"Η αδιαφορία του κράτους μάς γονάτισε"
Πέμπτη, Ιανουάριος 21, 2010 ESPRESSO
Είκοσι εννιά χρόνια πέρασαν από τη βραδιά που η «17 Νοέμβρη» πυρπόλησε το πολυκατάστημα Δραγώνας στο κέντρο της Αθήνας. Σήμερα ο ιδιοκτήτης του Λέανδρος Δραγώνας λύνει τη σιωπή του και μιλά πρώτη φορά για τα γεγονότα εκείνης της εποχής. Θυμάται τη νύχτα που έγινε η αιτία να αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση για τη ζωή του και εκφράζει την πικρία του που καμία κυβέρνηση δεν στάθηκε δίπλα του και δίπλα στους εργαζόμενους. Παρά τις προσπάθειές του να ορθοποδήσει από την καταστροφή, οδηγήθηκε στην απογοήτευση και έκλεισε και τα δύο καταστήματά του επτά χρόνια αργότερα.
Τον συναντήσαμε στο σπίτι του, κάτω από την Ακρόπολη, «πνιγμένο» στις αναμνήσεις μέσα από καδραρισμένες εφημερίδες της εποχής, στα εξώφυλλα των οποίων κυριαρχεί η τρομοκρατική ενέργεια που τον σημάδεψε ανεπανόρθωτα. Και αυτή είναι η αιτία που μετανιώνει σήμερα γιατί γεννήθηκε Ελληνας, βλέποντας το κράτος να υποστηρίζει τα τελευταία εξήντα χρόνια τους ευνοούμενούς του. Η οικογένειά του υπήρξε η πλουσιότερη της Ελλάδας, όπως λέει, όμως καταστράφηκε σε μία νύχτα και έφυγε με το κεφάλι ψηλά. Από το σπίτι του πέρασαν οι μεγαλύτερες προσωπικότητες της εποχής, δείπνησαν έντεκα πρωθυπουργοί, πολλοί διπλωμάτες και πρέσβεις, γενικοί γραμματείς του ΟΗΕ και καλλιτέχνες της διεθνούς σκηνής. Ολοι τον θαύμαζαν, «κινητή βιβλιοθήκη» τον είχε χαρακτηρίσει ο αείμνηστος Κωνσταντίνος Καραμανλής, ενώ ο αείμνηστος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χριστόδουλος συζητούσε μαζί του την επιθυμία του να δει την Καθολική και την Ορθόδοξη Εκκλησία ενωμένες. Ομως αγκάθια στη ζωή του παραμένουν η καταστροφή της οικογενειακής επιχείρησης που μετρούσε εκατό χρόνια και η πίκρα του ότι το επίσημο κράτος δεν τον θυμήθηκε ποτέ.
Τον συναντήσαμε στο σπίτι του, κάτω από την Ακρόπολη, «πνιγμένο» στις αναμνήσεις μέσα από καδραρισμένες εφημερίδες της εποχής, στα εξώφυλλα των οποίων κυριαρχεί η τρομοκρατική ενέργεια που τον σημάδεψε ανεπανόρθωτα. Και αυτή είναι η αιτία που μετανιώνει σήμερα γιατί γεννήθηκε Ελληνας, βλέποντας το κράτος να υποστηρίζει τα τελευταία εξήντα χρόνια τους ευνοούμενούς του. Η οικογένειά του υπήρξε η πλουσιότερη της Ελλάδας, όπως λέει, όμως καταστράφηκε σε μία νύχτα και έφυγε με το κεφάλι ψηλά. Από το σπίτι του πέρασαν οι μεγαλύτερες προσωπικότητες της εποχής, δείπνησαν έντεκα πρωθυπουργοί, πολλοί διπλωμάτες και πρέσβεις, γενικοί γραμματείς του ΟΗΕ και καλλιτέχνες της διεθνούς σκηνής. Ολοι τον θαύμαζαν, «κινητή βιβλιοθήκη» τον είχε χαρακτηρίσει ο αείμνηστος Κωνσταντίνος Καραμανλής, ενώ ο αείμνηστος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χριστόδουλος συζητούσε μαζί του την επιθυμία του να δει την Καθολική και την Ορθόδοξη Εκκλησία ενωμένες. Ομως αγκάθια στη ζωή του παραμένουν η καταστροφή της οικογενειακής επιχείρησης που μετρούσε εκατό χρόνια και η πίκρα του ότι το επίσημο κράτος δεν τον θυμήθηκε ποτέ.
