Quantcast
Channel: Πίσω στα παλιά
Viewing all articles
Browse latest Browse all 12885

Η δική μου Αθήνα

$
0
0



Εξάρχεια, Νέα Σμύρνη, γωνία Αριστοτέλους και Σωκράτους, Πατήσια.
Αρχαιότητες και γκάζια. Μυρωδιές και νέφος. Στέκια και μύθοι.
Οκτώ συντάκτες του «Ταχυδρόμου» γράφουν για την πρωτεύουσα.


Αν δεν υπήρχε Ακρόπολη
Νόμιζα ότι το είχε πει ο Ιόλας.

Η Μικέλα με διέψευσε. Το είχε απαιτήσει ο Γιώργος Μακρής, ο ποιητής της παρέας του «Πάλι», που ύστερα πήδηξε από την ταράτσα της πολυκατοικίας του στο Κολωνάκι. Να κατεδαφίσουμε την Ακρόπολη, έλεγε, και στη θέση της να χτίσουμε ένα γυάλινο εμπορικό κέντρο - με ευρύχωρο γκαράζ, χιλιάδες θέσεις πάρκινγκ.
O καημένος ο Μακρής. Ζούσε με το όνειρο του μοντερνισμού βιδωμένο στο κεφάλι και στην καρδιά του. Περιστοιχισμένος από εθνικοφροσύνη, ψόφαγε για κοσμοπολιτισμό. Ένιωθε μπαϊλντισμένος ήδη από το σχολείο. Τρεις χιλιάδες χρόνια ιστορία, ελληνικός πολιτισμός, αθηναϊκή δημοκρατία, χώρα ηρώων, σε τούτα εδώ τα μάρμαρα κακιά σκουριά δεν πιάνει, γαλανόλευκο... Μια χώρα ιδεοληπτικών επαρχιωτών με μια πρωτεύουσα που εποίκισαν ιδεοληπτικοί επαρχιώτες - κάτι σαν τηλεοπτικό τοπίο λιγότερο ιλουστρασιόν, πιο ιδρωμένο.
Αν όμως η πρωτεύουσα είχε δρόμους με αμάξια να τρέχουν, σιδηροδρομικά δίκτυα, υπόγεια και υπέργεια, ανθρώπους που κοιτούν μπροστά γιατί δεν έχουν βαριά μάρμαρα στις αποσκευές τους, κτίρια-κελύφη ζωής (καημένε Ζενέτο), ανοιχτά σχολεία και ανοιχτές κοινωνίες, επισκέπτες μ'αεροπλάνα και βαπόρια, ξένους που σύντομα θα γίνονταν δικοί... Η συμβολική ακρόπολη του μοντερνισμού μπορεί να γίνει η τωρινή Αθήνα, η πρωτεύουσα που μετασχηματίζεται σε μητρόπολη. Με την πραγματική Ακρόπολη, πανανθρώπινο σήμα κατατεθέν μιας κοινωνίας ανοιχτής και ελεύθερης. Της δικής μας κοινωνίας - που μπορεί να αδειάσει από ιδεοληψίες για να γεμίσει με όνειρα για μια όλο και ζωηρότερη ζωή.
Ηλίας Κανέλλης

Downtown Πατήσια
Τη «Χαρά» θα την ξέρετε. Είναι το ιστορικό ζαχαροπλαστείο στο τέρμα της Πατησίων που έχει μεγαλώσει γενιές και γενιές άξιων τέκνων της γης του Σπόρτιγκ, του Προμπονά, του «Κόμη» και του «Κάβουρα». Εκείνο που ίσως δεν ξέρετε είναι ότι έχει φιλοξενήσει τους ταραχώδεις έρωτες μεταξύ του 18ου Αρρένων, του 16ου Θηλέων και της Λεοντείου. Στα τραπεζάκια της φτιάχτηκαν οι πρώτες ομάδες των πολιτικών νεολαιών μεταδικτατορικά και εκεί έγιναν βροντώδεις συζητήσεις για τη σεξουαλική απελευθέρωση λίγο μετά τις ιστορικές προβολές του «Βένους». Τα Πατήσια δεν έχουν όμως μόνο χθες. Σήμερα είναι μία από τις πιο πολυπολιτισμικές γειτονιές της Αθήνας. Είμαστε μόνοι μας μια Νέα Υόρκη με μαγαζάκια, καφέ και σούπερ μάρκετ από όλες τις γωνιές του κόσμου. Το Σπόρτιγκ παραμένει σταθερή αξία, τα μαθητικά καρδιοχτύπια προέρχονται τώρα κυρίως από την Γκράβα, είμαστε περήφανοι για τους λογοτέχνες και τους λογοτεχνίζοντες που βγαίνουν non-stop από τα σπλάχνα μας και, όσο κι αν πίνουμε τον καφέ μας αλλού, όταν θέλουμε να αποτίσουμε φόρο τιμής, συναντιόμαστε πάντα στη «Χαρά». Είμαστε και χωριό και μητρόπολη. Και έχουμε και σύνθημα: «Εμείς στα Πατήσια ξηγιόμαστε στα ίσια».
Νατάσα Μπαστέα

