Η 6η Μαΐου 2012 πλησιάζει και το πολιτικό κλίμα τρομοκρατίας ανεβαίνει επικίνδυνα. Ο παλιός ελληνικός κινηματογράφος, που παραμένει νέος και ακμαίος μετά από 60 χρόνια, έχει ασχοληθεί με το θέμα του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι κι έχει δώσει αρκετά χαρακτηριστικά δείγματα λεβεντιάς και βλακείας. Το πλέον αξιοσημείωτο αυτών των πολιτικών ταινιών με πολιτικούς, πολιτευτές και πολίτες είναι ότι οι καταστάσεις που περιγράφουν παραμένουν σχεδόν ίδιες κι αναλλοίωτες ακόμη και μετά από τόσες δεκαετίες. Κι αυτό είναι η βασικότερη αιτία που εξακολουθούν και θα εξακολουθούν να αρέσουν, να ζητιούνται και να συζητιούνται.
Προεξάρχων και τολμηρότερος όλων είναι ο μέγας Αλέκος Σακελλάριος, ο "εκ των βάσεων του καταστήματος". Μας έχει αφήσει παρακαταθήκη τρεις σπουδαιότατες ταινίες που παρουσιάζουν με σάτιρα και πικρό χιούμορ τρεις όψεις του νομίσματος.
Πρώτη χρονικά [1954] ο Θανασάκης ο πολιτευόμενος όπου ο σπουδαγμένος των "πολιτικών και οικονομικών επιστημών"νέος [ο Βύρων Πάλλης σε πρώτο ρόλο] ροκανίζει την προίκα της γυναίκας του [Άννα Συνοδινού, επίσης σε πρώτο ρόλο] και φτάνει μέχρις χρεοκοπίας χωρίς να καταφέρει να εκλεγεί. Μάταια προσπαθεί να τον συγκρατήσει από το πάθος του ο συνετός γαμπρός του Μελέτης [Ντίνος Ηλιόπουλος] ο οποίος τελικά συγχωρεί την αλαζονεία και την έπαρση του ζεύγους και ζεύει τον άσωτο γαμπρό στη δουλειά. Η διαφορά με το σήμερα είναι ότι οι πολιτικοί εκλέγονται με ξένα κεφάλαια, υποδουλώνονται στα συμφέροντα και τους καρχαρίες, αλλοτριώνονται και τρώνε ότι μπορούν, αλλά πάντα με "γνώμονα το δημόσιο συμφέρον".
Δεύτερη χρονικά [1958] η κατάπικρη ιστορία του στρατηγού Δεκαβάλλα [Βασίλης Λογοθετίδης] που γίνεται Ένας ήρως με παντούφλες και θύμα εκμετάλλευσης από τα λαμόγια [Λαυρέντης Διανέλλος, Γιώργος Γαβριηλίδης] του υπουργού "εθνικής αποκαταστάσως" [Περικλής Χριστοφορίδης]. Η εμβατηριακή μουσική του Χατζιδάκι προκαλεί ρίγη οργής και συγκίνησης με κρεσέντο την τελική σκηνή όπου η ελληνική σημαία κυματίζει και σκεπάζει τον γαλανό μαυρόασπρο ουρανό και το έφιππο άγαλμα της εθνικής ντροπής. Προηγουμένως η φαυλοκρατία και η αναλγησία έχουν παρασκηνιακά πιαστεί χέρι-χέρι με φόντο τα ελληνικά σημαιάκια του μπαλκονιού.
Τρίτη [1965] τολμηρή και πλέον διάσημη η ιστορία του υπουργού Μαυρογιαλούρου [Λάμπρος Κωνσταντάρας] που ανακαλύπτει από κάποιους "χωριάτες" [Χάρης Παναγιώτου, Χρήστος Δοξαράς] πως Υπάρχει και φιλότιμο, σε αντίθεση με την αφιλότιμη κόρη του [Νίκη Λινάρδου] και τους "πλέον εξαχρειωθέντες"ημέτερους "του κόμματος" [Ανδρέας Ντούζος, Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, Νικήτας Πλατής]. Οι οποίοι "φάγανε, φάγανε, φάγανε"πίσω απ'τις πλάτες του "βαθιά νυχτωμένου"υπουργού. Και οι οποίοι παραμένουν άπιαστοι και ατιμώρητοι, με τα παιδιά και τα εγγόνια τους να χαίρονται τον "μπεζαχτά"του ελληνικού λαού.
Στα χνάρια του αυτοκρατορικού Σακελλάριου βάδισε ο, επίσης αείμνηστος, Ντίνος Δημόπουλος. Στην σπονδυλωτή Στουρνάρα 288 [1960], σπονδυλική ραχοκοκαλιά μιας κοινωνίας που χωρά σε μια πολυκατοικία, υπάρχει κι ένας βουλευτής Καλοχαιρέτας [Απόστολος Αυδής] που όλο υπόσχεται ρουσφέτια που ποτέ δεν θα ικανοποιήσει, όλη την ώρα υπογράφει μπιλιέτα κι όλο διαβεβαιώνει τους αιτούντες ότι η υπόθεσή τους "Ετελείωσε"...
