Χρόνια πίσω ήταν ένα μικρό καφενεδάκι σε στοά κάπου κοντά στο Μοναστηράκι.
Είχε τους γηραλέους που έπαιζαν το ταβλάκι τους...την ξερή τους και έπιναν
τον τούρκικο όπως τον έλεγαν (άργησε να γίνει Ελληνικός καφές) και έτρωγαν
και το λουκούμι τους.
Εκεί ήταν και το στέκι κάποιων τύπων που πουλούσαν χασισάκι....σιγά το πράμα
δηλαδή και ποιός νοιαζότανε .
Στις αυλές στις λαϊκές γειτονιές η καναβουριά στην γλάστρα κάτω από το κλουβί με τον καρδερίνι για ξεκάρφωμα...ήταν συχνό φαινόμενο.
Καλλιτέχνες της εποχής έστελναν τους δικούς τους να "ψωνίσουν" από το καφενεδάκι και οι τύποι προσέχανε το "προϊόν" να είναι καλό γιατί τέτοιους καλούς πελάτες και κουβαρντάδες δεν εύρισκαν πολλούς.
Πώς να βγεί στο πάλκο ο καλλιτέχνης χωρίς "καύσιμο"τόσες ώρες....
Ο καφετζής έκανε τον Κινέζο αφού τα έπαιρνε χοντρά για την επαγγελματική
στέγη που παρείχε με βιτρίνα τα γερόντια και την πρέφα.....τις περισσότερες
φορές δεν τους ζητούσε και χρήματα για τους καφέδες...αστείον ποσόν.
Ο καυγάς δεν άργησε όμως όταν η τελευταία παραγγελία του πελάτη
απεδείχθη "κοπριά"(έτσι έλεγαν το σκάρτο ) και έγινε "θερίο" και δεν άφησε τίποτα όρθιο στο καμαρίνι.
Η αμερικάνικη κουρσάρα με τους απεσταλμένους του πήγε στο καφενεδάκι
και πού σε πονεί μέχρι να φτάσει η Άμεσος Δράσις με το δικό της αμερικάνικο
επαρκώς καθυστερημένη όπως συνηθιζότανε σε ξεκαθαρίσματα λογαριασμών
μεταξύ εχθρών του Ποινικού Κώδικος.
πίσω στα παλιά