Quantcast
Channel: Πίσω στα παλιά
Viewing all 12885 articles
Browse latest View live

To πιο ακριβό τανγκό!

$
0
0
200.000 ευρώ κόστισε το ταξίδι του Γιώργου Παπανδρέου στην Κόστα Ρίκα!



Άνω-κάτω έχει γίνει το ΠΑΣΟΚ μετά την αποκάλυψη της κακοδιαχείρισης των ταμείων του ΠΑΣΟΚ από τον πρώην πρωθυπουργό Γιώργο Παπανδρέου, ο οποίος άφησε «μαύρη τρύπα» άνω των100 εκ ευρώ!
Για όσους απορούν πώς το ΠΑΣΟΚ έφτασε να έχει άνοιγμα 110 εκατομμυρίων ευρώ, η Ιπποκράτους έχει «διαρρεύσει» -όπως αναφέρουν Τα Νέα- δύο χαρακτηριστικότατα παραδείγματα.
Τον Μάρτιο του 2012 έφτασε στο ΠΑΣΟΚ ο λογαριασμός για το ταξίδι του Γιώργου Παπανδρέου στην Κόστα Ρίκα τον Ιανουάριο του 2012 για την ετήσια Σύνοδο της Σοσιαλιστικής Διεθνούς. Ο Ευάγγελος Βενιζέλος, που μόλις είχε εκλεγεί στην προεδρία του ΠΑΣΟΚ βρήκε τη «λυπητερή» ύψους 200.000 ευρώ (!) κάτω από τα συγχαρητήρια τηλεγραφήματα και -όπως αναφέρουν- συνεργάτες του «παραλίγο να πάθει εγκεφαλικό».
Ανάλογο αίτημα για κάλυψη εξόδων υπέβαλε ο Γιώργος Παπανδρέου και τον Απρίλιο του 2012, όταν μετέβη στο Κέιπ Τάουν όπου η Σοσιαλιστική Διεθνής τον εξέλεξε εκ νέου πρόεδρο. Ο κ. Βενιζέλος έδινε τότε την μάχη των βουλευτικών εκλογών και όταν αντέδρασε για το ποσό που ζητούσε ο πρώην πρωθυπουργός η απάντηση του κ. Παπανδρέου ήταν: «Είναι προς τιμήν του ΠΑΣΟΚ ότι εκλέχθηκα και πάλι πρόεδρος της Σοσιαλιστικής Διεθνούς»!
Έρχεται «αποΠαπανδρεοποίηση» του κόμματος;
Ο κ. Παπανδρέου, ο οποίος προήδρευσε του ΠΑΣΟΚ από το 2004 έως το 2010, έχει πλέον έρθει σε βαθιά ρήξη με τον Ευάγγελο Βενιζέλο, με πολλούς να προμηνύουν θύελλες που θα σαρώσουν όλα τα επίπεδα της Ιπποκράτους.
Ήδη, συνεργάτες του νυν προέδρου του ΠΑΣΟΚ τονίζουν πως ο Ευάγγελος Βενιζέλος διαμηνύει πως δεν είναι πρόθυμος να σηκώσει τα βάρη και τα λάθη άλλων και βλέπουν εξελίξεις που πολύ πιθανόν να οδηγήσουν σε «αποΠαπανδρεοποίηση» του ΠΑΣΟΚ με απομάκρυνση όλων των φίλα προσκείμενων στον πρώην πρωθυπουργό στελεχών.
Η πρώτη αντίδραση, πάντως, ήρθε από τον πρώην γενικό διευθυντή του Κινήματος και υπεύθυνο για το κομματικό ταμείο Ροβέρτο Σπυρόπουλο,
 ο οποίος σε ανακοίνωσή του έσπευσε διακριτικά να αφήσει αιχμές κατά του κ. Βενιζέλου. Ο διοικητής του ΙΚΑ στάθηκε στον έλεγχο που κάνει στα κόμματα κάθε χρόνο η αρμόδια επιτροπή της Βουλής και αναρωτήθηκε γιατί ο κ. Βενιζέλος κατέφυγε στη λύση τωνανεξάρτητων ελεγκτικών εταιρειών.
Από το στενό περιβάλλον του κ. Παπανδρέου δεν έχει υπάρξει κάποια άμεση τοποθέτηση, ωστόσο είναι σαφές ότι επικρατεί αμηχανία και οργή, με τον πρώην πρωθυπουργό να κρίνει πως επιχειρείται η πρακτική που εφαρμοζόταν για χρόνια και από όλες τις ηγεσίες του κόμματος να φορτωθεί στον ίδιο.
Στα «όπλα» η ομάδα των 75
Ήδη, πάντως, η αντιπολίτευση εντός του ΠΑΣΟΚ όχι μόνο έκανε αισθητή την παρουσία της αλλά δείχνει έτοιμη για σκληρή παρασκηνιακή μάχη.
H περίφημη «ομάδα των 75» στελεχών που στηρίζουν τον Γιώργο Παπανδρέου συμμετείχε σε συζήτηση που κράτησε πάνω από 6 ώρες σε κεντρικό ξενοδοχείο της Αθήνας.
Πρωταγωνιστικό ρόλο διαδραμάτισαν οι Μιχάλης Καρχιμάκης, ο Παντελής Οικονόμου, ο ΓρηγόρηςΝιώτης και ο Σήφης Βαλυράκης, ενώ συμμετείχαν συνολικά πάνω από 400 στελέχη. Το γεγονός πως πραγματοποιήθηκε ένα μήνα μετά το συνέδριο του ΠΑΣΟΚ μιλά από μόνο του…
star.gr

Σχόλιο:

Το πιο όμορφο τανγκό
το τανγκό της Κόστα Ρίκα
τανγκό ερωτικό
το τανγκό της Κόστα Ρίκα

Με φώτα λιγοστά
η αγάπη μου πλάι
και τότε ερωτικά
η καρδιά μου χτυπάει

Έρωτα μεγάλο και δυνατό
νιώθει η καρδιά μας με το τανγκό
μες στην αγκαλιά μου θα σε κρατώ
και με τα φιλιά μου θα σε μεθώ