Η αποθέωση της κομματαρχικής τακτικής και της σάτιρας ενός στρεβλού εκλογικού συστήματος είναι σίγουρα η θρυλική Τζένη Τζένη [1966] των Γιαλαμά-Πρετεντέρη. Ο γάμος της κόρης [Καρέζη] του ισχυρού άνδρα του νησιού [Παπαγιαννόπουλος] με τον επαναπατρισθέντα ανεψιό [Μπάρκουλης] του παπορά-εφοπλιστή [Κωνσταντάρας] είναι το εύρημα των "τεράστιων συμφερόντων"για να καταλάβουν και να ποδηγετήσουν την εξουσία. Ο αντίπαλος Γκόρτσος [σε αφίσα και μόνον ο Νικήτας Πλατής] θα πάψει να είναι "παιδί του λαού"γιατί ο θαλασσινός αέρας ανανέωσης θα φυσήξει και θα παρασύρει τα πάντα. Οι ήρωες τα κάνουν θάλασσα και πέφτουν στη θάλασσα, το έδαφος είναι "τρικυμιώδες"κάτω απ'τα πόδια τους και το σύνθημά μας πρέπει να είναι ένα για όλους αυτούς: η μαγκούρα και η βρεμένη σανίδα.
Τρίτος μακαρίτης ο Γιάννης Δαλιανίδης. Στο φαρσικό αλλά και σουρεαλιστικόΖητείται ψεύτης [1961] του Ψαθά, ο βουλευτής Φερέκης [Παντελής Ζερβός] προσλαμβάνει τον επαγγελματία Θόδωρο Πάρλα ή Ψευτοθόδωρο [Ηλιόπουλος] για να λούζει τους ψηφοφόρους με τερατώδη και ασύστολα ψέματα. Από εφαπλωματοποιούς μέχρι αρτίστες.
Ασύστολοι είναι και οι συνεταίροι του εκδοτικού οίκου Φαρλάκου-Αποστόλου [Τασσώ Καββαδία, Αλέκος Αλεξανδράκης] που θυσιάζουν τις ιδεολογίες στο βωμό του κερδώου Ερμή. Ο Δαλιανίδης επαναδιασκευάζει Ψαθά [1969, Ξύπνα Βασίλη] κι ο Γιώργος Κωνσταντίνου [Βασίλης Βασιλάκης] τρελαίνεται γιατί η αδερφή του [Έλενα Ναθαναήλ] είναι κομουνίστρια κι ο αριστερός γαμπρός του [Αλεξανδράκης] έκανε κολεγιά με το κεφάλαιο που τόσο κατηγορούσε, μόλις κέρδισε το λαχείο που απαρνήθηκε ο αιθεροβάμων αξύπνητος Βασίλης.
Τέταρτος και καταϊδρωμένος ο Κώστας Καραγιάννης. Στην Βουλευτίνα[1966] η Ρένα Βλαχοπούλου βρίσκεται εντός συστήματος ως επιλαχούσα και αποδεικνύεται βασιλικότερη του βασιλέως, όταν ο αρραβωνιάρης της Αράπης [Σταύρος Ξενίδης] τρώει "μαύρο και δαγκωτό"από τους συντοπίτες του. Στη χουντική Προεδρίνα [1972] η Δέσποινα Στυλιανοπούλου γίνεται πρόεδρος του Σωματείο Ελληνίδων Υπηρετριών [Σ.Ε.Υ.] αλλά η ταινία μπάζει από παντού ως χοντροκοπιά και άσφαιρη φάρσα ολκής.
Ας επιστέψω όμως στη χρυσή εποχή. Το 1960 η υποψηφία Κυρία Δήμαρχος [Γεωργία Βασιλειάδου] μας δείχνει πώς αλιεύονται οι ψήφοι, κάνοντας χρήση του κατάστιχου όπου είναι καταγεγραμμένες όλες οι μικρές και μεγάλες κατεργαριές των συχωριανών της. Ο πολιτικός της αντίπαλος και επαγγελματικός ανταγωνιστής Ανάργυρος Προκόπης [Αυλωνίτης], όνομα και μη χωριό, μηχανορραφεί με ιδιαίτερη μαεστρία εναντίον της όταν καταλαβαίνει ότι δεν θα πιάσουν τόπο τα τεράστια μούσια που ξεφουρνίζει στους ψηφοφόρους. Και καταφέρνει αυτό που πέτυχε κι ο Βενιζέλος: να μείνει μόνος υποψήφιος και σίγουρος δήμαρχος. Ο Ροβήρος Μανθούλης έβλεπε πολύ μακριά.
