To χωριό μας , καμένο , θύμα της εκδικητικής Γερμανικής ..μανίας....αιώνων ιστορία , σβήστηκε μονομιάς , κι' εμείς ούτε ένα ταπεινό μνημείο δεν έχουμε φτιάξει..΄για τους χωριανούς μας που αδικοχάθηκαν , για τον πολιτισμό μας που χάθηκε...είμαστε άξιοι της τύχης μας....
Στο " ΛΙΔΩΡΙΚΙ " , του Αυγούστου 1983 αρ.φυλ. 21 , βρήκαμε αυτό το κομμάτι , συγκλονιστικό για μας , που αναφέρεται στο κάψιμο του χωριού μας τον Αύγουστο του 1944 , γραμμένο από μια εντεκάχρονη , τότε , Λιδορικιωτοπούλα , την φίλη Τασία Κατσώνη - Μαραγκού , που με την .. ολοζώντανη περιγραφής της , μας έκανε να νοιώσουμε τη..μυρωδιά της φωτιάς και τ' αποκαίδια να..πνίγουν τα ..μάτια μας , το χωριό μας καίγεται αδέρφια ανήμερα τ Αι Γιαννιού , 29 Αυγούστου 1944 , διαβάστε τι είχε καταγραφεί τότε στην τρυφερή παιδική ψυχούλα μιας εντεκάχρονης.....
" Σαράντα χρόνια κοντεύουν από τον μαύρο εκείνο Αύγουστο του 1944 . Ήμουν μικρό παιδί - 11 χρονών - και έχουν χαραχτεί βαθειά μέσα μου όλα όσα τραβήξαμε τότε . Όλα άρχισαν από τις Καρούτες . Εκεί , οι αντάρτες χτύπησαν ένα τάγμα Γερμανών από το οποίο δεν σώθηκε κανένας .
Νυχτιάτικα , οι αντάρτες ήρθαν και μας πήραν με τα ζώα μας αγγαρεία , να πάμε στις Καρούτες να φέρουμε λάφυρα . Και τι δεν αντίκρισαν τα παιδικά μου μάτια εκεί !...Τα θυμάμαι κι ανατριχιάζω ! Γύρω στις βρύσες , πτώματα Γερμανών πεσμένων το ένα πάνω στο άλλο . Άλλοι μπρούμιτα , άλλοι ανάσκελα , άλλοι με τα μάτια ορθάνοιχτα . Άγριο πράγμα ο θάνατος και πιο φοβερό όταν τον αντικρίζουν , σ' αυτή τη μορφή , παιδικά μάτια . Ήταν ένα βράδυ εφιαλτικό .
Οι Γερμανοί , όμως , λυσσασμένοι από τις αλλεπάλληλες ήττες ζητάνε εκδίκηση . Μεγάλες δυνάμεις τους ξεκίνησαν από την Άμφισσα , για " να τιμωρήσουν ". Άλλοι ψηλά , απ' τον Έλατο , και άλλοι χαμηλά απ' τ' Ανάθεμα . Ζητάνε εκδίκηση . Θα πληρώσει το Λιδορίκι για τον ξεπάστρεμα των Γερμανών στις Καρούτες .
Σ' όλα τα μέτωπα οι Γερμανοί λυγάνε , ο πόλεμος είναι βέβαιο πως τελειώνει και το Λιδορίκι καταστρέφεται . Από μακριά , βάλλουν με όλμους , εναντίον του Λιδορικιού . Ανταριασμένα όλα τα βουνά , ο Έλατος τα βουνά πάνω απ' τη Σκαλούλα , πνίγονται από τους όλμους και τις οβίδες . Όσο πάει και πλησιάζει ο αχός και η βοή...
Βλέπαμε τις οβίδες να πέφτουν στο " Βύθλα " στον " Τραγουδάκι " στον " Πλατό ", όλο το χωριό ανάστατο . Μικροί και μεγάλοι ξέραμε τι μας περίμενε αν μέναμε , και μαζεύαμε γρήγορα - γρήγορα ότι μπορούσαμε να πάρουμε μαζί μας , για να φύγουμε μακριά . Όλοι αδειάζουν τα σπίτια τους . Φορτωμένα τα ζώα καλαμπόκι , τρόφιμα , ρούχα και , πανωσάμαρα , οι κότες δεμένες όλες μαζί . Καραβάνι απελπισμένων και φοβισμένων ανθρώπων οι Λιδορικιώτες άνδρες , γυναίκες , παιδιά , κουβαλάνε το βιο τους - ότι περίσσεψε απ' τη λεηλασία των Ιταλών του 1943 - στα αμπέλια , στον Κόστεβο , τη Φτελιά και στα γύρω ορεινά χωριά . Ότι δεν μπορούν να πάρουν ανοίγουν λάκκους και το χώνουν στους κήπους ....Κανένας δεν τρέφει αυταπάτες , όλοι ξέρουν πολύ καλά τι περιμένει το όμορφο χωριό μας .
