| |
Η φωτιά από άγνωστο χέρι «υπέγραψε» το έργο της βραδινής παράστασης, που δεν έγινε, στο «Αττικόν», την Κυριακή 12 Φεβρουαρίου 2012. Ολη νύχτα ο αγαπημένος αθηναϊκός κινηματογράφος καιγόταν, οι στύλοι της εισόδου άντεξαν. Ωσπου να ανάψουν πάλι τα φώτα της καμένης πρόσοψης, η Σταδίου, η Αθήνα, οι φίλοι του κινηματογράφου θρηνούν και θυμούνται... Νεανικό δωμάτιο στη δεκαετία του ’50. Αφίσες ολόγυρα στους τοίχους. Ο Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ, ο Μπαρτ Λάνκαστερ, η Σέλεϊ Γουίντερς, «ντεκουπέ» ολόσωμη, ο «Χιτών» – The Robe, οι πρωταγωνιστές Ρίτσαρντ Μπάρτον, Τζιν Σίμονς, Βίκτορ Ματσιούρ... Στις πρεμιέρες επίσημοι, λιμουζίνες, ωραιόκοσμος, αστυνομικοί για τάξη και ασφάλεια. Και για το ίδιο έργο, τις επόμενες ημέρες, ουρές από κόσμο. Καμπαρντίνες, μακριά παλτά, καλοχτενισμένες κυρίες, και όλοι να στέκονται στην είσοδο του «Αττικόν», να κουβεντιάζουν για την ταινία. Ανάμεσα, κυκλοφορούν, όχι ένας, αλλά δύο λαχειοπώλες. «Αύριο κληρώνει». Ολα αυτά σε μαυρόασπρες φωτογραφίες του Αλιφέρη «φωτο Tzal», προσόψεις του «Αττικόν» με τις γιγαντοαφίσες που είχε ζωγραφίσει ο Γιώργος Βακιρτζής, καταξιωμένος ζωγράφος ήδη, με ανάθεση των Αφων Σκούρα. Η είσοδος του «Αττικόν» με την έγχρωμη γιγαντοαφίσα από το χέρι του Γιώργου Βακιρτζή ήταν η πρόσκληση στον διαβάτη, στον καθένα που περνούσε από τη Σταδίου και έβλεπε «σκηνές από το παιζόμενο έργο», όπως τις είχε αποδώσει ζωγραφικά, με τέχνη και μαστοριά, ΧΕΙΡ Βακιρτζή! Στο ταμείο έπαιρναν το εισιτήριο για το όνειρο. Εμπαιναν μέσα στη σκοτεινή αίθουσα και ταξίδευαν... Κλήρωσε για το «Αττικόν» το λαχείο της καταστροφικής πυρκαγιάς το βράδυ της Κυριακής 12 Φεβρουαρίου 2012, όταν χέρι έριξε βόμβα μολότοφ στο «παλατάκι» του σινεμά. Κάθε βράδυ Κυριακής κατέβαινε η γιγαντοαφίσα για να μπει της επόμενης ταινίας, πάντα από τον Βακιρτζή ζωγραφισμένη. Τα τελάρα χρησίμευαν για τις επόμενες γιγαντοαφίσες, όσο για το χαρτί (χαρτί του μέτρου, εργοστάσιο Αφοι Λαδόπουλοι, Πάτρα) για λόγους οικονομίας ο Γιώργος Βακιρτζής, όταν δεν ήταν σκισμένο, το ξαναζωγράφιζε από τη λευκή πλευρά εκεί στο εργαστήρι του, στην Χρήστου Λαδά 11. Για λόγους οικονομίας... Οι Αθηναίοι της δεκαετίας του ’50 είχαν αφήσει πίσω τους πόλεμο, Κατοχή, μπότα, Εμφύλιο και προχωρούσαν μπροστά, να κερδίσουν τον χαμένο χρόνο οι μεγαλύτεροι, να ανακαλύψουν τον νέο κόσμο οι μικρότεροι, οι μαθητές, τα παιδιά. Οταν κατέβαινε, Κυριακή βράδυ, η γιγαντοαφίσα, ορμούσαν τα μαθητούδια και έπαιρναν, για ενθύμιο, για αφίσες στην κάμαρά τους, κομμάτια ατόφιας, αυθεντικής ζωγραφικής με αξία, γιατί ήταν από το χέρι του Γιώργου Βακιρτζή της ΑΣΚΤ. Τότε δεν το ’ξεραν, το ’μαθαν μετά, όταν πια είχαν γίνει συλλέκτες ζωγραφικής για τον κινηματογράφο, που την ίδια εποχή εκφραζόταν με γιγαντοαφίσες σε όλη την Ευρώπη, από τους κατά τόπους ζωγράφους και χαράκτες, στη Βαρκελώνη, στο Μόναχο, στο Παρίσι, εκεί όπου ανθούσε η τέχνη της εφήμερης