Πρίγκιψ
Η εικόνα μοιάζει σχεδόν εξωπραγματική, αντίστοιχη του αστικού μύθου που περιβάλλει τον Τόλη. Εξω από τις καμπάνες του Αστέρα όπου διαμένει εναποτίθενται καφάσια με χόρτα. Τα ντελικάτα άκρα του είναι βυθισμένα σε μια λεκάνη με νερό για να ξεκουράζονται. Στο τραπεζάκι δίπλα του υπάρχει απαραιτήτως ένα ποτήρι ουίσκι. Χαλαρώνει καθαρίζοντας ραδίκια. Κλείνει τα μάτια και αναπολεί την Κοκκινιά, τον πατέρα του, τη λαχαναγορά. Ο Τόλης καλλιέργησε τον μύθο του όσο κανείς. Η νεόπλουτη αρχοντιά συμβάδισε με μια λαϊκότητα που μεταμορφώθηκε, για τις ανάγκες της νέας εποχής, σε ένα επικίνδυνο υβρίδιο: το κιτς δεν ήταν ποτέ τόσο ποθητό.
Η γέννησή του μοιάζει καρμική. Μια μητέρα που προσπαθεί να αποκτήσει τον πολυπόθητο υιό, αλλά γεννά συνεχώς κορίτσια. Τον Ιούλιο του 1940 το θαύμα γίνεται. Το αγόρι ήρθε σε μια οικογένεια βιοπαλαιστών. Ο πατέρας του Χαραλάμπης είναι εμπορομανάβης. Οταν ο Τόλης μεγαλώνει, τον παίρνει μαζί του στη δουλειά. Εκείνος, ντελικάτος, δεν είναι φτιαγμένος για αυτή τη ζωή. Θέλει να γίνει «θεατρίνος», και έτσι ο ίδιος ο πατέρας του τον πηγαίνει στη Δραματική Σχολή.
Σταδιακά, μεταπηδά από το θέατρο στο τραγούδι. Είναι διορατικός και δουλεύει πολύ. Μια νέα εποχή ξημερώνει, η εποχή που θα τον επιβάλει ως είδωλο. Η δική του ένρινη, λεπτή φωνή πλέον μπορεί να εκτοπίσει τις βαριές λαϊκές και να απευθυνθεί στο νέο κοινό. Η εποχή σηκώνει τη γλυκερή διάθεση και ο Τόλης δεν τραγούδα απλώς, δεν ερμηνεύει, «πονά» και «λιώνει» στην πίστα. Ο «θεατρίνος» ξεπηδά και η σαπουνόπερα στρογγυλοκάθεται επάνω στο πεντάγραμμο.
Η σεξουαλικότητά του αναδύεται από παντού, από το ασφυκτικά στενό πουκάμισο, από τη φαρδιά καμπάνα, την περιποιημένη κόμμωση. Τα κορίτσια παραληρούν. Με την «ξανθή αγαπημένη Παναγιά» του, τη Ζωίτσα του, ενσαρκώνουν το νέο πρότυπο ζευγαριού. Στο Θέατρο Βέμπο παίζουν τους «Εραστές του ονείρου», μια πισίνα στήνεται για χάρη τους.
«Στην πρώτη μας συνάντηση μου είπε ότι όλα αυτά που κάνω εγώ εδώ και χρόνια, το σόου τέλος πάντων, ότι πετάω και όλα αυτά, τα έχει κάνει πολύ πιο πριν από μένα. (...) Κατέβαινε με έναν γερανό και ήταν πολύ ιδιαίτερο τότε αυτό» είχε δηλώσει η Δέσποινα Βανδή συγκινημένη. Ο Βοσκόπουλος υπήρξε πρωτοπόρος. Ηταν ο καλλιτέχνης που διαμόρφωσε την αισθητική των λάιφσταϊλ μπουζουκερί: ένα μείγμα αφασικής διασκέδασης με δόσεις επαρχιώτικου εντυπωσιασμού.
Και ύστερα έρχεται το άλλο, μεγάλο κεφάλαιο της ζωής του, οι γυναίκες. Ενας γάμος στα 20 του χρόνια με τη Στέλλα Στρατηγού, ένα πονεμένο ειδύλλιο με τη Ζωή Λάσκαρη, ο γάμος με τη Μαρινέλλα, το διαζύγιό τους και ύστερα το έπος της Τζούλιας Παπαδημητρίου, μια ωδή στην τηλεόραση του πλυσταριού. Ο Τόλης περιφέρεται πληγωμένος. «Πως εγώ αγαπώ μία, μία μόνο μία» ακούγεται στο βάθος. Και ναι, ευρέθη. Είναι η Αντζελα Γκερέκου. Και ύστερα ήρθαν κι άλλα αφόρητα αγαπησιάρικα τραγούδια, το σάουντρακ της δικής του ζωής...
