Quantcast
Channel: Πίσω στα παλιά
Viewing all articles
Browse latest Browse all 12885

Είναι το Κουκάκι η καλύτερη συνοικία για να ζεις;

$
0
0


 Ένα μίνι αφιέρωμα στο Κουκάκι 

  Είναι μία απ' τις 10 υποψήφιες για την καλύτερη συνοικία της Αθήνας, στα βραβεία του LIFO.gr. Να λοιπόν τι (μεταξύ πολλών πολλών άλλων) είναι για μας το Κουκάκι, μέσα από τυχαία θραύσματα κειμένων, αναμνήσεων και φωτογραφιών.     Κουκάκι! Από τον μουσικό Θοδωρή Σουρβίνο    Το Κουκάκι το λάτρευα πάντα. Γεννήθηκα και μεγάλωσα στον Πειραιά,αλλά πάντα με τράβαγαν η Αθήνα και το Κέντρο. Nομίζω ότι το Κουκάκι είναι ο τέλειος συνδυασμός κέντρου και γειτονιάς. Καθόλου «δήθεν», καθόλου υποβαθμισμένο, πολύ βολικό για όσους θέλουν να κινούνται με ποδήλατο ή περπατώντας, ή μ’ ένα από τα καλύτερα συγκοινωνιακά δίκτυα της Αθήνας.   Το δάσος του Φιλοπάππου είναι ό,τι καλύτερο για να ξεκουράσει κανείς το μυαλό του. Τόσο εγώ όσο και ο σκύλος μου το συνιστούμε ανεπιφύλακτα. Πολλοί σκύλοι και οι συνοδοί τους, λίγα παιδιά, λίγα ζευγάρια, λίγοι «αθλητές», ελάχιστοι γραφικοί «μπανιστηρτζήδες» και αρκετοί μοναχικοί ηλικιωμένοι -μια ωραία κοινωνία στο δάσος. Η θέα από ψηλά είναι φανταστική.   Το απόλυτο cult στέκι του Κουκακίου για πολύ μεθυσμένες late night καταστάσεις παραμένει το «μυστικό» μπαρ της Βέφας.   Αν θες να μάθεις οτιδήποτε για τον κινηματογράφο, τον Πανιώνιο και το Κουκάκι, πρέπει να ρωτήσεις τον Ανδρέα, τον ιδιοκτήτη και ψυχή του σινεμά Mikrokosmos. Και, ειλικρινά, αν αρχίσεις να πίνεις στο φουαγέ του σινεμά μαζί του, δεν θα θες να φύγεις.  Εκτός από τις πολύ όμορφες νεοκλασικές και art deco μονοκατοικίες γύρω από τον λόφο του Φιλοπάππου και πάνω στον πεζόδρομο της Δράκου, το ενδιαφέρον μού έχει τραβήξει το κτίριο που στεγάζει το γυμναστήριο του ΟΝΑ του Δήμου Αθηναίων. Το κτίριο έχει μια τεράστια επιγραφή στην πρόσοψη που γράφει «ΜΗΤΣΙ», η οποία δεν ξέρω τι μπορεί να σημαίνει, και είναι αρκετά διαφορετικό από τα υπόλοιπα κτίρια, αφού ούτε πολυκατοικία είναι, ούτε αποθήκη. Να κάτι που πρέπει να μάθω για τη γειτονιά.             H εμπειρία του Ευριπίδη Λασκαρίδη   Χριστούγεννα του 2009 μετακόμισα σε μια γειτονιά στο Κουκάκι, που έχει τη δική της επωνυμία: «Γαργαρέτα». Από το μπαλκόνι μου βλέπω –δεξιά λοξά– το μνημείο του Φιλοπάππου. Στην πλάτη μου έχω την Ακρόπολη και το Ηρώδειο –αυτά δεν τα βλέπω. Ο δρόμος μου είναι τρία τέταρτα πεζόδρομος, εγώ μένω στο κομμάτι που δεν είναι. Γύρω-γύρω έχει όλη την γκάμα των ξενοδοχείων: για πλούσιους, για τουρίστες, για φοιτητές, για μοντέλα, για ζευγάρια... 
Η Γαργαρέτα ενώνει δύο εντελώς διαφορετικές περιοχές,αυτήν της Ακρόπολης  και του περιφερειακού με τη θέα στον λόφο, τα μνημεία, τις οικολογικές μπουτίκ, τα «καλά» τουριστικά, και την άλλη, που ξεκινά απ’ την αρχή της Συγγρού με το γνωστό 24ωρο, τις Κούκλες, τον Μικρόκοσμο, τα Goody’s και τον Γρηγόρη, κι εκτείνεται λοξά πάνω ως τα μπαράκια και τα ουζάδικα των Πετραλώνων.       Δίπλα μου έχει ένα παράξενο στέκι,τη Φωλιά Στήριξης Μεσαίας Τάξης. Είναι ένας κοινωνικός πολυχώρος με πολλαπλή προσφορά σε άπορους, άνεργους, ηλικιωμένους κ.λπ. Μπαινοβγαίνουν εθελοντές, γείτονες. Δεν έχω ξανακούσει κάτι τέτοιο. Η αεικίνητη Ρουμπίνη που το τρέχει οργανώνει και ολοήμερες φιέστες στον δρόμο από κάτω. Πρώτη φορά το ζούσα αυτό, κοιτούσα αμήχανα από το μπαλκόνι και είπα μέσα μου χαμογελώντας... «γειτονιά»!   Στη γειτονιά κυκλοφορεί και μια ηλικιωμένη κυρία, υπέροχη, με ένα όμορφο, υπέργηρο λυκόσκυλο: βγάζει βόλτα ο ένας τον άλλον και με μεγάλο πείσμα ανεβοκατεβαίνουν τους δρόμους, τόσο ευδιάθετοι όσο και εύθραυστοι μπορεί κανείς να τους δει και δυο φορές τη μέρα... Ο σκύλος μπερδεύει τη μηχανή μου με κάποιου άλλου και όταν τύχει να συναντηθούμε, περιμένει να ξεκαβαλήσω. Καταλαβαίνει ότι δεν είμαι ο άλλος και δίνει ένα κουτσό σήμα για να συνεχίσει ο περίπατος. Η κυρία με τη ζακετούλα, το εμπριμέ φόρεμα και τις κοντές κάλτσες τού μιλά συνεχώς σαν να είναι ζευγάρι.     

