Tυπική φωτογραφία γάμου. Αυτή που βγάζανε τα ζευγάρια στο στούντιο του πλησιέστερου φωτογραφείου αμέσως μετά την τελετή και αργότερα τοποθετούσαν, καδραρισμένη, σε περίοπτη θέση στο σαλόνι. Για μερικά χρόνια. Στη συνέχεια στη ντουλάπα.
Οι ανθοστήλες, αριστερά και δεξιά, απαραίτητο συμπλήρωμα του ζωγραφισμένου φόντου. Το ρετούς για να τονιστούν οι γραμμές των ρούχων απολύτως αναγκαίο τα παλιά χρόνια. Το χαμόγελο, προαιρετικό.
Το συντομότερο δυνατό μετά τη τελετή, ο γάμος έπρεπε να δηλωθεί στο Ληξιαρχείο. Ο κ. Ληξίαρχος κατέγραφε το συμβάν στο χοντρό βιβλίο του και στο ζευγάρι έδινε ένα ευτελές φυλλάδιο 16 σελίδων με τίτλο “Οικογενειακόν βιβλιάριον”.
Πηγαίνοντας στις σελίδες 4 και 5 αντλούμε χρήσιμες πληροφορίες. Ο γάμος έγινε στις 23 Ιουνίου 1943, μεσούσης της Γερμανικής Κατοχής, στην Αθήνα. Στα χαρτιά βέβαια η Ελλάδα εξακολουθούσε να είναι Βασίλειο!
Ο άντρας ονομάζεται Σπυρίδων Θεοδοσίου, του Νικολάου και της Ζωής. Γεννήθηκε στην Αθήνα και είναι 27ετών. Η γυναίκα ονομάζεται Πηνελόπη Αποστολάκου, του Νικολάου και της Φιλίας. Γεννήθηκε στο Οίτυλο Λακωνίας και είναι 25 ετών.
Υπογραφή του Ληξίαρχου δυσανάγνωστος.
Οι επόμενες σελίδες προορίζονταν για να καταγραφούν οι γεννήσεις και οι θάνατοι των τέκνων. Είναι άγραφες. Έτσι δεν καταγράφηκαν ούτε τα δυο που επέζησαν ούτε τα τρία που πέθαναν λίγες μέρες μετά τη γέννησή τους. Προφανώς, πριν γεννηθεί το πρώτο, οι Γερμανοί έφυγαν και τη Ληξιαρχείο άλλαξε τρόπο καταγραφής της γέννησης και του θανάτου των κατοίκων του Βασιλείου της Ελλάδος.
Αυτά που δεν καταγράφει επίσης το βιβλιάριο είναι ότι ο Σπύρος Θεοδοσίου ήταν υδραυλικός το επάγγελμα και η Πηνελόπη εργάτρια στην κλωστοϋφαντουργία “Ναθαναήλ” στα Κάτω Πατήσια κι ότι ο γάμος έγινε με συνοικέσιο.
Από τη τελετή του γάμου σώθηκαν ελάχιστες φωτογραφίες, τέσσερις όλες κι όλες, ίσως το σύνολο αυτών που τραβήχτηκαν. Πιθανόν με τη μηχανή κάποιου συγγενή, ερασιτέχνη φωτογράφου, που διέθετε αυτή την πολυτέλεια. Μικρές σε μέγεθος και σε ευτελές φωτογραφικό χαρτί τυπωμένες, παρά τα έντονα σημάδια της φθοράς του χρόνου αποτυπώνουν το κλίμα της εποχής. Υπόνοιες μειδιάματος σε κάποια πρόσωπα.
Στην αρχή δυο ομαδικές. Συγγενείς και φίλοι σε αναμνηστικές πόζες με το ζευγάρι.
Οι νεόνυμφοι μόνοι με το φακό. Ο φωτογράφος αναζητά τα φτωχά δέντρα της γειτονιάς για να δημιουργήσει ένα στοιχειώδες φόνο.
Η σκιά στην τελευταία φωτογραφία αποκαλύπτει και την ώρα: είναι μεσημέρι.
Οι φωτογραφίες είναι τραβηγμένες στο δρόμο ή στην αυλή σπιτιού. Πιθανόν του σπιτιού που στέγασε εκείνα τα χρόνια την οικογένεια Θεοδοσίου. Ένα πλινθόκτιστο με κεραμίδια, με δυο κάμαρες και μια κουζίνα. Στη γωνία των οδών Τράλλεων και Κλεώνων κοντά στη συνοικία Λαμπρινή. Η γειτονια εξαιρετικά αραιοκατοικημένη τότε.
Άλλες φωτογραφίες μάλλον δεν τραβήχτηκαν. Κι αυτές άλλωστε, μεγάλη πολυτέλεια, για την εποχή εκείνη θα πρέπει να ήταν. Αργότερα, μετά την αποχώρηση των Γερμανών, επέστρεψε από τη Μέση Ανατολή ο θείος Άγγελος κι έφερε μαζί του μια “Λυμιέρ”, σκέτο κομψοτέχνημα. Κι έτσι έχουμε περισσότερες.
Από κείνο το συμβάν επέζησαν δυο ακόμα τεκμήρια: τα στέφανα…
κι οι βέρες με χαραγμένα στο εσωτερικό του δακτυλίου η μια το όνομά του άλλου.
Και ακόμα μια φωτογραφία της εποχής. Πιθανόν προγενέστερη του γάμου. Όταν ήταν αρραβωνιασμένοι. Σημειώνουμε και πάλι την έλλειψη οποιαδήποτε χαμόγελου. Ας μην ξεχνάμε, 1943 ήταν.
Σημείωση πάνω σε μια λεπτομέρεια.
Ένας επίμονος παρατηρητής θα διαπιστώσει ότι τα πρόσωπα στην πρώτη και στην τελευταία φωτογραφία είναι ακριβώς τα ίδια. Στη δε πρώτη, είναι σχετικά εμφανή τα στοιχεία του φωτομοντάζ, κυρίως στο κεφάλι του άντρα. Και το νυφικό, έχει διαφορές με αυτό της ομαδικής φωτογραφίας έξω από το σπίτι.
Σίγουρα η γαμήλια φωτογραφία δημιουργήθηκε από κάποιον ταλαντούχο φωτογράφο κάποια χρόνια αργότερα καλύπτοντας το κενό που η οικονομική ανέχεια της εποχής δημιούργησε. Δεν ήταν δυνατόν να υπάρξει γάμος χωρίς το αποδεικτικό στοιχείο μιας καλής φωτογραφίας, έστω μιας.
Η σκηνοθετημένη ευτυχία.