Ένα γεγονός που έχει προκαλέσει το παγκόσμιο ενδιαφέρον είναι η αποκάλυψη του μεγαλύτερου ταφικού μνημείου που έχει βρεθεί στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στην Αμφίπολη, σε μία αρχαιοτάτη πόλη στις όχθες τού Στρυμόνα, με ίχνη ανθρώπινης εγκατάστασης από το 3000 π.Χ..
Η πρώτη ονομασία τής πόλης ήταν Εννέα Οδοί, απ’ τους εννέα δρόμους που περνούσαν απ’ αυτήν. Το 437 π.Χ. όμως οι Αθηναίοι επανίδρυσαν την πόλη, με το όνομα Αμφίπολη, έχοντας ως στόχο τον έλεγχο μιας μεγάλης περιοχής, πλούσιας σε πρώτες ύλες. Τον 8ο αι. μ.Χ. η Αμφίπολη εγκαταλείφθηκε και το όνομά της ξαναδόθηκε σε έναν σύγχρονο οικισμό, 60 χλμ. περίπου ΝΑ των Σερρών.
Και ενώ υπάρχουν και θα υπάρξουν τόσα πολλά να ειπωθούν γι’ αυτό το συναρπαστικό μνημείο, εμείς θα επικεντρωθούμε στο «λεσβιακό άρωμα» που αναδύουν οι ανασκαφές. Πρόκειται για την διακόσμηση της έλικος των κιονοκράνων που ονομάζεται Λέσβιον κυμάτιον, δηλαδή για το διακοσμητικό μέλος μιας καμπύλης επιφάνειας που σκοπό έχει να τονίσει ή να διαχωρίσει δύο άλλες επιφάνειες. Και ως γνωστόν στην αρχαιότητα, εκτός από το λέσβιον κυμάτιον, υπήρχε το δωρικόν και το ιωνικόν.
Ως φαίνεται η επίδραση τού αρχαϊκού Λεσβιακού πολιτισμού δεν υπήρξε μόνον στην ποίηση και στην μουσική. Διότι, όπως παρατηρούμε μέσα απ’ τα αρχαία κείμενα, οι Λέσβιοι ανέπτυξαν δικές τους τεχνικές και ρυθμούς και στην τοιχοδομία, με την λεσβία οικοδομία, αλλά και στην αρχιτεκτονική, με το αιολικό κιονόκρανο και με το λέσβιον κυμάτιον. 
Η αναφορά στον λεσβιακό αυτόν ρυθμό βρίσκεται σε ένα απόσπασμα απ’ το έργο του Αισχύλου «Θαλαμοποιοί» απ. 78, που το διέσωσε ο Ιούλιος Πολυδεύκης γνωστός ως Julius POLLUX:
«και Λέσβιον δε <κύμα> και εκφάτνωμα δε και κύμα μέρη έργω εν Αισχύλου Θαλαμοποιοίς…»(Ονομαστικόν 7, 123).
[και το Λέσβιον κυμάτιον και το φάτνωμα (το κοίλο χώρισμα τής οροφής) και το κυμάτιον είναι τμήματα πού βρίσκονται στο έργο τού Αισχύλου “Θαλαμοποιοί”…]
Εκείνο δε που πράγματι μας έχει αφήσει κατάπληκτους είναι η μεγάλη αγάπη των αρχαίων καλλιτεχνών, σε όλη την Ελληνική επικράτεια, για τη λεσβιακή επινόηση, καθώς συναντούμεσυχνά το λέσβιον κυμάτιον σε διάφορα αρχαία μνημεία ή αγγεία. Επίσης μας καταπλήσσει η χρήση του από την Ελλάδα μέχρι την Ρώμη, από την Ρώμη στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Εκτός όμως από το Λέσβιον κυμάτιον υπάρχει και κάτι άλλο στην Αμφίπολη που αναδύει «Λεσβιακό άρωμα». Είναι ο εντυπωσιακός «Λέων της Αμφίπολης» που, μέχρι τώρα τουλάχιστον, θεωρείται ότι είχε στηθεί προς τιμήν του Λαομέδοντος, παιδικού φίλου και στρατηγού του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Ο Λαομέδων ήταν ένας επιφανής Μυτιληναίος την καταγωγή, γιος του Λαρίχου και αδελφός του Εριγυίου, επίσης φίλου και ικανώτατου στρατηγού του Μακεδόνα στρατηλάτη. Θα πρέπει να γεννήθηκε γύρω στο 356 π.Χ., τότε που γεννήθηκε και ο Αλέξανδρος, αφού είχαν περίπου την ίδια ηλικία.
Όπως αναφέρει ο Αρριανός ο Λαομέδων, ο αδελφός του Ερίγυιος, ο Άρπαλος, ο ναύαρχος Νέαρχος και ο Πτολεμαίος ο Λάγου, ήταν όλοι παιδικοί φίλοι τού Αλεξάνδρου και μεγάλωναν μαζί του μέσα στην αυλή του Φιλίππου. Όταν ο Αλέξανδρος έγινε βασιλιάς και ξεκίνησε την εκστρατεία του, τον όρισε υπεύθυνο στους αιχμαλώτους διότι, ο Λαομέδων γνώριζε διάφορες γλώσσες με πρώτη τα Περσικά. Ακόμη συμπεριελήφθηκε ανάμεσα στους 32 τριηράρχους που έπλευσαν τον Υδάσπη ποταμό. Όλα αυτά δείχνουν ότι ο Αλέξανδρος τον εμπιστευόταν και τον υπελόγιζε ανάμεσα στους εκλεκτούς και ισχυρούς συνεργάτες του.

Παραλλαγές του Λεσβίου κυματίου
Μετά τον θάνατο του Μ. Αλεξάνδρου ορίσθηκε σατράπης της Συρίας, όπως μας πληροφορεί ο Διόδωρος Σικελιώτης, «ούτος δε (Αρριδαίος ο Φιλίππου υιός) παραλαβών την των όλων ηγεμονίαν και συνεδρεύσας μετά των ηγεμόνων Πτολεμαίω μεν τω Λάγου την Αίγυπτονέδωκεν, Λαομέδοντι δε τω Μιτυληναίω Συρίαν».
Σύμφωνα με την άποψη του Αμερικανοσουηδού καθηγητού Αρχαιολογίας Oscar Theodore Broneer (1894 - 1992), ο επιβλητικός μαρμάρινος λέοντας που βρίσκεται στην Αμφίπολη και βρέθηκε στις ανασκαφές τού 1937, είχε στηθεί προς τιμήν του Λαομέδοντος. Υπάρχουν βέβαια και άλλες, διαφορετικές απόψεις, αλλά αυτή τού Oscar Broneer θεωρείται ως η επικρατέστερη, διότι, όπως υποστηρίζει και ο Γερμανός ιστορικός Johann Droyzen Ιστορία των Διαδόχων του Μ. Αλεξάνδρου», εκδ. Τράπεζα Πίστεως σελ. 27), ο πατέρας του Λάριχος,όταν εγκατέλειψε την Λέσβο, εγκαταστάθηκε στην Αμφίπολη, απ’ όπου ο Αλέξανδρος εξόρμησε για να κατακτήσει τον κόσμο.

Από τα πρώτα ευρήματα που έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη στο ταφικό μνημείο της Αμφίπολης
Να λοιπόν πώς δικαιολογείται ο τίτλος τού παρόντος άρθρου. Και μέχρι να ολοκληρωθούν οι ανασκαφικές εργασίες, θα περιμένουμε, ελπίζοντας να βρεθούν και άλλα στοιχεία που να αναδύουν το γλυκό άρωμα της Λέσβου.