«Ηταν Ιούλιος του 1981 που τοποθέτησαν στα δοκιμαστήρια τριών ορόφων τις βόμβες» θυμάται σήμερα ξεκινώντας τη διήγησή του στην «Espresso της Κυριακής» για όσα συνέβησαν εκείνη τη βραδιά. «Η πυρκαγιά εξαπλώθηκε ταυτόχρονα με αποτέλεσμα να καούμε και να πάθουμε μεγάλη οικονομική καταστροφή. Οπως αποδείχθηκε από τη δικαστική έρευνα τότε, αλλά όπως προέκυψε και στην προανάκριση των συλληφθέντων της “17 Νοέμβρη” η οργάνωση ήταν πίσω από τον εμπρησμό» λέει με εμφανείς την πικρία του και την απογοήτευσή του για την αντιμετώπιση που είχε από το επίσημο κράτος. «Μιλάμε για τρομοκρατική ενέργεια, μετά την οποία το κράτος και οι εκάστοτε κυβερνήσεις ουδέποτε μας βοήθησαν. Αδιαφόρησαν πλήρως. Περιορίστηκαν να μας προσφέρουν δάνειο με χαμηλότερο επιτόκιο, ξεχνώντας τα δισεκατομμύρια φόρων που πληρώναμε μέχρι τελευταίας δεκάρας» λέει ο κ. Λέανδρος Δραγώνας και περνά στο κεφάλαιο «εργαζόμενοι». «Είχαμε τετρακόσιους εργαζομένους και δεν ασχολήθηκε κανείς μαζί τους. Σήμερα κλείνει μια επιχείρηση που έχει πέσει έξω με δική της ευθύνη, μένουν στον δρόμο δέκα-είκοσι άτομα και γίνεται ζήτημα μηνών με συζητήσεις και διαμαρτυρίες» επισημαίνει.
- Το πόρισμα της Αστυνομίας τι έλεγε;Δεν μας δόθηκε ποτέ κανένα πόρισμα. Εκλεισαν τον φάκελο όπως έκλεισαν και τους φακέλους των είκοσι πέντε δολοφονιών της «17 Νοέμβρη».
- Η «17 Νοέμβρη» δεν παραδέχθηκε ποτέ ότι ήταν δική της ενέργεια.Πολύ σωστά. Ομως στη διαδικασία της ανάκρισης των συλληφθέντων της οργάνωσης αναφέρθηκε ότι είχαν ανάμειξη στην πυρπόληση του καταστήματος.
- Το ευτύχημα ήταν ότι δεν υπήρξαν θύματα.Ηταν νύχτα και δεν είχαμε θύματα. Ευτυχώς.
- Κάνατε προσπάθεια να αναγεννηθείτε από τις στάχτες σας;Αρχισε η κάμψη όπως ήταν φυσικό. Ηρθαν τα δάνεια, υπήρχαν οι πιστωτές, συσσωρεύτηκαν πολλά. Το κράτος δεν εμφανίστηκε πουθενά. Τότε ήταν πρωθυπουργός ο κ. Ράλλης και τρεις μήνες αργότερα ήρθε στην εξουσία το ΠΑΣΟΚ με υπουργό τον «τσάρο» της οικονομίας Γεράσιμο Αρσένη. Κανένας τους δεν μας έδειξε ενδιαφέρον. Εμείς ήμασταν μια οικογένεια δυνατή και περήφανη. Δεν ζητήσαμε τίποτε. Εκείνοι μας ζητούσαν χρόνια ολόκληρα με τα μπιλιετάκια τους: «Παρακαλούμε, κ. Δραγώνα, να προσληφθεί ως υπάλληλος η κυρία τάδε ή ο κύριος τάδε» ή μας υποχρέωναν να βάζουμε διαφημίσεις στα περιοδικά των πολιτικών κομμάτων, πολλών εκατομμυρίων δραχμών. Θα θυμούνται οι παλιότεροι το σλόγκαν «Ο,τι θέλει ο λαός, στου Δραγώνα ασφαλώς».
