Η προχθεσινή ενασχόληση με τον Φώτη Πολυμέρη απετέλεσε πρώτης τάξεως αφορμή γιά μιά βαθύτερη ανασκαφή της μνήμης κι επιστροφή σ’ εκείνα τα παλιά, τα δύσκολα χρόνια της πρώιμης παιδικής ηλικίας, που τόσο γοητευτικά φαντάζουν τώρα.
Η τραγουδίστρια Ζαννίνα, γλυκύτατη και πολύ ευγενική κυρία, δεν έφτιαξε σπουδαία καριέρα στο τραγούδι και χάθηκε σύντομα χωρίς ν’ αφήσει πολλά ίχνη πίσω της. Μόλις και μετά βίας την εντόπισα ν’ ακομπανιάρει την Ιωάννα Άλβα και την Αγγέλα Λυκιαρδοπούλου σε κάποια τραγούδια του Χρ. Χαιρόπουλου, π.χ. το «Ό,τι και να μου κάνεις σε συγχωρώ», το«'Ονειρα σβησμένα» και να τραγουδάει αυτή σαν πρώτη το «Μη με ζητάς» του Θ. Παπαδόπουλου, συνοδευόμενη από τον Νίκο Παπαδάκη σε ηχογράφηση του 1939. Στο βίντεο που επισυνάπτω, ( «Ό,τι και να μου κάνεις σε συγχωρώ») κάπου εμφανίζεται η φωτογραφία της, ακριβώς όπως την γνώρισα και την θυμάμαι!
Κάποιο απόγευμα ο θείος Σταύρος πήγε να πάρει την Ζαννίνα και να την συνοδεύσει στο θέατρο που τραγουδούσε. Και πήρε μαζί του κι εμένα, τον πιτσιρίκο. Ποδαράτοι ή με το τραμ το 11 όλοι, εννοείται.
Η Ζαννίνα έμενε μέσα στο ….. παλιό Καπνεργοστάσιο! Το μεγάλο πέτρινο διώροφο κτίριο προς το τέρμα της Λένορμαν, όπου σήμερα στεγάζεται η Βιβλιοθήκη της Βουλής.
Θα ήταν άνοιξη του 1950 που τραβήχτηκε η συνημμένη φωτογραφία, στην ταράτσα του σπιτιού μας στην Ακαδημία Πλάτωνος. Εμφανίζονται τα μικρά δίδυμα αδέλφια μου και στη μέση τα αγκαλιάζει η τραγουδίστρια Ζαννίνα!
Η Ζαννίνα σχετιζόταν τότε με τον αδελφό της μητέρας μου, τον μακαρίτη πλέον Σταύρο Σταυρόπουλο, έναν γόη της εποχής με πολλές κι επώνυμες κατακτήσεις, μεταξύ των οποίων και πασίγνωστη πρωταγωνίστρια της αρχαίας τραγωδίας, σε νεαρή της ηλικία. Επειδή σήμερα ζεί, αναφέρω μόνο τα αρχικά της, Ε. Π. την λένε.
Με πολλή συγκίνηση θα άκουγα γι’ αυτήν. Αν κάποιος αναγνώστης αυτής της ανάρτησης γνωρίζει κάτι σχετικό με τη λεπτεπίλεπτη και φινετσάτη εκείνη κοπέλα που, όταν την έφερνε σπίτι ο θείος μου, συχνότατα, πάντα μας γέμιζε τις τσέπες με καραμέλες και τη μνήμη σήμερα με νοσταλγία.
Η αναφορά μου σ’ αυτήν γίνεται, κατά βάση, γιά έναν λόγο. Κάτι που με εντυπωσίασε χρόνια μετά, αναδρομικά, αφού όταν έζησα τα γεγονότα ήμουν πολύ μικρός γιά τέτοιους εντυπωσιασμούς, (τα μικρά παιδιά απλώς βλέπουν, δεν κρίνουν, δεν προβληματίζονται), και επειδή εκείνη η κατάσταση φάνταζε σε μένα, τότε, ως κάτι το πολύ φυσικό γιά την εποχή της.
Κάποιο απόγευμα ο θείος Σταύρος πήγε να πάρει την Ζαννίνα και να την συνοδεύσει στο θέατρο που τραγουδούσε. Και πήρε μαζί του κι εμένα, τον πιτσιρίκο. Ποδαράτοι ή με το τραμ το 11 όλοι, εννοείται.
Η Ζαννίνα έμενε μέσα στο ….. παλιό Καπνεργοστάσιο! Το μεγάλο πέτρινο διώροφο κτίριο προς το τέρμα της Λένορμαν, όπου σήμερα στεγάζεται η Βιβλιοθήκη της Βουλής.