   Γράφει ο Eλευθέριος Γ. Σκιαδάς  
 Η πρόσχαρη γειτονιά του Κουκακίου δεν είχε τίποτε να ζηλέψει από το κέντρο της Ομόνοιας! Τα πιτσιρίκια περίσσευαν στο Κουκάκι όσο σε καμία άλλη περιοχή των Αθηνών. Η κοντινή Λεωφόρος Συγγρού την ευνοούσε ιδιαίτερα. Όσο για την επισκεψιμότητά της τονώθηκε όταν η ηλεκτρική εταιρεία «Πάουερ» επέκτεινε εκεί το δίκτυό της. Από το σούρουπο δεκάδες νέοι περπατούσαν στις οδούς Ζίννη και Ολυμπίου! Αναρίθμητα τα κεντράκια στις δύο πλευρές των δρόμων. Ομφαλός η πλατεία Κουκακίου. Στο επίκεντρο το καφενείο «Κέντρο», εντευκτήριο και του «Εφηβικού Ομίλου». Απέναντι το ζαχαροπλαστείο 
«Τρε Ζολί» ιδιοκτησίας Σπ. Χρυσούλη, ο «Λευκός Κρίνος» και αυτό του Μανώλη Μαυρομμάτη. Η καλόκαρδη εργατιά προτιμούσε την ταβέρνα του Βάσου Κονίστη με το ανόθευτο ρετσινάτο. Εκεί τους καημούς της λίκνιζε και μύρωνε ένα γραμμόφωνο. Υπό τους ήχους του οι θαμώνες το έριχναν στον χορό, με τα παλαμάκια της παρέας να ακομπανιάρουν… Πλάι στο εργοστάσιο ΦΙΞ, η κοσμική ταβέρνα «Πηγή» του Ρεμπέση, και του Γιούλη στην οδό Τούσα Μπότσαρη, με φανταχτερά ηλιοτρόπια…
 Η Λεωφόρος Συγγρού μέχρι το Φιξ δεν ήταν παρά μια ατέλειωτη σειρά καφενείων. Και ήταν όλα γεμάτα κόσμο! Ιδιαίτερα τα βραδάκια, όπου μαζευόταν ο εργατόκοσμος και τα ραδιόφωνα διασκέδαζαν τους περαστικούς… σελέμηδες. Ένας τόνος χαράς ακουγόταν χωρίς ωστόσο να καλύπτει τις φωνούλες των παιδιών στην παιδική χαρά! Ένα… άντρο που διέθετε κολυμβητική δεξαμενή αλλά και το «περιοδεύον» κουκλοθέατρο. Παραστάσεις όπως «Η Γρηά του Βουνού» σημείωναν πιέννες σε βαθμό που η αστυνομία αναγκαζόταν να επέμβει. Ανάλογα ακούσματα και απέναντι, όπου συνέρρεε η νεολαία του Αρμενικού Συνοικισμού του Δουργουτίου. Την εικόνα συμπλήρωναν οι δύο θερινοί κινηματογράφοι, ο «Πρωτεύς» και το «Πανελλήνιον», που επί πολλές δεκαετίες χάριζαν στις ψυχές των κατοίκων το άρωμα της προπολεμικής πρωτεύουσας…      
             Η Μάρω Κοντού γεννήθηκε στο Κουκάκι   
 Γεννήθηκα στο Κουκάκι, στο σπίτι της γιαγιάς και του παππού, όπου είχε πάει η μητέρα μου επίσκεψη και την έπιασαν οι πόνοι. Αρχικά, ζούσαμε στον Πειραιά, αλλά επειδή ο πατέρας μου ήταν φυματικός, μου απαγορευόταν να τον βλέπω. Πέθανε όταν ήμουν δύο ετών και μαζί με τη μεγαλύτερη αδελφή μου και τη μητέρα μου, που έπιασε αμέσως δουλειά στο υπουργείο Παιδείας, μετακομίσαμε στη γιαγιά. Το Κουκάκι τότε ήταν μια γλύκα: υπήρχαν μυρωδιές, όλα τα σπίτια μονά ή διπλά με κήπους, γύρω μας ζούσαν υπέροχες οικογένειες, οι πόρτες και τα παράθυρα ήταν πάντα ανοιχτά.   