Ενα σπαραξικάρδιο ταξίδι στην ελληνική δισκογραφία, με στίχους τραγουδιών που ραγίζουν τις ανδρικές καρδιές και αποδεικνύουν ότι καμιά φορά πονάνε και τα παλικάρια. Και αυτό όχι μόνο δεν θολώνει, αλλά αποθεώνει τον ανδρισμό τους
Δημήτρης Δ. Μανιάτης | ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: 16/05/2014 TA NEA
Η σχέση Στέλιου Καζαντζίδη - Μαρινέλλας τη δεκαετία του 1960 είχε πολλές φανερές, αλλά και πολλές αθέατες όψεις ή μηνύματα κρυμμένα σε μπουκάλι - όπως και όλες οι σχέσεις θα λέγαμε. Για παράδειγμα, όλοι θυμούνται ή ξέρουν πως οι δύο τραγουδιστές χώρισαν τον Σεπτέμβριο του 1966, ύστερα από μια έντονη σχέση και λίγο μετά την απόσυρση του λαϊκού βάρδου για πάντα από τα νυχτερινά κέντρα της εποχής.
Υπάρχει όμως μια άγνωστη παρτίδα σκάκι που παίχτηκε με σκακιέρα…. στίχους και εν πολλοίς συμπυκνώνει ήθη και συμπεριφορές μιας ολόκληρης εποχής. Το 1968 λοιπόν, για να μη σας κρατάμε σε αγωνία, η Μαρινέλλα ηχογραφεί ένα τραγούδι σε 45άρη δίσκο, μάλλον όχι τυχαίο: «Οι άνδρες δεν κλαίνε» λέγεται και είναι μια δημιουργία των Γιώργου Κατσαρού - Πυθαγόρα. Το βέλος έχει ριχθεί, αλλά η απάντηση (σε λόγια του ίδιου στιχουργού, παρακαλώ) δεν αργεί να έρθει: «Οσοι δεν πόνεσαν άσ'τους να λένε/ Κι όμως, κυρία μου, κι οι άντρες κλαίνε…» ερμηνεύει ο Καζαντζίδης.
Η παραπάνω μικρή ιστορία του λαϊκού μας τραγουδιού δεν είναι απλώς μια χαριτωμένη σελίδα για καλλιτεχνικές στήλες ελαφρών περιοδικών της εποχής. Κι αυτό αφού αποτυπώνει ένα βαθύτερο και διαχρονικό ερώτημα: Οι άνδρες κλαίνε; Και αν ναι, πότε; Με ποια αφορμή; Σήμερα, που έχουν διανυθεί χιλιόμετρα χειραφέτησης, αν και η κοινωνία παραμένει ανδροκρατική, το ανδρικό κλάμα παραμένει ένα αίνιγμα και ακόμη περισσότερη συζήτηση γίνεται για τα τραγούδια (γιατί για τραγούδια θα μιλήσουμε) που το πυροδοτούν.
Η πρόσφατη έρευνα της «Τέλεγκραφ», για παράδειγμα, έδειξε πως το «Everybody Hurts» των REM είναι εκείνο που άγγιξε περισσότερο τις ευαίσθητες χορδές του (ανδρικού) κοινού. Kαι κάτι ακόμη: Οι περισσότεροι ξέσπασαν στο σπίτι. Τι γίνεται όμως στα του οίκου μας; Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή: «Οι άνδρες κλαίνε πιο δύσκολα λόγω κοινωνικών συνθηκών, είναι θέμα εκπαίδευσης. Πρέπει να κρύβουν τα συναισθήματά τους» μας λέει πεπειραμένος ψυχίατρος που τονίζει πως αυτό που πυροδοτεί τη συγκίνηση είναι το ρέον συναίσθημα.
Ώς εδώ όλα καλά, αλλά άντε να εξηγήσεις σε καψούρη ή πονεμένο άνδρα τα παραπάνω με ορθολογικούς όρους και την ώρα που βρίσκεται σε νυχτερινό κέντρο με λυμένη τη γραβάτα ή μόνος στο σπίτι πάνω από ένα ποτήρι ουίσκι. Το βέβαιο είναι πως ποτέ δεν ξέρεις ποιο τραγούδι είναι αυτό που κάνει έναν άνδρα να κλάψει ή τον έκανε διαχρονικά. «Είναι εντελώς αδύνατον να ξέρεις πού θα απευθυνθείς.