Νοσταλγικές αναμνήσεις μιας άλλης Ελλάδας

$
0
0

romantso_626728687.jpg
Πολλοί από εμάς νοσταλγούν την Ελλάδα των δεκαετιών που δεν υπήρχε internet και κινητή τηλεφωνία, αλλά ήταν πιο όλα πιο όμορφα, πιο ανθρώπινα, πιο γλυκά.
Σύμφωνα με τις στατιστικές, αυτοί από εμάς που ήμασταν παιδιά τις δεκαετίες του 60, 70 και 80 πιθανόν δεν θα έπρεπε να είχαμε επιζήσει. Οι κούνιες μας ήταν βαμμένες με γυαλιστερή λαδομπογιά με βάση το μόλυβδο.
Τα πατώματα είχαν μωσαϊκό που σου περόνιαζε τα κόκαλα κι οι κρεβατοκάμαρες ξύλινα πατώματα που τα γυάλιζαν με παρκετίνη, με κάτι βαριές παρκετέζες και κάθε τόσο αγκίθες καρφωνόντουσαν στις ξυπόλητες πατούσες μας.
Οι παιδικές αρρώστιες έκαναν θραύση. Κάθε τόσο κι ένας φίλος ή συμμαθητής πάθαινε ιλαρά, κοκίτη μαγουλάδες, ανεμοβλογιά. Δεν είχαμε καπάκια ασφαλείας στα μπουκάλια με τα φάρμακα, ούτε καπάκια στις πρίζες του δωματίου, εκείνες τις σκούρες τις φτιαγμένες από βακελίτη.
Ζεσταινόμασταν με σóμπες με ξύλα η με κάρβουνο, η με θερμάστρες πετρελαίου. Που να βρεθεί καλοριφέρ τότε. Τηλέφωνο είχε ή σε κανένα θάλαμο του ΟΤΕ με κερματοδέκτη με εκείνες τις μάρκες τις χαραγμένες, ή στο περίπτερο της γειτονιάς, που είχε κρεμασμένα με μανταλάκια τα περιοδικά μας ο Μικρός Ήρωας κι ο Μικρός Σερίφης, κι ακόμα το Ρομάντζο, το Πάνθεον, το Ντομινό, η Βεντέττα, το Πρώτο, το Εμπρός.
Ακόμα ζητάω τη σοκολάτα ΙΟΝ αμυγδάλου του ταλήρου, ή τις πρώτες γκοφρέτες ΜΕΛΟ με τα χαρτάκια με τις φορεσιές και τις σημαίες των χωρών του κόσμου, ακόμα θυμάμαι το Γλυφιτζούρι κοκοράκι, το μαλλί της γριάς στα πρόχειρα λούνα παρκ, το φρεσκοψημένο ποπ κορν , τις καραμέλες γάλακτος τις τυλιγμένες στο χρυσό χαρτί, τις κατακόκκινες καραμέλες τσάρλεστον ,το πεστίλι πέτσα βερίκοκο , το αυθεντικό παστέλι, και το κάτασπρο μαντολάτο. Ακόμα θυμάμαι τη γεύση απ το καλαμπόκι και τα κάστανα και συγκινούμαι όταν βλέπω καστανάδες, λίγους πια και καλαμποκάδες σε κάνα πανηγύρι.
Χάθηκαν τα αυθεντικά σουβλάκια με τα ντονέρ και την ξεροψημένη πίτα και το κοκινοπίπερο.Τα αστικά λεωφορεία Σκανια Βάμπις, Σκόντα, Βόλβο κι αργότερα Βritish Leyland και ΗΙΝΟ, είχαν τη μηχανή μέσα και ήταν συνήθως καλυμμένη με μπλέ δερμάτινα καπιτονέ καλύμματα. Βόγκαγαν κάθε φορά που ο οδηγός άλλαζε ταχύτητα. Καμμιά φορά είχε και μια θέση μπροστά δεξιά δίπλα στη μηχανή που ηταν η καλύτερη για τα παιδικά μας όνειρα.
Υπήρχε και εισπράκτορας στριμωγμένος δίπλα στην πίσω πόρτα με το κλασσικό γκρί καπέλο με το γείσο, ένα πρωτόγονο μικρόφωνο κι έλεγε τις στάσεις ή φώναζε τέρμα τα μία και είκοσι. Θυμάστε εκείνες τις κερματοθήκες που έβαζε τα κέρματα και που τώρα τελευταία ξανάγιναν της μόδας;Τα κίτρινα τρόλευ με τους οδηγούς και τους εισπράκτορες με τις καφέ στολές, κι εκείνο το περίεργο μηχανάκι με τη μανιβέλλα που έκοβε τα εισιτήρια.
Τα γκρίζα αμερικάνικα πελώρια ταξί με τα καθισματάκια που έπεφταν από τις πλάτες των μπροστινών καθισμάτων, γυρόφερναν ή άραζαν στις πιάτσες. Κι οι πειρατές, «ένα διφραγκάκι Σύνταγμα» τους έκοβαν το μεροκάματο.Ποιος να έχει τότε Ι.Χ Οι λίγοι τυχεροί αγόραζαν VW σκαραβαίους, ή μεταχειρισμένα Cortina, FIAT 1100. Θυμάστε τα Anglia τα , τα Renault 10…….. ¨η το Simca , με τα ανύπαρκτα καλοριφέρ και τα λιγνά λάστιχα.
Το γάλα μας το έφερνε ο γαλατάς ή μέσα σε γυάλινα μπουκάλια με αλουμινένια καπάκια ή μας το άδειαζε από μεγάλες καρδάρες στην κατσαρόλα στην εξώπορτα.
Οι κολώνες του πάγου που τις έφερνε ο παγοπώλης με την τρίκυκλη μοτοσυκλέτα του και τις κουβάλαγε με εκείνο το περίεργο εργαλείο γάντζο , αργοέλιωναν στο κεφαλόσκαλο. Και η βρύση του ψυγείου είχε στο στόμιο της τυλιγμένο ένα λευκό τουλπάνι σα φίλτρο. Που ηλεκτρικά ψυγεία. Αργότερα θυμάμαι κάτι ΠΙΤΣΟΣ ΙΖΟΛΑ και ΚΕΛΒΙΝΕΙΤΟΡ. Οι παπλωματάδες, οι καρεκλάδες οι γανωτζήδες οι ακονιστές κι οι τσαγκάρηδες είχαν πολλή δουλειά.
Στην κεντρική λεωφόρο ένα πλήθος από λούστρους με καλογυαλισμένα κασελάκια που λαμποκοπούσαν περίμεναν πελάτη. Και σε κάποια γωνιά σε μια καμαρούλα 2Χ2 ήταν το βασίλειο του τσαγκάρη με εκείνο το περίεργο καλαπόδι που έβαζε ανάποδα το παπούτσι και το κόλλαγε και το κάρφωνε με εκείνες τις μαύρες πρόκες με το πλατύ κεφάλι και διάχυτη η μυρουδιά της βενζινόκολλας.
Στη γωνιά του δρόμου μια ΕΒΓΑ που πούλαγε γάλα, γιαούρτια και παγωτά σε ψυγεία με μαύρα λαστιχένια καπάκια, και σε μια γωνιά μεταλλικά κουτιά με γυάλινο επάνω μέρος και μέσα μπισκότα γεμιστά με κρέμα γεύση βανίλια σοκολάτα φράουλα και μπανάνα και κουραμπιέδες Μπούσιου αν θυμάμαι τυλιγμένους σε ημιδιαφανές χαρτί.
Στο κομμωτήριο της γειτονιάς οι κυρίες ψηνόντουσαν με τις ώρες κάτω απ τις κάσκες σεσουάρ με τα μαλλιά πασαλειμμένα τυλιγμένα σε ρόλει κι όλα μαζί σκεπασμένα με δίχτυ και τα αυτιά σκεπασμένα με κοκάλινα καπάκια. Η μανικιουρίστα καθάριζε τα πετσάκια και έβαφε τα νύχια με κατακόκκινο μανό που μύριζε ασετόν από δέκα μέτρα μακριά.
Ο καφές στα καφενεία ήταν μόνο Ελληνικός, τούρκικος τότε. Δεν υπήρχε Νες ούτε φραπέ ούτε καπουτσίνο ούτε εσπρέσσο ούτε κάν φίλτρου γαλλικός. Μόνο σε κανένα ζαχαροπλαστείο εύρισκες γαλλικό και βέβαια τον πλήρωνες πανάκριβα. Οι πρώτες καφετιέρες ήταν κάτι γυάλινες κανάτες γεμάτες νερό πάνω στη φωτιά,με ένα ειδικό μεταλλικό φίλτρο που ο ατμός που υγροποιόταν έπεφτε πάνω στον καφέ τον έριχνε στο νερό και ο κύκλος συνεχιζόταν μέχρις εξαντλήσεως του περιεχομένου.
Σαββατόβραδο στα μικράτα μας σινεμαδάκι την σπουδαία περίοδο του Ελληνικού κινηματογράφου και το βράδυ ταβερνάκι με μπριζολίτσα παιδάκια και μια γουλιά μπύρα που μας έδινε κρυφά η μάνα μας γιατί «το παιδί δεν πρέπει να πίνει».Και αργότερα πιο μεγάλοι πια σινεμά και καφετέρια στον Πύργο των Αθηνών, το Loubier, το Blue Bell, του Φλόκα, το Βυζάντιο, του Βρυλώνια με τις φοβερές μακαρονάδες. Τη Σόνια…
Με πόση χαρά ακολουθούσαμε Κυριακή πρωί τον πατέρα στο καφενείο και απολαμβάναμε επί ώρες μια κουταλιά βανίλια, το γνωστό υποβρύχιο μέσα σε ένα ποτήρι παγωμένο νερό, ή τρώγαμε το μεζέ του ούζου και του αφήναμε το ούζο ξεροσφύρι. Κι ύστερα με το ποδήλατο πάνω κάτω στο πεζοδρόμιο κι εκείνος να μας ρίχνει κλεφτές ματιές κάθε που σήκωνε το κεφάλι του απ το τραπέζι με την πρέφα ή το τάβλι.
Και το μεσημέρι της Κυριακής μετά το οικογενειακό γεύμα πόση πίκρα όταν έφευγε για το γήπεδο χωρίς εμάς γιατί ήταν μεγάλο παιγνίδι και με πόση λαχτάρα περιμέναμε να ακούσουμε την περιγραφή απ το ραδιόφωνο. Γεωργίου, Φώσκολος, Λογοθέτης κι αργότερα απ την τηλεόραση Διακογιάννης Φουντουκίδης Κατσαρός.
Η γλυκύτερη αναμονή το καλοκαίρι ήταν ο παγωτατζής με το καρότσι με τις σιδερένιες ρόδες που το έσπρωχνε στο χωματόδρομο. Παπασπύρου ΑΣΤΥ ΕΒΓΑ. Μια δραχμή η κρέμα, μιάμιση το κακάο, δύο η σοκολάτα.
Τα καλοκαίρια μπάνιο με το πούλμαν ή πάνω στις καρότσες των αγροτικών ή με φορτηγά ή άντε με προϊστορικά λεωφορεία που ζεμάταγαν σαν την κόλαση στις κοντινές παραλίες, Καβούρι Βουλιαγμένη, Βάρκιζα άντε και στη Λουμπάρδα ή απ την άλλη μεριά Ραφήνα Νέα Μάκρη Κόκκινο λιμανάκι.
Γελάγαμε με κάτι χοντρές γριές που κάνανε μπάνιο με τις κομπινεζόν Πέφταμε κάτω και χτυπιόμασταν όταν βλέπαμε κάποιους με το ένα χέρι να κρατάνε τυλιγμένη την πετσέτα γύρω τους και με το άλλο να προσπαθούν να βγάλουν το μαγιό και ναι βάλουν εσώρουχο και παντελόνι. Σιχαινόμασταν τα κεφτεδάκια ή τα ντολμαδάκια στην αμμουδιά. Και το νερό που πίναμε ήταν πάντα χλιαρό.
Και φρούτα, θεούλη μου τι φρούτα ήταν αυτά!
Θυμάμαι ακόμα τον πατέρα μου να κουβαλάει κάτι ριγέ καρπούζια και γιαρμάδες που σε κάθε δαγκωνιά τα ζουμιά έτρεχαν στο πηγούνι και το λαιμό. Και πεπόνια που μοσχομύριζαν. Και κεράσια μέλι. Και σταφύλια ολόγλυκα. Ψωμί, τυρί φέτα και καρπούζι για φαγητό. Η υπέρτατη γεύση.
Πίναμε νερό απ το λάστιχο του κήπου (τι εμφιαλωμένα και πράσινα άλογα), τρώγαμε λουκουμάδες με ζάχαρη, κουλούρι και τριγωνάκι κεφαλοτύρι απ τον πλανόδιο κουλουρά έξω απ την εκκλησία, αμφίβολης καθαριότητας τυρόπιτες και σάμαλι ( Δεν έχω ξαναδοκιμάσει από τότε τέτοια νοστιμιά), κοκ και κορνέ με σαντιγύ, και πάστες νουγκατίνες σοκολατίνες και σεράνο απ τις ΕΒΓΑ της γειτονιάς.
Γευόμασταν βούτυρα και μαρμελάδες σπιτικές και σπιτικά γλυκά κουταλιού συκαλάκι, περγαμόντο, βύσσινο και πορτοκάλι, νερατζάκι, και φαγητά που δεν τα φτιάχνουν τώρα γιατί είναι κουραστικά. Ροστ μπήφ, μελιτζάνες παπουτσάκια, ιμάμ, παστίτσια, μουσακάδες.
Τρώγαμε τόνους κεφτέδες με πατάτες τηγανιτές αλλά ποτέ δεν είμασταν υπέρβαροι γιατί γυρνάγαμε όλη μέρα στους δρόμους και τις αλάνες παίζοντας. Μοιραζόμασταν με τους φίλους μας μια πορτοκαλάδα ή γκαζόζα απ το ίδιο μπουκάλι και ποτέ κανένας μας δεν έπαθε τίποτε.
Δεν πολυαρωσταίναμε , αλλά αν τύχαινε να αρρωστήσουμε πάντα υπήρχε μια καλή μάνα ή γιαγιά να μας δώσει λίγο φιδέ και να μας ρίξει βεντούζες να μας δώσει μια κουταλιά Νορισοντρίν, Ιπεσαντρίν ή ασπιρίνη διαλυμένη στο κουταλάκι μαζί με ζάχαρη, ή να μας κάνει μια ένεση με γυάλινη σύριγγα που τη βράζανε στο κατσαρολάκι, και πιο ύστερα να μας διαβάσει κανένα παραμυθάκι για να αποκοιμηθούμε.
Και κάτι θερμόμετρα γυάλινα του πεντάλεπτου……… και στα πόδια του κρεβατιού να γουργουρίζει η γάτα η παρδαλή και να αναδεύεται και να παίζει με την άκρη της κουβέρτας. Όταν κάναμε ποδήλατο (eska ή velamos) δεν φορούσαμε κράνος και στην πίσω ρόδα βάζαμε πάντα χαρτόνι από πακέτο τσιγάρα πιασμένο με ξύλινο μανταλάκι έτσι για να κάνει θόρυβο και να μας θυμίζει μηχανάκι.
Περνάγαμε ώρες έξω απ το σπίτι φτιάχνοντας πατίνια με ρουλεμάν και σανίδια και κατεβαίναμε τις κατηφόρες τις γειτονιάς απλά για να διαπιστώσουμε ότι είχαμε ξεχάσει να βάλουμε φρένο. Κι όταν σηκωνόμασταν μέσα απ τους θάμνους που καταλήγαμε, μαθαίναμε πώς να διορθώνουμε το πρόβλημα των φρένων.
Για να μη ξαναπληγώσουμε τα γόνατα μας και να μην αποκτήσουμε ευμεγέθη καρούμπαλα στο κέντρο του μετώπου μας Κι αν τα αποκτούσαμε τα πατάγαμε με εκείνα τα μεγάλα τάλληρα για να μη φουσκώσουν.
Είχαμε φίλους. Βγαίναμε στο δρόμο και τους βρίσκαμε. Παίζαμε μπάλα και κυνηγητό στους δρόμους. Τα δοκάρια στα αυτοσχέδια γήπεδα ήταν ή οι σχολικές τσάντες ή τα πουλόβερ κι οι ζακέτες μας κουβαριασμένες και για καλάθια του μπάσκετ είχαμε τα περβάζια των παραθύρων.
Πόσες φορές δεν σπάγαμε και κανένα τζάμι και εξαφανιζόμασταν όλοι μαζί αφήνοντας τη μπάλα στα χέρια κάποιου συνταξιούχου που την έσκιζε με το σουγιά και την πέταγε στο δρόμο. Ο παλιόγερος !Σκάβαμε λακουβάκια για να παίξουμε γκαζές, ακόμα και κουτσό μαζί με τα κορίτσια, χαρτάκια ή απ αυτά που αγοράζαμε απ τα περίπτερα ή με τα χαρτόνια απ τα πακέτα τα τσιγάρα.
Πηγαίναμε στα σπίτια των φίλων μας και χτυπούσαμε την πόρτα, ή το πιο συνηθισμένο μπαίναμε χωρίς να ρωτήσουμε. Πέφταμε από δέντρα, κοβόμασταν, πληγώναμε τα γόνατα μας και σπάγαμε και κανένα χέρι και οι γονείς μας μάς κατσάδιαζαν κι αυτό ήταν. Λίγο βάμμα στην πληγή κι όξω απ την πόρτα. Τσακωνόμασταν και παίζαμε μπουνιές και μαυρίζαμε και μελανιάζαμε και πάλι φιλιώναμε.
Παίζαμε ξιφομαχίες με αυτοσχέδια ξύλινα σπαθιά. Τα ακόντια μας ήταν τα κοντάρια απ τις σκούπες ειδικά από εκείνες που τύλιγαν με μια μαξιλαροθήκη και ξαράχνιαζαν τα ταβάνια. Οι ασπίδες μας ήταν τα καπάκια απ τις μεγάλες κατσαρόλες . Τρώγαμε ακόμα και σκουλήκια και λάσπες απ τον κήπο. Θυμάστε τη γεύση της λάσπης; Ούτε μάτια βγάλαμε, ούτε τα σκουλήκια έζησαν για πολύ το στομάχι μας.
Κι όταν η γιαγιά πότιζε τον κήπο τι πλάκα να της πατάς το λάστιχο του ποτίσματος και να της κόβεις το νερό κι εκείνη να φωνάζει.
Κι ο πανικός ακόμα μεγαλύτερος όταν πιάναμε το φλίτ με το εντομοκτόνο για να παίξουμε ανίδεοι για το δηλητήριο που περιείχε. Στους ποδοσφαιρικούς μας αγώνες την ομάδα την έφτιαχναν μερικοί, οι υπόλοιποι μάθαιναν να ζουν χωρίς αρχηγιλίκι.
Φεύγαμε απ το σπίτι το πρωί και παίζαμε όλη μέρα ελεύθεροι αρκεί να γυρίζαμε πίσω μόλις άρχιζε να σκοτεινιάζει, ή όταν η μάνα μας έβαζε τις φωνές απ το μπαλκόνι να τσακιστούμε να ανεβούμε για διάβασμα. Δεν είχαμε ιντεοπαιχνίδια ούτε καν τηλεόραση, ούτε κινητά ούτε υπολογιστές ή internet άντε κανένα ραδιόφωνο με λυχνίες. Το καλύτερο δώρο ήταν ένα μικρό τρανζιστοράκι με εννιάβολτη Bereck για να ακούμε Εθνικό, ή Ενόπλων.
Πηγαίναμε σχολείο και τα Σάββατα. Τρεις μέρες πρωί τρεις μέρες απόγευμα. Τετάρτη απόγευμα Πέμπτη πρωί και την πρώτη ώρα Μαθηματικά. Πόσες φορές δεν αισθανθήκαμε το χέρι κάποιου καθηγητή να μας σηκώνει απ τη φαβορίτα ή να μας τραβάει τα αυτιά, η να μας ρίχνει μια σβουριχτή σφαλιάρα. Κι η βίτσα, συνήθως από μουριά να μας πληγώνει την παλάμη. Οι πράξεις μας ήταν δικές μας και οι συνέπειες θα βάρυναν εμάς. Ποιος δε θυμάται τις καζούρες ιδιαίτερα στους Θεολόγους, τις Αγγλικούδες και τους Τεχνικούς.
Τα παρατσούκλια που τους βγάζαμε τα παλιόπαιδα. Ο γιαουρτάς, ο καρκίνος ο θέκλας η θρούμπος ο φισφιρίκος. Την αγωνία μόλις έμπαινε ο μαθηματικός κι άνοιγε τον κατάλογο. -Για να σηκωθεί σήμερα ο ………. Και μέχρι να πει τον μελλοθάνατο, κόμπος το στομάχι. Θυμάστε στα διαγωνίσματα την απεγνωσμένη προσπάθεια να αντιγράψουμε με το βιβλίο στα γόνατα, ή τα σκονάκια κρυμμένα στα μανίκια, ή τα κορίτσια που τάγραφαν με στυλό BIC ή SCHNEIDER πάνω στα μπούτια τους και τα κάλυπταν με τις μπλε ποδιές τους.
Μπλε κοριτσίστικες ποδιές, άσπρο γιακαδάκι και άσπρη μπλε κορδέλα στα μαλλιά. Ποδιές που εξαφανιζόντουσαν στο λεωφορείο και χωνόντουσαν μες στις τσάντες και τα αγόρια που περίμεναν στο τέρμα του λεωφορείου. Ποιος δε θυμάται τις ημερήσιες εκδρομές στον Κάλαμο, τον Αη Γιάννη το Ρώσσο, το Ναύπλιο, τον Οσιο Λουκά, τους Δελφούς για να δούμε τον Ηνίοχο τον σκανδαλιάρη που σε κοίταγε πονηρά όπου κι αν στεκόσουνα ,με κάτι απίστευτα πούλμαν. Και τους ποδοσφαιρικούς αγώνες των τριών ωρών και βάλε στα άδεια οικόπεδα που τώρα έχουν γίνει μεζονέτες και στούντιο.
Κάποιοι μαθητές όχι τόσο έξυπνοι ή επιμελείς έχαναν την τάξη και ξαναπήγαιναν στην ίδια. Θυμηθείτε πόσους διετείς είχατε στην τάξη σας στο γυμνάσιο. Ήταν εύκολα αναγνωρίσιμοι απ τα γένια και τη χοντρή φωνή.
Ο πρώτος μας έρωτας ήταν συνήθως αδελφή ή εξαδέλφη του καλύτερου φίλου μας. Θυμόσαστε το χτυποκάρδι αλήθεια; Την αγωνία μη μας πάρουν χαμπάρι.
Το πρώτο φιλί. Τα ξαναμμένα μάγουλα ,το χνούδι πάνω απ το χείλος μας.
Θυμάστε τα πάρτυ γενεθλίων με 15 αγόρια και δύο κορίτσια, (Ποιος να αφήσει την κόρη του να πάει) με πορτοκαλάδα ή ΤΑΜ ΤΑΜ, πατατάκια τσιπς και σπιτικό κέϊκ κι αργότερα βερμουτάκι και ξηρούς καρπούς.
Τις άπειρες φορές που χορεύαμε το ίδιο μπλούζ σε συνενόηση με τον υπεύθυνο του πικάπ, έτσι για να μένουμε πιο πολλή ώρα αγκαλιασμένοι με το κορίτσι των ονείρων μας. Την απίστευτη φράση ΤΑ ΦΤΙΑΞΑΜΕ. Τι φτιάξαμε ο Θεός κι η ψυχή μας.
Πηγαίναμε στο γήπεδο τρεις ώρες πριν το μάτς και γυρίζαμε παπί απ τη βροχή και παγωμένοι μέχρι το μεδούλι τυλιγμένοι με μουσκεμένες σημαίες και χωμένοι σε πλαστικές σακούλες Κι με τις κάλτσες να τρέχουν
Υπήρχαν τέσσερις εποχές διακριτές μεταξύ τους. Τα φύλλα των δέντρων έπεφταν το φθινόπωρο και τα μπουμπούκια των λουλουδιών άνθιζαν την άνοιξη. Υπήρχαν δέντρα και κήποι στις αυλές των σπιτιών και πηγάδια και χώμα που μύριζε μετά το πότισμα . Θυμάστε τους πανσέδες; Τα σκυλάκια; Τα χρυσάνθεμα;
Τις πλεχτές ζακέτες που βάζαμε κάπου μετά το Πάσχα. Τα πρώτα μακριά παντελόνια.
Τα καλοκαιρινά βράδια τα βγάζαμε ή στα σκαλιά παρέες παρέες, ή παίζοντας κρυφτό και κρυφτοντένεκο, ή στα καλοκαιρινά σινεμά με τα χαλίκια, τις καρέκλες με το πλαστικό σκοινί, τις μπουκαμβίλιες στη μάντρα , τον πασατέμπο και την πορτοκαλάδα ΠΑΡΘΕΝΩΝ. Αξέχαστα χρόνια.
Οι γενιές αυτές έβγαλαν μερικούς απ τους καλύτερους επιστήμονες, γιατρούς, μηχανικούς, ανθρώπους εργατικούς και τίμιους οικογενειάρχες και πολλούς άλλους. Τα τελευταία πενήντα χρόνια έγινε έκρηξη σε καινοτομίες και νέες ιδέες.
Είχαμε επιτυχίες, αποτυχίες και υπευθυνότητα και μάθαμε να τα αντιμετωπίζουμε όλα. Μεγαλώσαμε σαν παιδιά με τις χαρές και τις λύπες, μας. Ζήσαμε. Και θα εξακολουθήσουμε να ζούμε όσο μας χρωστάει ο Θεός, σε πείσμα όλων αυτών που μας πλαστικοποίησαν τη ζωή με δικές τους ιδέες και για δικό τους όφελος. 

