Ένας μεγάλος έρωτας, μέσα από μία τρυφερή, συγκινητική επιστολή, και μερικές φωτογραφίες [Από την Κορίνα Φαρμακόρη]
Ο παππούς μου Γιάννης Μπερής γεννήθηκε το 1912 στη Σαλαμίνα, όπου και έζησε.
Ήταν μηχανικός του Βασιλικού Ναυτικού και κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου έφυγε στη Μέση Ανατολή με το υποβρύχιο «Γλαύκος». Το 1947 παντρεύτηκε τη γιαγιά μου Βασίλω Βιλλιώτη, με την οποία ήταν ερωτευμένος εξ αποστάσεως! Ήταν άνθρωπος τρυφερός, την αγαπούσε, τη θαύμαζε και τη φρόντιζε μέχρι τα βαθιά τους γεράματα. Ακόμα και σε προχωρημένη ηλικία τη φώναζε με το χαϊδευτικό της, «Βασιλάκη». Το γράμμα που ακολουθεί της το έγραψε όταν, νιόπαντρο, το Ναυτικό τον έστειλε για λίγους μήνες στο Βόλο. Έχω διατηρήσει την ορθογραφία του πρωτότυπου.
Εν Βόλω τη 29/3/47 Αγαπημένη μου γυναικούλα Βάσω καλημέρα, υγείαν έχω και υγείαν ποθώ δι΄εσέ. Βασιλάκη το ταξίδι ήτο ομαλό αλλά η στεναχώρια μου μεγάλη που λίπω από κοντά σου και είμαι μακριά σου. Βασιλάκη σε παρακαλώ και σε ικετεύω, δεν θέλω να στεναχωρήσε διόλου, διότι δεν είμαι πολύ μακριά διότι αφενός υπάρχει αλληλογραφία και αφετέρου θα παίρνω και άδεια να έρχωμαι να σε βλέπω. Βασιλάκη μου σε σκέπτωμαι πολύ την στεναχώρια όπου έχεις, κάνε λίγη υπομονή και θα έλθω γρήγορα, διότι η συγκοινωνία είναι πολύ εύκολη και μπορώ να έλθω αυθημερόν. Βασιλάκη μου η διαδρομή του ταξιδίου ήτο ευχάριστη, προπαντός όταν φθάσαμε κοντά στο λιμάνι του Βόλου, τα χωριά από μακριά που τα βλέπεις στα βουνά τα νομίζεις πως είναι πρόβατα, πάρα πολύ ωραία βλέπεις και τα βουνά χιονισμένα, σαν ζωγραφιά. Βάσω στο άλλο γράμμα θα σου γράψω και τη ζωή του Βόλου λεπτομερώς, γιατί εξόδου δεν έχω βγη έξω ακόμα. Φαίνεται ότι η ζωή είναι πανάκριβη. Καλίκα μου να μου γράψης πώς πάη η υγεία σου και πως πας, σε φαντάζομαι θα σου είναι όλα μαύρα, δεν είναι έτσι Βασιλάκη μου; Να σκεφθής και να σκέφτεσαι διαφορετικά, γιατί η στεναχώρια δεν είναι καλό πράγμα. Πάντως Βάσω κύτα καλά την υγεία σου όπως το επιθυμώ και το επιθυμείς. Και να κάνεις αυτό που σου είπα, να πηγαίνεις περίπατο να πας καμιά βόλτα στην Αθήνα, όπου νομίζεις από όλα αυτά Βασιλάκη μου, δεν θέλω να μάθω ότι κλίστηκες στο σπίτι γιατί θα μου κακοφανεί πάρα πολύ, όσον δε φαντάζεσαι, διότι δεν θα με στεναχωρεύσης μόνο, αλλά θα με αναγκάσης να πάρω άδεια και να μην ξαναπάω στο Βόλω, στην υπηρεσία μου. Καλίκα μου στα γράφω αυτά για να καταλάβης, αν και μακριά σου βρίσκωμαι και όμως τουναντίον είμαι πολύ κοντά. Σκέψου για μια μέρα μόνο μπορεί να έλθω. Βάσω κλίνω το γράμμα μου και θα αναμένω με αγωνίας το γράμμα το δικό σου με τα καλά σου νέα. Χαιρετισμούς σε όλους συγγενής και φίλους. Ιδιαιτέρως στο Μπαμπά σου, μητέρα σου, Πατέρα μου, μητέρα μου. Πολά φιλιά στους… Σε φιλώ. Καλήν αντάμωσι. Γιάννης
Πηγή: www.lifo.gr
Ο παππούς μου Γιάννης Μπερής γεννήθηκε το 1912 στη Σαλαμίνα, όπου και έζησε.
