Στην φωτογραφία που μας έστειλε η Νανά Ιωαννίδου, διακρίνεται πίσω το ξενοδοχείο Παππά. Επίσημα έφερε την ονομασία Grand hotel (Μέγα Ξενοδοχείο ή Ξενοδοχείο του Σταθμού). Χτίστηκε το 1885. Οι αναμνήσεις της κας Ιωαννίδου αναφέρονται στο 1956, ένα έτος κατά το οποίο η αίγλη του ξενοδοχείου έχει εξαφανιστεί. Καθώς και η ίδια αναφέρει "Στη σχολική φωτογραφία του '56 που σας καταθέτω βλέπετε και τις μπουγάδες που άπλωναν στο κτίριο του Παππά στο βάθος" |
Εμείς του '60 οι εκδρομείς, που είμαστε έφηβοι και νέοι τη δεκαετία του '50-'60 ζήσαμε το τέλος
μιας εποχής. Θα έλεγα δύσκολης, αλλά ανέμελης, υπό την έννοια ότι υπήρχε Ελπίς.
Κάτι που τώρα πια η έννοια της ελπίδας έχει στους νέους μας εντελώς λεηλατηθεί.
Δεν υπάρχει ελπίς.
Πολλά θα μπορούσα να σας γράψω, κι όπως πάντα μ΄ευχαρίστηση καταθέτω
τις προσωπικές μου μαρτυρίες αυτής της εποχής, γιατί ήταν εντελώς μια διαφορετική άποψη ζωής.
Η μητέρα μου γεννήθηκε στην οδό Πύλης στον Πειραιά κι εγώ όλα τα σχολικά μου χρόνια
είναι συνυφασμένα με τον Πειραιά, όπως επί μια δεκαετία στη Γαλλική Ακαδημία Πειραιά,
Αγγλικά στην Τερψιθέα, φροντιστήρια στο κέντρο αλλά και ξέχωρα από αυτά,
ένα σεργιάνι απαραίτητο για ψώνια με τον πατέρα μου κάθε Σάββατο με την καμποτένια τσάντα!
Στην κεντρική παλιά αγορά από το Μοσχάτο που ήταν το σπίτι μας, με τα πόδια μέσω Φαλήρου!
Είχα την τύχη, ένας θείος μου να έχει ένα μικρό καφενεδάκι 2 επί δύο μέσα στην κεντρική
αγορά και πήγαινα τακτικά, έτσι η ατμόσφαιρα της εποχής εκείνης που με μαγεύει ως τώρα,
πέρασε μέσα μου σαν χαρά κι έχει γίνει ένα με τη χαρά της αγοράς από τα τσαρουχάδικα
που λέγαμε, ενός ζευγαριού από κόκκινες πασχαλιάτικες παντοφλίτσες, κάθε χρόνο
σαν παιδί, αλλά και τα Χριστουγεννιάτικα παπούτσια μας για να ξεχειμωνιάσουμε
και να ξεκαλοκαιριάσουμε!
Τυχερά παιδιά μια και τα παπούτσια και οι παντοφλίτσες ήταν είδος πολυτέλειας
για πολλούς ακόμα. Αλλά για την αγορά, θα σας αποτυπώσω την ατμόσφαιρα άλλη
φορά κι έχω πολλά.
Σήμερα θα σας γράψω για το ξενοδοχείο Παππά. Το υπέροχο αυτό ξενοδοχείο
με τις επιβλητικές μπαλκονόπορτες του ισογείου, άλλοτε πολυτελούς ζαχαροπλαστείου
που κατέβαινε όλη τη Αθήνα της Belle Epoque να πάρει το αναψυκτικό της αλλά
και να κολυμπήσει στο Φάληρο, το πρόλαβα εγώ την εποχή του 54 οίκο φιλοξενούμενων
Ελληνορουμάνων.
Είχα συμμαθήτριες από το Γυμνάσιο Μοσχάτου και φίλες και μπαινόβγαινα.
Έμπαινες σ΄ ένα κτίριο με σπασμένα σκαλοπάτια, εγκαταλελειμμένο και κάτι αχανείς αίθουσες.
Είχαν κρεμάσει σχοινιά και είχαν οριοθετήσει με κουβέρτες δωμάτια! τουλάχιστον εκεί
που έμεναν οι φίλες μου.
Συντροφιά τους μια γκαζιερούλα, αυτοσχέδια κρεβατάκια, δύο σκαμνάκια, αλλά μη
νομίσετε ότι ο νούς μας στέκονταν εκεί, εμένα μου έκανε εντύπωση πάντα το πόσο
έξυπνα κορίτσια ήταν οι φίλες μου!
Οι γονείς τους έρχονταν το βράδυ από τη δουλειά. Εκείνες διαβαστερές, μιλούσαμε
και Γαλλικά μια και η Ρουμάνικη γλώσσα έχει πολλές ρίζες Γαλλικές. Αυτές ήταν κι αθλήτριες
και λίγο ζήλευα που είχαν ωραίο σωματάκι, αντίθετα με μένα που ήμουν στρομπουλή.
Την Κυριακή έπαιρνα πασατέμπο από την παραλία και πηγαίναμε πάνω κάτω την Ταραντέλα
μέχρι που πονούσαν τα πόδια μας. Εκεί μάθαινα τα φλερτ που είχαν τα ρουμάνικα αγόρια
και κορίτσια.
Μέχρι το '65, μου είχαν πει και για δύο γάμους που είχαν γίνει.
Στη σχολική φωτογραφία του '56 που σας καταθέτω βλέπετε και τις μπουγάδες που άπλωναν
στο κτίριο του Παππά στο βάθος.
Σιγά, σιγά μεγαλώνοντας πήραν δουλείτσες, παντρεύτηκαν, χαθήκαμε, το κτίριο κατεδαφίστηκε....
To Μέγα Ξενοδοχείο (Grand Hotel) ή Ξενοδοχείο Παππά σε καρτ ποστάλ εποχής όταν ακόμα άκμαζε |
Διατηρώ όμως ακέραια στη θύμησή μου την ευγένειά τους, το γέλιο της νιότης αλλά και την
αξιοπρέπειά τους. Δεν έπαιρναν κουλούρι στο διάλειμμα το μεσαίο κι όταν τους προσέφερα
από μια μπουκιά δεν έπαιρναν.
Μόνο πασατέμπο στη βόλτα της Κυριακής.
Μια μέρα που βάζαμε τα σορτσάκια για γυμναστική, μου έδειξαν τα παπούτσια τους.
Ο πάτος τους όλος από χαρτόνι κι αυτές πνιγμένες στο γέλιο! τότε δεν νοιώθαμε τη φτώχεια.
Άλλος πιο πολύ, άλλος πιο λίγο, είμαστε στον ίδιο δρόμο κι ευτυχείς.
Πολλά χρόνια αργότερα ήλθαν τα φουαγιέ της Μυκόνου !!! και οι νέοι έγιναν δυστυχείς.
ΝΑΝΑ ΙΩΑΝΝΙΔΟΥ
Από το Πειραιόραμα
πηγή Γιαγιά Αντιγόνη