Οι όλμοι όσο πάνε και πλησιάζουν στο χωριό , και μόνο η θεια μου η Κούλα , η Μπαλατσούραινα με τη θεια μου τη Ζωίτσα - κοπέλες τότε - θυμήθηκαν ότι έχουν ένα αμπέλι στο Παραδείσι και πήγαν να κόψουν σταφύλια . Χαροπάλαιψαν να γυρίσουν πίσω . Παίρνει η θεια μου η Ζωίτσα ένα σακί , βάζει μέσα όλες τις κότες της και φεύγει , αλλά μέχρι να φτάσει στις Λάκκες ψόφησαν οι κότες και τις πέταξε μαζί με το σακί !....
Άδειασε το Λιδορίκι , λίγοι γέροντες έμειναν . Σαν λυσσασμένοι έπεσαν μέσα στο χωριό οι Γερμανοί , με τους προδότες που τούς συνόδευαν , και άρχισε ο χαλασμός . Φωτιά σε όλα τα σπίτια . Δεν σεβάστηκαν ούτε την εκκλησία , σκότωσαν με τις λόγχες γέροντες και άλλους τους πέταξαν ζωντανούς μέσα στα καιόμενα σπίτια .
Οι φλόγες υψώνονταν μέχρι τον ουρανό . Μαύρος πυκνός καπνός καλύπτει τα πάντα . Ανταριάζει το μέρος όλο και η μυρωδιά των καμένων υλών , φτάνει πολύ μακριά . Εκτελούν μέσα στο μαγαζί του τον Αθαν.Τσίγκα , τον Παπαναγιώτου , τον Παπαδόπουλο , τις αδελφές Λατσούδη και Πουρνιά και πολλούς άλλους . Κόλαση μέσα στο χωριό . Οι Λιδορικιώτες από τις γύρω βουνοκορφές , με δάκρυα στα μάτια , βλέπουν τους κόπους μιας ζωής να καίγονται .
Αφού χόρτασαν δυο μέρες χαλασμό και θάνατο , έφυγαν οι Γερμανοί . Γεμάτοι απελπισία οι κάτοικοι , δειλά-δειλά άρχισαν να γυρίζουν στο χωριό . Θρήνος παντού , η βαριά μυρωδιά του καμένου τους υποδέχεται . Τα παράθυρα , οι σκεπές , όλα καμένα , πεσμένα , καρβουνιασμένα . Δεν υπάρχει τίποτα .Χαλασμός , θάνατος πέρα ως πέρα . Σε λίγο θάρθει ο χειμώνας και θα μας βρει άστεγους , πεινασμένους , κρυωμένους . Από που ν' αρχίσουμε , όλοι είμαστε στην ίδια θέση , μικροί μεγάλοι , με το τσεκούρι , τρέχαμε στα βουνά να κόψωμε ξύλα να στεγαστούμε πρόχειρα . Ένδεκα χρονών παιδί και κουβαλούσα σβαρνώντας τα ξύλα , μαχιές και ψαλίδια . Τα σέρναμε με σκοινιά απ' τον Αρδίνη .
Θυμάμαι , Δεκέμβρης μήνας του 1944 , χιόνιζε και ήμουνα στα Καλτεζιά μόνη μου ( οι άλλοι είχαν προχωρήσει ), ό,τι είχε απομείνει απ΄τα παπούτσια που φορούσα , γλίστραγε και τα παιδικά μου χέρια πάγωναν . Δεν άφηναν όμως το σκοινί με το ψαλίδι ( ξύλο σκεπής ) για το σκέπασμα του σπιτιού . Ο αγώνας για το χτίσιμο του χωριού μας είχε αρχίσει .
Ένας αγώνας που κράτησε πολλά-πολλά χρόνια , ένας αγώνας στη διεξαγωγή του οποίου τόσοι και τόσοι συμπατριώτες μας χάθηκαν από πείνα , στερήσεις , αρρώστιες . στενοχώρια....".-
Καλή σας μέρα , να είστε όλοι καλά …..Κ.Κ.-