Με τις «Ιστορίες της Αγοράς» περπατάμε στους δρόμους του χωριού μας και μαθαίνουμε ιστορίες από τους παλιότερους.
> Του Γ. «Παλιακού»
Από τα τέλη της δεκαετίας του ΄50 και τις αρχές της δεκαετίας του ΄60, άρχισε μετά τον πόλεμο ο ερχομός ξένων επισκεπτών, τουριστών στη Χώρα μας. Συντροφιές-συντροφιές περνούσαν από το χωριό μας με αυτοκίνητα, συχνότερα δε με ποδήλατα, αλλά και πεζοί, προερχόμενοι από τα λιμάνια της Πάτρας και της Ηγουμενίτσας, με προορισμό τους Δελφούς, την κεντρική Ελλάδα, την Αθήνα και άλλες περιοχές.
Τα χρόνια εκείνα δεν είχε κατασκευασθεί ακόμα ο παραλιακός δρόμος Ιτέας-Ναυπάκτου και η μοναδική οδική αρτηρία προς την περιοχή μας ήταν ο δρόμος Ναυπάκτου-Λιδωρικίου-Άμφισσας-Λαμίας και Άμφισσας-Λειβαδιάς-Αθήνας, τα δε σύνορά μας με τους βόρειους γείτονές μας ήταν ακόμα κλειστά. Φθάνοντας στο χωριό μας οι τουρίστες, ζητούσαν, με νοήματα φυσικά, από τους μαγαζάτορες της Αγοράς να προμηθευτούν ό,τι ήθελαν. Και, «τσατ-πατ», όπως λένε, συνεννοούνταν. Για ξενόγλωσσους στο χωριό μας εκείνα τα χρόνια δεν μπορούμε να κάνουμε λόγο. Και προκειμένου μεν για νερό, συνηθισμένο είδος που ζητούσαν οι πεζοπόροι τουρίστες, η συνεννόηση στη «νοηματική» γλώσσα ήταν εύκολη. Μέσα-μέσα, όμως, ζητούσαν και άλλα φαγώσιμα, όπως το παγωτό.«Άϊς κρίιμ» το έλεγαν. Δεν μπορούσαν όμως οι χωριανοί μας να καταλάβουν με την νοηματική γλώσσα αυτό το είδος. Άσε που την εποχή εκείνη το παγωτό ήταν άγνωστο είδος στο χωριό μας.
Μόλις στις 20 Ιανουαρίου του 1962 είχε «έρθει» η ΔΕΗ στο χωριό μας και δεν είχαν φανεί ακόμα οι ανέσεις και οι εξυπηρετήσεις που εξασφαλίζει ο ηλεκτρισμός (φωτισμός, ψυγεία, κουζίνες κ.λπ.).
Ο μακαρίτης ο Πατακομήτρος, καθισμένος στο τουράκι μπροστά στο «Οινοκρεοπωλείον» του, ήταν πάντα εκεί, μόνιμη φιγούρα της Αγοράς. Η παρουσία του γινόταν αντιληπτή από την βροντώδη φωνή του και τα σκαστά, κακαριστά, τρανταχτά γέλια του. Όταν γελούσε, με το χορταστικό, καλόκαρδο γέλιο του ξεσήκωνε τον κόσμο. Και ήταν χαρισματικός άνθρωπος ο μακαρίτης σε αστεία, γκάφες, πειράγματα. Δεν άφηνε κανέναν απείραχτο, ντόπιο ή ξένο, να περάσει από την Αγορά. Και τι δεν τράβαγαν οι άνθρωποι από τα χωριά του Λιδωρικιού που περνούσαν, συνήθως τα πρωινά κάθε Δευτέρας, πεζοπόροι για την Άμφισσα, κουρασμένοι, ιδρωμένοι με τα πουκάμισα έξω. Έκανε τον ανήξερο, έπαιρνε ύφος σοβαρό και άρχιζε:
-Από πού ορέ καλόπαιδα;
-Απ’ τα Λιδωρίκια, του απαντούσαν βιαστικά και προσπαθούσαν να αποφύγουν την παραπέρα συζήτηση. Μα αυτός συνέχιζε:
-Από μέσα ορέ καλόπαιδα ή από τα προαύλια;
-Από τα προαύλια, του απαντούσαν μονολεκτικά και βιάζονταν να τον προσπεράσουν.
