Ο Γιώργος Μιχαλακόπουλος είναι ένας από τους πιο σημαντικούς Έλληνες ηθοποιούς. Είμαστε περίπου συνομήλικοι (τον περνάω τρία χρόνια). Τον καιρό που «περπατούσαμε» προς τα τριάντα, ο Γιώργος θέλησε, όπως οι περισσότεροι νέοι, «να σώσει την Ελλάδα». Ανακατεύθηκε, λοιπόν, με την πολιτική. Έβαλε υποψηφιότητα για δημοτικός σύμβουλος. Εξελέγη όλες τις φορές και διετέλεσε, για καιρό αντιδήμαρχος.
Μόλις ανέλαβε το αντιδημαρχιλίκι, γιατί ο Δήμαρχος, ο Δημήτρης Μπέης, απουσίαζε στο εξωτερικό, τον πήρε πρωί πρωί στο τηλέφωνο ένας κύριος, που αφού τον συνεχάρη «επί τη αναλήψει των καθηκόντων του», του εδήλωσε ότι είναι δικηγόρος παρ΄Αρείω Πάγο και του έθεσε ένα πρόβλημα, που κατά τη γνώμη του ήταν πολύ σοβαρό: εκείνες τις ημέρες, είχε πεθάνει ο αδελφός της γυναίκας του και είχε ταφεί στο Α’ Νεκροταφείο. «Τα συλλυπητήριά μου», είπε ο ηθοποιός-αντιδήμαρχος και περίμενε από τον συνομιλητή του, να του εξηγήσει το «σοβαρό πρόβλημα» που τον απασχολούσε.
«Ο κουνιάδος μου, όπως σας είπα, ετάφη στο Α’ νεκροταφείο. Αλλά οι νεκροθάφτες, για ένα περίεργο λόγο, τον έθαψαν όχι όπως πρέπει, αλλά ανάποδα». «Δηλαδή, μπρούμυτα»; Ρώτησε παραξενεμένος ο Μιχαλακόπουλος. «Όχι. Το κεφάλι του νεκρού δεν είναι στραμμένο προς την ανατολή, αλλά προς τη δύση, πράγμα που απαγορεύεται ή εν πάση περιπτώσει δεν συνηθίζεται, στην Εκκλησία μας».
«Και τί θέλετε να κάνω», ρώτησε ο αντιδήμαρχος». «Πρέπει να γίνει αμέσως εκταφή», απάντησε ο δικηγόρος. Και πρόσθεσε: «για να γίνει, όμως, εκταφή, χρειάζεται να δώσει άδεια ο Εισαγγελέας». Ο Μιχαλακόπουλος, στη σκέψη ότι θα έπρεπε να κινητοποιηθεί για την άδεια εκταφής από τον Εισαγγελέα, ένιωσε μια φοβερή δυσφορία και λίγο έλειψε να πέσει από την καρέκλα του! «Μα, κύριε, ξέρετε σε τι μπελάδες με βάζετε, με αυτό που μου ζητάτε»; Είπε ξέπνοος στον συνομιλητή του. «Το ξέρω κύριε αντιδήμαρχε, αλλά σας ικετεύω να ενεργήσετε τα δέοντα, για να πάρει ο νεκρός τη θέση που πρέπει στον τάφο. Και να σας πω και κάτι; Εμένα, ποσώς με ενδιαφέρει αν ο πεθαμένος κοιτάζει – που δεν κοιτάζει, ως γνωστόν- στην ανατολή ή τη δύση. Έχω, όμως, τρεις αδελφές, θεούσες, που με βρίζουν συνεχώς, επειδή δεν έχω «τακτοποιήσει, ως όφειλα, το σπουδαίο αυτό ζήτημα». Με καταλαβαίνετε»;
«Μάλιστα κύριε», είπε ο δυστυχής αντιδήμαρχος και έσπευσε να έλθει σε επαφή με τους νεκροθάφτες, ώστε να βεβαιωθεί πώς είχε ενταφιασθεί ο νεκρός. Ο ένας του έλεγε «δεν θυμάμαι», ο δεύτερος του έλεγε «κανονικά», ο τρίτος «νομίζω ότι στη βιασύνη μας κάναμε ένα λάθος και το κεφάλι του νεκρού είναι προς τη δύση». Ο Μιχαλακόπουλος πάγωσε. Προχώρησε αμέσως στις ενέργειες που έπρεπε να γίνουν, εξασφάλισε την άδεια για την εκταφή, ακολούθησε νέα ταφή κτλ.
Οι θεούσες, συγκινημένες, τον ευχαρίστησαν θερμά. Το ίδιο και ο δικηγόρος. Όσο για τον Μιχαλακόπουλο, που μου αφηγήθηκε προχθές αυτή τη μακάβρια ιστορία, μου είπε, τελειώνοντας:«Κάποτε θέλαμε να σώσουμε την Ελλάδα. Όπως βλέπεις, όμως, δεν τη σώσαμε. Ούτε από τη γραφειοκρατία γλιτώσαμε. Εγώ, πάντως, ύστερα από αυτό το κάζο και άλλα παρόμοια, αποχαιρέτησα για πάντα την πολιτική και αφοσιώθηκα στη δουλειά μου. Που, άμα γίνεται σωστά, είναι σημαντική πολιτική πράξη. Και μη ξεχνάμε, αυτό που έλεγε ο Αλμπέρ Καμύ : «η ηθική, είναι να κάνεις σωστά τη δουλειά σου»!
Λευτέρης Παπαδόπουλος
πηγή
Λευτέρης Παπαδόπουλος
πηγή