Αθηναϊκές πίστες
Ένα από τα όμορφα πράγματα που μπορεί ακόμα να απολαύσει κανείς στην Αθήνα είναι η νυχτερινή γρήγορη οδήγηση. Oι δρόμοι, ξεμπλοκαρισμένοι από τη ζήτηση της ημέρας, μετατρέπονται σε ιδανικές πίστες. Με λίγη προσοχή περνάς ανάμεσα από νυσταγμένους οδηγούς, αλλάζεις μαλακά λωρίδες, αφήνεις πίσω σου κουρασμένα φανάρια, βλέπεις το βραδινό πρόσωπο των μεγάλων λεωφόρων σαν σε οθόνη τηλεόρασης, οδηγείς χωρίς αγωνίες σε ευθείες διαδρομές.
Βέβαια, δεν είναι πολλές οι λεωφόροι που προσφέρονται γι'αυτό το νυχτερινό σπορ. Άλλωστε, δεν πρόκειται ποτέ να γίνει κανένα γκραν πρι στην Αθήνα. Δεν είμαστε το Μόντε Κάρλο. Oύτε πρόκειται να γίνουμε. Με τόσες λακκούβες είμαστε επικίνδυνοι ακόμα και για γκραν πρι με τρακτέρ.
Παρ'όλα αυτά, μια καλή επιλογή είναι η Κηφισίας. Αλλά και η Λεωφόρος Συγγρού. Ενώ, αν σας αρέσει το ρίσκο, μπορείτε να δοκιμάσετε την τύχη σας στην Αθηνών - Λαμίας. Με τόσες κακοτεχνίες γρήγορα θα διαπιστώσετε αν είχε δίκιο ή όχι ο μπαμπάς σας που δεν σας άφηνε να οδηγήσετε. 
Άρης Βασιλειάδης

Τι με χαλάει εδώ κάτωΌταν οι Αθηναίοι μερακλώνουν στα κουτούκια τραγουδώντας το «Θεσσαλονίκη μου, μεγάλη φτωχομάνα».
> Που σε αυτήν την πόλη βρέθηκε τηλεφωνήτρια (131) να ρωτήσει φίλο μου: «Είστε σίγουρος για το επίθετο Λαρίσης; Γιατί όνομα Δήμος σίγουρα θα βρούμε».
> Που μόνο οι Αθηναίοι έχουν την πολυτέλεια να διαλέγουν μεταξύ των λέξεων «επαρχία» και «περιφέρεια».
> Που ο πεζόδρομος Ερμού θεωρείται η «καρδιά» της πόλης, όταν η οδός Αθηνάς συμπυκνώνει περισσότερο την ετερότητα και την αμφισημία της Αθήνας.
> Όταν ακούω απ'τους ίδιους τους Αθηναίους τη λέξη «απόδραση» κάθε φορά που φεύγουν για διακοπές.
> Το σχόλιο «γιατί κατέβηκες από τη Θεσσαλονίκη στην Αθήνα;». Σας το λέω από τώρα: Στον επόμενο θα αντιρωτήσω: «Γιατί, είναι πιασμένο το τσιφλίκι;»
> Η διαπίστωση ότι τελικά οι Αθηναίοι δεν τρώνε καμία κόμπλα με τη Θεσσαλονίκη κι έτσι αφήνουν εμάς τους Βόρειους χωρίς βέλη στη φαρέτρα.
> Που, ό,τι και να σούρεις σ'αυτήν την πρωτεύουσα, πάλι από πάνω θα βγαίνει. Και μάρτυρές μου τα 5 εκατομμύρια της Στατιστικής Υπηρεσίας.
Δημήτρης Δουλγερίδης