Τόσο πολύ σκέπτονταν τα πειράγματά του, που πολλές φορές για να τον αποφύγουν δεν πέρναγαν μέσα από το χωριό, αλλά έκαναν ψηλά από τα ριζιά του βουνού, τις «πλακολιθιές». Όταν, λοιπόν, του ζητούσαν νερό οι τουρίστες, ο μακαρίτης ο Πατακομήτρος καταλάβαινε και ανταποκρινόταν. Όταν όμως του ζητούσαν παγωτό και άκουγε το «Άϊς Κρίιμ», χωρίς να ξέρει τι του ζητούσαν, απαντούσε στερεότυπα«Νο», την μόνη λέξη ξένης γλώσσας που είχε μάθει ακούγοντας τους αμερικάνους χωριανούς μας, συνοδεύοντάς την μάλιστα με την ανάλογη κίνηση του δείκτη του δεξιού του χεριού, χωρίς καμιά άλλη κουβέντα. Κι έτσι έβγαινε από την δύσκολη θέση, αν φυσικά υπήρχε ποτέ δύσκολη θέση για τον Πατακομήτρο.
Παρ’ όλα αυτά, όμως, τον απασχολούσε τι σήμαινε εκείνο το «Άϊς Κρίιμ» και προπάντων τον ανησυχούσε μήπως ήταν κάτι φαγώσιμο που πουλιόταν και έχανε το μαγαζί του. Βρήκε όμως την ευκαιρία να λύσει την απορία του όταν ήρθε από την Αμερική ο Μακαρίτης ο «Σέρβος» (Ζαγκούτας Δημήτριος του Αγγελή, γενν.1889). Ζωντανή μένει η μνήμη κι εκείνου του μακαρίτη. Πολλές ιστορίες σέρνει πίσω του. Δεν έχασε, λοιπόν, την ευκαιρία ο Πατακομήτρος και τον ρώτησε σχετικά για το «Άϊς Κρίιμ».
Πειραχτήρι καθώς ήταν και ο Σέρβος δεν έχασε κι αυτός την ευκαιρία να βγάλει το άχτι του στον Πατακομήτρο για τα τόσα και τόσα πειράγματά του. Δεν μπορούσε να το χωνέψει που μόλις ξεμύταγε στην Αγορά δεν τον άφηνε ήσυχο με τα πειράγματά του για την πλουμιστή, λουλουδάτη γραβάτα του και το πλατύγυρο καπέλο του και του… «εξήγησε».
-Ρε Μήτρο, Άϊς Κρίιμ θα ειπεί τουαλέτα.
-Και τι είναι αυτό, πουλιέται στα μαγαζιά;
-Όχι ρε Μήτρο, το αποχωρητήριο είναι.
-Ά, κατάλαβα, κατάλαβα, έχεις δίκιο.
Από εκείνη την ημέρα, κάθε τουρίστας που ζητούσε Άϊς Κρίιμ-παγωτό ο μακαρίτης ο Πατακομήτρος τον …οδηγούσε προς το κατώι του μαγαζιού του, όπου σε μια σκοτεινή γωνιά υπήρχε μια πρόχειρη τουαλέτα και γίνονταν χίλιες δυο παρεξηγήσεις από τους τουρίστες, που, τρομαγμένοι, τόβαζαν στα πόδια, χωρίς να γυρίζουν να κοιτάξουν πίσω τους. Ο μακαρίτης ο Σέρβος είχε βγάλει το άχτι του. Είχε όμως προλάβει και είχε πετάξει για την Αμερική. Δεν έμαθα αν πρόλαβε ο Πατακομήτρος να ανταποδώσει το… «καλό» που του έκανε ο Σέρβος.
Ήταν χαρισματικοί οι άνθρωποι της Αγοράς του χωριού μας τότε. Σαν έβγαιναν στην «Αγορά» ή στα«Χαμάλικα» γελούσαν και οι πέτρες. Οι καιροί άλλαξαν όμως. Στις μέρες μας οι άνθρωποι λιγόστεψαν. Πάνε και οι χαρισματικοί, που έδιναν ζωή και χάρη στο χωριό.
ΑΓΙΑΘΥΜΙΩΤΙΚΑ ΝΕΑ - Αρ. Φύλλου 94
Πηγή φώτο: Συλλεκτικά