Ο Ηφαιστίων ( 356 π.Χ – 325 π.Χ.) ήταν γιος του Αμύντορα, παιδικός φίλος, αξιωματικός και συνοδοιπόρος του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην εκστρατεία του στην Ασία.
Γεννήθηκε στην Πέλλα και ήταν ένας από τους Μακεδόνες βασιλικούς παίδες που συμμετείχαν μαζί με τον Αλέξανδρο στις διαλέξεις του Αριστοτέλη στη Μίεζα, ίσως το 343. Συμμετείχε ως αξιωματικός στην εκστρατεία του Αλέξανδρου στην Ασία.
Αρχικά τον βρίσκουμε στην Τροία να στεφανώνει τον τάφο του Πατρόκλου, ενώ αντίστοιχα ο Αλέξανδρος στεφάνωσε τον τάφο του Αχιλλέα, φανερώνοντας την ισόβια φιλία ανάμεσα στους δύο άνδρες. Χαρακτηριστικά, ο Αλέξανδρος συνήθιζε να αναφέρεται στον Κρατερό ως Φιλοβασιλέα, ενώ στον Ηφαιστίωνα ως Φιλαλέξανδρο. Στα πρώτα χρόνια της εκστρατείας στην Ασία, βρίσκουμε ελάχιστες αναφορές στον Ηφαιστίωνα σε στρατιωτικές επιχειρήσεις. Το 332 π.Χ. τον βρίσκουμε να ηγείται του στόλου που συνόδευε τον στρατό του Αλέξανδρου στη Φοινίκη. Το 331 π.Χ., ήταν αυτός που δέχτηκε ένα νεαρό από τη Σάμο, τονΑριστίωνα, σταλμένο από τον Δημοσθένη για να μεσολαβήσει στον Αλέξανδρο για ένα πιθανό συμβιβασμό.
Κατά τη διάρκεια της μάχης στα Γαυγάμηλα, ο Ηφαιστίων τραυματίστηκε ενώ πολεμούσε ως επικεφαλής των σωματοφυλάκων. Πήρε ενεργό μέρος στην ανάκριση τουΦιλώτα και μάλιστα προέτρεψε τους υπόλοιπους Μακεδόνες να τον βασανίσουν ώστε να ομολογήσει τους συνενόχους του. Ως ανταμοιβή, του δόθηκε η ηγεσία τωνΕταίρων, την οποία μοιράστηκε με τον Κλείτο τον μαύρο, γιο του Δροπίδη. Στη συνέχεια ο Ηφαιστίων πήρε ενεργό μέρος στις εκστρατείες στη Βακτρία, στη Σογδιανήκαι αργότερα στην Ινδία, επικεφαλής της εμπροσθοφυλακής μαζί με τον Περδίκκα. Μάλιστα, μετά από 30 ημέρες πολιορκίας κατάφεραν να καταλάβουν την πόληΌμφιδα (Τάξιλα).
Στη μάχη του Υδάσπη εναντίον του Πώρου, ο Ηφαιστίων διοικούσε το ιππικό στην αριστερή πτέρυγα της στρατιάς του Αλέξανδρου. Στην συνέχεια μαζί με τον Περδίκκα ίδρυσαν την πόλη Οροβάτιδα στον δρόμο προς τον Ινδό ποταμό.
Αργότερα, στα Σούσα, πήρε μέρος στον ομαδικό γάμο με γυναίκες από την Περσία και μάλιστα ο ίδιος νυμφεύθηκε τη Δρυπετίδα, αδερφή της γυναίκας του Αλέξανδρου, Στατείρας. Από τα Σούσα στάλθηκε με το κυρίως τμήμα του πεζικού στον Περσικό Κόλπο και έφτασαν μαζί στα Εκβάτανα το 325 π.Χ.. Κατά τη διάρκεια αγώνων και εκτεταμένης οινοποσίας, ο Ηφαιστίωνας αρρώστησε από πυρετό, με συνέπεια ύστερα από εφτά ημέρες να πεθάνει σε ηλικία 31 ετών.
ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ
"Μετά από παραμονή 30 ημερών στη Νησαία και μετά από μία εβδομαδιαία πορεία ο Αλέξανδρος έφτασε στα Εκβάτανα περί τα τέλη Νοεμβρίου του 324. Στην πρωτεύουσα της Μηδίας, τακτοποίησε σημαντικές κρατικές υποθέσεις και διοργάνωσε πάλι συμπόσια για τους εταίρους, μουσικούς και θεατρικούς αγώνες, για τους οποίους είχαν φτάσει 3.000 ηθοποιοί από όλη την Ελλάδα. Στη διάρκεια των αγώνων στα Εκβάτανα αρρώστησε ο Ηφαιστίων, ο οποίος την έβδομη ημέρα της ασθένειάς του φαίνεται ότι αισθάνθηκε καλύτερα και αποφάσισε να διακόψει τη θεραπευτική αγωγή. Κρίνοντας ότι μπορούσε να επιδοθεί ξανά στην κραιπάλη, όπως συνήθιζαν όλο και περισσότεροι αξιωματούχοι, καταβρόχθισε για πρωινό έναν ολόκληρο ψητό κόκορα και ήπιε ένα μεγάλο ψυκτήρα κρασί. Αν και η ποσότητα αυτή δύσκολα γίνεται πιστευτή, φαίνεται ότι το αποτέλεσμα της οινοποσίας ήταν να υποτροπιάσει ο Ηφαιστίων και λίγο αργότερα να πεθάνει. Ο Αλέξανδρος που παρακολουθούσε γυμνικούς αγώνες παίδων, όταν το έμαθε έτρεξε κοντά του, αλλά δεν τον πρόλαβε ζωντανό.
Το πένθος του ήταν βαρύ και κάθε συγγραφέας έδωσε τη δική του εκδοχή των όσων ακολούθησαν. Άλλοι έγραψαν ότι έπεσε πάνω στο σώμα του Ηφαιστίωνα και έμεινε εκεί σχεδόν όλη την ημέρα, άλλοι ότι έμεινε έτσι όλη την ημέρα κι όλη τη νύχτα, ώσπου τον τράβηξαν με τη βία οι εταίροι. Άλλοι έγραψαν ότι σταύρωσε τον Γλαυκία, τον θεράποντα γιατρό του Ηφαιστίωνα, κι άλλοι ότι τον κρέμασε, είτε διότι δήθεν χορήγησε λάθος φάρμακο στον Ηφαιστίωνα είτε διότι τον είδε να πίνει κρασί και δεν τον εμπόδισε, αν και ο Πλούταρχοςλέει ότι ο Γλαυκίας παρακολουθούσε αγώνες, όταν ο Ηφαιστίων πήρε το μοιραίο πρόγευμα. Κάποιοι άλλοι έγραψαν ότι κατέσκαψε τον ναό του Ασκληπιού στα Εκβάτανα, επειδή ο θεός δεν έσωσε τον φίλο του. Ειδικά αυτό δεν μπορεί να ευσταθεί, διότι αφενός έδωσε αργότερα σεπρεσβεία των Επιδαυρίων ανάθημα (αφιέρωμα) για τον ναό του Ασκληπιού, λέγοντας με παράπονο «πάρτε το, αν και ο θεός δεν έσωσε τον φίλο, που αγαπούσα περισσότερο από τη ζωή μου» και αφετέρου στα πλαίσια της προπαγάνδας δεν ήταν δυνατόν ως γιος του ανώτατου θεού, να καταστρέψει το ναό ενός άλλου θεού. Τέλος, οι θεότητες τις οποίες τιμούσε ο Αλέξανδρος ήταν ο Δίας, η Αθηνά και όσες άλλες είχαν ειδικότητα στην υποστήριξη του κατακτητικού του έργου. Ο Ασκληπιός δεν περιλαμβανόταν στο ελληνικό δωδεκάθεο, ήταν κατώτερος θεός και οι ναοί του ήταν λίγοι και σε συγκεκριμένες πόλεις της Ελλάδας, ενώ δεν ανήκε ούτε στο μηδικό ούτε στο περσικό πάνθεο.
