ΔΙΑΦΗΜΙΣΕΙΣ ΚΑΤΟΧΗΣ 1941-44
14 χ 21 εκ. 104 σελίδες
2009, Εκδότης Αργύρης Βουρνάς
Από την εισαγωγή:
Στα δύσκολα χρόνια της Κατοχής, τα γεμάτα από πρωτόγνωρα και καταλυτικά γεγονότα (στερήσεις, πείνα, θάνατο), η ζωή των ανθρώπων, κυλούσε αβέβαιη και βασανιστική.
Η καθημερινότητα των Ελλήνων άλλαξε οριστικά. Η αντίδραση στην αγριότητα των κατακτητών και ο αγώνας για την επιβίωση, αποτελούσαν τους άξονες για τις καθημερινές ενέργειες και πράξεις τους. Η μεμονωμένη στην αρχή
και οργανωμένη στη συνέχεια αντίσταση, καθώς και ο αγώνας για την εξεύρεση των στοιχειωδών μέσων διαβίωσης, κυριαρχούσαν στην καθημερινή ζωή των Ελλήνων, κυρίως στην Αθήνα και στα μεγάλα αστικά κέντρα.
και οργανωμένη στη συνέχεια αντίσταση, καθώς και ο αγώνας για την εξεύρεση των στοιχειωδών μέσων διαβίωσης, κυριαρχούσαν στην καθημερινή ζωή των Ελλήνων, κυρίως στην Αθήνα και στα μεγάλα αστικά κέντρα.
Η "εκστρατεία"στα περίχωρα ή και στα χωριά ακόμη, για την εξοικονόμηση των στοιχειωδών μέσων διατροφής (ψωμιού, λίγων λαχανικών και σπανιώτερα λίγου λαδιού), αλλά και οι "ουρές"μπροστά στις πόρτες των καταστημάτων, ήσαν πλέον συνήθη φαινόμενα.
Η διαφήμιση, πιστό και πλούσιο καθρέφτισμα της καθημερινότητας μιας κοινωνίας, διαμορφώθηκε σύμφωνα με τις επικρατούσες συνθήκες και απεικόνιζε, από μια ιδιαίτερη οπτική γωνία, την εικόνα της τραγικής αυτής εποχής. Εικόνα εντελώς διαφορετική από την αντίστοιχη της προπολεμικής, προκα-τοχικής περιόδου.
Τα καθημερινά φαινόμενα βίας, η πείνα, η "μαύρη αγορά", οι πεθαμένοι στους δρόμους της Αθήνας, αλλά και η λογοκρισία των Αρχών Κατοχής στις εφημερίδες, στα περιοδικά, στα βιβλία και στα θεάματα, δεν άφηναν χώρο, κυρίως στον πρώτο χρόνο της Κατοχής, για ανάπτυξη της διαφημιστικής δραστηριότητας. Εξ άλλου σε ποιους να απευθυνθεί μια διαφημιστική καμπάνια, όταν η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων ζούσε σε συνθήκες πείνας και ανέχειας και η νέα ευημερούσα τάξη των "νεόπλουτων"της εποχής (μαυραγοριτών, σύνεργατων της κατοχικής κυβέρνησης και των κατακτητών, μεγαλοεπιχειρηματιών κ.ά.) δεν είχε ακόμη διαμορφωθεί και οργανωθεί, ώστε να διεισδύσει και να πάρει τη θέση της στα ανώτερα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας.
Από το 1942 όμως (αφού ο φοβερός χειμώνας 1941-42 με τους 300.000 νεκρούς ήταν πλέον παρελθόν), άρχιζαν να εμφανίζονται, από τις σελίδες του ελεγχόμενου από τις Αρχές Κατοχής τύπου, οι πρώτες διαφημίσεις, κυρίως για τα βασικά και αναγκαία είδη διατροφής και διαβίωσης ("πωλείται μου-ρουνέλαιον""Βούτυρα ΕΦ.ΑΒ.""κουζίνα μαγειρέματος δια ξύλα""ασπιρίνες Βει\/βτ"κ.λπ). Παράλληλα συχνά εμφανίζονταν και αγγελίες ιδιωτών που πουλούσαν προσωπικά είδη αξίας (ασημικά, πιάνα κ.λπ.), προκειμένου να εξοικονομήσουν τα αναγκαία χρήματα για την προμήθεια, από τη "μαύρη αγορά"κυρίως, των απαραίτητων για την διαβίωση τους τροφίμων ("Φράκο και πιάνο πωλούνται εις τιμάς ευκαιρίας""Αγοράζομεν κοσμήματα εις τας καλλίτερος τιμάς"κ.λπ).