Το Πάσχα της ελευθερίας.

$
0
0

Το 1945 η Ελλάδα γιόρταζε το Πάσχα για πρώτη φορά μετά από τέσσερα χρόνια, ως ελεύθερη χώρα. Οι Γερμανοί κατακτητές είχαν αποχωρήσει ήδη από τον Οκτώβριο του 1944. Εκείνη τη χρονιά το Πάσχα ήτανε στις 6 Μαΐου, δηλαδή παραμονές της λήξης του 2ου Π.Π. στην Ευρώπη.
(κλικ για ζουμ)
 "ΑΝΑΣΤΑΣΙΣ" έγραφε η εφημερίδα "Ελευθερία" ανήμερα της Κυριακής του Πάσχα (6/5/1945). Και πράγματι, το νόημα της ανάστασης έπαιρνε εκείνες τις μέρες μια άλλη διάσταση.
"Το θαύμα της αναστάσεως θα γίνει φέτος για όλο τον κόσμο. Γιατί όλος ο κόσμος έχει περάσει από το σταυρό". Έτσι ξεκινούσε το άρθρο. Και συνέχιζε παρακάτω... "Εκατομμύρια άνθρωποι περιμένουν από στιγμή σε στιγμή ν'αναστηθούνε". Όλοι περίμεναν πλέον τη παράδοση της (περικυκλωμένης από τους συμμάχους) Γερμανίας και την κατάρρευση του ναζισμού. Η αισιοδοξία είναι παντού διάχυτη.
Η εφημερίδα "Εμπρός" την ίδια μέρα έγραφε. "Κάποια καμπάνα κτυπά με φρενιτιώδη χαράν. Κάποια σάλπιγξ σημαίνει: παύσατε πυρ. Από τα αιματοβαφή πυρίμαχα συντρίμματα των χαλασμών, ξεπροβάλλουν κρίνα ανοίξεως". 
Διαφημιστική καταχώρηση του θιάσου Μουσούρη για τη περίοδο του Πάσχα το 1945. 

Άλλη μια πρόταση για διασκέδαση εκείνη τη περίοδο. Το άρωμα ελευθερίας ήταν έντονο το Πάσχα του 1945.

Τι παίζαμε παιδιά...τα τυχερά παιχνίδια

$
0
0

  • Σβουράκι

  • Τσούκος

  • Απαλέθια

  • Κορώνα-Γράμματα

thrapsano-games-svouraki
Κάθε χρόνο όταν πλησίαζαν οι γιορτές και ιδιαίτερα οι γιορτές των Χριστουγέννων άρχιζαν πυρετωδώς οι προετοιμασίες για τα τυχερά παιχνίδια.
Όλοι τότε "ανεμίζαμε" γερό κομπόδεμα από τις καλές χέρες (το μπαχτσίσι που μας έδιναν την πρωτοχρονιά οι γονείς, οι νονοί και οι άλλοι συγγενείς) αλλα και απο τα λεφτά που βγάζαμε πουλώντας το λάδι απο τα κάλαντα στους μπακάληδες και για το έθιμο παίζαμε κουμάρι (ζάρια) και άλλα τυχερά παιχνίδια.
Τα ζάρια τότε αφενός ήταν ακριβά και αφετέρου οι μπακάληδες δεν μας τα πούλαγαν επειδεί ήμασταν μικροί, με αποτέλεσμα τις περισσότερες φορές να τα φτιάχνουμε μόνοι μας.
Παίρναμε λοιπόν πράσινο σαπούνι πλάκα και το κόβαμε, το τρίβαμε στους τοίχους, το λειαίναμε και τέλος κάναμε τις βούλες με μιά καρφίτσα. Οι ποιό μερακλήδες βάζανε στις τρύπες μαύρο κάμελ για τα παπούτσια και οι βούλες φάνταζαν "εφταγεντέμιες" ολόιδιες δηλαδή με τα κανονικά ζάρια. Όλα καλά λοιπόν και το μόνο πρόβλημα ήταν να μην πιάσει καμία βροχή και λιώσουν τα ζάρια.
σβουράκι
Από τα παλιά παιχνίδια που χάθηκαν είναι και το σβουράκι, η "ρουλέτα του δρόμου" θα λέγαμε σήμερα. Βάλε 1, βάλε 2, πάρε 1, πάρε 2, βάλτε όλοι και πάρτα όλα.
Νεύρα, κλάματα έπεφτε και ξύλο καμιά φορά αφού οι "χλετζές" (κλεψίματα) δίνανε και παίρνανε.
Αργότερα που οι τράπουλες άρχισαν να "κυκλοφορούν" και εκτός καφενείων, παίζαμε και καμμιά τριανταμιά.
Όλα αυτά στο πιο δημοφιλές ίσως μέρος που ήτανε το πίσω παράθυρο και τα πεζούλια της Παναγίας της Μεσοχωρήτισσας ή τα πεζούλια πίσω από το Σταυρωμένο, αλλά και σε κάθε εσοχή παραθύρου που ήταν παράμερα και μακριά από τα βλέμματα των μεγάλων.
Τσούκος
Την Μεγάλη Εβδομάδα και συγκεκριμένα την Μεγάλη Παρασκευή και Μεγάλο Σάββατο στα καφενεία οι μεγάλοι έπαιζαν "τσούκο", έθιμο το οποίο λέγεται ότι αναπαριστά την κλήρωση των ιματίων του Χριστού από τους Ρωμαίους όταν Αυτός βρισκόταν στο σταυρό:
"διαμερίσατο τα ιμάτια μου και επί των ιματισμών μου έβαλον κλήρο".
Για να παίξουν τον τσούκο στα καφενεία έβαζαν τις καρέκλες και τα τραπέζια στην άκρη και έφτιαχναν στην μέση ένα μεγάλο διάδρομο. Στο τέλος του διαδρόμου έστηναν το "μύξη", ένα "σούρο" (φελό δηλαδή απο πώμα μπουκαλιού) και πάνω έβαζαν κέρματα (τάλιρα, δεκάρικα και εικοσάρικα).
ΚέρματαΤέλος χρησιμοποιώντας δεκάρικα (που ήταν και τα μεγαλύτερα σε μέγεθος κέρματα τότε) προσπαθούσαν από το "κούτελο", μιά γραμμή που είχαν τραβήξει στην άλλη άκρη του αυτοσχέδιου διαδρόμου, να ρίξουν τον "σούρο". Μετά το πέσιμο του σούρου,
 τα κέρματα που βρισκόταν πιό κοντά στο δεκάρικο απο ότι στο μύξη (το σούρο δηλαδή) ήταν και αυτά που κέρδιζε 
ο παίκτης.
Αντιγράφοντας τους μεγάλους παίζαμε 
το ίδιο παιχνίδι και εμείς αλλά επειδή το παίζαμε στις "χωματσούρες" και όχι στα "σπέσιαλ παρκέ" απο μωσαϊκό των καφενείων, αντί δεκάρικα, χρησιμοποιούσαμε "απαλέθια" (στρογγυλές και επίπεδες πέτρες ή κομμάτια απο σπασμένα κεραμικά) για να ρίξουμε το μύξη (που και αυτός τις περισσότερες φορές ήταν πέτρινος ή ξύλινος).
Αλλά και τα απαλέθια τα παίζαμε απο μόνα τους ανά δύο, και συγκεκριμένα ρίχνοντας ο πρώτος προσπαθούσε να τον χτυπήσει ή να έρθει πολύ κοντά
 ο άλλος με το δικό του απαλέτι και να εισπράξει το στοίχημα.
Η πιό απλή και διαχρονική μορφή τυχερού παιχνιδιού βέβαια ήταν το κορώνα - γράμματα.
Τα ποσά που εννοούμε όταν λέμε χρήματα ήταν πενηνταράκια, φράγκα (δραχμές), δίφραγγα, τάλιρα, δεκάρικα και κοσάρικα.
Άντε, και το τάλιρο τσι Αννούλας μας!

ΚΑΦΕΝΕΙΟΝ ΚΑΙ ΑΜΑΡΤΙΑ

$
0
0


49 χρόνια πρίν...26.ΙV.1964

Επιλογή: Μιχαλης Ν. Κατσιγερας
 (Από την στήλην «Σημειώσεις ενός Αθηναίου».) Φίλος της στήλης μου εκπαιδευτικός, αναφερόμενος εις ένα πρόσφατον σχετικόν με τα καφενεία σημείωμά μου, μου γράφει ότι ένας Γερμανός έγραψε προ καιρού ότι
 «αν η Ελλάς κλείση τα καφενεία και ξηλώσει τους σιδηροδρόμους της, θα γίνη ευτυχής». Και οι μεν ελληνικοί σιδηρόδρομοι τέτοιοι που είναι, με τας καθυστερήσεις των που είναι κανών και με το ντάκα-ντούκα των οχημάτων κατά το ταξίδι, προτιμότερον είναι πράγματι να ξηλωθούν. Αλλά το καφενείον τι του πταίει του επιστολογράφου μου; «Το θεωρώ –γράφει– πληγήν διά την κοινωνίαν μας. Το καφενείον, το ποτοπωλείον, η ταβέρνα κ.λπ. Ουδόλως δι’ εμέ ωφελούν τον άνθρωπον... Τας ώρας που διέρχεται εις τα ανωτέρω καταστήματα δύναται να τας αφιερώση εις την καλυτέρευσιν του επαγγέλματός του, εις την μελέτην, εις τα σπόρ και εις κάθε ευγενή και ωραίαν ασχολίαν». Αλλ’ υπάρχουν και άλλαι ωραίαι ασχολίαι δι’ ένα άνθρωπον του τύπου που προτιμά ο επιστολογράφος μου: Να διαβάζη την «Αμαρτωλών Σωτηρίαν», την Αγίαν Επιστολήν, το Ψαλτήριον, να κάμνη από το πρωί έως το βράδυ την προσευχήν του και όταν 
οι άλλοι τραγουδούν την «Ανθισμένη Αμυγδαλιά» ή τα «Παιδιά του Πειραιά», αυτός να ψάλλη το «Τροπάριον της Κασσιανής». Από χορούς να μη χορεύση κανένα ποτέ του, ακόμη, ούτε εκείνον του Ησαΐα, διότι η γυναίκα που θα πάρη θα του φύγη γρήγορα, αν θελήση να εφαρμόση τας αρχάς του εις την ζωήν της. Οσον διά τους μαθητάς του, δεν ανησυχώ. Απ’ αυτούς δεν πρόκειται να τον ακούση κανείς. Γνωρίζω κάτι τέτοιους ανθρώπους. Είναι οι ανιαρώτεροι του κόσμου. Αν φορούν καπέλλο, το βάζουν ολόισια, διότι λίγο αν το βάλουν στραβά, όπως όλος
 ο άλλος κόσμος, το θεωρούν αμαρτίαν και την εξομολογούνται εις τον πνευματικόν τους.»
 [Σημ. «Φ»: Ο πίνακας είναι του Γιάννη Τσαρούχη και παριστά το καφενείον «Νέον» της πλατείας Ομονοίας. Εργο του 1965 - 66.]
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 27/4/13

Εν Αθήναις....Μεγάλη Δευτέρα

$
0
0



Από το 1915 το μαγαζί καλλυντικών των αδερφών ΠΑΤΙΣΤΑ στην Ευριπίδου
στους Άγιους Θόδωρους.....δεν πρόλαβε να τα εκατοστήσει.
Πέρασα χθές το πρωϊ ήταν κλειστό και σκοτεινό θύμα των καιρών και αυτό.
Έμεινα να το κοιτάζω και να γυρίζω πίσω στα παλιά ....
Απ΄έξω οι κολώνιες χύμα του Μενούνου και τα δύο πανύψηλα αδέρφια
ο Γιάννης και ο Θανάσης να μην προλαβαίνουν να εξυπηρετούν
και να τυλίγουν τα προϊόντα που αγόραζε ο πελάτης στο στήθος.
Μέσα στο μαγαζί συνωστισμός.....ήταν και λίγα τετραγωνικά.
Έβαλα το κεφάλι κάτω και προχώρησα.....
Στην Πλατεία Κοτζιά έκλεισαν και εκεί μαγαζιά....έξω από την κλειστή
καφετέρια δύο χρήστες προσπαθούν να βρούν φλέβα.
Στο μικρό στενάκι Στρέϊτ τσιγγάνες με μωρά ξεκουράζονται
καθισμένες κάτω....τα μεγαλύτερα παιδιά επαιτούν.
Ο μάρτυρας του Ιεχωβά πιστός στο καθήκον πάντα έξω από τις δημόσιες
τουαλέτες με την Σκοπιά ανα χείρας.
Στην Βαρβάκειο έχει κόσμο....φθηνό ψάρι και το αρνί στα 6 ευρώ.
Παντού θα δείς άστεγους να ξυπνούν.....τα κλειστά μαγαζιά που βρίσκονται
σε εσοχές και με σκέπαστρα αποτελούν προνομιούχες θέσεις υπνωτηρίων.
Έντονη η μυρουδιά από το κάτουρο με την θερμοκρασία να θυμίζει
καλοκαίρι.
Ουρές στις τράπεζες μέσα έξω για τις συντάξεις....κουνάνε τα κεφάλια τους
οι συνάδελφοι μετρώντας τα λίγα χαρτονομίσματα.
Πολλοί "εύχονται" στον Κο Βενιζέλο...εν όψει των Εορτών του Πάσχα αφού τον θεωρούν  βασικό ψαλλιδοχέρη των συντάξεων.
Ο λαχειοπώλης παρακάτω έχει παράπονα και αυτός....δεν αγοράζει
τύχη ο κόσμος....με τι του λέω.
Στην στοά της Κοραή με τις καφετέριες ξανάνοιξε η πολυεθνική
που την είχαν κάψει και έκλεισαν δύο....λογικό γιατί και αυτή
η στοά στοίχειωσε.
Άλλοστε η περιοχή απέναντι από τα Προπύλαια θεωρείται εμπόλεμη
ζώνη.

πίσω στα παλιά

"Έφυγε" ο Αντρέας Ντούζος

$
0
0

Αντρέας Ντούζος ήταν Έλληνας ηθοποιός.

Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 19 Οκτωβρίου 1936 και απεβίωσε στις 29 Απριλίου 2013. Σπούδασε ηθοποιός στη Σχολή Τάκη Μουζενίδη.
Συμμετείχε σε πολλές κινηματογραφικές ταινίες, κυρίως τη δεκαετία του '60, και θεωρήθηκε ως ζεν πρεμιέ της εποχής. Απέκτησε δύο παιδιά, τον Στηβ και την Τέτα, τα οποία ακολούθησαν και αυτά για ένα διάστημα, με σημαντική επιτυχία, το επάγγελμα του ηθοποιού. Από το 1967 και για 13 χρόνια έμεινε με την οικογένεια του στην Αμερική όπου σπούδασε σκηνοθεσία.
Υπήρξε για αρκετό καιρό επιχειρηματίας του θεάτρου Μπρόντγουεϊ στην οδό Αγίου Μελετίου στην Κυψέλη, το οποίο αναγκάστηκε να παραχωρήσει στην ηθοποιό Κάτια Δανδουλάκη λόγω οικονομικών δυσκολιών που αντιμετώπισε. Συμμετείχε ως guest star στις τηλεοπτικές σειρές "Κωνσταντίνου και Ελένης" και "Άκρως Οικογενειακόν". Η τελευταία του κινηματογραφική εμφάνιση έγινε στην ταινία "Μια μέρα τη νύχτα" (2001).
Φιλμογραφία

Συνάντηση Παπανδρέου-Βενιζέλου για τα χρέη του ΠΑΣΟΚ

$
0
0
Σκίτσο του Ανδρέα Πετρουλάκη
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ


Μνήμες καλοκαιρινών ήχων

$
0
0

Μεγάλωσα μαζί με το τρανζίστορ, αν κι αυτό μπήκε στη ζωή μου εκεί γύρω λίγο πριν την Χούντα.  Μέχρι τότε το ραδιόφωνο ήταν συλλογικό οικογενειακό αγαθό. Ευτυχώς ο πατέρας ήταν μάλλον απόκοσμος και δεν τον θυμάμαι να κάθεται ποτέ μπροστά του.
 Ο ερχομός του τρανζίστορ μας έδωσε την δυνατότητα να έχουμε τη δική μας πρόσβαση στα ραδιοκύματα, μία πρωτόγνωρη αίσθηση χειραφέτησης και ελευθερίας του γούστου.
(στο παρακάτω βίντεο προσέξτε του στίχους του Ντίνου Χριστανόπουλου)

Το τρανζιστοράκι αναδεικνυόταν σε πολύτιμο εργαλείο εναντίον της πλήξης, κατέξοχήν το καλοκαίρι. Τα παράσιτα των βραχέων, που ήσαν μία από τις δύο επιλογές που είχε ο χρήστης,  ήσαν μηνύματα απο άλλους τόπους μακρινούς, ιδίως αν μέσα τους ξεχώριζες άλλες γλώσσες όπως Ιταλικά ή Αραβικά, που ήσαν και τα επικρατέστερα. Τη “Φωνή της Αλήθειας” την αναζητήσαμε αργότερα πιο πολύ απο νάζι, όταν είχαμε μπεί στην εφηβεία για τα καλά και “μπλέξαμε” και μείς, όπως και δεκάδες άλλα παιδιά καλών οικογενειών. Ευτυχώς υπήρχε 
και η Deutsche Welle.  Όταν μάλιστα η εξερεύνηση των βραχέων γινόταν πολλές φορές στο σκοτάδι κάποιο καλοκαιρινό βράδυ , η αίσθηση ότι ο κόσμος είναι  μεγάλος και σε περιμένει κάποτε να τον ανακαλύψεις, λειτουργούσε σαν υπόσχεση και αφορμή για άλλες σκέψεις.
Απέναντι απο το σπίτι μας στην οδό Μαυρομματαίων στο δυτικό τμήμα του Πεδίου του Άρεως, υπήρχε το περίφημο τότε Green Park
Ήταν ένα ζαχαροπλαστείο όπου το καλοκαίρι στον κήπο του λειτουργούσε ένα βαριετέ  με δύο παραστάσεις. Ο κονφερασιέ τον οποίο πρόλαβα εγώ, ήταν 
ο Όμηρος Αθηναίος, ενώ πιο πάνω στο άλλο αναψυκτήριο το “Άλσος”  απέναντι από την ΥΕΝΕΔ (Υπηρεσία Ενημέρωσεως Ενόπλων Δυνάμεων) κοντά στην Ευελπίδων  κονφερασιέ ήταν ο Γιώργος Οικονομίδης
Ο Όμηρος Αθηναίος
Το πρόγραμμα ήταν οτιδήποτε μπορούσε να εντυπωσιάσει τη στερημένη ματιά του μεταπολεμικού μικρομεσαίου, απο ζογκλέρ μέχρι ακροβάτες και εντυπωσιακές (μόνο λόγω των εξωτικών και αποκαλυπτικών κοστουμιών) χορεύτριες.  Όπως πολύ εύστοχα είχε πει το Ελεύθερο Θέατρο στο “Και συ χτενίζεσαι”   στο βασικό τραγούδι της επιθεώρησης του “Και συ χτενίζεσαι”(1973):
“Ενα δύο τρία στήθος, ένα δύο τρία μπούτι, ένα δύο τρία ΑΑΑ”.  Μόνο που τότε ήμαστε 10 χρόνια μετά  και μάλλον βλέπαμε τα πράγματα με  μια ψιλο- Μπρεχτική ματιά. Ας είναι.
Το τραγούδι του φινάλε της παράστασης του Green Park ηχεί ακόμα στα αυτιά μου όπως και η κορνέτα του μαέστρου και κορνετίστα Σταύρου Ρουχωτά. Απο τότε που γεννήθηκα μέχρι που φύγαμε για τα Βόρεια (προάστια φυσικά) έβλεπα τις παραστάσεις.  Χρησιμοποιούσαμε και κυάλια, όχι αυτά τα κομψά του θεάτρου και της Όπερας, αλλά κάτι στρατιωτικά, Βουλγαρικό λάφυρο απο τους πολέμους του παπού Στάθη, στρατιωτικού γιατρού και επιτελικού αξιωματικού στους Βαλκανικούς.
Πλάϊ απο το Green Park προς την πλευρά του Πανελληνίου Γυμναστικού Συλλόγου χωμένο μές τα δέντρα ήταν ένα night club το  ”Whisky a Go Go” που προφανώς είχε πάρει το όνομά του απο τα ομώνυμα Αμερικάνικα.  Οι ANIMALS  προσέθεσαν στην μυθολογία του τίτλου με το τραγούδι τους  Club a Go Go


Το 1967  έχει έρθει η Χούντα.  Η λογοκρισία γίνεται αντιληπτή και στα ακούσματα. Το τρανζιστοράκι ηχεί διαφορετικά. Πολύ γρήγορα μαθαίνουμε να μουρμουρίζουμε τη δική μας μουσική, οι δίσκοι του Θεοδωράκη αποκτούν άλλο νόημα και το ροκ έφερνε μια ύποτη για το καθεστώς ελευθεριότητα, παρόλο που  παρέμεινε υπό επιτήρηση και διακριτικό έλεγχο, σύμφωνα με το σχεδιασμό του πανέξυπνου ιδεολογικού υπευθύνου, πρώην Κουτβιστή Γεωργαλά ( Κομμουνιστικό Πανεπιστήμιο Εργαζομένων της Ανατολής ή KΟΥTΒ  στα ρωσικά).
Όταν δεν είμαστε στο νησί, οι Αθηναϊκές μας βραδιές μας έφερναν στην Φωκίωνος Νέγρη ή στα γύρω θερινά σινεμά όπως το Λουζιτάνια  ή το Βοξ, που ευτυχώς υπάρχει ακόμα.
Ας απολαύσουμε τα κλιπάκια απο 2 θρυλικές ταινίες του 1968 . Η πρώτη ο Πάντσο Βίλλα    με  την εξαιρετική  μουσική του Maurice Jarre. Με οριακά αποδεκτό πολτικό μηνυμα για το καθεστώς, αλλά το άφησαν.

Η άλλη με μουσική του Ennio Morricone


Το 1968 όμως, ήταν τότε που στις 13 Αυγούστου το βράδυ, κάνοντας τις διακοπές μας στην Πάρο, ακούσαμε απο το τρανζιστοράκι την απόπειρα του Αλέξανδρου Παναγούλη κατά του δικτάτορα Παπαδόπουλου. Ξαφνικά το ραδιόφωνο έγινε μια πύλη σε έναν άλλο κόσμο πληροφορίας. Οι ξένοι σταθμοί δεν θα αργούσαν αν μπουν στη ζωή μας. Εν τω μεταξύ η απόπειρα της δολοφονίας μας μυούσε σε ένα κόσμο όπου η ανεμελιά ήταν σχεδόν “αμάρτημα”, αν και ακόμα δεν είχαμε ωριμάσει πολιτικά, η δε ελληνική κοινωνία περνούσε το δικό της μήνα του μέλητος με τη Χούντα.
Οταν γινόντουσαν μεταδόσεις φρικτών γεγονότων όπως η περιγραφή της γιορτής της πολεμικής αρετής των Ελλήνων απλά το κλείναμε. Ευτυχώς ο αδελφός μου και σημερινός εκδότης του Πολύτονου έπαιζε κιθάρα.  Εγώ έδειξα από τότε το ταλέντο μου στα κρουστά μετατρέποντας ότιδήποτε είχε μορφή ηχείου σε τύμπανο.
Τα χρόνια όμως έτρεξαν γρήγορα και γέμισαν γεγονότα.

Το ναυάγιο της νήσου Δοκός: Το Αρχαιότερο Ναυάγιο στον Κόσμο!

$
0
0

Η υποβρύχια αρχαιολογική έρευνα στο Δοκό (1989 – 1992) καταγράφηκε ως η πρώτη συστηματική έρευνα αρχαίου ναυαγίου στην Ελλάδα, με τη χρησιμοποίηση μάλιστα των πλέον σύγχρονων για την εποχή τεχνολογικών μεθόδων. Το ενάλιο εύρημα του Δοκού αποτελεί πολυτιμότατη απτή μαρτυρία για τη ναυσιπλοΐα, το θαλάσσιο ανταλλακτικό εμπόριο, το τεχνολογικό επίπεδο και την οικονομία στο Αιγαίο κατά τους ύστερους χρόνους της 3 ης χιλιετίας π.Χ.


Η ΝΗΣΟΣ ΔΟΚΟΣ


Η νήσος Δοκός, ανάμεσα στην Ύδρα και την Αργολική ακτή, ονομαζόταν στην αρχαιότητα Απεροπία. Είναι άγονη και με λίγες πηγές νερού αλλά έχει στρατηγική θέση στις ναυτικές πορείες από και προς τον Αργολικό Κόλπο και τις ανατολικές ακτές της Λακωνίας. Κατοικήθηκε κατά την Νεολιθική εποχή (4η χιλιετία π.Χ.) αλλά η ανθρώπινη παρουσία αυξήθηκε κατά την Πρωτοελλαδική εποχή (3 η χιλιετία π.Χ.) όταν αναπτύχθηκε η ναυσιπλοία. Στον 13 ο αι. π.Χ. αναπτύχθηκαν οικισμοί στις περιοχές Μύτη Κομμένη και Λέδεζα. Αργότερα, ο Δοκός, έχασε τη σημασία του αλλά κατά διαστήματα, σε ιστορικές περιόδους, χρησιμοποιήθηκε ως ασφαλές αγκυροβόλιο ή ως στρατηγικό σημείο παρακολούθησης του θαλσσίου περάσματος. Σήμερα ο Δοκός φιλοξενεί ψαράδες και κτηνοτρόφους.

Ο ΕΝΤΟΠΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΝΑΥΑΓΙΟΥ


Στις 23 Αυγούστου του 1975, ο Peter Throckmorton, πρωτοπόρος ερευνητής των βυθών και ιδρυτικό μέλος του ΙΕΝΑΕ, εντόπισε μία μεγάλη συγκέντρωση σπασμένης κεραμεικής στο βυθό της νήσου Δοκός, σε βάθος 20 μέτρων.

Αργότερα, ο Throckmorton επέστρεψε στο Δοκό με τον αρχαιολόγο και Πρόεδρο του ΙΕΝΑΕ Γιώργο Παπαθανασόπουλο και η κεραμεική χρονολογήθηκε στην Πρωτοελλαδική εποχή. Επίσης διαπιστώθηκε ότι πιθανώς επρόκειτο για ναυάγιο του 2200 π.Χ. περίπου. Ακολούθησαν δύο διερευνητικές αποστολές το 1975 και 1977 με την επιστημονική επίβλεψη του Γιώργου Παπαθανασόπουλου και την τεχνική οργάνωση του Νίκου Τσούχλου, στη διάρκεια των οποίων το εύρημα χρονολογήθηκε ακριβέστερα στην Πρωτοελλαδική ΙΙ περίοδο (2700-2200/2100 π.Χ.). Επίσης, οριοθετήθηκε η έκτασή του στο βυθό σε βάθη 15-30 μέτρων. Επρόκειτο, αναμφίβολα, για το αρχαιότερο ναυάγιο στον κόσμο.

Λόγω της σπανιότητας του ευρήματος αλλά και της σημασίας του για την μελέτη της προϊστορικής ναυσιπλοίας το ΙΕΝΑΕ άρχισε να προγραμματίζει τη συστηματική ανασκαφή του. Αυτή στάθηκε δυνατόν να αρχίσει το 1989 και διήρκεσε τέσσερα έτη.

ΤΟ ΚΕΡΑΜΙΚΟ ΦΟΡΤΙΟ ΤΟΥ ΝΑΥΑΓΙΟΥ 

Το κεραμεικό φορτίο που ανελκύστηκε από το βυθό του Δοκού και αποτελούσε εμπόρευμα πλοίου για διανομή, χρονολογείται με ασφάλεια στο τέλος της δεύτερης φάσης της Πρωτοελλαδικής περιόδου, δηλαδή γύρω στο 2200 π.Χ. Πρόκειται για μία από τις μεγαλύτερες γνωστές συγκεντρώσεις κεραμεικής της Πρωτοελλαδικής ΙΙ περιόδου και υποδηλώνει το υψηλό επίπεδο της κεραμεικής τεχνολογίας της εποχής. Περιλαμβάνει πλήθος πήλινων αγγείων και σκευών καθημερινής χρήσης, σε μεγάλη ποικιλία σχημάτων, γνωστών από τις ανασκαφές των μεγάλων παραλιακών κέντρων της Λέρνας και της Τίρυνθας και από τους μικρότερους οικισμούς της ευρύτερης περιοχής.
 







ΠΗΓΗ

Κάτω στον Πειραιά....

$
0
0
Μια ετερόκλητη κοινωνία αστέγων ζει στο λιμάνι του Πειραιά Περιμένοντας το βαπόρι της ανάπτυξης... 




