Ο Αγγελος Παπαναστασίου κατέγραψε κρυφά με μια κάμερα τις θηριωδίες των ναζί και τη σκληρή καθημερινότητα στην κατεχόμενη Αθήνα
Αφησε παρακαταθήκη ένα σπάνιο ντοκουμέντο από την τραγωδία της πατρίδας μας, καταγράφοντας την καθημερινότητα στους δρόμους της γερμανοκρατούμενης Αθήνας. Κατάφερε να κινηματογραφήσει και να διαφυλάξει το ανεκτίμητο υλικό από τους ναζί κατακτητές.
Το φιλμ συμπεριελήφθη ως αποδεικτικό υλικό στη δίκη της Νυρεμβέργης για τις ναζιστικές βαρβαρότητες σε βάρος των Ελλήνων τις οποίες μέχρι τότε αρνούνταν οι κατακτητές....
Αλλά το 1978, οι επιτελείς του Πολεμικού Μουσείου αποφάσισαν προφανώς ότι... έπρεπε να λογοκριθεί. Από 45 λεπτά, το υλικό έμεινε μόλις 27. Για «άγνωστους λόγους» αφαιρέθηκαν και εξαφανίστηκαν τα τμήματα που παρουσίαζαν πρόσωπα βασανισμένων, πορείες διαμαρτυρίας, αλλά και «εν δράσει» Ελληνες συνεργάτες των Γερμανών...
Ο Αγγελος Παπαναστασίου κατά τη διάρκεια της Κατοχής περπατούσε στους δρόμους της Αθήνας με ένα τσίγκινο τενεκεδάκι. Εκεί έκρυβε το μεγάλο του μυστικό: μια κινηματογραφική μηχανή με την οποία κατέγραφε συνεχώς τους στρατιώτες, τη ζωή και την πείνα στην κατακτημένη πρωτεύουσα. Κρυφά από την οικογένεια, τους φίλους και τους οικείους του φύλαγε την «αποστολή» του - παρακαταθήκη για την ιστορία και τους Ελληνες.
Πρόκειται για το μοναδικό υπάρχον βιντεοσκοπημένο υλικό στην Ευρώπη που περιέχει σκηνές καθημερινής ζωής κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Σε φιλμ 16 χιλιοστών και σε 31 ενότητες προβάλλονται η θηριωδία των ναζί και οι Ελληνες συνεργάτες τους, καθώς και οι έμποροι χωρίς πραμάτεια, η ανατίναξη της ΕΣΠΟ.
«Επήρα μια απόφαση να κινηματογραφήσω την άφιξη του γερμανικού στρατού στην Αθήνα και εν συνεχεία ότι μπορούσα περισσότερα κατά την περίοδο της κατοχής των. Υπελόγιζα ότι η εις την Ελλάδα παραμονή τους θα ήτο μόνον μια Εθνική Περιπέτεια, αλλά όχι και Εθνική Συμφορά όπως απεδείχθη κατά την περίοδο της κατοχής.
Η θηριωδία τους, αι καταστροφαί που έκαμαν στα χρόνια της Κατοχής, τα μαρτύρια που υπεβλήθη ο ελληνικός λαός είναι άνευ προηγουμένου», σημείωσε ο Α. Παπαναστασίου στην επιστολή που άφησε στην κόρη του.
ΠΟΙΟΣ ΗΤΑΝ Ο ΑΦΑΝΗΣ ΗΡΩΑΣ
Απο επιχειρηματίας... μυστικός κινηματογραφιστής
Ο Αγγελος Παπαναστασίου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1896 και νεαρό ακόμη παιδί εισήχθη στη Σχολή Δοκίμων Βασιλικού Ναυτικού. Στη Σχολή ξεχώρισε για το ήθος και τις ικανότητές του.
Γι αυτόν τον λόγο τοποθετήθηκε φύλακας στον τότε πρίγκιπα Παύλο.«Ηταν, όμως, άνθρωπος της δράσης, της ζωής. Αποφάσισε, λοιπόν, να αποστρατευτεί για να ακολουθήσει τον ιδιωτικό τομέα. Και έγινε χρηματιστής. Αλλά παράλληλα, ασχολήθηκε και με πολλά άλλα πράγματα: άνοιξε το δικό του χρηματιστηριακό και μεσιτικό γραφείο και έκανε τις πρώτες
διαφημίσεις στην Ελλάδα», διηγείται η κόρη του. Το 1929, μαζί με τον φίλο του Αδαμάντιο Καρόκη άνοιξαν το μεγαλύτερο και μοναδικό εργοστάσιο μπαταριών στα Βαλκάνια, με την επωνυμία ΠΑΚ, από τα αρχικά τους (Παπαναστασίου Αγγελος, Αδαμάντιος Καρόκης).
