποιός θα σταμάταγε να κοιτάξει τι τρώνε οι άλλοι...χορτάτοι οι περισσότεροι...
καλοζωϊσμένοι.
Πετούσαν στα σκουπίδια ότι έμενε από τα φαγητά στο σπίτι για να φθάσουμε
στις ημέρες μας να ξανάρθουν οι πεινασμένοι και να ψάχνουν πάλι τους κάδους
των σκουπιδιών όπως οι πρόγονοί τους στην Κατοχή.
Δεν θα ήταν κακή ιδέα να ξαναβαφτούν μέχρι την μέση οι τζαμαρίες
των φαγάδικων για να μην κοτοστέκονται και κοιτάζουν τους τυχερούς
που τρώνε.

πίσω στα παλιά



Ο Βασιλιάς των καλλυντικών στην Ελλάδα

$
0
0




Ευχαριστώ θερμά την Μαρία Ξένου που πήρε τη συνέντευξη και έγραψε τον πρόλογο.  

   Πατίστας... Ακόμη και τώρα στα 37 μου, που έχω την χαρά να τον γνωρίζω προσωπικά, όταν ακούω αυτό το όνομα στο μυαλό μου έρχεται η γνωστή διαφήμιση με την κοπέλα που χορεύει στα κουτάκια που πολλαπλασιάζονται στην οθόνη.
  Παιδάκι όταν σιγοτραγουδούσα το γνωστό ρυθμό πού να ήξερα ότι η ζωή θα τα έφερνε να γίνει φίλος μου ένας ζωντανός θρύλος - μια σπάνιας ευγένειας και καλοσύνης προσωπικότητα. Σήμερα στα 92 του χρόνια ο Γιάννης Πατίστας παραμένει νέος, ακμαιότατος, το ίδιο αρχοντικός και γλυκός. 
Στην πατρίδα μου την Πάρο περνάει μεγάλο μέρος της ζωής του, απ'όπου και η συζήτηση που κάναμε στη βεράντα του στην Πάνδροσσο, ένα φθινοπωρινό απόγευμα με τον ήλιο να δύει απέναντί μας ανάμεσα στις Πόρτες.   
    Μαρία Ξένου: Κύριε Γιάννη, δεν ήρθα για μια τυπική συνέντευξη αλλά για να κάνουμε ευρύτερα γνωστά κάποια πράγματα που ίσως δεν γνωρίζει ο κόσμος. Καταρχάς πώς και σας βρίσκουμε στην Πάρο;