Εκείνη την εποχή, με τον εμφύλιο στα τέλη του αλλά και την Ελλάδα κατεστραμμένη, ιδίως στην επαρχία της, το Καπνεργοστάσιο στέγαζε πρόχειρα κόσμο και κοσμάκη. Άστεγοι πρωτευουσιάνοι και πρόσφυγες εξ επαρχίας, έβαζαν το κεφάλι τους κάτω από τη στέγη του εγκαταλελειμμένου θηριώδους κτιρίου μέχρι να ορθοποδήσουν και τακτοποιηθούν κάπου καλύτερα. Η έλλειψη στέγης ήταν μεγάλη και σε συνάρτηση με τη φτώχεια, ο θεσμός του «ενοικιοστασίου» δούλευε στο φουλ. Έμενες όπου εύρισκες και δόξαζες και το Θεό που δεν κοιμόσουν στο δρόμο! Θυμάμαι καθαρά πως ο διαχωρισμός των χώρων, ανά οικογένεια, μέσα στην απεραντοσύνη του άδειου εργοστασίου γινόταν με ριντώ, κουρτίνες, κουρελούδες και ότι διέθεταν, τέλος πάντων οι άνθρωποι, προκειμένου να απομονώσουν τον «δικό» τους ιδιωτικό χώρο με ένα στοιχειώδη διαχωρισμό. Όλα αυτά τα διαχωριστικά κρέμονταν από σύρματα που είχαν τοποθετηθεί οριζόντια και κάθετα από τοίχο σε τοίχο και «μπακλαβαδοποιούσαν» τον γυμνό εργοστασιακό χώρο, με τα δημιουργούμενα κομμάτια-νοικοκυριά, σε ευθεία αναλογία, από πλευράς μεγέθους «σπιτικού», με το πλήθος των μελών της στεγαζόμενης οικογένειας! Οι πολυμελείς πιό μεγάλο κομμάτι, οι ολιγομελείς λιγότερο. Κι αυτό το κουρελαριό να κρέμεται όχι από οροφής, που ήταν πανύψηλη, αλλά από ορισμένο ύψος και κάτω. Ίσα να κόβεται η οπτική επαφή. Γιά ακουστική, ούτε λόγος!
Η Ζαννίνα, (γύρευε από πιό ερημωμένο χωριό ή πόλη κράταγε η σκούφια της, η ίσως από ποιά μετοικεσία βρέθηκε στην Ελλάδα), ζούσε με την μητέρα της, οπότε σε δυό άτομα αναλογούσε… «καμαρούλα μιά σταλιά»! Την θυμάμαι, σαν τώρα, καθισμένη σ’ ένα στενόμακρο τραπεζάκι-τουαλέτα, κολλημένο στον τοίχο και τον μικρό καθρέφτη κρεμασμένο σ' αυτόν. Στον μόνο πραγματικό τοίχο του… σπιτιού αφού οι άλλοι τρεις ήσαν ....κουρελούδες, να μακιγιάρεται με τις ώρες και να χτενίζει τα μακρειά μαλλιά της κότσο, καθώς η ηλικιωμένη μητέρα της την παρακολουθούσε καθισμένη στο κρεβάτι κι εμείς όρθιοι!
Δεν ξέρω πόσο κράτησε η σχέση της Ζαννίνας με τον θείο μου, αλλά η ανάμνησή της, αιθέρια όπως κι η ίδια, χάθηκε στο ύφασμα του χρόνου, όπως χάθηκε κι από τη ζωή ο θείος Σταύρος πριν προφθάσω, από την υπεύθυνη θέση της ωριμότητος, να τον «ξεψαχνίσω» σχετικά μ’ αυτή την πολύ σεμνή και τρυφερή κοπέλα που ποτέ δεν την άκουσα, όντας παιδί άλλωστε, να τραγουδάει.
Βλέπεις όσο είσαι νέος κοιτάς μόνο μπροστά και πρέπει να γεράσεις γιά να γυρίσεις με νοσταλγία το βλέμμα σου πίσω.
Αυτά τα συμβάντα εκείνων των εποχών, μοιάζουν απίστευτα κι ακατανόητα σ' έναν σύγχρονο νέο, αλλά σφυρηλατούν την καρτερία, ημών των παλαιοτέρων, στις σημερινές δύσκολες συγκυρίες, χαλυβδώνουν την θέλησή μας γιά προσπάθεια ανάκαμψης κι εξόδου από το σκοτάδι που μας τυλίγει και τονώνει τη πίστη μας σε ένα φωτεινότερο αύριο, στο οποίο προσβλέπουμε.
ORPHEAS
Βλέπεις όσο είσαι νέος κοιτάς μόνο μπροστά και πρέπει να γεράσεις γιά να γυρίσεις με νοσταλγία το βλέμμα σου πίσω.
Αυτά τα συμβάντα εκείνων των εποχών, μοιάζουν απίστευτα κι ακατανόητα σ' έναν σύγχρονο νέο, αλλά σφυρηλατούν την καρτερία, ημών των παλαιοτέρων, στις σημερινές δύσκολες συγκυρίες, χαλυβδώνουν την θέλησή μας γιά προσπάθεια ανάκαμψης κι εξόδου από το σκοτάδι που μας τυλίγει και τονώνει τη πίστη μας σε ένα φωτεινότερο αύριο, στο οποίο προσβλέπουμε.
ORPHEAS