Πάντως όλοι συμφωνούσαν ότι ο Αλέξανδρος επί τρεις ημέρες μετά το θάνατο του Ηφαιστίωνα, ούτε έφαγε ούτε περιποιήθηκε το σώμα του. Επιπλέον δεν τον αντικατέστησε στη διοίκηση της χιλιαρχίας του εταιρικού ιππικού, διότι ήθελε να διατηρηθεί το όνομα του νεκρού φίλου του και το έμβλημα, που είχε επιλέξει. Ανέθεσε στον Περδίκκα να μεταφέρει το σώμα στη Βαβυλώνα, για να ταφεί με μεγαλοπρέπεια, κήρυξε πένθος σε όλη την επικράτεια.Έστειλε τον εταίρο Φίλιππο στο μαντείο του Άμμωνα με το ερώτημα, αν μπορούσε να τιμήσει τον νεκρό ως θεό, και μέχρι την άφιξη του χρησμού συνεχίστηκαν οι εκδηλώσεις πένθους. Διέταξε να κουρέψουν όλους του ίππους και τους ημίονους, και να σταματήσουν οι μουσικές στο στρατόπεδο. Ο Αλέξανδρος διέταξε τους κατοίκους των πόλεων, απ’ όπου θα περνούσε η νεκρική πομπή, να φροντίσουν για τα αναγκαία και όλους του κατοίκους της Ασίας να σβήσουν επιμελώς μέχρι το τέλος της κηδείας το λεγόμενο από τους Πέρσες ιερό πυρ. Οι Πέρσες έσβηναν το ιερό πυρ μόνο στο θάνατο του βασιλιά τους κι έτσι οι ασιάτες θεώρησαν ότι η διαταγή αυτή ήταν κακός οιωνός, που προμήνυε το θάνατο του ίδιου του Αλεξάνδρου. Ο θάνατος του Αλεξάνδρου βρίσκεται πλέον πολύ κοντά και από αυτό το σημείο, οι οιωνοί και τα θεϊκά σημάδια γίνονται αναπόσπαστα κομμάτια της ίδιας της ιστορίας για όλους τους αρχαίους συγγραφείς.
Όσο ζούσε ο Ηφαιστίων επικροτούσε όλες τις επιλογές του Αλεξάνδρου και έδειχνε μεγάλο ενθουσιασμό στην προώθηση των βαρβαρικών εθίμων, γι’ αυτό ο Αλέξανδρος τον χρησιμοποιούσε στις επαφές του με τους βαρβάρους. Αντίθετα ο Κρατερός ήταν προσκολλημένος στα πατροπαράδοτα έθιμα και ο Αλέξανδρος τον χρησιμοποιούσε στις επαφές του με τους Μακεδόνες και τους άλλους Έλληνες. Λόγω της συμπεριφοράς των δύο εταίρων ο Αλέξανδρος είχε χαρακτηρίσει τον μεν Ηφαιστίωνα φιλαλέξανδρο, δηλαδή προσωπικό του φίλο, τον δε Κρατερό φιλοβασιλέα, δηλαδή πιστό υποστηρικτή του θεσμού και όχι του προσώπου. Όπως ήταν λογικό, ανάμεσα στον Ηφαιστίωνα και τον Κρατερό αναπτύχθηκε μία αντιπαλότητα, η οποία κάποια φορά στην Ινδία τους οδήγησε στο σημείο να βγάλουν τα ξίφη τους από τους κολεούς. Οι άλλοι εταίροι παρενέβησαν και απέτρεψαν τα χειρότερα, ενώ ο Αλέξανδρος τους επέπληξε έντονα και αυστηρά. Ειδικά τον Ηφαιστίωνα τον προσέβαλε βαριά ενώπιον όλων αποκαλώντας τον «βαρεμένο και παράφρονα, επειδή δεν είχε αντιληφθεί ότι χωρίς τον Αλέξανδρο είναι ένα μηδενικό». Ορκίστηκε δε στον Άμμωνα και τους άλλους θεούς ότι τους αγαπούσε και τους δύο περισσότερο από κάθε άλλο άνθρωπο, αλλά αν έρχονταν ξανά σε αντιπαράθεση, θα σκότωνε ή και τους δύο ή όποιον έκανε την αρχή. Μετά τους ανάγκασε να συμφιλιωθούν και από τότε οι δύο εταίροι απέφυγαν ακόμη και τα αστεία μεταξύ τους. Όταν πέθανε ο Ηφαιστίων, ο Κρατερός ήταν καθ’ οδόν προς τη Μακεδονία κι έτσι δεν ανησύχησε καθόλου. Όμως πολλοί άλλοι εταίροι αφιέρωσαν «τα όπλα και το εαυτό τους» στον Ηφαιστίωνα, με πρώτο τον Ευμένη, που λόγω μιάς παλιάς διαμάχης του με το νεκρό, δεν ήθελε να δημιουργήσει λάθος εντυπώσεις. Όλοι δε οι αξιωματούχοι άρχισαν να παραγγέλλουν απεικονίσεις του Ηφαιστίωνα σε χρυσό, ελεφαντόδοντο και άλλα πολύτιμα υλικά, για να ευχαριστήσουν τον Αλέξανδρο.