 Γιάννης Πατίστας: Η Πάρος είναι το αγαπημένο νησί της γυναίκας μου. Αν και παραθέριζα πάντα στο εξοχικό μου στο Ξυλόκαστρο, με έπεισε και ήρθα αρχικά για ένα Σαββατοκύριακο και από τότε την λάτρεψα. Πλέον εχω το νησί και τους ανθρώπους του στην καρδιά μου, για την ευγένεια και την καλοσύνη τους, για το καλό τους φαγητό και την φιλοξενία και περνάω πολύ μεγάλο μέρος της ζωής μου εδώ. Τι είναι αυτό που σας κάνει, παρά τα 92 σας χρόνια, να είστε γεμάτος ζωή και ζωντάνια;
 Η αγάπη για το αντικείμενο της δουλειάς μου.Έδωσα τη ζωή μου στη δουλειά μου. Και βέβαια η αγάπη που εισέπραξα από τον κόσμο, από τους πελάτες μου 72 συναπτά έτη. Αν και είχα στο μαγαζί στην Ευριπίδου 4 σαράντα αισθητικούς, οι πελάτισσες ερχόταν πάντα σε μενα να τις συμβουλέψω και να πω τη γνώμη μου για την περιποίηση του εαυτού τους. Δεν υπήρχαν πρωτόκολλα στην μεταξύ μας επικοινωνία. Δεν κρύφτηκα ποτέ σε καποιο γραφείο να διαφεντεύω από μακριά. Εγώ ήμουν πάντα στην υποδοχή των πελατών μου. Έρχονταν πρώτα να με χαιρετήσουν κι έπειτα να ψωνίσουν. Κάθε πρωί εκεί από τις 6 το πρωί ως αργά το βράδυ.   Γεννηθήκατε στην Αθήνα;
 Όχι, στην Αίγινα. Σε ηλικία 7 ετών μετακόμισα στην Αθήνα στην Πλάκα, από όπου πήρα και τα πρώτα ερεθίσματα για τη δουλειά μου. Ο αδερφός της μητέρας μου ο Σπύρος Ζαχαρίας είχε σπουδάσει αρωματοποιία στο Παρίσι και ο πατέρας μου άνοιξε το 1915 μαζί του το πρώτο αρωματοπωλείο. Όταν εγώ τέλειωσα την Ανωτάτη Σχολή Οικονομικών και Εμπορικών Επιστημών την σημερινή ΑΣΟΕΕ, αν και ήμουν περιζήτητος ως υπάλληλος τραπέζης ή υπουργείου αποφάσισα να πάω να δουλέψω στην επιχείρηση του πατέρα μου. Από το 1950 περιήλθε σε μένα και από το 1955 συνεργάστηκα αρμονικά και με τον αδελφό μου Θανάση μέχρι την ημέρα που έφυγε από την ζωή. 
Τι ήταν αυτό που πουλούσε πιο πολύ στην Αθήνα εκείνη την εποχή;
 Οι κολόνιες! Λουτρά μην ξεχνάς δεν υπήρχαν, υπήρχαν μόνο σκάφες κι έτσι οτιδήποτε άλλο που αφορούσε στην περιποίηση ήταν ανούσιο. Τα εσάνς τα έφερνα από την Ελβετία. Εκείνη την εποχή η κολόνια που είχε κάνει κρότο ήταν η Μαλάϊκα της Σανέλ την οποία εγώ ονόμασα σκέτο Σανέλ και είχε πολύ μεγάλη ζήτηση. Ωστόσο δέχτηκα μια μήνυση από την γαλλική πρεσβεία, την μετονόμασα λοιπόν κι εγώ σε τύπου Σανελ και στο τέλος επικράτησε για πολλά χρόνια το "Σανέλια". Είχα εκδώσει κι ένα οδηγό, ένα μικρό βιβλιαράκι, που έδινα δωρεάν στις γυναίκες, με ό,τι ήταν απαραίτητο για την περιποίηση και φροντίδα. Από το Α ως το Ω. Το διάβαζαν και το τηρούσαν σαν ευαγγέλιο.
 Οι Ελληνίδες πότε ξεκίνησαν να βάφονται;
 Μετά το 1950 πρώτη η max factor έβγαλε το πρώτο μακιγιάζ σε πολύ καλή τιμή. Κι έτσι η πούδρα και μετά το κραγιόν καθιερώθηκαν ως απαραίτητα εργαλεία της κάθε γυναίκας και υπήρχαν σε όλες τις γυναικείες τσάντες. 
Άντρες πελάτες είχατε; Βέβαια.Έπαιρναν τα ξυριστικά τους, τα αρώματα, τα δώρα τους απο κει. Οι άντρες, όπως κι εγώ, προτιμούσαν το άρωμα λεβάντα. Πολύ αγαπώ αυτό το άρωμα και το έχω ξεχωρίσει. Από αυτό καταλάβαιναν και οι υπάλληλοι οτι έφθανα στο κατάστημα. Αληθεύει πως από τον κόσμο έκλειναν οι πόρτες του καταστήματος;
 Ασφαλώς. Είχα αστυνομία να συγκρατεί το πλήθος κι εγώ από το μικρόφωνο φώναζα να φυλάνε τα προσωπικά τους αντικείμενα. Ανοίγαμε την πόρτα και βάζαμε κατά διαστήματα την επόμενη φουρνιά για να μην κλείνει η Ευριπίδου.
 Τι ήταν αυτό που σας έκανε να ξεχωρίζετε;
 Οι τιμές, η ποικιλία και η σχέση που διαμόρφωσα με τον κόσμο.Υπήρχαν κάποια μικρά αρωματοπωλεία αλλά δεν είχαν σε καμιά περίπτωση την δική μου δουλειά.Το είχα μονοπώλιο.Από το 1985 άρχισαν να εμφανίζονται στην αγορά ανταγωνιστικές εταιρίες αλλά η δική μας δουλειά δεν μειώθηκε. Η πελατεία μας έμεινε σταθερή και η αγάπη του κόσμου αμείωτη. 35 χρόνια δηλαδή μοναδικός αυτοκράτορας στον χώρο; Ναι! είχα την χαρά να ορίζω και να διαμορφώνω την τάση στην περιποίηση και την ομορφιά στις γυναίκες της Αθήνας και ολόκληρης της επαρχίας.
 Διαφήμιση κάνατε;
 Έκανα και πρωτοτύπησα κι εκεί. Πριν την πασίγνωστη τηλεοπτική διαφήμιση, ήμουν ο πρώτος που είχα πίσω απο αεροπλάνα πανό που έγραφαν ''Φρέσκα καλλυντικά Πατίστας Ευρυπίδου 4''και πετούσαν σε όλες τις παραλίες Κορινθίας, Βοιωτίας, Σουνίου. Μου κόστισε πολλά χρήματα αλλά μου έφερε και πελάτες. Μετά από μένα πολλοί μιμήθηκαν αυτόν τον τρόπο διαφήμισης.
 Διακοπές κάνατε ποτέ;
 Διακοπές; Αστειεύεσαι! Μόνο όταν αποσύρθηκα. 72 χρόνια δουλειάς. Καφενείο ακόμα δεν ξέρω τι θα πει. Η λατρεία του κόσμου με ενθουσίαζε, δε με ένοιαζε τίποτε άλλο. Οι άνθρωποι τότε ήταν αλλιώς, είχαμε προσωπική σχέση, δημιούργησα φιλίες, δεν μπορούσα να λείπω από την δουλειά μου, δεν θα με έβρισκαν. Όταν αποσύρθηκα ταξίδεψα και έκανα πράγματα που δεν είχα καταφέρει τόσα χρόνια. Η μόνη μου διασκέδαση μετα τη δουλειά σε καθημερινή βάση ήταν σε ταβερνάκια στην Πλάκα και στις γύρω περιοχές.
 Τώρα που είπαμε για φιλίες, μιλήστε μου λίγο για τους ανθρώπους που γνωρίσατε, για τους ανθρώπους που παρέλασαν από το μαγαζί σας.
 Θέλω να ξέρεις οτι δεν ξεχώρισα ποτέ καμιά γυναίκα. Είτε ήταν νοικοκυρά είτε η πιο επώνυμη έχαιρε της ίδιας αγάπης και φροντίδας από μένα. Ωστόσο, ναι πράγματι, από το μαγαζί πέρασε κόσμος και κοσμάκης. Η Μαίρη Κουάντ, η μεγαλύτερη επανάστάτρια στον χώρο της μόδας, ''η κυρία μίνι'', αλλά και η Έλενα Ρουμπινστάιν, η αυτοκράτειρα της κοσμετολογίας. Επίσης όλα τα υψηλά στελέχη των ευρωπαϊκών οίκων μόδας. Όλες οι διάσημες Ελληνίδες που έγιναν πελάτισσες και φίλες μου. Από τον χώρο της πολιτικής, του θεάτρου,του σινεμά... Ποια να πρωτοθυμηθώ... Η Αλίκη Βουγουκλάκη, η Ρενα Βλαχοπούλου,η Ζωή Λάσκαρη, η Ρίκα Διαλυνά. Η Άννα Φόνσου, τον αγώνα της οποίας για το Σπίτι του Ηθοποιού τον γνωρίζω καλά και νιώθω μεγάλη συγκίνηση που τον έφερε εις πέρας. Η αείμνηστη Μελίνα Μερκούρη η οποία περα από το οτι προμηθευόταν απο μενα αποκλειστικά τα καλλυντικά της, μας συνέδεε βαθειά φιλία και η απώλειά της μου κόστισε παρα πολύ. Η λατρεμένη μου Δέσπω Διαμαντίδου. Με την Δέσπω βγαίναμε πολύ συχνά στα ταβερνάκια. Της άρεσε πολύ το καλό φαγητό και ταιριάζαμε σε αυτό. Πάντα την θυμάμαι και μου λείπει. Η Αλεξάνδρα Λαδικού με την οποία είμαστε κουμπάροι και αγαπημένοι φίλοι. Η μια και μοναδική Ζωζώ Σαπουντζάκη. Είχα αναλάβει την προσωπική της φροντίδα.Παραμένουμε και σήμερα αδερφικοί φίλοι. Όλες οι πρωταγωνίστριες του Εθνικού δεν θέλω να ξεχάσω κάποια.
 Ο χώρος της ομορφιάς έχει επηρεαστει σήμερα από την κρίση;
 Σαφώς. Δεν υπάρχει κατανάλωση, πωλούνται περισσότερο οι φθηνές μάρκες καλλυντικών ή απομιμήσεις κρεμών αμφιβόλου ποιότητας, έχουν γίνει μεγάλες περικοπές. Οι 6 και 7 κρέμες την ημέρα έχουν αντικατασταθεί πλέον με μία. Είστε ένας ευτυχής άνθρωπος κ.Γιάννη, αυτό διακρίνω. Άρα μόνο όμορφες στιγμές σας άφησε η δουλειά σας.
 Εδώ κάνεις λάθος.Την τελευταία δεκαετία δεν θέλω να την φέρνω στο μυαλό μου. Ένιωσα προδομένος και απογοητεύτηκα από ανθρώπους που εργάστηκαν στην επιχείρηση μου, από ανθρώπους που βοήθησα, που δεν αδίκησα ποτέ. Δεν υπήρξα ποτέ αφεντικό μπαμπούλας. Δεν έριξα ποτέ κανένα μισθό ακόμα και τώρα τελευταία. Οι άνθρωποι όμως είναι άπληστοι και αγνώμονες. Όσο κι αν δεν αλλοιώθηκε η αγάπη του κόσμου προς το πρόσωπο μου,τόσο απογοητεύτηκα από κάποιους άλλους που χρόνια ευεργέτησα, που συνταξιοδοτήθηκαν απο μένα. Δέχτηκα αναίτιες επιθέσεις,ανυπόστατες, απειλές και διασυρμό σε δικαστήρια. Τι λυπηρό! Δεν θέλω να θυμάμαι τίποτα από την τελευταία δεκαετία. Σε αυτή την ηλικία να βιώσω τέτοια πικρία και προδοσία. Μόνο τις παλιές καλές στιγμές έχω στην ψυχή μου και την αγάπη που πήρα από τρεις γενιές Ελλήνων. 
Τα καταστήματα Πατίστας με το λατινικό λογότυπο ''perfumeries''που βλέπουμε είναι και αυτα δικά σας;
 Σου τονίζω πως το μόνο αυθεντικό, δικό μου, κατάστημα ήταν και είναι στην Ευριπίδου 4, και πλέον το έχω παραχωρήσει στον κ.Χρήστο Πολυκράτη που διατηρεί το όνομα, το σήμα και το λογότυπο Πατίστας. Τα υπόλοιπα καταστήματα στα οποία δέχτηκα να συμπεριλαμβάνουν το όνομα μου, δεν τηρήθηκε καμιά από τις συμφωνίες που κάναμε και είναι απο αυτά που προανέφερα και δεν θέλω καθόλου να θυμάμαι.
 Πώς περνάει τώρα πια ο χρόνος σας;
 Κάνω πολλές εκδρομές, γυρνάω όλη την Ελλάδα. Και βέβαια είμαι πολύ τακτικά στην Πάρο και στο Ξυλόκαστρο. Αυτά είναι τα αραξοβόλια μου και η μαγεία μου. Η αγάπη των νησιωτών είναι το γιατρικό μου. Στην Αθήνα έρχομαι για να δω καλά θεατρικά έργα ή μουσικές σκηνές, να απολαύσω τον φίλο μου Γιάννη Πάριο ή την Μαρινέλλα.Και βέβαια να δω την Ζωζώ, όπου κι αν εμφανίζεται, που όσο κι αν περνάνε τα χρόνια εκείνη ανθίζει. Είναι η χαρούμενη νότα μας,πάντα με ζωντάνια και γέλιο στα πάρτυ να τραγουδάει και να χορεύει ως το πρωί.
 Υπάρχει τελικά κάτι που σας λείπει κ.Γιάννη;
 Απολύτως τίποτα. Είμαι πολύ τυχερός να έχω δίπλα μου ανθρώπους ,όπου κι αν βρεθώ,που αγαπώ και με αγαπάνε και αποτελούν την οικογένειά μου, όπως η Λίτσα Πατέρα που είναι και κουμπάρα μου - είναι πολυαγαπημένο μου πρόσωπο, πολύ κοντινό μου.Το Δεσποινάκι μου, που με τις ιατρικές της συμβουλές και την φροντίδα της με κάνει άτρωτο. Και στην Πάρο πάντα κοντά μου ο Γιάννης Πάριος και ο Νικόλας ο Βαρθακούρης και η Τασία η Μανωλοπούλου. Να έχω την υγεία μου θέλω, να ανταμώνω με τους φίλους μου και να περνάμε καλά. Να τρώω πολλά χρόνια ακόμα τους αστακούς και τα μπαρμπούνια μου στον Αμπελά και να απολαμβάνω αυτή την θέα από την Πάνδροσσο, στο ωραιότερο κομμάτι της Πάρου,με το Αιγαίο απέναντί μου και όλες τις μικρές Κυκλάδες. Το δικαιούμαι, δε νομίζεις κι εσύ;
Πηγή: www.lifo.gr