- Συναισθηματικά πώς νιώθατε, βιώνοντας την αδιαφορία του κράτους;
Απογοητεύτηκα πάρα πολύ. Μετά τις πυρπολήσεις, όταν πτωχεύεις, οι νόμοι βοηθάνε. Εδώ δεν υπήρξε τίποτε. Προσπάθησα μόνος μου για επτά χρόνια να τα καταφέρω. Δυστυχώς, ήταν τόσο μεγάλη η δυσκαμψία που δεν μπόρεσα να συνεχίσω άλλο τη λειτουργία των καταστημάτων της Αθήνας και του Πειραιά. Η κάμψη ήταν μεγάλη. Οι τόκοι και τα δάνεια σε συνδυασμό με την αδιαφορία της κυβέρνησης για τις επιχειρήσεις μάς γονάτισαν. Τότε η άποψη της κυβέρνησης και των συνδικαλιστών ήταν «το κέρδος είναι έγκλημα». Δυστυχώς. Ποιος ανόητος θα προσπαθούσε και γιατί; Γιατί έπεσε ο κομμουνισμός ύστερα από εβδομήντα χρόνια; Γιατί ο κάθε άνθρωπος επιθυμεί να ζει καλύτερα. Δεν μπορεί ένα σύστημα πολιτικό να εξομοιώσει τη βλακεία με την εξυπνάδα, την τεμπελιά με τον μόχθο.
- Δοκιμάσατε να συνεργαστείτε με άλλα άτομα για να επιβιώσετε;Εκανα μια κίνηση να φέρω τα Marks and Spencer στην Αθήνα, όμως ο λόρδος Σπένσερ δεν ήθελε να δώσει την αντιπροσωπία σε μεγάλο κατάστημα.
- Και αποφασίσατε να βάλετε λουκέτο;Αποφάσισε η οικογένεια, και είναι προς τιμήν της, να εξοφλήσει όλες τις πιστώσεις προς τις τράπεζες και οι 400 άνθρωποι έλαβαν 400 εκατομμύρια δραχμές ως αποζημίωση. Τεράστιο ποσό για εκείνη την εποχή. Τα πληρώσαμε οι ίδιοι, διότι δεν θα μπορούσαμε να σκεφτούμε πως θα μείνουν στον δρόμο άνθρωποι που μας βοήθησαν τόσα χρόνια. Αυτό δεν έχει γίνει πουθενά στη γη. Και ολοκάθαρη η επιχείρηση έκλεισε. Φύγαμε με το κεφάλι ψηλά.
- Τι σας έχει μείνει ως εικόνα από την προσπάθειά σας να επιβιώσετε;Για εκατό χρόνια ο οίκος Δραγώνα είχε δώσει στο κράτος ένα δισεκατομμύριο δραχμές σε φόρους και άλλο ένα δισ. σε έμμεσους φόρους για κοινωνικές ασφαλίσεις και δασμούς, τότε που το χρήμα είχε άλλη αξία. Το κράτος όμως, όταν εμείς το χρειαστήκαμε, δεν μας έδωσε ούτε μία δραχμή. Εναν ελάχιστα μικρότερο τόκο στο δάνειο που πήραμε. Ούτε ήρθε κανένας να μας δει. Το μεγαλύτερο γεγονός είναι που κανένας Πρόεδρος Δημοκρατίας δεν μας φώναξε να μας τιμήσει για την κίνησή μας να αποζημιώσουμε από την τσέπη μας μετά την πτώχευσή μας και τον τελευταίο εργαζόμενο, όταν θεωρούν σημαντικότερο να βραβεύουν μόνο ποιητές και δήθεν διανοούμενους.
