Ένδεια, αστυνομοκρατία, κοινωνικές αναταραχές και πολιτικές εκτροπές ήταν μερικά μόνο από τα χαρακτηριστικά της δεκαετίας του 1950 στη χώρα μας. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, ο Φίνος μαζί με τον Αλέκο Σακελλάριο αποφασίζουν το 1959 να γυρίσουν σε ταινία ένα θεατρικό έργο που είχε γράψει ο τελευταίος μαζί με τον Χρήστο Γιαννακόπουλο, το οποίο αποτύπωνε ακριβώς αυτή την εικόνα της ελληνικής κοινωνίας, εκείνη την εποχή. Ήταν το έργο «Ο Ηλίας του 16ου», το οποίο είχε παρουσιάσει για πρώτη φορά στο θέατρο ο Βασίλης Λογοθετίδης με τον θίασό του. Η επιτυχία του έργου ήταν μεγάλη κι έτσι η απόφαση να γυριστεί και ταινία, σχετικά εύκολη. Ωστόσο κανείς δεν θα μπορούσε να φανταστεί ότι η ταινία αυτή, αρκετά χρόνια αργότερα, θα αποτελούσε μια από τις πλέον αγαπημένες των Ελλήνων, μέχρι σήμερα. Στην ταινία πρωταγωνιστούσαν ο Κώστας Χατζηχρήστος, ως «Ηλίας του 16ου», ο Θανάσης Βέγγος, ως ένας φουκαράς φίλος του, αλλά και ο Σταύρος Ξενίδης, ως υπάλληλος ενός ιδιοκτήτη μπαρ (Διονύσης Παπαγιαννόπουλος), ο οποίος είναι μέγας τοκογλύφος. Μάλιστα, για τον Βέγγο ήταν η πρώτη του κινηματογραφική εμφάνιση σε ταινία της Finos Film. Το σενάριο ήθελε τους τρεις φίλους (Ηλίας, Θωμάς, Βαγγέλης) να αποφασίζουν να κλέψουν το αφεντικό του Βαγγέλη, που είναι ο ιδιοκτήτης του μπαρ, ενεχυροδανειστής και κλεπταποδόχος. Τη διάρρηξη αποφασίζεται να κάνει ο Θωμάς, ενώ ο Ηλίας ντυμένος αστυφύλακας, φυλάει τσίλιες. Για κακή τους τύχη, όμως, στο διπλανό σπίτι γίνεται αντιληπτή η απώλεια ενός δακτυλιδιού και κατηγορείται η υπηρέτρια. Ο Ηλίας, που περιπολεί ως ψευτο-αστυφύλακας, καλείται να παρέμβει και καταλήγει στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής. Συλλαμβάνεται, όμως, και ο Θωμάς και οδηγείται στο ίδιο τμήμα που βρίσκεται ο Ηλίας, ο οποίος προσπαθεί να ξεδιαλύνει την κατάσταση. Οι σκηνές που εκτυλίσσονται είναι απείρου κάλλους και προκαλούν άφθονο γέλιο. Αξέχαστη η σκηνή με τον Χατζηχρήστο να χαστουκίζει πολλάκις τον Βέγγο εν ώρα ανακρίσεως και μάλιστα με αληθινά χαστούκια. Στην ταινία εμφανίζεται και η εγγονή της μεγάλης ηθοποιού Κυβέλης, η Κυβέλη Θεοχάρη, ενώ σύμφωνα με την Finos Film, λίγα χρόνια μετά την τεράστια εισπρακτική επιτυχία της ταινίας, ο Χατζηχρήστος έπαιξε τον ίδιο ρόλο και στο θέατρο. Στον «Ηλία του 16ου» πρωταγωνιστούσαν ακόμα οι Γιώργος Γαβριηλίδης, Μαρίκα Κρεββατά, Λαυρέντης Διανέλλος, Αλέκος Τζανετάκος, Αλίκη Γεωργούλη, Νίκη Λινάρδου, Θανάσης Τζενεράλης, Βίκυ Κωνσταντοπούλου, Ζωή Φυτούση, Κώστας Παπαχρήστος, Παναγιώτης Καραβουσιάνος, Δήμητρα Σερεμέτη. Η μουσική ήταν του Τάκη Μωράκη. Η ταινία έκανε πρεμιέρα στους κινηματογράφους στις 6 Απριλίου του 1959 και έκοψε στην πρώτη προβολή της 77.118 εισιτήρια. Όπως ίσως θυμάστε δε, το 2008 πραγματοποιήθηκε remake της ταινίας από την Odeon και το σκηνοθέτη Νίκο Ζαπατίνα, με πρωταγωνιστές τον Πέτρο Φιλιππίδη και τον Θανάση Τσαλταμπάση.