Του μελό
Τον Οκτώβριο του 2011 ο Τόλης Βοσκόπουλος εξέρχεται από το νυχτερινό κέντρο όπου τραγουδά ο Σάκης Ρούβας. Ενας δημοσιογράφος τον πολιορκεί ζητώντας του λεπτομέρειες για την επικείμενη συνεργασία του με τον Αντώνη Ρέμο. Ο Τόλης έχει χάσει το συνηθισμένο άνετο στυλ του. Είναι αρκετά σφιγμένος. Ισως επειδή πρόκειται για μία από τις σπάνιες εμφανίσεις του μετά το ξέσπασμα του σκανδάλου των ληξιπρόθεσμων οφειλών του προς το Δημόσιο, οι οποίες άγγιζαν τα 5,5 εκατ. ευρώ. Ηταν εκείνο το σκάνδαλο που έθεσε την πολυαγαπημένη του Αντζελα και τότε υφυπουργό Πολιτισμού και Τουρισμού εκτός κυβέρνησης ΠαΣοΚ. Η μοναδική γυναίκα που τον «πλήρωσε» σχολιάζουν ακόμη και σήμερα οι κακεντρεχείς.
Ο Τόλης, λοιπόν, είναι εκνευρισμένος. «Τώρα εσύ με ρωτάς γιατί μ' αγαπήσατε ξαφνικά;» θα πει στον δημοσιογράφο. «Πάντα σας αγαπούσαμε» του ανταπαντά εκείνος. Και ύστερα ο Τόλης, με ύφος βγαλμένο από σενάριο διά χειρός Φώσκολου και εκείνον τον δραματικό λυγμό στη φωνή, θα πει βαθυστόχαστα: «Ψέματα λες. Είστε ψεύτες. Δεν με αγαπάτε». Κλείνει την πόρτα του αυτοκινήτου και φεύγει. Δεν έδωσε περαιτέρω εξηγήσεις.
Εκείνη η περίοδος ήταν η πιο σκληρή της ζωής του. Ηταν λογικό για ένα είδωλο που είχε μάθει να λατρεύεται, όχι να χλευάζεται. Φυσικά, υπήρχαν πολλές δικαιολογίες. Κυρίαρχη εκείνη που υποστηρίζει ότι ο κιμπάρης Τόλης ποτέ δεν ενδιαφέρθηκε για τα λεφτά, τα οποία, έτσι κι αλλιώς, όπως τόνιζε η επίσημη ανακοίνωσή του, δεν καρπώθηκε ο ίδιος, αλλά ένα «άλλο πρόσωπο», φωτογραφίζοντας προφανώς την πρώην σύζυγό του. Ο «πρίγκιπας» μάλλον αναζητούσε συγχωροχάρτι τότε. Στην Ελλάδα της κρίσης, αυτό δεν είναι και τόσο εφικτό.
Το ένρινο ιδίωμα, που ο ίδιος υπερτονίζει, αρκετά τραγούδια του τα οποία βρίσκονται στα όρια του κιτς και μια συνολική παρουσία που φλερτάρει με την ελαφρότητα έχουν κάνει κατά καιρούς αρκετούς να τον αμφισβητούν. Ας μην ξεχνάμε τους διθυράμβους του στη Δέσποινα Βανδή και στον Φοίβο, όταν συνεργάστηκε μαζί τους πριν από μερικά χρόνια. Η αισθητική του Τόλη, όμως, μάλλον αυτή ήταν πάντα. Απλώς, επειδή ανήκει στο παρελθόν, μοιάζει επιβεβλημένος, έχοντας καθαγιαστεί απ' τον χρόνο.
Ετσι κι αλλιώς, είναι σαφές ότι πορεύτηκε εκπροσωπώντας επάξια το «τα εν οίκω εν δήμω». Τα παραδείγματα ουκ ολίγα τα τελευταία χρόνια. Ο σχεδόν on camera χωρισμός με την Τζούλια Παπαδημητρίου, η μετέπειτα αναγέννησή του μέσα από τον γάμο με την Αντζελα και πάντα στο βάθος οι θανατηφόρες cult ατάκες του. «Χάσαμε τη μανούλα μας» δήλωνε δακρύβρεχτα, όταν η «γαλανομάτα μάγισσα-αυτοκολλητάκι» εξελέγη βουλευτής. Σκηνές από αλμοδοβαρική παρωδία. «Τα λόγια είναι περιττά», όπως έχει τραγουδήσει.
«Εκείνη την εποχή, λέγαμε ότι ο Βοσκόπουλος είναι "γρίππη" και θα περάσει, να που αποδείχθηκε καλλιτέχνης με λαϊκή βάση» έχει δηλώσει για εκείνον η Δήμητρα Γαλάνη στο «Βήμα». Η φράση της συνοψίζει το φαινόμενο Τόλης. Γιατί ο «πρίγκιπας» διατηρεί το κοινό του, όπως απέδειξε και η πρόσφατη συναυλία του στο Βεάκειο Θέατρο του Πειραιά. «Οι αναμνήσεις ξαναγυρίζουνε», λοιπόν, ένρινες, αγαπημένες και ολίγον στοιχειωμένες...
Αδέκαστη
*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 18 Αυγούστου 2013
Αδέκαστη
*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 18 Αυγούστου 2013