Στο μεταξύ, ο Αγγελος άρχισε να ανακατεύεται και με την πολιτική: στις δημοτικές εκλογές του 1934 εξελέγη τρίτος δημοτικός σύμβουλος Αθηναίων, στις βουλευτικές εκλογές του 1936 ήταν ο πέμπτος υποψήφιος σε ψήφους με το Λαϊκό Κόμμα, ενώ τον Νοέμβριο του 1936 εκλήθη ως γενικός γραμματέας για την αναδιοργάνωση του Δήμου Πειραιά, ο οποίος είχε χρεοκοπήσει. Η κατάληψη της Αθήνας από τους ναζί σήμανε και την κατάληψη του εργοστασίου των μπαταριών ΠΑΚ.
Ο Α. Παπαναστασίου, που δεν ήθελε να συνεργαστεί με τους κατακτητές, αποχώρησε από τη διεύθυνσή του... Εκανε μάλιστα και σαμποτάζ: οι μπαταρίες που τον ανάγκασαν να δώσει στους Γερμανούς για τα τανκ τους στη Μ. Ανατολή φρόντισε να είναι αλλοιωμένες. Και όταν ο Γερμανός διοικητής τον κάλεσε στο γραφείο του για να τον επιπλήξει που όλα τα μηχανοκίνητα του γερμανικού στρατού είχαν ακινητοποιηθεί, ο Παπαναστασίου το απέδωσε στην... κακή ποιότητα των μπαταριών.
Και έτσι γλίτωσαν οι εργάτες και ο ίδιος την εκτέλεση. Το νήμα της ζωής του κόπηκε απότομα και πρόωρα το 1953 σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα.
Το κόλπο με το τενεκεδάκιΤο μόνο μέρος στο οποίο μπορούσε πιο εύκολα να κινηθεί ήταν το υπόγειο πρατήριο λιανικής των μπαταριών του, στην οδό Ακαδημίας. Εκεί ήταν η «κρυψώνα» των γραπτών του και του φιλμ που τραβούσε τα 4 χρόνια της Κατοχής.
«Η ταινία που κατόρθωσα να πάρω είναι αψευδής μάρτυς των εγκλημάτων τους. Την ταινία επήρα μόνος μου και την εμφάνιζα εις την επιχείρησή μου του πρατηρίου "Συσσωρευταί ΠΑΚ", που είχα στο ιδιόκτητο σπίτι μου στην Ακαδημίας. Την ταινία ετοίμαζα αμέσως κατά την περίοδο της Κατοχής με χίλιους κινδύνους», έγραψε ο ίδιος.
Για την καλύτερη λήψη, ο Α. Παπαναστασίου είχε βρει ένα κόλπο. Ολοι τότε κυκλοφορούσαν με ένα τενεκεδάκι, για να βάλουν ό,τι φαγώσιμο θα έβρισκαν. «Σε αυτό το τενεκεδάκι έκανε μια τρύπα, έβαλε την κάμερά του και άρχισε να γυρνάει και να τραβάει πλάνα, με τον κίνδυνο ότι οποιαδήποτε στιγμή τον έπιαναν, θα τον εκτελούσαν», λέει η κόρη του.
Ο ίδιος κυκλοφορούσε παντού, για να καλύψει τη σκληρή πραγματικότητα της εποχής. Στη σύζυγό του δεν είχε πει κουβέντα. Ούτε για την κάμερα ούτε για τους πατριώτες που έκρυβε στο υπόγειο του σπιτιού τους, στη λεωφόρο Β. Σοφίας, ούτε για τους αξιωματικούς που μετέφερε με το καϊκι του «Αγιοι Ανάργυροι» στη Μ. Ανατολή.
Χάρη στα πλάνα του Α. Παπαναστασίου, μπορούμε σήμερα να δούμε τους σκελετωμένους Αθηναίους στα νοσοκομεία και στους δρόμους, στις διαδηλώσεις κατά της βουλγαρικής κατοχής, τους κρεμασμένους αγωνιστές στην οδό Ξενίας, τους τραυματίες στα νοσοκομεία. Ο Παπαναστασίου δρούσε σαν πολεμικός ρεπόρτερ, καλύπτοντας τα πιο σημαντικά γεγονότα της κατεχόμενης Αθήνας.
Το φιλμ στη Νυρεμβέργη«Οταν ήρθε η ώρα για τη δίκη της Νυρεμβέργης σε βάρος των ναζί εγκληματιών πολέμου, η ελληνική κυβέρνηση ζήτησε από τον πατέρα μου το φιλμ. Στη δίκη, οι ναζί υποστήριζαν ότι είχαν σεβαστεί την Ελλάδα, αφού δεν είχαν πραγματοποιήσει βομβαρδισμούς στην Αθήνα, δήθεν για να προστατεύσουν την Ακρόπολη.