Ήταν μηχανικός του Βασιλικού Ναυτικού και κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου έφυγε στη Μέση Ανατολή με το υποβρύχιο «Γλαύκος». Το 1947 παντρεύτηκε τη γιαγιά μου Βασίλω Βιλλιώτη, με την οποία ήταν ερωτευμένος εξ αποστάσεως! Ήταν άνθρωπος τρυφερός, την αγαπούσε, τη θαύμαζε και τη φρόντιζε μέχρι τα βαθιά τους γεράματα. Ακόμα και σε προχωρημένη ηλικία τη φώναζε με το χαϊδευτικό της, «Βασιλάκη». Το γράμμα που ακολουθεί της το έγραψε όταν, νιόπαντρο, το Ναυτικό τον έστειλε για λίγους μήνες στο Βόλο. Έχω διατηρήσει την ορθογραφία του πρωτότυπου.
Εν Βόλω τη 29/3/47 Αγαπημένη μου γυναικούλα Βάσω καλημέρα, υγείαν έχω και υγείαν ποθώ δι΄εσέ. Βασιλάκη το ταξίδι ήτο ομαλό αλλά η στεναχώρια μου μεγάλη που λίπω από κοντά σου και είμαι μακριά σου. Βασιλάκη σε παρακαλώ και σε ικετεύω, δεν θέλω να στεναχωρήσε διόλου, διότι δεν είμαι πολύ μακριά διότι αφενός υπάρχει αλληλογραφία και αφετέρου θα παίρνω και άδεια να έρχωμαι να σε βλέπω. Βασιλάκη μου σε σκέπτωμαι πολύ την στεναχώρια όπου έχεις, κάνε λίγη υπομονή και θα έλθω γρήγορα, διότι η συγκοινωνία είναι πολύ εύκολη και μπορώ να έλθω αυθημερόν. Βασιλάκη μου η διαδρομή του ταξιδίου ήτο ευχάριστη, προπαντός όταν φθάσαμε κοντά στο λιμάνι του Βόλου, τα χωριά από μακριά που τα βλέπεις στα βουνά τα νομίζεις πως είναι πρόβατα, πάρα πολύ ωραία βλέπεις και τα βουνά χιονισμένα, σαν ζωγραφιά. Βάσω στο άλλο γράμμα θα σου γράψω και τη ζωή του Βόλου λεπτομερώς, γιατί εξόδου δεν έχω βγη έξω ακόμα. Φαίνεται ότι η ζωή είναι πανάκριβη. Καλίκα μου να μου γράψης πώς πάη η υγεία σου και πως πας, σε φαντάζομαι θα σου είναι όλα μαύρα, δεν είναι έτσι Βασιλάκη μου; Να σκεφθής και να σκέφτεσαι διαφορετικά, γιατί η στεναχώρια δεν είναι καλό πράγμα. Πάντως Βάσω κύτα καλά την υγεία σου όπως το επιθυμώ και το επιθυμείς. Και να κάνεις αυτό που σου είπα, να πηγαίνεις περίπατο να πας καμιά βόλτα στην Αθήνα, όπου νομίζεις από όλα αυτά Βασιλάκη μου, δεν θέλω να μάθω ότι κλίστηκες στο σπίτι γιατί θα μου κακοφανεί πάρα πολύ, όσον δε φαντάζεσαι, διότι δεν θα με στεναχωρεύσης μόνο, αλλά θα με αναγκάσης να πάρω άδεια και να μην ξαναπάω στο Βόλω, στην υπηρεσία μου. Καλίκα μου στα γράφω αυτά για να καταλάβης, αν και μακριά σου βρίσκωμαι και όμως τουναντίον είμαι πολύ κοντά. Σκέψου για μια μέρα μόνο μπορεί να έλθω. Βάσω κλίνω το γράμμα μου και θα αναμένω με αγωνίας το γράμμα το δικό σου με τα καλά σου νέα. Χαιρετισμούς σε όλους συγγενής και φίλους. Ιδιαιτέρως στο Μπαμπά σου, μητέρα σου, Πατέρα μου, μητέρα μου. Πολά φιλιά στους… Σε φιλώ. Καλήν αντάμωσι. Γιάννης
Πηγή: www.lifo.gr