Νοσταλγικές αναδρομές
Το καφενεδάκι της Δεξαμενής |
Το καφενείο στην παλιά Αθήνα υπήρξε ένα αναπόσπαστο στοιχείο της πολιτικής, οικονομικής, ψυχαγωγικής και… ερωτικής διάστασης της καθημερινότητος των νεοελλήνων, αφού αποτελούσε πόλο συγκέντρωσης, συζητήσεων και ανταλλαγής απόψεων των ένθερμων νεαρών βλαστών της αθηναϊκής κοινωνίας, αλλά και κρυφών ερωτικών ματιών με τις ωραίες και σεμνότυφες Ατθίδες.
Καφενεία ή «καφενέδες», από το τούρκικο «kahvehane», υπήρξαν άφθονα στην πόλη, τα οποία σημάδεψαν με τον ρόλο τους τη ζωή και το πολιτικό κλίμα της εκάστοτε εποχής, αφού αποτελούσαν το βαρόμετρο των αντιδράσεων, κάτι σαν σύγχρονες δημοσκοπήσεις, και δρομολογούσαν πολιτικές εξελίξεις.
Το καφενείον η «Ωραία Ελλάς, από τα παλαιότερα και πλέον… «έγκυρα»(!), στη διασταύρωση των οδών Ερμού και Αιόλου άνοιξε το 1836 από έναν Ιταλό, τον Μπιρινταρέλι, στην αρχή με το όνομα «La Bella Grecia», πριν πάρει την ελληνική του ονομασία. Μεταξύ των πρώτων… επισήμων θαμώνων του και ο πασίγνωστος Μπαρμπαγιάννης Κανατάς, ο οποίος σύχναζε εκεί απολαμβάνων τον καφέ του τας Κυριακάς. Με μαύρο ψηλό καπέλο, σάλι(!) και μπαστουνάκι με ασημένια λαβή! Κλασικός σνομπ!
Μπροστά από το καφενείο συνήθιζε να πραγματοποιεί περιπάτους, αγκαζέ με την Αμαλία, και ο Όθων! Εάν οι πρόσφατες αποφάσεις του ετύγχαναν της επιδοκιμασίας του κοινού, οι θαμώνες επί τη εμφανίσει του βασιλικού ζεύγους, έβγαιναν στον δρόμο και το χειροκροτούσαν, ειδ’ άλλως, παρένεναν στο καφενείο βουβοί και παγωμένοι, εις ένδειξιν αποδοκιμασίας! Συνήθως συνέβαινε το δεύτερο, γι’ αυτό και το καφενείο αυτό είχε τον χαρακτηρισμό ως το στέκι των αντιβασιλικών. Αρκετά μετά, το καφενείο εγκατέστησε διά την αξιότιμη πελατεία του και…. μπιλιάρδο!
Στην επόμενη γωνία, Αιόλου και Μητροπόλεως, βρισκόταν το «Καφενείον των Αγωνιστών», όπου συγκεντρώνονταν όλοι οι αδικημένοι και προδομένοι αγωνιστές της Επανάστασης.
Το πιό γνωστό, αρκετά μεταγενέστερα, πολιτικό καφενείο ήταν αυτό του Ζαχαράτου. Παρά τα ευρέως πιστευόμενα, το πρώτο του καφενείο ο Ζαχαράτος, μαζί με τον πεθερό του Καπερώνη, (όπως φαίνεται και στις επιγραφές), το άνοιξε στην Ομόνοια, το έτος 1885 και μετά, κατά το 1888, άνοιξαν και στο Σύνταγμα, ένα δεύτερο καφενείο.
Στον άξονα Σύνταγμα – Στύλοι Ολυμπίου Διός, υπήρχαν και τα….. εξοχικά καφενεία, όπως θεωρούσαν τότε την περιοχή, των Ρήγα και Οικονομίδη!
Από το 1880, στην γωνία Σταδίου και Καραγιώργη Σερβίας, τότε Μουσών, υπήρχε και το καφενείο του Γιαννόπουλου, καθιερωμένο στέκι των Ελλήνων λογοτεχνών.
Γιά του Ζαχαράτου, θα επανέλθω με αποκλειστικό αφιέρωμα.