Την ώρα που ο πρωθυπουργός της χώρας, Αντώνης Σαμαράς, μιλά με βεβαιότητα στις δημόσιες εμφανίσεις του για την εποχή της ανάπτυξης που μας πλησιάζει με δρασκελιές, στο μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας διαμορφώνεται μια πραγματικότητα μετωπικά αντίθετη με τις πρωθυπουργικές εξαγγελίες. Τους τελευταίους μήνες ολοένα και περισσότεροι συμπολίτες μας περνούν τις νύχτες τους στα υπαίθρια κιόσκια του λιμανιού του Πειραιά, δίπλα σε περαστικούς ταξιδιώτες  που περιμένουν τα πλοία της γραμμής. «Συνολικά μιλάμε για 300 με 400 ανθρώπους...» λέει ο Λευτέρης Κ., ο οποίος συχνά κατηφορίζει στις προβλήτες του Πειραιά, αναζητώντας ένα ήσυχο κατάλυμα. «Οι περισσότεροι είναι ξένοι, κυρίως Βούλγαροι,  αλλά υπάρχουν και αρκετοί Έλληνες. Θα τους βρεις απλωμένους σε όλο το λιμάνι. Γίνονται συχνά παρατηρήσεις από τους άντρες του Λιμενικού Σώματος, όμως την επόμενη μέρα είναι πάλι εδώ».
 Το λιμάνι του Πειραιά είναι ένα οκτάγωνο. Σε κάθε του πλευρά «κατοικούν» σήμερα 30-40 άνθρωποι –αν και ο αριθμός αλλάζει ανά εποχή. Συχνά, παραμένουν για ώρες ολόκληρες ακίνητοι στα κιόσκια επιβατών, μπρος στο φόβο να χάσουν την «προνομιακή» τους θέση από κάποιον άλλον άστεγο. «Τώρα που είναι καλοκαίρι και έχει φτιάξει ο καιρός θα έρχονται όλο και περισσότεροι. Το λιμάνι είναι καταφύγιο για εμάς...» εξηγεί ο Λευτέρης, ο οποίος στο παρελθόν ήταν μηχανικός, όμως το 2008 έχασε τα πάντα και μέσα σε λίγους μήνες βρέθηκε στο δρόμο.  «Μένουμε στο λιμάνι γιατί μας παρέχει κάποιες "ανέσεις" όπως τουαλέτες, καταψύκτη για νερό, τέτοιες "πολυτέλειες"». Οι λιμενικοί έμαθαν με τον καιρό να συνυπάρχουν με αυτή την ετερόκλητη κοινωνία αστέγων. «Οι περισσότεροι είναι ακίνδυνοι, απλοί άνθρωποι που προσπαθούν να επιβιώσουν μέσα στην κρίση. Κατά καιρούς υπάρχουν και κάποια φαινόμενα βίας -συνήθως καυγάδες μεταξύ τους- αλλά τίποτα το φοβερό σε γενικές γραμμές. Οπότε προσπαθούμε να δείξουμε και εμείς από την πλευρά μας μια πιο ανθρώπινη συμπεριφορά». 
Πηγή: www.lifo.gr

Τι κάνει σήμερα ο Βαγγέλης Ρωχάμης

$
0
0



Για παραπάνω από τριάντα χρόνια το όνομά του συνδέθηκε με την παρανομία στη χώρα μας. Ο Βαγγέλης Ρωχάμης όμως, μετά από περίπου 22 χρόνια στη φυλακή, πλέον περνάει μία ήρεμη ζωή στο Λευκαντί, στα Βασιλικά Ευβοίας.
 Έχει το δικό του «Λιμανάκι» όπως ονομάζει την ταβέρνα του δίπλα στη θάλασσα την οποία επισκέπτονται πολύ συχνά επώνυμοι φίλοι του όπως ο Θέμης Αδαμαντίδης, ο Γιώργος Μαργαρίτης και ο Γιώργος Τρομάρας.
Ο ίδιος θέλει όλοι οι πελάτες του να φεύγουν από το μαγαζί του ευχαριστημένοι και χορτασμένοι όχι μόνο από καλό φαγητό αλλά και από γλέντι που στήνεται μέσα σε μία στιγμή σύμφωνα με τη News.


 http://www.to-mati.gr

"Περνούσα καλύτερα στην Κατοχή"

$
0
0


Ο υπέργηρος τσαγκάρης που είναι και βοσκός, στο Αμπελάκι Ρεθύμνου
αντώνης παλιεράκης τσαγκάρης αμπελάκι
Ο Αντώνης  Παλιεράκης στο Αμπελάκι.
Ονομάζεται Αντώνης Παλιεράκης, είναι 92 χρόνων, αλλά στο Αμπελάκι Ρεθύμνου, το χωριό του, και στους γειτονικούς οικισμούς είναι γνωστός ως Τσαγκάρης, γιατί το επάγγελμά του ήταν … «λίγο απ’ όλα», όμως εξαιρετικός στην τέχνη του παπουτσή.
Νιώθεις το μπάρμπα Αντώνη τον Τσαγκάρη άνθρωπο με ευγενείς καταβολές , να βιώνει έντονα τη μοναξιά του, να ανατρέχει στις μνήμες του και τελικά να οργίζεται σήμερα γιατί τα δυσβάστακτα και ανάλγητα μέτρα ακρωτηρίασαν τη ζωή του ίδιου και τόσων άλλων ανθρώπων που «δεν έχουν καμιά ευθύνη».
Του λες να φτιάξει τη ζωή του σε μια μαντινάδα και στο λεπτό την ετοίμασε:
Δε μαρτυρώ τον πόνο μου
δε λέω τον καημό μου,
και μοναχός μου θα τραβώ
τον αναστεναγμό μου. 
Επαναστατεί για τη σημερινή κατάντια και για την ταλαιπωρία  που δέχτηκε ο ίδιος από το διεφθαρμένο σύστημα της  γραφειοκρατίας, που τον μετάτρεψε, όπως και τόσους άλλους σε μπαλάκι του πινγκ πονγκ!«Εγώ ατομικά», λέει, «καλύτερα περνούσα στη γερμανοκατοχή  απ ‘ ότι σήμερα. Γιατί, τότες μπορεί να μας θέλανε σκλάβους  οι Γερμανοί κι εμείς πήραμε τα όπλα και τα βουνά, αλλά τώρα με το «έτσι θέλω» μου κόβουνε λεφτά, μου φορτώνουνε χαράτσια και φανερά βάνουνε το χέρι τους στη τσέπη μου και μου παίρνουν το ψωμί. Βρε 'σεις από ένα άνθρωπο, πάνω από 90 χρονών γυρεύετε χαράτσι; Εγώ δε ζω με τις κλεψιές που ζούνε αυτοί. Αλήθεια, καλλιά περνούσα στην Κατοχή. Το μέλι, τότες, το είχα στο πιθάρι κι όχι στο βάζο και τώρα δεν υπάρχει. Καταλαβαίνεις;».
Κι όμως, αυτός ο υπέργηρος άνθρωπος αν και τριάντα χρόνια βιώνει τη μοναξιά του, από τότε που έχασε τη σύζυγό του, παίρνει χρόνια ζωής όταν χτυπήσει το τηλέφωνο κι ακούσει τη φωνή παιδιών και εγγονιών. Αλλά το φοβερό ήλθε πριν ένα δίμηνο όταν έπεσε κεραυνός στη μοναξιά του και του έφεραν νεκρό το μοναχογιό του.
Ήταν ένας λεβέντης, ζούσε με την οικογένεια του στην Αθήνα αλλά στη μάχη με «τον εχθρό της εποχής» δεν άντεξε. Ο Τσαγκάρης σώπασε και «πνίγηκε» μέσα στη μαυρίλα του θανάτου. Είναι, πλέον, ο άνθρωπος της ακραίας μοναξιάς και υποφέρει…
Το δρομολόγιο της μέρας είναι συγκεκριμένο τώρα και χρόνια! Η καθημερινότητά του αναλώνεται στη βοσκή και στη φροντίδα των τριάντα ζωντανών που έχει, στο αμπέλι και στο περιβόλι  που καλλιεργεί…
ΕΓΙΝΕ ΚΑΙ ΖΗΤΙΑΝΑ
Ολόκληρη η ζωή του πέρασε από πολλά μονοπάτια. Ο πατέρας του Γιώργης Παλιεράκης βρέθηκε από το γειτονικό οικισμό των Καρινών στο Αμπελάκι, όπου δημιούργησε μια πολυμελή οικογένεια. Ο Τσαγκάρης λέει ότι είχε άλλα 16 αδέλφια και για να θραφούν τα παιδιά η μητέρα τους υποχρεώθηκε «μέσα στη γερμανοκατοχή να κάνει και τη ζητιάνα». Και μέχρι  ο Αντώνης «να σταματήσει στα πόδια του» έμεινε κοντά στους γονείς του, γιατί στα 9 του χρόνια έφυγε στο Ρέθυμνο «στη θειά μου τη Ζιζίνα». Βρέθηκε για ενάμισι χρόνο στο φούρνο του Γιάννη Σταγάκη στο «Μακρύ Στενό» στην παλιά πόλη.
Άφησε το φούρνο και στο τσαγκάρικο του Μανώλη Τσαγκαράκη επιχείρησε να μάθει την τέχνη. Αργότερα δούλεψε στο τσαγκάρικο του Ανδρέα Σοφουλάκη στην πόλη, όπου γνώρισε «τη Φωτεινή Παπαδάκη την κορδελιάστρα από τον Άγιο Κωνσταντίνο» και το Μάιο του ’41 «όταν πέφτανε οι Γερμανοί, εμείς ήλθαμε στο Αμπελάκι».
Στο χωριό του φτάνοντας, λοιπόν, βρήκε «να τσαγκαρεύουν ο Γιώργης ο Καπετανάκης  στην Καρέ κι ένας πρόσφυγας και στο Αμπελάκι ο Μαρίνος Βοργιάς που δεν πέρασε πολύς καιρός και έφυγε για την Αθήνα». Γύρω-γύρω, στ’ άλλα χωριά του Βρύσινα λειτουργούσαν τσαγκαράδικα δυο στους Αρμένους κι ένα στο Όρος. Όλοι αυτοί οι οικισμοί μαζί με τα Γουλεδιανά και το Σελί  αριθμούσαν περί τους 500 ανθρώπους…
Η φτώχεια, ιδιαίτερα, για τις πολυμελείς οικογένειες δεν παλεύονταν! «Με στηρίξανε οι άνθρωποι γύρου-γύρου», θυμάται. «Από το χωριό μου, από του Φωτεινού, το Σελί, το Όρος, τα Γουλεδιανά, τη Γενή, τις Καρίνες, κι αυτό γιατί έκανα στέρεη δουλειά και φτηνή. Ένα ζευγάρι στιβάνια το έκανα 300 δραχμές, όταν το μεροκάματο ήτανε 45 φράγκα, ένα ζευγάρι άρβυλα 80-100 δραχμές κι ένα ζευγάρι γυναικεία παπούτσια 60-70 δραχμές. Δούλευε μαζί κι η γυναίκα μου γιατί ήτανε κορδελιάστρα. Ό,τι έκανα το έκανα με τούτα εδώ τα χέρια! Τη μέρα δούλευα μεροκάματο και τη νύκτα τσαγκάρης. Όταν έφυγα στη Γερμανία, που δούλεψα διόμιση χρόνια στο εργοστάσιο, μου χρωστούσανε εφτά χιλιάδες δραχμές. Να φανταστείς πως το κιλό το λάδι είχενε 8 δραχμές και τα εφτά χιλιάρικα τα έχασα. Δεν μου τα δώσανε κι ήτανε χρυσά λεφτά.
Το 1965 που γύρισε από τις φάμπρικες με τα τρία πρόβατα που βρήκε από εκείνα που είχε αφήσει, ξαναδημιουργήθηκε παλεύοντας ακατάπαυστα με τη σύζυγό του. Κι όταν τον ρωτάς τι απέφερε αυτός ο αδιάκοπος αγώνας επιβίωσης, βουρκωμένος και με τρεμάμενη από συγκίνηση φωνή, θα σου απαντήσει:«Είχα την τύχη να βοηθήσω τους γερόντους μου και  τα άλλα μου αδέρφια, που ζήσανε στερημένα. Οι χαρές μου ήτανε λίγες μα ήμουνε δικασμένος να δουλεύω μέρα και νύκτα. ..»

Ο Τσαγκάρης συνήθισε στη μοναξιά. Και τώρα νιώθει να του τρώει την ψυχή. Όμως και μετά τον πρόσφατο κεραυνό που τον ισοπέδωσε ψυχικά, το βλέπει πως καταρρέει. Όμως και πάλι θα αντέξει. Γι αυτό και σήμερα θα οδηγήσει το κοπάδι του στα βοσκοτόπια και μέχρι να φτάσει θα στιχουργήσει τις σκέψεις του:
Ο Θεός με δίκασε πολύ
πάντα να ζω θλιμμένα,
να την πατώ  τη γη θλιφτά
και παραπονεμένα.

Εν Αθήναις....τα τσουρέκια και τα κουλούρια

$
0
0



Μεγάλη Εβδομάδα τότε και οι νοικοκυρές σε θέση μάχης.
Εντολές στα παιδιά γραπτές και μαζί με το τεφτέρι και το διχτάκι κατευθείαν
στον μπακάλη.
"Και προσοχή το βούτυρο να είναι από το καλό...." έγραφε στο κάτω μέρος
και ο μπακάλης έπαιρνε το βάζο που του έδινε ο πελάτης το ζύγιζε 
για το απόβαρο και έβαζε το βούτυρο....
Την καλύτερη συνταγή στην γειτονιά την είχε μια γιαγιά Μικρασιάτισα.
Έκανε ένα πέρασμα από τις κουζίνες και έδινε συμβουλές βάζοντας
το δάχτυλο στο υλικό.
Η πήλινη λεκάνη στις δόξες της με τα ζυμώματα.....
Το μέγεθος στα κουλουράκια ήταν κάμποσο έως μεγάλο για τις οικογένειες
με περισσότερα παιδιά....πού να τα προλάβεις διαφορετικά .
Η μάχη της λαμαρίνας στον φούρνο άρχιζε....έπρεπε να πάρουν όλες
και πόσες να είχε ο φούρνος της γειτονιάς.
Ο φούρναρης σωστός ηγεμόνας να δίνει εντολές και να βάζει προτεραιότητα
στις πελάτισες.
Όταν γύριζαν τα κουλουράκια από τον φούρνο τα έβαζαν σε παλιά μαξιλαροθήκη
που είχε μετατραπεί σε σακούλι που έδενε από επάνω.
Με τον τρόπο αυτόν τα διατηρούσαν αλλά κυρίως τα...προστάτευαν από
τις επιθέσεις των μικρών....πού να περιμένουν μέχρι να πεί ο παπάς
το Χριστός Ανέστη....δεν χόρτεναν μόνο με την μυρουδιά.
Το τσουρέκι είχε περισσότερη δουλειά και περισσότερα έξοδα γι αυτό
και η ποσότητα ήταν...περιορισμένη.

πίσω στα παλιά

Καλή Πρωτομαγιά και Καλή Λευτεριά!


"Και ήταν τα στήθη σου άσπρα σαν τα γάλατα...."

Καλό Πάσχα...από τον Κώστα Μητρόπουλο

Πού μένεις;

$
0
0



....στο Ελευθέριος Βενιζέλος...στις μπλέ καρέκλες....