Από τον τρίτο χρόνο της Κατοχής, όταν το μαρτύριο της πείνας σταδιακά υποχωρούσε και ο κόσμος αναζητώντας "λίγο γέλιο"για να ξεσκάσει και ευκαιρία επικοινωνίας με τους συνανθρώπους του, άρχισε να επισκέπτεται τους κινηματογράφους, (που αποτελούσαν τον φτηνότερο τρόπο διασκέδασης της εποχής) ή τις θεατρικές αίθουσες, οι διαφημίσεις για τα έργα που παίζονταν, άρχισαν να γεμίζουν τις εσωτερικές σελίδες των εφημερίδων.
Εξυπακούεται ότι τόσο τα κινηματογραφικά έργα (κυρίως γερμανικής, ιταλικής και ελάχιστα γαλλικής παραγωγής), όσο και τα θεατρικά περνούσαν από αυστηρή λογοκρισία, ενώ τα πρώτα συνοδεύονταν πάντα από γερμανικά προπαγανδιστικά επίκαιρα.
Παράλληλα η είσοδος στις τάξεις της ελληνικής κοινωνίας των νέων οικονομικών παραγόντων (των "νεόπλουτων"της Κατοχής) εξέθρεψε την ανάγκη δημιουργίας χώρων κοινωνι κών επαφών για αυτή την τάξη, η οποία διέθετε και αρκετό χρήμα για τον σκοπό αυτό.
Τα πρώτα εστιατόρια και ζαχαροπλαστεία πολυτελείας, τα νυχτερινά κέντρα (night clubs), τα καμπαρέ, έκαναν ξανά την εμφάνιση τους. Μαζί και η προβολή τους μέσα από τις διαφημίσεις στις εσωτερικές σελίδες των αθηναϊκών εφημερίδων. Έτσι, εκτός από τις διαφημίσεις των κινηματογραφικών και θεατρικών έργων στις εφημερίδες, άρχισαν να διαφημίζονται μενού εστιατορίων και ζαχαροπλαστείων πολυτελείας, καθώς και τα προγράμματα των κέντρων διασκέδασης.
Παράλληλα, η ποικιλία των διαφημιστικών καταχωρήσεων συνεχίστηκε και ο εμπλουτισμός τους ήταν τέτοιος, που ο σημερινός αναγνώστης μιας εφημερίδας της εποχής, "ακουμπώντας"στους χώρους των διαφημίσεων, να ξεχνά ότι αυτές ήταν της κατοχικής περιόδου (όπως π.χ. του πολυκαταστήματος "Μινιόν", το οποίο "ανδρώθηκε"την περίοδο της Κατοχής).
Ενδεικτικά, παρουσιάζουμε διαφημίσεις, πέραν αυτών που προαναφέραμε: για κρέμες (με πρώτη την Nivea), αντιηλιακά (!), πούδρες, κραγιόν, κολώνιες, προγράμματα ασφαλίσεων (πυρός, θαλάσσης, μεταφορών, σκαφών, αυτοκινήτων, ακόμη και πολέμου!!!), ρολόγια (μέχρι και λουράκια γι'αυτά...), οδοντόκρεμες, τσατσάρες (!), πορτοφόλια, κολλιέ, σουγιάδες, αναπτήρες, γυαλιά ηλίου (!), πιάτα πορσελάνης, δώρα εορταζό-ντων, φυσαρμόνικες, ευρωπαϊκές κάλτσες (μεταξωτές), γυνα-κεία καπέλλα και μαγιώ, φιλέ μαλλιών (!), διάφορα έτοιμα φορέματα, παυσίπονα (με πρώτη την Ασπιρίνη της γερμανικής Βεκ/βΐ"), αλλά και σκόνες για τις ψείρες... Επίσης διαφημίσεις βιβλίων, ιδιωτικών τεχνικών και επαγγελματικών σχολών (Πάλμερ), ειδών διατροφής (βούτυρα, λουκούμια, παγωτά, μαρμελάδες κ.λπ.), κουζινών μαγειρέματος με ξύλα, σαπουνιών, κρασιών και ούζου, εντομοκτόνων, λαχείων (Συντακτών, Λαϊκού και Εθνικού) κ.λπ.