“Στην Ομόνοια, η σοβαρότερη ίσως και πιο παραδοσιακή ώς προς την ιστορία της πλατείας γωνία είναι αυτή που βρίσκεται το καφενείο “Νέον”.
Εδώ κυριαρχούν, όπως είπα, οι μεγαλύτερες ηλικίες, όμως ανάμεσά τους φυτρώνουν ωσάν λουλούδια και αρκετοί νεαροί, αδιάφοροι, θαρρεί, ή ανήξεροι για τα όσα συμβαίνουν λίγο παραπέρα. Είναι γνωστό σε μερικούς ότι στα βάθη του τεραστίου και μάλλον ακαλαίσθητου αυτού Λεβιάθαν συχνάζουν μερικοί σπουδαίοι παλαιοί επιστήμονες, παροπλισμένοι τώρα πια, όπου σχεδόν στο ίδιο πάντοτε τραπεζάκι, πίνοντας τον καφέ τους, διαβάζουν με επιμέλεια ξενόγλωσσες εφημερίδες, μελετούν βιβλία ή σημειώνουν διάφορα πράγματα.
Το θελκτικό, ως εικόνα, συνήθειο της συγγραφής και μελέτης σε καφενείο, που το έχουν και αρκετοί νεώτεροι, όπως ένας φίλος μου, μεγάλος κατ’ εμέ σκηνοθέτης, που τον βλέπω συχνά σε μια καφετέρια της πλατείας Εξαρχείων να μελετά και να γράφει και όπως ο μέγας και πολύς Ζαν Πωλ Σαρτρ, που έγραφε μεταπολεμικά σ’ ένα τραπεζάκι του “Καφέ Φλορ”, είναι για μέσα ακατανόητο, εκτός από την περίπτωση των πολύ προχωρημένων σε ηλικία. Είναι μια παρηγοριά, μια ασφάλεια, το γεμάτο καφενείο.
Σε αναζωγονεί και σε προφυλάσσει, θαρρείς, από κάθε τι το ξαφνικό, που σε περιτριγυρίζει και που στο έρημο σπίτι μπορεί απείρως πιο εύκολα να σε αρπάξει και να σε ξεκάνει.
Άλλωστε ό,τι ήταν να κάνεις και να γράψεις το έκανες, τώρα πια καλλιεργείς και συνδυάζεις τις συνήθειές σου.
Το καφενείον “Νέον” είχε, όπως και τα άλλα της πλατείας, καρέκλες και στο πεζοδρόμιο, αυτό συντελούσε ίσως στο να είναι ο χώρος περισσότερο ερωτικώς, καθώς στης καρέκλες καθόντουσαν και άνθρωποι, ενδιαφερόμενοι όχι μόνο για της δουλειές τους, αλλά και για την κίνηση. Άλλωστε, το πλήθος και ο ορυμαγδός από το τάβλι, της συζητήσεις και τις παραγγελίες που υπήρχε μέσα είναι για σήμερα κάτι το αδιανόητο.
Οι καλομαθημένοι σε καφενεία νεαροί επαρχιώτες, οι από τις νοικοκυρεμένες μεσαίες πόλεις καταγόμενοι, δεν ήθελαν να μπούνε στην κοιλιά του κήτους, αλλά κάθονταν στις έξω καρέκλες ή περίμεναν εκεί γύρω όρθιοι. Και αυτό ακριβώς ήταν που συντελούσε. Πάνω από το “Νέον” είναι το ξενοδοχείο “Karlton”, όχι σπουδαίας κατηγορίας, όπως θα νόμιζε ένας αδαής, κρίνοντας από το διάσημο διεθνώς όνομά του.”
Το 1920 οι Περικλής Γκόσιος και Γιάννης Δούκας ιδρύουν στην Ομόνοια το καφενείο “Νέον Βυζάντιον” που τελικά επικράτησε να αποκαλείται το “Νέον”. Βρίσκονταν στην πλατεία Ομονοίας μεταξύ Πανεπιστημίου και 3ης Σεπτεμβρίου κάτω από το Ξενοδοχείο “Κάρλοτ”. Ο χώρος του θύμιζε μέχρι τα τελευταία χρόνια χαρακτηριστικό δείγμα νεοκλασικής αρχιτεκτονικής. Στις οροφές του είχε κλασικά θέματα με απομιμήσεις μαρμάρου και αρκετές ελαιογραφίες στο εσωτερικό του.
Το καφενείο Νέον εκτός από τόπο που γεννήθηκαν πολλοί σκακιστές, ήταν το μέρος που σύχναζαν ο Γιάννης Ρίτσος, ο Ναπολέων Λαπαθιώτης, ο Γιώργος Ιωάννου και ο Γιάννης Τσαρούχης. Ο τελευταίος μάλιστα έχει απαθανατίσει το Νέον σε δυο ελαιογραφίες του που βρίσκονται σήμερα στην Εθνική Πινακοθήκη της Αθήνας: «Το καφενείο Νέον – ημέρα» (1956-66) και «Το καφενείο Νέον – βράδυ» (1965-66).
Η υποβάθμιση όμως της Πλατείας οδηγούσε σε σταδιακή παρακμή και του Νέον. Ενώ είχε μετατραπεί ήδη σε καφεστιατόριο αναγκάζεται σε ριζική ανακαίνιση το 2009 προκειμένου να αντεπεξέλθει. Δεν κατάφερε όμως να μείνει ανοικτό για παραπάνω από έναν χρόνο, οπότε το περίφημο καφενείο έκλεισε οριστικά και πήρε μαζί του και ένα ιστορικό τοπόσημο για την Ομόνοια.
Οι νέοι ιδιοκτήτες επενδύουν στο κτίριο 3εκ. ευρώ. Η παλιά γωνιά του Νέον ανακαινισμένη και φωτεινή αποκτάει και πάλι λίγο από την αίγλη του παρελθόντος. Σήμερα φιλοξενεί στους χώρους του Νέον μεγάλη αλυσίδα αρτοποιείων.