ζωγραφικής... Πάνω στο δημοσιογραφικό γραφείο, απλωμένες οι μαυρόασπρες φωτογραφίες από το αρχείο του Γιώργου Βακιρτζή, σημειωμένες με τον δικό του γραφικό χαρακτήρα. Μικρές ασπρόμαυρες φωτογραφίες του Αλιφέρη («φωτο Tzal») που χρησίμευαν για τεκμήρια της δουλειάς τού καλλιτέχνη για τις γιγαντοαφίσες που είχε αναλάβει να κάνει για τις προσόψεις του «Αττικόν» αλλά και του «Πάνθεον» και του «Ρεξ». Αυτές έδειχνε για να πληρωθεί. Μεγεθυμένες οι φωτογραφίες από τις προσόψεις έχουν όμως και άλλα πολλά να μας πουν. Για την αγάπη του κόσμου για τον κινηματογράφο, τον δυτικό αλλά και τον ελληνικό, για τις περιπέτειες, τις κωμωδίες, τα αισθηματικά, τα πολεμικά, τις υπερπαραγωγές. Κάτι έχουν να μας πουν αυτά τα πειστήρια για την κοινωνία της μεταπολεμικής Ελλάδας που μπορούσε πια να ξαναρχίσει να ονειρεύεται, έναν «καλύτερο κινηματογράφο, με Σινεμασκόπ», όπως διαφημιζόταν, και όπως κι έγινε, ή μια καλύτερη ζωή... Τώρα, αποκαΐδια και θλίψη στα βουβά πρόσωπα του κόσμου που ήρθε να δει με τα μάτια του το «νέον έργο» του «Αττικόν» και του «Απόλλων». Οι νυν ιδιοκτήτες του, οικογένεια Τσακαλάκη, δήλωσαν πως θα λειτουργήσουν ξανά οι κινηματογράφοι, η φωτιά κατέστρεψε ολοκληρωτικά τις εισόδους και κλίμακες, όχι τις ίδιες τις αίθουσες. Σώθηκε, ανέγγιχτος από τη φωτιά ο χώρος όπου ήταν το εργαστήρι του Γιώργου Βακιρτζή, εκεί που ο ίδιος, όρθιος, με τις ώρες ζωγράφιζε τις γιγαντοαφίσες. Είναι στο στενάκι απ’ όπου βγαίναμε έξω στην Χρήστου Λαδά, όταν τέλειωνε η προβολή στο «Αττικόν». Κι αυτό έχουν να μας πουν οι φωτογραφίες που έφερε στο δημοσιογραφικό γραφείο ο Χρήστος Φ. Μαργαρίτης. Μέσα από το αρχείο του Γιώργου Βακιρτζή ενυπάρχει η μαρτυρία του μεγάλου ζωγράφου που πίστευε στο όνειρο της τέχνης. Αυτές οι φωτογραφίες, ασπρόμαυρες –γιατί δεν υπήρχε τότε έγχρωμο φιλμ– από τις χρωματιστές γιγαντοαφίσες στην πρόσοψη του «Αττικόν» συνηγορούν, πέρα και πάνω από λόγια και υποσχέσεις και «θα», για την ανάγκη να ξανανάψουν τα φώτα του. Για να μην καεί, μαζί με το αγαπημένο μας «Αττικόν», και το δικαίωμα στο εισιτήριο για το όνειρο! Κάτι άλλο ακόμη μάς δείχνουν οι αποκαλυπτικές αυτές φωτογραφίες. Δεν ήταν δα και τόσο άσχημη η ζωή στη δεκαετία του ’50! Καλά ήταν. Είχαν μπροστά τους μέλλον, είχαν ένα πάτημα για άλμα. Τώρα τι μένει; Μπροστά στα αποκαΐδια του «Αττικόν» τα συννεφιασμένα πρόσωπα των Αθηναίων που αρνούνται να δουν τα γράμματα του τέλους... Τα τεκμήρια. Οι μαυρόασπρες φωτογραφίες του Αλιφέρη (φωτο Tzal) ήταν η απόδειξη, τα τεκμήρια ότι είχε ζωγραφίσει τις προσόψεις ο Γιώργος Βακιρτζής και επί τη βάσει αυτών πληρωνόταν. Τα τεκμήρια υπάρχουν αυτούσια στο προσωπικό Αρχείο Γ. Βακιρτζή που βρίσκεται στα χέρια του συλλέκτη - ερευνητή κ. Χρήστου Φ. Μαργαρίτη και αποτελεί υλικό για τη μελέτη της προσφοράς του Γιώργου Βακιρτζή στη ζωγραφική για τον κινηματογράφο... THΛEΦOΣ πηγή |
↧
Βραδιές του ’50 στο «Αττικόν» – να μην καεί μαζί και το εισιτήριο για τ’ όνειρο...
↧