Το ΒΗmagazino εξερευνά τoν βίο του ανθρώπου που άλλαξε την Ιστορία της τέχνης του 20ού αιώνα
Μαικήνας των τεχνών: Ο Ιόλας αγάπησε με πάθος την τέχνη και τους εκπροσώπους της. Προτού αναδειχθεί στον πιο επιτυχημένο γκαλερίστα του 20ού αιώνα, υπήρξε και ο ίδιος καλλιτέχνης, ένας θαυμάσιος χορευτής.
Ο τίτλος της έκθεσης που διοργανώνεται αυτές τις ημέρες στην γκαλερί Paul Kasmin στη Νέα Υόρκη δεν αφήνει πολλά περιθώρια για παρανοήσεις: «Alexander the Great: Τhe Iolas Gallery 1955-1987» (Ο Μέγας Αλέξανδρος: Γκαλερί Ιόλα 1955-1987) το όνομα αυτής, με ένα μεγάλο αφιέρωμα σε έργα καλλιτεχνών την πορεία των οποίων σημάδεψε και καθόρισε ο γκαλερίστας και συλλέκτης Ιόλας: Μαξ Ερνστ, Ρενέ Μαγκρίτ, Ιβ Κλάιν, Μαν Ρέι, Τζόρτζιο ντε Κίρικο, Αντι Γουόρχολ, Τάκις και πολλοί άλλοι.
Πράγματι, είχε μια ιδιαίτερη σχέση με τον Μέγα Αλέξανδρο ο Ιόλας. «Τελικά η Ελλάδα έβγαλε έναν μεγάλο. Εναν πολύ μεγάλο: τον Μέγα Αλέξανδρο» είχε πει, και πάντα στο κομοδίνο του φύλαγε κάποιο βιβλίο για τον μακεδόνα στρατηλάτη. Οχι μόνο λόγω ονόματος, αλλά και λόγω καταγωγής. Ο Αλέξανδρος Ιόλας, το παιδί που ξεκίνησε από την Αλεξάνδρεια για την Αθήνα το 1926 κρατώντας τρεις συστατικές επιστολές από τον Κωνσταντίνο Καβάφη - μία για τον Αγγελο Σικελιανό, μία για τον Κωστή Παλαμά και μία για τον Δημήτρη Μητρόπουλο, κατέκτησε και αυτός έναν ολόκληρο κόσμο, εκείνον της τέχνης. «Η ζωή, παιδί μου, είναι σαν το θέατρο. Ολους μάς θέλει. Αλλοι είμαστε γεννημένοι πρωταγωνιστές, άλλοι είναι γεννημένοι για να είναι κομπάρσοι» είχε πει. Ανήκε στους πρώτους.
Χορεύοντας στον Ιερό Βράχο
Η εφημερίδα «The Νew York Times» δεν ήταν φειδωλή για τα πεπραγμένα του Αλέξανδρου Ιόλα παρουσιάζοντας την πρόσφατη έκθεση προς τιμήν του. «Ο γκαλερίστας που άλλαξε την τέχνη για πάντα» ήταν ο τίτλος του άρθρου. Η έκθεση πράγματι έχει προκαλέσει ιδιαίτερη αίσθηση, φιλοξενώντας περίπου 40 έργα, ανάμεσά τους και την προσωπογραφία του ιδίου διά χειρός Αντι Γουόρχολ, καθώς και την προσωπογραφία του Μαν Ρέι, την οποία παρήγγειλε προσωπικά ο Ιόλας στον πατέρα της ποπ αρτ.
Ο Κωνσταντίνος Κουτσούδης, όπως ήταν το πραγματικό όνομά του προτού η Θεοδώρα Ρούζβελτ - εγγονή του προέδρου των ΗΠΑ και τότε αρραβωνιαστικιά του - τον βαπτίσει Αλέξανδρο Ιόλα, αφιέρωσε τη ζωή του στην τέχνη.
