Πριν χρόνια, τότε που τα είχαμε καλά με τη Τζαμαχιρία της Λιβύης, κυκλοφόρησε η φήμη για ένα άγαλμα του Καντάφι.
Οι κάτοικοι γύρω από την πλατεία Αιγύπτου, στο Πεδίο του Άρεως, διαφώνησαν και γκρίνιαξαν, για την τοποθέτησή του στη γειτονιά τους. Τελικά, το λάθος ήταν στο όνομα.
Πράγματι, στήθηκε μια προτομή, ήταν, όμως, του Καβάφη, έτσι η υπόθεση ξεχάστηκε στα γρήγορα.
Πρόκειται για την περιοχή με ένα από τα στολίδια της Αθήνας, το 277 στρεμμάτων πάρκο, που σήμερα μεταμορφώνεται στη Σπιναλόγκα της πόλης.
Συνήθως τα βιαστικά θέματα που καλύπτει η τηλεόραση δεν είναι για καλό! Έτσι βρεθήκαμε να περπατάμε ανάμεσα σε σκουπίδια, εργαλεία χρηστών και σπασμένα μάρμαρα. Μπόλικους κατεστραμμένους αγωγούς, ράθυμα σκυλιά και τσακισμένες ανθρώπινες ψυχές.
Δεν ψάχναμε κροκόδειλους, οι γείτονες έκαναν ακόμη μια προσπάθεια να «ακουστούν», μήπως και κάνουν πάρκο ετούτο το παρατημένο κομμάτι γης.
Η ανοιχτή κάμερα σβήνει, ντρέπεται κι αυτή από τις εικόνες, από την ανθρώπινη κατάντια και από το περιβάλλον, που με τα χεράκια και την αδιαφορία μας καταλήγει να φτιάξει μιασιχαμερή χωματερή ανθρώπων μέσα στην πόλη.
Το θέμα είναι κρίσιμο, εξαιρετικά λεπτό, κάπου πρέπει να πάνε οι εθισμένοι στα ναρκωτικά συμπολίτες μας, ενώ στις ίδιες πυκνές φυλλωσιές τρυπώνουν αρσενικές πόρνες που αλυχτούν και αναζητούν το διψασμένο περαστικό πελάτη.
Άνθρωποι και καθεστώτα, πολίτες και Μνημόνια. Η ουσία του πιο σπουδαίου θέματος, της διαχείρισης του κοινού μας χωροχρόνου, προδίδει τη θλιβερή κατάντια μας.
Φταίνε μήπως οι Γερμανοί και για αυτό το θέμα;
Μια βόλτα στο πάρκο δημιουργεί ένα σωρό από απορίες. Στην είσοδο τα αναμμένα φώτα μέρα μεσημέρι (7/7) και η μεγάλη ταμπέλα με τα 9.500.000 ευρώ του προϋπολογισμού κάνει ακόμη χειρότερη την κατάσταση. Η διαδρομή μέχρι την άλλη άκρη στην καφετέρια δεν είναι ευχάριστη.
Σύμφωνα με τους κατοίκους θέλει προσοχή, ειδικά τις νυχτερινές ώρες αναφέρουν τις προσπάθειες βιασμών. Όσο για τους ναρκομανείς χάνονται μέσα στην ανάγκη μιας δόσης, τόσο που το εσωτερικό του πάρκου μοιάζει με άγνωστη και εγκαταλελειμμένη ανιακή ηλικιωμένη, σαν το πρώην θεατράκι της Αλίκης, που με την ανάπλαση σκεπάστηκε και χάθηκε από τόνους χώματος.
Λίγο πιο πάνω ένα τμήμα του «πεδίου» που ξαναεγκαινιάστηκε το 2010, παραμένει «μαντρωμένο». Έτσι προφυλαγμένο θυμίζει χώρο που φιλοξενεί άγρια θηρία. Δεν είναι παρά μερικά στρέμματα που παλαιότερα ήταν το φυτώριο και σήμερα κρύβουν μερικές «ανθρώπινες» σκιές.
Αφήνουμε πίσω τη δυσωδία από τα κλειδαμπαρωμένα ουρητήρια και η εικόνα αλλάζει, μιαμισοσπασμένη παιδική χαρά, όαση γεμάτη φωνές από μανάδες και μικρά παιδιά. Όλα θα ήταν προβλέψιμα, όμως κι εδώ υπάρχει το μικρό δράμα. Η πόρτα της είναι κλειδωμένη. Ένα λουκέτο και μια ταμπέλα πληροφορεί ότι η παιδική χαρά δεν λειτουργεί, ωστόσο η ανάγκη αγνοεί και εδώ τους κανόνες, πηδά τα κάγκελα και κάνει του κεφαλιού της.
Στα όριά του πέφτουμε πάνω στο γιαπί κτήριο του «Οικονομίδη», και από την άλλη το διαλυμένο θέατρο «Green Park«.
Δύο σύμβολα περασμένων εποχών, σήμερα είναι τα καλύτερα αφοδευτήρια των περαστικών.
Δεν είναι ζήτημα γκρίνιας, ούτε θέλω να προκαλέσω τον οίκτο και τη λύπηση του αναγνώστη.
Προφανώς, τέτοια «θεματικά πάρκα» είναι αυτά που μας αξίζουν.
Η ανάγκη να κρύψουμε τη δυσμορφία μας βαθιά μέσα στην αγκαλιά μας, δημιουργεί τέτοια αποτελέσματα.