Μιλώντας για τις γειτονιές της Αθήνας

$
0
0


Υμηττός

Τιμής ένεκεν μάλλον έγινε το 1963 δήμος ο Υμηττός γιατί ήταν από τους πιο μικρούς Δήμους της Αττικής.   Το 1963 ήταν και η χρονιά που γεννήθηκα εγώ,
 οι συμμαθητές μου, οι φίλοι μου και λίγο μετά τα αδέλφια μας.   Οι γονείς μας είχαν έλθει από την Ελληνική επαρχία ή την Μικρά Ασία και κουβαλώντας μαζί τους τις συνήθειες του τόπου τους έφτιαξαν μια γειτονιά γεμάτη χρώμα και μυρωδιές κουζίνας. Τα πεδινά του Δήμου είχαν πανέμορφα χαμηλά σπίτια με πολύχρωμες πρασιές γεμάτες γιασεμιά, αγιόκλημα και γλάστρες με βασιλικούς και γεράνια, ενώ τα ορεινά ήταν ακόμη τότε στάνες. Ευτυχώς ακόμη υπάρχουν πολλά από αυτά τα σπίτια και όσα αντικαταστάθηκαν έφτασαν μόνο τους τρεις ορόφους ίσα-ίσα για να στεγαστούν γονείς και παντρεμένα πλέον παιδιά.   Εκτός από τους δύο κεντρικούς δρόμους ο Υμηττός είχε τότε μόνο χωματόδρομους και αλάνες, δρόμους με ευκαλύπτους και πεύκα και πολύ χώρο για να παίξεις και να τρέξεις ατελείωτα.   Όταν έβρεχε, η μάνα μου μας έβαζε στη μασχάλη στην κατηφόρα για το σχολείο, για να μην μας πάρει το ρέμα όταν έβρεχε, ενώ κάθε μέρα πέρναγε ο και παγοπώλης μπροστά από τα σπίτια και όποια νοικοκυρά αργούσε να μαζέψει τον πάγο τον έβρισκε λιωμένα κομμάτια, βορά των καλόπαιδο στο δρόμο για το σχολείο.   Πήγα στο 1ο Δημοτικό Σχολείο Υμηττού δίπλα από την Παπαστράτιο σχολή, ένα πέτρινο φωτεινό σχολείο με τεράστια αυλή και δένδρα για να παίζουμε και να κάνουμε γυμναστικές επιδείξεις. Πολύ πρόσφατα δεν κρατήθηκα και περνώντας με τα κορίτσια από το σχολείο προσπάθησα να περάσω μέσα από τα κάγκελα όπως τότε, και ενώ τα κορίτσια έπιαναν την κοιλιά τους από τα γέλια, μου φάνηκε ότι άκουσα ξανά την δασκάλα μου, την κυράΤασία να φωνάζει «Αμάν!!! αυτό το παιδί κλεισμένο το 'χουν μες στο σπίτι και ζητά να φύγει συνεχώς ... έλα εδώ πουλάκι μου».   Κλεισμένη δεν ήμουν ποτέ, όλο έξω στην γειτονιά ήμασταν όλοι και παίζαμε κρυφτό, κυνηγητό, μπικοτενεκέ, στρατιωτάκια ακίνητα-αμίλητα και στο τοίχο κολλημένα. Ήμασταν ελεύθερα, καταχτυπημένα και χαρούμενα. Εγώ όμως την είχα την λαχτάρα της φυγής και κάποια στιγμή έφυγα.   Γυμνάσιο πήγαμε στο νέο σχολείο τότε, στα όρια με την Ηλιούπολη. Θηλέων βέβαια, ποδίτσα μπλε και γιακαδάκι. Κοριτσοπαρέες και κοπάνες. Έρωτες και πολιτική. Η γενιά του Πολυτεχνείου μας είχε προφτάσει και τρώγοντας την σκόνη της ονειρευόμαστε έναν ροκ κόσμο. Σουλάτσο στην πλατεία, αφισοκόλληση και ένα μήνα στην Παλιόχωρα το Καλοκαίρι ρεφενέ. Τον Σεπτέμβρη όλοι πάλι πίσω στα ωραία μας, ευτυχισμένα ρεμπετοφρικιά σε διακοπές διαρκείας. Επανάσταση στα νταμάρια, που έχουν γίνει τώρα το ξακουστό θέατρο Βράχων Μελίνα Μερκούρη και έχοντας την μεγάλη τύχη να έχουμε Δήμαρχο τον προχωρημένο Ανδρέα Λεντάκη και το Φ.Ο.Υ (Φιλοπρόοδο Όμιλο Υμηττού) στεγάζαμε δημιουργικά τις καλλιτεχνικές μας ανησυχίες.   Ακόμα και τους έρωτές μας είχαμε να στεγάσουμε στο πάρκο Άρη Αλεξάνδρου που φυτέψαμε οι δημότες με τα χεράκια μας. Έναστρες βραδιές και καρδιοχτύπια με άρωμα πεύκου.   Μόλις τελειώσαμε το σχολείο σιγά-σιγά σκορπίσαμε. Κάποιοι έφυγαν για αλλού, κάποιοι χωρίς γυρισμό μεθυσμένοι από την αδιάκοπη αναζήτηση και τα αναπάντητα ερωτηματικά τους. Έφυγα και εγώ μακριά από τον Υμηττό γιατί δεν μπορούσα να φανταστώ -πως είναι δυνατόν να ζω χωρίς όλα αυτά που είχα την τύχη να έχω δεδομένα- και κάποια στιγμή εξαφανίστηκαν μαζί με τους ανθρώπους ή νόμιζα, αφού τότε ο Υμηττός ήταν πλέον πολύ μικρός για μας.   Χρόνια μετά, όταν σκέφτηκα που θα 'θελα να κάνω επανεκκίνηση ξαναγύρισα. Ξαναβρεθήκαμε και τα ξαναείπαμε με παλιούς φίλους στις πρασιές και στις ταράτσες μας πλέον, βλέποντας την Ακρόπολη, τον Λυκαβηττό και την γαλάζια Αίγινα. Θυμηθήκαμε πόσο τυχεροί ήμασταν και εξακολουθούμε να είμαστε αφού ακόμη έχουμε την γειτονιά και την παρέα μας.   Γνωρίζουμε σχεδόν όλοι όλους τρεις γενιές τώρα και οι χαιρετούρες είναι άπειρες κατεβαίνοντας στο δρόμο για καφέ και ψυχοθεραπεία στης Αριάδνης. Βολτάρουμε μέχρι την πλατεία Δημαρχείου και τα απογεύματα βλέπουμε ταινίες στο καλοκαιρινή σινεμά «Αμύντας» που το θυμάμαι από πάντα.   Άνοιξε πάλι το καφέ στην ταράτσα του Φ.Ο.Υ. και αφού επισκεπτόμαστε πρώτα την έκθεση στο ισόγειο, ανεβαίνουμε τα σκαλιά για ένα χαλαρό ποτάκι με θέα τον Υμηττό.   Γιορτάζουμε τις χαρές μας με την παραμικρή ευκαιρία στα ουζερί της περιοχής και την 25η Μαρτίου το μεσημέρι κλείνουμε όλο το μαγαζί για μπακαλιάρο ενώ τα παιδιά ακόμα παίζουν στο δρόμο και πάνε πλατεία. Μαζεύονται έξω από το ίδιο φροντιστήριο Αγγλικών που πηγαίναμε και εμείς, και όλοι μας ξέρουμε που βρίσκονται τα απογεύματα, εκτός και αν δεν θέλουν.   Συνοδεύουμε τις λύπες μας σε βουβές γραμμές αγκαλιασμένοι στην ανηφόρα του Βύρωνα και ξενυχτάμε όλοι μαζί για να τις ξορκίσουμε.   Τα παιδιά μας όταν μας βλέπουν, όλους μαζί, σε μία ξελιγωμένη από τα γέλια παρέα κοιτούν παραξενεμένα μην καταλαβαίνοντας τον παλιμπαιδισμό μας. Διαισθανόμενα όμως ότι εδώ κάτι μεγάλο γίνεται κάτι τόσο μοναδικό που αξίζει να μην βγάλουν την εφηβική τους γλώσσα, αρκούνται σε ένα ελαφρό μειδίαμα φεύγοντας όλα μαζί για το Mall.
 Τα μεγαλύτερα αποζητούν πλέον την παρέα των 50ριδων γιατί όπως και να το κάνουμε είναι ωραίο να μπορείς να γελάς και να κλαις με παρέα.   Στη επίθεση που έχουμε όλοι μας δεχτεί απαντάμε με ρεφενέ και στέλνουμε τους αγωνιστικούς μας χαιρετισμούς δυναμώνοντας τα μπάσα «είναι τρελός είναι τρελός ο Υμηττός...» παραμένοντας έτοιμοι. 
lifo.gr

Η γερμανική κατοχή στην Αίγινα

$
0
0

Η γερμανική κατοχή είναι ζωντανή στις μνήμες των Μεσαγριτών αλλά και όλων των κατοίκων της Αίγινας που έζησαν τη σκληρότητα των κατακτητών και θρήνησαν πολλά θύματα. Οι Γερμανοί έφτασαν στην Αίγινα δύο μέρες μετά την είσοδό τους στην Αθήνα, με σκάφος στη βορειοανατολική πλευρά, εκεί που βρισκόταν το βόρειο οχυρό της μεταξικής εποχής. Πρώτη τους φροντίδα η επισκευή των δύο οχυρών του νησιού, στον Τούρλο και στην Πέρδικα, τα οποία μαζί με το παρατηρητήριο της νησίδας Μονής και τη φρουρά της πόλης, χαρακτηρίστηκαν "Φρούριον Αιγίνης", υπό τη διοίκηση του εκάστοτε διοικητή του "Βορείου οχυρού".


Οι Γερμανοί κατακτητές φωτογραφίζονται
μπροστά
στο Ναό της Αφαίας
Οι πρώτοι μήνες της γερμανικής κατοχής στο νησί ήταν «κάπως υποφερτοί.» γράφει ο ψαράς Γ. Λουκάτος «αλλά μόλις μπήκε ο χειμώνας, με την έλλειψη των τροφίμων και των βασικών ειδών διατροφής, άρχισε η πείνα και η δυστυχία… Η πείνα θέριζε τους ανθρώπους, που άφηναν την τελευταία τους πνοή στους δρόμους, απ’όπου τους μάζευαν με τα κάρα… Με το έμπα του 1942, άρχισαν οι δύσκολες μέρες για όλους τους Έλληνες, γιατί δεν υπήρχαν τρόφιμα καθόλου. Οι ψαράδες, που είχαμε βάρκες, θεωρούμαστε τυχεροί, γιατί οι Γερμανοί μας επέτρεπαν να δουλεύουμε και μπορούσαμε να εξοικονομούμε τα αναγκαία για τη ζωή…»
Η Αίγινα πλήρωσε βαρύ φόρο τιμής το χειμώνα του 1941 σε ανθρώπινες ζωές, σε αντίθεση με τα άλλα νησιά του Σαρωνικού που τροφοδοτούνταν από τις γειτονικές εύφορες περιοχές. Ο στρατός κατοχής τον ανεφοδιασμό του νησιού, ενώ ταυτόχρονα, για τις δικές του ανάγκες, έπαιρνε όλα τα παραγόμενα προϊόντα και αγαθά του νησιού. Υπολογίζεται ότι κατά την πείνα του 1941 χάθηκε το 1/6 του συνολικού πληθυσμού της Αίγινας. Η Ελένη Σολωμού από τη Βαγία, που μας μίλησε, θυμάται το πλήθος των Γερμανών που είχαν κατακλύσει και το Μεσαγρό, καθώς επίσης και την πείνα και τη δυστυχία που αντιμετώπιζαν οι άνθρωποι του χωριού:

 Μια άλλη μαρτυρία: Η κ. Σταματίνα Σπυριδάκη από το Μεσαγρό μιλά για τις δύσκολες στιγμές της γερμανικής κατοχής:
"Ο πατέρας μου, ονομαζόταν Βασίλης Σπυριδάκης. Είχε ένα καϊκι που έκανε εμπόριο τροφίμων και επιβατικό. Έμαθαν, λοιπόν, για τον πατέρα μου και του επίταξαν αμέσως το καϊκι, το οποίο πήραν, μαζί με τον πατέρα μου και το πήγαν στην τοποθεσία, Πέρδικα, που ήταν κι εκεί Γερμανική βάση. Δεν θα ξεχάσω εκείνη την ημέρα που πήραν τον πατέρα μου από το σπίτι, να κλαίμε όλα μαζί τα αδέρφια, λες και δεν θα τον ξαναβλέπαμε. Από εκείνη την ημέρα τους είχαμε κάθε μέρα επισκέπτες στο σπίτι μας. Είχαμε ένα υπόγειο, κι εκεί βάζαμε το κρασί μας και το λάδι μας και κατεβαίνανε οι Γερμανοί στο υπόγειο και έβαζαν το στόμα τους κάτω από την κάνουλα για να μας πιούνε το κρασί. Ποίος να μιλίσει, όμως; Φοβόμαστε... ήμασταν και μικρά. Κάθε πρωί έπαιρναν τον πατέρα μου με το τζιπ, μαζί κι ο διοικητής και τον πήγαιναν στην Πέρδικα, κι από εκεί στον Πειραιά, να φορτώσουν πράγματα. Έμπαιναν στην αγορά του Πειραιά και την λεηλατούσαν, μας έλεγε ο πατέρας μου. Το βράδυ, τον έφερναν πίσω στο σπίτι με το τζιπ, φορτωμένο με πράγματα, και για μας για να ζήσουμε όλη η γειτονιά, και θυμάμαι λέγανε “φαγητό για τα πίκουλα”, δηλαδή, εμείς, για να μην πεθάνουμε απ' τη πείνα. Αυτό γινόταν επί τέσσερα χρόνια που ήταν στο Μεσαγρό, στον Τούρλο."
Οι γερμανοί διοικητές του Τούρλου ήταν άνθρωποι ποικίλης προέλευσης και νοοτροπίας. Η συμπεριφορά τους πολλές φορές καθόριζε και τη γερμανική πολιτική στην Αίγινα. Πολλά πράγματα γι' αυτούς γνωρίζουμε από τις μαρτυρίες των ανθρώπων που έζησαν τη γερμανική κατοχή, κυρίως όμως από τον κ. Αργύρη Φορτούνα, διερμηνέα των Γερμανών την εποχή εκείνη στην Αίγινα.
 Ο κ. Φορτούνας, ο οποίος μας μίλησε και μας έδειξε πολύτιμα στοιχεία της εποχής εκείνης, έζησε από κοντά τους ανθρώπους αυτούς και μάλιστα έχει συγγράψει τέσσερα   βιβλία με τις αναμνήσεις του από αυτήν την περίοδο.   
 Από τον πρώτο διοικητή του Τούρλου, 
υποπλοίαρχο
 Immo Hoppman,
 και τον νεαρό
 ανθυπολοχαγό Jannsen, 
έως τον περιβόητο Ludwig Hoffman, 
τον επονομαζόμενο και
 Βελιγκέκα
 από τους 
Αιγινήτες για τη σκληρότητά 
του, ο κ. Φορτούνας γνώρισε λόγω της ιδιότητάς του τους ανθρώπους
 αυτούς και μας
 προσφέρει πολύτιμες πληροφορίες:
"Ο υπολοχαγός Erwin Wagner, ο τρίτος κατά σειρά φρούραρχος (...) ήταν άνθρωπος σκληρός και βαθιά ποτισμένος με τις ναζιστικές ιδέες (...) Σε μένα, που κάθε τόσο με φώναζε να τον εξυπηρετώ ως διερμηνέας, όταν φυσικά βρισκόμουν στην Αίγινα, μου είχε κάποτε πει έτσι ωμά: -Αν "mein lieber Freund Argiris" (αγαπητέ μου φίλε Αργύρη), καταλάβω ποτέ πως με περιπαίζεις πίσω από την πλάτη μου, δε θα διστάσω να βγάλω το πιστόλι μου να σε σκοτώσω."  



Τα ναυτικά οχυρά

Λίγα μόλις χρόνια από την  κήρυξη του Β' παγκόσμιου πολέμου, η στρατιωτική ηγεσία της Ελλάδας συζητά και προβληματίζεται για την καλύτερη οχύρωση της χώρας με τη δημιουργία και κατασκευή οχυρωματικών έργων. Σημαντικό μέρος της οχύρωσης θα καταλάμβανε η ναυτική οχύρωση και προστασία των λιμένων και των παράκτιων περιοχών της Ελλάδος.
Τον Δεκέμβριο του 1936 ήρθε απόστρατος Γερμανός αντιναύαρχος για ένα μήνα και έδωσε τις πρώτες γενικές οδηγίες για την παράκτια και αντιαεροπορική άμυνα. Αργότερα έφτασαν δυο ακόμη Γερμανοί ειδικοί σύμβουλοι, ένας συνταγματάρχης του Μηχανικού και ένας πλωτάρχης πυροβολητής οι οποίοι παρέμειναν στην Ελλάδα μέχρι το 1937. Ακολούθως έγινε επιλογή στρατηγικών παραθαλάσσιων προσβάσεων οι οποίες σχεδιάστηκαν από τους παραπάνω συμβούλους κατά την περίοδο 1937-1940 από ελληνικό προσωπικό. Βασικά επρόκειτο για επάκτιες οχυρώσεις, οι οποίες σε συνδυασμό με φράγματα ναρκών και ανθυποβρυχιακά δίκτυα --φράγματα, εξασφάλιζαν εκείνη την εποχή την προστασία των ζωτικότερων λιμένων, των ναυτικών βάσεων από προσβολές πολεμικών πλοίων επιφάνειας και υποβρύχιων . Με την ύπαρξη των συγκεκριμένων οχυρών δημιουργήθηκαν εσωτερικοί θαλασσιοί ασφαλείς δρόμοι στο μεγαλύτερο τμήμα της Ελληνικής θάλασσας , όπως είναι ο Κορινθιακός, ο Σαρωνικός, Ευβοϊκός, στα νησιά Φλέβες και στην Αίγινα.
Στην Αίγινα κατασκευάστηκαν δυο οχυρά: το ένα κοντά στην Πέρδικα που ονομάστηκε (Ν.Ο.Α) δηλαδή Νότιο Οχυρό Αίγινας και το άλλο κοντά στην περιοχή Τούρλος που ονομάστηκε (Β.Ο.Α) δηλαδή Βόρειο Οχυρό Αίγινας. Βέβαια το πιο επιβλητικό ήταν αυτό κοντά στην περιοχή του Τούρλου. Η ύπαρξη των οχυρών αυτών στο Ελληνικό χώρο, σε συνδυασμό με φράγματα ναρκών και ανθυποβρυχιακά  δίκτυα --φράγματα, εξασφάλιζαν την ασφαλή  διέλευση των πλοίων στο μεγαλύτερο θαλάσσιο χώρο του Ιονίου και Αιγαίου πελάγους. Κάθε οχυρό, εκτός από τα μεγάλα πολυβόλα, ταχυβόλα και πολυβόλα διαφόρων διαμετρημάτων, διέθετε πλήρεις εγκαταστάσεις που στέγαζαν τον κεντρικό σταθμό της ηλεκτροπαραγωγής, καταφύγια, θαλάμους φαγητού, ύπνου και υγιεινής προσωπικού, σταθμούς τραυματιών.
Χάρτης που δείχνει τη θέση του οχυρού του Τούρλου.
Η θέση του Τούρλου.
Aξίζει εδώ να υπογραμμιστεί η δυσκολία της προμηθείας πολεμικού υλικού εκείνα τα χρόνια που η Ευρώπη ετοιμαζόταν για έναν ακόμη πόλεμο, αλλά και τη μεγάλη συμμετοχή της Γερμανίας στον σχεδιασμό, στην κατασκευή και στον εξοπλισμό αυτών των οχυρών που μετά από λίγα χρόνια θα έπεφταν στα χέρια του Γερμανικού στρατού ο όποιος θα τα χρησιμοποιούσε ανάλογα.
Το λιμάνι των Γερμανών στον Τούρλο.

