Ένας θείος γέννημα θρέμα Πλακιώτης δεν ζεί σήμερα πρίν από χρόνια
στις οικογενειακές συνάξεις που ήταν συχνές είχε πολλά να θυμηθεί
και να διηγηθεί για την Συνοικία των Θεών όπου μεγάλωσε
εργάστηκε....
Το σπίτι του σε ένα δρομάκι με μεγάλη αυλή κληματαριά.....
Αμαξάς ο πατέρας του και ο ίδιος από μικρός γυάλιζε χάμουρα...καθάριζε
την καρότσα...
Σχολείο και δουλειά μαζί πού αλλού στα ταβερνάκια....γνωστοί και γείτονες
οι ταβερνιαραίοι οπότε το μεροκάματο ή καλύτερα το νυχτοκάματο σίγουρο.
Γέμιζε τις μισές από τα βαρέλια με την Σπαταναίικη ρετσίνα που ήταν μέσα
στο μαγαζί για μόστρα ζωγραφισμένα.
Έλεγε για τα ραβασάκια των ερωτευμένων ...έκανε τον ταχυδρόμο με το αζημίωτο.
Οι Πλακιώτες ήταν διαφορετικοί άνθρωποι...το πίστευε αυτό και το καυχότανε.
Ανοιχτόκαρδοι...γλετζέδες...έλεγες καλημέρα από την σιδερένια
εξώπορτα και αν δεν έμπαινες μέσα να σε ταρτάρουν κάτι παρεξηγιόσουνα.
Είχαν και τα καυγαδάκια τους και τα ωραία τους με τίποτα μπουγαδόνερα
στον δρόμο ....
Είχε κάνει πολλές δουλειές...δεν έλεγε όχι στο μεροκάματο...
Καρότσι...πήγαινε ψώνιζε στην Ευριπίδου για την ταβέρνα και κουβάλαγε
τα ψώνια ...
Νέος...δεν καταλάβαινε τίποτα...κοντοστεκότανε και στον δρόμο
για να πειράξει καμμιά κοπελιά.
Έλαμπαν τα μάτια του όταν μιλούσε για την Πλάκα...
Σήμερα είναι έρημο αυτό το σπίτι έτοιμο να καταρρεύσει....
πίσω στα παλιά