Oι «μικρές» ώρες
Γωνία Αριστοτέλους και Σωκράτους και πίσω από το δημαρχείο, στις μικρές οδούς παράλληλα με την Αθηνάς. Εκεί βρίσκεται η δική μου Αθήνα.
 Η τότε και η τώρα. Όπως τότε, πριν από περίπου 25 χρόνια, όταν ξεκίνησα να δουλεύω στο νούμερο 5 της οδού Αναξαγόρα και με μάγευε η εικόνα και η ηθική τάξη των ανθρώπων που ζούσαν και δούλευαν εκεί. Ενός κόσμου διαφορετικού από αυτόν που ως τότε είχα γνωρίσει.
Και σήμερα, όταν περνάω και ξαναπερνάω από την περιοχή, το ίδιο με μαγεύει το σαστισμένο, πλέον, ύφος των ίδιων ανθρώπων ή των παιδιών τους. Δεν έχει σημασία, για τον ίδιο κόσμο πρόκειται με την ίδια κουλτούρα και άποψη, ο οποίος ζει το άνοιγμα του ενός μετά το άλλο σούσι μπαρ, των boutique hotels και multiethnic restaurants και δεν μπορεί να καταλάβει τι ακριβώς έχει συμβεί στην περιοχή όπου μόνο αυτοί «έπαιζαν μπάλα» μέχρι πρότινος. Εντάξει, μετά το θάνατο του χονδρεμπορίου τροφίμων που κυριαρχούσε στην περιοχή δέχτηκαν την εισβολή των έγχρωμων που έρχονταν για να προμηθευτούν την πραμάτεια τους για τις γωνιές των δρόμων και τις πλαζ από τα καταστήματα που πήραν τη θέση των παλιών μαγαζιών τροφοδοσίας. Η νύχτα, όμως, εξακολουθούσε να είναι δική τους. Τούτους, ωστόσο, τους καινούριους, που μετονόμασαν την περιοχή σε «cult», έβαλαν τα καλά τους, μπήκαν στα τζιπ τους κι έρχονται να διασκεδάσουν τις «μικρές» ώρες, τις δικές τους ώρες, πώς να τους «καταπιούν»;
Aλέκα Κυφιώτη

O Άσιμος δεν μένει πια εδώ
Ξένος στην Αθήνα. «Θα μείνω για λίγο, για την εμπειρία», υποσχέθηκα στον εαυτό μου. Προσπάθησα να ανακαλύψω όλες αυτές τις γωνίες της πόλης που μέσα από ιστορίες, τραγούδια και μυθιστορήματα είχαν αποκτήσει μυθικές διαστάσεις στο μυαλό μου. Εξάρχεια, Πλατεία Βικτωρίας, Λόφος Στρέφη. Καλύτερα να μην το έψαχνα. «O Άσιμος δεν ζει πια εδώ», μου φώναξε κατάμουτρα το γκράφιτι, αλλά το προσπέρασα. Στην πολιτικώς ορθή εποχή χωράνε μόνο οι προκάτ επαναστάσεις. Κατάλαβα ότι τα ραντεβού με τα είδωλα είναι επικίνδυνα. Γυρίζω τους δρόμους. Κάτι με τραβάει στην πόλη αυτή που δεν μπορώ να το προσδιορίσω. Σαν ξεπεσμένη κόμισσα που έχει για καμάρι της τα προικιά του παρελθόντος, όμως είναι πιο υπερήφανη για το λίφτινγκ που έκανε και δεν της πέτυχε. Θέλει να γίνει μοντέρνα μητρόπολη, ένα τραγούδι όμως φτάνει για να εξάψει τα πάθη και να ρίξει στα χαρακώματα τους Βόρειους και τους Δυτικούς. Oι εκπλήξεις της έχουν τη συνέπεια του Αϊ-Βασίλη. Ξέρεις πού και γιατί θα γίνει το καθετί. Στα νυχτομάγαζα, όσο και να προσπαθεί να το κρύψει, το τσιφτετέλι την ταρακουνά περισσότερο από το ροκ. Φλερτάρει με το σούσι, αλλά χορταίνει στις χασαποταβέρνες της Βάρης και της Χασιάς. Θα μείνω, το αποφάσισα, γιατί πουθενά αλλού ο γάμος και το διαζύγιο της Ανατολής και της Δύσης δεν έχουν τόση πλάκα.
Στέλιος Βραδέλης