Σχόλιο:

Και βέβαια το δικαιούσε Κε Γιάννη!
Τον γνωρίζω εδώ και πολλά χρόνια....από παιδί όταν του πήγαινα
παραγγελίες με το καρότσι.
Του χρωστάω ευγνωμοσύνη γιατί με βοήθησε να προχωρήσω στον
συγκεκριμμένο χώρο αλλά δεν θέλει να ακούει τέτοια.
Θα θυμηθώ το μικρό μαγαζάκι στην Ευριπίδου με τις κολώνιες χύμα στα γυάλινα βαρελάκια έξω στο πεζοδρόμιο γιατί δεν χωρούσαν μέσα.
Ο Γιάννης και ο αείμνηστος αδερφός του Θανάσης να εξυπηρετούν τον κόσμο που περίμενε ουρά.
Ονομαστές οι κολώνιες που έφιαχναν μόνοι τους και τις πουλούσαν
στα πλαστικά μπουκαλάκια.

πίσω στα παλιά

Η επιστροφή του Αλέξανδρου Ιόλα

$
0
0

Το ΒΗmagazino εξερευνά τoν βίο του ανθρώπου που άλλαξε την Ιστορία της τέχνης του 20ού αιώνα
Η επιστροφή του Αλέξανδρου Ιόλα
Μαικήνας των τεχνών: Ο Ιόλας αγάπησε με πάθος την τέχνη και τους εκπροσώπους της. Προτού αναδειχθεί στον πιο επιτυχημένο γκαλερίστα του 20ού αιώνα, υπήρξε και ο ίδιος καλλιτέχνης, ένας θαυμάσιος χορευτής.


Ο τίτλος της έκθεσης που διοργανώνεται αυτές τις ημέρες στην γκαλερί Paul Kasmin στη Νέα Υόρκη δεν αφήνει πολλά περιθώρια για παρανοήσεις: «Alexander the Great: Τhe Iolas Gallery 1955-1987» (Ο Μέγας Αλέξανδρος: Γκαλερί Ιόλα 1955-1987) το όνομα αυτής, με ένα μεγάλο αφιέρωμα σε έργα καλλιτεχνών την πορεία των οποίων σημάδεψε και καθόρισε ο γκαλερίστας και συλλέκτης Ιόλας: Μαξ Ερνστ, Ρενέ Μαγκρίτ, Ιβ Κλάιν, Μαν Ρέι, Τζόρτζιο ντε Κίρικο, Αντι Γουόρχολ, Τάκις και πολλοί άλλοι.
Πράγματι, είχε μια ιδιαίτερη σχέση με τον Μέγα Αλέξανδρο ο Ιόλας. «Τελικά η Ελλάδα έβγαλε έναν μεγάλο. Εναν πολύ μεγάλο: τον Μέγα Αλέξανδρο» είχε πει, και πάντα στο κομοδίνο του φύλαγε κάποιο βιβλίο για τον μακεδόνα στρατηλάτη. Οχι μόνο λόγω ονόματος, αλλά και λόγω καταγωγής. Ο Αλέξανδρος Ιόλας, το παιδί που ξεκίνησε από την Αλεξάνδρεια για την Αθήνα το 1926 κρατώντας τρεις συστατικές επιστολές από τον Κωνσταντίνο Καβάφη - μία για τον Αγγελο Σικελιανό, μία για τον Κωστή Παλαμά και μία για τον Δημήτρη Μητρόπουλο, κατέκτησε και αυτός έναν ολόκληρο κόσμο, εκείνον της τέχνης. «Η ζωή, παιδί μου, είναι σαν το θέατρο. Ολους μάς θέλει. Αλλοι είμαστε γεννημένοι πρωταγωνιστές, άλλοι είναι γεννημένοι για να είναι κομπάρσοι» είχε πει. Ανήκε στους πρώτους.

Χορεύοντας στον Ιερό Βράχο
Η εφημερίδα «The Νew York Times» δεν ήταν φειδωλή για τα πεπραγμένα του Αλέξανδρου Ιόλα παρουσιάζοντας την πρόσφατη έκθεση προς τιμήν του. «Ο γκαλερίστας που άλλαξε την τέχνη για πάντα» ήταν ο τίτλος του άρθρου. Η έκθεση πράγματι έχει προκαλέσει ιδιαίτερη αίσθηση, φιλοξενώντας περίπου 40 έργα, ανάμεσά τους και την προσωπογραφία του ιδίου διά χειρός Αντι Γουόρχολ, καθώς και την προσωπογραφία του Μαν Ρέι, την οποία παρήγγειλε προσωπικά ο Ιόλας στον πατέρα της ποπ αρτ.
 Ο Κωνσταντίνος Κουτσούδης, όπως ήταν το πραγματικό όνομά του προτού η Θεοδώρα Ρούζβελτ - εγγονή του προέδρου των ΗΠΑ και τότε αρραβωνιαστικιά του - τον βαπτίσει Αλέξανδρο Ιόλα, αφιέρωσε τη ζωή του στην τέχνη.

