03/08/2010
Έκαναν πραγματικότητα αυτό που για πολλούς θεωρείται όνειρο θερινής νυκτός. Εκοψαν τον ομφάλιο λώρο με το κατεστημένο της ελληνικής κοινωνίας, απαρνήθηκαν συνήθειες μιας ζωής, αποχαιρέτησαν οικογένειες και άρπαξαν από τα μαλλιά μια «once in a life time» ευκαιρία για ποιότητα ζωής. Αυτό ακριβώς κέρδισαν αποφασίζοντας να αφήσουν πίσω τους μια και καλή την ασφυκτική ελληνική καθημερινότητα και να μεταναστεύσουν στον επίγειο παράδεισο του Μπαλί, στη μακρινή Ινδονησία.
Σήμερα, καθισμένοι αναπαυτικά στις σεζλόνγκ τους δίπλα στις -ολυμπιακών διαστάσεων, παρακαλώ- πισίνες τους, απαλλαγμένοι από περιττά άγχη, εξηγούν στο «Big Fish» το πώς και το γιατί, τα θετικά και τα αρνητικά, τις εμπειρίες τους στο αποκαλούμενο και «νησί των θεών». Την ίδια στιγμή, κάποιοι άλλοι συμπατριώτες αρχίζουν να βλέπουν το Μπαλί ως μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για να επενδύσουν στη γη, εκμεταλλευόμενοι τους ιλιγγιώδεις ρυθμούς ανάπτυξης, ειδικά στον τομέα του real estate.
ΟΙ ΞΕΝΙΤΕΜΕΝΟΙ
ΜΑΡΙΛΕΝΑ ΒΛΑΤΑΚΗ:
Αγάπησε έναν Μπαλινέζο
Πριν από περίπου 20 χρόνια πάτησε το πόδι της στο Μπαλί για πρώτη φορά στη ζωή της. Μαζί με τον τότε σύζυγό της, έναν Ιταλό αρχιτέκτονα, περιηγήθηκαν στις αναρίθμητες παραλίες, στους εντυπωσιακούς ορυζώνες, στα παραδοσιακά χωριά του νησιού για να καταλήξουν στην απόφαση ότι κάποια μέρα θα επέστρεφαν για να ζήσουν εκεί το υπόλοιπο της ζωής τους. Μόνο που τελικά επέστρεψε ο ένας εκ των δύο. Η δραστήρια Χανιώτισσα επέστρεψε στον εξωτικό παράδεισο του Μπαλί λίγο καιρό μετά τον χωρισμό της από τον Ιταλό αρχιτέκτονα, ερωτεύτηκε τον Μπαλινέζο οδηγό της, ονόματι Αα Νέουρα Πούτου Κους Ντάρμα Πούτρα, τον παντρεύτηκε, έκανε οικογένεια και ποτέ, τουλάχιστον μέχρι σήμερα, δεν γύρισε να κοιτάξει πίσω.
Ετσι απλά. Στην αρχή, όπως λέει η ίδια, οι συνθήκες ήταν αντίξοες: «Το Μπαλί ήταν υπό ανάπτυξη αλλά απείχε πολύ, μα πάρα πολύ από τις σύγχρονες ευρωπαϊκές πόλεις που είχαμε συνηθίσει να ζούμε. Με τον καιρό όμως συνήθισα τον τρόπο ζωής. Εδώ όλα κινούνται σε εκνευριστικά χαλαρούς ρυθμούς και σίγουρα δεν είναι ένα μέρος που ενδείκνυται για υπερδραστήρια άτομα». Με τον σύζυγό της απέκτησαν δυο παιδιά, στα οποία έδωσαν ελληνικά ονόματα, τον Μίνωα και τη Σελήνη. Η Μαριλένα Βλατάκη έχει έναν ακόμα γιο από τον πρώτο της γάμο. Είναι ιδιοκτήτρια ενός τουριστικού γραφείου που εξυπηρετεί ως επί το πλείστον συμπατριώτες μας που θέλουν να πάρουν μια γεύση του τι εστί παράδεισος πάνω στη Γη, διαθέτει κατάστημα με αντικείμενα τέχνης και διακοσμητικά είδη και ένα ακόμη, μέσω του οποίου πουλάει τα ρούχα που σχεδιάζει.
Τον τελευταίο χρόνο, θέλοντας να εκμεταλλευτεί την έκρηξη του real estate στο νησί, ξεκίνησε να χτίζει βίλες, τις οποίες πουλάει ή νοικιάζει σε ιδιαίτερα ελκυστικές στιγμές. «Ποιος δεν θα ήθελε άλλωστε», διερωτάται, «να μείνει σε μια βίλα στο Μπαλί με πισίνα ξοδεύοντας 50 ευρώ τη βραδιά;».