Οταν προβλήθηκε το φιλμ του Παπαναστασίου στη μεγάλη αίθουσα του δικαστηρίου, όλα τους τα επιχειρήματα κατέρρευσαν. Οι εικόνες ήταν ο απόλυτος μάρτυρας του τι είχε συμβεί...», λέει η Λουκία Παπαναστασίου.
Για να προστατεύσει το υλικό με τίτλο «Από την τραγωδία της πατρίδας μας 1941-1944», η κ. Παπαναστασίου και ο σύζυγός της Φίλιπ Γουόκερ ανέθεσαν στο πασίγνωστο Imperial War Museum να το συντηρήσει - τόσο μεγάλη έκριναν τη σημασία του φιλμ, που το διεθνούς φήμης μουσείο το έκανε δωρεάν. Τους το ζήτησε γιατί το ήθελε για τη συλλογή του.
«Το φιλμ αυτό είναι απολύτως ελληνικό και πρέπει να υπάρχει για την Ελλάδα», ήταν η απάντηση της κόρης του Α. Παπαναστασίου, που έχει το copyright.
H ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ ΜΕ ΤΟ ΠΟΛΕΜΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ
Πώς λογοκρίθηκαν 18 από τα 45 λεπτά της ταινίας
Η διάρκεια του ντοκιμαντέρ ήταν 45 λεπτά, όταν το 1978 η κόρη του Αγγελου Παπαναστασίου, Λουκία, επέτρεψε στο Πολεμικό Μουσείο να πραγματοποιήσει μία και μόνη προβολή (σ.σ.: υπεύθυνος του Μουσείου ήταν τότε ο αντιστράτηγος Παναγιώτης Πολιτάκης).
Οταν τελικά το πήρε πίσω, έκπληκτη διαπίστωσε ότι από το υλικό είχε αφαιρεθεί τμήμα 18 λεπτών, με πρόσωπα βασανισμένων, τραγικές σκηνές, πορείες διαμαρτυρίας αλλά και Ελληνες συνεργάτες των ναζί.
«Το 1978, πήγα στην Αγγλία για να παντρευτώ με τον νυν σύζυγό μου, σκοτσέζικης καταγωγής, Φίλιπ Γουόκερ. Οταν έλειπα, τηλεφώνησαν στη μητέρα μου από το Πολεμικό Μουσείο για να πραγματοποιήσουν μία και μόνη προβολή στη μνήμη του πατέρα μου. Η μητέρα μου το έδωσε, καθώς αυτή ήταν η επιθυμία του πατέρα μου», λέει η κ. Παπαναστασίου.
«Φύλλο και φτερό»«Οταν, όμως, γύρισα και παραλάβαμε, το φιλμ το βρήκαμε "φύλλο και φτερό". Ο σύζυγός μου ύστερα από πολλές ώρες λεπτομερούς εργασίας, ακολουθώντας τους τίτλους του φιλμ μπόρεσε να το συνδέσει στη σωστή αρχική του σειρά. Διαπιστώσαμε ότι έλειπαν 18 λεπτά. Οταν ξαναπήγαμε στο Μουσείο αναζητώντας το χαμένο υλικό, δεν μπόρεσαν να δώσουν απάντηση. Εως σήμερα παραμένει μυστήριο το τι έγινε και πού βρίσκεται.
Ακόμα το αναζητούμε και θέλουμε να βρεθεί το χαμένο υλικό που δεν πήραμε ποτέ πίσω».
Σύμφωνα με την επιθυμία του πατέρα της, η κ. Λουκία Παπαναστασίου επιθυμεί να παρουσιάσει το υλικό σε σχολεία και μουσεία, όπου αυτό ζητηθεί.
«Μια φορά πήγαμε σε ένα σχολείο στο Κερατσίνι και, δεν σας κρύβω, πήγα με αρκετή επιφύλαξη. Στο τέλος, όμως, τα παιδιά έκλαιγαν αγκαλιασμένα και χειροκροτούσαν με όλη τους την καρδιά», μας λέει.
«"Θα συνεχίσω τας προβολάς διότι έτσι δεν θα ξεχάσουμε εύκολα τα μαρτύριά μας", είχε γράψει. Μου το κληροδότησε για να μπορέσω να το διαδώσω.
Να μάθουν και οι νέες γενιές τα όσα πέρασε αυτός ο τόπος και οι άνθρωποί του...», δηλώνει στο «Εθνος της Κυριακής» η Λουκία Παπαναστασίου.
ΜΑΡΙΑ ΨΑΡΑ