Γεννημένος στην Αλεξάνδρεια, την 25η Μαρτίου του 1908, κατάλαβε νωρίς το πεπρωμένο του, όταν ένα βράδυ, σκαστός από το σπίτι του στην αιγυπτιακή μεγαλούπολη, είδε τη Μαρίκα Κοτοπούλη στη σκηνή. Δεν ακολούθησε το επάγγελμα του βαμβακέμπορου πατέρα του. Το 1926 ήρθε στην Ελλάδα και βρέθηκε στον κύκλο του Αγγελου Σικελιανού. Ο υπεύθυνος της Ακρόπολης τον άφηνε αργά τα μεσημέρια, όταν έφευγαν οι τουρίστες, να χορεύει στον Ιερό Βράχο, ενώ η θρυλική Nelly's τον φωτογράφιζε.
Ξανά με μια επιστολή στην τσέπη, από τον Δημήτρη Μητρόπουλο προς τον σκηνογράφο της όπερας του Βερολίνου, Πάνο Αραβαντινό, βρέθηκε στο Βερολίνο το 1929. Από κομπάρσος έγινε πρώτος χορευτής στις σκηνές. Αργότερα μετακόμισε στο Παρίσι, μπήκε στον κύκλο του Πολ Βαλερί, γνώρισε τον Αντρέ Μπρετόν. Το 1933 σε μια γκαλερί έμεινε έκθαμβος μπροστά σε έναν πίνακα του Τζόρτζιο ντε Κίρικο. Το πάθος του χορού υποχωρούσε μέσα του.
Στην Αμερική, με τη βοήθεια της δούκισσας Μαρία Ντε Γκραμόν, άνοιξε το 1946 την πρώτη του γκαλερί. Εφερε τους ευρωπαίους καλλιτέχνες, επέβαλε τον σουρεαλισμό στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού. Στην αρχή δέχτηκε αντιδράσεις. «Υπήρξαν μέρες που δεν είχα να φάω ένα κομμάτι ψωμί. Αλλά είχα πεισμώσει. Ελεγα μέσα μου: "Θα τους αγαπήσετε"» εκμυστηρευόταν αργότερα στον βιογράφο του Νίκο Σταθούλη (η βιογραφία «Αλέξανδρου Ιόλα: Η ζωή μου» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Οδός Πανός).
Ηταν ο άνθρωπος που ανακάλυψε τον Αντι Γουόρχολ, νεαρό ακόμη, όταν εκείνος ήταν σχεδιαστής παπουτσιών. Το 1952 οργάνωσε την πρώτη του ατομική έκθεση, με μια σειρά σχεδίων βασισμένη σε κείμενα του Τρούμαν Καπότε - 35 χρόνια αργότερα διοργάνωσε και την τελευταία έκθεση του Γουόρχολ στο Mιλάνο, στο Παλάτσο Στελίνε, το κύκνειο άσμα και των δύο.
Το μήλο του Μαγκρίτ
Η επιτυχία του Ιόλα ήταν μεγάλη. Ζούσε μυθιστορηματικά. Κοσμική ζωή, πάρτι, εραστές, έρωτες. Ακολούθησαν γκαλερί στη Γενεύη, στη Ζυρίχη, στο Παρίσι, στο Μιλάνο, στη Μαδρίτη. «Το να βρίσκεσαι στη Νέα Υόρκη και να μην επισκεφθείς την γκαλερί του Ιόλα είναι σαν να βρίσκεσαι στην Ελλάδα και να μην επισκεφθείς τον Παρθενώνα» είχε πει η Μαργκότ Φοντέιν στην Τζάκι Κένεντι το 1968. Και πράγματι, ο Ιόλας τροφοδότησε τις συλλογές των Ντε Μενίλ, Ροκφέλερ, Ανιέλι, Εμπειρίκου, Νιάρχου και άλλων. Αγόραζε έργα και πολλαπλασίαζε την αξία τους, διαμορφώνοντας το σύγχρονο χρηματιστήριο έργων τέχνης.
«Ο Ιόλας είχε μακροχρόνιους δεσμούς με τους περισσότερους καλλιτέχνες του - και ως φίλος και ως έμπορος έργων τέχνης, είχε μεγάλη ανάμειξη στη ζωή τους» αναφέρει ο Βίνσεντ Φρέμοντ, στενός συνεργάτης του Αντι Γουόρχολ, ο οποίος και βοήθησε στην έρευνα για το στήσιμο της έκθεσης. Φυσικά, υπήρξαν και μεγάλες συγκρούσεις, κυρίως με τους έλληνες καλλιτέχνες που προώθησε.
«Ηταν μαμή. Συμμετείχε στην έμπνευση των καλλιτεχνών» αναφέρει στο ΒΗmagazino o βιογράφος του, Νίκος Σταθούλης. «Δεν είναι τυχαίο ότι ο Ρενέ Μαγκρίτ τού έστελνε γράμματα και του έγραφε: "Αλέξανδρε, δεν έχω έμπνευση"και ο Ιόλας τού απαντούσε: "Ελα, αγαπημένε μου Ρενέ, φτιάξε μου ένα μήλο". Ετσι βγήκε το πράσινο μήλο του Μαγκρίτ. Ηταν σουρεαλιστής ο ίδιος ο Ιόλας. Είχε έρθει η Παλόμα Πικάσο στο σπίτι του στην Αγία Παρασκευή.

Χρειαζόταν επειγόντως μια κυρία για να συμπληρώσει το τραπέζι. Στην πολύ βιαστική πρόκληση καμία γνωστή του δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί. Και τι έκανε ο Ιόλας; Απέναντι ακριβώς από το σπίτι του έμενε ο Μιχάλης, που τον φώναζε "η κουφή"γιατί του έλεγε τον καφέ και δεν άκουγε καλά. Μάλιστα, ο Μιχάλης ήταν αυτός που του είπε ότι πέθανε ο Μαξ Ερνστ προτού το δώσουν τα τηλέτυπα των εφημερίδων. Τόσο καλή καφετζού ήταν... Και φωνάζει, λοιπόν, τον Μιχάλη, ο οποίος ήταν κακάσχημος, με μεγάλη μύτη, και τον ντύνει με αυτά τα βαρύτιμα φορέματα που είχε. Πραγματικά, ήταν σαν αυτές τις γριές αρχόντισσες του Γκόγια. Του είπε: "Δεν θα μιλήσεις καθόλου στο τραπέζι". Με το που κάθησαν, τον σύστησε ως "Τhe duchess of Agrinion". Κανείς δεν κατάλαβε τίποτε».

Πώς να θυμάσαι τον εαυτό σου
Η Ελλάδα υπήρχε βαθιά στην καρδιά του Ιόλα. Σε αυτήν επέστρεψε. Η άγρια δεκαετία του '80, όμως, δεν χωρούσε την εκκεντρική περσόνα του. Εχτισε ένα ανάκτορο στην Αγία Παρασκευή, το γέμισε με έργα τέχνης. Σκοπός του να φτιάξει ένα παγκόσμιο κέντρο τέχνης. Η πολύχρωμη προσωπικότητά του προκαλούσε. Οι γούνες, τα λαχούρ πουκάμισα, οι αμφιλεγόμενες δηλώσεις. Σε συνέντευξή του στο περιοδικό «Γυναίκα» μίλησε σκληρά για ολόκληρο το πολιτικο-καλλιτεχνικό κατεστημένο της εποχής, θίγοντας πολλούς. Ο τραβεστί με το ψευδώνυμο «Μαρία Κάλλας» (Αντώνης Νικολάου) τον διέσυρε στις εφημερίδες, οι οποίες του κήρυξαν πόλεμο, και το όνομά του συνδέθηκε από μερίδα του Τύπου με όργια με ανηλίκους, ναρκωτικά, αρχαιοκαπηλία.
Ο Ιόλας πέθανε τελικά, νικημένος από το ΑIDS, στις 8 Ιουνίου του 1987. Οσα έργα δεν απομακρύνθηκαν από τους κληρονόμους του έγιναν λεία σε ένα πρωτοφανές πλιάτσικο, σύμφωνα με τον βιογράφο του Νίκο Σταθούλη. «Χίλια δυο κοράκια είχαν πέσει πάνω στη συλλογή του και τη ρημάξανε. Επί δέκα χρόνια την κλέβανε και δεν τελείωνε αυτός ο θησαυρός των 10.000 έργων που περιφρόνησε έτσι απλά το ελληνικό κράτος. Τι έχει μείνει από τον Αλέξανδρο Ιόλα σήμερα; Η κατάρα του και το όραμά του. Ακόμη και αυτό το κρανίο το ξεδοντιασμένο, όπως είναι το σπίτι του σήμερα, αν κάποιος υπουργός Πολιτισμού, δεν ξέρω εγώ ποιος, το αποκαταστήσει, θα ήταν μια ευλογία. Γι'αυτό πάμε να φτιάξουμε έναν φορέα που θα τιμήσει τον Αλέξανδρο Ιόλα και θα τον βγάλει από αυτή τη μιζέρια στην οποία τον καταδίκασαν η πολιτική, οι πολιτικοί και η έλλειψη παιδείας».
 Η ζωή του Ιόλα μοιάζει πράγματι με αρχαία ελληνική τραγωδία. «Αν ζούσε σε άλλες εποχές, θα ήταν σαν αρχαίος έλληνας θεός» είχε πει ο Μάνος Χατζιδάκις. Ο Ιόλας ποτέ δεν έκανε τίποτε για να τον θυμούνται. «Να κάνεις τα πάντα, όμως, για να θυμάσαι εσύ τον εαυτό σου» συμβούλευε. 