ΘΑΝΑΣΗΣ ΧΟΝΔΡΟΣ:
O άρχοντας της νύχτας
Θεωρείται ένας από τους πρωτοπόρους στη νυχτερινή και όχι μόνο διασκέδαση του νησιού. Ο πολυμήχανος Θανάσης Χόνδρος με καταγωγή από τη Μεσσηνία έφυγε από την Ελλάδα σε νεαρή ηλικία, μετανάστευσε στη μακρινή Αυστραλία, για να ανακαλύψει τη δική του Ιθάκη σε απόσταση δύο ωρών με το αεροπλάνο από το βορειότερο μέρος της άγριας ηπείρου μέχρι το αεροδρόμιο του Ντένπασαρ στο Μπαλί. Εκεί, και πιο συγκεκριμένα στην ατελείωτη αμμώδη παραλία της Κούτα, δημιούργησε το πρώτο beach-bar-restaurant του νησιού, καταφέρνοντας μέσα σε λίγα χρόνια να συγκεντρώσει όλο το enfant gate αλλά και τις ορδές των Ευρωπαίων τουριστών που δεν είχαν πρόβλημα να δώσουν για ένα κοκτέιλ όσα χρήματα θα έδιναν σε ένα καλό μαγαζί της πόλης τους. Το «Ku De Ta» (σημαίνει επανάσταση) είναι σήμερα το πιο ακριβό μαγαζί του Μπαλί και απασχολεί 400 εργαζομένους. Ο μεγαλύτερος λογαριασμός που έχει γίνει ποτέ ήταν 25.000 ευρώ, όταν μια παρέα Ρώσων άνοιξε 25 μπουκάλια σαμπάνια Krug, τη στιγμή που ο μηνιαίος μισθός ενός σερβιτόρου στο νησί δεν ξεπερνά τα 60 με 80 ευρώ.
Οσο για το μυστικό της επιτυχίας του «Ku De Ta», σύμφωνα με τον ίδιο, δεν παίζει ρόλο το πόσο μεγάλο είναι το μαγαζί που θα ανοίξεις, αλλά η ατμόσφαιρα που θα καταφέρεις να δημιουργήσεις.
ΣΑΚΗΣ ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΣ:
«Αν δεν σου αρέσει η ζωή στο Μπαλί, έχεις πρόβλημα»
Για τον 42χρονο επιχειρηματία από τη Θεσσαλονίκη που ασχολείται με τα ναυτιλιακά κ. Σάκη Χατζόπουλο, η οριστική επιστροφή του στην Ελλάδα έχει προγραμματιστεί «σε μερικές δεκάδες χρόνια και βλέπουμε». Η επαφή του με το Μπαλί ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του ’90. Διατηρούσε τότε στη Θεσσαλονίκη μια εταιρεία εισαγωγών, με αποτέλεσμα να πραγματοποιεί αρκετά ταξίδια σε διάφορα μέρη του κόσμου. Οταν επισκέφτηκε για πρώτη φορά το Μπαλί, συνειδητοποίησε πως, αν αποφάσιζε να εγκαταλείψει κάποια στιγμή την πατρίδα, εκεί θα ήθελε να μείνει για το υπόλοιπο της ζωής του.
«Γοητεύτηκα από την ποιότητα ζωής. Θεωρώ ανεκτίμητη αξία να ζεις σε ένα μέρος όπου είναι πάντα καλοκαίρι. Να ξυπνάς το πρωί και να απολαμβάνεις έναν φρέσκο χυμό στην πισίνα σου χαζεύοντας την τροπική βλάστηση που περιβάλλει τον κήπο σου. Μεγάλο ρόλο στην απόφασή μου να τα εγκαταλείψω όλα και να μείνω για πάντα στο Μπαλί έπαιξε και ο χωρισμός από την πρώην γυναίκα μου». Για τον κ. Χατζόπουλο υπάρχουν περισσότερα θετικά και λιγότερα αρνητικά για όποιον αποφασίσει να μεταναστεύσει μόνιμα στο «νησί των θεών», όπως το αποκαλούν οι ντόπιοι. «Πάντως αν ζεις στο Μπαλί και δεν είσαι ικανοποιημένος με την καθημερινότητά σου, μάλλον κάτι λάθος θα συμβαίνει στον εσωτερικό σου κόσμο», λέει χαρακτηριστικά. Και για όσους ονειρεύονται μια ζωή εφάμιλλη με αυτή του Θεσσαλονικιού επιχειρηματία, για να επιβιώσεις (τουλάχιστον) επαγγελματικά στο νησί, σύμφωνα με τα λεγόμενά του, θα πρέπει να είσαι έξυπνος, εργατικός, τίμιος και να έχεις ιδέες που να μπορούν να γίνουν πράξεις.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΛΙΟΚΟΥΡΑΣ:
«Μου λείπει η κεφαλογραβιέρα και η τσικουδιά»
Η εξήγηση που δίνει ο επιχειρηματίας Χρήστος Λιόκουρας για τον λόγο για τον οποίο αποφάσισε να εγκατασταθεί μόνιμα στο Μπαλί είναι απλούστατη: «Βαρέθηκα να πληρώνω φόρους και ήρθα εδώ για να ζήσω μια καινούρια εμπειρία και μάλιστα αρκετά πιο οικονομική». Ασχολείται με την κατασκευή επίπλων (www.liocollection.com), τα οποία διοχετεύει σε καταστήματα σε ολόκληρο τον κόσμο, ενώ διαθέτει και δώδεκα καταστήματα λιανικής πώλησης. Διαθέτει επίσης ένα ελληνικό εστιατόριο, «για να μην ξεχνάμε τις ρίζες μας», και η καθημερινότητά του μόνο βαρετή δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί: «Εχουμε πάντα 25 βαθμούς ζέστη και περιτριγυριζόμαστε από όμορφες γυναίκες.
