Ήρθε από τη Σαξονία στα 24 του (γεννήθηκε το 1837 στο Oberloessnitz) μετά από πρόσκληση του Θεόφιλου Χάνσεν, του αρχιτέκτονα που σχεδίασε το κτήριο της Ακαδημίας, για να κάνει πατρίδα του την Ελλάδα. Ο Χάνσεν ήθελε τον νεαρό Ερνέστο Τσίλλερ να επιβλέψει το κτίσιμο της Ακαδημίας. Έτσι, το 1861 φθάνει στην Αθήνα, θα συνδεθεί στενά με τον δάσκαλό του Χάνσεν, και θα περάσει διάφορες φάσεις μέχρι να απογαλακτισθεί και να αποκτήσει μια προσωπική καλλιτεχνική ματιά στην αρχιτεκτονική του. Δύο χρόνια μετά, το 1863, όταν ο βασιλιάς Γεώργιος Α´ φθάνει στην Ελλάδα θα συνδεθεί στενά με τον Ερνέστο. Το 1872 διδάσκει στη Σχολή των Τεχνών (σημερινό Πολυτεχνείο).
Ο Τσίλλερ ήδη είχε σπουδάσει στη Δρέσδη, ταξίδεψε στις αρχαίες πόλεις της Ιταλίας και έφθασε στην ελλαδική πρωτεύουσα για να εργαστεί αλλά και να αναζητήσει τη ρίζα της νεώτερης κλασικιστικής αρχιτεκτονικής με τις παράλληλες ανασκαφές που οργάνωσε στο Παναθηναϊκό στάδιο και στην Ακρόπολη (Παρθενώνας και θέατρο Διονύσου). Έτσι η θητεία του στην αρχαιότητα με τις αποτυπώσεις και τα υποδείγματα που αντλεί τον πλουτίζει για κάθε μελλοντική του δράση, ώστε να περιλάβει στα κτήρια που σχεδίαζε μοτίβα και θέματα που είχε δει και είχε καταγράψει. Αναζήτησε ακόμη τα αρχαία υδραγωγεία που υδροδοτούσαν την Αττική, προσπαθώντας να συνδέσει το πρόβλημα της λειψυδρίας που είχε η πρωτεύουσα με λύσεις που είχαν βρεθεί για το ίδιο ζήτημα από τους αρχαίους. Άφησε την τελευταία του πνοή στην Αθήνα το 1923. Οι συνθέσεις του ξεπερνούν τα 600 αρχιτεκτονήματα!
Η έκθεση στην Πινακοθήκη
Στο κτήριο της Εθνικής Πινακοθήκης εκτίθενται για πρώτη φορά ολοκληρωμένο το αρχείο Τσίλλερ που αποκτήθηκε το 1961 (πρόταση συντονισμός έκθεσης: Μαριλένα Ζ. Κασιμάτη). Το αρχείο περιλαμβάνει αρχιτεκτονικά σχέδια, μελέτες και σημειώσεις, για κτήρια που είναι γνωστά και έχουν εκτελεστεί, αλλά και για άλλα κτήρια που έμειναν μόνο στο χαρτί του αρχιτέκτονα, προτάσεις που δεν έγιναν ποτέ πράξη. Όλα είναι στημένα (μουσειολογική μελέτη: Βασίλης Κολώνας) σε μια σκηνογραφία με προσόψεις κτηρίων του Τσίλλερ, σε ένα περιβάλλον που προκαλεί την αίσθηση μιας πόλης του μεγάλου εθνικού μας αρχιτέκτονα. Από το 1961 είχε γίνει το 1973 μια πρώτη έκθεση, μόνο 78 έργων του Τσίλλερ, που είχε οργανώσει ο Δημήτρης Παπαστάμος. Επομένως, η τωρινή πλήρης παρουσίαση του Τσίλλερ έρχεται μετά από 50 σχεδόν χρόνια που κρυβόταν αυτός ο θησαυρός στην Πινακοθήκη. Δημόσια έργα, ανάκτορα, ναοί, εξοχικά σπίτια στην Κηφισιά, Δημαρχεία, θέατρα, μνημεία, διαμόρφωση τοπίων, κατοικίες και επαύλεις αποτελούν το εκπληκτικό έργο του Τσίλλερ ο οποίος άλλαξε τη μορφή της πόλης της Αθήνας και άφησε τη σφραγίδα του σε πόλεις όπως η Σύρος, το Αίγιο και η Πάτρα.