*«Alexander the Great: The Iolas Gallery 1955-1987»: Paul Kasmin Gallery, Νέα Υόρκη, ως τις 26 Απριλίου.**Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 16 Μαρτίου 2014

Ντοκουμέντο: Η άγνωστη επιστολή του Χορν

$
0
0

Ο αξεπέραστος ηθοποιός ανακάλυψε τον Μιχάλη Κακογιάννη το 1950 και ζήτησε από τον Φιλοποίμην Φίνο να του δώσει δουλειά!- Τι λέει στη χειρόγραφη επιστολή που έστειλε από το Λονδίνο

Η θρυλική εταιρία Φίνος Φιλμς, η εταιρία που γέννησε τον Ελληνικό Κινηματογράφο υπό την καθοδήγηση του αξεπέραστου Φιλοποίμην Φίνου, μπορεί να πέρασε στην ιστορία, αλλά πρόσφατα επέστρεψε διαδικτυακά για να μοιραστεί με όλους τις μαγικές και σπάνιες στιγμές δεκαετιών επιτυχίας με τη σφραγίδα της.

Η ιστοσελίδα www.finosfilms.com δημιουργήθηκε από τη Φίνος Φιλμς και μέσα από τον ψηφιακό τόπο οι λάτρεις του κινηματογράφου μπορούν να βρουν με λεπτομέρειες όλο το έργο της εταιρίας και του ιδρυτή της. Ακριβή στοιχεία για τις 187 ταινίες που γυρίστηκαν και προβλήθηκαν, 3.000 σπάνιες φωτογραφίες, συνεντεύξεις, χειρόγραφα ντοκουμέντα, μέχρι και προσκλήσεις από τις πρεμιέρες των ταινιών που σημείωσαν ρεκόρ σε όλες τις δεκαετίες.  
Μέσα στο σπάνιο υλικό που παρουσιάζεται υπάρχει αντίγραφο του χειρόγραφου γράμματος του Δημήτρη Χορν, σταλμένο στον Φιλοποίμην Φίνο, τον οποίο παρακαλεί να γνωρίσει και να συνεργαστεί με τον  άγνωστο τότε Μιχάλη Κακογιάννη, δηλώνοντας ότι δεν θα επιθυμούσε τίποτε περισσότερο από αυτό.  
Το γράμμα του Δημήτρη Χορν για τον Μιχάλη Κακογιάννη
‘’Αγαπημένε μου Φιλοποίμην ακόμα περιμένω το γράμμα σου!! Πάρα πολύ θα ήθελα να ήξερα πως πάει το γύρισμα και αν είσαι ευχαριστημένος. Δεν ανησυχώ, γιατί κάτι που βρίσκεται στα χέρια σου δεν μπορεί να πάει άσχημα.
Σου στέλνω αυτό το γράμμα με έναν παρά πολύ αγαπητό μου φίλο, τον κ. Μιχάλη Κακογιάννη, είναι ένας εκλεκτός συνάδελφος, αλλά στο αγγλικό θέατρο και έτσι δεν μπορούμε να τον χαρούμε στην ελληνική σκηνή. Ο κ. Κακογιάννης έχει γράψει ένα ωραιότατο film script και πρόκειται να το γυρίσει προσεχώς στην Ελλάδα. Είναι ένας άνθρωπος με εξαιρετικό γούστο και ξέρει καλά το κινηματογράφο. Τίποτα δεν θα επιθυμούσα περισσότερο, αν μπορείτε να συνεργαστείτε. Ξέρω πως ζητάς ανθρώπους και ξέρω πόσο θα βοηθούσες έναν άνθρωπο που θα του ανέθετες να σκηνοθετήσει ένα από τα film σου και ακόμα ξέρω περισσότερο από κάθε άλλον πόσο ευχάριστο είναι να δουλεύει κανείς μαζί σου. Ο Κακογιάννης θα μπορούσε να προσφέρει πολλά στον ελληνικό κινηματογράφο από καλλιτεχνικής πλευράς. Όπως σου έχω ξαναγράψει, δυο λόγια σου θα μου έδιναν μεγάλη χαρά.
Θερμούς χαιρετισμούς στην γυναίκα σου και σε όλα τα παιδιά.
Πάντα δικός σου
Με αγάπη
Τάκης’’
Η χρονιά που εστάλη το γράμμα ήταν το 1950 και ο Δημήτρης Χορν βρισκόταν στο Λονδίνο ώστε να γυρίσει τις σκηνές από την ταινία «Ο μεθύστακας», όπου πρωταγωνιστούσε με τον Ορέστη Μακρή. Το filmscript το οποίο αναφέρει ο Χορν στο γράμμα του είναι η «Ερόϊκα», η ταινία που ο Μιχάλης Κακογιάννης κινηματογράφησε το 1960 και ήταν πέμπτη ταινία του. Τελικά, ο Φιλοποίμην Φίνος συνεργάστηκε με τον Μιχάλη Κακογιάννη το 1957, στην ταινία  «Το τελευταίο ψέμα» με πρωταγωνίστρια την Έλλη Λαμπέτη, η οποία προβλήθηκε στις 10 Φεβρουαρίου του 1958 κα συμμετείχε στο Φεστιβάλ Καννών το 1958.  
Δείτε τη χειρόγραφη επιστολή του Δημήτρη Χορν στον Φιλοποίμην Φίνο για τον Μιχάλη Κακογιάννη (πηγή: www.finosfilm.com):


Επισκεφτείτε την επίσημη σελίδα της Φίνος Φιλμ στοwww.finosfilm.com

Έφυγε από τη ζωή ο Μίκυ Ρούνεϊ

$
0
0

Σε ηλικία 93 ετών έφυγε από τη ζωή ο Μίκι Ρούνεϊ, ένα από τα παιδιά θαύματα που έγραψαν τη δική τους ξεχωριστή ιστορία στο Χόλιγουντ, κυρίως τις δεκαετίες '30 και '40. 







Ο Αμερικανός ηθοποιός πέθανε την Κυριακή σύμφωνα με τα αμερικανικά ΜΜΕ.
 Ήταν άρρωστος εδώ και αρκετό καιρό, αλλά τα αίτια ακριβή αίτια του θανάτου του δεν έχουν διευκρινιστεί.


Ο Ρούνεϊ άφησε εποχή πρωταγωνιστώντας μαζί με την Τζούντι Γκάρλαντ στο κινηματογραφικό μιούζικαλ του 1939 "Babes in Arms", ενώ πρωταγωνίστησε και στο πλευρό της Ελίζαμπεθ Τέιλορ στην ταινία του 1944 "Εθνικό Βελούδο"με την οποία
 η Τέιλορ ξεκίνησε την καριέρα της.
Πρωταγωνίστησε σε δεκάδες ταινίες ως Αντι Χάρντι, έπαιξε δίπλα στη λαµπερή Τζούντι Γκάρλαντ και απασχόλησε πολλές φορές τα μέσα ενημέρωσης µε τους οκτώ γάµους του – µία από τις συζύγους του για μικρό διάστημα ήταν και η Αβα Γκάρντνερ προτού γίνει διάσηµη.

πηγή

Στην Αγίου Κωνσταντίνου

$
0
0

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ  

Αγίου Κωνσταντίνου 46. Λίγο κάτω από την Ομόνοια.
ΕΤΙΚΕΤΕΣ:
Να περπατάς κοντά στην Ομόνοια, Δευτέρα βράδυ, με το Εθνικό Θέατρο κλειστό, και τη νύχτα να πέφτει αργά σαν πάπλωμα στους δρόμους... Ομολογώ ότι καθώς άφηνα πίσω την πλατεία και κατηφόριζα την οδό Αγίου Κωνσταντίνου, έδιωχνα τις αρνητικές σκέψεις ώστε να νιώθω άνετα με τη φωτογραφική μηχανή στο χέρι. Με το βλέμμα του περιηγητή να σκανάρει αυτήν την Αθήνα, στα έγκατα της Ομόνοιας, σκέφτηκα ότι κάπως αλλιώς θα είναι αυτοί οι δρόμοι σε λίγα χρόνια... Πολλοί μου λένε, όπου υπάρχει φως, υπάρχει και ζωή... Πίσω μου είχα αφήσει τον νέο «Βενέτη», που ανακαίνισε το «Νέον», πάνω στην πλατεία Ομονοίας, και είχα στον νου μου αυτόν τον φάρο καλής πίστης για τη νέα Αθήνα που πρέπει πάση θυσία να γεννηθεί, είχα στον νου μου αυτές τις μικρές κυψέλες, που σαν πυγολαμπίδες, ανάβουν και επενδύουν στο αύριο.