Ο Αλέξανδρος όλο αυτό το διάστημα συσκεπτόταν για την κατασκευή του ταφικού μνημείου με διάφορους τεχνίτες και κυρίως με τον Στασικράτη, ο οποίος υποσχόταν τολμηρά, καινοτόμα και μεγαλοπρεπή πράγματα. Ο Στασικράτης είχε πει στον Αλέξανδρο σε παλαιότερη συνάντησή τους ότι το όρος Άθως της Θράκης (της σημερινής Χαλκιδικής) προσφέρεται για το καλύτερο και μονιμότερο άγαλμα. Μπορούσε να το διαμορφώσει έτσι, ώστε να απεικονίζει τον Αλέξανδρο να κρατάει μία πόλη 10.000 κατοίκων στο αριστερό χέρι και να κάνει σπονδή με το δεξί, απ’ όπου θα χυνόταν στη θάλασσα το νερό ενός ποταμού.
Η κηδεία του Ηφαιστίωνα
(Αρριανός Ζ.14-15, Διόδωρος ΙΖ.113.3-4, 115, Πλούταρχος Αλέξανδρος 72.3-5, 74.2-κ.ε., Ιουστίνος 12.12.12)
Στη Βαβυλώνα έγινε η κηδεία του Ηφαιστίωνα, τη σορό του οποίου είχε φέρει πιο πριν ο Περδίκκας. Για την κατασκευή της ταφικής πυράς ο Αλέξανδρος γκρέμισε τα τείχη της πόλης σε έκταση 10 σταδίων (περίπου 1,8 χμ), διάλεξε τις ψημένες πλίνθους, εξομάλυνε το έδαφος και έφτιαξε ένα τετράγωνο κρηπίδωμα επιφανείας ενός τετραγωνικού πλέθρου (περίπου 874 τμ). Πάνω του κατασκεύασε 30 θαλάμους και έστρωσε την οροφή τους με κορμούς φοινίκων, ώστε όλη η κατασκευή να είναι τετράγωνη. Η εξωτερική διακόσμηση αποτελούνταν από επτά επάλληλα διαζώματα. Το διάζωμα της βάσης αποτελούσαν 240 χρυσές πλώρες πεντήρων, που στις επωτίδες (τα δύο δοκάρια εκατέρωθεν της πλώρης, απ’ όπου κρεμούσαν τις άγκυρες) είχαν από ένα άγαλμα τοξότη ύψους 4 πήχεων (περίπου 1,80 μ), με το ένα πόδι γονατισμένο (σε θέση βολής), ενώ στο κατάστρωμα υπήρχαν ανδριάντες ενόπλων ύψους 5 πήχεων (περίπου 2,20 μ). Τα διάκενα ανάμεσα στις πλώρες συμπλήρωναν μάλλινες φοινικίδες(κόκκινες σημαίες, που σηματοδοτούσαν την έναρξη ναυμαχίας). Στο δεύτερο επίπεδο είχαν τοποθετηθεί δάδες ύψους 15 πήχεων (περίπου 6,60 μ). Στη λαβή τους είχαν χρυσά στεφάνια, στο σημείο της καύσης είχαν αετούς, που κοιτούσαν προς τα κάτω με ανοιχτά τα φτερά τους, και στις βάσεις τους είχαν δράκοντες, που κοιτούσαν τους αετούς. Στο τρίτο επίπεδο υπήρχαν παραστάσεις κυνηγιού κάθε είδους ζώων, στο τέταρτο επίπεδο υπήρχε χρυσή παράσταση κενταυρομαχίας και το πέμπτο διάζωμα είχε χρυσές παραστάσεις λεόντων και ταύρων εναλλάξ. Το έκτο διάζωμα είχε παραστάσεις μακεδονικών και περσικών όπλων, που συμβόλιζαν τη νίκη των Μακεδόνων επί των βαρβάρων. Στο ανώτατο διάζωμα υπήρχαν κούφια αγάλματα Σειρήνων, απ’ όπου αθέατες μοιρολογήτρες έψελναν τον επικήδειο θρήνο στον νεκρό. Το συνολικό ύψος της νεκρικής πυράς ξεπερνούσε τους 130 πήχεις (περίπου 57,66 μ).