- Η Πολιτεία δεν φέρθηκε το ίδιο σε κάποιες περιπτώσεις υπουργών που χτυπήθηκαν από τη «17 Νοέμβρη». Στάθηκε αρωγός μετά τις τρομοκρατικές ενέργειες εναντίον τους.Αυτό αποδεικνύει ότι όλοι σκέφτονται μόνο να φάνε και να σώσουν την καρέκλα τους. Οχι τα συμφέροντα της Ελλάδας. Τους ενδιαφέρει πώς θα γίνουν πάλι βουλευτές, τίποτε άλλο.
- Δηλαδή υπάρχουν δύο μέτρα και δύο σταθμά;Είναι ερώτημα αυτό; Εννοείται...
- Σας πικραίνει αυτό;Φυσικά. Υπήρξε αδικία και άνιση μεταχείριση. Υπάρχουν οι ευνοούμενοι και οι μη ευνοούμενοι, ανάλογα με το καθεστώς. Γιατί έπρεπε να αποζημιωθούν οι κύριοι αυτοί. Είναι αστείο. Γιατί να μη δοθούν αυτά τα χρήματα στους συνταξιούχους και τους άστεγους; Βλέπετε όμως, ήταν δύο υπουργοί τους, δεν ήταν ο Δραγώνας. Ηταν δύο δικοί τους άνθρωποι, ήταν μια προσωπική εκδούλευση. Δεν θα τους πω μπράβο επειδή αντάμειψαν δύο υπουργούς τους. Τι είναι αυτά τα πράγματα, ηλίθιοι είμαστε;
- Το πόρισμα της Αστυνομίας τι έλεγε;Δεν μας δόθηκε ποτέ κανένα πόρισμα. Εκλεισαν τον φάκελο όπως έκλεισαν και τους φακέλους των είκοσι πέντε δολοφονιών της «17 Νοέμβρη».
- Η «17 Νοέμβρη» δεν παραδέχθηκε ποτέ ότι ήταν δική της ενέργεια.Πολύ σωστά. Ομως στη διαδικασία της ανάκρισης των συλληφθέντων της οργάνωσης αναφέρθηκε ότι είχαν ανάμειξη στην πυρπόληση του καταστήματος.
- Το ευτύχημα ήταν ότι δεν υπήρξαν θύματα.Ηταν νύχτα και δεν είχαμε θύματα. Ευτυχώς.
- Κάνατε προσπάθεια να αναγεννηθείτε από τις στάχτες σας;Αρχισε η κάμψη όπως ήταν φυσικό. Ηρθαν τα δάνεια, υπήρχαν οι πιστωτές, συσσωρεύτηκαν πολλά. Το κράτος δεν εμφανίστηκε πουθενά. Τότε ήταν πρωθυπουργός ο κ. Ράλλης και τρεις μήνες αργότερα ήρθε στην εξουσία το ΠΑΣΟΚ με υπουργό τον «τσάρο» της οικονομίας Γεράσιμο Αρσένη. Κανένας τους δεν μας έδειξε ενδιαφέρον. Εμείς ήμασταν μια οικογένεια δυνατή και περήφανη. Δεν ζητήσαμε τίποτε. Εκείνοι μας ζητούσαν χρόνια ολόκληρα με τα μπιλιετάκια τους: «Παρακαλούμε, κ. Δραγώνα, να προσληφθεί ως υπάλληλος η κυρία τάδε ή ο κύριος τάδε» ή μας υποχρέωναν να βάζουμε διαφημίσεις στα περιοδικά των πολιτικών κομμάτων, πολλών εκατομμυρίων δραχμών. Θα θυμούνται οι παλιότεροι το σλόγκαν «Ο,τι θέλει ο λαός, στου Δραγώνα ασφαλώς».