Τα τραγούδια λειτουργούν ερήμην του δημιουργού και εξάλλου ο ακροατής κάνει πάντα δικό του ένα τραγούδι. Το τι συγκινεί, ποιο φύλο ειδικότερα και άλλα τέτοια είναι το ίδιο δύσκολο να το ξέρεις με το να γνωρίζεις αν ένα κομμάτι θα γίνει επιτυχία. Είναι πάντα μυστήρια και τα δύο» δηλώνει στα «ΝΕΑ» ο στιχουργός Μάνος Ελευθερίου.
Τα τραγούδια λειτουργούν ερήμην του δημιουργού και εξάλλου ο ακροατής κάνει πάντα δικό του ένα τραγούδι. Το τι συγκινεί, ποιο φύλο ειδικότερα και άλλα τέτοια είναι το ίδιο δύσκολο να το ξέρεις με το να γνωρίζεις αν ένα κομμάτι θα γίνει επιτυχία. Είναι πάντα μυστήρια και τα δύο» δηλώνει στα «ΝΕΑ» ο στιχουργός Μάνος Ελευθερίου.
Ετσι κι αλλιώς, για παράδειγμα, η δική του αθάνατη «Μαρκίζα» με τη Βίκυ Μοσχολιού σε μουσική Γιάννη Σπανού είναι ένα κομμάτι που συγκινεί ανεξαρτήτως φύλου και κάτι τέτοιο κάνει ακόμη πιο αδιευκρίνιστους τους λόγους που κάνουν κάποιον να κλάψει. Στο θέμα μας όμως: Κλαίνε οι άνδρες σήμερα; «Κλαίνε αλλά κρυφά. Το ανδριλίκι δεν τους αφήνει να φανούν τα δάκρυα» συμπληρώνει ο κ. Ελευθερίου.
Το βέβαιο είναι πως το τραγούδι αποτελεί και την καλύτερη «χρονογραφία» του εκάστοτε καιρού. Ετσι, αν τις δεκαετίες '60-'70 υπήρχε μια σειρά τραγουδιών που έκαναν τους άνδρες να κλαίνε, εδώ μια θέση είχαν ακόμη και τραγούδια κοινωνικά, τραγούδια που συνόψιζαν το δύσκολο μεταπολεμικό φόντο, τη μετανάστευση, τη φτώχεια. Ας θυμηθούμε πως όχι τυχαία ο Αλέκος Αλεξανδράκης ξεσπά με το «Βρέχει στη φτωχογειτονιά» των Μίκη Θεοδωράκη - Τάσου Λειβαδίτη στη γνωστή σκηνή της νεορεαλιστικής ταινίας «Συνοικία Το όνειρο».
Το βέβαιο είναι πως το τραγούδι αποτελεί και την καλύτερη «χρονογραφία» του εκάστοτε καιρού. Ετσι, αν τις δεκαετίες '60-'70 υπήρχε μια σειρά τραγουδιών που έκαναν τους άνδρες να κλαίνε, εδώ μια θέση είχαν ακόμη και τραγούδια κοινωνικά, τραγούδια που συνόψιζαν το δύσκολο μεταπολεμικό φόντο, τη μετανάστευση, τη φτώχεια. Ας θυμηθούμε πως όχι τυχαία ο Αλέκος Αλεξανδράκης ξεσπά με το «Βρέχει στη φτωχογειτονιά» των Μίκη Θεοδωράκη - Τάσου Λειβαδίτη στη γνωστή σκηνή της νεορεαλιστικής ταινίας «Συνοικία Το όνειρο».
Ας μην περιορίζουμε όμως τα θέματα, αφού άβυσσος… το κλάμα του άνδρα. Προσφιλές εξάλλου θέμα, πάντα ήταν ο έρωτας και τα συμπαρομαρτούντα του. Αν δάκρυ είναι ο σωματοποιημένος εγωισμός, παραμένουν αχαρτογράφητοι οι λόγοι που οδηγούν έναν άνδρα να ξεσπά σε λυγμούς εξαιτίας ενός στίχου. «Δεν μπορείς να απαντήσεις μονολεκτικά για το πότε ή πώς συγκινεί τον ανδρικό πληθυσμό ένα τραγούδι.