Κριτικός με τους αρχαιολόγους και το σινάφι των κατασκευαστών, είχε εργαστεί ως διευθυντής δημοσίων έργων επί Χαριλάου Τρικούπη (από το 1884), δήλωνε στο τέλος του 19ου αιώνα:
Θα πάη πολύ μπροστά ακόμη η οικοδομική των Αθηνών;Αν προόδευσεν η Αθήνα οικοδομικώς μ᾽ ερωτάτε; Αλλ᾽ η Αθήνα σήμερον είναι αγνώριστος, ότε πάλιν μόλις αρχίζει να στολίζεται αρχιτεκτονικώς. Προ ετών ήτο χωρίον η Αθήνα. Τώρα είναι πόλις, από τώρα μέλλει να γίνη καλλιτέχνημα. Διότι από τώρα θ᾽ αρχίσωμεν να εργασθώμεν και να κάμωμεν πολλά πράγματα. Κατά τα τελευταία τρία έτη αι εθνικαί περιστάσεις, η επανάστασις της Κρήτης, εσταμάτησαν πολύ τις εργασίες. Από τώρα ελπίζω ότι δια την αρχιτεκτονικήν των Αθηνών αρχίζει νέα περίοδος, νέα πρόοδος. Θα την ιδήτε.Και όμως με όσα έχουν γίνει μέχρι τούδε δυνάμεθα να πούμε, ότι αι Αθήναι έχουσι οικοδομήματα καλά, αριστουργήματα τόσα, όσα εις όλο το Παρίσι παρόμοια δεν απαντά τις. Διότι εις το Παρίσι τα μέγαρα (Hotels) είναι τόσο σπάνια. Εκεί η πόλις είναι γεμάτη από maisons de rapport (οικία μισθωμένος), κάτι μεγάλα, τεράστια σπίτια, 6, 7, 10 πατώματα εν α κατοικούν πολλαί οικογένειαι. Μονοκατοικίαι κομψαί όπως αι εν Αθήναις είναι σπάνιαι.Tα δημόσια έργα διατί δεν προοδεύουν τόσον, όσον τα ιδιωτικά;Διότι συνήθως αναλαμβάνουν την εκτέλεσίν των μη τεχνίται, τη ενεργεία κομματικών μέσων, δια μέσου του Υπουργού και των Βουλευτών και η αποτυχία επέρχεται, διότι οι τεχνίται ούτοι κερδοσκοπούν. Αύτη είναι η μόνη αιτία και η πληγή που δεν πηγαίνουν εμπρός τα δημόσια έργα.Από συνέντευξη στην εφημερίδα Ακρόπολις, 17 Φεβρουαρίου 1898 (αναδημοσιεύεται στον κατάλογο της έκθεσης)
Η έκθεση στην Πινακοθήκη σου επιτρέπει να ονειρευθείς μιαν άλλη Αθήνα. Με σπίτια που παρεμβάλλονται σε πράσινους κήπους, που δένουν αρμονικά με τον περίγυρο, που έχουν ύψος που επέτρεπαν να δει κανείς τον ορίζοντα, τα βουνά της Αττικής και την όμορφη θάλασσα του Σαρωνικού. Όταν βλέπεις το τοπίο να διατηρεί την παρθενικότητά του, μέχρι και προπολεμικά, τότε το σενάριο του Τσίλλερ αποκτά μίαν άλλη δραστικότητα. Αισθάνεσαι ακόμη εντονότερη την απουσία οράματος και ακόμη νιώθεις ότι έχει χαθεί για πάντα η ευκαιρία για μια όμορφη Αθήνα, όπου τα πάντα κρίνονται και στο τέλος θυσιάζονται για το ατομικό κέρδος και τα κομματικά οφέλη.
Πάνω από 600 έργα ελληνικού ρυθμού
Η τσιλλερική εικόνα της Αθήνας στα μάτια του αδαούς θεατή παίρνει σάρκα και οστά σε κτήρια όπως η κατοικία του Σλήμαν (σημερινό Νομισματικό Μουσείο) της οδού Ακαδημίας, στο Μέγαρο Σταθάτου, στο περικαλλές κτήριο του Βασιλικού Θεάτρου της οδού Αγίου Κωνσταντίνου, του οποίου η πρόσοψη είναι εμπνευσμένη από τη Βιβλιοθήκη του Αδριανού στο Μοναστηράκι, στο κτηρίου του Χημείου του Πανεπιστημίου Αθηνών (οδού Σόλωνος), στο πανέμορφο κτήριο του θεάτρου Απόλλων στην Πάτρα, αλλά και του θεάτρου Φώσκολος στη Ζάκυνθο, στον ιερό ναό του Αγίου Λουκά στα Πατήσια, αλλά και στο ναό του Αγίου Γεωργίου της οδού Πειραιώς. Ακόμη ένα περίφημο έργο του Τσίλλερ είναι το ανάκτορο του διαδόχου Κωνσταντίνου, πρώην βασιλικά ανάκτορα μετά το 1913. Από το 1924-1935, οριστικά δε από το 1974 της μεταπολίτευσης έως σήμερα χρησιμοποιείται ως Προεδρικό Μέγαρο. Το κτίσμα δεν διαφέρει από τις γειτονικές μεγαλοαστικές κατοικίες της εποχής και εναρμονίζεται όμορφα με το γειτονικό περιβάλλον των κήπων. Άλλα κτήρια του Τσίλλερ βρίσκονται σε Θεσσαλονίκη, Τρίπολη, Μυτιλήνη και Πειραιά.