Γι’ αυτό ήμουν προετοιμασμένος να περπατήσω σε μία άλλοτε γνώριμη περιοχή, που σήμερα προβάλλει σαν άγνωστη γη, να στρίψω δεξιά στην οδό Κοτοπούλη (και να θυμηθώ το θέατρό της καθώς πρόσφατα είχα διαβάσει τη μεστή βιογραφία του Ιωνα Δραγούμη από τη Μίτση Πικραμένου), να δω το «σινεμά» Κοσμοπολίτ, να λοξοκοιτάξω τη χαράδρα της οδού Ξούθου, 
να βγω στη Βερανζέρου, να περάσω από το παλιό ξενοδοχείο «Μεντιτερανέ», κτίριο του 1928 από τον Βασίλη Τσαγρή, που παραδόξως, αν και κλειστό, ξεχαρβαλωμένο και παρακμιακό, φεγγοβολούσε μια ράβδος φωτός πάνω στην τσακισμένη επιγραφή του... Και μετά να στρίψω αριστερά στη Σωκράτους και να βγω στην Αγίου Κωνσταντίνου.

Αναρωτιόμουν γιατί... Για ποιον λόγο ήθελα να περπατήσω αυτούς τους δρόμους, που απρόσμενα με έβγαζαν σε θεατρικά, σχεδόν, φελινικά σκηνικά, όπως σε μία μετέωρη επιγραφή «Χαρτοπωλείον», με πλαγιαστή γραμματοσειρά του 1960, στο βάθος μιας σκοτεινής, τυφλής στοάς... Στην άσημη οδό Νικηφόρου, είδα δυο τρία όμορφα χαμηλά σπίτια, που θύμιζαν παλιές διηγήσεις, και αριστερά μου, σαν τον «Ατσάλινο Γίγαντα» του Ιουλίου Βερν, ορθωνόταν ο σκοτεινός, μπανταρισμένος όγκος του Αγίου Κωνσταντίνου, ένα μαύρο κήτος με τρούλο, απέναντι στο φωταγωγημένο, ερμητικά κλειστό εκείνη την ώρα, Εθνικό Θέατρο. Και είπα, για δες πόση μνημειακή αρχιτεκτονική σε ένα δρόμο που τον περπατούν τη νύχτα βιαστικές σκιές, διπλωμένοι άνθρωποι με επιβραδυμένες κινήσεις και σβέλτες φιγούρες με την αμφίσημη οικειότητα της νέας πατρίδας. 
Στο παλιό ξενοδοχείο «Δελφοί», αναμμένα παράθυρα στο ισόγειο, σαν μία γκροτέσκα εκδοχή βιεννέζικου καφέ, με πολυελαίους να κρέμονται πίσω από κουρτίνες που μου φάνηκαν βαριές. 
Στο νούμερο 46, ένα τριώροφο -να είναι του 1925 ή του 1928- σφραγισμένο, έδινε μια ανάγλυφη πλαστικότητα με το έρκερ του, μια κούρμπα κομψότητας σε ένα δρόμο που αν δεν τον πότιζα διαρκώς από τη δεξαμενή των διηγήσεων δύσκολα θα τον επένδυα με αστικό μύθο.

Κι όμως, όταν αποφάσισα να γυρίσω την πλάτη και στον Αγιο Κωνσταντίνο, και στα ξεδοντιασμένα κτίρια, και στο φωτισμένο, σιωπηλό Εθνικό Θέατρο, ένιωσα τη σκιά του δρόμου να με τυλίγει και τις εικόνες που είχα συλλέξει, βαμμένες στο κίτρινο της μπλε νύχτας, να ξετυλίγονται αυτόνομα πια στο μυαλό μου.
 Πόσο αθηναϊκή μπορεί να είναι η εμπειρία στην Ομόνοια, πόσο βαθιά αστική με το μαύρο και το λευκό κάθε απόχρωσης του χρόνου.

Εν Αθήναις...Ν.Ιωνία η φτωχομάνα

$
0
0



Πολλοί ήταν οι Μικρασιάτες που μετά τον "συνωστισμό"εγκαταστάθηκαν στην Νέα Ιωνία...
Δεν άργησαν να ασχοληθούν και με το εμπόριο.
Ο τσαγκάρης πήρε και βοηθούς και έφιαξε ένα μικρό μαγαζάκι που πουλούσε καινούργια...ο ράφτης έκανε το ίδιο.
Φτωχολογιά στην περιοχή και οι τιμές ανάλογες και με τεφτέρι...
Έγινε εμπορική και μετά τον εμφύλιο η πελατεία ήταν από πολλές συνοικίες.
"Πάμε στην Νέα Ιωνία για ψώνια..."
Ελβιέλες...παιδικά ρούχα...για μεγάλους... τα εύρισκες σε πολύ χαμηλές τιμές.
Παπούτσια με δερμάτινες σόλες αλλά και λαστιχένιες με λιγότερα χρήματα
και δώρο οι φελένιοι πάτοι που σίγουρα χρειαζόσουνα μιας και τα έπαιρνες
καναδυό νούμερα μεγαλύτερα γιατί το παιδικό πόδι είχε το ελάττωμα
να μεγαλώνει γρήγορα.
Κάποιες φορές τα φορούσες και με πάτους και με βαμβάκι μπροστά στην μύτη.
Βοήθησαν και οι βιοτεχνίες ρούχων και παπουτσιών που είχαν ανοίξει με μαζικές
παραγωγές αλλά και με δικά τους πρατήρια στην διαμόρφωση φθηνών τιμών.
Ο ηλεκτρικός βοηθούσε στην προσέλευση ....ξύλινα και τριζάτα τα βαγόνια του
και με σκευοφόρο παρακαλώ όταν κουβάλαγες ογκώδη αντικείμενα.
Από τον σταθμό του ηλεκτρικού για την αγορά περνούσες μπροστά από τα μικρά
σπιτάκια των Μικρασιατών προσφύγων που ήταν πάντα ασπρισμένα και με τις γλάστρες απ΄έξω.
Τα μπουγατσατζίδικα επίσης γνωστά με απόγονους Μικρασιατιών να φιάχνουν
εξαιρετικές κρεατόπιτες...μπουγάτσες.
Τα εργαστήρια με τα πεϊνιρλί επίσης με συνταγές από τις χαμένες πατρίδες
και με το παλιό μακρόστενο κάδρο στον τοίχο με την παραλία της Σμύρνης.
Με τα χρόνια η εμπορική πιάτσα της Νέας Ιωνίας άρχισε να γίνεται ακριβή.
Τα μαγαζιά παραμεγάλωσαν έγιναν πολλά τα ενοίκια ακρίβηναν ...εμπορικές
αλυσίδες έκαναν εμφάνιση κατεβάζοντας τα ρολά αρκετών μικροεμπόρων.
Δεν ξεχνιούνται όμως οι χαρές των παιδικών χρόνων όταν έμπαινες 
στον ηλεκτρικό για να πάς με την οικογένεια για ψώνια στην Νέα Ιωνία.




ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ σήμερα απεργούν οι δημοσιογράφοι...και θα ηρεμήσουμε!

Στης Πλάκας τα στενά...

$
0
0
φωτο

Εχει η Αθήνα ομορφιές
έχει και κάτι ζωγραφιές
μα σαν της Πλάκας τα στενά
δεν έχει άλλα τέτοια πουθενά...

Βόλτα στο γραφικό ιστορικό κέντρο της Αθήνας!

$
0
0

Κι αυτή η βόλτα, ένα μικρό ταξίδι είναι...
Ένα ταξίδι σύντομο, μιας μέρας που λέμε...
Ταξίδι στο τώρα... Ταξίδι στο χρόνο... 