Ως δημιουργός μαζεύεις ερεθίσματα, όχι με συνειδητό πάντα τρόπο, από χωρισμούς, προσωπικά θέματα, κρίση, μέχρι καταπίεση κοινωνική. Αυτά αποθηκεύονται και κάποια στιγμή βγαίνουν στη δημιουργία. Πρακτικά καταλαβαίνω τι με συγκινεί ή συγκινεί ταυτόχρονα πολλούς και αυτό μπορεί να είναι ακόμη και οι Dire Straits για μένα» σημειώνει ο Θάνος Μικρούτσικος.
Ως δημιουργός μαζεύεις ερεθίσματα, όχι με συνειδητό πάντα τρόπο, από χωρισμούς, προσωπικά θέματα, κρίση, μέχρι καταπίεση κοινωνική. Αυτά αποθηκεύονται και κάποια στιγμή βγαίνουν στη δημιουργία. Πρακτικά καταλαβαίνω τι με συγκινεί ή συγκινεί ταυτόχρονα πολλούς και αυτό μπορεί να είναι ακόμη και οι Dire Straits για μένα» σημειώνει ο Θάνος Μικρούτσικος.
Και εδώ τα μυστήρια εντείνονται: Οι λόγοι εξάλλου, όπως προείπαμε, που κάνουν έναν άνδρα να κλάψει (ίσως και κρυφά ή στους ώμους φίλων) είναι πολλοί. Από την «Αχάριστη» του Βασίλη Τσιτσάνη μέχρι το «Πρώτο φθινόπωρο» του Βαγγέλη Κορακάκη ή τις «Μέλισσες» με τη Φωτεινή Βελεσιώτου, το αίτημα του έρωτα παραμένει διαταξικό, ζωντανό και ανεκπλήρωτο. Από το «Σαββατόβραδο» του Καζαντζίδη μέχρι το «Πίσω απ'την πόρτα» με τον Γιάννη Καλατζή ή το «Θα κλείσω τα μάτια» του Ακη Πάνου (στην πρώτη εκτέλεση με τον Μπιθικώτση και τη Χαρούλα Λαμπράκη), οι άνδρες κλαίνε και για κοινωνικούς λόγους. Και βέβαια υπάρχουν κι εκείνες οι περιπτώσεις που το τραγούδι συγκινεί ως νόστος μιας πατρίδας - σήμερα αυτό εντείνεται με τη νέας μορφής μετανάστευση. Ας θυμηθούμε τον «Αποχωρισμό» με τον Κώστα Μουντάκη.
Βεβαίως, υπάρχουν και εκείνα τα τραγούδια που θίγουν ευρύτερα φιλοσοφικά θέματα και αντλούν από τα θέματα της ύπαρξης: τα τραγούδια «Δυο πόρτες έχει η ζωή» με Καζαντζίδη και «Μια μολυβιά» με Μανώλη Αγγελόπουλο ανήκουν πάντα στα πιο δημοφιλή για… δάκρυα ανδρικού γένους. Αυθαιρεσίες, θα μου πείτε. Πολλά τραγούδια κάνουν και τα δύο φύλα να κλάψουν. Πολλά αμιγώς γυναικεία επίσης συγκινούν άνδρες («Μαμά γερνάω»).
Βεβαίως, υπάρχουν και εκείνα τα τραγούδια που θίγουν ευρύτερα φιλοσοφικά θέματα και αντλούν από τα θέματα της ύπαρξης: τα τραγούδια «Δυο πόρτες έχει η ζωή» με Καζαντζίδη και «Μια μολυβιά» με Μανώλη Αγγελόπουλο ανήκουν πάντα στα πιο δημοφιλή για… δάκρυα ανδρικού γένους. Αυθαιρεσίες, θα μου πείτε. Πολλά τραγούδια κάνουν και τα δύο φύλα να κλάψουν. Πολλά αμιγώς γυναικεία επίσης συγκινούν άνδρες («Μαμά γερνάω»).
Παρ'όλα αυτά, το αρχικό και για αιώνες στερεότυπο σχήμα «οι κυνηγοί δεν κλαίνε» φαίνεται πως μετασχηματίστηκε τα τελευταία χρόνια. Οι γυναίκες (και δικαίως) έχουν αλλάξει, οι ρόλοι κάπως μεταβλήθηκαν. Πάντα όμως στη γωνιά του σκυλάδικου, στο βάθος του μπαρ, στα χαμηλωμένα φώτα ενός σπιτιού θα υπάρχει εκείνος ο άνδρας που θα βάλει τα κλάματα ακούγοντας ένα τραγούδι.