Τι άλλο να ζητήσει κανείς; Υπάρχουν βέβαια και τα αρνητικά, όπως οι άγριες θάλασσες που δυσκολεύεσαι να κολυμπήσεις και η έλλειψη ελληνικών αγαθών, όπως η κεφαλογραβιέρα, η τσικουδιά και το καλό λάδι». Πάντως, όσο ευχάριστη και να είναι η ζωή στο Μπαλί, ο κ. Λιόκουρας επιθυμεί κάποια στιγμή να επιστρέψει μόνιμα στην Ελλάδα.
ΚΑΙ ΟΙ ΕΠΕΝΔΥΤΕΣ
ΠΑΝΤΕΚΗΣ ΚΑΡΡΑΣ:
Ο γιατρός με την ειδικότητα στην καλή ζωή
Αν και η ζωή του μοιράζεται πλέον μεταξύ Αθήνας και Μπαλί, το μυαλό του ταξιδεύει συνεχώς στις παραδεισένιες παραλίες στην Κούτα, στο Τζιμπαράν, στη Νούσα Ντούα. Γιατρός στο επάγγελμα, γνωρίζει από πρώτο χέρι τι σημαίνει να ζεις σε ένα μέρος όπου η έλλειψη άγχους χαρακτηρίζει όλα τα κοινωνικά στρώματα.
Γι’ αυτό αποφάσισε πριν από μερικά χρόνια να επενδύσει στο Μπαλί χτίζοντας μια καλαίσθητη και αρκετά εξυπηρετική βίλα στην περιοχή Ουμαλάς 1, μόλις δέκα λεπτά από την παραλία. «Τη σχέση μου με το νησί τη χαρακτηρίζω ως έρωτα με την πρώτη ματιά». Οταν οι επαγγελματικές του υποχρεώσεις δεν του επιτρέπουν να βρίσκεται στον αγαπημένο του προορισμό, διαθέτει τη βίλα του προς ενοικίαση στους τουρίστες. Με κήπο, πισίνα, δύο κρεβατοκάμαρες, υπηρέτρια και όλα αυτά στην τιμή των 50 ευρώ τη βραδιά, τι άλλο μπορεί να ζητήσει κανείς για τις καλοκαιρινές του διακοπές; Αυτόπτης μάρτυς, άλλωστε, ο υπογράφων.
ΤΑΚΗΣ ΓΙΓΟΥΡΤΑΚΗΣ:
Ο δημιουργός της «δυναστείας» «Majapahit»
Δεύτερο σπίτι είναι το Μπαλί για τον επιχειρηματία νυχτερινών κέντρων διασκέδασης κ. Τάκη Γιγουρτάκη. Ο ιδιοκτήτης του «Romeo» είναι ο Ελληνας με τη μεγαλύτερη real estate επένδυση στο «νησί των θεών». Ούτε μία ούτε δύο αλλά ένα ολόκληρο σύμπλεγμα με τέσσερις πολυτελέστατες βίλες έχει δημιουργήσει στην περιοχή Ketewer, μια ανάσα από τη θάλασσα. Φέρουν την ονομασία «Majapahit» που σημαίνει «η δυναστεία της βασιλικής κάστας που ήρθε από την Τζάβα», τη σχεδίαση των οποίων ανέλαβε και ολοκλήρωσε ο πρώην σύζυγος της Μαριλένας Βλατάκη, ο Ιταλός αρχιτέκτονας Τζουζέπε Βερντάκι.
Κάθε άφιξη του κ. Γιγουρτάκη στο Μπαλί συνοδεύεται από τις τυμπανοκρουσίες των ντόπιων που τον αναγνωρίζουν παντού λόγω του γενναιόδωρου χαρακτήρα του. Αρέσκεται να απολαμβάνει την ξέφρενη νυχτερινή διασκέδαση, τις γαστριμαργικές δημιουργίες υψηλών προδιαγραφών στα καλύτερα εστιατόρια, την ηρεμία και την απόλαυση που του προσφέρει η διαμονή στις τέσσερις αυτές παραθαλάσσιες κατοικίες του. Καθεμία διαθέτει πέντε κρεβατοκάμαρες, πισίνα, εξωτερικά και εσωτερικά τζακούζι, μαζί και 10 άτομα προσωπικό, από σοφέρ μέχρι σεφ.