Γεννημένος στην Αλεξάνδρεια, την 25η Μαρτίου του 1908, κατάλαβε νωρίς το πεπρωμένο του, όταν ένα βράδυ, σκαστός από το σπίτι του στην αιγυπτιακή μεγαλούπολη, είδε τη Μαρίκα Κοτοπούλη στη σκηνή. Δεν ακολούθησε το επάγγελμα του βαμβακέμπορου πατέρα του. Το 1926 ήρθε στην Ελλάδα και βρέθηκε στον κύκλο του Αγγελου Σικελιανού. Ο υπεύθυνος της Ακρόπολης τον άφηνε αργά τα μεσημέρια, όταν έφευγαν οι τουρίστες, να χορεύει στον Ιερό Βράχο, ενώ η θρυλική Nelly's τον φωτογράφιζε.
Γεννημένος στην Αλεξάνδρεια, την 25η Μαρτίου του 1908, κατάλαβε νωρίς το πεπρωμένο του, όταν ένα βράδυ, σκαστός από το σπίτι του στην αιγυπτιακή μεγαλούπολη, είδε τη Μαρίκα Κοτοπούλη στη σκηνή. Δεν ακολούθησε το επάγγελμα του βαμβακέμπορου πατέρα του. Το 1926 ήρθε στην Ελλάδα και βρέθηκε στον κύκλο του Αγγελου Σικελιανού. Ο υπεύθυνος της Ακρόπολης τον άφηνε αργά τα μεσημέρια, όταν έφευγαν οι τουρίστες, να χορεύει στον Ιερό Βράχο, ενώ η θρυλική Nelly's τον φωτογράφιζε.
Ξανά με μια επιστολή στην τσέπη, από τον Δημήτρη Μητρόπουλο προς τον σκηνογράφο της όπερας του Βερολίνου, Πάνο Αραβαντινό, βρέθηκε στο Βερολίνο το 1929. Από κομπάρσος έγινε πρώτος χορευτής στις σκηνές. Αργότερα μετακόμισε στο Παρίσι, μπήκε στον κύκλο του Πολ Βαλερί, γνώρισε τον Αντρέ Μπρετόν. Το 1933 σε μια γκαλερί έμεινε έκθαμβος μπροστά σε έναν πίνακα του Τζόρτζιο ντε Κίρικο. Το πάθος του χορού υποχωρούσε μέσα του.
Στην Αμερική, με τη βοήθεια της δούκισσας Μαρία Ντε Γκραμόν, άνοιξε το 1946 την πρώτη του γκαλερί. Εφερε τους ευρωπαίους καλλιτέχνες, επέβαλε τον σουρεαλισμό στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού. Στην αρχή δέχτηκε αντιδράσεις. «Υπήρξαν μέρες που δεν είχα να φάω ένα κομμάτι ψωμί. Αλλά είχα πεισμώσει. Ελεγα μέσα μου: "Θα τους αγαπήσετε"» εκμυστηρευόταν αργότερα στον βιογράφο του Νίκο Σταθούλη (η βιογραφία «Αλέξανδρου Ιόλα: Η ζωή μου» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Οδός Πανός).
Ηταν ο άνθρωπος που ανακάλυψε τον Αντι Γουόρχολ, νεαρό ακόμη, όταν εκείνος ήταν σχεδιαστής παπουτσιών. Το 1952 οργάνωσε την πρώτη του ατομική έκθεση, με μια σειρά σχεδίων βασισμένη σε κείμενα του Τρούμαν Καπότε - 35 χρόνια αργότερα διοργάνωσε και την τελευταία έκθεση του Γουόρχολ στο Mιλάνο, στο Παλάτσο Στελίνε, το κύκνειο άσμα και των δύο.