Ένα χρόνο αργότερα [Οι 900 της Μαρίνας] η πολυμήχανη Μαρίνα Δαλέγου [Γκέλλυ Μαυροπούλου] μηχανορραφεί εναντίον του παλαιοκομματάρχη πατέρα της [Άρης Μαλλιαγρός] και υπέρ του φέρελπι γιατρού και μνηστήρα της [Νίκος Τζόγιας]. Οι σκηνοθέτες Κώστας Δούκας και Θάνος Σαντάς και ο θεατρικός συγγραφέας Παναγιώτης Καγιάς αντιγράφουν το εύρημα του Δούρειου Ίππου όπως το εμπνεύστηκαν και το εφάρμοσαν διπλά, από την καλή κι απ'την ανάποδη, οι δημιουργοί της προηγούμενης ταινίας [Μανθούλης, Νέστορας Μάτσας & Βίων Παπαμιχάλης αντίστοιχα].
Το 1963 ο πολυτάλαντος Ντίνος Κατσουρίδης σκηνοθετεί τον Κο Πτέραρχο[Κωνσταντάρας], των Σακελλάριου-Γιαννακόπουλου επίσης. Όπου ο Παπαγιανόπουλος είναι ο βουλευτής Καράτζοβας σε κάτι κατσικοχώρια δίπλα στην Αθήνα και, ενόψει εκλογών, χρησιμοποιεί τη στρατιωτική αεροπορική εξουσία για να τουμπάρει τους εύπιστους παλιοχωριάτες [Δούκας, Φέρμας και Ρηγόπουλος]. Αλλά βρίσκει απέναντί του τον δαιμόνιο γκρουμ με τα πολλά κορδόνια [ο αυτοσχεδιάζων Χατζηχρήστος] που αναδεικνύεται πολύ καταλληλότερος να χειριστεί τέτοια "λεφτά"ζητήματα.
Το δικτατορικό 1971, εν μέσω θέρους, δυο αδίστακτοι γειτονικοί κοινοτάρχες [Αλεξανδράκης, Γιουλάκη] "σφάζονται"και αλληλοϋπονομεύονται Για μια χούφτα τουρίστριες. Με ευχάριστο χιούμορ και δόσεις μικροπολιτικής σάτιρας από τον Ερρίκο Θαλασσινό. Το μεταπολιτευτικό 1980 ο Νίκος Αβραμέας ξεκινά την ταινία Υποψήφιοι βουλευτές και βουλευτίνεςμε μπαλέτο καλλίγραμμων μοντέλων και Θέμη Αδαμαντίδη [Καλοκαιράκι μου (Κρήτη Κέρκυρα και Νιο)]. Παραμέσα, οι φαλλοκράτες άνδρες του κόμματος Μ.Α.Σ.Ο. βρίσκουν απέναντί τους τις φεμινίστριες του Κου.Δου.Νο. Η κενότητα και η ανυπαρξία νοήματος πρυτανεύουν.
Τελευταία στάση το σωτήριο 1987. Η ταινία του Νίκου Περάκη Βίος + Πολιτεία είναι συνέχεια της πασίγνωστης πρώτης Λούφας και Παραλλαγής. Ο Καραμάνος [Κιμούλης] είναι επικεφαλής του Συ.Αγών. κι έχει στείλει μια λάβρα προκήρυξη, όλο πυρ και μανία, σε κάθε αρμόδιο φορέα [τότε δεν υπήρχε προσωποβιβλίο ούτε τιτιβιστής]. Έχει καταλάβει τον Τ.Ο.Ε., τον δημόσιο τηλεπικοινωνιακό φορέα, και θέλει να διαβάσει το κείμενο αυτό πριν από τον τελικό ποδοσφαίρου [οι αξίες της χούντας φτάνουν αναλλοίωτες ως τις μέρες μας].
Μένει κάγκελο και ενεός όταν διαπιστώνει ότι οι παλιοί του συνάδελφοι και συνστρατιώτες στην Τ.Ε.Δ. [όπως λέμε Υ.Εν.Ε.Δ.] έχουν ξεπατικώσει τις θέσεις του για δικούς τους ιδιοτελείς σκοπούς και τον έχουν εκμεταλλευτεί ξανά. Ο μεν Σαββίδης [Γιώργος Κοτανίδης] τις βάζει στο στόμα του πρωθυπουργού [Τίμος Περλέγκας] που κάνει την αυτοκριτική του στο Κυ.Σ.Ε.Α. Ο δε Λάμπρου [Τάκης Μόσχος] τις κάνει σημαία νεοτερικότητας και απαλλαγής στα φυλλάδια του κόμματος της αντιπολίτευσης [Λα.Συ. όπως λέμε Λα.Ο.Σ].
Κάθε ομοιότητα με πρόσωπα ή γεγονότα είναι πέρα για πέρα συμπτωματική. Άλλο οι συμπτώσεις κι άλλο τα συν-πτώματα.