Αξιωματούχοι, στρατιώτες, πρέσβεις και ντόπιοι συναγωνίζονταν σε προσφορές και όλες οι επικήδειες τελετές ήταν μεγαλειώδεις. Λέγεται ότι οι συνολικές (δημόσιες και ιδιωτικές) δαπάνες για την κηδεία του Ηφαιστίωνα ήταν κολοσσιαίες. Κατά τον Αρριανό οι νεκρικές τελετές προς τιμήν του Ηφαιστίωνα είχαν κόστος 10.000 τάλαντα. Κατά τον Πλούταρχο ο Αλέξανδρος δεν είχε σκοπό να ξεπεράσει το ποσό των 10.000 ταλάντων, αλλά ήθελε η κομψότητα και η ομορφιά του μνημείου να το κάνουν να δείχνει ακριβότερο. Κατά τον Ιουστίνο κόστισαν 12.000 τάλαντα, ενώ κατά τον Διόδωρο τα ξεπέρασαν. Οι τελετές έκλεισαν με γυμνικούς και μουσικούς αγώνες, τους λαμπρότερους που είχε διοργανώσει ως τότε ο Αλέξανδρος. Πήραν μέρος 3.000 διαγωνιζόμενοι, «που λίγο αργότερα έμελλε να διαγωνισθούν και στην δική του κηδεία».
Το γενικό πένθος για τον Ηφαιστίωνα συνεχιζόταν, αλλά δεν ανέστειλε ούτε στο ελάχιστο τις δραστηριότητες του Αλεξάνδρου. Κανείς από τους αρχαίους συγγραφείς δεν δίνει αναλυτικά τη σειρά των γεγονότων στη Βαβυλώνα, γι’ αυτό δεν γνωρίζουμε ποιά προηγήθηκαν και ποιά ακολούθησαν την κηδεία του Ηφαιστίωνα. Κρίνουμε όμως ότι ο Αλέξανδρος την προέταξε, όπως είναι ανθρωπίνως αναμενόμενο κι επισημαίνουμε ότι κανένας αρχαίος ιστορικός δεν την συνδέει με τον χρησμό, που είχε ζητηθεί από το μαντείο του Άμμωνα. Μετά λοιπόν την κηδεία συνάντησε πρέσβεις από όλη την Ελλάδα. Λέγεται ότι ο Αλέξανδρος συγκέντρωσε από τα Σούσα, τις Πασαργάδες και όλα τα άλλα μέρη της Ασίας τα λάφυρα, που είχε πάρει ο Ξέρξης από την Ελλάδα, και τα παρέδωσε στους πρέσβεις των αντιστοίχων κρατών.Παλαιότερα είχε παραδώσει σε Αθηναίους πρέσβεις τις προτομές των δύο τυραννοκτόνων, του Αρμόδιου και του Αριστογείτονα, αυτή τη φορά τους παρέδωσε το άγαλμα της Κελκέας Αρτέμιδος.
Δεν ξέρουμε για ποιόν ακριβώς λόγο πήγε η κάθε πρεσβεία, αλλά λόγω της μαζικής προσέλευσης, τόσο των ελληνικών όσο και των άλλων πρεσβειών, που είχε συναντήσει κατευθυνόμενος από τα Εκβάτανα προς τη Βαβυλώνα, πρέπει να υποθέσουμε ότι πήγαν με αφορμή την εθιμοτυπία. Είχε προηγηθεί η καθυπόταξη της περσικής αυτοκρατορίας, όλης της Ινδίας στα δυτικά κυρίως του Ινδού και η επίσημη διακήρυξη του τερματισμού του πολέμου στην Ώπη. Ένας μεγάλος αριθμός λαών και πλουτοπαραγωγικών πηγών, σε μία εδαφική έκταση πολύ μεγαλύτερη του αχαιμενιδικού κράτους άρχιζε πλέον να οργανώνεται με ενιαίο διοικητικό, φορολογικό, νομισματικό και μετρικό σύστημα. Μια αυτοκρατορία Ασίας, Ινδίας και των γνωστών εδαφών Ευρώπης και Αφρικής, ήταν εν τη γενέσει και όλοι οι γειτονικοί λαοί, σύμμαχοι και μη, έσπευδαν να φιλοφρονήσουν τον κοσμοκράτορα, για να προλάβουν ήνα διαλύσουν τυχόν παρεξηγήσεις και να εξασφαλίσουν οφέλη.