Το μήλο του Μαγκρίτ
Η επιτυχία του Ιόλα ήταν μεγάλη. Ζούσε μυθιστορηματικά. Κοσμική ζωή, πάρτι, εραστές, έρωτες. Ακολούθησαν γκαλερί στη Γενεύη, στη Ζυρίχη, στο Παρίσι, στο Μιλάνο, στη Μαδρίτη. «Το να βρίσκεσαι στη Νέα Υόρκη και να μην επισκεφθείς την γκαλερί του Ιόλα είναι σαν να βρίσκεσαι στην Ελλάδα και να μην επισκεφθείς τον Παρθενώνα» είχε πει η Μαργκότ Φοντέιν στην Τζάκι Κένεντι το 1968. Και πράγματι, ο Ιόλας τροφοδότησε τις συλλογές των Ντε Μενίλ, Ροκφέλερ, Ανιέλι, Εμπειρίκου, Νιάρχου και άλλων. Αγόραζε έργα και πολλαπλασίαζε την αξία τους, διαμορφώνοντας το σύγχρονο χρηματιστήριο έργων τέχνης.
«Ο Ιόλας είχε μακροχρόνιους δεσμούς με τους περισσότερους καλλιτέχνες του - και ως φίλος και ως έμπορος έργων τέχνης, είχε μεγάλη ανάμειξη στη ζωή τους» αναφέρει ο Βίνσεντ Φρέμοντ, στενός συνεργάτης του Αντι Γουόρχολ, ο οποίος και βοήθησε στην έρευνα για το στήσιμο της έκθεσης. Φυσικά, υπήρξαν και μεγάλες συγκρούσεις, κυρίως με τους έλληνες καλλιτέχνες που προώθησε.
«Ηταν μαμή. Συμμετείχε στην έμπνευση των καλλιτεχνών» αναφέρει στο ΒΗmagazino o βιογράφος του, Νίκος Σταθούλης. «Δεν είναι τυχαίο ότι ο Ρενέ Μαγκρίτ τού έστελνε γράμματα και του έγραφε: "Αλέξανδρε, δεν έχω έμπνευση"και ο Ιόλας τού απαντούσε: "Ελα, αγαπημένε μου Ρενέ, φτιάξε μου ένα μήλο". Ετσι βγήκε το πράσινο μήλο του Μαγκρίτ. Ηταν σουρεαλιστής ο ίδιος ο Ιόλας. Είχε έρθει η Παλόμα Πικάσο στο σπίτι του στην Αγία Παρασκευή.
Χρειαζόταν επειγόντως μια κυρία για να συμπληρώσει το τραπέζι. Στην πολύ βιαστική πρόκληση καμία γνωστή του δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί. Και τι έκανε ο Ιόλας; Απέναντι ακριβώς από το σπίτι του έμενε ο Μιχάλης, που τον φώναζε "η κουφή"γιατί του έλεγε τον καφέ και δεν άκουγε καλά. Μάλιστα, ο Μιχάλης ήταν αυτός που του είπε ότι πέθανε ο Μαξ Ερνστ προτού το δώσουν τα τηλέτυπα των εφημερίδων. Τόσο καλή καφετζού ήταν... Και φωνάζει, λοιπόν, τον Μιχάλη, ο οποίος ήταν κακάσχημος, με μεγάλη μύτη, και τον ντύνει με αυτά τα βαρύτιμα φορέματα που είχε. Πραγματικά, ήταν σαν αυτές τις γριές αρχόντισσες του Γκόγια. Του είπε: "Δεν θα μιλήσεις καθόλου στο τραπέζι". Με το που κάθησαν, τον σύστησε ως "Τhe duchess of Agrinion". Κανείς δεν κατάλαβε τίποτε».
