ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΣΙΑΦΚΟΥ
Το παγοποιείο Φιξ, αν και διατηρητέο, το γκρέμισε εν μια νυκτί ο Δημήτρης Αβραμόπουλος. Ευτυχώς δεν πρόλαβε να ισοπεδώσει και τη βίλα Κλωναρίδη, η οποία πλέον ανακαινίζεται για να γίνει πολιτιστικό κέντρο και μια ανάσα ζωής για την πολύπαθη περιοχή των Πατησίων.
Αν ως απλός πολίτης κατεδαφίσεις ένα κτήριο κηρυγμένο διατηρητέο από το υπουργείο Πολιτισμού, το Παγοποιείο Φιξ συγκεκριμένα, σίγουρα θα έχεις ποινικές ευθύνες. Αν αντιθέτως το κάνεις αυτό ως δήμαρχος Αθηναίων (λέγε με Δημήτρη Αβραμόπουλο), δεν ανοίγει μύτη και καταλήγεις υπουργός Εξωτερικών.
Κάτι αντίστοιχο βέβαια συνέβη και όταν ο Κοτζιάς κατεδάφισε το Δημοτικό Θέατρο της Αθήνας, έργο του Τσίλερ. Αντί να του ρίξουμε το συλλογικό ανάθεμα, βαφτίσαμε την πλατεία του εγκλήματος με το όνομά του.
Θα πείτε γιατί επαναφέρουμε μια παλιά ιστορία; Διότι μπορεί μεν το Παγοποιείο Φιξ στα Πατήσια να μην υπάρχει πια, υπάρχει όμως η παλιά Βίλα Κλωναρίδη, στην οποία ζούσαν οι πρώτοι ιδιοκτήτες του κτηρίου και της οποίας τα σχέδια ανάπλασης προχωρούν.
Να πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά: η οικογένεια Κλωναρίδη εγκαταστάθηκε στη βίλα το 1902, ταυτόχρονα με την έναρξη της κατασκευής του οικογενειακού εργοστασίου ζυθοποιίας και παγοποιίας, σε όμορο οικόπεδο.
Την 1η Μαρτίου 1903 άρχισε η λειτουργία του παγοποιείου, με συνεχώς αυξανόμενη παραγωγή, ώστε λίγους μήνες αργότερα οι αδελφοί Κλωναρίδη προσέφεραν δωρεάν πάγο στο Βρεφοκομείο Αθηνών και στο Δημοτικό Νοσοκομείο. Προμήθευαν επίσης με πάγο τις αγορές της Σμύρνης, με τακτικά φορτία που αναχωρούσαν από το λιμάνι του Πειραιά.
Στα εγκαίνια της ζυθοποιίας την 26η Δεκεμβρίου 1903, παρέστησαν οι Αρχές της πόλης, επίσημοι και πλήθος κόσμου. Εκτός του εργοστασίου, η εταιρεία είχε ιδιόκτητες αποθήκες στην Αθήνα και στον Πειραιά, ενώ απέκτησε και αλυσίδα καταστημάτων στα οποία επωλείτο αποκλειστικά η μπίρα Κλωναρίδη, η οποία διετίθετο και κατ' οίκον. Προμηθευτές της βασιλικής αυλής, έχαιραν της εκτίμησης των βασιλέων, σε επίσκεψη των οποίων το 1904 έλαβαν συγχαρητήρια για το μέγα και εθνικό έργο τους, ενώ στον κήπο του εργοστασίου δόθηκαν πολλές δεξιώσεις συνδράμοντας την κυβέρνηση.
Το 1908, η εταιρεία Κλωναρίδη βρέθηκε αναμειγμένη σε μεγάλο οικονομικό σκάνδαλο, όταν αποκαλύφθηκε ότι ζημίωσε το ελληνικό Δημόσιο μη καταβάλλοντας το νόμιμο δασμό για την εισαγωγή κριθαριού. Η περιπέτεια αυτή σήμανε και την αρχή των προβλημάτων της εταιρείας, με αποτέλεσμα τη σφράγιση του εργοστασίου και τη σύλληψη του Ερρίκου Κλωναρίδη για χρέη το 1911. Ηδη στην Αθήνα κυριαρχούσε η ζυθοποιία Καρόλου Φιξ και μεταξύ των δύο επιχειρήσεων υπήρξε σκληρός ανταγωνισμός, σχετικά με την ποιότητα και τη διάθεση του ζύθου, ο οποίος ολοκληρώθηκε με την τελική εξαγορά της Κλωναρίδη από την Φιξ. Η περιουσία της επιχείρησης κατέληξε, μετά και την οικονομική κατάρρευση της Φιξ το 1982, στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, από την οποία ο χώρος του εργοστασίου και η βίλα περιήλθαν το 1993 στην κατοχή του Δήμου Αθηναίων με σκοπό την κάλυψη των αναγκών της περιοχής σε κοινόχρηστους και κοινωφελείς χώρους.
Στο μεταξύ, ήδη από τη δεκαετία του '80, το παγοποιείο είχε βρει το ρόλο του ως στέγη για θεατρικές παραστάσεις και συναυλίες εναλλακτικού χαρακτήρα. Είχε δηλαδή αποκτήσει από νωρίς το χαρακτήρα του αλλά και την αντίστοιχη φήμη σ' όλο το Λεκανοπέδιο. Ατυχώς σ' αυτό σύχναζαν άτομα που μάλλον δεν είχαν σχέση με τη Δεξιά αλλά και με τα σχέδια του Δημήτρη Αβραμόπουλου, ο οποίος οραματίστηκε στη θέση του ένα πάρκο. Και προφανώς επειδή τα πάρκα φέρνουν περισσότερες ψήφους απ' ό,τι οι χώροι πολιτισμού, εγένετο πάρκο.