Προς το παρόν κλείνω με δύο χαρακτηριστικά περιστατικά.
Στο καφενείο του Γιαννάκη, γνωστό στέκι «νυφοπάζαρου» και σύναψης συνοικεσίων, κατά το 1888 πρωτοεμφανίστηκε στην Αθήνα, το καλαμάκι αναρρόφησης ποτών. Και έγινε χαμός! Οι θιασώτες του νέου «φρούτου» διάβαζαν στον ντόπιο τύπο: «Νέα προσετέθη απόλαυσις περί της οποίας ομιλούσιν ενθουσιωδώς οι πολυπληθείς πελάται του ζαχαροπλαστείου, (ήταν και τέτοιο ο Ζαχαράτος), Αύτη συνίσταται εις μικρά, εξ αχύρου, σωληνάρια δι’ ευχαρίστησιν, συντελεί δε τα μέγιστα και εις την υγείαν!». Οι ανταγωνιστές και αντίζηλοι εφρύαξαν και απαντούσαν με αντίστοιχα δημοσιεύματα, επιχειρηματολογούντες, μεταξύ άλλων: «Τοιούτοι νεωτερισμοί διαφθείρουν το φρόνημα....!»
Στην πλατεία Δεξαμενής, στους πρόποδες του Λυκαβηττού, υπάρχει ακόμη, αν και πολύ ταλαιπωρημένο από την κακοδιαχείριση του Δήμου Αθηναίων επιμένοντας να ζει, ένα θαυμάσιο γραφικό καφενείο-αναψυκτήριο με υπεραιωνόβιο ιστορία. Το πρωτοάνοιξε κάποιος Μπάρμπα-Γιάννης, πασίγνωστος τότε. Ο πολλαπλώς προσφιλής μου ποιητής Κ. Βάρναλης συνήθιζε να συχνάζει εκεί, από τις αρχές του 20ου αιώνα μέχρι μεγάλης ηλικίας, όπως και διάφοροι ποιητές και λογοτέχνες. (Παπαδιαμάντης, Σουρής, Κονδυλάκης, Καζαντζάκης, Νιρβάνας, κ.α.).
Ο Βάρναλης έμενε προς Παγκράτι μεριά, οπότε στις μεγάλες ηλικίες, η άνοδος στη Δεξαμενή αποτελούσε έναν μικρό Γολγοθά. Επίσης, αρκετά γνωστό κι αυτό, ο ποιητής υπήρξε ανέκαθεν μέγας γυναικάς και αρκούντως «μπιρμπάντης». Κάποια μέρα, αρκετά μεγάλος πλέον, συναντήθηκε με κάποιον άλλον της παρέας, γνωστό διανοούμενο και περίπου συνομήλικο, (που σπάω το κεφάλι αλλά δεν θυμάμαι ποιόν), και του λέει:
Ο Βάρναλης έμενε προς Παγκράτι μεριά, οπότε στις μεγάλες ηλικίες, η άνοδος στη Δεξαμενή αποτελούσε έναν μικρό Γολγοθά. Επίσης, αρκετά γνωστό κι αυτό, ο ποιητής υπήρξε ανέκαθεν μέγας γυναικάς και αρκούντως «μπιρμπάντης». Κάποια μέρα, αρκετά μεγάλος πλέον, συναντήθηκε με κάποιον άλλον της παρέας, γνωστό διανοούμενο και περίπου συνομήλικο, (που σπάω το κεφάλι αλλά δεν θυμάμαι ποιόν), και του λέει:
- Δεν πάμε γιά την Δεξαμενή;
- Που ν’ ανεβαίνουμε εκεί πάνω, απαντάει ο άλλος.
Εκείνη την ώρα πέρναγε, με κατεύθυνση προς τα πάνω, ένας λαχταριστός αγριοκόμματος, τριζάτος και λικνιστός, που μόλις την είδε «μπιρμπίλωσε» το μάτι του Βάρναλη, οπότε του λέει:
- Έλα μωρέ, θα πάρουμε …. ταξί! Και του έδειξε με νόημα τον κορίτσαρο που προπορευόταν!
Τόσο ντοπάριζαν τον Βάρναλη τα νιάτα κι η γυναικεία ομορφιά!!