Η γερμανική αποθήκη των πυρομαχικών στον Τούρλο.



Στο σημείο αυτό πρέπει επίσης να σημειώσουμε τον εντυπωσιακό εξοπλισμό του Βόρειου Οχυρού της Αίγινας .Εκεί, στην κορυφή του βουνού εγκαταστάθηκαν οι δυο δίδυμοι πύργοι των 12 ιντσών από το θωρηκτό ¨ΛΗΜΝΟΣ¨ βάρους 900 τόνων ο καθένας. Επρόκειτο για τεχνικό άθλο των υπηρεσιών του Πολεμικού Ναυτικού και τα σχόλια ήταν ιδιαίτερα κολακευτικά. Επίσης πρέπει να σημειώσουμε ότι η επάκτια και αντιαεροπορική άμυνα της Ελλάδας στον πόλεμο του 1940 ήταν πολύπλοκη, εκτεταμένη  και αποτελεσματική.
Γερμανοί στρατιώτες σε άσκηση στον Τούρλο.
Γερμανοί ναύτες σε αγγαρεία στον
Τούρλο.
Καθαρίζουν πατάτες.
Γερμανοί στρατιώτες διασκεδάζουν.

Σήμερα, η περιοχή του Τούρλου ανήκει στην ευθύνη του Πολεμικού Ναυτικού και υπάγεται στη Στρατιωτική Διοίκηση Ανατολικής Μεσογείου (ΣΔΑΜ) του ΝΑΤΟ, αποτελώντας μια από τις πιο σημαντικές βάσεις τηλεπικοινωνιών της συμμαχίας στον ελλαδικό χώρο. Μετά από σχετικό αίτημά μας, μάς δόθηκε η δυνατότητα να επισκεφθούμε την περιοχή, να ενημερωθούμε για το παρελθόν αλλά και το παρόν της και να περιηγηθούμε στα ιστορικά κατάλοιπα της γερμανικής κατοχής. Ο χώρος των οχυρών βρίσκεται έξω από τον περιφραγμένο χώρο που καταλαμβάνει το Κέντρο Λήψης Σημάτων και παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον, καθώς ο καθένας μπορεί να δει τα κτήρια, όπου κατοικούσαν οι Γερμανοί αξιωματικοί και στρατιώτες, αλλά και ένα πολυδαίδαλο δίκτυο υπόγειων εσωτερικών στοών με τις οποίες επικοινωνούσαν τα οχρυά και τα καταφύγια. Είδαμε επίσης βάσεις πυροβόλων, δεξαμενές για νερό και άλλες εγκαταστάσεις που εξυπηρετούσαν τις ανάγκες των κατακτητών.
Κτήριο των Γερμανών στον Τούρλο.
Εικόνα από το κατεστραμμένο
κτήριο του
επιτελείου της μονάδας MAA 603
στον Τούρλο,
 όπως το άφησαν φεύγοντας
 οι Γερμανοί.
Ο κ. Ανδρέας Εμμανουήλ, ο οποίος
μας ξενάγησε
στα οχυρά
του Τούρλου και μας
προσέφερε σημαντικές πληροφορίες.

Τα ναρκοπέδια του Τούρλου 

Οι Γερμανοί, μετά την απελευθέρωση, έφυγαν ξαφνικά από το οχυρό του Τούρλου, φρόντισαν όμως να αφήσουν διάσπαρτες θανατηφόρες νάρκες. Όταν μαθεύτηκε το νέο της αποχώρησης των Γερμανών, οι Αιγινήτες έτρεξαν να λεηλατήσουν τα οχυρά, πεινασμένοι. Βρήκαν τρόφιμα, ακόμα και μαγειρεμένο φαγητό, στρώματα, κρεβάτια, εργαλεία, ρολόγια, μαχαίρια και πηρούνια. Όμως, πολλοί από αυτούς σκοτώθηκαν ή ακρωτηριάστηκαν, καθώς πάτησαν στις νάρκες. Η κ. Έφη Χαλδαίου από τη Βαγία μάς διηγήθηκε την τραγική ιστορία του πατέρα της Νίκου Χαλδαίου και του αδερφού του Γιώργου, που έπεσαν θύματα των γερμανικών ναρκών, στην προσπάθειά τους να βρουν τρόφιμα:
Το θλιβερό περιστατικό σημειώθηκε στις 16 Οκτωβρίου 1944, ώρα 7 το πρωί, με θύματα τον τριανταπεντάχρονο Νίκο Ι. Χαλδαίο και τον εικοσιπεντάχρονο αδελφό του Γιώργο. «Ο θάνατός τους κατά την πιστοποίησιν επήλθεν εκ Γερμανικής νάρκης ξηράς», αναφέρει η 9 και 10/16-10-1944 ληξιαρχική πράξη.

Ο "Βρασερίζης", ο αντιστασιακός του Μεσαγρού

Ο Μεσαγρός ήταν το πιο κοντινό στο οχυρό του Τούρλου χωριό της Αίγινας. Το αποτέλεσμα ήταν οι κάτοικοί του να πέφτουν συχνά θύμα των βιαιοτήτων των Γερμανών και να συμβαίνουν δραματικά επεισόδια. Ένα από αυτά, που δείχνει την αποφασιστικότητα των Μεσαγριτών απέναντι στη γερμανική κατοχή, είναι η ιστορία του "Βρασερίζη", του πιο γνωστού αντιστασιακού του Μεσαγρού, όπως μας την παρέδωσε ο κ. Σπύρος Γαλάρης, ιστοριοδίφης της περιοχής και σημαντικός βοηθός μας στην έρευνά μας: Ο Αντώνης Παναγή Λαλαούνης, ο "Βρασερίζης", είχε κάτω από το σπίτι του, στο Βαθρυφρέα του Μεσαγρού, το οινοπωλείο του, ας πούμε μια ταβερνίτσα εκείνων των χρόνων. Ένας συγχωριανός του σκότωσε έναν λαγό, παρόλο που το κυνήγι απαγορευόταν από τους Γερμανούς, και τον εμπιστεύτηκε στον "Βρασερίζη" να τον μαγειρέψει και να τον φάνε μαζί.
Γερμανικά κράνη από την εποχή της
Κατοχής.
Πραγματικά, λίγο πριν από τη σπάνια απόλαυση για εκείνη την εποχή, τρεις Γερμανοί εισβάλλουν στο σπίτι του "Βρασερίζη" δήθεν για όπλα, στην πραγματικότητα όμως για πλιάτσικο. Και ενώ του κλέβουν όλη του τη μικρή περιουσία, μετά από λίγο επιστρέφουν για δεύτερο ενδεχομένως πλιάτσικο. 
Αυτή τη φορά ο "Βρασερίζης" ήταν μόνος του και, χωρίς να διστάσει, παλεύει
 με τους τρεις Γερμανούς. Άοπλος ο ίδιος κατορθώνει να τους αντιμετωπίσει, ενώ αυτοί γκρεμοτσακίζονται από ένα λιακωτό. Ο "Βρασερίζης" απομένει με λάφυρα δύο ξιφολόγχες και δυο πηλίκια των Γερμανών αλλά και με μεγάλη αγωνία για το τι θα ακολουθήσει στο πολύπαθο χωριό ως αντίποινα. Αποφασίζει να φύγει για τα βουνά, έχοντας μαζί του τα λάφυρα, με σκοπό να τα παραδώσει στο Γερμανό φρούραρχο, στο Βελιγκέκα.
Η είδηση ότι ο "Βρασερίζης" σκότωσε τρεις Γερμανούς διαδίδεται σε όλο το νησί και όλοι τρέχουν να σωθούν από το φόβο των γερμανικών αντιποίνων. Όμως περνούν τρεις μέρες και τίποτα δεν έγινε! Ο "Βρασερίζης", σωστά, όπως αποδείχτηκε, είχε υποψιαστεί ότι οι Γερμανοί δε θα δώσουν συνέχεια στο συμβάν, για να μην εξευτελιστούν. Πραγματικά, το περιστατικό ξεχάστηκε από τους Γερμανούς και ο "Βρασερίζης" επέστρεψε στο χωριό του θριαμβευτής, μένοντας στη μνήμη ως ο πιο γνωστός αντιστασιακός του χωριού.     
Το εσωτερικό καταφυγίου στον Τούρλο,
 με
τη σβάστικα
και την επιγραφή
"Όποιος μάχεται έχει δίκαιο. Όποιος δε
μάχεται
έχει κάθε
δίκαιο
 χαμένο."

Εκτελέσεις στον Τούρλο

Στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής στον Τούρλο γίνονταν εκτελέσεις Ελλήνων πατριωτών. Γι’ αυτήν την περίοδο δεν έχουμε στοιχεία για τους κρατούμενους, επειδή οι Γερμανοί φρόντισαν να κάψουν τα στοιχεία  λίγο πριν να εγκαταλείψουν το νησί και τη χώρα μας. Το βέβαιο είναι ότι οι Γερμανοί εκτέλεσαν στον Τούρλο έναν εικοσιεννιάχρονο Έλληνα το λιγότερο δύο μήνες πριν φύγουν. Η εκτέλεση αναγράφεται στο «Βιβλίο θανάτων, τόμος Β,7/1940-44/1948» της τότε κοινότητας  Μεσαγρού. Η ληξιαρχική πράξη θανάτου  6/17-08-1944, ημέρα Πέμπτη, καταγράφει τα στοιχεία της ταυτότητας του: «Αρτέμιος Σορότος του Ζαφειρίου, κάτοικος Πειραιώς, γεννηθείς εν Θήρα Κυκλάδων, ηλικίας ετών 29, επαγγέλματος εργατικός και θρησκεύματος ορθόδοξος, υπήκοος Έλλην». Η εκτέλεση έγινε: «… εν το βορίω οχειρόν Μεσαγρού Αιγίνης (σ.σ: στον Τούρλο) … και ώραν 6ην π. μεσημβρία του χιλιοστού εννεακοσιοστού τετάρτου έτους… εφονεύθη Αρτέμιος Σορόνος του Ζαφειρίου… Ο θάνατός του  κατά την πιστοποίησιν του ιατρού… (δεν αναφέρεται το όνομά του) επήλθεν εκ εφονεύθη υπό των Γερμανών στρατιωτών». Υπογράφουν ο ληξίαρχος Θεόδωρος Ηρακ. Κρομμύδας και ο αστυνομικός σταθμάρχης που δήλωσε την εκτέλεση στον κοινοτάρχη  Μεσαγρού. 
Οι αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης  και  πολλοί αριστεροί που συμμετείχαν, όταν συλλαμβάνονταν, περνούσαν από δίκες, οδηγούνταν στις φυλακές και οι θανατοποινίτες εκτελούνταν. Στις 19 Ιουνίου 1947 εκτελέστηκαν στον Τούρλο μαζικά και αιφνιδιαστικά 18 πολιτικοί κρατούμενοι. Στις 20 Ιουνίου η εφημερίδα Ακρόπολη γράφει: «Η εκτέλεσις των άνω (των 18) ακολουθεί διαταχθείσα και συντελεσθείσαν σειράν εκτελέσεων 21 δοσίλογων, διότι μόνον δοσίλογοι έχουν εκτελεσθεί προηγουμένως μέχρι τούδε ……….»
Το μνημείο των εκτελεσθέντων στον Τούρλο
Η Εταιρεία Διάσωσης Ιστορικών Αρχείων 1940-1974 στην έκδοσή της «Δεν θέλω να μου δέσετε τα μάτια…» παραθέτει τρεις εκτελέσεις αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης στην Αίγινα.
1. Αργύρης Δ. Καραγιάννης, ένοχος για φόνο μετά ληστείας. Εκτελέστηκε στις 9/07/1947
2. Ηλίας Κ.Σεφέρης, ένοχος φόνου. Εκτελέστηκε στις19/03/19477
3. Δημ. Α. Φλέσας, ένοχος ληστείας μετά φόνου. Εκτελέστηκε στις 6/05/1947.
Και για τους τρεις υπάρχουν οι ληξιαρχικές πράξεις θανάτου τους στα αρχεία της πρώην κοινότητας Μεσαγρού. Το συγκλονιστικό είναι ότι έκρυβαν τις εκτελέσεις και μιλούσαν για μεταγωγή των κρατουμένων σε άλλες φυλακές (Αβέρωφ ). Αργότερα οι ταρτούφοι των φυλακών συμπλήρωναν-όχι πάντα- το ποινολόγιο των  εκτελεσμένων με τη φράση: Κατά πληροφορίας εξετελέσθη την…….. ». Αντίθετα, στο ευρετήριο ονομάτων έγραφαν: «Εξετελέσθη την………» 
Η μεγάλη σφαγή των 17
Οι 18 κρατούμενοι κατόπιν συνωμοσίας της κυβέρνησης που τους εξαπάτησε, γιατί, αφού τους απήγαγαν εν κρυπτώ στις 18 Ιουνίου 1947, όπως προκύπτει από τα ποινολόγιά τους, ο επικεφαλής του αποσπάσματος του τμήματος Μεταγωγών Πειραιά  ταγματάρχης Χωροφυλακής Ηλίας Πολίτης, που  παρέλαβε από τις φυλακές της Αίγινας τους 18 για «μεταγωγή» στις φυλακές Αβέρωφ και 5 ακόμα ισοβίτες, με τη συμπαιγνία και της Εισαγγελίας  Πλημμελιοδικών Πειραιά, οδηγήθηκαν στο εκτελεστικό απόσπασμα (παραγγελία 34-45/47). Οι 23 με δρακόντεια μέτρα επιβιβάστηκαν στο πλοίο Νεράιδα. Οι πολιτικοί κρατούμενοι, πριν τη μεταγωγή, κατάλαβαν πως κάτι συμβαίνει και άρχισαν να φωνάζουν όλοι μαζί και να διαμαρτύρονται. Ο Αργύρης Γεωργαλάς που εργάστηκε από το 1963 μέχρι 1985, που έκλεισαν στις φυλακές, αναφέρει : «Ήμουν 10 χρονών  και άκουγα τις φωνές των κρατούμενων. Είχαν ξεσηκωθεί και χαλούσαν τον κόσμο.» Το πλοίο αντί να πάει στον Πειραιά έκανε βόλτες όλη την ημέρα γύρω από το νησί  και τα ξημερώματα της άλλης ημέρας έφτασε στον ερημικό όρμο του Τούρλου (19/6).
Οι κρατούμενοι κατάλαβαν την μπαμπεσιά και σκορπίστηκαν στα γύρω χωράφια μήπως και ξεφύγουν. Τους κυνήγησαν και τους εξόντωσαν. Ήταν μια ανατριχιαστική σκηνή. Ακόμα διακρίνονται στις υπερυψωμένες πλευρές του όρμου  τις τρύπες που άνοιξαν οι φονικές σφαίρες.  Ο Καπόπουλος αναφέρει για τον ταγματάρχη Πολίτη
«Πριν φωτίσει, στις 19 Ιουνίου 1947, έβγαλε τους καταδίκους από το καράβι και τους οδήγησες άναδρα, δεμένους και ανειδοποίητους, στη θέση Τούρλος, όπου είχε στήσει την ενέδρα των πολυβόλων και τους δολοφόνησ με ριπές… Η Ιστορία περιμένει την απολογία σου.»
Οι 5 ισοβίτες παρακολούθησαν τη σφαγή από το πλοίο. Ένας από αυτούς, ο Ξηροτάγαρος, σε μια συγκλονιστική μαρτυρία αναφέρει:
«Μας οδηγούν προς την εξώπορτα της φυλακής. Μας βάζουν χειροπέδες. Μας έδεσαν τον καθένα χωριστά, κάτι ψιθύρισαν, είπανε ένα ψέμα που δεν πιστέψαμε. Ήταν 9 παρά είκοσι το βράδυ. Η Αίγινα ήταν έρημη. Ο δρόμος ως το λιμάνι είναι πιασμένος από στρατό. Νοτιοανατολικά από το λιμάνι, όχι πιο μακριά, από πεντακόσια μέτρα, βλέπουμε το αντιτορπιλικό Κρήτη. Οι φαντάροι σε πυκνή γραμμή στέκουν με εφ’ όπλου λόγχη. Η Αίγινα δείχνει να στρατοκρατείται. Συνοδεία είναι οι χωροφύλακες. Περπατάνε φουριόζοι, βιάζονται για την ακταιωρό, που περίμενε με αναμμένες μηχανές. Η διαδρομή δεν κράτησε περισσότερο από πέντε λεπτά. Στις εννέα παρά τέταρτο μας έχουν κιόλας στριμώξει στο αμπάρι της ακταιωρού. Η ακταιωρός μένει ακίνητη δύο ώρες περίπου. Κοντά στα μεσάνυχτα έβαλε μπροστά τις προπέλες………»
Το πλοίο κινείται πολύ αργά στο Σαρωνικό ακολουθούμενο από το αντιτορπιλικό Κρήτη. Άραξε ξημερώματα στον Τούρλο:
«στην αποβάθρα που δεν υπήρχε τότε στριμώγνονται ,φωνάζουν σηκώνουν ντουφέκια οι χωροφυλάκοι του αποσπάσματος , μερικοί δεσμοφύλακες, ο παπάς και…..ο γραμματέας της φυλακής. Σε μια ακτίνα διακοσίων μέτρων .ο τόπος έχει κλείσει από λεφούσια στρατού.Ανάμεσα στο απόσπασμα και τη φρουρά είναι κρυμμένοι οι οπλοπολυβολητές σε «φωλιές » φκιαγμένες πρόχειρα από πέτρες. Τα βλέπαμε όλα καθαρά. Είμαστε 50 έως 80 μέτρα κοντά, τίποτα δε μας διέφυγε. Οι χωροφυλάκοι πήδηξαν στην ακταιωρό και χτυπώντας και βρίζοντας τους μελλοθάνατους, τους υποχρεώνουν να αποβιβαστούν. Τρεκλίζουν, πέφτουν, σηκώνονται με ψηλά τις δεμένες γροθιές οι αθάνατοι. Το μακελειό συνεχίζεται μέχρι το λάκκο που είχαν ανοίξει. Εκεί, θα στηθούν όρθιοι. Ο παπάς δεν πλησίασε σχεδόν. Ένας με πολιτικά κάτι σαν να είπε κάτι σαν να διάβασε βιαστικά και απομακρύνθηκε γρήγορα. Μια φωνή σαν να απαγγέλει ξεσπάει απότομα… Ποίημα, τραγούδι, γροθιές και συνθήματα πνίγονται από το κροτάλισμα των οπλοπολυβόλων που ξερνάνε φωτιά. Το αίμα χάνεται άλικο μπροστά στην τάφρο του εμφυλίου. Ο παροξυσμός του θα ανοίξει εκατοντάδες τάφους απ αυτήν την ώρα. Μα η Αντίσταση δε θα θαφτεί .Θα μείνουν όμως το έγκλημα, η απάτη και η δειλία.» 
Ενώ οι 16 είχαν καταδικαστεί σε θάνατο το 1945 και οι δύο το 1947, μένει προς απάντηση γιατί εκτελέστηκαν δύο χρόνια αργότερα. Στο σημείο αυτό πρέπει να διευκρινίσουμε ότι στις πηγές η σφαγή είναι γνωστή ως "η σφαγή των 17", ο δημοσιογράφος όμως Ν. Πηγαδάς στο βιβλίο του "Αίγινα: κάθε κελί σελίδα ιστορίας" υποστηρίζει οι εκτελεσθέντες ήταν 18 και όχι 17.