Σεβασμός στη βυζαντινή παράδοση
Ο Τσίλλερ ανέλαβε να σχεδιάσει ναούς σε μια εποχή που αναζητούσε η εκκλησιαστική αρχιτεκτονική μία νέα ταυτότητα. Ο Τσίλλερ επέλεξε τον λεγόμενο νεορωμανισμό: μια μορφή σταυροειδούς ναού, όπου συνταιριάζονται στοιχεία αναγεννησιακά. Τέτοια μορφή έχει ο Άγιος Λουκάς της οδού Πατησίων, η Μεταμόρφωση του Σωτήρος στα Βίλλια, τα Εισόδια της Θεοτόκου στο Αίγιο και ο Άγιος Γεώργιος του Ορφανοτροφείου Χατζηκώνστα.
Ο Ναός της Φανερωμένης στο Αίγιο εμπνέεται από τον Όσιο Λουκά της Φωκίδας. Όπως σημειώνει η Ξ. Σκαρπιά-Χόιπελ στο άρθρο της «Ο Ερνέστος Τσίλλερ, το μοντέλο της πλουραλιστικής ιδέας και η συμβολή του στη διαμόρφωση του ώριμου νεοελληνικού κλασικισμού» (στον καταλόγο της έκθεσης) για τις παρόμοιες επιλογές των Χάνσεν και Τσίλλερ «αμφότεροι θεωρούσαν αταίριαστη και άψυχη τη σύζευξη των βυζαντινών στοιχείων με τα κλασικά ελληνικά, γιατί μια τέτοια μορφολογία δεν εξέφραζε το θρησκευτικό ήθος της χριστιανικής ορθόδοξης εκκλησίας, αλλά του παγανισμού»(σ. 35). Επιπλέον ο νεοβυζαντινισμός ήταν η κυρίαρχη τάση στους πνευματικούς κύκλους του τέλους του 19ου αιώνα, κάτι που ταίριαζε στον μεγαλοϊδεατισμό της περιόδου.
Ο κύριος Ερνέστος υπηρέτησε την ιδεολογία για τη δημιουργία της νέας εικόνας της Αθήνας που βασιζόταν στο όραμα του Λουδοβίκου, πατέρα του Όθωνα: μία πρωτεύουσα ανάλογη με τις σύγχρονες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Ουσιαστικά, ο Τσίλλερ επηρέασε όλους τους μεταγενέστερους αρχιτέκτονες και τεχνίτες για να εμπεδωθεί και να αφομοιωθεί το νεοκλασικό παράδειγμα. Ο ίδιος μιλούσε για ελληνικό ρυθμό που εφαρμόστηκε σε δημόσια και ιδιωτικά οικοδομήματα στην Αθήνα, ξεκινώντας από τις συνθέσεις του δασκάλου του Θεόφιλου Χάνσεν και του αδελφού του Κρίστιαν Χάνσεν. Περπατώντας στο Μεταξουργείο, στην οδό Ιάσονος, στην οδό Φυλής και στα κάθετα δρομάκια, όπως και σε ολόκληρο το κέντρο της πόλης, βλέπεις πως επιβιώνουν ακόμη αρκετά τέτοια κτήρια τα οποία στέκουν ακόμη εκεί, αγέρωχα, αν και ρημαγμένα, μοναδικά μνημεία του νεοελληνικού πολιτισμού, σε πείσμα της αδιαφορίας και της περιφρόνησης που δείχνουν οι αρμόδιοι. Ευτυχώς, ο Τσίλλερ δεν ζούσε για να ακούσει να σωριάζεται το καμάρι του στην πλατεία Λουδοβίκου, το Δημοτικό Θέατρο της Αθήνας, της πόλης που αγάπησε και υπηρέτησε.