Η χρήση του καπνού είναι βεβαίως παμπάλαια, αλλά του τσιγάρου θεωρείται νεότερη και συνδέεται –τουλάχιστον στην Αγγλία– με τους Έλληνες! Η επινόηση του τσιγάρου αποδίδεται σε Αιγύπτιο στρατιώτη του Ιμπραήμ πασά. Σε μια εκστρατεία, στα 1832, αφού είχαν καταστραφεί τα τσιμπούκια που χρησιμοποιούσαν για τον καπνό, τον τοποθέτησε σε ένα άδειο χάρτινο φισέκι. Άναψε, ρούφηξε και έμεινε ικανοποιημένος…
Χρειάστηκε να περάσει μια ολόκληρη 25ετία για να εισαχθεί το τσιγάρο στην Αγγλία. Θεωρείται, δε, ότι το εισήγαγε ένας Έλληνας και ότι Έλληνες θεμελίωσαν την αγγλική τσιγαροβιομηχανία, όπως και τη γερμανική και αργότερα την αιγυπτιακή. Πρώτος, δε, καταγράφεται ο Νικόλαος Κουντούρης, ο οποίος το 1858 ίδρυσε κατάστημα πωλήσεως τσιγάρων στο Λονδίνο και μάλιστα υπό την αιγίδα του Δούκα του Κέιμπριτζ. Πωλούσε ψιλοκομμένο καπνό και τσιγαρόχαρτο, μέχρι που τρία χρόνια αργότερα (1861) άλλος Έλληνας, ο Ιωάννης Θεοδωρίδης, πρώην λοχαγός του ρωσικού στρατού, ίδρυσε το πρώτο εργαστήριο τσιγαροβιομηχανίας.
Ο Θεοδωρίδης προσέλαβε τέσσερις «τσιγαράδες» και πωλούσε έτοιμο το προϊόν, χρησιμοποιώντας καπνά από την περιοχή της Θεσσαλονίκης που βρισκόταν κάτω από τον τουρκικό ζυγό. Το επιστόμιο των τσιγάρων ήταν από χαρτόνι, ενώ η διαφήμιση απογείωσε την επιχείρησή του. Ο ίδιος καθιέρωσε και τις «μάρκες» με περίεργα ονόματα, όπως «Κανόνι», «Τουφέκι», «Όπερα» κ.ά. Ακολούθησε τρίτος Έλληνας, ο Τ. Αβραμάκης, καθιερώνοντας την μάρκα «Κέιμπριτζ» για να απαντήσει ο Θεοδωρίδης με τη μάρκα «Οξφόρδη». Τα κουτιά ήταν πολυτελή, διακοσμημένα συνήθως με πορτρέτα ωραίων γυναικών, βελούδινο περίβλημα και καθρεφτάκια.
Σύντομα τα επιστόμια από χαρτόνι αντικαταστάθηκαν από ολόκληρη κλίμακα επιστομίων με χρυσό, κεχριμπάρι, γυαλί και μετάξι. Η προσπάθεια τοποθέτησης επιστομίων από φελλό –που αργότερα απλώθηκε σε όλα τα τσιγάρα– απέτυχε όταν πρωτοεφαρμόσθηκε τις δύο τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα. Τέλος, ο… θρίαμβος της ελληνικής παρουσίας σφραγίστηκε με την πρωτοβουλία του Α. Τσικαλιώτη να ιδρύσει στο Λίβερπουλ (1869) «Σχολείον Γυναικών Σιγαρεττοποιών»! Από το 1880 πρόβαλαν οι Αμερικανοί, οι οποίοι και πρωταγωνίστησαν όχι λόγω ποιότητας αλλά λόγω επιτυχημένης διαφήμισης.