Μπορεί ο Φιλοποίμην Φίνος να αποτελεί τον πατριάρχη του ελληνικού κινηματογράφου και οι περισσότερες επιτυχημένες ταινίες των δεκαετιών 1950-1970 να έχουν τη σφραγίδα του, ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπήρχαν και άλλοι παραγωγοί που αγάπησαν τον ελληνικό κινηματογράφο. Ένας από αυτούς ήταν και ο Γιώργος Ζερβός, ο οποίος υπογράφει την ταινία «Καλωσήλθε το δολάριο», η οποία γυρίστηκε το 1969 και αποτέλεσε την πρώτη έγχρωμη ελληνική ταινία, με επεξεργασία εξ ολοκλήρου στην Ελλάδα. Η ταινία ήταν βασισμένη στο θεατρικό έργο «Ο 6ος Αμερικανικός στόλος» των Αλέκου Σακελλάριου και Χρήστου Γιαννακόπουλου και σε αυτή πρωταγωνιστούσαν οι Γιώργος Κωνσταντίνου, Νίκη Λινάρδου, Νίκος Φέρμας, Άννα Καλουτά, Σάσα Καστούρα και Τζόλυ Γαρμπή. Επρόκειτο για μια ιδιαίτερα ακριβή παραγωγή, που κόστισε 5 εκατ. δραχμές, ποσό αστρονομικό για την εποχή και τα δεδομένα του ελληνικού κινηματογράφου. Γι’ αυτό το λόγο η ταινία ήταν συμπαραγωγή της ΑΝΖΕΡΒΟΣ και της ORWO Hellas. Η ταινία εξελίσσεται στην Τρούμπα της δεκαετίας του 1960, όταν με αφορμή την άφιξη του 6ου Αμερικανικού Στόλου στο λιμάνι του Πειραιά, ο ντροπαλός και αξιοπρεπής λογιστής και καθηγητής Αγγλικών, Φίλιππος Αγγελούτσος (Γιώργος Κωνσταντίνου) θα αναγκαστεί, προκειμένου να συμπληρώσει το πενιχρό εισόδημά του, να δεχτεί την πρόταση της "μαντάμ"Φούλης (Άννα Καλουτά) να παραδώσει μαθήματα Αγγλικών στα κορίτσια του μπαρ Blue Black της Τρούμπας που διευθύνει. Ο Φίλιππος, ευυπόληπτος υπάλληλος αλλά με μεγάλη ανάγκη των χρημάτων δέχεται. Όταν έρχεται επιτέλους ο στόλος, ο Σταύρος, ιδιοκτήτης του μπαρ (Νίκος Φέρμας), αντιμετωπίζει πρόβλημα στην προσέλκυση των ναυτών στο μαγαζί και απευθύνεται και πάλι στο Φίλιππο για βοήθεια. Ο τελευταίος, φιλότιμος καθώς είναι, αλλά και δεδομένων των αναγκών που έχει, αποφασίζει να τους βοηθήσει κάνοντας τον διερμηνέα των αμερικανών ναυτών, με στόχο να τους φέρει να διασκεδάσουν στον Blue Black. Ο έρωτας όμως καραδοκεί στο πρόσωπο της Νίκης Λινάρδου, η οποία δουλεύει στο μπαρ και ερωτεύεται με τη σειρά της τον Φίλιππο. Η πηγή όλων των προβλημάτων του Φίλιππου ωστόσο, είναι τα δύο του αδέλφια, τα οποία δεν εννοούν να δουλέψουν και να τον βοηθήσουν οικονομικά. Στην ταινία πρωταγωνιστούσαν ακόμα οι Σωτήρης Μουστάκας, Κώστας Παπαχρήστου, Ορφέας Ζάχος, Μάκης Δεμίρης, Αλέκος Τζανετάκος κ.α. Η σκηνοθεσία ήταν του Αλέκου Σακελλάριου, η μουσική του Γιάννη Σπανού, ενώ στο τραγούδι εμφανίζονται η Μπέμπα Μπλανς και ο Ζαν Βασίλη. Η ταινία συμμετείχε εκτός συναγωνισμού στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης το 1967, στην πρώτη της προβολή έκοψε 164.239 εισιτήρια και ήρθε 39η ανάμεσα στις 99 ταινίες της σεζόν.