Γείτονές μας ήταν η οικογένεια του Μάριου Πλωρίτη, η φίλη μου Κατερίνα Γιουλάκη, παραπάνω έμενε η Νάνα Μούσχουρη. Από μικρή ζούσα σε έναν κόσμο δικό μου. Τεσσάρων χρόνων άφησα το χέρι της μητέρας μου μες στην εκκλησία, έβγαλα τα παπούτσια μου και άρχισα να χορεύω ξυπόλυτη, υπό τις ψαλμωδίες, στο κόκκινο χαλί. Μονίμως χόρευα μπροστά σ’ έναν καθρέφτη και ονειρευόμουν ότι μια μέρα θα γινόμουν μεγάλη χορεύτρια.     
       Ο Κώστας Καίσαρης λέει: 
  Ο παππούς μου, ο πατέρας του πατέρα μου, ήταν από την Αίγινα, εργολάβος οικοδομών και βασιλικός. Λόγω της σχέσης του με τον βασιλιά Γεώργιο είχε χτίσει όλα τα σχολεία εκείνη την εποχή που ήτανε κάπως colonial, ξέρεις, αυτά με το αέτωμα στη μέση. Με τα λεφτά που έβγαζε αγόραζε σπίτια και οικόπεδα στο Κουκάκι. Ο άλλος παππούς μου, ο πατέρας της μάνας μου, ήτανε Κρητικός και βενιζελικός.    Το μίσος ανάμεσα σε αυτούς τους δυο ανθρώπους ήτανε τεράστιο, πολύ μεγάλο, τεράστιο. Μένανε και οι δυο στο Κουκάκι. Το Κουκάκι λέγεται Κουκάκι γιατί, όταν αποφασίσανε να κάνουνε το τραμ, υπήρχε μια διαμάχη για το αν θα γίνει η στάση στη γωνιά του σπιτιού του παππού Καίσαρη ή στο σπίτι του βιομήχανου Κουκάκη και, λόγω του μίσους, μεσολάβησε ο παππούς Βουράκης, που ήτανε συντοπίτης του βιομηχάνου Κουκάκη, και η στάση έγινε μπροστά στο δικό του σπίτι.   Η μητέρα μου ήταν μελαχρινή. Συνάντησε για πρώτη φορά τον πατέρα μου στο Κουκάκι, καθώς πήγαινε στο σπίτι της στην οδό Γαργαρέτα. Αυτός της είπε κάτι για τις γάμπες της κι ερωτευτήκανε. Όταν ο παππούς Βουράκης έμαθε για τις συναντήσεις της κόρης του με τον μπαμπά μου την έβαλε πάνω στο τραπέζι της κουζίνας και της έκοψε τη γάμπα με ένα μαχαίρι για να την τρομοκρατήσει. Μας το έδειχνε συχνά η μάνα μου αυτό το σημάδι. Φυσικά ξανασυναντηθήκαν         Το κουτσομπολιό και το Κουκάκι   
      + Από μια συνέντευξη του Σωκράτη Μάλαμα: 
  Τα ταξίδια δεν είναι στους τόπους, τα ταξίδια είναι εδώ. Έχω φύγει από το μπαρ της Γωγώς μια Κυριακή στις 7 το πρωί και περπατώντας προς το Κουκάκι ένιωσα ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος του κόσμου. Σχεδόν κάθε μέρα μου είναι ένα ταξίδι και θέλω το ταξίδι μου να είναι ανεπανάληπτο. 
Πηγή: www.lifo.gr

Viewing all articles
Browse latest Browse all 12885

Trending Articles



<script src="https://jsc.adskeeper.com/r/s/rssing.com.1596347.js" async> </script>