Εφτασε η Ματίνα φουριόζα. Ολες οι «κοπέλες» στη καθιερωμένη μάζωξη. Καφεδάκι, βουτήματα και καλούδια με σερμπέτια μας καλούσαν προκλητικά.
-Εγώ δεν θα πάρω τίποτα! Ο ζάχαρος μου έχει πάει στην ανηφόρα και πώς να μη πάει δηλαδή με τόσα βάσανα;
Πρώτη σπόντα!
Ευκαιρία να κάνουμε την καθιερωμένη ιατρικά αναφορά.
-Εμένα να δεις το γόνατο μου, με πεθαίνει σας λέω!
- Αμ, εμένα; Η χοληστερίνη μου στα 320! Και να πεις πως τρώω;
(Εδώ ισχύει το Σούζη τρως!)
-Εγώ πάλι την πίεση, αδύνατον να τη ρυθμίσω! Τρία χάπια την ημέρα και τίποτα!
-Αχ, μακριά από σας, οι πόνοι της πλάτης με έχουν τρελάνει. Τα βράδια βόγγοι
πόνου και ο αναίσθητος να ροχαλίζει αναίσθητος! Θα πεθάνω και είδηση δε θα με
πάρει!
Τελείωσε το ιατρικό ανακοινωθέν.
Ρούφηγμα καφέ και τσιγάρου!
Ατίθασες οι μεγαλοκοπέλες!
Η Ματίνα αναστέναζε, προσπαθώντας να εστιάσουμε στο πρόβλημα της.
Μας ήταν γνωστό πως έπρεπε να συμπαρασταθούμε στο πρόβλημα της.
Μπουκώθηκε ένα κρουασάν σοκολάτας και το κατάπιε με βουλιμία!
-Όταν έχω βάσανα τρώω. Μας είπε χτυπώντας το χέρι στο γόνατο.
-Τι έγινε πάλι; Τόλμησε να ρωτήσει η Μαίρη.
-Τι να σας λέω; Από πού ν’αρχίσω; Ο γάμος πλησιάζει και ακόμα δεν έχουν
κλείσει τη δεξίωση!
-Την ποια; Μου ξέφυγε.
-Τη δεξίωση καλέ! Μοναχοκόρη την έχω, ο πατέρας της θαλασσοπνίχτηκε τόσα
χρόνια, να της φτιάξει τη μεζονέτα. Και τι μας λέει η αχάριστη; «Δεν πρόκειται,
να μείνουμε εδώ!» Ακούς το τέρας; Και γιατί παρακαλώ; Μας δήλωσε πως τα
οικονομικά τους δεν φτάνουν για τη συντήρηση του σπιτιού!
-Ελα βρε Ματίνα, εκείνοι ξέρουν καλύτερα; Τόλμησε να ξεστομίσει η Νότα.
-Βρε πας καλά; Να μείνουν στο σπίτι του γαμπρού μου, στο Περιστέρι,
όλο και όλο 90 τετραγωνικά; Και χτισμένο το ’75! Ελεος! Ο πατέρας της να σκάσει!
Δεν της αντιγυρίζει τις κουβέντες της, αλλά εγώ τα’ ακούω!
Ανάσα…. Ρουφηξιά καφέ και χτύπημα στο γόνατο!
Κοιταζόμαστε πλαγίως… τη γνωρίζουμε καλά και το βλέμμα μας γεμάτο υπονοούμενα συνωμοσίας!
Ακάθεκτη συνεχίζει, έχοντας κοκκινίσει, από την ένταση.
-Εγώ λοιπόν τους είπα πως το τραπέζι της δεξίωσης θα το πλήρωνε ο πατέρας της.
Εχω βρει ένα χώρο καταπληκτικό, στη Βάρκιζα με πισίνα εσωτερική και το σέρβις εκπληκτικό! Τίποτα παιδί μου το κεφάλι της ξερό! «Ξέχνα το!» μου είπε ορθά – κοφτά!
-Βρε καλή μου, βρε χρυσή μου, έχουμε και ένα κύκλο! Που θα τους πάμε σε
χασαποταβέρνα;
Η Μαίρη φούντωνε αλλά κρατιόταν!
Η Ματίνα συνεχίζει ακάθεκτη!
-Εβαλα λυτούς και δεμένους να την πείσουν! Τίποτα! Εχει μουλαρώσει και δεν κάνει
πίσω! Δεν είναι καιροί για μ%&^^ς η απάντηση της! Τη σπουδάσαμε ψυχολόγο,
της είχαμε ότι ήθελε, μεταπτυχιακό στο Λονδίνο και αυτή να τα κλωτσάει όλα;
Λέει πως οι καιροί δεν είναι για πολυτέλειες. Καθημερινά συναντά τη δυστυχία
και είναι κάθετη στις αποφάσεις της! Αλλά φταίει και το κομμούνι, ο γαμπρός μου!
Η Μαίρη «χτύπησε» βαλβίδα!
--Εδώ ο κόσμος χάνεται και εσύ στην κοσμάρα σου! Αν ανήκαμε στην υψηλή κοινωνία
να πω, εντάξει! Σε ποιους απευθύνεσαι μανάρα μου; Οι καλεσμένοι σου από που προέρχονται; Από τη συνοικία μας! Αντε και κάποιοι σε μια βαθμίδα πάρα πάνω!
Οι καιροί των επιδείξεων έχουν περάσει ανεπιστρεπτί και για να μιλάμε με ανοιχτά
χαρτιά, μη μας προκαλείς! Μάλλον ζεις αλλού! Ολοι μας έχουμε νοιώσει στο πετσί μας, τη κατάρρευση της αξιοπρέπειας. Μας έχουν χώσει στο πηγάδι και εσύ κολυμπάς
στα όνειρα του χθες! Ολοι κάναμε ηλιθιότητες, που δεν είχαν καμία ουσία! Επίδειξη,
βλακείας κάναμε! Αλλά δυστυχώς διαπιστώνω πως οι σκεπτόμενοι σαν εσένα,
φρενάρουν την όποια προσπάθεια της απαλλαγής του σκότους! Πώς θα τολμήσεις
να καλέσεις τον αδελφό σου, που βρίσκεται στο χείλος του γκρεμού; Δεν κατάλαβες
ακόμα, πως η χλίδα ψόφησε! Το μάθημα το πήραμε και πληρώνουμε
τη μωροφιλοδοξία μας! Ακου σεβντά που έχεις! Κούνα λίγο το κεφάλι σου
και ίσως ακούσεις τις φωνές των άστεγων, των πεινασμένων, των απελπισμένων!
Θυμήσου το Γιώργη που αυτοκτόνησε! Δεν μας χέζεις ρε Νταλάρα!
Η Ματίνα έκυψε το κεφάλι. Ότι κατάλαβε-κατάλαβε….