Ο Αλέξανδρος δέχθηκε πρώτους όσους είχαν έλθει για θρησκευτικά θέματα, δεύτερους όσους έφερναν δώρα, τρίτους όσους είχαν μεθοριακές διενέξεις και ζητούσαν διαιτησία, τέταρτους όσους είχαν πάει για ιδιωτικά θέματα και πέμπτους όσους διαφωνούσαν με την επάνοδο εξορίστων, την οποία είχε αποφασίσει νωρίτερα. Ιεραρχώντας το κύρος των ιερών τους δέχθηκε πρώτους τους Ηλείους, μετά τους Αμμωνίους, τους Δελφούς, τους Κορινθίους, τους Επιδαυρίους και μετά όλους τους άλλους. Είναι χαρακτηριστικό ότι, ενώ ο Αλέξανδρος μέχρι και τον Κλείτο είχε σκοτώσει με τα χέρια του, στον αγώνα του να θεωρηθεί γιος του Άμμωνα, κατέταξε το Αμμώνιο δεύτερο σε αξία μετά το ιερό του Διός στην Ολυμπία. Δηλαδή για άλλη μία φορά, και μάλιστα σε μία χρονική περίοδο που είχε εξαλείψει κάθε αντίθετη φωνή, έκανε σαφές ότι ο κόσμος είχε κατακτηθεί από ένα βασιλιά κοσμοπολίτη μεν, ελληνικής καταγωγής και συνείδησης δε. Επιπλέον πολλά είχαν αλλάξει από τότε, που ο Άμμων «υιοθέτησε» τον Αλέξανδρο. Οι νέες καταστάσεις επέβαλλαν να απομακρυνθεί από τον Αιγύπτιο θεό και να εφεύρει ένα νέο παγκόσμιο θεό. Και εγένετο ο Σάραπις.
Την περίοδο εκείνη έφτασε στη Βαβυλώνα ο Κάσσανδρος, ο γιος του Αντίπατρου, του οποίου ο άλλος γιος, ο Ιόλας, υπηρετούσε ήδη στην Αυλή του Αλεξάνδρου ως αρχιοινοχόος. Επιπλέον ο Κάσσανδρος δεν έδειξε καμία ευελιξία και συμπεριφέρθηκε σαν Έλληνας ανάμεσα σε Έλληνες, προκαλώντας το βίαιο ξέσπασμα του Βασιλιά της Ασίας. Αυτή η τραυματική για τον Κάσσανδρο επαφή με τον Αλέξανδρο τον έκανε θανάσιμο εχθρό όλου του Οίκου των Αργεαδών, τον οποίο τελικά κατάφερε να εξαλείψει. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, όταν έφτασε στη Βαβυλώνα, επειδή δεν είχε ξαναδεί το ασιατικό τυπικό της προσκύνησης, η ελληνική ανατροφή του τον έκανε να γελάσει απερίσκεπτα, όπως αποδείχθηκε. Ίσως επειδή η συμπεριφορά του έβλαπτε τον τρόπο διοίκησης, που είχε επιλέξει ο Αλέξανδρος, ίσως επειδή ο Αλέξανδρος ήταν οργισμένος με τον πατέρα του, τον άρπαξε δυνατά από τα μαλλιά με τα δύο του χέρια και του χτύπησε το κεφάλι στον τοίχο. Κάποιαν άλλη φορά, ο Κάσσανδρος προσπάθησε να αντικρούσει αυτούς, που κατηγορούσαν τον πατέρα του, αλλά ο Αλέξανδρος του αντέτεινε το ερώτημα «Έκαναν τόσο δρόμο οι άνθρωποι χωρίς να αδικηθούν και συ λες ότι ήρθαν για να συκοφαντήσουν;». «Αυτό ακριβώς είναι συκοφαντία, ότι απέχουν πολύ από τις αποδείξεις» είπε ο Κάσσανδρος και ο Αλέξανδρος γελώντας δυνατά τον απείλησε «Αυτά είναι σοφίσματα του Αριστοτέλη και θα κλάψετε πολύ, αν φανείτε ότι τους αδικείτε έστω και λίγο». Η συμπεριφορά του Αλεξάνδρου λένε ότι ενστάλαξε στον Κάσσανδρο τέτοιο τρόμο για τον Αλέξανδρο, ώστε πολύ αργότερα, όταν ήταν πια βασιλιάς της Μακεδονίας, σε μία επίσκεψή του στους Δελφούς, βλέποντας μπροστά του έναν ανδριάντα του Αλεξάνδρου «έχασε τα λογικά του, του σηκώθηκαν οι τρίχες, άρχισε να τρέμει και μετά βίας συνήλθε».
πηγή
πηγή