Χρόνια πίσω στο Κέντρο της Αθήνας από το πρωϊ μέχρι το βράδυ στην δουλειά.
Τα ωράρια στα μικρά μαγαζιά ήταν άγνωστα....τράβαγε την κουρτίνα το αφεντικό
μισοέσβηνε τα φώτα και εξυπηρετούσε πελάτες.
Για φαϊ έφερνες την καστάνια από το σπίτι αλλά μερικές φορές πήγαινες
και στο μαγερειό....δίπλα στην Αριστείδου σε υπόγεια στοά....
Ένοιωθες άρχοντας.....
Σου έλεγε το μενού ο μάγειρας ...σου άνοιγε και καμμιά κατσαρόλα για να σε πάρει η μυρουδιά....
Ερχότανε το γκαρσόνι έβγαζε το μολύβι από το αυτί και το μπλοκάκι από την ποδιά....
"....ολίγο σκέτο από γιουβέτσι...." για αρχή για να σε πιάσει...."μια φέτα και ολίγα σουτζουκάκια" δηλαδή δύο...."...πού είσαι και διπλή μερίδα ψωμί...."
Γνωστοί και στα γύρω τραπέζια ....
Ξεχώριζαν οι μερίδες όσων είχαν μαγαζιά "....μια ψητό...." ακριβό το άτιμο....
κάπως σαν λεμονάτο μοσχάρι με γαρνιτούρα πατάτες φούρνου...." γιουβέτσι..."
ολόκληρη μερίδα.....
Και η κορύφωση όταν έμπαιναν χασαπάδες από την Βαρβάκειο....ερχόντουσαν
και στην Αριστείδου εκτός από το μόνιμο στέκι τους στου Παπανδρέου
στην γειτονιά τους.
Κρατούσαν και μια συκωταριά στο χέρι....την έδιναν να την τηγανίσει ο μάγειρας
και μέχρι τότε γέμιζε το τραπέζι τους από τις παραγγελίες.
Το επιδόρπιό τους ήταν γαλακτομπούρεκο.
Έβγαζαν να πληρώσουν και γέμιζε η χούφτα τους από το χαρτί...
Άσε το γκαρσόνι που το χαμόγελο του έφτανε μέχρι τα αυτιά
μέχρι να πάει στον επόμενο πελάτη και να του φύγει η χαρά
παίρνοντας και από αυτόν...πουρμπουάρ.
Αυτός ο κλάδος της Βαρβακείου ποτέ δεν είχε οικονομικό πρόβλημα.
"...τον λογαριασμόοο.." όμως και εσύ και ερχότανε...ξανά το μολύβι από το αυτί
το μπλοκάκι από την καρό ποδιά και "....έχουμε και λέμε ολίγο από
γιουβέτσι...ολίγα σουτζουκάκια ...και ψωμί..." και φώναζε ο μπαγάσας
και με τα ολίγα ντρεπόσουνα.
"....έεεεφτασεεε..." κι άλλος πελάτης για λογαριασμό ...έπρεπε να γυρίσουν
πίσω στα μαγαζιά τους.
πίσω στα παλιά