Δεν ξέρω γιατί στάθηκα σ'αυτό το μικρό δρομάκι του Μοναστηρακίου σήμερα.
Είναι ένα από τα δεκάδες.
Οι Κυριακές στο Μοναστηράκι μου άρεσαν πάντα. Μπορούσα να χαζεύω με τις ώρες μικρά και μεγάλα αντικείμενα, να τα φαντάζομαι στο χώρο μου, άχρηστα στην πραγματικότητα για μένα αλλά "ζωντανά", σα να εμπλούτιζα το σπίτι μου με νέες ιστορίες, τις δικές τους ιστορίες.
Σήμερα στάθηκα σ'αυτό το δρομάκι με το όνομα που μου θυμίζει τους Νορμανδούς. Κοίταζα τους τοίχους, τα κάδρα, τα χρώματα, τα μαγαζάκια. Μου ήρθε η σκέψη οτι σύντομα μπορεί να αλλάξουν, να χαθούν, να "αξιοποιηθεί"κάποιο από τα παλιά σπίτια, ή κάποιο οικόπεδο, και να γίνει κάτι αλλιώτικο, από τα νεο-κυριλέ που ξεφυτρώνουν συχνά στην Αθήνα, και να χαθεί η μαγεία.
Η μαγεία, για μένα, βρίσκεται στην ανάμειξη και των συνδυασμό των υλικών μέσα στο χώρο και στο φως. Δεν είναι κάτι που δημιουργείται επί τούτου ή μεμιάς. Χτίζεται μέσα στο χρόνο, τροποποιείται, και "διαβάζεται"σαν παλίμψηστο. Κάθε ανάγνωση είναι μοναδική, γιατί η αυριανή μέρα φέρνει κάτι νέο, αναδεικνύει κάτι παλαιότερο, ή απλά βλέπει το ίδιο με άλλα μάτια. Κάτι θυμίζει, κάτι μέσα μας ξυπνάει, κάπου παραπέμπει, κάπου οδηγεί.
Πόσες πολλές ιστορίες μέσα σ'ένα τόσο μικρό δρομάκι.
Ποιός να τις διηγηθεί, και ποιός να τις ακούσει...