Χρειαζόταν επειγόντως μια κυρία για να συμπληρώσει το τραπέζι. Στην πολύ βιαστική πρόκληση καμία γνωστή του δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί. Και τι έκανε ο Ιόλας; Απέναντι ακριβώς από το σπίτι του έμενε ο Μιχάλης, που τον φώναζε "η κουφή"γιατί του έλεγε τον καφέ και δεν άκουγε καλά. Μάλιστα, ο Μιχάλης ήταν αυτός που του είπε ότι πέθανε ο Μαξ Ερνστ προτού το δώσουν τα τηλέτυπα των εφημερίδων. Τόσο καλή καφετζού ήταν... Και φωνάζει, λοιπόν, τον Μιχάλη, ο οποίος ήταν κακάσχημος, με μεγάλη μύτη, και τον ντύνει με αυτά τα βαρύτιμα φορέματα που είχε. Πραγματικά, ήταν σαν αυτές τις γριές αρχόντισσες του Γκόγια. Του είπε: "Δεν θα μιλήσεις καθόλου στο τραπέζι". Με το που κάθησαν, τον σύστησε ως "Τhe duchess of Agrinion". Κανείς δεν κατάλαβε τίποτε».
Πώς να θυμάσαι τον εαυτό σου
Η Ελλάδα υπήρχε βαθιά στην καρδιά του Ιόλα. Σε αυτήν επέστρεψε. Η άγρια δεκαετία του '80, όμως, δεν χωρούσε την εκκεντρική περσόνα του. Εχτισε ένα ανάκτορο στην Αγία Παρασκευή, το γέμισε με έργα τέχνης. Σκοπός του να φτιάξει ένα παγκόσμιο κέντρο τέχνης. Η πολύχρωμη προσωπικότητά του προκαλούσε. Οι γούνες, τα λαχούρ πουκάμισα, οι αμφιλεγόμενες δηλώσεις. Σε συνέντευξή του στο περιοδικό «Γυναίκα» μίλησε σκληρά για ολόκληρο το πολιτικο-καλλιτεχνικό κατεστημένο της εποχής, θίγοντας πολλούς. Ο τραβεστί με το ψευδώνυμο «Μαρία Κάλλας» (Αντώνης Νικολάου) τον διέσυρε στις εφημερίδες, οι οποίες του κήρυξαν πόλεμο, και το όνομά του συνδέθηκε από μερίδα του Τύπου με όργια με ανηλίκους, ναρκωτικά, αρχαιοκαπηλία.
Ο Ιόλας πέθανε τελικά, νικημένος από το ΑIDS, στις 8 Ιουνίου του 1987. Οσα έργα δεν απομακρύνθηκαν από τους κληρονόμους του έγιναν λεία σε ένα πρωτοφανές πλιάτσικο, σύμφωνα με τον βιογράφο του Νίκο Σταθούλη. «Χίλια δυο κοράκια είχαν πέσει πάνω στη συλλογή του και τη ρημάξανε. Επί δέκα χρόνια την κλέβανε και δεν τελείωνε αυτός ο θησαυρός των 10.000 έργων που περιφρόνησε έτσι απλά το ελληνικό κράτος. Τι έχει μείνει από τον Αλέξανδρο Ιόλα σήμερα; Η κατάρα του και το όραμά του. Ακόμη και αυτό το κρανίο το ξεδοντιασμένο, όπως είναι το σπίτι του σήμερα, αν κάποιος υπουργός Πολιτισμού, δεν ξέρω εγώ ποιος, το αποκαταστήσει, θα ήταν μια ευλογία. Γι'αυτό πάμε να φτιάξουμε έναν φορέα που θα τιμήσει τον Αλέξανδρο Ιόλα και θα τον βγάλει από αυτή τη μιζέρια στην οποία τον καταδίκασαν η πολιτική, οι πολιτικοί και η έλλειψη παιδείας».
Η ζωή του Ιόλα μοιάζει πράγματι με αρχαία ελληνική τραγωδία. «Αν ζούσε σε άλλες εποχές, θα ήταν σαν αρχαίος έλληνας θεός» είχε πει ο Μάνος Χατζιδάκις. Ο Ιόλας ποτέ δεν έκανε τίποτε για να τον θυμούνται. «Να κάνεις τα πάντα, όμως, για να θυμάσαι εσύ τον εαυτό σου» συμβούλευε.
*«Alexander the Great: The Iolas Gallery 1955-1987»: Paul Kasmin Gallery, Νέα Υόρκη, ως τις 26 Απριλίου.**Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 16 Μαρτίου 2014