Με το μαγικό φακό του αιχμαλώτισε για πάντα το λαμπερό χαμόγελο της Αλίκης, το γοητευτικό βλέμμα του Στέλιου, τα πανέμορφα μάτια της Τζένης. Τα φλας του Τάσου Κουτσούκου άστραφταν για δεκαετίες ολόκληρες πάνω σε λαμπερές προσωπικότητες του θεάτρου, του πάλκου και του κινηματογράφου. Από το ιστορικό φωτογραφείο του, που λειτουργούσε επί 62 χρόνια στον αριθμό 2 της οδού Θήρας στην Κυψέλη, είχαν περάσει κατά καιρούς από τον Κάρολο Κουν, τη Σοφία Βέμπο και την Ελένη Ζαφειρίου έως τον Αλέκο Αλεξανδράκη, τον Κώστα Χατζηχρήστο και τη διεθνούς φήμης υψίφωνο Μαρκέλλα Χατζιάνο.
Ολοι αυτοί, και πλήθος ακόμη μεγάλων μορφών, όπως ο Κώστας Μουσούρης, ο Νικηφόρος Νανέρης και ο Ανδρέας Βουτσινάς, του έδωσαν το παρατσούκλι που έμελλε να γίνει τελικά συνώνυμο με τις αθάνατες φωτογραφίες του. Τον είπαν «κύριο Elite» και με αυτό το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο ο ίδιος υπέγραφε τα φωτογραφικά έργα τέχνης του. Ο Τάσος Κουτσούκος έζησε έντονα, αλλά «έφυγε» αθόρυβα…
Τον Μάιο του 2011 το φωτογραφείο «Φωτό Elite», τους τοίχους του οποίου κοσμούσαν πορτρέτα της Βουγιουκλάκη, του Καζαντζίδη, του Παπαμιχαήλ, της Λαμπέτη και άλλων θρυλικών προσωπικοτήτων της τέχνης, κατέβασε ρολά για πάντα. Σε ηλικία 96 ετών, ο μεγάλος ‘Ελληνας Φωτογράφος των σταρ «έφυγε» για πάντα.
Ο Τάσος Κουτσούκος γεννήθηκε το 1915 στην Κωνσταντινούπολη και ήταν ο μικρότερος από τα πέντε αδέλφια του. Η μοίρα τού έστειλε σημάδι πως θα διαγράψει φωτεινή τροχιά στον χώρο της καλλιτεχνικής φωτογραφίας όταν ήταν οκτώ χρονών. Τότε τον πήγε ο μεγάλος του αδελφός να δουλέψει για ένα καλοκαίρι σε ένα από τα γνωστότερα στούντιο της Πόλης, των Σεμπάχ και Ζοαγιέ στην πλατεία Ταξίμ. Παρ’ όλα αυτά, το παιδικό όνειρο του Τάσου ήταν να γίνει πιανίστας.
Στην Πόλη φοίτησε σε γαλλικό σχολείο, από το οποίο τον σταμάτησαν οι δικοί του όταν ο Γάλλος Διευθυντής του, που κατάλαβε το ταλέντο του, τους πρότεινε να τον στείλει για σπουδές στο Παρίσι με δικά του έξοδα, υπό την προϋπόθεση να προσχωρήσει στον καθολικισμό. Το 1930 η οικογένεια μετακόμισε στην Αθήνα και ο Τάσος έπιασε δουλειά στο στούντιο του Ιωάννη Ξανθάκη, από τον οποίο έμαθε την τέχνη του καλού φωτογράφου πορτρετίστα αλλά και τις τεχνικές, τις οποίες διατήρησε και εμπλούτισε κατά τη διάρκεια της δικής του επαγγελματικής πορείας.
Στον ελληνοϊταλικό πόλεμο υπηρέτησε στο μέτωπο ως έφιππος ταχυδρόμος και την περίοδο της Κατοχής εργάστηκε ως βοηθός υδραυλικού για να καταφέρει να επιβιώσει. Μετά το τέλος του πολέμου, ανέλαβε το στούντιο του δασκάλου του
Ολοι αυτοί, και πλήθος ακόμη μεγάλων μορφών, όπως ο Κώστας Μουσούρης, ο Νικηφόρος Νανέρης και ο Ανδρέας Βουτσινάς, του έδωσαν το παρατσούκλι που έμελλε να γίνει τελικά συνώνυμο με τις αθάνατες φωτογραφίες του. Τον είπαν «κύριο Elite» και με αυτό το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο ο ίδιος υπέγραφε τα φωτογραφικά έργα τέχνης του. Ο Τάσος Κουτσούκος έζησε έντονα, αλλά «έφυγε» αθόρυβα…
Τον Μάιο του 2011 το φωτογραφείο «Φωτό Elite», τους τοίχους του οποίου κοσμούσαν πορτρέτα της Βουγιουκλάκη, του Καζαντζίδη, του Παπαμιχαήλ, της Λαμπέτη και άλλων θρυλικών προσωπικοτήτων της τέχνης, κατέβασε ρολά για πάντα. Σε ηλικία 96 ετών, ο μεγάλος ‘Ελληνας Φωτογράφος των σταρ «έφυγε» για πάντα.