Αρκετά χρόνια τώρα, μια από τις αγαπημένες μου βόλτες είναι αυτή στοιστορικό κέντρο της Αθήνας, εκεί ακριβώς που ακόμα και σήμερα, μπερδεύονται χρώματα, ήχοι και εικόνες της παλιάς και της νέας Αθήνας. Την περιοχή γύρω από την Ακρόπολη, το Μοναστηράκι, την Αρχαία Αγορά, τα Αναφιώτικα, τη Διονυσίου Αρεοπαγίτου, το Θησείο κλπ.



Μου αρέσει να περπατώ ανάμεσα στα στενά δρομάκια, με τις πολύχρωμες πραμάτειες, τις υπαίθριες αγορές που μεταμορφώνουν και δίνουν ζωή σε αυτά τα ιστορικά και παραδοσιακά κτίσματα, που λες και έχουν πεισμώσει με το χρόνο κι έχοντας βάλει στοίχημα θαρρείς, στέκονται όρθια για να μας θυμίζουν τις παλιές και όμορφες δόξες τους.


Περπατώ και παρατηρώ και όσο παρατηρώ... ενδιαφέρομαι... και το ενδιαφέρον μου με στέλνει σε δρομάκια μικρά, πολύχρωμα, δρομάκια με ύφος άλλης εποχής, εκείνης των παιδικών μου χρόνων...


 Άλλες φορές χάνομαι μέσα στο πολύχρωμο πλήθος, ψάχνοντας ένα όμορφο στέκι για καφέ, άλλοτε για να διάλεξω υλικά για μικροκατασκευές και άλλοτε με "τραβάει"το παρελθόν κοιτώντας αντικείμενα θαρρείς ξεχασμένα από το χρόνο...


Μια παλιά φωτογραφική μηχανή, το μηχανάκι του ταχυδρόμου, ένα ακορντεόν, εκείνο το ζωγραφισμένο πιάτο που θυμίζει κάτι από το πατρικό μου, καθρεφτάκια μικρά, σκαλισμένα περίτεχνα, φωτιστικά, κοσμήματα, παλιά νομίσματα, ένα σωρό βιβλία από δεύτερο χέρι, που λέμε... βιβλία τελευταίων εκδόσεων μέχρι βιβλία... 30 και 40 χρόνων πίσω, που σε καλούν να τα ταξιδέψεις μαζί τους μέσα στο χρόνο.


Μερικές φορές περπατώ στην Ρωμαϊκή Αγορά, θυμούμενη μια συναυλία που είχα παρακολουθήσει πριν χρόνια, ακόμα θυμάμαι με νοσταλγία εκείνη τη νύχτα!


Κάποιες άλλες -ειδικά βράδυ- κάτω από την Ακρόπολη, στα βράχια σκαρφαλωμένη, στέκομαι και θαυμάζω την Αθήνα το βράδυ, που τη φωτίζει το χρυσό φεγγαρόφωτο. Όμορφες στιγμές...
Άλλοτε περπατώ τη Διονυσείου Αρεοπαγίτου, χαζεύοντας τους πλανόδιους μουσικούς, τους ποδηλάτες, τους πεζοπόρους και χάνομαι στις σκέψεις και στις στιγμές που κάποια σημεία της μου θυμίζουν. Συναντήσεις, καφέδες, θεατρικές παραστάσεις και στιγμές ανεπανάληπτες...


Μου αρέσει η Αθήνα, οι δρόμοι της, η πολυχρωμία της, η ιστορία της, οι άνθρωποί της. Κάθε φορά ανακαλύπτω και κάτι ξεχωριστό. Αρκεί να αφήσω τη μίζερη καθημερινότητα... στο σπίτι μου και να... ταξιδέψω στης Αθήνας τα τερτίπια!


Για όσους θέλουν να περιηγηθούν με κάποιο μέσο, υπάρχει και το τρενάκι που σε πηγαίνει στα πιο σημαντικά σημεία αυτής της περιοχής. Το έχω δοκιμάσει, ήταν -θυμάμαι- ένα μικρό διάλειμμα από την πεζοπορία, μιας ημέρας γιορτινής και τόσο διασκεδαστικής, που θα τη θυμάμαι για χρόνια. Έχει τη δική του φάση η διαδρομή με το τουριστικό αυτό τρενάκι. Νιώθεις τουρίστας... στον τόπο σου! 

Kάτι σαν αυτό που θα ζούμε σε λίγα χρόνια, όταν ξεπουληθούν όλα, και εμείς θα είμαστε, δεν θα νιώθουμε μόνο, θα είμαστε τουρίστες στον αγαπημένο μας τόπο...



http://searchreadshare.blogspot.gr



Μια «Μάσκα» αποκαλύπτεται

$
0
0

Εκδήλωση για τον Τζίμμυ Κορίνη, διευθυντή συντάξεως του θρυλικού περιοδικού στον Ιανό
Μια «Μάσκα» αποκαλύπτεται
Το εξώφυλλο του πρώτου περιοδικού της «Μάσκας» στο διαδίκτυο.



Η Ένωση Σεναριογράφων Ελλάδος παρουσιάζει τον σεναριογράφο, συγγραφέα και σκηνοθέτη Τζίμμυ Κορίνη - τον άνθρωπο πίσω από το θρυλικό περιοδικό "Μάσκα" - προκειμένου να μιλήσει για το έργο του και για το ανεπανάληπτο ελληνικό pulp magazine που γαλούχησε γενιές και γενιές.

H συνάντηση είναι προγραμματισμένη για την Τετάρτη 9 Απριλίου στο βιβλιοπωλείο Ιανός και σύμφωνα με τον ίδιο τον κ. Κορίνη, για πρώτη φορά θα κάνει μία εκ βαθέων εξομολόγηση, «μιλώντας για όλους και για όλα - έξω από τα δόντια!» όπως χαρακτηριστικά ανέφερε.

Ο Τζίμμυ Κορίνης δημοσίευσε την πρώτη αστυνομική ιστορία του σε ηλικία 14 ετών και έγινε συγγραφέας αστυνομικών μυθιστορημάτων πλήρους απασχολήσεως στα 18 γράφοντας για την «Μάσκα», το περιοδικό του οποίου αργότερα θα γινόταν Διευθυντής Συντάξεως (για 11 χρόνια). Ηταν επίσης συνεργάτης στο «Μυστήριο» αλλά και σε άλλα μεγάλα ελληνικά περιοδικά (ενδεικτικά «Εμπρός», «Ελληνίδα» και «Φαντάζιο»).

Έζησε 27 χρόνια στο Λονδίνο, όπου έγραψε δύο βιβλία για τον εκδοτικό οίκο New English Library και ήταν τακτικό μέλος της Writers Guild of Gt Britain και της Directors Guild of Gt Britain.

Ηδη στο διαδίκτυο κυκλοφορεί δωρεάν το 1ο Τεύχος της διαδικτυακής έκδοσης της «Μάσκας» που περιέχει εκμυστηρεύσεις του Τζίμμυ Κορίνη για τη φιλοσοφία της νέας έκδοσης, το διήγημα «Οι φόνοι της Οφού μοργκ» του Έντγκαρ Άλαν Πόου,
 και το «Ο άνεμος έφερνε θάνατο», το μοναδικό διήγημα του Ράουλ Γουίτφιλντ, του συγγραφέα που έζησε, κυριολεκτικά, στη σκιά του Ντάσιελ Χάμετ (www.maska.gr)