Τι απέμεινε; Η βίλα, δηλαδή μια μικρή διώροφη εξοχική κατοικία, που είχε κατασκευαστεί στο τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα. Η δε σημερινή της μορφή διαμορφώθηκε ύστερα από συνεχείς προσθήκες και επεκτάσεις. Φέρει πλούσιο εσωτερικό και εξωτερικό ζωγραφικό διάκοσμο, φιλοτεχνημένο από αξιόλογους καλλιτέχνες της εποχής, και, λόγω της σημαντικής ιστορικής και αρχιτεκτονικής της αξίας, έχει χαρακτηριστεί ιστορικό διατηρητέο μνημείο.
Σήμερα βέβαια δεν κατοικείται. Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 2000 στέγαζε απόγονο της οικογένειας, στο πλαίσιο άτυπου χρησιδανείου που απολάμβανε η οικογένεια από τον Κ. Φιξ κατά την αρχική πώληση της επιχείρησης. Αργότερα καταλήφθηκε από αστέγους και περιθωριακούς, που της προξένησαν μεγάλες φθορές από πυρκαγιά και διάφορες λεηλασίες. Οι φθορές αυτές ωστόσο εκτιμώνται ως αναστρέψιμες και αντιμετωπίζονται με την εκπόνηση ιδιαίτερων μελετών αποκατάστασης.
Με τη νέα της χρήση η βίλα θα στεγάσει αναψυκτήριο στο ισόγειο, σε συνάρτηση και με τον περιβάλλοντα χώρο της που θα διαμορφωθεί κατάλληλα, ενώ ο όροφος προορίζεται για πολιτιστικές χρήσεις (εκθέσεις, διαλέξεις, προβολές κ.λπ.) και μια μόνιμη μικρή έκθεση με την ιστορία του κτηρίου, αλλά και του κατεδαφισμένου εργοστασίου ζυθοποιίας.
Σε ό,τι αφορά τα χαρακτηριστικά της: η βίλα είναι διώροφη, λιθόκτιστη, με υπερυψωμένο υπόγειο σε ορισμένα τμήματά της. Την αρχική της χρήση ως εξοχικής κατοικίας μαρτυρούν η απλουστευμένη εσωτερική διάταξή της και η εξωτερική της διαμόρφωση, χαρακτηριστική των κατοικιών -τύπου βίλας- που σχεδιάστηκαν κατά κόρον στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα.
Υστερα από την εξαγορά της από την οικογένεια Κλωναρίδη, χρησιμοποιήθηκε για να στεγάσει την οικογένεια, κατά τη συνήθεια που ήθελε την κατοικία των βιομηχάνων δίπλα στο εργοστάσιο, για την επισταμένη επίβλεψη των εργασιών. Λόγω του μεγάλου αριθμού των μελών της οικογένειας, επεκτάθηκε και απέκτησε διάφορα προκτίσματα. Γύρω της διατηρήθηκε ο ελεύθερος χώρος, που μετατράπηκε σταδιακά από περιβόλι σε αστικό κήπο. Στο πέρασμα του χρόνου η βίλα επεκτάθηκε δύο φορές, προκειμένου να καλύψει τις ανάγκες μιας οικογένειας που αυξανόταν σε μέλη, ενώ προστέθηκε σ' αυτήν ένα ισόγειο κτίσμα, που κατασκευάστηκε για να περιλάβει τους βοηθητικούς της χώρους. Αρχικά περιλάμβανε κουζίνα και χώρους υγιεινής, ενώ με την πώληση της επιχείρησης εγκαταστάθηκε εκεί ο επιστάτης του εργοστασίου.
Ενα εξαιρετικά ενδιαφέρον σημείο στο οποίο πρέπει να σταθούμε είναι ο ζωγραφικός διάκοσμός της, που είναι ο πλούτος αλλά, και η... δυστυχία της. Οροφογραφίες και τοιχογραφίες, ζωγραφισμένοι ταμπλάδες στις πόρτες και απομιμήσεις μαρμαροθετήσεων στους τοίχους κάνουν την αποκατάσταση πανάκριβη.
Οι συντηρητές, που ήδη έχουν εργαστεί φέρνοντας στην επιφάνεια λεπτομέρειες θαυμαστής ζωγραφικής η οποία είχε καλυφθεί από λαδομπογιά ή τον καπνό από τη φωτιά, δίνουν το μέτρο της ομορφιάς αλλά και της χρονοβόρας διαδικασίας.
Εν ολίγοις ο Δήμος Αθηναίων πρέπει να βάλει βαθιά το χέρι στην τσέπη, το αποτέλεσμα όμως δεν θα τον δικαιώσει απλώς, αλλά θα τον κάνει περήφανο. Και ο όποιος δήμαρχος αναλάβει την ευθύνη της αποκατάστασης, αν μη τι άλλο, θα αποδείξει ότι στην πόλη μας δεν υπήρξαν μόνο άφρονες συνάδελφοί του, αλλά πως οι άφρονες έδωσαν τη σκυτάλη σε κάποιους με όραμα για την Αθήνα και τους κατοίκους της.
Η μελέτη αποτύπωσης και αποκατάστασης του κτηρίου είναι της αρχιτέκτονος Μαρίας Δανιήλ, ενώ η μελέτη αποκατάστασης του ζωγραφικού διάκοσμου είναι του ζωγράφου και συντηρητή έργων τέχνης Γ. Σπανού.