Ο Τάσος Κουτσούκος γεννήθηκε το 1915 στην Κωνσταντινούπολη και ήταν ο μικρότερος από τα πέντε αδέλφια του. Η μοίρα τού έστειλε σημάδι πως θα διαγράψει φωτεινή τροχιά στον χώρο της καλλιτεχνικής φωτογραφίας όταν ήταν οκτώ χρονών. Τότε τον πήγε ο μεγάλος του αδελφός να δουλέψει για ένα καλοκαίρι σε ένα από τα γνωστότερα στούντιο της Πόλης, των Σεμπάχ και Ζοαγιέ στην πλατεία Ταξίμ. Παρ’ όλα αυτά, το παιδικό όνειρο του Τάσου ήταν να γίνει πιανίστας.
Στην Πόλη φοίτησε σε γαλλικό σχολείο, από το οποίο τον σταμάτησαν οι δικοί του όταν ο Γάλλος Διευθυντής του, που κατάλαβε το ταλέντο του, τους πρότεινε να τον στείλει για σπουδές στο Παρίσι με δικά του έξοδα, υπό την προϋπόθεση να προσχωρήσει στον καθολικισμό. Το 1930 η οικογένεια μετακόμισε στην Αθήνα και ο Τάσος έπιασε δουλειά στο στούντιο του Ιωάννη Ξανθάκη, από τον οποίο έμαθε την τέχνη του καλού φωτογράφου πορτρετίστα αλλά και τις τεχνικές, τις οποίες διατήρησε και εμπλούτισε κατά τη διάρκεια της δικής του επαγγελματικής πορείας.
Στον ελληνοϊταλικό πόλεμο υπηρέτησε στο μέτωπο ως έφιππος ταχυδρόμος και την περίοδο της Κατοχής εργάστηκε ως βοηθός υδραυλικού για να καταφέρει να επιβιώσει. Μετά το τέλος του πολέμου, ανέλαβε το στούντιο του δασκάλου του
Ι. Ξανθάκη, καθώς εκείνος είχε πλέον πεθάνει. Την ίδια περίοδο παντρεύτηκε τη γυναίκα του Ειρήνη, με την οποία απέκτησε δύο παιδιά. Το χρυσό κεφάλαιο, πάντως, στην καριέρα του ξεκίνησε το 1949, όταν νοίκιασε τον χώρο στην Κυψέλη, ο οποίος είχε κατασκευαστεί ως είσοδος θερινού κινηματογράφου, που όμως δεν λειτούργησε ποτέ. Αυτό το μικρό στούντιο έγινε το μαγικό εργαστήρι του.
‘Εχοντας ως πελάτες τα περισσότερα θέατρα πρόζας της εποχής και παίρνοντας την αποκλειστικότητα των φωτογραφίσεων του Εθνικού και του Θεάτρου Τέχνης, κατάφερε με το πέρασμα των χρόνων να γίνει από τους πιο ονομαστούς και περιζήτητους του είδους του. Ως επαγγελματία τον χαρακτήριζαν η γρήγορη ματιά του και η αισθαντικότητα που έδειχνε στους ανθρώπους που φωτογράφιζε. Με πολλούς διατηρούσε φιλική σχέση και εκτός δουλειάς, ο ίδιος ήταν πάντα χαμηλών τόνων και απείχε γενικότερα από τα καλλιτεχνικά κυκλώματα προτιμώντας να περνάει τις ώρες του στον σκοτεινό θάλαμο του φωτογραφείου του κάνοντας θαύματα με τις τεχνικές που εφάρμοζε, τυπώνοντας ασπρόμαυρες και αργότερα έγχρωμες φωτογραφίες.
Πηγή
‘Εχοντας ως πελάτες τα περισσότερα θέατρα πρόζας της εποχής και παίρνοντας την αποκλειστικότητα των φωτογραφίσεων του Εθνικού και του Θεάτρου Τέχνης, κατάφερε με το πέρασμα των χρόνων να γίνει από τους πιο ονομαστούς και περιζήτητους του είδους του. Ως επαγγελματία τον χαρακτήριζαν η γρήγορη ματιά του και η αισθαντικότητα που έδειχνε στους ανθρώπους που φωτογράφιζε. Με πολλούς διατηρούσε φιλική σχέση και εκτός δουλειάς, ο ίδιος ήταν πάντα χαμηλών τόνων και απείχε γενικότερα από τα καλλιτεχνικά κυκλώματα προτιμώντας να περνάει τις ώρες του στον σκοτεινό θάλαμο του φωτογραφείου του κάνοντας θαύματα με τις τεχνικές που εφάρμοζε, τυπώνοντας ασπρόμαυρες και αργότερα έγχρωμες φωτογραφίες.
Πηγή