Η εκδήλωση θα γίνει στο βιβλιοπωλείο Ιανός. Ωρα έναρξης 18.00

Το παιδί στο μετρό

$
0
0


Μπήκα μαζί με τους πρώτους στο βαγόνι κι έριξα μια ματιά στην αποβάθρα. Καθόλου δεν τους είχα προσέξει κατά τη διάρκεια της αναμονής. Μια στιγμούλα μόνο ήταν.
Το παιδί θα κόντευε τα πενήντα, είχε ολοστρόγγυλο, γλυκό πρόσωπο, με μικρά μάτια, χωρίς ρυτίδες. Η μάνα εβδομήντα και κάτι. Κοντοκουρεμένη, με κάτασπρα μαλλιά. Το παιδί χαμογελούσε. Είχε περασμένο το αριστερό χέρι στον αγκώνα της μάνας που έκλεινε προς το στήθος και  το αγκάλιαζε προστατευτικά. Το δεξί του χέρι μόνο μπορούσε να κουνήσει.
Την κίνηση κυρίως πρόλαβα να δω. Σε δευτερόλεπτα. Της έπιανε το τσουλούφι που στεκόταν μπροστά στο πρόσωπο και της το γυρνούσε πίσω απ’ το αυτί. Τρυφερά, τόσο τρυφερά, όπως τα δεκαεξάχρονα αγόρια που σπρώχνουν τα μαλλιά της αγαπημένης στο πίσω μέρος του κεφαλιού για να φανεί το πρόσωπο και να τη φιλήσουν με άνεση. Όχι, λάθος, ήταν πιο τρυφερό ακόμη.
Η μάνα δεν το κοιτούσε στα μάτια. Κοιτούσε τους άλλους και χαμογελούσε περήφανη.
Ύστερα επιβιβάστηκαν σφιχτοδεμένοι στο διπλανό βαγόνι.


Ο παλαιός Σιδηροδρομικός Σταθμός Πελοποννήσου γίνεται Μουσείο

$
0
0

Το περίτεχνο κτήριο έχει χαρακτηριστεί έργο τέχνης το 1985



Το περίτεχνο κτήριο, που παραμένει κλειστό εδώ και εννιά χρόνια, έχει χαρακτηριστεί έργο τέχνης το 1985, καθώς αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα σιδηροδρομικής αρχιτεκτονικής στον ελλαδικό χώρο. Πρόκειται για διώροφο κεντρικό κτήριο εκατέρωθεν του οποίου εκτείνονται δύο ισόγειες πτέρυγες. Συνδυάζει τις αρχές του νεοκλασικισμού, υιοθετώντας και πλήθος στοιχείων αρ νουβό, ενώ στην πίσω πλευρά του κτηρίου βρίσκεται η επιμήκης αποβάθρα.
Ο αρχικός πυρήνας του Σιδηροδρομικού Σταθμού χτίστηκε κατά την περίοδο 1884 - 1889, βάσει σχεδίων ομάδας Γάλλων μηχανικών. Την τελική του μορφή, ωστόσο, έλαβε μεταξύ των ετών 1912 - 1913, σε σχέδια του Ερνέστου Τσίλερ, οπότε και προστέθηκαν οι χαρακτηριστικοί τρούλοι στη θέση των στεγών.
Στο κτήριο αυτό ο χρόνος φαίνεται σαν να έχει σταματήσει, καθώς υπάρχουν ακόμα αναλλοίωτα τα διακοσμητικά στοιχεία του 19ου αιώνα, όπως το ξύλινο ρολόι, τα φωτιστικά σώματα γκαζιού, το ξύλινο κουβούκλιο των εισιτηρίων, τα μαρμάρινα τζάκια.
 Την ατμόσφαιρα αυτή επιδιώκει να διατηρήσει η θυγατρική του ΟΣΕ εταιρεία «ΓΑΙΑ ΟΣΕ»,
 γι'αυτό και προχωρά στην αποκατάσταση των (λίγων) φθορών του κτηρίου και στη δημιουργία σιδηροδρομικού Μουσείου.

Στο διατηρητέο κτήριο θα λειτουργούν εκθεσιακός χώρος, αίθουσα πολλαπλών χρήσεων, πωλητήριο και χώροι βοηθητικών χρήσεων. Επίσης, σχεδιάζεται η κατασκευή νέου στεγάστρου μέχρι την οδό Κωνσταντινουπόλεως ως συνέχεια του στεγάστρου του διατηρητέου κτηρίου. Το στέγαστρο θα εκτείνεται επάνω από τις σιδηροδρομικές γραμμές, όπου θα αναπτυχθεί μέρος του εκθεσιακού χώρου, με βαγόνια και μηχανές επάνω στις ράγες.
Το θέμα συζητήθηκε στη συνεδρίαση του Κεντρικού Συμβουλίου Νεωτέρων Μνημείων. 
Τα μέλη του γνωμοδότησαν ομόφωνα υπέρ της έγκρισης αποκατάστασης του διατηρητέου κτηρίου και υπέρ της προσθήκης του στεγάστρου, με την παρατήρηση, ωστόσο, να διερευνηθεί η δυνατότητα οπτικής αποκόλλησης του νέου στεγάστρου από το παλιό, μέσα από την κατασκευή διαφανούς ζώνης, ώστε να είναι διακριτές οι δύο ενότητες.

Eν Αθήναις....το τραπέζι κάτω από την ελιά

$
0
0



Έμπαινε για τα καλά η άνοιξη και το μεγάλο τραπέζι κάτω από την ελιά στην αυλή είχε καθαριστεί.
Πρόχειρα φιαγμένο από τάβλες οικοδομής... το απόγευμα είχε τραπεζομάντηλο και γύρω του  καθόντουσαν οι αυλικοί
και έπιναν το καφεδάκι τους  αλλά και έτρωγαν το γλυκό του κουταλιού.
Από ένα βαζάκι η κάθε νοικοκυρά με το δικό της δημιούργημα και δίπλα
δύο ποτήρια.
Το ένα με κουταλάκια του γλυκού και το άλλο μέχρι την μέση νερό για να βάζουν τα χρησιμοποιημένα.
Νερατζάκι πρώτο και καλύτερο λόγω των νερατζιών έξω στον δρόμο...συκαλάκι...σταφύλι...μελιτζανάκι και λοιπά  γιατί ήταν αρκετά.
Πρίν βγεί η τσακαλοπαρέα για την αλάνα και έβλεπε το σκηνικό με τα βάζα
έτρεχε κοντά.
Ετοιμοπόλεμες οι μανάδες....έκοβαν φέτες ψωμί από το οκαδιάρικο και από πάνω το γλυκό του κουταλιού.
Και έτρεχαν τα σορόπια και τα σκούπιζαν με το χέρι και πήγαιναν να προλάβουν
να πάρουν θέσεις για το δίτερμα.
Στο τραπέζι κάτω από την ελιά έλυναν τα προβλήματά τους...
Μια μεγάλη οικογένεια....
Τι δεν άκουγε αυτό το ιερό δέντρο το μόνο που σεβάστηκε η μπουλντόζα της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας....
Χαρές...λύπες...
Προγραμμάτιζαν για το Πάσχα πολλές ημέρες πρίν.....
Όχι δεν σούβλιζαν...στον φούρναρη λαμαρίνες αλλά έπρεπε να συννενοηθούν
για τα άτομα για τον ρεφενέ...
Ήξεραν όμως και ποιός περνούσε δύσκολα και του έκοβαν τον βήχα από την αρχή όταν αυτός ήθελε να κάνει πίσω.
Όλοι για τον ένα....
Κοιτάζω τις παλιές ασπρόμαυρες φωτογραφίες με την αυλή των θαυμάτων...
το τραπέζι...την ελιά....τους συγκάτοικους να χαμογελάνε κρατώντας τα καφεδάκια τους...
τις πόρτες από τις κάμαρες....τον κηπάκο...τα λουλούδια μέσα στους τενεκέδες-γλάστρες.
Και πίσω από τις φωτογραφίες πάντα η ημερομηνία που έχει ξεθωριάσει και προσπαθώ να θυμηθώ τον φωτογράφο και τον θυμήθηκα...
Φοιτητής ιατρικής από επαρχία που έμενε σε μια από τις κάμαρες και τον είχαν
οι νοικοκυρές υπό την προστασία τους και μας κυνηγάγανε να κάνουμε ησυχία
για να διαβάσει.
Και διάβασε και πήρε το χαρτί του όπως έλεγαν τότε και πήγε στην Αβησσυνία
και έφθασε στα ανώτατα Κρατικά αξιώματα στον χώρο της υγείας.

πίσω στα παλιά
Viewing all 12885 articles
Browse latest View live