Καμένη ζάχαρη
Ήταν οπωσδήποτε η μυρωδιά της καμένης ζάχαρης. Κάθε μέρα, πριν πάμε στο σχολείο, μαζευόμασταν στην Πλατεία Νέας Σμύρνης, έξω από τον «Γιώργο», για να ξεκινήσουμε τη μέρα μας με ένα παγωτό «βουνό». Το λέγαμε «βουνό» επειδή ήταν μεγάλο και για να το ξεχωρίζουμε από τα άλλα παγωτά μηχανής με μια λέξη. Χειμώνα-καλοκαίρι, αυτό που είχε σημασία ήταν ποιος θα έτρωγε τα πιο πολλά, κρατούσαμε μάλιστα και κάτι σαν απουσιολόγιο.
Δύο δεκαετίες αργότερα πήγα ξανά στην πλατεία. Όπως σ' όλη την Αθήνα, έτσι και στη Νέα Σμύρνη πολλά έχουν αλλάξει. Τραμ, πολυκατοικίες, καταστήματα, νέοι (μποτιλιαρισμένοι) δρόμοι... Και στον τεράστιο πλακόστρωτο πεζόδρομο, μαμάδες και μπαμπάδες που ΔΕΝ φωνάζουν «Γιωργάκη, μην πλησιάζεις το δρόμο». O «Γιώργος» όμως δεν είναι πια εκεί ούτε τα «βουνά» παγωτά μηχανής μπορείς πλέον να τα βρεις στο γωνιακό «Everest». Υπάρχει πάντα, ωστόσο, η μυρωδιά της καμένης ζάχαρης - και η παρέα με τις τσάντες στις πλάτες και τα παγωτά στα χέρια.
Χάρης Καρανίκας

H Aθήνα της ευπρέπειας
και η Αθήνα της ευτέλειας

Η παρελθοντολογία πάντα με απωθούσε - όσο, δε, μεγαλώνω, ακόμη περισσότερο. Όταν όμως πρέπει να γράψω για την «Αθήνα μου», το βλέμμα μου είναι κολλημένο εκεί, γύρω στα τέλη της δεκαετίας του 1960. Αυτός ήταν και είναι ο τόπος που αγάπησα όσο κανέναν άλλο. Η Αθήνα των μεγάλων ολυμπιακών έργων αναγνωρίζω ότι είναι μια πόλη σύγχρονη, αλλά σε μένα ξένη. Και ό,τι κερδίζει σε «Αττική Oδό» μάλλον το χάνει σε ευπρέπεια. Γιατί ακριβώς αυτό χαρακτηρίζει τη «δική μου Αθήνα»... Θυμάμαι την Πλατεία Κολωνακίου εκείνη την εποχή. Η αλλοτινή ευπρέπεια σε αντιδιαστολή με τη σημερινή ευτέλεια. Μια νοικοκυρεμένη, οικογενειακή πλατεία, με το χασάπικο και το ψαράδικο στις δύο γωνίες στην αρχή της Σκουφά, τη «Μεγάλη Λυκόβρυση» -το γαλακτοπωλείο με τον... φωτεινό τσέλιγκα στην είσοδο- στην αρχή της Αναγνωστοπούλου, τους λουκουμάδες του «Μπόκολα» στην αρχή της Τσακάλωφ, τα χύμα τσιπς «Ήλιος» στο τέλος της Πινδάρου... Και ύστερα ήρθε η αρχή του τέλους, ήρθε η αισθητική της χούντας -που δυστυχώς όχι μόνο δεν κατέρρευσε με τη μεταπολίτευση, αλλά άνθησε ακόμη περισσότερο και έκανε τις «ΕΒΓΕΣ» «στρινγκάδικα»- και σάρωσε τα πάντα. Και κυρίως αυτό το ευπρεπές βλέμμα και την περήφανη έκφραση από τα πρόσωπα των κατοίκων της πόλης.
ΥΓ. Δεν ξέρω ακριβώς γιατί, αλλά αυτό το βλέμμα και αυτήν την έκφραση σήμερα τα αναγνωρίζω περισσότερο στα πρόσωπα των οικονομικών μεταναστών. Ίσως γιατί αγαπούν την πόλη που τους έδωσε ψωμί περισσότερο από εμάς τους «Αθηναίους». Ίσως γιατί μου θυμίζουν πολύ έντονα τους εξ επαρχίας θυρωρούς εκείνης της εποχής, που μάλλον είναι οι πιο χαρακτηριστικές μορφές της «δικής μου Αθήνας».
Πέπη Ραγκούση



Viewing all articles
Browse latest Browse all 12885

Trending Articles



<script src="https://jsc.adskeeper.com/r/s/rssing.com.1596347.js" async> </script>