Τα ναυάγια  

Στο θαλάσσιο χώρο που ανήκε στη δικαιοδοσία του Βορείου Οχυρού Αίγινας δύο από τα σημαντικότερα ναυάγια του Β’ Παγκοσμίου πολέμου στην Ελλάδα. Πρόκειται για το ελληνικό αντιτορπιλικό ΥΔΡΑ D-97 και το γερμανικό υποβρύχιο U 133. Ας δούμε τις δύο ιστορίες που αφορούν κατακτητές και κατακτημένους καθώς και τα μυστήρια που τα περιβάλλουν. 
Το ναυάγιο του αντιτορπιλικού ΥΔΡΑ D-97
Το αντιτορπιλικό ΥΔΡΑ D-97 έλαβε μέρος στην πρώτη επιδρομή του Ελληνικού Στόλου στα στενά του Οτράντο της Ιταλίας (15-11-1940) καθώς και σε όλες τις ναυτικές επιχειρήσεις του 1940-41, αντιμετωπίζοντας με επιτυχία τους εχθρούς. Συχνά, από τα στενά των Δαρδανελίων, το Ύδρα συνόδευε φορτηγά ποτέ στο Βόλο και πότε στη Θεσσαλονίκη παρέχοντας προστασία από τα γερμανικά υποβρύχια.
Το αντιτορπιλικό "Ύδρα".
Το Πάσχα του 1941 η Ελλάδα περνούσε δύσκολες στιγμές, καθώς οι Γερμανοί βάδιζαν εναντίον της Αθήνας, έχοντας καταλύσει κάθε αντίσταση. Ήταν πια φανερό ότι δεν υπήρχε καμία ελπίδα. Η γερμανική αεροπορία αποδεκάτιζε τα πλοία του ελληνικού στόλου και το βράδυ του Πάσχα, ο ναύαρχος του στόλου Μεζεβύρης έδωσε εντολή  σε όλα τα πλοία να φύγουν για την Κρήτη κι από εκει για την Αίγυπτο, όπου θα μεταφερόταν και η ελληνική κυβέρνηση. Ένα από τα πλοία που ξεκίνησε για το ταξίδι αυτό ήταν και το ΥΔΡΑ, χωρίς όμως ποτέ να το ολοκληρώσει. Το απόγευμα της 22ας Απριλίου 1941, και ενώ το ΥΔΡΑ έπλεε κοντά στη νήσο Λαγούσα, κοντά στο λιμάνι της Αίγινας, 78 Γερμανικά “Στούκα” πλησίασαν το αντιτορπιλικό, χωρίς όμως αρχικά να το βάλουν, καθώς κατευθύνονταν προς το πυροβολείο του Τρούλου. Όμως, ο διοικητής πυροβολικού στο Ύδρα διέταξε «πυρά φραγμού», με αντιαεροπορικά πυροβόλα, τα οποία όμως ήταν ήδη καταπονημένα και πάθαιναν εμπλοκή. Βλέποντας οι Γερμανοί “τούφες” από καπνό στον ουρανό γύρισαν ανάποδα και άρχισαν τις κάθετες εφορμήσεις. Ακολούθησε πραγματική καταστροφή, με δεκάδες νεκρούς και σύντομα ακυβέρνητο το πλοίο. Τραγική είναι η ανάμνηση του ενός από τους επιζώντες Κυριάκου Λύκισσα, ο οποίος είδε τον αδερφό του να πεθαίνει πάνω στο ΥΔΡΑ. Ο ίδιος αναφέρει ότι, λίγο πριν βυθιστεί το αντιτορπιλικό, τα «Στούκα» άρχισαν να μυδραλλιοβολούν τους ναυαγούς, ενώ καΐκια από το Φάληρο και την Αίγινα έσπευσαν να βοηθήσουν. Το 1992 ο Σύνδεσμός Αιγινητών Πειραιώς καθιέρωσε ετήσιο μνημόσυνο για τους νεκρούς του αντιτορπιλικού ΥΔΡΑ. 
Το ναυάγιο του γερμανικού υποβρυχίου U133
Τον Ιανουάριο του 1942, και ενώ η γερμανική κατοχή έχει εδραιωθεί στον ελληνικό χώρο, το γερμανικό υποβρύχιο U133 μεταφέρεται στο ναύσταθμο της Σαλαμίνας, προκειμένου να επισκευαστεί, μετά τις ζημιές που υπέστη σε ναυμαχία στο Er Salam της Αιγύπτου. Τον Μάρτιο του 1942 οι επισκευές έχουν ολοκληρωθεί και το υποβρύχιο είναι έτοιμο για αναχώρηση. Στις 14 Μαρτίου του 1942, το U 133 ξεκινά από το ναύσταθμο της Σαλαμίνας με κυβερνήτη τον υποπλοίαρχο Eberhard Mohr. Ο προορισμός αλλά και η αποστολή του θεωρούνται απόρρητα, ενώ σε αυτό επιβαίνουν και δύο αξιωματικοί του Africa Corps. Το απόγευμα και, ενώ πλέει ανοιχτά της Αίγινας, κοντά στο ακρωτήριο Τούρλος, ακούγεται μία τρομακτική έκρηξη και καπνός υψώνεται στον ουρανό. Το U 133 έχει πέσει σε νάρκη και μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα βυθίζεται αύτανδρο, με τα 45 μέλη του πληρώματός του να βρίσκουν τραγικό θάνατο. Σύμφωνα με την επίσημη γερμανική εκδοχή, το U 133  δεν ακολούθησε την προδιαγεγραμμένη πορεία του με αποτέλεσμα να εισέλθει στο γερμανικό ναρκοπέδιο και να προσκρούσει σε νάρκη.
Το γερμανικό υποβρύχιο U-133
Γερμανοί αξιωματικοί πάνω στο υποβρύχιο U-133.
Η βύθιση του U 133 έχει πολλά ανεξιχνίαστα σημεία, με πρώτο την άγνωστη  ταυτότητα των δύο αξιωματικών του Africa Corps οι οποίοι επέβαιναν στο υποβρύχιο καθώς επίσης και την άκρα μυστικότητα γύρω από τον προορισμό και την αποστολή του υποβρυχίου. Το μυστήριο που καλύπτει την όλη υπόθεση γίνεται ακόμα πιο μεγάλο όταν τον Μάιο του 1942, η ηγεσία του Πολεμικού Ναυτικού της Γερμανίας αποφασίζει ότι πρέπει να γίνει αυτοψία στο ναυάγιο επιχειρώντας μία αποστολή ιδιαίτερα δύσκολη ακόμα και για τα σημερινά δεδομένα. Ζητούν την βοήθεια των Ιταλών οι οποίοι στέλνουν εξειδικευμένο πλοίο θαλασσίων ερευνών, προκειμένου να μπορέσουν να στείλουν δύτες σε βάθος 78 μέτρων όπου κείτεται το U 133. Εντοπίζουν τη θέση του ναυαγίου από τις κηλίδες πετρελαίου που ανεβαίνουν στην επιφάνεια της θάλασσας καθώς και με τη χρήση μαγνητόμετρου. Σε  συνεργασία με το Ιταλικό Πολεμικό Ναυτικό, καταφέρνουν να φθάσουν στο βυθισμένο υποβρύχιο και συζητούν ακόμα και το ενδεχόμενο της ανέλκυσης. Τελικά, το Γερμανικό Πολεμικό Ναυτικό αποφασίζει ότι δεν είναι συμφέρουσα η ανάσυρση  του ναυαγίου και δίνει εντολή να σταματήσουν όλες οι έρευνες.
Το υποβρύχιο ήταν οπλισμένο με 15 τορπίλες και εφοδιασμένο με 169 τόνους πετρελαίου μεγάλη ποσότητα του οποίου είναι ακόμα εγκλωβισμένη στις δεξαμενές. Ακόμα και σήμερα, στο σημείο του ναυαγίου, ανάλογα με τον καιρό, κηλίδες  πετρελαιοειδών εμφανίζονται.
Πολλά χρόνια μετά, μια ελληνική ερευνητική ομάδα καταδύθηκε στο σημείο του ναυαγίου και το ερεύνησε. Το αποτέλεσμα των ερευνών της, σε συνδυασμό με μια απόρρητη διαταγή του Γ.Ε.Ν. στις 23 Αυγούστου του 1940, ανατρέπει την επίσημη γερμανική εκδοχή. Φαίνεται ότι το γερμανικό υποβρύχιο δεν προσέκρουσε τελικά σε γερμανική νάρκη αλλά σε ελληνική. Τον Αύγουστο του 1940 κοινοποιήθηκε σχέδιο ποντίσεως ναρκοπεδίου στην περιοχή που βρίσκεται σήμερα το ναυάγιο. Την ημέρα της κηρύξεως του πολέμου δόθηκε από το Γ.Ε.Ν. το εκτελεστικό σήμα της παραπάνω διαταγής για την πόντιση του ελληνικού ναρκοπεδίου. Τη νύχτα της 29ης προς την 30η Οκτωβρίου πραγματοποιήθηκε η πόντιση του ναρκοπεδίου με νάρκες Vickers και Μωραίτη, από τα αντιτορπιλικά ΠΑΝΘΗΡ, ΑΕΤΟΣ, ΙΕΡΑΞ και ΥΔΡΑ υπό την προστασία των αντιτορπιλικών Β.ΓΕΩΡΓΙΟΣ, ΛΕΩΝ και ΣΠΕΤΣΕΣ. Σύμφωνα δε, με τα αρχεία της Διοίκησης Ναρκαλιείας του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού οι Γερμανοί δεν κατήργησαν το ελληνικό ναρκοπέδιο.Το διατήρησαν και τοποθέτησαν παράλληλα προς αυτό δικά τους ναρκοπέδια, πριν και μετά το ελληνικό. Άρα το ελληνικό ναρκοπέδιο υπήρχε την ημέρα της βύθισης του U 133 και σύμφωνα με τις συντεταγμένες του ναυαγίου το γερμανικό υποβρύχιο βρίσκεται μέσα σ’ αυτό. Το U 133 λοιπόν, για άγνωστο λόγο παρέκκλινε από την προκαθορισμένη του πορεία και μπήκε στο ελληνικό ναρκοπέδιο – τη θέση του οποίου οι Γερμανοί γνώριζαν --, με αποτέλεσμα να προσκρούσει σε νάρκη Μωραΐτη και να βυθιστεί.
Viewing all 12885 articles
Browse latest View live


<script src="https://jsc.adskeeper.com/r/s/rssing.com.1596347.js" async> </script>