Ακόμα θυμάμαι την πρώτη φορά που άκουσα τη λέξη “μπουρδέλα”. Πρέπει να ήμουν επτά ή οκτώ ετών και ο πατέρας μου, μετά την καθιερωμένη Σαββατιάτικη βόλτα μας στη λαϊκή αγορά, με είχε πάρει μαζί του σε ένα καφενείο που σύχναζε εκείνη την εποχή, κάπου πίσω από τον Άγιο Λουκά στα Πατήσια. Σε κάποια από τις κουβέντες του, λοιπόν, χρησιμοποίησε τη συγκεκριμένη λέξη. Τον διέκοψα, θυμάμαι, για να τον ρωτήσω: “Τι είναι τα μπουρδέλα, πατέρα;”. Αφού στην αρχή γέλασε μαζί με τους φίλους του λίγο αμήχανα, μου απάντησε πως θα μου εξηγήσει άλλη φορά. Τα χρόνια πέρασαν όμως και ο πατέρας μου δε μου εξήγησε ποτέ. Δεν ξέρω πότε και πώς τελικά έμαθα τι είναι τα μπουρδέλα, αλλά έφτασα είκοσι οκτώ χρονών μαντράχαλος και δεν είχα πάει ποτέ. Από επιλογή, σαφώς, αλλά κρίμα δεν ήταν; Να μην πάω; Να μην ξέρω;!
Σε αυτό το σημείο, οφείλω να πω ότι σκοπός μου δεν ήταν να πάω σε μπουρδέλο για να γαμήσω, αλλά για να δω πώς είναι, να μου φύγει η περιέργεια – όσο αφελές κι αν αυτό ακούγεται. Εξάλλου, δεν επρόκειτο να γράψω και μπουρδελοκριτική - μιας και αυτό είναι πολύ εύκολο να το βρεις σε ειδικά διαμορφωμένους ιστότοπους, σαν το www.bourdela.com ή τοwww.ierodoules.com όπου οι χρήστες βαθμολογούν τις υπαλλήλους και τις εγκαταστάσεις των εν λόγω επιχειρήσεων.
Για κάποιο ανεξήγητο λόγο τα υποκαταστήματα του είδους που μου προκαλούσαν το μεγαλύτερο ενδιαφέρον, είναι τα υποφαινόμενα ως STUDIO. Δεν ήθελα (ακόμα;) να πάω σε κάτι παγιωμένο όπως οι οίκοι της οδού Φυλής ή της οδού Ιάσωνος, δεν ένιωθα έτοιμος. Τα STUDIO, όμως, είναι αλλιώς (;). Μοιάζουν, τουλάχιστον απ'έξω, κάπως πιο...φιλικά, κάπως πιο “εξευγενισμένα”. Έχουν και τις χαριτωμένες πινακίδες από φούξια νέον, πώς να το κάνουμε; Έχουν πλημμυρίσει την Αθήνα -καθώς και την υπόλοιπη Ελλάδα!- και μπορείς να βρεις κάποιο χωρίς πολύ κόπο, αν και αναμφίβολα οι περιοχές που έχουν παράδοση στο είδος ενδείκνυνται, όπως η Βικτώρια, το Μεταξουργείο και ο Κεραμεικός. Αποφάσισα να εστιάσω σε αυτά του Κεραμεικού, και πιο συγκεκριμένα σε αυτά που είναι στο Γκάζι, στην καρδιά της νυχτερινής ζωής, δίπλα σε club και εστιατόρια.
Ήταν Τετάρτη βράδυ γύρω στις δώδεκα και μισή όταν βρέθηκα έξω από ένα STUDIO, καπνίζοντας νευρικά. Είχα ρωτήσει κάνα δυο φίλους να με συνοδεύσουν, μιας και ήμουν αρκετά διστακτικός, μα κανένας δε μου έκανε το χατίρι. Όχι εσκεμμένα προφανώς, μα το αποτέλεσμα ήταν το ίδιο – ήμουν μόνος, και αν ήθελα να διαπιστώσω ιδίοις όμμασι τι εστί STUDIO έπρεπε να χτυπήσω το κουδούνι.
Ομολογουμένως, η πρώτη μου επίσκεψη ήταν και η πιο δύσκολη, σαν ξεπαρθένιασμα. Αφού μάζεψα ό, τι ανδρισμό είχα και δεν είχα, στάθηκα έξω από την πόρτα ασφαλείας του οικήματος, χτύπησα το κουδούνι και περίμενα να μου ανοίξουν. Με υποδέχτηκε μία μεσόκοπη μεσήλικη γυναίκα με έντονη ανατολικού μπλοκ προφορά. Αφού πέρασα μέσα, με οδήγησε στο σαλονάκι του STUDIO και χωρίς πολλά-πολλά μα ευγενικά με ενημέρωσε πως “το κορίτσι μας σήμερα είναι η Κλάουντια, έρχεται αμέσως...”. Όταν ήρθε, φορώντας ένα σετ από πρόστυχα κόκκινα εσώρουχα, η Κλάουντια αμέσως κατάλαβε την εμφανή αμηχανία μου και πήγε πρόθυμα να με χαϊδέψει για να χαλαρώσω, μα όταν της είπα ότι “απλά κάνω βόλτα”, φάνηκε να παρεξηγείται και σηκώθηκε και έφυγε!
Τότε κατάλαβα πως όσα STUDIO και να επισκεπτόμουν δεν θα άλλαζαν πολλά, εφόσον εγώ δεν ήμουν διατεθειμένος να κάνω σεξ ή να πληρώσω -έστω- για λίγες έξτρα πληροφορίες. Δεν το έβαλα κάτω όμως και, αφού είχα πάρει το βάπτισμα του πυρός, αποφάσισα να συνεχίσω αυτή την ακαθόριστης φύσης μοναχική μπουρδελότσαρκα και να επισκεφτώ άλλα δύο STUDIO, για να διαμορφώσω -αν μη τι άλλο- μία πιο εμπεριστατωμένη άποψη.