1952. Η Ελλάδα προσπαθούσε να γιατρέψει τις πληγές του πολέμου, αλλά η προσπάθεια φάνταζε άνιση. Φτώχεια, ανεργία, ξενιτιά, βάσανα και πείνα ήταν τα δομικά στοιχεία της ελληνικής κοινωνίας. Παρά τα προβλήματα όμως, οι αξίες της οικογένειας και η ηθική που αυτή αντιπροσώπευε παρέμεναν ζωντανές για τους Έλληνες. Αυτό όμως είχε και τα αρνητικά του. Δεν μπορούσε π.χ. η κοινωνία να ανεχθεί την ύπαρξη ενός παιδιού εκτός γάμου. Η μητέρα ήταν κατακριτέα. Σε αυτό το κοινωνικό ζήτημα στηρίχθηκε και η ταινία με τίτλο «Ο γρουσούζης», στην οποία πρωταγωνιστούσε ο σπουδαίος Ορέστης Μακρής, στο ρόλο του κυρ Αγαθοκλή, ενός φτωχού καφετζή. Ο ίδιος, για άλλη μια φορά δίνει τον καλύτερό του εαυτό και με το μοναδικό του ταλέντο απογειώνει το τελικό αποτέλεσμα. Η ταύτιση μαζί του είναι μονόδρομος για τον θεατή. Η υπόθεση είναι η εξής: Το καφενεδάκι του κυρ-Αγαθοκλή - του γρουσούζη, όπως τον αποκαλούν οι θαμώνες-, μαζεύει όλους τους αρχιτεμπέληδες της γειτονιάς. Παρά την γκρίνια του Αγαθοκλή – που συχνά φτάνει στο σημείο να διώχνει τους τεμπέληδες θαμώνες –, οι πελάτες του παραμένουν πιστοί. Όταν μια μέρα στο κατώφλι του καφενείου βρίσκεται εγκαταλελειμμένο ένα μωρό, ο Αγαθοκλής αποφασίζει να το κρατήσει και προσλαμβάνει μια παραμάνα, την Μαρία, χωρίς να γνωρίζει ότι είναι η αληθινή μητέρα του παιδιού. Στη γειτονιά οι φήμες οργιάζουν πως το μωρό είναι δικό του, ώσπου εμφανίζεται ο πραγματικός πατέρας. Είναι πραγματικά μοναδικός ο τρόπος που ο Μακρής αναδεικνύει την ταινία, με την σκηνοθετική καθοδήγηση βέβαια του σπουδαίου Γιώργου Τζαβέλλα, ο οποίος είχε γράψει και το σενάριο. Ο Μακρής δείχνει να παίζει «στο δικό του γήπεδο», ερμηνεύοντας έναν γρουσούζη τόσο ρεαλιστικά που πολλές φορές σε κάνει να σκεφθείς μήπως τελικά αυτός είναι και ο πραγματικός χαρακτήρας του. Στην ταινία πρωταγωνιστούσαν ακόμα οι Μίμης Φωτόπουλος, Γεωργία Βασιλειάδου, Δάφνη Σκούρα, Ανδρέας Ζησιμάτος, Περικλής Χριστοφορίδης, Λάκης Σκέλλας, Θανάσης Τζενεράλης, Γιώργος Βλαχόπουλος, Σοφία Αρσένη, Λόλα Φιλιππίδου, Νίκος Φέρμας, Κώστας Παπαχρήστος, Γιώργος Πλουτής. Μια σημαντική ακόμα πληροφορία για την ταινία αφορά στον Ντίνο Ηλιόπουλο, ο οποίος κάνει μέσα από τον «Γρουσούζη» την πρώτη του κινηματογραφική εμφάνιση. Η μουσική ήταν του Μάνου Χατζιδάκι και η ταινία ήρθε τρίτη σε εισπράξεις από τις 22 ελληνικές παραγωγές της χρονιάς εκείνης. Έκανε πρεμιέρα στους κινηματογράφους στις 3 Νοεμβρίου του 1952 και στην πρώτη της προβολή έκοψε 121.007 εισιτήρια. Η παραγωγή ήταν της Finos Film.