- Συναισθηματικά πώς νιώθατε, βιώνοντας την αδιαφορία του κράτους;
Απογοητεύτηκα πάρα πολύ. Μετά τις πυρπολήσεις, όταν πτωχεύεις, οι νόμοι βοηθάνε. Εδώ δεν υπήρξε τίποτε. Προσπάθησα μόνος μου για επτά χρόνια να τα καταφέρω. Δυστυχώς, ήταν τόσο μεγάλη η δυσκαμψία που δεν μπόρεσα να συνεχίσω άλλο τη λειτουργία των καταστημάτων της Αθήνας και του Πειραιά. Η κάμψη ήταν μεγάλη. Οι τόκοι και τα δάνεια σε συνδυασμό με την αδιαφορία της κυβέρνησης για τις επιχειρήσεις μάς γονάτισαν. Τότε η άποψη της κυβέρνησης και των συνδικαλιστών ήταν «το κέρδος είναι έγκλημα». Δυστυχώς. Ποιος ανόητος θα προσπαθούσε και γιατί; Γιατί έπεσε ο κομμουνισμός ύστερα από εβδομήντα χρόνια; Γιατί ο κάθε άνθρωπος επιθυμεί να ζει καλύτερα. Δεν μπορεί ένα σύστημα πολιτικό να εξομοιώσει τη βλακεία με την εξυπνάδα, την τεμπελιά με τον μόχθο.
- Δοκιμάσατε να συνεργαστείτε με άλλα άτομα για να επιβιώσετε;Εκανα μια κίνηση να φέρω τα Marks and Spencer στην Αθήνα, όμως ο λόρδος Σπένσερ δεν ήθελε να δώσει την αντιπροσωπία σε μεγάλο κατάστημα.
- Και αποφασίσατε να βάλετε λουκέτο;Αποφάσισε η οικογένεια, και είναι προς τιμήν της, να εξοφλήσει όλες τις πιστώσεις προς τις τράπεζες και οι 400 άνθρωποι έλαβαν 400 εκατομμύρια δραχμές ως αποζημίωση. Τεράστιο ποσό για εκείνη την εποχή. Τα πληρώσαμε οι ίδιοι, διότι δεν θα μπορούσαμε να σκεφτούμε πως θα μείνουν στον δρόμο άνθρωποι που μας βοήθησαν τόσα χρόνια. Αυτό δεν έχει γίνει πουθενά στη γη. Και ολοκάθαρη η επιχείρηση έκλεισε. Φύγαμε με το κεφάλι ψηλά.
- Τι σας έχει μείνει ως εικόνα από την προσπάθειά σας να επιβιώσετε;Για εκατό χρόνια ο οίκος Δραγώνα είχε δώσει στο κράτος ένα δισεκατομμύριο δραχμές σε φόρους και άλλο ένα δισ. σε έμμεσους φόρους για κοινωνικές ασφαλίσεις και δασμούς, τότε που το χρήμα είχε άλλη αξία. Το κράτος όμως, όταν εμείς το χρειαστήκαμε, δεν μας έδωσε ούτε μία δραχμή. Εναν ελάχιστα μικρότερο τόκο στο δάνειο που πήραμε. Ούτε ήρθε κανένας να μας δει. Το μεγαλύτερο γεγονός είναι που κανένας Πρόεδρος Δημοκρατίας δεν μας φώναξε να μας τιμήσει για την κίνησή μας να αποζημιώσουμε από την τσέπη μας μετά την πτώχευσή μας και τον τελευταίο εργαζόμενο, όταν θεωρούν σημαντικότερο να βραβεύουν μόνο ποιητές και δήθεν διανοούμενους.
- Η Πολιτεία δεν φέρθηκε το ίδιο σε κάποιες περιπτώσεις υπουργών που χτυπήθηκαν από τη «17 Νοέμβρη». Στάθηκε αρωγός μετά τις τρομοκρατικές ενέργειες εναντίον τους.Αυτό αποδεικνύει ότι όλοι σκέφτονται μόνο να φάνε και να σώσουν την καρέκλα τους. Οχι τα συμφέροντα της Ελλάδας. Τους ενδιαφέρει πώς θα γίνουν πάλι βουλευτές, τίποτε άλλο.
- Δηλαδή υπάρχουν δύο μέτρα και δύο σταθμά;Είναι ερώτημα αυτό; Εννοείται...
