Γκάρι Κούπερ - ο ηθοποιός, ο άνθρωπος
Τον θαύμασα κυρίως σε δύο ταινίες στις οποίες πρωταγωνιστούσε: «Για ποιον χτυπά η καμπάνα» (σκηνοθεσία Σαμ Γουντ, 1943), από το ομότιτλο μυθιστόρημα του Ερνεστ Χέμινγουεϊ και «Το τρένο θα σφυρίξει τρεις φορές» (σκηνοθεσία Φρεντ Τσίνεμαν, 1953), που έχει εκτιμηθεί ως το καλύτερο γουέστερν όλων των εποχών.
Είχε προηγηθεί ανάλογο Οσκαρ για τον ρόλο του στην ταινία
«Ο λοχίας Γιορκ» (σκηνοθεσία Χάουαρτ Χοκς, 1941).
Ενα τρίτο Οσκαρ, συνολικής καριέρας αυτό, του απονεμήθηκε το 1961, αλλά δεν ήταν σε θέση να το παραλάβει, καθώς είχε χτυπηθεί πολλαπλά από καρκίνο. Το παρέλαβε συγκινημένος για λογαριασμό του ο ομότεχνος φίλος του Τζέιμς Στιούαρτ. Πέθανε ένα μήνα αργότερα (13 Μαΐου 1961), πριν από 50 χρόνια, έξι μέρες μετά τα γενέθλιά του (7 Μαΐου 1901), στα 60 του.
Θρύλος
Ο Γκάρι Κούπερ, από τους θρύλους της χολιγουντιανής βιομηχανίας, πέρασε στην οθόνη ως ο αντιπροσωπευτικός Αμερικανός, ερμηνεύοντας με πειστικότητα χαρακτηριστικούς ήρωες ως υπερασπιστής του νόμου και του δικαίου. Αρρενωπός, ψηλός, ευγενικός, αποφασιστικός - το είδος του άντρα που εμπνέει εμπιστοσύνη και σιγουριά. Πάνω από εκατό οι ταινίες στις οποίες συμμετείχε, συνεργαζόμενος με σημαντικούς σκηνοθέτες και ηθοποιούς. Ενδεικτικά μερικοί ακόμα τίτλοι, πλην των τριών που ανέφερα: «Αποχαιρετισμός στα όπλα» (1930), «Οι λογχοφόροι της Βεγγάζης» (1935), «Μπο Ζεστ» (1939), «Ο κατακτητής της Δύσης» (1940), «Βέρα Κρουζ» (1954).
Φρανκ το πραγματικό του όνομα, που άλλαξε, επί το καλλιτεχνικότερο, σε Γκάρι. Γόνος ευκατάστατης οικογένειας, με καλές σπουδές, προτιμούσε να περνάει το χρόνο του στο ράντσο του πατέρα του -οπότε οι καουμπόι ρόλοι που ερμήνευε ήταν ένα είδος προέκτασης της πραγματικής του ζωής. Αρχικά σε ρόλους κομπάρσου, σε βουβές ταινίες, ώσπου αναγνωρίστηκε το ταλέντο του και ακολούθησαν αυτές που τον έκαναν αγαπητό και διάσημο.
«Ο Κούπερ φαίνεται πως κρατάει στο τσεπάκι του το κλειδί για την πόρτα του Χόλιγουντ και μαζί την καρδιά πολλών γυναικών», αναφέρεται στην κινηματογραφική εγκυκλοπαίδεια «Μάρτιν». «Κάθε γυναίκα που τον έβλεπε τον ερωτευόταν», έλεγε η Ινγκριντ Μπέργκμαν. Το 1933 ωστόσο παντρεύτηκε -και ο γάμος του κράτησε ώς το θάνατό του- μια «κοινή θνητή», τη Βερόνικα Μπάλφι, με την οποία απέκτησαν μία κόρη.
Ο μακαρθισμός δεν τον άφησε άθικτο. Εκλήθη κι αυτός να καταθέσει και να «καρφώσει» συναδέλφους του. Αρνήθηκε, αλλά δήλωσε πειστικά αντικομμουνιστής, πράγμα που τον απάλλαξε από τα δεινά που υπέστησαν άλλοι.
Στην Ελλάδα
Ο Κούπερ είχε έρθει τον Ιούνιο του 1956 στην Αθήνα, προφανώς για την προβολή κάποιας ταινίας του, όπως καταφαίνεται από τη φωτογραφία που φιλοξενώ. Αλλά δεν ήταν η πρώτη φορά, όπως ομολογεί ο ίδιος σε συνέντευξη που του είχε πάρει το 1935 στο Χόλιγουντ ο Αλέκος Λιδωρίκης (και με ποια «θηρία» δεν είχε συνομιλήσει αυτός
ο -και- δάσκαλός μας). Ιδού ένα μικρό απόσπασμα (από τον τόμο «Μίλησα με μορφές του αιώνα», Βιβλιοπωλείον της «Εστίας» - «Διεθνείς Σχέσεις Πολιτισμού», 1992).
Ενα τέταρτο όλο κι όλο τούς είχε παραχωρηθεί, αλλά πρόλαβαν να πουν αρκετά. Ειδικότερα όσον αφορά τη σχέση του με το ωραίο φύλο.
Αφού γίνεται αναφορά στις ταινίες του, περνάνε στις προσωπικές του απολαύσεις. Αυτό που τον διασκεδάζει περισσότερο, είπε, είναι η ιππασία. Από βιβλία και μουσική ελάχιστα, επειδή είναι τεμπέλης και δεν τον ενδιαφέρουν.
Οσο για το θέατρο, το αγαπάει ιδιαίτερα. Μολονότι δεν εργάστηκε σ'αυτό, αναγνωρίζει ότι «από φιλολογικής και καλλιτεχνικής απόψεως είναι ανώτερο». Και περνάνε στις γυναίκες:
«- Καμιά ωραία περιπέτεια της ζωής σας; Ερωτική, ας πούμε...
- Μπα, δεν θυμάμαι τίποτα ενδιαφέρον!
- Και όμως, λένε...
- Λένε, τα ξέρω αυτά που λένε. Αλλά μήπως κάθε άντρας δεν έχει λίγες περιπέτειες πριν παντρευτεί;...
- Πριν παντρευτεί μονάχα;...
- Ας βάλουμε, καλύτερα, πριν φύγει απ'τη ζωή...
Ετσι θα είμαστε εν τάξει!... [...] Ξέρετε ότι αγαπώ τη χώρα σας;... Ημουνα στην Αθήνα το 1932!...
- Ησαστε στην Αθήνα, σεις; Και μεις οι δημοσιογράφοι πού ήμαστε;
- Ξέρω κι εγώ;... Δεν ήλθε να με δει κανένας...
- Πόσες μέρες μείνατε;
- Δύο νύχτες μοναχά. Κι έπειτα στάθηκα στην Κέρκυρα μιάμιση εβδομάδα. Είναι από τα ωραιότερα νησιά του κόσμου. Και την αγάπησα πολύ... Μου άρεσε και μια Κερκυροπούλα!...
- Το όνομά της;
- Ελάτε!... Μη γυρεύετε πολλά...».