«Ο φαντασμένος» ήταν η τελευταία ταινία που γύρισε ο Λάμπρος Κωνσταντάρας ως πρωταγωνιστής, με την Finos Film, το 1973. Η συνεργασία των δύο πλευρών μέτρησε δεκάδες ταινίες, οι περισσότερες από τις οποίες σημείωσαν μεγάλη επιτυχία. Κωνσταντάρας και Φίνος πορεύθηκαν μαζί για 33 ολόκληρα χρόνια, αφού η συνεργασία τους είχε ξεκινήσει το 1940 με την ταινία «Το τραγούδι του χωρισμού». Ήταν μια επαγγελματική σχέση άκρως επιτυχημένη, από την οποία και οι δύο πλευρές άντλησαν οφέλη. «Ο φαντασμένος» ασχολήθηκε με ένα θέμα πολύ επίκαιρο εκείνη την εποχή, που είχε να κάνει με τα κοιτάσματα πετρελαίου στο Βόρειο Αιγαίο. (Σύμπτωση; 41 χρόνια μετά, το θέμα είναι και πάλι στην επικαιρότητα, με την Ελλάδα να ευελπιστεί σε κέρδη από την εκμετάλλευσή τους, αλλά...φευ!).
Η υπόθεση της ταινίας θέλει τον Μάκη Καρασίνη (Λάμπρος Κωνσταντάρας) να είναι ένας υπερφίαλος επιχειρηματίας που πέφτει θύμα μίας φάρσας, πιστεύοντας ότι στο κτήμα του υπάρχει πετρέλαιο. Με την επιπολαιότητα που τον χαρακτηρίζει, μπλέκει με έναν απατεώνα και ιδρύει μια εταιρεία πετρελαιοειδών και προσλαμβάνει υπαλλήλους. Σύντομα όμως θα φανεί η αλήθεια και ο Μάκης θα προσγειωθεί ανώμαλα στην πραγματικότητα. Είναι εξαιρετικός ο τρόπος που ο Κωνσταντάρας αποτυπώνει στο φιλμ τον χαρακτήρα του επιπόλαιο, ενός ανθρώπου που κάνει την τρίχα-τριχιά, που βαδίζει μόνο με τις προσδοκίες του και όχι με τον ρεαλισμό. Κάτι που στο τέλος πληρώνει όχι μόνο ως οικονομική ζημία, αλλά και ως φθορά στις σχέσεις του με τους δικούς του ανθρώπους, την κόρη του και την γραμματέα του, που τον αγαπούν. Το σενάριο ήταν του Ανδρέα Βλασσόπουλου και η σκηνοθεσία του Ντίνου Δημόπουλου. Μαζί με τον Κωνσταντάρα, στον «Φαντασμένο» πρωταγωνιστούν ακόμα οι Μπέτυ Αρβανίτη, Κώστας Ρηγόπουλος, Νόρα Κατσέλη, Ρίτα Μπενσουσάν, Θεόδωρος Ντόβας, Κώστας Παληός, Μίτση Κωνσταντάρα, Νίκος Κικίλιας, Γιώργος Οικονόμου, Γιώργος Κωνσταντής, Κώστας Τσιάνος, Γιάννης Συνοδινός, Δημήτρης Ζακυνθινός, Λάζος Τερζάς. Η μουσική ήταν του Μίμη Πλέσσα, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι στην ταινία εμφανίζεται να τραγουδά ο Στράτος Διονυσίου, σε μια από τις σπάνιες εμφανίσεις του στον κινηματογράφο. Η ταινία έκανε πρεμιέρα στις 24 Οκτωβρίου του 1973 και έκοψε 95.655 εισιτήρια.