Μπορούμε να συνεχίσουμε άφοβα τη γκρίνια και, που ξέρεις, μέσα στο Πεδίο του Άρεως μπορεί να βρεθεί και κανένα παρατημένο άγριο θηρίο, και τότε πια ποιος μας πιάνει…
Μανόλης Δημελλάς
http://www.aixmi.gr/
Οι κάτοικοι γύρω από την πλατεία Αιγύπτου, στο Πεδίο του Άρεως, διαφώνησαν και γκρίνιαξαν, για την τοποθέτησή του στη γειτονιά τους. Τελικά, το λάθος ήταν στο όνομα.
Πράγματι, στήθηκε μια προτομή, ήταν, όμως, του Καβάφη, έτσι η υπόθεση ξεχάστηκε στα γρήγορα.
Πρόκειται για την περιοχή με ένα από τα στολίδια της Αθήνας, το 277 στρεμμάτων πάρκο, που σήμερα μεταμορφώνεται στη Σπιναλόγκα της πόλης.
Συνήθως τα βιαστικά θέματα που καλύπτει η τηλεόραση δεν είναι για καλό! Έτσι βρεθήκαμε να περπατάμε ανάμεσα σε σκουπίδια, εργαλεία χρηστών και σπασμένα μάρμαρα. Μπόλικους κατεστραμμένους αγωγούς, ράθυμα σκυλιά και τσακισμένες ανθρώπινες ψυχές.
Δεν ψάχναμε κροκόδειλους, οι γείτονες έκαναν ακόμη μια προσπάθεια να «ακουστούν», μήπως και κάνουν πάρκο ετούτο το παρατημένο κομμάτι γης.
Η ανοιχτή κάμερα σβήνει, ντρέπεται κι αυτή από τις εικόνες, από την ανθρώπινη κατάντια και από το περιβάλλον, που με τα χεράκια και την αδιαφορία μας καταλήγει να φτιάξει μιασιχαμερή χωματερή ανθρώπων μέσα στην πόλη.
Το θέμα είναι κρίσιμο, εξαιρετικά λεπτό, κάπου πρέπει να πάνε οι εθισμένοι στα ναρκωτικά συμπολίτες μας, ενώ στις ίδιες πυκνές φυλλωσιές τρυπώνουν αρσενικές πόρνες που αλυχτούν και αναζητούν το διψασμένο περαστικό πελάτη.
Άνθρωποι και καθεστώτα, πολίτες και Μνημόνια. Η ουσία του πιο σπουδαίου θέματος, της διαχείρισης του κοινού μας χωροχρόνου, προδίδει τη θλιβερή κατάντια μας.
Φταίνε μήπως οι Γερμανοί και για αυτό το θέμα;
Μια βόλτα στο πάρκο δημιουργεί ένα σωρό από απορίες. Στην είσοδο τα αναμμένα φώτα μέρα μεσημέρι (7/7) και η μεγάλη ταμπέλα με τα 9.500.000 ευρώ του προϋπολογισμού κάνει ακόμη χειρότερη την κατάσταση. Η διαδρομή μέχρι την άλλη άκρη στην καφετέρια δεν είναι ευχάριστη.
Σύμφωνα με τους κατοίκους θέλει προσοχή, ειδικά τις νυχτερινές ώρες αναφέρουν τις προσπάθειες βιασμών. Όσο για τους ναρκομανείς χάνονται μέσα στην ανάγκη μιας δόσης, τόσο που το εσωτερικό του πάρκου μοιάζει με άγνωστη και εγκαταλελειμμένη ανιακή ηλικιωμένη, σαν το πρώην θεατράκι της Αλίκης, που με την ανάπλαση σκεπάστηκε και χάθηκε από τόνους χώματος.
Λίγο πιο πάνω ένα τμήμα του «πεδίου» που ξαναεγκαινιάστηκε το 2010, παραμένει «μαντρωμένο». Έτσι προφυλαγμένο θυμίζει χώρο που φιλοξενεί άγρια θηρία. Δεν είναι παρά μερικά στρέμματα που παλαιότερα ήταν το φυτώριο και σήμερα κρύβουν μερικές «ανθρώπινες» σκιές.
Αφήνουμε πίσω τη δυσωδία από τα κλειδαμπαρωμένα ουρητήρια και η εικόνα αλλάζει, μιαμισοσπασμένη παιδική χαρά, όαση γεμάτη φωνές από μανάδες και μικρά παιδιά. Όλα θα ήταν προβλέψιμα, όμως κι εδώ υπάρχει το μικρό δράμα. Η πόρτα της είναι κλειδωμένη. Ένα λουκέτο και μια ταμπέλα πληροφορεί ότι η παιδική χαρά δεν λειτουργεί, ωστόσο η ανάγκη αγνοεί και εδώ τους κανόνες, πηδά τα κάγκελα και κάνει του κεφαλιού της.
Στα όριά του πέφτουμε πάνω στο γιαπί κτήριο του «Οικονομίδη», και από την άλλη το διαλυμένο θέατρο «Green Park«.
Δύο σύμβολα περασμένων εποχών, σήμερα είναι τα καλύτερα αφοδευτήρια των περαστικών.
Δεν είναι ζήτημα γκρίνιας, ούτε θέλω να προκαλέσω τον οίκτο και τη λύπηση του αναγνώστη.
Προφανώς, τέτοια «θεματικά πάρκα» είναι αυτά που μας αξίζουν.
Η ανάγκη να κρύψουμε τη δυσμορφία μας βαθιά μέσα στην αγκαλιά μας, δημιουργεί τέτοια αποτελέσματα.
Μπορούμε να συνεχίσουμε άφοβα τη γκρίνια και, που ξέρεις, μέσα στο Πεδίο του Άρεως μπορεί να βρεθεί και κανένα παρατημένο άγριο θηρίο, και τότε πια ποιος μας πιάνει…
Μανόλης Δημελλάς
http://www.aixmi.gr/