- Σας πικραίνει αυτό;Φυσικά. Υπήρξε αδικία και άνιση μεταχείριση. Υπάρχουν οι ευνοούμενοι και οι μη ευνοούμενοι, ανάλογα με το καθεστώς. Γιατί έπρεπε να αποζημιωθούν οι κύριοι αυτοί. Είναι αστείο. Γιατί να μη δοθούν αυτά τα χρήματα στους συνταξιούχους και τους άστεγους; Βλέπετε όμως, ήταν δύο υπουργοί τους, δεν ήταν ο Δραγώνας. Ηταν δύο δικοί τους άνθρωποι, ήταν μια προσωπική εκδούλευση. Δεν θα τους πω μπράβο επειδή αντάμειψαν δύο υπουργούς τους. Τι είναι αυτά τα πράγματα, ηλίθιοι είμαστε;
«Από το σπίτι μου πέρασαν πρωθυπουργοί, Πρόεδροι Δημοκρατίας, ο γ.γ. του ΟΗΕ, βασιλείς, πρέσβεις, επιχειρηματίες και καλλιτέχνες»
- Πώς ξεκίνησε η επιχείρηση Δραγώνα;Από τον πατέρα μου. Την εποχή που οι μετανάστες έφευγαν από τον Πειραιά, τη νύχτα με τα καράβια. Ο πατέρας μου κρατούσε ανοιχτό το μαγαζί και πωλούσε 1.000 βαλίτσες τη βραδιά. Ηταν ο πρώτος Ελληνας πλούσιος έμπορος. Και η μητέρα μου, αν και πλούσια, έραβε σκισμένα σεντόνια. Ετσι ξεκίνησαν και γίναμε η ισχυρότερη οικογένεια της Ελλάδας.
- Πώς περνάτε σήμερα τη μέρα σας;Διαβάζω τρεις έως τέσσερις ώρες την ημέρα και έχω τέσσερις χιλιάδες βιβλία, από τα οποία έχω διαβάσει τα 3.600. «Κινητή βιβλιοθήκη» με αποκαλούσε ο αείμνηστος Κωνσταντίνος Καραμανλής.
- Είστε παντρεμένος;Παντρεύτηκα δύο φορές στη ζωή μου. Την πρώτη γυναίκα μου την έχασα από καρκίνο του μαστού στα σαράντα οκτώ της χρόνια. Με τη δεύτερη χώρισα μετά την καταστροφή. Είχα μέχρι σήμερα μια καλή κοινωνική ζωή, την οποία έχω περιορίσει αρκετά. Από το σπίτι μου πέρασαν έντεκα πρωθυπουργοί, τρεις Πρόεδροι Δημοκρατίας, ο γ.γ. του ΟΗΕ Ντεγκουεγιάρ, ο Μάριο Σοάρες, βασιλείς, πρέσβεις, επιχειρηματίες, καλλιτέχνες διεθνούς κύρους.
- Με τον πρόεδρο Σοάρες πώς γνωριστήκατε;Τον γνώρισα μέσω της δεύτερης γυναίκας μου. Ο γιος της παντρεύτηκε μια συμφοιτήτριά του από την Πορτογαλία. Ο πατέρας της ήταν φίλος του. Ο Σοάρες στεφάνωσε το ζευγάρι και έτσι συναντιόμασταν συχνά. Οταν, μάλιστα, ήρθε επίσημα στην Ελλάδα, έφαγε στο σπίτι μου, στην ταράτσα με θέα την Ακρόπολη.
- Εχετε καλή σχέση και με την τέως βασιλική οικογένεια της Ελλάδας.Ναι, πιο πολύ με την Ειρήνη, η οποία με επισκέπτεται όποτε βρίσκεται στην Ελλάδα. Εξαιτίας αυτής της φιλίας τόλμησα να προτείνω στον Χουάν Κάρλος και στη Σοφία όταν ήρθαν στην Ελλάδα να τους παραχωρήσω το σπίτι μου για να μείνουν. Ηξερα πως η οικογένεια λατρεύει την Ακρόπολη, συγκινήθηκαν αλλά το πρωτόκολλο δεν το επέτρεπε.
- Καλός φίλος σας τα τελευταία χρόνια υπήρξε ο αείμνηστος Χριστόδουλος. Προσωπικότητα που αμφισβητήθηκε από πολλούς. Τι θυμάστε από τις συζητήσεις σας;Είχαμε πάρα πολύ καλή σχέση. Οταν είχε προβλήματα ήμουν πάντα κοντά του. Ανταλλάσσαμε επιστολές, τα λέγαμε. Του έλεγα πάντα για την ένωση της Ορθοδόξου Εκκλησίας με την Καθολική. Τον απασχολούσε και τον ίδιο αυτό το θέμα, διότι οι Χριστιανοί παγκοσμίως είμαστε το 20%. Εγινε, πιστεύω, ένα πρώτο βήμα με τις επισκέψεις τους στην Αθήνα και στο Βατικανό.
- Πώς περνάτε σήμερα τη μέρα σας;Διαβάζω τρεις έως τέσσερις ώρες την ημέρα και έχω τέσσερις χιλιάδες βιβλία, από τα οποία έχω διαβάσει τα 3.600. «Κινητή βιβλιοθήκη» με αποκαλούσε ο αείμνηστος Κωνσταντίνος Καραμανλής.
- Είστε παντρεμένος;Παντρεύτηκα δύο φορές στη ζωή μου. Την πρώτη γυναίκα μου την έχασα από καρκίνο του μαστού στα σαράντα οκτώ της χρόνια. Με τη δεύτερη χώρισα μετά την καταστροφή. Είχα μέχρι σήμερα μια καλή κοινωνική ζωή, την οποία έχω περιορίσει αρκετά. Από το σπίτι μου πέρασαν έντεκα πρωθυπουργοί, τρεις Πρόεδροι Δημοκρατίας, ο γ.γ. του ΟΗΕ Ντεγκουεγιάρ, ο Μάριο Σοάρες, βασιλείς, πρέσβεις, επιχειρηματίες, καλλιτέχνες διεθνούς κύρους.
- Με τον πρόεδρο Σοάρες πώς γνωριστήκατε;Τον γνώρισα μέσω της δεύτερης γυναίκας μου. Ο γιος της παντρεύτηκε μια συμφοιτήτριά του από την Πορτογαλία. Ο πατέρας της ήταν φίλος του. Ο Σοάρες στεφάνωσε το ζευγάρι και έτσι συναντιόμασταν συχνά. Οταν, μάλιστα, ήρθε επίσημα στην Ελλάδα, έφαγε στο σπίτι μου, στην ταράτσα με θέα την Ακρόπολη.
- Εχετε καλή σχέση και με την τέως βασιλική οικογένεια της Ελλάδας.Ναι, πιο πολύ με την Ειρήνη, η οποία με επισκέπτεται όποτε βρίσκεται στην Ελλάδα. Εξαιτίας αυτής της φιλίας τόλμησα να προτείνω στον Χουάν Κάρλος και στη Σοφία όταν ήρθαν στην Ελλάδα να τους παραχωρήσω το σπίτι μου για να μείνουν. Ηξερα πως η οικογένεια λατρεύει την Ακρόπολη, συγκινήθηκαν αλλά το πρωτόκολλο δεν το επέτρεπε.
- Καλός φίλος σας τα τελευταία χρόνια υπήρξε ο αείμνηστος Χριστόδουλος. Προσωπικότητα που αμφισβητήθηκε από πολλούς. Τι θυμάστε από τις συζητήσεις σας;Είχαμε πάρα πολύ καλή σχέση. Οταν είχε προβλήματα ήμουν πάντα κοντά του. Ανταλλάσσαμε επιστολές, τα λέγαμε. Του έλεγα πάντα για την ένωση της Ορθοδόξου Εκκλησίας με την Καθολική. Τον απασχολούσε και τον ίδιο αυτό το θέμα, διότι οι Χριστιανοί παγκοσμίως είμαστε το 20%. Εγινε, πιστεύω, ένα πρώτο βήμα με τις επισκέψεις τους στην Αθήνα και στο Βατικανό.